Ένα έγκλημα του «Βαθέος Κράτους» στον τουρκικό κινηματογράφο
Ο μαύρος Σεπτέμβρης του 1955
Εδώ και λίγες εβδομάδες το φιλοθεάμον κοινό της Τουρκίας έχει την ευκαιρία να παρακολουθήσει μια πρωτότυπη ταινία για τα τουρκικά δεδομένα. Οι καλλιτεχνικοί κύκλοι της χώρας είχαν την ευαισθησία να ασχοληθούν με μία από τις σκοτεινότερες σελίδες της σύγχρονης τουρκικής ιστορίας: Τα γεγονότα της 6ης προς 7η Σεπτεμβρίου 1955, που άλλαξαν τη μοίρα της ελληνικής μειονότητας στην Κωνσταντινούπολη.
Η ταινία «Φθινοπωρινός Πόνος» είναι η μεταφορά στον κινηματογράφο του ομώνυμου μυθιστορήματος του Γιλμάζ Καρακογιουνλού, πρώην πολιτευτή του Κόμματος της Μητέρας Πατρίδος (ΑΝΑΡ) και συγγραφέα. Κεντρικό της θέμα είναι η ιστορία της αποφράδας εκείνης νύχτας του Σεπτέμβρη του 1955, όταν η ελληνική μειονότητα βρέθηκε στο στόχαστρο του τουρκικού παρακράτους.
Η σκηνοθέτις Τομρίς Γκιριτλίογλου, ανταποκρινόμενη στις απαιτήσεις των καιρών για ένα δημοκρατικότερο και λιγότερο καταπιεστικό πολιτικό σύστημα, τολμά με περισσό θάρρος να ασχοληθεί με τα κακώς κείμενα μιας περιόδου που κανείς άλλος δεν τόλμησε ως σήμερα στην Τουρκία. Παρουσιάζει με εκπληκτικό τρόπο το εκρηκτικό πολιτικοκοινωνικό πλαίσιο που περιβάλλει τον έρωτα ενός τούρκου και μιας ρωμιάς στην Πόλη. Η ιστορία όμως εκτυλίσσεται σε μια χρονική στιγμή που συμπίπτει με τις προσπάθειες του τουρκικού παρακράτους να κατασκευάσει και να αναδείξει ένα ανύπαρκτο ως τότε «εθνικό ζήτημα», την τύχη της μικρής τουρκικής μειονότητας της Κύπρου.
Η ταινία έρχεται να καλύψει ένα πραγματικό κενό στον τουρκικό κινηματογράφο και ακριβώς γι' αυτόν τον λόγο οφείλουμε να αποδώσουμε τα εύσημα στους παραγωγούς, τη σκηνοθέτιδα και τους καλλιτέχνες για την προσπάθεια που κατέβαλαν. Η ταινία παρουσιάζει με έξοχο τρόπο τις λεηλασίες και καταστροφές που προκάλεσε ο οργανωμένος όχλος σε χιλιάδες ελληνικής ιδιοκτησίας καταστήματα, σπίτια, εκπαιδευτήρια, ναούς κ.λπ., σε σημείο που να προκαλεί συγκίνηση στο τουρκικό κοινό. Έχει βέβαια και αδυναμίες, όπως η μονότονη πλοκή που μετριάζει τον αρχικό ενθουσιασμό.
Ο «Φθινοπωρινός Πόνος» είναι στην ουσία μια ταινία που φέρει πολιτικά μηνύματα: Καταγγέλλει την απρεπή στάση της τουρκικής κοινωνίας, που παρέμεινε θεατής στα αποτρόπαια εγκλήματα που διαπράχτηκαν εναντίον των ελληνορθόδοξων από την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας. Και ιδωμένη υπ' αυτό το πρίσμα, έχει δύο σημαντικά ελαττώματα. Μια ταινία σαν κι αυτή, που επιδιώκει να «αποκαταστήσει» την αδικία και την αλήθεια, επιλέγει να δώσει τον ρόλο της ιερόδουλης στον πρωταγωνιστικό χαρακτήρα που υποδύεται το μειονοτικό στοιχείο. Ακολουθώντας πιστά την αναπαραγωγή των εθνικών στερεοτύπων που θέλουν το χριστιανικό στοιχείο ηθικά υποδεέστερο του τουρκικού-μουσουλμανικού, επιδιώκεται ίσως με αυτόν τον τρόπο η αποδοχή της ταινίας από το ευρύ κοινό, ενώ αποφεύγεται και το μένος του κρατικού μηχανισμού, που παρά τη δυσμενή συγκυρία της υπόθεσης Εργκένεκον, ανέχτηκε τη δουλειά της Γκιριτλίογλου. Έτσι, όμως, η ταινία αναιρεί ουσιαστικά την ίδια της την ύπαρξη και ό,τι καλό έχει αυτή να επιδείξει, καθώς στο πρόσωπο της ηρωίδας βιάζεται για ακόμη μια φορά η μνήμη της πολύπαθης ελληνικής κοινότητας. Όπως πολύ ορθά επισημαίνει η καθηγήτρια Ντιλέκ Γκιουβέν, εκείνη τη «νύχτα των κρυστάλλων» οι βιασμοί είχαν φτάσει τους 400! («Σαμπάχ» 1/2/2009).
Ένα δεύτερο μειονέκτημα της ταινίας που χρήζει επισήμανσης είναι ότι προβάλλει ως αιτία του κακού αποκλειστικά το Κυπριακό, παραβλέποντας τον ρόλο του κρατικού μηχανισμού. Είναι γνωστή η τύχη που επεφύλασσαν οι τουρκικές αρχές στις μειονότητες από πολύ νωρίς - το αργότερο από την επιβολή του ληστρικού «Φόρου Περιουσίας» του 1941. Το πρίσμα μέσα από το οποίο προσεγγίζονται τα γεγονότα, όμως, ταυτίζεται απόλυτα μ' εκείνο του κράτους. Έτσι, εξασφαλίζεται η απόλυτη ιδεολογική σύμπνοια με το καθεστώς και εξανεμίζεται και το τελευταίο ψεγάδι του βαθύτερου μηνύματος που κομίζει η ταινία στους θεατές της.
Ο αρθρογράφος της «Ραντικάλ» Ουγούρ Βαρντάν, σχολιάζοντας την ταινία, σημειώνει ότι ο «Φθινοπωρινός Πόνος» ήταν ένα είδος «συγγνώμης»: Ένα πρώτο σοβαρό βήμα στον τουρκικό κινηματογράφο για την καυτηρίαση του ένοχου πρόσφατου παρελθόντος της Τουρκίας. Εκφράζει, ακόμη, την ελπίδα ότι οι καλλιτεχνικοί κύκλοι θα εξακολουθήσουν να ασχολούνται με τις «απαγορευμένες» περιόδους της τουρκικής ιστορίας. («Ραντικάλ» 23/1/2009). Εμείς, δεν έχουμε παρά να τους ευχηθούμε καλή συνέχεια και καλή επιτυχία.
Εδώ και λίγες εβδομάδες το φιλοθεάμον κοινό της Τουρκίας έχει την ευκαιρία να παρακολουθήσει μια πρωτότυπη ταινία για τα τουρκικά δεδομένα. Οι καλλιτεχνικοί κύκλοι της χώρας είχαν την ευαισθησία να ασχοληθούν με μία από τις σκοτεινότερες σελίδες της σύγχρονης τουρκικής ιστορίας: Τα γεγονότα της 6ης προς 7η Σεπτεμβρίου 1955, που άλλαξαν τη μοίρα της ελληνικής μειονότητας στην Κωνσταντινούπολη.
Η ταινία «Φθινοπωρινός Πόνος» είναι η μεταφορά στον κινηματογράφο του ομώνυμου μυθιστορήματος του Γιλμάζ Καρακογιουνλού, πρώην πολιτευτή του Κόμματος της Μητέρας Πατρίδος (ΑΝΑΡ) και συγγραφέα. Κεντρικό της θέμα είναι η ιστορία της αποφράδας εκείνης νύχτας του Σεπτέμβρη του 1955, όταν η ελληνική μειονότητα βρέθηκε στο στόχαστρο του τουρκικού παρακράτους.
Η σκηνοθέτις Τομρίς Γκιριτλίογλου, ανταποκρινόμενη στις απαιτήσεις των καιρών για ένα δημοκρατικότερο και λιγότερο καταπιεστικό πολιτικό σύστημα, τολμά με περισσό θάρρος να ασχοληθεί με τα κακώς κείμενα μιας περιόδου που κανείς άλλος δεν τόλμησε ως σήμερα στην Τουρκία. Παρουσιάζει με εκπληκτικό τρόπο το εκρηκτικό πολιτικοκοινωνικό πλαίσιο που περιβάλλει τον έρωτα ενός τούρκου και μιας ρωμιάς στην Πόλη. Η ιστορία όμως εκτυλίσσεται σε μια χρονική στιγμή που συμπίπτει με τις προσπάθειες του τουρκικού παρακράτους να κατασκευάσει και να αναδείξει ένα ανύπαρκτο ως τότε «εθνικό ζήτημα», την τύχη της μικρής τουρκικής μειονότητας της Κύπρου.
Η ταινία έρχεται να καλύψει ένα πραγματικό κενό στον τουρκικό κινηματογράφο και ακριβώς γι' αυτόν τον λόγο οφείλουμε να αποδώσουμε τα εύσημα στους παραγωγούς, τη σκηνοθέτιδα και τους καλλιτέχνες για την προσπάθεια που κατέβαλαν. Η ταινία παρουσιάζει με έξοχο τρόπο τις λεηλασίες και καταστροφές που προκάλεσε ο οργανωμένος όχλος σε χιλιάδες ελληνικής ιδιοκτησίας καταστήματα, σπίτια, εκπαιδευτήρια, ναούς κ.λπ., σε σημείο που να προκαλεί συγκίνηση στο τουρκικό κοινό. Έχει βέβαια και αδυναμίες, όπως η μονότονη πλοκή που μετριάζει τον αρχικό ενθουσιασμό.
Ο «Φθινοπωρινός Πόνος» είναι στην ουσία μια ταινία που φέρει πολιτικά μηνύματα: Καταγγέλλει την απρεπή στάση της τουρκικής κοινωνίας, που παρέμεινε θεατής στα αποτρόπαια εγκλήματα που διαπράχτηκαν εναντίον των ελληνορθόδοξων από την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας. Και ιδωμένη υπ' αυτό το πρίσμα, έχει δύο σημαντικά ελαττώματα. Μια ταινία σαν κι αυτή, που επιδιώκει να «αποκαταστήσει» την αδικία και την αλήθεια, επιλέγει να δώσει τον ρόλο της ιερόδουλης στον πρωταγωνιστικό χαρακτήρα που υποδύεται το μειονοτικό στοιχείο. Ακολουθώντας πιστά την αναπαραγωγή των εθνικών στερεοτύπων που θέλουν το χριστιανικό στοιχείο ηθικά υποδεέστερο του τουρκικού-μουσουλμανικού, επιδιώκεται ίσως με αυτόν τον τρόπο η αποδοχή της ταινίας από το ευρύ κοινό, ενώ αποφεύγεται και το μένος του κρατικού μηχανισμού, που παρά τη δυσμενή συγκυρία της υπόθεσης Εργκένεκον, ανέχτηκε τη δουλειά της Γκιριτλίογλου. Έτσι, όμως, η ταινία αναιρεί ουσιαστικά την ίδια της την ύπαρξη και ό,τι καλό έχει αυτή να επιδείξει, καθώς στο πρόσωπο της ηρωίδας βιάζεται για ακόμη μια φορά η μνήμη της πολύπαθης ελληνικής κοινότητας. Όπως πολύ ορθά επισημαίνει η καθηγήτρια Ντιλέκ Γκιουβέν, εκείνη τη «νύχτα των κρυστάλλων» οι βιασμοί είχαν φτάσει τους 400! («Σαμπάχ» 1/2/2009).
Ένα δεύτερο μειονέκτημα της ταινίας που χρήζει επισήμανσης είναι ότι προβάλλει ως αιτία του κακού αποκλειστικά το Κυπριακό, παραβλέποντας τον ρόλο του κρατικού μηχανισμού. Είναι γνωστή η τύχη που επεφύλασσαν οι τουρκικές αρχές στις μειονότητες από πολύ νωρίς - το αργότερο από την επιβολή του ληστρικού «Φόρου Περιουσίας» του 1941. Το πρίσμα μέσα από το οποίο προσεγγίζονται τα γεγονότα, όμως, ταυτίζεται απόλυτα μ' εκείνο του κράτους. Έτσι, εξασφαλίζεται η απόλυτη ιδεολογική σύμπνοια με το καθεστώς και εξανεμίζεται και το τελευταίο ψεγάδι του βαθύτερου μηνύματος που κομίζει η ταινία στους θεατές της.
Ο αρθρογράφος της «Ραντικάλ» Ουγούρ Βαρντάν, σχολιάζοντας την ταινία, σημειώνει ότι ο «Φθινοπωρινός Πόνος» ήταν ένα είδος «συγγνώμης»: Ένα πρώτο σοβαρό βήμα στον τουρκικό κινηματογράφο για την καυτηρίαση του ένοχου πρόσφατου παρελθόντος της Τουρκίας. Εκφράζει, ακόμη, την ελπίδα ότι οι καλλιτεχνικοί κύκλοι θα εξακολουθήσουν να ασχολούνται με τις «απαγορευμένες» περιόδους της τουρκικής ιστορίας. («Ραντικάλ» 23/1/2009). Εμείς, δεν έχουμε παρά να τους ευχηθούμε καλή συνέχεια και καλή επιτυχία.
Κ. Βοσπορίτης, ο νεώτερος
Γράψτε τα δικά σας σχόλια
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Θα σας παρακαλούσα να είστε κόσμιοι στους χαρακτηρισμούς σας, επειδή είναι δυνατόν επισκέπτες του ιστολογίου να είναι και ανήλικοι.
Τα σχόλια στα blogs υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
Τα σχόλια θα εγκρίνονται μόνο όταν είναι σχετικά με το θέμα, δεν αναφέρουν προσωπικούς, προσβλητικούς χαρακτηρισμούς, καθώς επίσης και τα σχόλια που δεν περιέχουν συνδέσμους.
Επίσης, όταν μας αποστέλλονται κείμενα (μέσω σχολίων ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου), παρακαλείσθε να αναγράφετε τυχούσα πηγή τους σε περίπτωση που δεν είναι δικά σας. Ευχαριστούμε για την κατανόησή σας...