Η ιστορία άλλοτε γεννάει και άλλοτε... αποβάλλει και ξεχνάει
- Του Σταύρου Χριστακόπουλου
Στην τριακοστή έκτη επέτειο από τη «Διακήρυξη της 3ης του Σεπτέμβρη», έναν χρόνο (παρά κάτι) από μια συντριπτική εκλογική νίκη, παραμονές μιας εκλογικής αναμέτρησης για την Αυτοδιοίκηση, με σημαία μάλιστα μια πολυδιαφημισμένη μεταρρύθμιση όπως ο «Καλλικράτης», παραμονές ενός... πολυαναμενόμενου ανασχηματισμού, η έναρξη των εργασιών του Εθνικού Συμβουλίου του ΠΑΣΟΚ θα μπορούσε να είναι πανηγυρική. Θα μπορούσε, αλλά δεν είναι.
Το κοινωνικό κλίμα όλοι το γνωρίζουμε. Δεν θα είχε νόημα να επαναλάβουμε όλα όσα ήδη έχουμε πολλές φορές αναφέρει και αξιολογήσει για την κατάσταση της χώρας και της οικονομίας, αλλά και για τη ζοφερή προοπτική. Σήμερα ας μιλήσουμε μόνο για το ίδιο το ΠΑΣΟΚ:
● Αυτό που ξεκίνησε τη μεγάλη πορεία του φέροντας στο όνομά του τον βαρύ όρο «Κίνημα», αλλά λειτούργησε ως κόμμα και εξελίχθηκε σε νομέα εξουσίας – πάση δυνάμει, πάση θυσία και με κάθε κόστος.
● Αυτό που αφιέρωνε τις πρώτες λέξεις της «Διακήρυξης της 3ης Σεπτέμβρη» στην τραγωδία της Κύπρου, για να ταυτιστεί εσχάτως με το «Ναι» στο επαίσχυντο Σχέδιο Ανάν.
● Αυτό που έκανε μυριόστομο σύνθημα τη «Λαϊκή κυριαρχία» και την «Εθνική ανεξαρτησία», για να μιλάει σήμερα για υποχρεωτικά «μειωμένη εθνική κυριαρχία».
Τι έγινε όλα αυτά τα χρόνια; Τι συνέβη σε αυτό το κόμμα, το οποίο αποτέλεσε το κέντρο του πολιτικού συστήματος και το επίκεντρο όλων των αλλαγών που επισυνέβησαν στην ελληνική κοινωνία από τη Μεταπολίτευση και ύστερα;
Η πλήρης κυριαρχία
Είναι δύσκολο να υποτιμήσει κάποιος το ότι τόσο οι ορκισμένοι εχθροί όσο και οι παθιασμένοι φίλοι του πάντα συμφωνούσαν: «Η κοινωνία είναι ΠΑΣΟΚ».
Το ΠΑΣΟΚ νικούσε και το ΠΑΣΟΚ έχανε στις εκλογές. Το ΠΑΣΟΚ θριάμβευε, κατέρρεε, τιμωρούνταν, επανέκαμπτε, κυριαρχούσε, ξαναπερνούσε στο Καθαρτήριο και, αντί για την Κόλαση, ξαναβρισκόταν στον Παράδεισο. Σαν όλοι οι υπόλοιποι, παρά τις δραματικές μεταβολές στο πολιτικό σύστημα και την κοινωνία, να συμμετείχαν μόνο ως κομπάρσοι και συμπλήρωμά του.
Όλη η αντιφατικότητα της ελληνικής κοινωνίας αντικατοπτριζόταν πάνω του: οι πιο βαριές ιδεολογικές κορώνες και οι μεγαλύτερες «κωλοτούμπες», οι σημαντικότερες θεσμικές αλλαγές και τα πιο ηχηρά σκάνδαλα, η λαϊκή λατρεία και η οργή, η σαρωτική αποδοχή και η πλήρης απόρριψη να εναλλάσσονται συνεχώς. Με τρόπο που να νομίζει κανείς ότι η κοινωνία θα παραμείνει αιωνίως... ΠΑΣΟΚ.
1. Ο Αντρέας Παπανδρέου τη δεκαετία του 1980 ανήλθε θριαμβευτικά σαρώνοντας την πολιτικά, ιδεολογικά και κοινωνικά εξαντλημένη Δεξιά. Την παράταξη που, ως νικήτρια του εμφυλίου, καθόρισε την πορεία της χώρας προς την πλήρη εξάρτηση και τη χούντα.
Ύστερα από μια θυελλώδη διπλή κυβερνητική θητεία, ο ιδρυτής του ΠΑΣΟΚ κατέρρευσε υπό το βάρος του κολοσσιαίας πολιτικής σημασίας Σκανδάλου Κοσκωτά, λοιδορούμενος για τις προσωπικές επιλογές του, συρόμενος στο Ειδικό Δικαστήριο, χλευαζόμενος από τους μέχρι τότε φίλους ή και υποτελείς του. Είδε ακόμη και τον πιο μισητό πολιτικό του αντίπαλο, τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, να θριαμβεύει εις βάρος του.
Κι όμως, παρά την ετοιμόρροπη υγεία του, παρ’ ότι είχε υπάρξει κατηγορούμενος, παρ’ όσα φοβερά είχαν συμβεί εκείνη την απίστευτη περίοδο, σε μια τετραετία επανήλθε θριαμβευτής και μόνον ο θάνατος τον χώρισε από τον μεγάλο του έρωτα: την εξουσία!
2. Ο... αιώνιος αντίπαλός του, ο Μητσοτάκης, ύστερα από την πιο αμφιλεγόμενη κυβερνητική θητεία της Μεταπολίτευσης, εγκατέλειψε τη διακυβέρνηση της χώρας κακήν κακώς και μαζί κάθε πιθανότητα να την ξαναδεί.
Κι όχι μόνο αυτό: Ενώ ο γιος του «μισητού» Αντρέα αναρριχήθηκε κι αυτός στην πρωθυπουργία, το Μητσοτακαίικο γνωρίζει τη μια ήττα μετά την άλλη – ακόμη και από τον «προδότη» της κυβέρνησής του, τον Σαμαρά, που από το πουθενά επέστρεψε για να πάρει το κόμμα από τη «σίγουρη» θριαμβεύτρια Ντόρα! – και είναι αμφίβολο αν η συγκεκριμένη πολιτική Οικογένεια, σε ορατό χρονικό ορίζοντα, θα ξαναγευθεί το νέκταρ της νίκης.
3. Ο... δεδηλωμένος θαυμαστής του Αντρέα, ο ανιψιός του άλλου μεγάλου αντιπάλου του, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ο Δεύτερος, κατέρρευσε... μόνος του – με το ΠΑΣΟΚ απέναντί του μισοδιαλυμένο! – υπό το βάρος ενός γελοιωδέστατου σκανδάλου, όπως αυτό του Βατοπεδίου. Παρ’ όλα αυτά, είναι μάλλον απίθανο να τον ξαναδούμε να ορθοποδεί – πόσο μάλλον να επιστρέφει.
4. Το ίδιο ισχύει, όπως φαίνεται, και για τον μακροβιότερο πρωθυπουργό της μεταπολίτευσης, τον επί χρόνια «καταλληλότερο», τον μόνο άνθρωπο που εισέπραξε, σε προσωπικό επίπεδο, τη σχεδόν απόλυτη μιντιακή αποδοχή. Τον Κωνσταντίνο Σημίτη. Όλα έχουν τελειώσει και γι’ αυτόν...
Η σύγχυση και η αβεβαιότητα
Τα συγγενή χαρακτηριστικά των επιγόνων του Αντρέα Παπανδρέου, για να τα συνοψίσουμε, ήταν όλα κι όλα μόλις δύο: Όλοι, είτε κομματικοί είτε αντίπαλοι, απλώς προσεταιρίστηκαν και προσέλκυσαν – χωρίς ποτέ να σαγηνεύσουν – το «κοινό του». Όλοι αναδείχθηκαν όχι ως αυτόφωτοι θριαμβευτές, αλλά ως διάδοχοι, εκμεταλλευόμενοι την κατάρρευση των προηγούμενων.
Κι όμως, το κόμμα που καθόρισε, χαρακτήρισε και σφράγισε ανεξίτηλα τη Μεταπολίτευση, με όλα τα θετικά και αρνητικά του (τα οποία δεν είναι το αντικείμενο αυτού του σημειώματος), σήμερα, υπό το βάρος της επαχθούς επιτήρησης, του «ξορκισμένου» κάποτε – διά χειλέων Αντρέα – ΔΝΤ, της οικονομικής κατάρρευσης, της απειλής για πτώχευση, την οποία ο ίδιος ο Γιώργος Παπανδρέου επισείει σε κάθε του βήμα, βιώνει μια εντελώς νέα εποχή. Πλήρη αβεβαιότητας και σύγχυσης.
Το ΠΑΣΟΚ των κάποτε πανίσχυρων κομματικών οργανώσεων και συνδικάτων βλέπει τον κόσμο – που κάποτε αποτελούσε το οξυγόνο του – να έχει πάει ήδη σπίτι του.
Πριν από δυόμισι μόλις χρόνια, είδε μεγάλο μέρος του κόσμου του να φεύγει μαζικά για το «δίπλα μαγαζί», τον ΣΥΡΙΖΑ του Τσίπρα και του Αλαβάνου. Όμως όσοι είχαν τη στοιχειώδη προνοητικότητα έβλεπαν ότι ο επαναπατρισμός δεν θα αργούσε – όπως κι έγινε.
Τώρα οι δημοσκοπήσεις δείχνουν μεγάλο μέρος του κόσμου του ΠΑΣΟΚ να αναχωρεί και πάλι, αλλά χωρίς ορατή κατεύθυνση. Τώρα, χωρίς κάποιον σαφή προορισμό, ελλείψει στιβαρής, αξιόπιστης και με σαφή προοπτική αντιπολίτευσης, βγαίνει στο ξέφωτο και περιμένει. Άγνωστη και δυσερμήνευτη η προσδοκία του. Άλλωστε φαίνεται πως δεν έχει από πού να κρατηθεί:
1. Ο συνδικαλιστικός κορμός δείχνει να έχει αποσαθρωθεί. Στο νομοσχέδιο Γιαννίτση βγήκε μπροστά και το ανέτρεψε. Τώρα κλαψουρίζει ότι:
● «Η πτώχευση των δημοσίων οικονομικών δεν μπορεί να συμπαρασύρει την πραγματική οικονομία και τους ανθρώπους του μόχθου». (Απίστευτη δήλωση, κι όμως αληθινή!)
● «Δεν έχει νόημα, νομίζω, η παρουσία μας στα εγκαίνια της ΔΕΘ, αλλά η συμμετοχή μας στο συλλαλητήριο των συνδικάτων»! (Δικαιολογημένη η απογοήτευση του εργατοπατέρα: Τόσα χρόνια το σινάφι του είχε μάθει να πηγαίνει στις δεξιώσεις, τις ΜΚΟ και να εισπράττει άκοπα πολιτική υπεραξία, χωρίς το βαρύ χρέος να τα βάζει με κακές... τρόικες).
Η κινητήριος δύναμη του ΠΑΣΟΚ, αυτή που στο τέλος κατάφερνε να ενσωματώνει, να απορροφά και να μετασχηματίζει τη λαϊκή δυσφορία στα δύσκολα, δείχνει εξαντλημένη, βυθισμένη στην απαξίωση.
2. Στο κυβερνητικό επίπεδο οι υπουργοί τρέχουν να κρυφτούν φοβούμενοι να εκτεθούν στη λαϊκή ψήφο των αυτοδιοικητικών εκλογών. Ο Γ. Παπανδρέου τους υπόσχεται ότι οι περιφερειάρχες θα είναι «ισότιμοι, αν όχι και πιο ουσιαστικοί από τους υπουργούς», αλλά σχεδόν κανείς δεν πείθεται – ούτε καν αυτοί που είναι απλώς... πρώην και τίποτε δεν τους εξασφαλίζει ότι θα έχουν κι άλλη ευκαιρία. Κι ας απειλεί ο πρωθυπουργός ότι αυτός θα ορίσει από ποια θέση ο καθένας θα υπηρετήσει το κόμμα και την κυβέρνηση.
3. Στο κοινοβουλευτικό, όπου τα κοινωνικά μηνύματα έρχονται αδιαμεσολάβητα, ήδη τρεις βουλευτές είναι απόντες, αλλά χωρίς σαφή προορισμό. Άλλοι ανησυχούν, παρ’ ότι έχουν την έξωθεν καλή μαρτυρία, ότι τους περιμένουν άσχημες μέρες.
4. Στο κομματικό φαίνεται – ύστερα από πολλά χρόνια αδυνατίσματος όλων των κομματικών μηχανισμών είναι η αλήθεια – ότι τίποτε δεν λειτουργεί σωστά. Η συνεχής αιμοδότηση με νέα στελέχη φαίνεται να έχει στερέψει και η διαχείριση του υπάρχοντος δυναμικού είναι απλώς... ανύπαρκτη.
Ακόμη και οι προσωπικές φιλοδοξίες, ισχυρότατος μοχλός κοινωνικής και πολιτικής ανάδειξης, σαν να μην αποτελούν πια ισχυρό κίνητρο. Η παραίτηση, η ιδιώτευση και η αποφυγή ανάληψης πολιτικού ρίσκου κυριαρχούν. Οι μόνοι που προκαλούν θόρυβο γύρω από το όνομά τους προσδοκώντας αναβαθμισμένα οφίτσια είναι κάποιοι... Ιζνογκούντ. Άνευ λοιπών προσόντων.
Ένα απροσδιόριστο «μετά»
Σ’ αυτό το κλίμα, μάλλον έως την Κυριακή το βράδυ, θα ανακοινωθούν οι «βαριές» υποψηφιότητες για τις αυτοδιοικητικές εκλογές. Επίσης τα ονόματα τού – όποιας έκτασης – ανασχηματισμού. Ίσως ακουστούν οι φωνές της υφέρπουσας κριτικής. Ίσως υπάρξουν και αποχωρήσεις στελεχών. Και ύστερα θα έλθει η ΔΕΘ, όπου θα «κλειδώσει» η φτώχεια για πολλούς ακόμη απ’ αυτούς που κάποτε αποτελούσαν τον πανίσχυρο κομματικό κορμό.
Τίποτε όμως δεν θα τελειώσει την Κυριακή το βράδυ. Κανενός είδους «λύση» του εσωκομματικού δράματος δεν θα επέλθει. Σαν όλοι, από την κορυφή μέχρι τη βάση, να έχουν αφήσει το τελικό ξεκαθάρισμα του τοπίου για «μετά». Για ένα ασαφές (και ως εκ τούτου σκοτεινό και απροσδιόριστο) «μετά»...
Θα σας διηγηθώ μια σύντομη πραγματική ιστορία σχετική με το "Κίνημα". Έχω ένα θείο, που έμενε δίπλα στο πατρικό του πατέρα μου, όπου μεγάλωσα. Την άνοιξη του 1967, φιλοξένησε στο σπίτι του το βράδυ κάποιους στρατιωτικούς, που έρχονταν από τον Έβρο και κατέβαιναν στην Αθήνα. Ο πατέρας μου (ήταν στους Λαμπράκηδες πιο νέος) όλη νύχτα έβριζε. Μετά από λίγες μέρες, εγένετο η Εθνοσωτήριος Επανάστασις. Τον πατέρα μου τον καλούσαν στην ασφάλεια κάθε βδομάδα να τον κεράσουν καφέ. Εγώ κατηγορούσα την ξαδέλφη μου που είχε στη βιβλιοθήκη της "Το Πιστεύω" του Παπαδόπουλου, κι εκείνη με κοιτούσε με μάτια γεμάτα απορία.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο 1974, μια νέα συγγενής προέκυψε, που δεν την είχαν ξαναναφέρει ποτέ. Η "θεία" Ροζαλία, που ερχόταν από την Κύπρο και ήταν στρατιωτικός. Πρώτη φορά άκουγα ότι στην Κύπρο και οι γυναίκες πήγαιναν φαντάροι. Ο πατέρας μου έκοψε την "Καλημέρα" στο θείο μου, όμως πάλι τον καλούσαν στην ασφάλεια για καφέ. Για κανένα μήνα έμεινε η "θεία" Ροζαλία και μετά εξαφανίστηκε δια παντός.
Τραβήξαμε μεγάλη στεναχώρια για την εισβολή στην Κύπρο και μεγάλη λαχτάρα, αλλά επιτέλους "έπεσε η χούντα" και πιό πολύ από όλους χάρηκε ο θείος μου ο Μίμης! Έκανε μάλιστα και δεξίωση στο σπίτι του και κάλεσε βουλευτές του Σωτήρα εθνάρχη. Ο πατέρας μου πάλι έβριζε, αλλά τώρα δεν τον καλούσαν πια για καφέ.
Πέρασαν χρόνια μεγάλης πολυτέλειας για τον θείο, που μπαινόβγαιναν στο σπίτι του βουλευτάδες και υπουργοί της κυβέρνησης. Ο πατέρας μου χαμογελούσε και φορούσε ζιβάγκο. Θυμόταν τον Λαμπράκη και τον σύγκρινε με τον Αντρέα, που θα έφερνε τη δημοκρατία στην Ελλάδα. Άρχισε μάλιστα να πίνει και ουίσκι, ενώ μέχρι τότε έπινε τσίπουρο και ρετσίνα μόνο.
Πέρασαν τα χρόνια και επιτέλους αυτός ο Αντρέας έγινε πρωθυπουργός. Χαρά μεγάλη ο πατέρας μου, αλλά του τη χάλασα, γιατί του είπα ότι αυτά που κάνει δεν είναι αυτά που έλεγαν τα συνθήματα πριν τις εκλογές. Μου κράτησε κακία, για λίγο όμως, γιατί μετά από 4 χρόνια ο θείος Μίμης γράφτηκε μέλος στο ΠΑΣΟΚ. Ότι και να είπε στους συντρόφους ο πατέρας μου δεν έπιασε τόπο. Τότε έφυγε εκείνος από το ΠΑΣΟΚ και νομίζω ότι αν ζούσε, σήμερα θα έφευγε κι ο Αντρέας.
Καληνύχτα Αντρέα, κλείσε το fax...