Προσπαθώντας να εκδημοκρατίσει και να δυτικοποιήσει την Τουρκία
Το θάρρος του Ερντογάν
Εξέπληξε πολλούς, για μια ακόμη φορά, ο Τούρκος πρωθυπουργός Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, όταν δήλωσε ότι εκδιώχθηκαν οι μειονότητες στην Τουρκία και ότι αυτή η πολιτική ήταν αποτέλεσμα φασιστοειδούς αντίληψης.
Είναι αλήθεια ότι στη σύγχρονη Ιστορία της Τουρκίας, ο μοναδικός πρωθυπουργός ο οποίος εναντιώθηκε στο στρατοκρατικό καθεστώς και στο βαθύ κράτος, είναι ο σημερινός πρωθυπουργός. Είναι αυτός που έκανε ανοίγματα προς τη Δύση, κατηγορήθηκε ως φιλοϊσλαμιστής και αντικεμαλιστής και προσπάθησε να επιστρέψει τα δικαιώματα των μειονοτήτων, τα οποία είχαν καταπατηθεί κατά κόρον από τις «προοδευτικές» κυβερνήσεις.
Προσπάθησε να ψηφίσει νόμο για τα κατηλειμμένα ακίνητα των μειονοτήτων, τον οποίο επέστρεψε ως «αντεθνικό» ο πρώην πρόεδρος της Δημοκρατίας, επέτρεψε στις μειονότητες να εκλέγουν εκπροσώπους στις κοινότητές τους, δημιούργησε το Βακουφικό Συμβούλιο, με τη συμμετοχή εκπροσώπων των μειονοτήτων, κ.λπ.
Και είχε το θάρρος να ασκήσει αρνητική κριτική στις παρελθούσες κυβερνήσεις για τα δεινά που επέφεραν στις μειονότητες, τις οποίες έδιωξαν και ανάγκασαν σε φυγή με τα μέτρα τα οποία ελάμβαναν, τα οποία χαρακτηρίστηκαν ως αντιδημοκρατικά και υλοποιήθηκαν κατά παράβαση της συνθήκης της Λωζάννης, καταπατώντας κάθε έννοια δικαίου και ατομικών δικαιωμάτων.
Τελικά αποδεικνύεται ότι ο κ. Ερντογάν σκέπτεται περισσότερο από κάθε άλλο Τούρκο πολιτικό την πατρίδα του, στην οποία θέλει να φέρει τη Δημοκρατία, σε αντίθεση με σύσσωμη την αντιπολίτευση, πρωτοστατούσης της αξιωματικής τού κ. Μπαϊκάλ, η οποία «ως θρηνωδούσα κόρη διαρρηγνύει τα ιμάτιά της», κατηγορώντας τον Τούρκο πρωθυπουργό.
Διερωτώνται ορισμένοι βουλευτές «πότε και πώς έγιναν οι διώξεις», «πόσοι εκδιώχθηκαν», «ποιος έδιωξε ποιον», κ.λπ.
Εάν έχουν μειωμένη μνήμη, ίσως τους βοηθήσει το ιστορικό αρχείο των κομμάτων τους ή και το ιστορικό αρχείο του τουρκικού ΥΠΕΞ και διαβάσουν ότι, αυτοί που σήμερα διερωτώνται, έπραξαν σε βάρος των μειονοτήτων και ακολούθησαν την πολιτική της «τουρκοποίησης της Τουρκίας». Είναι αυτά τα κόμματα της σημερινής αντιπολίτευσης που εκδίωξαν τις μειονότητες, δεν τους αναγνώρισαν πολιτικά, ατομικά και μειονοτικά δικαιώματα, κατέλαβαν την ακίνητη περιουσία τους, δεν αναγνωρίζουν το νομικό καθεστώς και την Οικουμενικότητα του Οικουμενικού Πατριαρχείου και απαγόρευσαν τη λειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης.
Για να θυμηθούνε δε καλύτερα και να μην ταλαιπωρούν τη μνήμη τους, ας παραθέσουμε έναν μικρό κατάλογο και ας αναζητήσουν τις περιόδους που διακυβέρνησαν τη γειτονική χώρα. Ας μην προσπαθούν, λοιπόν, να ασκήσουν αντιπολίτευση «διά την αντιπολίτευση» και ας ζητήσουν μια ειλικρινή συγγνώμη για όλα αυτά τα οποία έκαναν κατά του τουρκικού λαού, στον οποίο συμπεριλαμβάνονται και οι μειονότητες:
1932: Μονομερής καταπάτηση της Συμφωνίας της Αγκυρας. 1935: Εναρξη κατάληψης κάθε ακίνητης περιουσίας. 1941: Τάγματα Εργασίας στην Ανατολή. 1942: Φόρος Περιουσίας. 1955: Σεπτεμβριανά γεγονότα. 1963: Πολιτική διάλυσης των νησιών Ιμβρου και Τενέδου. 1964: Απελάσεις 12.000 Ελλήνων υπηκόων που παρέμεναν στην Πόλη με τη Συμφωνία της Αγκυρας. Δέσμευση όλων των περιουσιακών τους στοιχείων. 1965-1970: Πολιτικές εφαρμογές που άπτονται της καταπάτησης των πολιτικών και θρησκευτικών ελευθεριών των μειονοτήτων. 1971: Απαγόρευση λειτουργίας της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης. 1975-1985: Πολιτικές εφαρμογές που απαγόρευαν την ελληνική γλώσσα και προβλήματα που δημιουργούνταν στις εγγραφές των μαθητών στα σχολεία. 1985-2000: Πολιτικές εφαρμογές που στόχευαν στην οικονομική αφαίμαξη των μειονοτήτων. 2000-: Πολιτικές που άρχισαν να οξυγονώνουν τις μειονότητες και βρίσκουν εμπόδιο σύσσωμη την αντιπολίτευση, η οποία κατηγορεί τη σημερινή κυβέρνηση, σημειώνοντας ότι «με την πολιτική που ακολουθεί, θα διαλύσει την Τουρκία».
Εχοντας, λοιπόν, κατά νου όλα αυτά, ας δούμε την πραγματικότητα και ας στηρίξουμε κάθε εκσυγχρονιστική ενέργεια που γίνεται στην Τουρκία, βοηθώντας τον τουρκικό λαό να εκριζώσει το βαθύ κράτος που τόσο ταλαιπώρησε και ταλαιπωρεί τη γειτονική χώρα.
Στήριξη από τα ΜΜΕ
Η πλειονότητα των Τούρκων σχολιαστών πάντως εξακολουθεί να επικροτεί τις δηλώσεις Ερντογάν και να θέτει θέμα επίλυσης των μειονοτικών προβλημάτων. Ο αρθρογράφος της «Μιλιέτ» Τζαν Ντουντάρ αναφέρθηκε χθες στα προβλήματα αυτά, λέγοντας ότι «όλα εξαρτώνται από αποφάσεις της κυβέρνησης. Τι πρέπει να περιμένει κανείς από έναν πρωθυπουργό που χαρακτηρίζει τις μεθοδεύσεις του παρελθόντος αποτέλεσμα φασιστοειδούς αντίληψης; Να αλλάξει την αντίληψη αυτή και να λύσει τα προβλήματα. Δυστυχώς όμως. Κάνει αυτοκριτική, αλλά δεν συνεχίζει».
Ο Ιχσάν Νταγί, αρθρογράφος της φιλοκυβερνητικής «Ζαμάν», σημείωσε ότι «το 1914 ο πληθυσμός των Ελλήνων στην Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν 1,8 εκατομμύρια. Οι Αρμένιοι ήταν 1,2 εκατομμύρια. Στα σημερινά μας εδάφη, ο αριθμός τους δεν ξεπερνά τις 50 χιλιάδες. Σε καμία περίοδο της Ιστορίας τα εδάφη αυτά δεν ήταν σε τέτοιο βαθμό πατρίδα μιας ομοιογενούς κοινωνίας που απαρτίζεται από ανθρώπους τόσο ίδιους από εθνοτική και θρησκευτική άποψη. Σήμερα πλέον έχουμε ξεχάσει να συμβιώνουμε με ξένους. Και για τον λόγο αυτό δεν μπορούμε να υποφέρουμε ούτε τις δικές μας διαφορετικότητες».
Ο Γιαγμούρ Ατσίς της φιλοκυβερνητικής «Σταρ» θέτει θέμα αποκατάστασης των περιουσιών των μειονοτικών ιδρυμάτων, επαναλειτουργίας της Θεολογικής Σχολής, ενώ υπογραμμίζει την οικουμενικότητα του Πατριαρχείου και λέει ότι ο Πατριάρχης «πρέπει να ταξιδεύει στο εξωτερικό με ένα αεροσκάφος των τουρκικών αερογραμμών που θα φέρει το βυζαντινό έμβλημα με τον δικέφαλο αετό. Ο κληρονόμος του Βυζαντίου ήταν η Οθωμανική Αυτοκρατορία και η κληρονόμος αυτής είναι η Τουρκία».
Εξέπληξε πολλούς, για μια ακόμη φορά, ο Τούρκος πρωθυπουργός Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, όταν δήλωσε ότι εκδιώχθηκαν οι μειονότητες στην Τουρκία και ότι αυτή η πολιτική ήταν αποτέλεσμα φασιστοειδούς αντίληψης.
Είναι αλήθεια ότι στη σύγχρονη Ιστορία της Τουρκίας, ο μοναδικός πρωθυπουργός ο οποίος εναντιώθηκε στο στρατοκρατικό καθεστώς και στο βαθύ κράτος, είναι ο σημερινός πρωθυπουργός. Είναι αυτός που έκανε ανοίγματα προς τη Δύση, κατηγορήθηκε ως φιλοϊσλαμιστής και αντικεμαλιστής και προσπάθησε να επιστρέψει τα δικαιώματα των μειονοτήτων, τα οποία είχαν καταπατηθεί κατά κόρον από τις «προοδευτικές» κυβερνήσεις.
Προσπάθησε να ψηφίσει νόμο για τα κατηλειμμένα ακίνητα των μειονοτήτων, τον οποίο επέστρεψε ως «αντεθνικό» ο πρώην πρόεδρος της Δημοκρατίας, επέτρεψε στις μειονότητες να εκλέγουν εκπροσώπους στις κοινότητές τους, δημιούργησε το Βακουφικό Συμβούλιο, με τη συμμετοχή εκπροσώπων των μειονοτήτων, κ.λπ.
Και είχε το θάρρος να ασκήσει αρνητική κριτική στις παρελθούσες κυβερνήσεις για τα δεινά που επέφεραν στις μειονότητες, τις οποίες έδιωξαν και ανάγκασαν σε φυγή με τα μέτρα τα οποία ελάμβαναν, τα οποία χαρακτηρίστηκαν ως αντιδημοκρατικά και υλοποιήθηκαν κατά παράβαση της συνθήκης της Λωζάννης, καταπατώντας κάθε έννοια δικαίου και ατομικών δικαιωμάτων.
Τελικά αποδεικνύεται ότι ο κ. Ερντογάν σκέπτεται περισσότερο από κάθε άλλο Τούρκο πολιτικό την πατρίδα του, στην οποία θέλει να φέρει τη Δημοκρατία, σε αντίθεση με σύσσωμη την αντιπολίτευση, πρωτοστατούσης της αξιωματικής τού κ. Μπαϊκάλ, η οποία «ως θρηνωδούσα κόρη διαρρηγνύει τα ιμάτιά της», κατηγορώντας τον Τούρκο πρωθυπουργό.
Διερωτώνται ορισμένοι βουλευτές «πότε και πώς έγιναν οι διώξεις», «πόσοι εκδιώχθηκαν», «ποιος έδιωξε ποιον», κ.λπ.
Εάν έχουν μειωμένη μνήμη, ίσως τους βοηθήσει το ιστορικό αρχείο των κομμάτων τους ή και το ιστορικό αρχείο του τουρκικού ΥΠΕΞ και διαβάσουν ότι, αυτοί που σήμερα διερωτώνται, έπραξαν σε βάρος των μειονοτήτων και ακολούθησαν την πολιτική της «τουρκοποίησης της Τουρκίας». Είναι αυτά τα κόμματα της σημερινής αντιπολίτευσης που εκδίωξαν τις μειονότητες, δεν τους αναγνώρισαν πολιτικά, ατομικά και μειονοτικά δικαιώματα, κατέλαβαν την ακίνητη περιουσία τους, δεν αναγνωρίζουν το νομικό καθεστώς και την Οικουμενικότητα του Οικουμενικού Πατριαρχείου και απαγόρευσαν τη λειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης.
Για να θυμηθούνε δε καλύτερα και να μην ταλαιπωρούν τη μνήμη τους, ας παραθέσουμε έναν μικρό κατάλογο και ας αναζητήσουν τις περιόδους που διακυβέρνησαν τη γειτονική χώρα. Ας μην προσπαθούν, λοιπόν, να ασκήσουν αντιπολίτευση «διά την αντιπολίτευση» και ας ζητήσουν μια ειλικρινή συγγνώμη για όλα αυτά τα οποία έκαναν κατά του τουρκικού λαού, στον οποίο συμπεριλαμβάνονται και οι μειονότητες:
1932: Μονομερής καταπάτηση της Συμφωνίας της Αγκυρας. 1935: Εναρξη κατάληψης κάθε ακίνητης περιουσίας. 1941: Τάγματα Εργασίας στην Ανατολή. 1942: Φόρος Περιουσίας. 1955: Σεπτεμβριανά γεγονότα. 1963: Πολιτική διάλυσης των νησιών Ιμβρου και Τενέδου. 1964: Απελάσεις 12.000 Ελλήνων υπηκόων που παρέμεναν στην Πόλη με τη Συμφωνία της Αγκυρας. Δέσμευση όλων των περιουσιακών τους στοιχείων. 1965-1970: Πολιτικές εφαρμογές που άπτονται της καταπάτησης των πολιτικών και θρησκευτικών ελευθεριών των μειονοτήτων. 1971: Απαγόρευση λειτουργίας της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης. 1975-1985: Πολιτικές εφαρμογές που απαγόρευαν την ελληνική γλώσσα και προβλήματα που δημιουργούνταν στις εγγραφές των μαθητών στα σχολεία. 1985-2000: Πολιτικές εφαρμογές που στόχευαν στην οικονομική αφαίμαξη των μειονοτήτων. 2000-: Πολιτικές που άρχισαν να οξυγονώνουν τις μειονότητες και βρίσκουν εμπόδιο σύσσωμη την αντιπολίτευση, η οποία κατηγορεί τη σημερινή κυβέρνηση, σημειώνοντας ότι «με την πολιτική που ακολουθεί, θα διαλύσει την Τουρκία».
Εχοντας, λοιπόν, κατά νου όλα αυτά, ας δούμε την πραγματικότητα και ας στηρίξουμε κάθε εκσυγχρονιστική ενέργεια που γίνεται στην Τουρκία, βοηθώντας τον τουρκικό λαό να εκριζώσει το βαθύ κράτος που τόσο ταλαιπώρησε και ταλαιπωρεί τη γειτονική χώρα.
Στήριξη από τα ΜΜΕ
Η πλειονότητα των Τούρκων σχολιαστών πάντως εξακολουθεί να επικροτεί τις δηλώσεις Ερντογάν και να θέτει θέμα επίλυσης των μειονοτικών προβλημάτων. Ο αρθρογράφος της «Μιλιέτ» Τζαν Ντουντάρ αναφέρθηκε χθες στα προβλήματα αυτά, λέγοντας ότι «όλα εξαρτώνται από αποφάσεις της κυβέρνησης. Τι πρέπει να περιμένει κανείς από έναν πρωθυπουργό που χαρακτηρίζει τις μεθοδεύσεις του παρελθόντος αποτέλεσμα φασιστοειδούς αντίληψης; Να αλλάξει την αντίληψη αυτή και να λύσει τα προβλήματα. Δυστυχώς όμως. Κάνει αυτοκριτική, αλλά δεν συνεχίζει».
Ο Ιχσάν Νταγί, αρθρογράφος της φιλοκυβερνητικής «Ζαμάν», σημείωσε ότι «το 1914 ο πληθυσμός των Ελλήνων στην Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν 1,8 εκατομμύρια. Οι Αρμένιοι ήταν 1,2 εκατομμύρια. Στα σημερινά μας εδάφη, ο αριθμός τους δεν ξεπερνά τις 50 χιλιάδες. Σε καμία περίοδο της Ιστορίας τα εδάφη αυτά δεν ήταν σε τέτοιο βαθμό πατρίδα μιας ομοιογενούς κοινωνίας που απαρτίζεται από ανθρώπους τόσο ίδιους από εθνοτική και θρησκευτική άποψη. Σήμερα πλέον έχουμε ξεχάσει να συμβιώνουμε με ξένους. Και για τον λόγο αυτό δεν μπορούμε να υποφέρουμε ούτε τις δικές μας διαφορετικότητες».
Ο Γιαγμούρ Ατσίς της φιλοκυβερνητικής «Σταρ» θέτει θέμα αποκατάστασης των περιουσιών των μειονοτικών ιδρυμάτων, επαναλειτουργίας της Θεολογικής Σχολής, ενώ υπογραμμίζει την οικουμενικότητα του Πατριαρχείου και λέει ότι ο Πατριάρχης «πρέπει να ταξιδεύει στο εξωτερικό με ένα αεροσκάφος των τουρκικών αερογραμμών που θα φέρει το βυζαντινό έμβλημα με τον δικέφαλο αετό. Ο κληρονόμος του Βυζαντίου ήταν η Οθωμανική Αυτοκρατορία και η κληρονόμος αυτής είναι η Τουρκία».
Γράψτε τα δικά σας σχόλια
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Θα σας παρακαλούσα να είστε κόσμιοι στους χαρακτηρισμούς σας, επειδή είναι δυνατόν επισκέπτες του ιστολογίου να είναι και ανήλικοι.
Τα σχόλια στα blogs υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
Τα σχόλια θα εγκρίνονται μόνο όταν είναι σχετικά με το θέμα, δεν αναφέρουν προσωπικούς, προσβλητικούς χαρακτηρισμούς, καθώς επίσης και τα σχόλια που δεν περιέχουν συνδέσμους.
Επίσης, όταν μας αποστέλλονται κείμενα (μέσω σχολίων ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου), παρακαλείσθε να αναγράφετε τυχούσα πηγή τους σε περίπτωση που δεν είναι δικά σας. Ευχαριστούμε για την κατανόησή σας...