Ποιά είναι η θέση της Ρωσίας στη Μέση Ανατολή;
- Παγιδευμένη στη διαμάχη που υποβόσκει μεταξύ του προέδρου και του πρωθυπουργού της, η Ρωσία δεν αξιοποιεί την ιστορική ευκαιρία για να επεκταθεί διπλωματικά στη Μέση Ανατολή. Τα μέλη της ρωσικής ελίτ δεν μπόρεσαν να καταρτίσουν μια στρατηγική για την περιοχή αυτή όταν τους δόθηκε η ευκαιρία και τώρα δεν είναι πλέον σε θέση να πραγματοποιήσουν κάτι τέτοιο. Κατά την άποψη του Thierry Meyssan*, η Μόσχα έχει παραλύσει, αφού απέτυχε τόσο να επωφεληθεί πλήρως από την εσπευσμένη ακύρωση του σχεδίου των ΗΠΑ για μια "ανάπλαση" της Μέσης Ανατολής όσο και να εκπληρώσει τις ελπίδες που γεννήθηκαν από τον Βλαντιμίρ Πούτιν
Του Thierry Meyssan*
Réseau Voltaire
Réseau Voltaire
24/08/2010
Ο πρόεδρος Μεντβέντεφ με τον πρωθυπουργό Πούτιν. Η σύμπνοια μεταξύ των ανδρών τους οποίους συνέδεε φιλία 30 ετών έχει απότομα μετατραπεί σε ανοικτό πόλεμο. Υπό τις συνθήκες αυτές, πώς θα μπορούσε η Μόσχα να πραγματοποιήσει οποιαδήποτε σημαντική φιλοδοξία της στη Μέση Ανατολή;Η ισραηλινή ήττα από τη λιβανέζικη αντίσταση το καλοκαίρι του 2006 σήμανε το τέλος της κυριαρχίας των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή. Μόλις σε τέσσερα χρόνια, η στρατιωτική, οικονομική και διπλωματική κατάσταση της περιοχής αυτής υπέστη μια ολοκληρωτική αλλαγή.
Σήμερα το τρίγωνο Τουρκίας-Συρίας-Ιράν έχει αναδειχθεί στον ισχυρότερο πόλο στην περιοχή, ενώ η Ρωσία και η Κίνα επεκτείνουν την επιρροή τους καθώς εκείνη των Ηνωμένων Πολιτειών ξεθωριάζει. Ωστόσο, η Μόσχα μοιάζει απρόθυμη να αξιοποιήσει τις ευκαιρίες που διαθέτει. Κατά πρώτο λόγο, διότι προτεραιότητα της δεν είναι προς το παρόν η Μέση Ανατολή. Κατά δεύτερο λόγο, επειδή κανένα σχέδιο που αφορά αυτή την περιοχή δεν έχει τη συναίνεση της ρωσικής ελίτ. Τέλος, επειδή οι συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή έχουν ευαίσθητες συνέπειες για τα εσωτερικά προβλήματα της ίδιας της Ρωσίας.
Ας κάνουμε έναν απολογισμό της κατάστασης:
Η περίοδος 2001-2006 και ο μύθος της "ανάπλασης" της "Ευρύτερης Μέσης Ανατολής"
Η κυβέρνηση Μπους ήταν σε θέση να συσπειρώσει το πετρελαϊκό λόμπι, τα τραστ των πολεμικών βιομηχανιών και το σιωνιστικό κίνημα γύρω από ένα τεράστιο έργο: την εξασφάλιση του ελέγχου των κοιτασμάτων πετρελαίου που εκτείνονται από την Κασπία Θάλασσα έως το Κέρας της Αφρικής, με σκοπό τον επανασχεδιασμό του πολιτικού χάρτη με βάση τη δημιουργία μικρών αυτόνομων εθνοτικών κρατών. Η ζώνη αυτή που προέκυψε, οριοθετημένη με κριτήριο όχι τον πληθυσμό της, αλλά τον πλούτο του υπεδάφους της, για πρώτη φορά ονομάστηκε «Κρίση της Ημισελήνου» από τον καθηγητή Bernard Lewis και αργότερα "Ευρύτερη Μέση Ανατολή» από τον Τζωρτζ Μπους.
Η Ουάσιγκτον επιμελήθηκε την εκπόνηση του σχεδίου της "ανάπλασης" της Μέσης Ανατολής. Τεράστια χρηματικά ποσά επενδύθηκαν για την εξαγορά τοπικών μελών της ελίτ, έτσι ώστε τα προσωπικά συμφέροντά τους να υπερισχύσουν των εθνικών συμφερόντων, στα πλαίσια μιας παγκοσμιοποιημένης οικονομίας. Αυτό που προείχε ήταν η ανάπτυξη μιας ισχυρής στρατιωτικής δύναμης στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ, για να εξασφαλιστεί ο έλεγχος του Ιράν, του κύριου φορέα της περιοχής που αντιστέκεται στην "αυτοκρατορία". Χάρτες της νέας περιοχής είχαν σχεδιαστεί και κυκλοφορήσει από το Γενικό Επιτελείο του ΝΑΤΟ. Όλες οι χώρες της περιοχής, συμπεριλαμβανομένων των συμμάχων της Ουάσιγκτον, θα χωρίζονταν σε διάφορα εμιράτα ανίκανα να υπερασπιστούν τον εαυτό τους, ενώ οι ηττημένοι του Ιράκ θα έπρεπε να διαιρεθούν σε τρία ομοσπονδιακά κράτη: ένα κουρδικό, ένα σουνιτικό και ένα σιιτικό.
Όταν όλα έδειχναν ότι τίποτα δεν θα μπορούσε να αποτρέψει την εξέλιξη αυτής της διαδικασίας, το Πεντάγωνο ανέθεσε στο Ισραήλ το έργο της καταστροφής όλων των δευτερεύουσας σημασίας μετώπων, πριν επιτεθεί στο Ιράν. Ο στόχος ήταν ο αφανισμός της λιβανέζικης αντιστασιακής οργάνωσης Χεζμπολά και η ανατροπή της συριακής κυβέρνησης. Ωστόσο, μετά τον βομβαρδισμό του ενός τρίτου του εδάφους του Λιβάνου -που παρόμοιο δεν είδαμε ούτε στις μέρες του πολέμου του Βιετνάμ- το Ισραήλ αναγκάστηκε να υποχωρήσει χωρίς να έχει επιτύχει κανέναν από τους στόχους του. Η ήττα αυτή σηματοδότησε μια στρατηγική αλλαγή στην ισορροπία των δυνάμεων.
Τους επόμενους μήνες, εκδηλώθηκε ανταρσία των στρατηγών των ΗΠΑ εναντίον του Λευκού Οίκου. Είχαν χάσει τον έλεγχο της κατάστασης στο Ιράκ και εξέφραζαν την ανησυχία τους για τις δυσκολίες ενός πολέμου εναντίον ενός καλά εξοπλισμένου και οργανωμένου κράτους, του Ιράν, που πιθανόν να είχε ως αποτέλεσμα την ανάφλεξη ολόκληρης της περιοχής. Οι στρατηγοί συσπειρώθηκαν γύρω από τον ναύαρχο Ουίλιαμ Φάλον και τον στρατηγό Μπρεντ Σκάουκροφτ και σφυρηλάτησαν μια συμμαχία με αρκετούς ορθολογιστές πολιτικούς που είχαν εκφράσει την αντίθεσή τους στον κίνδυνο που ενείχε η μεγάλη στρατιωτική ανάπτυξη που σχεδίαζαν οι νεοσυντηρητικοί.
Η ομάδα αυτή χρησιμοποίησε την επιτροπή Μπέικερ-Χάμιλτον για να επηρεάσει τους Αμερικανούς ψηφοφόρους, έτσι ώστε να επιτευχθεί η απόλυση του υπουργού άμυνας, Ντόναλντ Ράμσφελντ, και η αντικατάστασή του με έναν από τα μέλη της ομάδας: τον Ρόμπερτ Γκέιτς. Στη συνέχεια, αυτά τα ίδια άτομα, προώθησαν τον Ομπάμα στον Λευκό Οίκο, με την προϋπόθεση ότι ο Ρόμπερτ Γκέιτς θα παρέμενε στο Πεντάγωνο.
Στην πραγματικότητα, το Γενικό Επιτελείο Στρατού των ΗΠΑ δεν διαθέτει εναλλακτική στρατηγική, αφότου η "ανάπλαση" απέτυχε. Το μόνο μέλημά του προς το παρόν είναι η σταθεροποίηση των θέσεών του. Οι Αμερικανοί στρατιώτες αποσύρθηκαν από τις μεγάλες ιρακινές πόλεις και περιορίστηκαν στις βάσεις τους. Άφησαν τη διαχείριση των κουρδικών περιοχών του Ιράκ στα χέρια των Ισραηλινών, ενώ οι αραβικές περιοχές αφέθηκαν στους Ιρανούς. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ έχει σταματήσει να μοιράζει πλούσια δώρα σε ηγέτες της περιοχής και έχει γίνει όλο και πιο άπληστο σε αυτούς τους καιρούς της οικονομικής κρίσης. Οι χθεσινοί ευνοημένοι αναζητούν νέα αφεντικά που θα τους ταΐσουν.
Όσο για το Τελ Αβίβ, αφέθηκε μόνο του να πιστεύει ότι η απόσυρση των ΗΠΑ ήταν απλά μια φάση "έκλειψης" και ότι η "ανάπλαση" θα συνεχιστεί μετά την λήξη της οικονομικής κρίσης.
Ο σχηματισμός του τριγώνου Τουρκίας-Συρίας-Ιράν
Η Ουάσιγκτον θεωρούσε ότι η διάλυση του Ιράκ θα ήταν μεταδοτική. Ο εμφύλιος που ξέσπασε ανάμεσα σε Σουνίτες και Σιίτες (το Fitna, στα Αραβικά), είχε στόχο να προκαλέσει αντιπαράθεση μεταξύ Ιράν και Σαουδικής Αραβίας και να διχάσει το σύνολο του αραβομουσουλμανικού κόσμου. Παράλληλα, η εικονική ανεξαρτησία του ιρακινού Κουρδιστάν αναμενόταν να προκαλέσει μια κουρδική απόσχιση στην Τουρκία, τη Συρία και το Ιράν.
Παρ' όλα αυτά, συνέβη ακριβώς το αντίθετο. Η χαλάρωση της πίεσης των ΗΠΑ στο Ιράκ έγινε αφορμή να σφραγιστεί η συμμαχία μεταξύ των τριών "αντίπαλων αδελφών": της Τουρκίας, της Συρίας και του Ιράν. Και οι τρεις συνειδητοποίησαν ότι για να επιβιώσουν, θα έπρεπε να συμπαραταχθούν και ότι από τη στιγμή που θα ήταν ενωμένοι, θα μπορούσαν να ασκήσουν περιφερειακή εξουσία. Στην πραγματικότητα, η Τουρκία, η Συρία και το Ιράν, από κοινού, καλύπτουν όλες τις κρίσιμες πτυχές της περιφερειακού πολιτικού φάσματος. Ως "κληρονόμος" της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η Τουρκία ενσαρκώνει την πολιτική εκδοχή του σουνιτικού Ισλάμ. Ως το μόνο εναπομείναν μπααθιστικό κράτος μετά την καταστροφή του Ιράκ, η Συρία ενσωματώνει τον κοσμικό χαρακτήρα του ισλαμικού κράτους. Τέλος, από τότε που ξέσπασε η Ιρανική Επανάσταση, το Ιράν αντιπροσωπεύει την πολιτική εκδοχή του σιιτισμού.
Μέσα σε λίγους μήνες, η Άγκυρα, η Δαμασκός και η Τεχεράνη άνοιξαν τα κοινά τους σύνορα, μείωσαν τους τελωνειακούς δασμούς και άνοιξαν το δρόμο για μια κοινή αγορά. Αυτό το άνοιγμα τους έδωσε την ευκαιρία να "ανασάνουν" και να βιώσουν μια ανέλπιστη οικονομική ανάπτυξη, η οποία, παρά τις μνήμες προηγούμενων διαφορών, είχε την γνήσια υποστήριξη και των τριών λαών.
Ωστόσο, κάθε μία από τις τρεις αυτές χώρες δεν παύει να έχει τη δική της "Αχίλλειο πτέρνα", που οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ισραήλ, καθώς και ορισμένοι από τους γείτονές τους, δεν θα αφήσουν ανεκμετάλλευτη.
Όπως ακριβώς και ο Μαχμούντ Αχμαντινετζάντ, ο Βλαντιμίρ Πούτιν έχει καταστεί εμπόδιο για την Ουάσιγκτον, το οποίο πρέπει να εξαλειφθεί. © Mehdi Ghasemi, Agencia ISNA
Το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν
Χρόνια τώρα, το Τελ Αβίβ και η Ουάσιγκτον κατηγορούν το Ιράν για αθέτηση των υποχρεώσεών του, ως συμβαλλόμενου μέρους της Συνθήκης για τη Μη Διάδοση των Πυρηνικών Όπλων, καθώς έχει εστιάσει την προσοχή του στην ανάπτυξη ενός μυστικού αμυντικού πυρηνικού προγράμματος. Την εποχή του Σάχη Ρέζα Παχλεβί, και οι δύο πρωτεύουσες - από κοινού με το Παρίσι - είχαν στήσει ένα μεγαλόπνοο πρόγραμμα που απέβλεπε στην στήριξη του Ιράν, έτσι ώστε να αποκτήσει την δική του ατομική βόμβα. Δεδομένης της ιστορικής πορείας της χώρας, ήταν γενικά αποδεκτό ότι το Ιράν δεν έτρεφε επεκτατικές φιλοδοξίες και ότι οι μεγάλες δυνάμεις δεν θα είχαν ενδοιασμούς να του παράσχουν την τεχνολογία αυτή. Η προπαγανδιστική εκστρατεία με βάση πληροφορίες που εσκεμμένα κατασκευάστηκαν οργανώθηκε αρκετά χρόνια αργότερα, και παρουσιάζει τους τωρινούς Ιρανούς ηγέτες ως φανατικούς και σε θέση να κάνουν χρήση της ατομικής βόμβας - αν κάποτε την αποκτούσαν - κατά ένα αλόγιστο τρόπο, πράγμα που θα συνιστά σοβαρή απειλή για την παγκόσμια ειρήνη.
Και όμως, οι Ιρανοί ηγέτες δηλώνουν ότι έχουν παραιτηθεί από την κατασκευή, την αποθήκευση ή τη χρήση της ατομικής βόμβας, ακριβώς για λόγους ιδεολογίας. Και ο ισχυρισμός τους είναι καθ' όλα αξιόπιστος. Αρκεί να θυμηθούμε τι συνέβη κατά τη διάρκεια του πολέμου που κήρυξε το Ιράκ υπό τον Σαντάμ Χουσείν εναντίον του Ιράν του αγιατολάχ Χομεϊνί.
Όταν η Βαγδάτη εξαπέλυσε καταιγισμό από πυραύλους εναντίον ιρανικών πόλεων, η Τεχεράνη ανταπέδωσε με τον ίδιο τρόπο. Αλλά ήταν πύραυλοι που δεν ήταν προγραμματισμένοι να εκτοξεύονται με δεδομένη κατεύθυνση και έπεφταν αδιάκριτα. Και είδαμε έκπληκτοι τότε τον αγιατολάχ Χομεϊνί να παρεμβαίνει για να καταγγείλει τη χρήση των όπλων αυτών από τις ίδιες τις ένοπλες δυνάμεις του. Ο Χομεϊνί τόνισε ότι οι καλοί μουσουλμάνοι θα πρέπει να απέχουν από την εκτόξευση πυρών, αν αυτό συνεπαγόταν τον κίνδυνο για θάνατο μεγάλου αριθμού αμάχων. Ο Χομεϊνί απαγόρευσε τότε τη χρήση των πυραύλων εναντίον πόλεων, πράγμα που τελικά είχε αντίκτυπο στην ισορροπία των δυνάμεων, παρέτεινε τον πόλεμο και έφερε νέα δεινά στον ιρανικό λαό. Σήμερα, ο διάδοχος του Χομεϊνί, Αλί Χαμενεΐ, ως Ανώτατος Αρχηγός της Επανάστασης, υπερασπίζεται την ίδια τη δεοντολογία σε σχέση με τα πυρηνικά όπλα και είναι αδιανόητο ότι οποιαδήποτε παράταξη του ιρανικού κράτους θα τολμούσε να παραβιάσει την αρχή του Ανωτάτου Ηγέτη και να προχωρήσει κρυφά στην κατασκευή ατομικής βόμβας.
Το άλλο σημαντικό γεγονός είναι ότι, μετά την ιρακινή επίθεση, το Ιράν προέβλεψε την ενδεχόμενη εξάντληση των αποθεμάτων του σε υδρογονάνθρακες και ήθελε να διαθέτει έναν ειρηνικό πυρηνικό τομέα που θα εγγυόταν τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη τόσο του ίδιου του Ιράν όσο και των άλλων χωρών του Τρίτου Κόσμου. Για το σκοπό αυτό, οι Φρουροί της Επανάστασης οργάνωσαν μια ειδική ομάδα υπαλλήλων που θα αναλάμβανε την επιστημονική και τεχνική έρευνα, η οποία αναπτύχθηκε σε τοποθεσίες κρυφές, σύμφωνα με το σοβιετικό μοντέλο. Οι ερευνητές αυτοί εργάζονται και σε άλλους τομείς, όπως αυτόν της ανάπτυξης συμβατικών όπλων. Το Ιράν έχει ανοίξει όλες τις πυρηνικές εγκαταστάσεις του στους επιθεωρητές του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας (ΔΟΑΕ), αλλά αρνείται να τους παρέχει πρόσβαση σε ερευνητικές εγκαταστάσεις όπου αναπτύσσονται συμβατικά όπλα. Βρισκόμαστε, επομένως, σε μια κατάσταση που έχουμε ήδη βιώσει στο παρελθόν: οι επιθεωρητές του ΔΟΑΕ διαβεβαιώνουν ότι δεν υπάρχει τίποτα προσάψιμο στην ενεργειακή πολιτική του Ιράν, ενώ η CIA και η Μοσάντ επιμένουν, χωρίς κανένα αποδεικτικό στοιχείο, ότι το Ιράν αποκρύπτει παράνομες δραστηριότητες που διεξάγονται μέσα σε έναν τεράστιο επιστημονικό τομέα έρευνας. Η κατάσταση αυτή θυμίζει την παράλογη εκστρατεία που οργάνωσε η κυβέρνηση Μπους, κατηγορώντας τους επιθεωρητές του ΟΗΕ ότι δεν έκαναν σωστά τη δουλειά τους και ότι παρέβλεπαν τα "προγράμματα όπλων μαζικής καταστροφής" που υποτίθεται ανέπτυσσε ο Σαντάμ Χουσείν.
Καμία χώρα στον κόσμο δεν έχει υποβληθεί σε τόσες επιθεωρήσεις του ΔΟΑΕ και η συνέχιση των κατηγοριών εναντίον του Ιράν στερείται σοβαρότητας, αλλά αυτό δεν έχει αλλάξει ούτε κατά ένα ιώτα την κακόβουλη στάση που διατηρούν η Ουάσινγκτον και το Τελ Αβίβ. Προφανώς, η πλάνη σχετικά με την υποτιθέμενη απειλή είναι ζωτικής σημασίας για τα τραστ της αμυντικής βιομηχανίας, που εδώ και χρόνια εφαρμόζουν το πρόγραμμα του Ισραήλ, γνωστό ως "αντιπυραυλική ασπίδα" των ΗΠΑ, κάνοντας αυθαίρετη χρήση των εισφορών των φορολογούμενων. Χωρίς την ιρανική απειλή, δεν υπάρχει προϋπολογισμός!
Η Τεχεράνη έχει σχεδιάσει δύο στρατηγικούς χειρισμούς προκειμένου να βγει από την παγίδα που έχει στηθεί εναντίον της. Πρώτον, διοργάνωσε τη Διεθνή Διάσκεψη για έναν Κόσμο Χωρίς Πυρηνικά, στην τελική φάση της οποίας (στις 17 Απριλίου) το Ιράν ανέπτυξε τη θέση του προς τους κύριους εταίρους του. Το Ιράν δέχθηκε, επίσης, τη διαμεσολάβηση της Βραζιλίας, μιας χώρας της οποίας ο πρόεδρος Λούλα ντα Σίλβα, φιλοδοξεί να γίνει γενικός γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών. Ο πρόεδρος Λούλα ντα Σίλβα ρώτησε ευθέως τον Αμερικανό ομόλογό του Μπαράκ Ομπάμα ποιό ακριβώς είδος μέτρων θα μπορούσε να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη μεταξύ Ιράν και Δύσης. Ο Ομπάμα απάντησε γραπτώς ότι θα αρκούσε ο συμβιβασμός που επιτεύχθηκε το Νοέμβριο του 2009, αλλά δεν επικυρώθηκε. Τότε ο πρόεδρος ντα Σίλβα ταξίδεψε στη Μόσχα, για να βεβαιωθεί ότι ο Ρώσος πρόεδρος, Ντμίτρι Μεντβέντεφ, είχε την ίδια γνώμη. Ο πρόεδρος Μεντβέντεφ επιβεβαίωσε δημοσίως την άποψή του ότι ο συμβιβασμός του 2009 θα αρκούσε για την επίλυση της κρίσης. Την επόμενη μέρα, 18 Μαΐου, ο πρόεδρος Λούλα ντα Σίλβα συνυπέγραψε με τον Μαχμούντ Αχμαντινετζάντ του Ιράν ένα έγγραφο το οποίο, από όλες τις απόψεις, πληρούσε τους όρους των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ρωσίας. Ωστόσο, ο Λευκός Οίκος και το Κρεμλίνο έκαναν μεταβολή, αναιρώντας τις θέσεις τους, και κατήγγειλαν τις εγγυήσεις που προσέφερε το νέο έγγραφο ως ανεπαρκείς.
Ο πρωθυπουργός της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν (δεξιά) προσπαθεί να αποκαταστήσει την ανεξαρτησία της χώρας του από την κηδεμονία των ΗΠΑ. Με το άνοιγμα της χώρας στο ρωσικό εμπόριο, η τουρκική ηγεσία αποσκοπεί στην εξισορρόπηση των διεθνών της σχέσεων. Ο υπουργός εξωτερικών Αχμέτ Νταβούτογλου (δεξιά) προσπαθεί να επιλύσει, μία προς μία, τις διενέξεις που η χώρα κληρονόμησε από το παρελθόν, οι οποίες στέκονται εμπόδιο στη διεύρυνση του πεδίου διπλωματικής δράσης της Άγκυρας. © Kremlin Press Service
Όταν όλα έδειχναν ότι τίποτα δεν θα μπορούσε να αποτρέψει την εξέλιξη αυτής της διαδικασίας, το Πεντάγωνο ανέθεσε στο Ισραήλ το έργο της καταστροφής όλων των δευτερεύουσας σημασίας μετώπων, πριν επιτεθεί στο Ιράν. Ο στόχος ήταν ο αφανισμός της λιβανέζικης αντιστασιακής οργάνωσης Χεζμπολά και η ανατροπή της συριακής κυβέρνησης. Ωστόσο, μετά τον βομβαρδισμό του ενός τρίτου του εδάφους του Λιβάνου -που παρόμοιο δεν είδαμε ούτε στις μέρες του πολέμου του Βιετνάμ- το Ισραήλ αναγκάστηκε να υποχωρήσει χωρίς να έχει επιτύχει κανέναν από τους στόχους του. Η ήττα αυτή σηματοδότησε μια στρατηγική αλλαγή στην ισορροπία των δυνάμεων.
Τους επόμενους μήνες, εκδηλώθηκε ανταρσία των στρατηγών των ΗΠΑ εναντίον του Λευκού Οίκου. Είχαν χάσει τον έλεγχο της κατάστασης στο Ιράκ και εξέφραζαν την ανησυχία τους για τις δυσκολίες ενός πολέμου εναντίον ενός καλά εξοπλισμένου και οργανωμένου κράτους, του Ιράν, που πιθανόν να είχε ως αποτέλεσμα την ανάφλεξη ολόκληρης της περιοχής. Οι στρατηγοί συσπειρώθηκαν γύρω από τον ναύαρχο Ουίλιαμ Φάλον και τον στρατηγό Μπρεντ Σκάουκροφτ και σφυρηλάτησαν μια συμμαχία με αρκετούς ορθολογιστές πολιτικούς που είχαν εκφράσει την αντίθεσή τους στον κίνδυνο που ενείχε η μεγάλη στρατιωτική ανάπτυξη που σχεδίαζαν οι νεοσυντηρητικοί.
Η ομάδα αυτή χρησιμοποίησε την επιτροπή Μπέικερ-Χάμιλτον για να επηρεάσει τους Αμερικανούς ψηφοφόρους, έτσι ώστε να επιτευχθεί η απόλυση του υπουργού άμυνας, Ντόναλντ Ράμσφελντ, και η αντικατάστασή του με έναν από τα μέλη της ομάδας: τον Ρόμπερτ Γκέιτς. Στη συνέχεια, αυτά τα ίδια άτομα, προώθησαν τον Ομπάμα στον Λευκό Οίκο, με την προϋπόθεση ότι ο Ρόμπερτ Γκέιτς θα παρέμενε στο Πεντάγωνο.
Στην πραγματικότητα, το Γενικό Επιτελείο Στρατού των ΗΠΑ δεν διαθέτει εναλλακτική στρατηγική, αφότου η "ανάπλαση" απέτυχε. Το μόνο μέλημά του προς το παρόν είναι η σταθεροποίηση των θέσεών του. Οι Αμερικανοί στρατιώτες αποσύρθηκαν από τις μεγάλες ιρακινές πόλεις και περιορίστηκαν στις βάσεις τους. Άφησαν τη διαχείριση των κουρδικών περιοχών του Ιράκ στα χέρια των Ισραηλινών, ενώ οι αραβικές περιοχές αφέθηκαν στους Ιρανούς. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ έχει σταματήσει να μοιράζει πλούσια δώρα σε ηγέτες της περιοχής και έχει γίνει όλο και πιο άπληστο σε αυτούς τους καιρούς της οικονομικής κρίσης. Οι χθεσινοί ευνοημένοι αναζητούν νέα αφεντικά που θα τους ταΐσουν.
Όσο για το Τελ Αβίβ, αφέθηκε μόνο του να πιστεύει ότι η απόσυρση των ΗΠΑ ήταν απλά μια φάση "έκλειψης" και ότι η "ανάπλαση" θα συνεχιστεί μετά την λήξη της οικονομικής κρίσης.
Ο σχηματισμός του τριγώνου Τουρκίας-Συρίας-Ιράν
Η Ουάσιγκτον θεωρούσε ότι η διάλυση του Ιράκ θα ήταν μεταδοτική. Ο εμφύλιος που ξέσπασε ανάμεσα σε Σουνίτες και Σιίτες (το Fitna, στα Αραβικά), είχε στόχο να προκαλέσει αντιπαράθεση μεταξύ Ιράν και Σαουδικής Αραβίας και να διχάσει το σύνολο του αραβομουσουλμανικού κόσμου. Παράλληλα, η εικονική ανεξαρτησία του ιρακινού Κουρδιστάν αναμενόταν να προκαλέσει μια κουρδική απόσχιση στην Τουρκία, τη Συρία και το Ιράν.
Παρ' όλα αυτά, συνέβη ακριβώς το αντίθετο. Η χαλάρωση της πίεσης των ΗΠΑ στο Ιράκ έγινε αφορμή να σφραγιστεί η συμμαχία μεταξύ των τριών "αντίπαλων αδελφών": της Τουρκίας, της Συρίας και του Ιράν. Και οι τρεις συνειδητοποίησαν ότι για να επιβιώσουν, θα έπρεπε να συμπαραταχθούν και ότι από τη στιγμή που θα ήταν ενωμένοι, θα μπορούσαν να ασκήσουν περιφερειακή εξουσία. Στην πραγματικότητα, η Τουρκία, η Συρία και το Ιράν, από κοινού, καλύπτουν όλες τις κρίσιμες πτυχές της περιφερειακού πολιτικού φάσματος. Ως "κληρονόμος" της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η Τουρκία ενσαρκώνει την πολιτική εκδοχή του σουνιτικού Ισλάμ. Ως το μόνο εναπομείναν μπααθιστικό κράτος μετά την καταστροφή του Ιράκ, η Συρία ενσωματώνει τον κοσμικό χαρακτήρα του ισλαμικού κράτους. Τέλος, από τότε που ξέσπασε η Ιρανική Επανάσταση, το Ιράν αντιπροσωπεύει την πολιτική εκδοχή του σιιτισμού.
Μέσα σε λίγους μήνες, η Άγκυρα, η Δαμασκός και η Τεχεράνη άνοιξαν τα κοινά τους σύνορα, μείωσαν τους τελωνειακούς δασμούς και άνοιξαν το δρόμο για μια κοινή αγορά. Αυτό το άνοιγμα τους έδωσε την ευκαιρία να "ανασάνουν" και να βιώσουν μια ανέλπιστη οικονομική ανάπτυξη, η οποία, παρά τις μνήμες προηγούμενων διαφορών, είχε την γνήσια υποστήριξη και των τριών λαών.
Ωστόσο, κάθε μία από τις τρεις αυτές χώρες δεν παύει να έχει τη δική της "Αχίλλειο πτέρνα", που οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ισραήλ, καθώς και ορισμένοι από τους γείτονές τους, δεν θα αφήσουν ανεκμετάλλευτη.
Όπως ακριβώς και ο Μαχμούντ Αχμαντινετζάντ, ο Βλαντιμίρ Πούτιν έχει καταστεί εμπόδιο για την Ουάσιγκτον, το οποίο πρέπει να εξαλειφθεί. © Mehdi Ghasemi, Agencia ISNA
Το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν
Χρόνια τώρα, το Τελ Αβίβ και η Ουάσιγκτον κατηγορούν το Ιράν για αθέτηση των υποχρεώσεών του, ως συμβαλλόμενου μέρους της Συνθήκης για τη Μη Διάδοση των Πυρηνικών Όπλων, καθώς έχει εστιάσει την προσοχή του στην ανάπτυξη ενός μυστικού αμυντικού πυρηνικού προγράμματος. Την εποχή του Σάχη Ρέζα Παχλεβί, και οι δύο πρωτεύουσες - από κοινού με το Παρίσι - είχαν στήσει ένα μεγαλόπνοο πρόγραμμα που απέβλεπε στην στήριξη του Ιράν, έτσι ώστε να αποκτήσει την δική του ατομική βόμβα. Δεδομένης της ιστορικής πορείας της χώρας, ήταν γενικά αποδεκτό ότι το Ιράν δεν έτρεφε επεκτατικές φιλοδοξίες και ότι οι μεγάλες δυνάμεις δεν θα είχαν ενδοιασμούς να του παράσχουν την τεχνολογία αυτή. Η προπαγανδιστική εκστρατεία με βάση πληροφορίες που εσκεμμένα κατασκευάστηκαν οργανώθηκε αρκετά χρόνια αργότερα, και παρουσιάζει τους τωρινούς Ιρανούς ηγέτες ως φανατικούς και σε θέση να κάνουν χρήση της ατομικής βόμβας - αν κάποτε την αποκτούσαν - κατά ένα αλόγιστο τρόπο, πράγμα που θα συνιστά σοβαρή απειλή για την παγκόσμια ειρήνη.
Και όμως, οι Ιρανοί ηγέτες δηλώνουν ότι έχουν παραιτηθεί από την κατασκευή, την αποθήκευση ή τη χρήση της ατομικής βόμβας, ακριβώς για λόγους ιδεολογίας. Και ο ισχυρισμός τους είναι καθ' όλα αξιόπιστος. Αρκεί να θυμηθούμε τι συνέβη κατά τη διάρκεια του πολέμου που κήρυξε το Ιράκ υπό τον Σαντάμ Χουσείν εναντίον του Ιράν του αγιατολάχ Χομεϊνί.
Όταν η Βαγδάτη εξαπέλυσε καταιγισμό από πυραύλους εναντίον ιρανικών πόλεων, η Τεχεράνη ανταπέδωσε με τον ίδιο τρόπο. Αλλά ήταν πύραυλοι που δεν ήταν προγραμματισμένοι να εκτοξεύονται με δεδομένη κατεύθυνση και έπεφταν αδιάκριτα. Και είδαμε έκπληκτοι τότε τον αγιατολάχ Χομεϊνί να παρεμβαίνει για να καταγγείλει τη χρήση των όπλων αυτών από τις ίδιες τις ένοπλες δυνάμεις του. Ο Χομεϊνί τόνισε ότι οι καλοί μουσουλμάνοι θα πρέπει να απέχουν από την εκτόξευση πυρών, αν αυτό συνεπαγόταν τον κίνδυνο για θάνατο μεγάλου αριθμού αμάχων. Ο Χομεϊνί απαγόρευσε τότε τη χρήση των πυραύλων εναντίον πόλεων, πράγμα που τελικά είχε αντίκτυπο στην ισορροπία των δυνάμεων, παρέτεινε τον πόλεμο και έφερε νέα δεινά στον ιρανικό λαό. Σήμερα, ο διάδοχος του Χομεϊνί, Αλί Χαμενεΐ, ως Ανώτατος Αρχηγός της Επανάστασης, υπερασπίζεται την ίδια τη δεοντολογία σε σχέση με τα πυρηνικά όπλα και είναι αδιανόητο ότι οποιαδήποτε παράταξη του ιρανικού κράτους θα τολμούσε να παραβιάσει την αρχή του Ανωτάτου Ηγέτη και να προχωρήσει κρυφά στην κατασκευή ατομικής βόμβας.
Το άλλο σημαντικό γεγονός είναι ότι, μετά την ιρακινή επίθεση, το Ιράν προέβλεψε την ενδεχόμενη εξάντληση των αποθεμάτων του σε υδρογονάνθρακες και ήθελε να διαθέτει έναν ειρηνικό πυρηνικό τομέα που θα εγγυόταν τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη τόσο του ίδιου του Ιράν όσο και των άλλων χωρών του Τρίτου Κόσμου. Για το σκοπό αυτό, οι Φρουροί της Επανάστασης οργάνωσαν μια ειδική ομάδα υπαλλήλων που θα αναλάμβανε την επιστημονική και τεχνική έρευνα, η οποία αναπτύχθηκε σε τοποθεσίες κρυφές, σύμφωνα με το σοβιετικό μοντέλο. Οι ερευνητές αυτοί εργάζονται και σε άλλους τομείς, όπως αυτόν της ανάπτυξης συμβατικών όπλων. Το Ιράν έχει ανοίξει όλες τις πυρηνικές εγκαταστάσεις του στους επιθεωρητές του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας (ΔΟΑΕ), αλλά αρνείται να τους παρέχει πρόσβαση σε ερευνητικές εγκαταστάσεις όπου αναπτύσσονται συμβατικά όπλα. Βρισκόμαστε, επομένως, σε μια κατάσταση που έχουμε ήδη βιώσει στο παρελθόν: οι επιθεωρητές του ΔΟΑΕ διαβεβαιώνουν ότι δεν υπάρχει τίποτα προσάψιμο στην ενεργειακή πολιτική του Ιράν, ενώ η CIA και η Μοσάντ επιμένουν, χωρίς κανένα αποδεικτικό στοιχείο, ότι το Ιράν αποκρύπτει παράνομες δραστηριότητες που διεξάγονται μέσα σε έναν τεράστιο επιστημονικό τομέα έρευνας. Η κατάσταση αυτή θυμίζει την παράλογη εκστρατεία που οργάνωσε η κυβέρνηση Μπους, κατηγορώντας τους επιθεωρητές του ΟΗΕ ότι δεν έκαναν σωστά τη δουλειά τους και ότι παρέβλεπαν τα "προγράμματα όπλων μαζικής καταστροφής" που υποτίθεται ανέπτυσσε ο Σαντάμ Χουσείν.
Καμία χώρα στον κόσμο δεν έχει υποβληθεί σε τόσες επιθεωρήσεις του ΔΟΑΕ και η συνέχιση των κατηγοριών εναντίον του Ιράν στερείται σοβαρότητας, αλλά αυτό δεν έχει αλλάξει ούτε κατά ένα ιώτα την κακόβουλη στάση που διατηρούν η Ουάσινγκτον και το Τελ Αβίβ. Προφανώς, η πλάνη σχετικά με την υποτιθέμενη απειλή είναι ζωτικής σημασίας για τα τραστ της αμυντικής βιομηχανίας, που εδώ και χρόνια εφαρμόζουν το πρόγραμμα του Ισραήλ, γνωστό ως "αντιπυραυλική ασπίδα" των ΗΠΑ, κάνοντας αυθαίρετη χρήση των εισφορών των φορολογούμενων. Χωρίς την ιρανική απειλή, δεν υπάρχει προϋπολογισμός!
Η Τεχεράνη έχει σχεδιάσει δύο στρατηγικούς χειρισμούς προκειμένου να βγει από την παγίδα που έχει στηθεί εναντίον της. Πρώτον, διοργάνωσε τη Διεθνή Διάσκεψη για έναν Κόσμο Χωρίς Πυρηνικά, στην τελική φάση της οποίας (στις 17 Απριλίου) το Ιράν ανέπτυξε τη θέση του προς τους κύριους εταίρους του. Το Ιράν δέχθηκε, επίσης, τη διαμεσολάβηση της Βραζιλίας, μιας χώρας της οποίας ο πρόεδρος Λούλα ντα Σίλβα, φιλοδοξεί να γίνει γενικός γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών. Ο πρόεδρος Λούλα ντα Σίλβα ρώτησε ευθέως τον Αμερικανό ομόλογό του Μπαράκ Ομπάμα ποιό ακριβώς είδος μέτρων θα μπορούσε να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη μεταξύ Ιράν και Δύσης. Ο Ομπάμα απάντησε γραπτώς ότι θα αρκούσε ο συμβιβασμός που επιτεύχθηκε το Νοέμβριο του 2009, αλλά δεν επικυρώθηκε. Τότε ο πρόεδρος ντα Σίλβα ταξίδεψε στη Μόσχα, για να βεβαιωθεί ότι ο Ρώσος πρόεδρος, Ντμίτρι Μεντβέντεφ, είχε την ίδια γνώμη. Ο πρόεδρος Μεντβέντεφ επιβεβαίωσε δημοσίως την άποψή του ότι ο συμβιβασμός του 2009 θα αρκούσε για την επίλυση της κρίσης. Την επόμενη μέρα, 18 Μαΐου, ο πρόεδρος Λούλα ντα Σίλβα συνυπέγραψε με τον Μαχμούντ Αχμαντινετζάντ του Ιράν ένα έγγραφο το οποίο, από όλες τις απόψεις, πληρούσε τους όρους των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ρωσίας. Ωστόσο, ο Λευκός Οίκος και το Κρεμλίνο έκαναν μεταβολή, αναιρώντας τις θέσεις τους, και κατήγγειλαν τις εγγυήσεις που προσέφερε το νέο έγγραφο ως ανεπαρκείς.
Ο πρωθυπουργός της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν (δεξιά) προσπαθεί να αποκαταστήσει την ανεξαρτησία της χώρας του από την κηδεμονία των ΗΠΑ. Με το άνοιγμα της χώρας στο ρωσικό εμπόριο, η τουρκική ηγεσία αποσκοπεί στην εξισορρόπηση των διεθνών της σχέσεων. Ο υπουργός εξωτερικών Αχμέτ Νταβούτογλου (δεξιά) προσπαθεί να επιλύσει, μία προς μία, τις διενέξεις που η χώρα κληρονόμησε από το παρελθόν, οι οποίες στέκονται εμπόδιο στη διεύρυνση του πεδίου διπλωματικής δράσης της Άγκυρας. © Kremlin Press Service
Τα προβλήματα της Τουρκίας
Η Τουρκία κληρονόμησε από το παρελθόν σωρεία προβλημάτων, τόσο όσον αφορά τις μειονότητες στο εσωτερικό της όσο και με τους γείτονές της. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν φροντίσει να διαιωνίζονται τα προβλήματα αυτά για δεκαετίες, προκειμένου να διατηρήσουν τον έλεγχο της Τουρκίας. Ο καθηγητής Αχμέτ Νταβούτογλου, θεωρητικός του νεο-οθωμανισμού και νυν υπουργός εξωτερικών της Τουρκίας, έχει καταρτίσει μια εξωτερική πολιτική, με στόχο, σε πρώτη φάση, την απελευθέρωση της Τουρκίας από τις αλλεπάλληλες συγκρούσεις που την κρατούν σε τέλμα, αλλά και τον πολλαπλασιασμό των συνάψεων δεσμών της χώρας με διάφορους διακυβερνητικούς οργανισμούς.
Σε πρώτη φάση, η Τουρκία έθεσε ως στόχο την επίλυση των διαφορών της με τη Συρία. Η Δαμασκός έπαψε να χρησιμοποιεί τους Κούρδους και εγκατέλειψε τις βλέψεις της για την επανάκτηση της κατεχόμενης από τους Τούρκους επαρχίας Χατάι. Σε αντάλλαγμα, η Άγκυρα έκανε παραχωρήσεις στο θέμα της κατανομής των υδάτων του ποταμού Ευφράτη και βοήθησε τη Δαμασκό να βγει από τη διπλωματική απομόνωσή της. Οργάνωσε ακόμα και απευθείας διαπραγματεύσεις με το Τελ Αβίβ, το οποίο δεκαετίες τώρα κατέχει τα συριακά Υψώματα του Γκολάν. Ο Σύριος πρόεδρος Μπασάρ ελ Άσαντ δέχθηκε πρόσκληση να επισκεφθεί την Τουρκία (το 2004) και ο Τούρκος πρόεδρος Αμπντουλάχ Γιούλ έγινε δεκτός στη Συρία (το 2009). Οι δύο χώρες ίδρυσαν το Συμβούλιο Στρατηγικής Συνεργασίας.
Όσο για το Ιράκ, η Άγκυρα είχε αντιταχθεί στην εισβολή της χώρας αυτής από την αγγλοαμερικανική πολεμική μηχανή το 2003 και απαγόρευσε στις Ηνωμένες Πολιτείες να κάνουν χρήση των βάσεων του ΝΑΤΟ σε τουρκικό έδαφος για να επιτεθούν στη Βαγδάτη, με αποτέλεσμα να εκνευριστεί η Ουάσινγκτον και να καθυστερήσει η έναρξη του πολέμου. Όταν οι Αμερικανοί και 'Αγγλοι μεταβίβασαν επίσημα αρμοδιότητες στους Ιρακινούς, η Άγκυρα ενέκρινε την εκλογική διαδικασία για να ενθαρρυνθεί η μειοψηφία του Τουρκμενιστάν να λάβει μέρος στην ψηφοφορία. Αργότερα, η Τουρκία φρόντισε να χαλαρώσουν οι διασυνοριακοί έλεγχοι και να ενισχυθεί το διμερές εμπόριο. Υπάρχει μόνο μια πτυχή που "αμαυρώνει" αυτό το κατά τα άλλα ειδυλλιακό τοπίο: οι σχέσεις μεταξύ Άγκυρας και της εθνικής κυβέρνησης της Βαγδάτης είναι άριστες, αλλά δεν ισχύει το ίδιο με την κουρδική περιφερειακή κυβέρνηση του Ερμπίλ στο βόρειο Ιράκ. Ο τουρκικός στρατός τόλμησε ακόμα και να καταδιώκει αυτονομιστές του ΡΚΚ μέσα σε ιρακινό έδαφος -φυσικά, με την υποστήριξη του Πενταγώνου και υπό τον έλεγχο των αμερικανών. Παρ' όλα αυτά, η Άγκυρα κατάφερε να υπογράψει συμφωνία για την εξασφάλιση της εξαγωγής πετρελαίου από το Ιράκ μέσω του τουρκικού λιμανιού του Τσεϊχάν.
Η Άγκυρα έλαβε επίσης μια σειρά από πρωτοβουλίες για να θέσει τέρμα στην πολιτική της σύγκρουση με τους Αρμένιους. Αφού προσέφυγε στην "ποδοσφαιρική διπλωματία", η Άγκυρα αναγνώρισε την σφαγή των Αρμενίων του 1915 (αλλά αρνήθηκε τον όρο "γενοκτονία") και κατάφερε να συνάψει διπλωματικές σχέσεις με το Ερεβάν, ενώ παράλληλα επιδιώκει την επίλυση της διαμάχης Αρμενίας-Αζερμπαϊτζάν για την περιοχή του Ναγκόρνο-Καραμπάχ. Ωστόσο, η Αρμενία ανέστειλε την επικύρωση της δικομματικής συμφωνίας της Ζυρίχης.
Οι ευθύνες της Τουρκίας απέναντι στην Ελλάδα και την Κύπρο είναι επίσης πολύ σημαντικές. Το μοίρασμα του Αιγαίου δεν έχει ακόμη αποσαφηνιστεί και ο τουρκικός στρατός εξακολουθεί να κατέχει τη Βόρεια Κύπρο. Η Άγκυρα έχει προτείνει διάφορα μέτρα για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης με τις δύο χώρες, ιδίως μέσω της αμοιβαίας επαναλειτουργίας των λιμένων και των αεροδρομίων. Αλλά οι σχέσεις απέχουν πολύ από το να ομαλοποιηθούν αφού, στην παρούσα φάση, η Άγκυρα δεν φαίνεται διατεθειμένη να εγκαταλείψει την αυτοαποκαλούμενη "Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου".
Η Τουρκία κληρονόμησε από το παρελθόν σωρεία προβλημάτων, τόσο όσον αφορά τις μειονότητες στο εσωτερικό της όσο και με τους γείτονές της. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν φροντίσει να διαιωνίζονται τα προβλήματα αυτά για δεκαετίες, προκειμένου να διατηρήσουν τον έλεγχο της Τουρκίας. Ο καθηγητής Αχμέτ Νταβούτογλου, θεωρητικός του νεο-οθωμανισμού και νυν υπουργός εξωτερικών της Τουρκίας, έχει καταρτίσει μια εξωτερική πολιτική, με στόχο, σε πρώτη φάση, την απελευθέρωση της Τουρκίας από τις αλλεπάλληλες συγκρούσεις που την κρατούν σε τέλμα, αλλά και τον πολλαπλασιασμό των συνάψεων δεσμών της χώρας με διάφορους διακυβερνητικούς οργανισμούς.
Σε πρώτη φάση, η Τουρκία έθεσε ως στόχο την επίλυση των διαφορών της με τη Συρία. Η Δαμασκός έπαψε να χρησιμοποιεί τους Κούρδους και εγκατέλειψε τις βλέψεις της για την επανάκτηση της κατεχόμενης από τους Τούρκους επαρχίας Χατάι. Σε αντάλλαγμα, η Άγκυρα έκανε παραχωρήσεις στο θέμα της κατανομής των υδάτων του ποταμού Ευφράτη και βοήθησε τη Δαμασκό να βγει από τη διπλωματική απομόνωσή της. Οργάνωσε ακόμα και απευθείας διαπραγματεύσεις με το Τελ Αβίβ, το οποίο δεκαετίες τώρα κατέχει τα συριακά Υψώματα του Γκολάν. Ο Σύριος πρόεδρος Μπασάρ ελ Άσαντ δέχθηκε πρόσκληση να επισκεφθεί την Τουρκία (το 2004) και ο Τούρκος πρόεδρος Αμπντουλάχ Γιούλ έγινε δεκτός στη Συρία (το 2009). Οι δύο χώρες ίδρυσαν το Συμβούλιο Στρατηγικής Συνεργασίας.
Όσο για το Ιράκ, η Άγκυρα είχε αντιταχθεί στην εισβολή της χώρας αυτής από την αγγλοαμερικανική πολεμική μηχανή το 2003 και απαγόρευσε στις Ηνωμένες Πολιτείες να κάνουν χρήση των βάσεων του ΝΑΤΟ σε τουρκικό έδαφος για να επιτεθούν στη Βαγδάτη, με αποτέλεσμα να εκνευριστεί η Ουάσινγκτον και να καθυστερήσει η έναρξη του πολέμου. Όταν οι Αμερικανοί και 'Αγγλοι μεταβίβασαν επίσημα αρμοδιότητες στους Ιρακινούς, η Άγκυρα ενέκρινε την εκλογική διαδικασία για να ενθαρρυνθεί η μειοψηφία του Τουρκμενιστάν να λάβει μέρος στην ψηφοφορία. Αργότερα, η Τουρκία φρόντισε να χαλαρώσουν οι διασυνοριακοί έλεγχοι και να ενισχυθεί το διμερές εμπόριο. Υπάρχει μόνο μια πτυχή που "αμαυρώνει" αυτό το κατά τα άλλα ειδυλλιακό τοπίο: οι σχέσεις μεταξύ Άγκυρας και της εθνικής κυβέρνησης της Βαγδάτης είναι άριστες, αλλά δεν ισχύει το ίδιο με την κουρδική περιφερειακή κυβέρνηση του Ερμπίλ στο βόρειο Ιράκ. Ο τουρκικός στρατός τόλμησε ακόμα και να καταδιώκει αυτονομιστές του ΡΚΚ μέσα σε ιρακινό έδαφος -φυσικά, με την υποστήριξη του Πενταγώνου και υπό τον έλεγχο των αμερικανών. Παρ' όλα αυτά, η Άγκυρα κατάφερε να υπογράψει συμφωνία για την εξασφάλιση της εξαγωγής πετρελαίου από το Ιράκ μέσω του τουρκικού λιμανιού του Τσεϊχάν.
Η Άγκυρα έλαβε επίσης μια σειρά από πρωτοβουλίες για να θέσει τέρμα στην πολιτική της σύγκρουση με τους Αρμένιους. Αφού προσέφυγε στην "ποδοσφαιρική διπλωματία", η Άγκυρα αναγνώρισε την σφαγή των Αρμενίων του 1915 (αλλά αρνήθηκε τον όρο "γενοκτονία") και κατάφερε να συνάψει διπλωματικές σχέσεις με το Ερεβάν, ενώ παράλληλα επιδιώκει την επίλυση της διαμάχης Αρμενίας-Αζερμπαϊτζάν για την περιοχή του Ναγκόρνο-Καραμπάχ. Ωστόσο, η Αρμενία ανέστειλε την επικύρωση της δικομματικής συμφωνίας της Ζυρίχης.
Οι ευθύνες της Τουρκίας απέναντι στην Ελλάδα και την Κύπρο είναι επίσης πολύ σημαντικές. Το μοίρασμα του Αιγαίου δεν έχει ακόμη αποσαφηνιστεί και ο τουρκικός στρατός εξακολουθεί να κατέχει τη Βόρεια Κύπρο. Η Άγκυρα έχει προτείνει διάφορα μέτρα για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης με τις δύο χώρες, ιδίως μέσω της αμοιβαίας επαναλειτουργίας των λιμένων και των αεροδρομίων. Αλλά οι σχέσεις απέχουν πολύ από το να ομαλοποιηθούν αφού, στην παρούσα φάση, η Άγκυρα δεν φαίνεται διατεθειμένη να εγκαταλείψει την αυτοαποκαλούμενη "Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου".
Ο Ρώσος πρόεδρος Μεντβέντεφ επισκέφθηκε τη Συρία για να διαπραγματευθεί την ανακαίνιση και επέκταση των εγκαταστάσεων που παραχώρησαν οι Σύριοι στον ρωσικό στόλο. 'Ετσι, το συριακό λιμάνι του Ταρτούς θα μπορούσε να φιλοξενήσει, για τα επόμενα τρία χρόνια, ρώσικα υποβρύχια και αντιτορπιλικά. Στην υπηρεσία ποιάς στρατηγικής; © Kremlin Press Service
Η διπλωματική απομόνωση της Συρίας
Η Ουάσινγκτον έχει κατηγορήσει τη Συρία ότι συνεχίζει τον πόλεμο εναντίον του Ισραήλ, μέσω διαφόρων μεσαζόντων: των μυστικών υπηρεσιών του Ιράν, της λιβανέζικης οργάνωσης Χεζμπολά και του παλαιστινιακού κόμματος Χαμάς. Οι Ηνωμένες Πολιτείες κατηγόρησαν ψευδώς τον πρόεδρο της Συρίας Μπασάρ ελ Άσαντ ότι διέταξε τη δολοφονία του πρώην πρωθυπουργού του Λιβάνου Ραφίκ Χαρίρι και φρόντισαν να συσταθεί ειδικό ποινικό δικαστήριο για να κριθεί ο πρόεδρος της Συρίας.
Με εκπληκτική ικανότητα, ο Μπασάρ ελ Άσαντ, ο οποίος για χρόνια παρουσιάζονταν ως ο ξιπασμένος και εντελώς ανίκανος γιός του διάσημου εκλιπόντος πατέρα του, κατάφερε να ξεγλυστρίσει από αυτή την παγίδα που του στήθηκε, χωρίς να κάνει παραχωρήσεις και χωρίς να σπαταλήσει ούτε μια σφαίρα. Οι καταθέσεις των κατηγόρων του έπεσαν στο κενό, η μια μετά την άλλη, με αποτέλεσμα ο Σαάντ Χαρίρι, γιος του εκλιπόντος Χαρίρι, να πάψει να απαιτεί τη σύλληψή του, και μάλιστα του έκανε μια φιλική επίσκεψη στη Δαμασκό. Κανείς δεν θέλει να χρηματοδοτήσει το Ειδικό Δικαστήριο πια και είναι πιθανό ο ΟΗΕ να αποφασίσει να το διαλύσει, ακόμη και πριν από την πρώτη συνεδρίασή του, εκτός αν τελικά χρησιμοποιηθεί ως φόρουμ όπου θα κατηγορηθεί δημόσια η Χεζμπολά.
Τέλος, απαντώντας στην υπουργό εξωτερικών των ΗΠΑ, Χίλαρι Κλίντον, όταν αυτή συνιστούσε την διακοπή των διπλωματικών σχέσεων με το Ιράν και με τη Χεζμπολά, ο Μπασάρ ελ Άσαντ οργάνωσε μια συνάντηση κορυφής-έκπληξη με τον Ιρανό πρόεδρο Μαχμούντ Αχμαντινετζάντ, καθώς και με το κορυφαίο ηγετικό στέλεχος της Χεζμπολά, Χασάν Νασράλα.
Ποιά είναι η θέση της Ρωσίας;
Η εδραίωση του τριγώνου Τουρκίας-Συρίας-Ιράν είναι συνέπεια της αμυντικής παρακμής των ΗΠΑ και του Ισραήλ. Το κενό που δημιουργήθηκε εκεί καλύπτεται τώρα από άλλους.
Η Κίνα έχει γίνει ο σημαντικότερος εμπορικός εταίρος του Ιράν και αντλεί από την εμπειρία των Φρουρών της Επανάστασης ώστε να ξεπεράσει τα εμπόδια που της έχει στήσει η CIA στην Αφρική. Στηρίζει επίσης, διακριτικά αλλά αποτελεσματικά, τον στρατιωτικό εξοπλισμό της Χεζμπολά, την οποία κατά πάσα πιθανότητα εφοδίασε με πυραύλους γης-αέρος και άλλα συστήματα για την αντιμετώπιση στρατιωτικών επιχειρήσεων, αλλά και της Χαμάς, η οποία άνοιξε ένα γραφείο αντιπροσωπείας στο Πεκίνο. Ωστόσο, η Κίνα προχωρά πολύ αργά και με σύνεση όσον αφορά τη γεωπολιτική της επιρροή στη Μέση Ανατολή, όπου δεν έχει προς το παρόν πρόθεση να διαδραματίσει αποφασιστικό ρόλο.
Όλες οι προσδοκίες τώρα στρέφονται προς την κατεύθυνση της Μόσχας, η οποία είχε αποχωρήσει από την περιοχή μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης. Η Ρωσία επιθυμεί να ανακτήσει την ηγεμονική θέση της σε παγκόσμιο επίπεδο, αλλά είναι απρόθυμη να κάνει βήματα πριν να επιλυθούν τα τρέχοντα προβλήματα που αντιμετωπίζει στην πρώην ζώνη του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Το κύριο μειονέκτημα είναι ότι η ρωσική ελίτ δεν διαθέτει εναλλακτική πολιτική για το αποτυχημένο εγχείρημα των ΗΠΑ για την "ανάπλαση" της Μέσης Ανατολής και έχει κολλήσει ακριβώς στο ίδιο σημείο που κόλλησαν οι Ηνωμένες Πολιτείες: ενόψει της αλλαγής στον συσχετισμό δυνάμεων της περιοχής, δεν είναι πλέον εφικτή η εφαρμογή μιας ισορροπημένης πολιτικής μεταξύ Ισραήλ και αραβικών χωρών. Οποιαδήποτε εμπλοκή στην περιοχή αυτή συνεπάγεται, αργά ή γρήγορα, μια ρήξη με το σιωνιστικό καθεστώς.
Το ρολόι της Μόσχας σταμάτησε να χτυπά το 1991, καθώς τελείωνε η Διάσκεψη της Μαδρίτης. Η Μόσχα τότε δεν είχε ακόμα χρεωθεί την αποτυχία των συμφωνιών του Όσλο (του 1993) και του Wabi Araba (του 1994) που προέβλεπαν την εφαρμογή της λεγόμενης "λύσης των δύο κρατών", η οποία δεν είναι πλέον βιώσιμη. Η μόνη ειρηνική επιλογή είναι εκείνη που εφαρμόζεται στη Νότια Αφρική: η κατάργηση του απαρτχάιντ και η αναγνώριση της ενιαίας ιθαγένειας για όλους τους πολίτες, Εβραίους και μη Εβραίους, αλλά και η αποκατάσταση μιας πραγματικής δημοκρατίας που βασίζεται στην αρχή του "ένας πολίτης, μία ψήφος". Αυτή είναι ήδη η επίσημη θέση που εγκρίθηκε από τη Συρία και το Ιράν, την οποία σύντομα προτίθεται να υιοθετήσει και η Τουρκία.
Η μεγάλη διπλωματική διάσκεψη για τη Μέση Ανατολή που το Κρεμλίνο σχεδίαζε να διοργανώσει στη Μόσχα το 2009, και η οποία και ανακοινώθηκε κατά τη σύνοδο κορυφής του Ανάπολις, και επιβεβαιώθηκε από αρκετά ψηφίσματα του ΟΗΕ, δεν πραγματοποιήθηκε τελικά. 'Ετσι, η Ρωσία έχασε και αυτή την ευκαιρία για διπλωματική δράση.
Όσο για τις ρωσικές ελίτ που εξακολουθούν να απολαμβάνουν μεγάλο κύρος στη Μέση Ανατολή, δεν συχνάζουν πια στην περιοχή. Φαντασιωνόνται μεγαλεία, αλλά είναι εκτός πραγματικότητας. Στη δεκαετία του 1990, ενθουσιάστηκαν με τις ρομαντικές θεωρίες του ανθρωπολόγου Λεβ Γκουμιλιόφ και ήταν σε συγχρονισμό με την Τουρκία, το μόνο έθνος που, όπως και η Ρωσία, έχει τόσο ευρωπαϊκές όσο και ασιατικές καταβολές. Στη συνέχεια, γοητεύτηκαν από το γεωπολιτικό χάρισμα του Αλεξάντρ Ντούγκιν , ο οποίος έτρεφε απέχθεια για τον δυτικό υλισμό, θεωρούσε ότι η Τουρκία είχε μολυνθεί από τις δυτικές αξίες και είχε συνεπαρθεί από τον ασκητισμό της Ιρανικής Επανάστασης.
Ωστόσο, αυτή η νέα αυτή πνοή ιδεών "εξατμίστηκε" στην Τσετσενία, πριν καλά καλά αρχίσει να υλοποιείται. Η Ρωσία βρέθηκε απότομα αντιμέτωπη με μια μορφή θρησκευτικού εξτρεμισμού που είχε την κρυφή υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών και τροφοδοτήθηκε από τις τουρκικές και σαουδικές μυστικές υπηρεσίες. Κατά συνέπεια, οποιαδήποτε συμμαχία με ένα μουσουλμανικό κράτος φάνταζε παρακινδυνευμένη και επικίνδυνη. 'Ετσι, όταν η ειρήνη αποκαταστάθηκε στο Γκρόζνι, η Ρωσία δεν ήταν σε θέση -ή δεν είχε την βούληση - να εξακολουθήσει να κρατά το νήμα μιας αποικιοκρατικής κληρονομιάς. Σύμφωνα με τον πρόεδρο της Ισλαμικής Επιτροπής της Ρωσίας, Γκαϊντάρ Ζεμάλ, η Ρωσία δεν μπορεί να φιλοδοξεί να γίνει ευρωασιατική χώρα και την ίδια στιγμή να προσποιείται ότι τίποτα δεν συνέβη, ούτε μπορεί να εξακολουθεί να θεωρεί τον εαυτό της ορθόδοξο κράτος που προστατεύει τους εξεγερμένους μουσουλμάνους αδελφούς του. Η Ρωσία καλούνταν -και ακόμη καλείται- να αυτοπροσδιοριστεί, αναγνωρίζοντας έμπρακτα την ισότητα μεταξύ ορθόδοξων και μουσουλμάνων.
Αντί να αναβάλλει για αύριο την επίλυση προβλημάτων που αφορούν τις μειονότητες, και για μεθαύριο τη διπλωματική συμμετοχή της στη Μέση Ανατολή, η Ρωσία θα μπορούσε να εξετάσει τα πλεονεκτήματα μιας σχέσης με μουσουλμάνους εταίρους στο εξωτερικό, ώς έμπιστους παίκτες σε ουδέτερο έδαφος, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει και στη δημιουργία εσωτερικού διαλόγου με τους μουσουλμάνους. Η Συρία του Μπασάρ ελ Άσαντ αποτελεί μοντέλο μετα-σοσιαλιστικού κράτους που οδεύει προς τον εκδημοκρατισμό, διατηρώντας, παράλληλα, τους παραδοσιακούς θεσμούς του, επιτρέποντας την άνθηση των μεγάλων θρησκειών και διαφόρων διακλαδώσεών τους, συμπεριλαμβανομένων των σκληροπυρηνικών ουαχαμπιστών, ενώ συγχρόνως κατόρθωσε να διατηρήσει μια κοινωνική ευρυθμία.
Το οικονομικό δέλεαρ
Προς το παρόν, η ρωσική ελίτ μοιάζει να αγνοεί την προειδοποίηση που εξέδωσε ο πρώην αρχηγός επιτελείου των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων, στρατηγός Λεονίντ Ιράσοφ, σχετικά με την ανάγκη για τη δημιουργία συμμαχιών στην Ασία και στη Μέση Ανατολή, ώστε να αντιμετωπιστεί ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός. Όπως σημειώνει η πολιτικός αναλυτής Γκλεμπ Παβλόφσκι, προτιμούν να πιστεύουν ότι ο γεωπολιτικός ανταγωνισμός θα διαλυθεί χάρη στην οικονομική παγκοσμιοποίηση. Επίσης, εξακολουθούν να θεωρούν τη Μέση Ανατολή απλώς ως μια αγορά.
Ο πρόεδρος Ντμίτρι Μεντβέντεφ ολοκλήρωσε πρόσφατα μια περιοδεία που έγινε αιτία να επισκεφθεί τη Δαμασκό και την Άγκυρα. Εκεί φρόντισε να καταργηθεί η βίζα και άνοιξε τις πόρτες της χώρας του στις ευκαιρίες που προσφέρει η εκεί κοινή αγορά (Τουρκίας, Συρίας, Ιράν και Λιβάνου) για τις ρωσικές εταιρείες. Επίσης προώθησε την πώληση μεγάλης ποσότητας όπλων σε όλες αυτές τις χώρες. Ειδικότερα, διαπραγματεύθηκε το δεκαετές συμβόλαιο κατασκευής πυρηνικών σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Τέλος, εκμεταλλεύτηκε την στρατηγική εξέλιξη της Τουρκίας για να κερδίσει τη στήριξη της στη διέλευση των υδρογονανθράκων της Ρωσίας προς την ευρωπαϊκή ήπειρο. Ένας επίγειος ρωσικός αγωγός πετρελαίου θα συνδέσει τη Μαύρη Θάλασσα με τη Μεσόγειο Θάλασσα και έτσι η Άγκυρα ενδέχεται να εκετάσει την προοπτική συμμετοχής της στο διακρατικό έργο του αγωγού φυσικού αερίου South Stream.
Τα όρια συμμετοχής της Ρωσίας
Έξω από το οικονομικό πεδίο, είναι δύσκολο η Μόσχα να εδραιώσει τη θέση της στην περιοχή. Οι παλιές σοβιετικές ναυτικές βάσεις στη Συρία έχουν επανενεργοποιηθεί και άνοιξαν για το ρωσικό στόλο στη Μεσόγειο, ακριβώς σε μια φάση που οι ναυτικές δυνάμεις της Ρωσίας στη Μαύρη Θάλασσα αναμένεται να μειωθούν. 'Ολα αυτά εκτυλίσσονται σε μια χρονική συγκυρία, λες και η Μόσχα προσπαθεί να κερδίσει χρόνο και να μεταθέσει το ζήτημα του Ισραήλ.
Το γεγονός παραμένει ότι η οποιαδήποτε καταδίκη της εβραϊκής αποικιοκρατίας εκ μέρους της Ρωσίας ενδέχεται να αναζωπυρώσει εσωτερικά προβλήματα. Κατά πρώτο λόγο, επειδή, για να θέσουμε το ζήτημα λίγο κυνικά, το απαρτχάιντ του Ισραήλ θυμίζει την μεταχείριση των Τσετσένων από τη Ρωσία. Κατά δεύτερο λόγο, επειδή η Ρωσία ενεργεί υπό το βάρος ενός ιστορικού πλέγματος: αυτού του αντισημιτισμού. Ο Βλαντιμίρ Πούτιν έχει προσπαθήσει επανειλημμένα να γυρίσει σελίδα με συμβολικές χειρονομίες, όπως τον διορισμό ραβίνου στο στρατό, αλλά η Ρωσία δεν έχει πάψει ποτέ να αισθάνεται άβολα με αυτό το θέμα.
Ωστόσο, η Ρωσία θα έπρεπε να σταματήσει να παίζει το παιχνίδι της υπομονής. Τα ζάρια έχουν πέσει και η Ρωσία πρέπει να αντιμετωπίσει τις συνέπειες, χωρίς πισωγυρίσματα. Το Ισραήλ έπαιξε σημαντικό ρόλο στον εξοπλισμό και την εκπαίδευση των γεωργιανών στρατευμάτων που επιτέθηκαν και σκότωσαν Ρώσους πολίτες στη Νότια Οσετία. Σε απάντηση, ο υπουργός άμυνας της Γεωργίας Νταβίτ Κεζερασβίλι, που έχει διπλή (ισραηλινή και γεωργιανή) υπηκοότητα, νοίκιασε δύο αεροπορικές βάσεις στην ισραηλινή Τσαχάλ, για να διευκολύνει την επίθεση του Ισραήλ στο Ιράν από μικρότερη απόσταση. Η Μόσχα έμεινε να κοιτάζει αμέτοχη, δίχως να κάνει καμιά κίνηση κατά του Ισραήλ.
Ο πρόεδρος της Ρωσικής Ομοσπονδίας Ντμίτρι Μεντβέντεφ εξετάζει την πιθανή υποδοχή πρώην Σοβιετικών προσφύγων από το Ισραήλ με τον κυβερνήτη της Αυτόνομης Εβραϊκής Περιφέρειας του Μπιρομπιτζάν, Αλεξάντρ Βινίκοφ, στις 2 Ιουλίου 2010. © Kremlin Press Service
Σε αυτή την παντελή έλλειψη αντίδρασης, η Μέση Ανατολή αντέδρασε με ένα χαμόγελο όλο νόημα. Είναι αλήθεια ότι το Τελ Αβίβ διατηρεί αρκετές σχέσεις με τη ρωσική ελίτ, και δικτυώνεται μαζί της προσφέροντας σε ορισμένα υψηλά ιστάμενα μέλη της στο Ισραήλ διάφορα προνόμια. Όμως, η Μόσχα έχει συγκριτικά πολύ περισσότερες επαφές στο Ισραήλ, θεωρώντας την παρουσία ενός περίπου εκατομμυρίου Ρώσων μεταναστών από την εποχή των σοβιέτ. Θεωρητικά, η Μόσχα θα μπορούσε να φέρει στο προσκήνιο κάποια προσωπικότητα ικανή να παίξει στην κατεχόμενη Παλαιστίνη το ρόλο που διαδραμάτισε ο Φρέντερικ ντε Κλερκ στη Νότιο Αφρική: να καταργήσει το απαρτχάιντ και να εδραιώσει δημοκρατικό καθεστώς στην καρδιά ενός ενιαίου κράτους. Με αυτό το σκεπτικό, ο Ντμίτρι Μεντβέντεφ προσβλέπει σε μια πιθανή μαζική φυγή του Ισραηλινών Εβραίων που δεν θα ανέχονταν ένα τέτοιο νέο καθεστώς. Για το λόγο αυτό, μπλόκαρε την συγχώνευση που ανακοινώθηκε μεταξύ του Χαμπαρόφσκ Κράι και της αυτόνομης εβραϊκής περιφέρειας του Μπιρομπιτζάν. Ο Ρώσος πρόεδρος, ο οποίος προέρχεται από εβραϊκή οικογένεια και ασπάστηκε τη ρωσική ορθόδοξη θρησκεία, σχεδιάζει την επανενεργοποίηση της διοικητικής αυτής οντότητας που ιδρύθηκε από τον Στάλιν το 1934 ως εναλλακτική λύση για τη δημιουργία του κράτους του Ισραήλ. Η κάποτε εβραϊκή δημοκρατία στο εσωτερικό της πρώην Σοβιετικής Ένωσης θα μπορούσε να γίνει μελλοντική πατρίδα για τους πρόσφυγες, οι οποίοι θα ήταν σίγουρα ευπρόσδεκτοι, δεδομένου ότι η Ρωσία διέρχεται μια περίοδο δημογραφικής πτώσης.
Εμπνευσμένος από τα βήματα αυτονομίας που έκαναν οι πρόγονοί του, ο Ρώσος πρόεδρος Μεντβέντεφ επισκέφθηκε το Μπιρομπιτζάν, για να επανενεργοποιήσει τις παραδόσεις της εβραϊκής αυτής αυτόνομης περιφέρειας. Mehdi Ghasemi, ISNA Agency © Kremlin Press Service
Τέλος, αυτό που προκαλεί την μεγαλύτερη έκπληξη είναι η αναβλητικότητα της Ρωσίας σε σχέση με το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν. Είναι γεγονός ότι οι Ιρανοί επιχειρηματίες έχουν θέσει υπό αμφισβήτηση τα νομοσχέδια που υποβλήθηκαν για την κατασκευή του πυρηνικού σταθμού του Μπουσέρ. Είναι επίσης αλήθεια ότι οι Ιρανοί έχουν γίνει ιδιαίτερα ευαίσθητοι μετά από χρόνια αγγλοαμερικανικών παρεμβάσεων. Αλλά και το Κρεμλίνο δεν έχει πάψει να συμπεριφέρεται κυκλοθυμικά προς το Ιράν. Ο πρόεδρος Mεντβέντεφ συνδιαλέγεται με τη Δύση και υπόσχεται τη στήριξη της Ρωσίας στις κυρώσεις κατά του Ιράν που ενέκρινε το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Εν τω μεταξύ, ο Πούτιν διαβεβαιώνει τους Ιρανούς ότι η Ρωσία δεν θα τους αφήσει απροστάτευτους, εάν δεχθούν να παίξουν το παιχνίδι της διαφάνειας. Πίσω από τα παρασκήνια, Ρώσοι αξιωματούχοι αναρωτιούνται αν οι δύο ηγέτες έχουν διαχωρίσει τους ρόλους τους, ανάλογα με τους συνομιλητές τους, προκειμένου να αυξήσει ο καθένας το κύρος του. Ή μήπως η Ρωσία έχει παραλύσει από μια υποβόσκουσα σύγκρουση στην κορυφή της εξουσίας; Στην πραγματικότητα, αυτό που συμβαίνει είναι η επιδείνωση της σχέσης μεταξύ Μεντβέντεφ και Πούτιν, σχέσης που έχει απότομα μετατραπεί σε αδελφοκτόνο πόλεμο.
Η Ρωσική διπλωματία, όπως αυτή ασκείται, είχε ως αποτέλεσμα οι ουδέτερες χώρες να πιστεύουν ότι ένα τέταρτο ψήφισμα του Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ που θα καταδικάζει το Ιράν θα ήταν προτιμότερο από την υιοθέτηση μονομερών μέτρων από τις ΗΠΑ ή την Ευρωπαϊκή Ένωση. Λάθος εκτίμηση, από τη στιγμή που η Ουάσιγκτον και οι Βρυξέλλες θα χρησιμοποιήσουν αυτόματα το ψήφισμα του ΟΗΕ για να δικαιολογήσουν τις δικές τους μονομερείς και επιπρόσθετες κυρώσεις.
Κατά τη διάρκεια κοινής συνέντευξης Τύπου, που πραγματοποιήθηκε στις 14 Μαΐου με το βραζιλιάνο ομόλογό του, ο πρόεδρος Μεντβέντεφ δήλωσε ότι είχε φθάσει σε κοινή θέση με τον πρόεδρο Ομπάμα κατά τη διάρκεια τηλεφωνικής συνδιάλεξης: εάν το Ιράν αποδόταν την πρόταση του Νοεμβρίου του 2009 για τον εμπλουτισμό ουρανίου στο εξωτερικό, δεν θα υπήρχε κανένας λόγος να επιβληθούν κυρώσεις από το Συμβούλιο Ασφαλείας. Αλλά όταν το Ιράν, προς έκπληξη των Δυτικών, υπέγραψε το Πρωτόκολλο της Τεχεράνης, από κοινού με τη Βραζιλία και την Τουρκία, η Ουάσιγκτον απεσύρθηκε και η Μόσχα την ακολούθησε, παραβιάζοντας έτσι τη δέσμευσή της.
Στις 14 Μαΐου 2010, ο Ρώσος πρόεδρος Μεντβέντεφ υποσχέθηκε δημοσίως οτι θα στήριζε την πρωτοβουλία του Βραζιλιάνου ομολόγου του Λούλα ντα Σίλβα για την επίλυση της ιρανικής κρίσης. Ωστόσο, μερικές μέρες αργότερα, ο Μεντβέντεφ ευθυγραμμίστηκε με τις Ηνωμένες Πολιτείες και έδωσε εντολή στον Ρώσο πρεσβευτή στον ΟΗΕ να ψηφίσει υπέρ του ψηφίσματος αρ. 1929, υπαναχωρώντας από την προηγούμενη υπόσχεσή του. © Kremlin Press Service
Είναι γεγονός ότι ο μόνιμος αντιπρόσωπος της Ρωσίας στο Συμβούλιο Ασφαλείας, Βιτάλι Τσούρκιν, έχει αποδυναμώσει αρκετά την ισχύ του ψήφισματος αρ. 1929, παρεμποδίζοντας την επιβολή καθολικού εμπάργκο στην αγορά καυσίμων από το Ιράν... αλλά παρόλα αυτά ψήφισε υπέρ του. Κάθε άλλο παρά αποτελεσματικά, το ψήφισμα θεωρείται εντελώς απαράδεκτο από το Ιράν, τη Βραζιλία, την Τουρκία, καθώς και από το σύνολο των Αδεσμεύτων που στηρίζουν τις θέσεις της Τεχεράνης. Το ψήφισμα θα πρέπει να θεωρηθεί σκανδαλώδες επίσης και το λόγο ότι παραβιάζει τους όρους της Συνθήκης περί Μη Διάδοσης των Πυρηνικών Όπλων, η οποία εξασφαλίζει σε όλες τις συμβαλλόμενες χώρες το δικαίωμα να εμπλουτίζουν ουράνιο. Το ψήφισμα υπ' αρ.1929 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ αρνείται στο Ιράν το δικαίωμα αυτό. Μέχρι σήμερα η Ρωσία φαινόταν να είναι ο υπερασπιστής του διεθνούς δικαίου. Αλλά δυστυχώς δεν δείχνει να είναι πλέον. Οι χώρες του Κινήματος των Αδεσμεύτων γενικά, και ειδικότερα το Ιράν, είχαν ερμηνεύσει την ρωσική ψήφο ως ένδειξη βούλησης από την πλευρά μιας μεγάλης δύναμης να αποτρέψει αναδυόμενες δυνάμεις από την επίτευξη της ενεργειακής ανεξαρτησίας που χρειάζονται για την οικονομική τους ανάπτυξη. Και θα είναι δύσκολο στο μέλλον να ξεχαστεί αυτό το ρωσικό ιστορικό ολίσθημα.
*O Thierry Meyssan είναι Γάλλος πολιτικός αναλυτής, ιδρυτής και πρόεδρος του Δικτύου Réseau Voltaire και της Διάσκεψης "Άξονας για την Ειρήνη". Τα δύο τελευταία βιβλία του που μεταφράστηκαν στην Αγγλική γλώσσα είναι: "9 / 11: το μεγάλο ψέμα" (2002) και "Pentagate"(2003).
Η μετάφραση του πρωτότυπου κειμένου έγινε από την μεταφραστική ομάδα του ιστολογίου
Μην ψαρώνετε...... δεν υπάρχει θέμα ψυχρών σχέσεων μεταξύ Πούτιν-Μεντβέντεφ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΥπαρχουν 4 ισχυρισμοι που προβληματιζουν
ΑπάντησηΔιαγραφή1ος ισχυρισμος
"Και όμως, οι Ιρανοί ηγέτες δηλώνουν ότι έχουν παραιτηθεί από την κατασκευή, την αποθήκευση ή τη χρήση της ατομικής βόμβας, ακριβώς για λόγους ιδεολογίας. Και ο ισχυρισμός τους είναι καθ' όλα αξιόπιστος. Αρκεί να θυμηθούμε τι συνέβη κατά τη διάρκεια του πολέμου που κήρυξε το Ιράκ υπό τον Σαντάμ Χουσείν εναντίον του Ιράν του αγιατολάχ Χομεϊνί."
Τα γεωπολιτικα δεδομενα εχουν αλλαξει!Τωρα οι Αμερικανοι εχουν βασεις και στο Ιρακ αλλα και στο Αφγανισταν!Οι δυο χωρες συνορευουν με το Ιραν δυτικα και ανατολικα αντιστοιχως.Το Ιραν βρισκεται στην μεση!
Το Ιραν ειναι σιγουρο πως βοηθα οικονομικως και στρατιωτικως Παλαιστινιους,Ταλιμπαν και Σιιτες Αραβες στο Ιρακ!
Επιπλεον το Ισραηλ φερεται να θελει να πληξει ιρανικους στοχους οπως εκανε στο Ιρακ και στην Συρια!
Οι ιρανικες εγκαταστασεις ειναι υπογειες!!Τυχαιο??
2ος ισχυρισμος
"Η Τουρκία κληρονόμησε από το παρελθόν σωρεία προβλημάτων, τόσο όσον αφορά τις μειονότητες στο εσωτερικό της όσο και με τους γείτονές της. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν φροντίσει να διαιωνίζονται τα προβλήματα αυτά για δεκαετίες, προκειμένου να διατηρήσουν τον έλεγχο της Τουρκίας."
Η μειονοτητα που δημιουργει "προβλημα" στην Τουρκια ειναι οι Κουρδοι!
Ποια αλλη μειονοτητα δημιουργει προβληματα?
Διοτι Ελληνες και Αρμενιοι σφαγιαστηκαν!!
Κληρονομηθηκαν προβληματα ή οι Τουρκοι δεν σεβαστηκαν αυτα που υπεγραφαν?
Μηπως οι Αμερικανοι θελουν να δημιουργουν προβληματα στην Ελλαδα??
3ος ισχυρσμος
"Οι ευθύνες της Τουρκίας απέναντι στην Ελλάδα και την Κύπρο είναι επίσης πολύ σημαντικές. Το μοίρασμα του Αιγαίου δεν έχει ακόμη αποσαφηνιστεί και ο τουρκικός στρατός εξακολουθεί να κατέχει τη Βόρεια Κύπρο. Η Άγκυρα έχει προτείνει διάφορα μέτρα για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης με τις δύο χώρες, ιδίως μέσω της αμοιβαίας επαναλειτουργίας των λιμένων και των αεροδρομίων."
Για να λυθουν τα προβληματα με την Ελλαδα,το Αιγαιο πρεπει να μοιραστει,και για να επαναλειτουργησουν λιμανια και αεροδρομια θα πρεπει να αναγνωριστει το κατοχικο καθεστως,δηλ η "βορεια Κυπρος"!!
Απο εμπιστοσυνη μεσω των "μετρων" αυτων αλλο τιποτα!!
4ος ισχυρισμος
Αντί να αναβάλλει για αύριο την επίλυση προβλημάτων που αφορούν τις μειονότητες, και για μεθαύριο τη διπλωματική συμμετοχή της στη Μέση Ανατολή, η Ρωσία θα μπορούσε να εξετάσει τα πλεονεκτήματα μιας σχέσης με μουσουλμάνους εταίρους στο εξωτερικό, ώς έμπιστους παίκτες σε ουδέτερο έδαφος, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει και στη δημιουργία εσωτερικού διαλόγου με τους μουσουλμάνους. Η Συρία του Μπασάρ ελ Άσαντ αποτελεί μοντέλο μετα-σοσιαλιστικού κράτους που οδεύει προς τον εκδημοκρατισμό, διατηρώντας, παράλληλα, τους παραδοσιακούς θεσμούς του, επιτρέποντας την άνθηση των μεγάλων θρησκειών και διαφόρων διακλαδώσεών τους, συμπεριλαμβανομένων των σκληροπυρηνικών ουαχαμπιστών, ενώ συγχρόνως κατόρθωσε να διατηρήσει μια κοινωνική ευρυθμία.
Γιατι οχι η Ιορδανια ή η Σ.Αραβια ή καποια αλλη αραβικη χωρα?
Χωρες που τα εχουν καλα με τους Αμερικανους αλλα και με τους Ισραηλινους!!
ΓΜ
Ο 4ος κατά σειρά ισχυρισμός του Μεισάν αναφέρεται στην ανάπτυξη σχέσεων της Ρωσίας με τον μουσουλμανικό κόσμο, έτσι ώστε να διευκολυνθεί και ο διάλογος μεταξύ χριστιανών και μουσουλμάνων μέσα στην ίδια τη Ρωσία. Θεωρεί τη Συρία ως την ευνοϊκότερη περίπτωση...
ΑπάντησηΔιαγραφή- λόγω της έμπρακτης ανεξιθρησκείας που ασκείται εκ παραδόσεως στη χώρα αυτή, και επομένως την κάνει πιο ανοιχτή σε έναν διάλογο. (Αυτό - μιλάω από προσωπική πείρα - είναι γεγονός και είναι φανερό στον επισκέπτη από την πρώτη φορά που θα βρεθεί στην χώρα αυτή.)
- λόγω του ότι οι άλλες δύο χώρες που προτείνεις έχουν χρόνια τώρα κυβερνήσεις-μαριονέτες που εκτελούν κατά γράμμα ό,τι τους υπαγορεύει το ΝΑΤΟ. Η Ρωσία, ως εκ νέου αναδυόμενη υπερδύναμη, μόνο τέτοιες χώρες δεν θα εμπιστευόταν.
Μ.