Χαρακτηριστικά και μορφές διαπραγμάτευσης στην τουρκική διπλωματία
Ο όρος διαπραγμάτευση στη διεθνή ορολογία εκφράζει τις συνομιλίες που κάνουν επίσημα εκπρόσωποι διορισμένοι από τις κυβερνήσεις με σκοπό την επίτευξη μιας συμφωνίας για τα κοινά συμφέροντα και τις διαφωνίες μεταξύ των κυβερνήσεών τους.
Σύμφωνα με έναν άλλον όρο, διαπραγμάτευση σημαίνει αλληλεπίδραση μεταξύ συντελεστών της πολιτικής αρένας με στόχο την υλοποίηση συγκεκριμένων στόχων βάσει αμοιβαίας κατανόησης.
Η διαπραγμάτευση με την ευρύτερη έννοια, συμπεριλαμβάνει κάθε πτυχή της διπλωματικής επικοινωνίας. Ο διπλωμάτης βρίσκεται σε διαπραγμάτευση σε κάθε φάση των επίσημων επαφών και των δραστηριοτήτων του. Υπεραμύνεται των συμφερόντων και των θέσεων της χώρας του και επιδίδεται σε προβολή και προπαγάνδα υπέρ της.
Επειδή το διπλωματικό σύστημα των ημερών μας έχει επεκταθεί σε ένα πολύ ευρύτερο πεδίο από το πλαίσιο των καθηκόντων των μονίμων πρεσβειών, οι διαπραγματεύσεις συνεχώς καλύπτουν μεγαλύτερο μέρος στις πολυμερείς διπλωματικές δραστηριότητες. Η εξέλιξη των πολύπλευρων σχέσεων, οι εργασίες των διεθνών οργανισμών, η διάδοση της διπλωματίας κορυφής, η εντατικοποίηση της μεσολάβησης, μετατρέπουν τη μέθοδο της διαπραγμάτευσης ολοκληρωτικά σε επίκεντρο της διπλωματίας. Ουσιαστικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι η πιο αποτελεσματική μέθοδος στην αντιμετώπιση ζωτικών προβλημάτων όπως ο πόλεμος, η οικονομική οπισθοδρόμηση και η περιβαλλοντολογική καταστροφή είναι η διαδικασία της διακρατικής διαπραγμάτευσης.
Η ετοιμότητα για διαπραγμάτευση μπορεί να μην αντανακλά πάντα τη βούληση για συμφωνία. Μπορεί δηλαδή να φανεί κάποιος έτοιμος για συνομιλίες για να ενισχύσει το εθνικό του σθένος και τη θέση του και για να αποστρέψει την προσοχή της άλλης πλευράς. Μπορεί επίσης να καθίσει στο τραπέζι των συνομιλιών για να πάψουν οι κριτικές από μέσα και από έξω στην προσπάθεια να αυξήσει την εθνική και διεθνή υποστήριξη.
Η απόρριψη της διαπραγμάτευσης θα μπορούσει επίσης να θεωρηθεί ένα είδος συνομιλίας. Με τον τρόπο αυτό μια χώρα μπορεί να εξασφαλίσει επιβράδυνση στις υποχωρήσεις που θα αναγκαστεί να κάνει στο τέλος. Η αργοπορία μπορεί να γίνει με τη μεσολάβηση άλλων δυνάμεων και στοιχείων στο πρόβλημα που είναι στην επικαιρότητα ή δίνοντας δυνατότητα σε αλλαγές στην ισορροπία δυνάμεων.
Όσο πιο περίπλοκες είναι οι διεθνείς σχέσεις, τόσο πιο πολύ διαφοροποιούνται οι διαπραγματεύσεις. Οι διαπραγματεύσεις σχηματίζονται από τις επαφές που συνάπτουν τα κράτη για να λύσουν τις μεταξύ τους διαφορές και να αναπτύξουν τη συνεργασία που βασίζεται στα κοινά συμφέροντα. Οι πλευρές κάθονται στο τραπέζι των συνομιλιών καταρχάς για την εξομάλυνση των σχέσεων. Ή για να οριστούν ξανά τα συμφέροντα αλλάζοντας το υφιστάμενο καθεστώς. Για παράδειγμα οι κυριαρχίες ή οι περιοχές επιρροής μπορεί να αλλάξουν χέρι και να οριστούν ξανά. Τέτοιες διαπραγματεύσεις είναι συνήθως επακόλουθο πολέμων.
Διαπραγματεύσεις γίνονται και για να αναδειχτούν νέοι ηθοποιοί στην παγκόσμια πολιτική σκηνή. Η συνθήκη του Σαν Φρανσίσκο που ίδρυσε τα Ηνωμένα Έθνη, η δημιουργία του Ισραήλ, οι διαπραγματεύσεις για την ίδρυση του παλαιστινιακού κράτους, συνιστούν παράδειγμα σε αυτό.
Επιπλέον μπορεί να γίνει θέμα διαπραγμάτευσης και η παράταση μιας συμφωνίας που βαίνει προς κατάληξη ανάμεσα στις πλευρές. Για παράδειγμα, η συμφωνία για τον έλεγχο των πυρηνικών όπλων ανάμεσα σε Σοβιετική Ένωση και ΗΠΑ, η SALT II ήταν επακόλουθο της SALT I. Το έγγραφο για την Κοινή Κατανόηση που υπόγραψε ο Αμερικανός πρόεδρος Ομπάμα και ο Ρώσος πρόεδρος Μεντβέντεφ προβλέπει τη μείωση των πυρηνικών κεφαλών και τις βάσεις της συμφωνίας START για τον περιορισμό των νέων πυρηνικών όπλων που έπεται να υπογραφεί.
Οι διαπραγματεύσεις μπορούν να γίνουν και από μια άλλη σκοπιά σε μορφή κρυφών και ανοιχτών συνομιλιών. Η επιλογή μεταξύ των δύο πάντοτε δημιούργησε αντιπαράθεση μεταξύ των οπαδών της κλασικής διπλωματίας και της δημόσιας. Παραταύτα είναι εξίσου τεχνητός ο διαχωρισμός αυτός. Γιατί στις μέρες μας καμία διαπραγμάτευση δεν είναι εντελώς κρυφή ή εντελώς ανοιχτή. Ένας παράγοντας που θα προσδιορίσει το ισοζύγιο αυτό είναι το κατά πόσο έχει ανάγκη την υποστήριξη του κοινού για να καταλήξει σε συμβιβασμό η διαπραγμάτευση.
Από την άλλη, θα μπορούσε να γίνει μια διαφορετική εκτίμηση ανάμεσα στις έμμεσες και τις άμεσες συνομιλίες. Είναι φυσικό οι συζητήσεις που αποβλέπουν στη συνεργασία να προχωρούν απευθείας ανάμεσα στις πλευρές. Αντιθέτως στις διαπραγματεύσεις με θέμα την επίλυση των διαφωνιών, εδικά οι χώρες που έχουν βαθιές διαφωνίες μπορούν να επιλέξουν τις έμμεσες συνομιλίες με μεσολαβητές. Ένα παράδειγμα είναι η μεσολάβηση της Τουρκίας στις διαπραγματεύσεις ανάμεσα σε Συρία και Ισραήλ.
Καταλήγοντας, θα λέγαμε ότι υπάρχουν μεν σημαντικές διαφορές στην προσέγγιση και την τεχνική διαδικασία στις διαπραγματεύσεις αλλά και πολλά κοινά στοιχεία. Την επόμενη φορά θα σταθούμε στους παράγοντες που υφίστανται πριν από την έναρξη και κατά τη διάρκεια των συνομιλιών.
Οι καλυτεροι διπλωματες ηταν αυτοι του Βυζαντινου Ελληνισμου.Το Βυζαντιο επιβιωσε 1100 χρονια οχι μονο μεσω πολεμων, αλλα και μεσω διπλωματιας.
ΑπάντησηΔιαγραφήΟι Τουρκοι εχουν μελετησει πολυ καλα την ιστορια μας.
ΓΜ