Οι κύριοι παράγοντες που πλήττουν την τουρκική οικονομία
Γράφει ο Αρχιπλοίαρχος (εα) Δημήτριος Ν. Τσαϊλάς ΠΝ
Οι νέες διεθνείς αναλύσεις των οικονομικών μεγεθών δείχνουν ότι η πάλαι ποτέ ανατέλλουσα ημισέληνος ως μιας ισχυρής αναδυόμενης οικονομίας έχει λάβει πλέον τροχιά δύσεως. Αφού το δεύτερο τρίμηνο τα οικονομικά στοιχεία που παρουσιάζονται από έγκριτους οικονομικούς αναλυτές δείχνουν ότι οι αλκυονίδες ημέρες της αστρικής μεσουράνησης της οικονομίας της Τουρκίας, άνω του 8% κατά το 2010 και το 2011 καθιστώντας την, τρίτη ταχύτερα αναπτυσσόμενη οικονομία στον κόσμο πίσω από την Κίνα και την Αργεντινή, έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί, δίδοντας τη θέση τους στο παγερό λυκόφως στην οικονομική προοπτική της. Σηματοδοτείται πλέον μια αυστηρή προειδοποίηση, ότι η Τουρκία οδεύει προς μια επιβράδυνση, που εν μέρει καθοδηγείται από την ύφεση στις κύριες ευρωπαϊκές αγορές εξαγωγών της Τουρκίας .
Tα οικονομικά στοιχεία για την κυβέρνηση του Πρωθυπουργού Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θα ήταν πολύ χειρότερα, εάν δεν υπήρχε η πρόσφατη αύξηση των εξαγωγών προς το Ιράν που οφείλεται κυρίως στη ραγδαία αύξηση των πωλήσεων χρυσού. Η ζήτηση, όμως, κατά το τρέχον έτος, για χρυσό στο Ιράν οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις αυστηρές οικονομικές κυρώσεις που έχουν επιβληθεί από τη δύση στην Ισλαμική Δημοκρατία, και είναι αυτές οι οποίες οδηγούν τους Ιρανούς στην αναζήτηση της οικονομικής ασφάλειας με την αγορά δεδομένων αξιών, όπως είναι τα πολύτιμα μέταλλα, ειδικά τώρα που η τιμή του χρυσού έχει πάρει την άγουσα στη διεθνή χρηματιστηριακή αγορά.
Το ανησυχητικό για την Τουρκία στην όλη υπόθεση είναι ότι η αύξηση των εξαγωγών χρυσού προς το Ιράν δεν μπορεί να είναι συνεχής. Δεν είναι δυνατόν τα ιρανικά νοικοκυριά να προμηθεύονται απεριόριστες ποσότητες. Αυτή η συγκυριακή προμήθεια από το Ιράν, παρείχε μια περιορισμένης χρονικής διάρκειας σανίδα σωτηρίας για την Τουρκία να επιπλεύσει στην δύσκολη οικονομική θαλασσοταραχή που έχει βρεθεί.
Τα τελευταία χρόνια, η Τουρκία έχει θεωρηθεί κάτι σαν κράτος πρότυπο για την οικονομική της εκτίναξη, συγκεντρώνοντας διθυραμβικές κριτικές τόσο από οικονομικούς επιστήμονες στο εσωτερικό της, όσο και από τους διεθνείς οργανισμούς, καθώς και κρατικές οντότητες, για την ανάπτυξή της στους βασικούς κλάδους της γεωργίας, κλωστοϋφαντουργίας, κατασκευής αυτοκινήτων, καταναλωτικών συσκευών και της βαριάς ναυπηγικής βιομηχανίας. Είναι αξιοσημείωτο ότι η Τουρκία κατατάσσεται τέταρτη στον κόσμο στη ναυπήγηση πίσω από την Κίνα, τη Νότια Κορέα και την Ιαπωνία. Επίσης συμμετέχει στις ομάδες εργασίας των είκοσι πλουσιοτέρων κρατών του κόσμου (G-20). Μάλιστα πολύ την κατέτασσαν στις ανεπτυγμένες οικονομίες και όχι στις αναδυόμενες .
Ο πρώτος σημαντικός παράγοντας για την πρόσφατη οικονομική ύφεση της Τουρκίας είναι κατά τη γνώμη μου, η ατυχής επιθετική και παρεμβατική θα μπορούσα να πω, εξωτερική πολιτική της Άγκυρας εναντίον της Συρίας. Αυτή έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση των πωλήσεων λόγω της αβεβαιότητας που απορρέει από το πολιτικό ρίσκο μιας πιθανής σύγκρουσης με τη γειτονική Συρία. Ο κίνδυνος αυτός, έχει πολλαπλές αρνητικές αλυσιδωτές συνέπειες κυρίως στην εισροή ξένων επενδύσεων στην Τουρκία που συνεπάγεται την απώλεια μιας σημαντικής κινητήριας δύναμης στην οικονομία της χώρας καθώς και τη μείωση κατανάλωσης των πολιτών στο εσωτερικό της.
Ο δεύτερος παράγων αστάθειας και πολιτικού κινδύνου που υπονομεύει την εμπιστοσύνη στην τουρκική οικονομία είναι η επανάληψη, μετά από αρκετό καιρό, έκρηξης της βίας από Κούρδους αυτονομιστές στις νοτιοανατολικές επαρχίες. Δεκάδες είναι τα θύματα από τις τακτικές ένοπλες δυνάμεις και τους μαχητές που ανήκουν στο Κουρδικό Εργατικό Κόμμα (ΡΚΚ) από την έξαρση των συγκρούσεων τις τελευταίες εβδομάδες. Αυτό το ξανάνιωμα της βίας είναι μια επίπτωση που οφείλεται κυρίως στη διαμορφούμενη αστάθεια στη Συρία. Η κυβέρνηση της Τουρκίας έχει επιλέξει την πολιτική ευθυγράμμιση της στο συριακό ζήτημα, με τις δυνάμεις των ΗΠΑ, της Βρετανίας, της Γαλλίας και της Γερμανίας, καθώς και των συμμάχων τους του Ισραήλ και των αραβικών μοναρχιών του Περσικού Κόλπου, στην προσπάθειά τους να ανατρέψουν τον καθεστωτικό Πρόεδρο Μπασάρ Αλ Άσαντ.
Οι παρεμβάσεις του Ερντογάν στη Συρία, παρά την κριτική που δέχεται από το εσωτερικό της χώρας του, κλιμακώνονται συνεχώς, είτε καταγγέλλοντας τον Assad ότι λειτουργεί ως τρομοκράτης, είτε με την υποστήριξη των αντιφρονούντων της Συρίας. Η Τουρκία του Ερντογάν έχει αναλάβει ηγετικό ρόλο στην υποστήριξη του σουνιτικού εξτρεμιστικού δικτύου και των ένοπλων ομάδων μισθοφόρων στη Συρία, παρέχοντας ευκολίες από τις δικές τις στρατιωτικές βάσεις που συνορεύουν με τη Συρία, διοικητική μέριμνα, όπλα και επιτελική καθοδήγηση από ανώτερους αξιωματικούς του τουρκικού στρατού .
Ο τρίτος παράγων ύφεσης, είναι η συνεχιζόμενη ανθρωπιστική κρίση στη Συρία, λόγω του εμφυλίου σπαραγμού, που έχει προκαλέσει ένα μαζικό ρεύμα φυγής προσφύγων προς την Τουρκία, επιδεινώνοντας τα οικονομικά προβλήματα της τελευταίας.
Ο τέταρτος παράγων βάθυνσης της ύφεσης οφείλεται στις συγκρουσιακές σχέσεις της Τουρκίας με το γειτονικό της Ιράκ που δημιουργήθηκαν πρόσφατα. Η ταύτιση των θέσεων του Ερντογάν με τους σουνίτες μονάρχες της Σαουδικής Αραβίας και του Κατάρ με σκοπό την την αλλαγή του καθεστώτος στη Συρία είναι η κινητήρια δύναμη διατάραξης των σχέσεων μεταξύ Άγκυρας και Βαγδάτης. Το Ιράκ έχει φιλικές σχέσεις με τη Συρία και το Ιράν και δεν είναι καθόλου ευχαριστημένο για τη δυτική επιθετικότητα στην περιοχή, η οποία αναζωπυρώνει τη θρησκευτική βία σε ολόκληρο το Ιράκ.
Επίσης η πρόσφατη κίνηση της Τουρκίας να μην παραδώσει τον πρώην αντιπρόεδρο του Ιράκ Ταρέκ Χασεμί , ο οποίος καταζητείται από τις ιρακινές αρχές για τρομοκρατία και έχει καταδικασθεί εις θάνατο, θεωρείται ως μια εμβάθυνση των πολιτικών διαφορών μεταξύ των δύο χωρών . Αυτό εκτιμάται ότι θα δημιουργήσει οπωσδήποτε εμπορικούς τριγμούς στις σχέσεις των δύο χωρών με απόρροια τις αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία της Τουρκίας αφού θα την αποξενώσει από το γειτονικό κράτος. Το Ιράκ είναι ένας σημαντικός εμπορικός εταίρος με την Τουρκία, κατατάσσεται δε στην πέμπτη θέση πίσω από τη Γερμανία, τη Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιταλία όσον αφορά τις εξαγωγές τις Τουρκίας προς αυτές τις χώρες.
Αλλά το γεωοικονομικό κόστος της Τουρκίας από την άφρονα εξωτερική πολιτική της είναι ακόμα μεγαλύτερο. Ενώ η Άγκυρα εξακολουθεί επίσημα να διατηρεί φιλικές σχέσεις με το Ιράν, υποστηρίζει παράλληλα τη γεωπολιτική ατζέντα των δυτικών δυνάμεων στην περιοχή. Αυτό δίνει αναπόφευκτα μεγαλύτερη ώθηση στην πολεμική της Τεχεράνης εναντίον των αμερικανικών και ευρωπαϊκών συμφερόντων. Αυτή η επιζήμια δυναμική της κυβέρνησης Ερντογάν εναντίον της Συρίας και του Ιράν τροφοδοτείται και από τις κυρώσεις που έχουν επιβληθεί στο Ιράν, πληρώνοντας το βαρύ τίμημα από την απαγόρευση διανομής του ιρανικού πετρελαίου. Ως αλυσιδωτή αντίδραση αυξάνονται οι τιμές του πετρελαίου, οι οποίες επιδρούν αρνητικά στην ευρωπαϊκή οικονομική ανάπτυξη. Η ΕΕ είναι ο κύριος μοχλός για τις τουρκικές εξαγωγές. Η οικονομική στασιμότητα της Ευρώπης, επομένως, σηματοδοτεί και οικονομική στασιμότητα της Τουρκίας.
Συμπερασματικά, η περιφερειακή βία και αστάθεια στη Μέση Ανατολή και τη Νοτιοανατολική Μεσόγειο, η εγχώρια ανησυχία των τούρκων καταναλωτών, η αποξένωση των βασικών περιφερειακών εμπορικών εταίρων, όπως το Ιράκ και το Ιράν, το βαρύ χτύπημα στην οικονομική ανάκαμψη της Ευρώπης από τις αυστηρές κυρώσεις που αφορούν το ιρανικό πετρέλαιο και η μάλλον απερίσκεπτη εξωτερική πολιτική του εμπνευστού του στρατηγικού βάθους, είναι όλοι αρνητικοί παράγοντες για την οικονομία της Τουρκίας.
Πηγή
Οι νέες διεθνείς αναλύσεις των οικονομικών μεγεθών δείχνουν ότι η πάλαι ποτέ ανατέλλουσα ημισέληνος ως μιας ισχυρής αναδυόμενης οικονομίας έχει λάβει πλέον τροχιά δύσεως. Αφού το δεύτερο τρίμηνο τα οικονομικά στοιχεία που παρουσιάζονται από έγκριτους οικονομικούς αναλυτές δείχνουν ότι οι αλκυονίδες ημέρες της αστρικής μεσουράνησης της οικονομίας της Τουρκίας, άνω του 8% κατά το 2010 και το 2011 καθιστώντας την, τρίτη ταχύτερα αναπτυσσόμενη οικονομία στον κόσμο πίσω από την Κίνα και την Αργεντινή, έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί, δίδοντας τη θέση τους στο παγερό λυκόφως στην οικονομική προοπτική της. Σηματοδοτείται πλέον μια αυστηρή προειδοποίηση, ότι η Τουρκία οδεύει προς μια επιβράδυνση, που εν μέρει καθοδηγείται από την ύφεση στις κύριες ευρωπαϊκές αγορές εξαγωγών της Τουρκίας .
Tα οικονομικά στοιχεία για την κυβέρνηση του Πρωθυπουργού Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θα ήταν πολύ χειρότερα, εάν δεν υπήρχε η πρόσφατη αύξηση των εξαγωγών προς το Ιράν που οφείλεται κυρίως στη ραγδαία αύξηση των πωλήσεων χρυσού. Η ζήτηση, όμως, κατά το τρέχον έτος, για χρυσό στο Ιράν οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις αυστηρές οικονομικές κυρώσεις που έχουν επιβληθεί από τη δύση στην Ισλαμική Δημοκρατία, και είναι αυτές οι οποίες οδηγούν τους Ιρανούς στην αναζήτηση της οικονομικής ασφάλειας με την αγορά δεδομένων αξιών, όπως είναι τα πολύτιμα μέταλλα, ειδικά τώρα που η τιμή του χρυσού έχει πάρει την άγουσα στη διεθνή χρηματιστηριακή αγορά.
Το ανησυχητικό για την Τουρκία στην όλη υπόθεση είναι ότι η αύξηση των εξαγωγών χρυσού προς το Ιράν δεν μπορεί να είναι συνεχής. Δεν είναι δυνατόν τα ιρανικά νοικοκυριά να προμηθεύονται απεριόριστες ποσότητες. Αυτή η συγκυριακή προμήθεια από το Ιράν, παρείχε μια περιορισμένης χρονικής διάρκειας σανίδα σωτηρίας για την Τουρκία να επιπλεύσει στην δύσκολη οικονομική θαλασσοταραχή που έχει βρεθεί.
Τα τελευταία χρόνια, η Τουρκία έχει θεωρηθεί κάτι σαν κράτος πρότυπο για την οικονομική της εκτίναξη, συγκεντρώνοντας διθυραμβικές κριτικές τόσο από οικονομικούς επιστήμονες στο εσωτερικό της, όσο και από τους διεθνείς οργανισμούς, καθώς και κρατικές οντότητες, για την ανάπτυξή της στους βασικούς κλάδους της γεωργίας, κλωστοϋφαντουργίας, κατασκευής αυτοκινήτων, καταναλωτικών συσκευών και της βαριάς ναυπηγικής βιομηχανίας. Είναι αξιοσημείωτο ότι η Τουρκία κατατάσσεται τέταρτη στον κόσμο στη ναυπήγηση πίσω από την Κίνα, τη Νότια Κορέα και την Ιαπωνία. Επίσης συμμετέχει στις ομάδες εργασίας των είκοσι πλουσιοτέρων κρατών του κόσμου (G-20). Μάλιστα πολύ την κατέτασσαν στις ανεπτυγμένες οικονομίες και όχι στις αναδυόμενες .
Ο πρώτος σημαντικός παράγοντας για την πρόσφατη οικονομική ύφεση της Τουρκίας είναι κατά τη γνώμη μου, η ατυχής επιθετική και παρεμβατική θα μπορούσα να πω, εξωτερική πολιτική της Άγκυρας εναντίον της Συρίας. Αυτή έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση των πωλήσεων λόγω της αβεβαιότητας που απορρέει από το πολιτικό ρίσκο μιας πιθανής σύγκρουσης με τη γειτονική Συρία. Ο κίνδυνος αυτός, έχει πολλαπλές αρνητικές αλυσιδωτές συνέπειες κυρίως στην εισροή ξένων επενδύσεων στην Τουρκία που συνεπάγεται την απώλεια μιας σημαντικής κινητήριας δύναμης στην οικονομία της χώρας καθώς και τη μείωση κατανάλωσης των πολιτών στο εσωτερικό της.
Ο δεύτερος παράγων αστάθειας και πολιτικού κινδύνου που υπονομεύει την εμπιστοσύνη στην τουρκική οικονομία είναι η επανάληψη, μετά από αρκετό καιρό, έκρηξης της βίας από Κούρδους αυτονομιστές στις νοτιοανατολικές επαρχίες. Δεκάδες είναι τα θύματα από τις τακτικές ένοπλες δυνάμεις και τους μαχητές που ανήκουν στο Κουρδικό Εργατικό Κόμμα (ΡΚΚ) από την έξαρση των συγκρούσεων τις τελευταίες εβδομάδες. Αυτό το ξανάνιωμα της βίας είναι μια επίπτωση που οφείλεται κυρίως στη διαμορφούμενη αστάθεια στη Συρία. Η κυβέρνηση της Τουρκίας έχει επιλέξει την πολιτική ευθυγράμμιση της στο συριακό ζήτημα, με τις δυνάμεις των ΗΠΑ, της Βρετανίας, της Γαλλίας και της Γερμανίας, καθώς και των συμμάχων τους του Ισραήλ και των αραβικών μοναρχιών του Περσικού Κόλπου, στην προσπάθειά τους να ανατρέψουν τον καθεστωτικό Πρόεδρο Μπασάρ Αλ Άσαντ.
Οι παρεμβάσεις του Ερντογάν στη Συρία, παρά την κριτική που δέχεται από το εσωτερικό της χώρας του, κλιμακώνονται συνεχώς, είτε καταγγέλλοντας τον Assad ότι λειτουργεί ως τρομοκράτης, είτε με την υποστήριξη των αντιφρονούντων της Συρίας. Η Τουρκία του Ερντογάν έχει αναλάβει ηγετικό ρόλο στην υποστήριξη του σουνιτικού εξτρεμιστικού δικτύου και των ένοπλων ομάδων μισθοφόρων στη Συρία, παρέχοντας ευκολίες από τις δικές τις στρατιωτικές βάσεις που συνορεύουν με τη Συρία, διοικητική μέριμνα, όπλα και επιτελική καθοδήγηση από ανώτερους αξιωματικούς του τουρκικού στρατού .
Ο τρίτος παράγων ύφεσης, είναι η συνεχιζόμενη ανθρωπιστική κρίση στη Συρία, λόγω του εμφυλίου σπαραγμού, που έχει προκαλέσει ένα μαζικό ρεύμα φυγής προσφύγων προς την Τουρκία, επιδεινώνοντας τα οικονομικά προβλήματα της τελευταίας.
Ο τέταρτος παράγων βάθυνσης της ύφεσης οφείλεται στις συγκρουσιακές σχέσεις της Τουρκίας με το γειτονικό της Ιράκ που δημιουργήθηκαν πρόσφατα. Η ταύτιση των θέσεων του Ερντογάν με τους σουνίτες μονάρχες της Σαουδικής Αραβίας και του Κατάρ με σκοπό την την αλλαγή του καθεστώτος στη Συρία είναι η κινητήρια δύναμη διατάραξης των σχέσεων μεταξύ Άγκυρας και Βαγδάτης. Το Ιράκ έχει φιλικές σχέσεις με τη Συρία και το Ιράν και δεν είναι καθόλου ευχαριστημένο για τη δυτική επιθετικότητα στην περιοχή, η οποία αναζωπυρώνει τη θρησκευτική βία σε ολόκληρο το Ιράκ.
Επίσης η πρόσφατη κίνηση της Τουρκίας να μην παραδώσει τον πρώην αντιπρόεδρο του Ιράκ Ταρέκ Χασεμί , ο οποίος καταζητείται από τις ιρακινές αρχές για τρομοκρατία και έχει καταδικασθεί εις θάνατο, θεωρείται ως μια εμβάθυνση των πολιτικών διαφορών μεταξύ των δύο χωρών . Αυτό εκτιμάται ότι θα δημιουργήσει οπωσδήποτε εμπορικούς τριγμούς στις σχέσεις των δύο χωρών με απόρροια τις αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία της Τουρκίας αφού θα την αποξενώσει από το γειτονικό κράτος. Το Ιράκ είναι ένας σημαντικός εμπορικός εταίρος με την Τουρκία, κατατάσσεται δε στην πέμπτη θέση πίσω από τη Γερμανία, τη Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιταλία όσον αφορά τις εξαγωγές τις Τουρκίας προς αυτές τις χώρες.
Αλλά το γεωοικονομικό κόστος της Τουρκίας από την άφρονα εξωτερική πολιτική της είναι ακόμα μεγαλύτερο. Ενώ η Άγκυρα εξακολουθεί επίσημα να διατηρεί φιλικές σχέσεις με το Ιράν, υποστηρίζει παράλληλα τη γεωπολιτική ατζέντα των δυτικών δυνάμεων στην περιοχή. Αυτό δίνει αναπόφευκτα μεγαλύτερη ώθηση στην πολεμική της Τεχεράνης εναντίον των αμερικανικών και ευρωπαϊκών συμφερόντων. Αυτή η επιζήμια δυναμική της κυβέρνησης Ερντογάν εναντίον της Συρίας και του Ιράν τροφοδοτείται και από τις κυρώσεις που έχουν επιβληθεί στο Ιράν, πληρώνοντας το βαρύ τίμημα από την απαγόρευση διανομής του ιρανικού πετρελαίου. Ως αλυσιδωτή αντίδραση αυξάνονται οι τιμές του πετρελαίου, οι οποίες επιδρούν αρνητικά στην ευρωπαϊκή οικονομική ανάπτυξη. Η ΕΕ είναι ο κύριος μοχλός για τις τουρκικές εξαγωγές. Η οικονομική στασιμότητα της Ευρώπης, επομένως, σηματοδοτεί και οικονομική στασιμότητα της Τουρκίας.
Συμπερασματικά, η περιφερειακή βία και αστάθεια στη Μέση Ανατολή και τη Νοτιοανατολική Μεσόγειο, η εγχώρια ανησυχία των τούρκων καταναλωτών, η αποξένωση των βασικών περιφερειακών εμπορικών εταίρων, όπως το Ιράκ και το Ιράν, το βαρύ χτύπημα στην οικονομική ανάκαμψη της Ευρώπης από τις αυστηρές κυρώσεις που αφορούν το ιρανικό πετρέλαιο και η μάλλον απερίσκεπτη εξωτερική πολιτική του εμπνευστού του στρατηγικού βάθους, είναι όλοι αρνητικοί παράγοντες για την οικονομία της Τουρκίας.
Πηγή
Γράψτε τα δικά σας σχόλια
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Θα σας παρακαλούσα να είστε κόσμιοι στους χαρακτηρισμούς σας, επειδή είναι δυνατόν επισκέπτες του ιστολογίου να είναι και ανήλικοι.
Τα σχόλια στα blogs υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
Τα σχόλια θα εγκρίνονται μόνο όταν είναι σχετικά με το θέμα, δεν αναφέρουν προσωπικούς, προσβλητικούς χαρακτηρισμούς, καθώς επίσης και τα σχόλια που δεν περιέχουν συνδέσμους.
Επίσης, όταν μας αποστέλλονται κείμενα (μέσω σχολίων ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου), παρακαλείσθε να αναγράφετε τυχούσα πηγή τους σε περίπτωση που δεν είναι δικά σας. Ευχαριστούμε για την κατανόησή σας...