Η αναβάθμιση της Τουρκίας και οι σχέσεις της με τις ΗΠΑ
Η τριμερής συμφωνία Αζερμπαϊτζάν-Αρμενίας-Ρωσίας που τερμάτισε τον πόλεμο στο Ναγκόρνο Καραμπάχ ανέδειξε νικητές τη Μόσχα και το Μπακού. Αυτό καταδεικνύουν οι σημαντικότερες πρόνοιες της, όπως η αποχώρηση της Αρμενίας και η ενσωμάτωση μεγάλου μέρους της περιοχής στο Αζερμπαϊτζάν, η αναβάθμιση της σύνδεσης Nakhchivan-κυρίως Αζερμπαϊτζάν και η ανάθεση στη Ρωσία της εποπτείας της ειρήνης και της φύλαξης των διαδρόμων Ναγκόρνο Καραμπάχ-Αρμενία και Nakhchivan-κυρίως Αζερμπαϊτζάν. Ωστόσο στους κερδισμένους συγκαταλέγεται και η Τουρκία, καθώς προσέφερε στο Ισλαμικό και Τουρκόφωνο κράτος του Αζερμπαϊτζάν κρίσιμη στρατιωτική βοήθεια. Το συγκεκριμένο ζήτημα είναι σημαντικό γιατί της εξασφαλίζει επιρροή επί ενός κράτους, το οποίο είναι εξαγωγέας φυσικού αερίου -σύντομα χάριν στον αγωγό TAP προμηθευτής της ΕΕ-, αλλά και η μόνη δίοδος από τα δυτικά προς τα Τουρκόφωνα κεντροασιατικά κράτη που παρακάμπτει Ρωσία-Ιράν. Πρόσθετα γιατί δηλώνει σε αυτά τα κράτη, στα Ισλαμικά κινήματα και σε κράτη φιλικά προς το πολιτικό Ισλάμ (Πακιστάν-Μαλαισία) ότι η Άγκυρα θέλει και μπορεί να λειτουργήσει ως σύμμαχος-ηγέτης τους. Τέλος διότι αναδεικνύει την Τουρκία σε ρυθμιστή της κατάστασης στην περιοχή και μάλιστα με θεσμοθετημένο ρόλο στα πλαίσια ενός ρωσοτουρκικού κέντρου επίβλεψης της ειρήνης που συμφωνήθηκε να συγκροτηθεί και το οποίο de facto θα υποβαθμίσει τη σημασία της ομάδας του Μίνσκ (ΗΠΑ-Γαλλία-Ρωσία).
Αντίστοιχα η Άγκυρα δείχνει να ευνοείται και από τις εξελίξεις στη Λιβύη, καθώς Λιβυκές οργανώσεις και ξένοι αναλυτές καταγγέλλουν ότι στην Τυνησία, στο υπό την αιγίδα του ΟΗΕ “Φόρουμ Λιβυκού Πολιτικού Διαλόγου” που έχει επιφορτιστεί να συγκροτήσει κυβέρνησης που θα διεξάγει εκλογές, πλειοψηφεί το πολιτικό Ισλάμ. Συνακόλουθα η Τουρκία αναμένεται να διατηρήσει σημαντικά ερείσματα και στη νέα κυβέρνηση. Έτσι θέτει βάσεις για διεύρυνση της επιρροής της σε μία χώρα εξαγωγέα πετρελαίου και μάλιστα τροφοδότη της ΕΕ, αλλά και διάδρομο διέλευσης προσφύγων-μεταναστών. Πρόσθετα η Άγκυρα μπορεί να ελπίζει στη διατήρηση του τουρκολυβικού μνημονίου ως βάση, τόσο της λογικής της Λιβύης στην οριοθέτηση θαλάσσιων ζωνών, όσο και της προσέγγισης της στις στρατιωτικές συμμαχίες, διευκολύνοντας έτσι την εξάπλωση της Τουρκικής επιρροής στην Αφρική, αλλά και τη συνδιαλλαγή της με Ισλαμικές οργανώσεις. Τέλος δικαιούται να προσδοκά και θεσμική αναβάθμιση της στη διαδικασία διευθέτηση της σύγκρουσης.
Συνεπώς η Τουρκία ισχυροποιείται ως περιφερειακή δύναμη, ενισχύει τις δυνατότητες της να ασκεί επιρροή στην κεντρική Ασία και να πλασάρεται ως σύμμαχος σε ισχυρές χώρες σε Ασία-Αφρική, αναγνωρίζεται ως ηγέτης πολλών ισλαμικών οργανώσεων και αναβαθμίζεται ως εμπορικός κόμβος, ενώ επιβεβαιώνει τη σημασία της στη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών και στην ενεργειακή τροφοδοσία των αγορών. Συνακόλουθα αναδεικνύεται σε διαμορφωτή του status quo σε περιοχές σε Ασία-Αφρική, ενώ δεδομένης της συμφωνίας Κίνας-Ιράν, αποκτά καίριο ρόλο στην προώθηση ή όχι της συνεννόησης Κίνας-Ρωσίας-Ιράν προς την Ευρώπη, καθώς μπορεί να λειτουργήσει, είτε ως το ανατολικό “κάστρο” του ευρωατλαντικού συνασπισμού για την ανάσχεση της, είτε ως το δυτικό της “ορμητήριο”. Επιπλέον αυξάνει την αξία της ως εταίρος της ΕΕ στη διαφοροποίηση των ενεργειακών της εισαγωγών από τη Ρωσία, στη λιγότερο επώδυνη διαχείριση εκ μέρους της προσφυγικής κρίσης και στον έλεγχο των Ευρωπαϊκών Ισλαμικών κινημάτων. Αντίστοιχα ενισχύεται ως εταίρος της Ρωσίας, καθώς επηρεάζει την ικανοποίηση των συμφερόντων της σε Συρία-Λιβύη-Καύκασο-κα. Τέλος διευρύνει τη σημασία της ως εταίρος της Κίνας, γιατί προσφέρει νέες πιθανές διαδρομές στην “πρωτοβουλία Ζώνη και Δρόμος (BRI)”, άλλα και εξαιτίας των ικανοτήτων της να επηρεάζει τα ισλαμικά κινήματα στην Τουρκόφωνη Κινεζική επαρχία Xinjiang.
Παράλληλα οι εκλογές στις ΗΠΑ κατέδειξαν την πόλωση στο εσωτερικό της Αμερικανικής κεφαλαιοκρατικής τάξης και του πολιτικού-ιδεολογικού μηχανισμού που την πλαισιώνει, η οποία, απορρέει από τη διαχρονική μη επίτευξη ισχυρής οικονομικής ανάπτυξης, την ισχυροποίηση της Κίνας και άλλων δυνάμεων σε βαθμό που αμφισβητούν την πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα ή τον κυρίαρχο ρόλο τους σε περιφέρειες του και την όξυνση φαινομένων που εντείνουν τις αντιθέσεις στο εσωτερικό της κοινωνίας, όπως η κλιματική αλλαγή, ο ρατσισμός κ.α. Για την αντιμετώπιση όλων αυτών εκφράζονται διαφορετικές προσεγγίσεις, οι οποίες αντανακλούν τα συμφέροντα ιδιαίτερων οικονομικών κλάδων (πράσινο new deal vs σχιστολιθική επανάσταση) και οι οποίες επιχειρούν να ενσωματώσουν την κλιμακούμενη δυσαρέσκεια του Αμερικανικού λαού για τη συνεχιζόμενη υποβάθμιση της ζωής του, ενώ διαπλέκονται και με τις προσδοκίες ιδιαίτερων επιχειρηματικών ομίλων για άμεση νομοθετική υποστήριξη τους.
Στην προεκλογική περίοδο διαφάνηκε ότι μία Προεδρία Μπάιντεν θα εφαρμόσει σκληρότερη πολιτική προς τη Ρωσία, μετριοπαθέστερη προς την Κίνα, πιο συνεργατική προς την ΕΕ και με έμφαση στους ευρωατλαντικούς ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς. Παράλληλα η συμμετοχή του στη διοίκηση Ομπάμα και οι θέσεις του “Δημοκρατικού κόμματος” διδάσκουν ότι είναι πιθανή μια πιο συμβιβαστική προσέγγιση προς το Ιράν, αλλά και μια απόπειρα επαναπροσέγγισης των μετριοπαθών Ισλαμικών οργανώσεων, ενδεχόμενα που θα επιφέρουν αποστασιοποίηση από ορισμένες θέσεις του Ισραήλ και των Αραβικών Μοναρχιών. Ωστόσο η γενική κατεύθυνση της Αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής δε θα αλλάξει. Αυτή διαμορφώθηκε επί δεύτερης κυβέρνησης Μπους και συνεχίστηκε από Ομπάμα και Τράμπ, ενώ αποτυπώνει την ταύτιση απόψεων στην κυριαρχούσα πολιτική σκέψη των ΗΠΑ, σχετικά με τον άξονα πολιτικής που είναι απαραίτητος για τη διατήρηση του Αμερικανικού καπιταλισμού στην κορυφή του διεθνούς ιμπεριαλιστικού συστήματος. Αυτός ο άξονας περιλαμβάνει την αντιμετώπιση της Κινεζικής ανόδου και την κυριαρχία στον “Ινδοειρηνικό”, την αποτροπή συγκρότησης ευρασιατικού άξονα με επίκεντρο τη συνεργασία Κίνας-Ρωσίας-Ιράν, τη λελογισμένη σπατάλη ισχύος και την αποτελεσματικότερη αξιοποίηση των συμμάχων τους, γεγονός που συνεπάγεται την επαναδιαπραγμάτευση των σχέσεων τους μαζί τους.
Σε αυτά τα πλαίσια το παζάρι ΗΠΑ-Τουρκίας θα ενταθεί ανεξαρτήτως Προέδρου στις ΗΠΑ. Η Ουάσιγκτον θα επιδιώξει να συγκρατήσει την Άγκυρα μακριά από Ρωσία-Κίνα-Ιράν, ενώ θα επιχειρήσει να διατηρήσει τη συμμαχία μαζί της, καθώς της είναι χρήσιμη για την διακοπή της διείσδυσης τους σε Αφρική-Μ. Ανατολή, αλλά και στη μειώσει της επιρροής τους στην κεντρική Ασία και σε σημαντικές χώρες της νότιας-ανατολικής Ασίας (Πακιστάν-Μαλαισία). Μάλιστα στο ενδεχόμενο περεταίρω στοχοποίησης της Ρωσίας στα πλαίσια μίας διοίκησης Μπάιντεν, οι υπηρεσίες της Άγκυρας σε Ουκρανία-Καύκασο-Μ. Ανατολή-κεντρική Ασία θα καταστούν πιο επείγουσες για τις ΗΠΑ. Παράλληλα αυτές θα συνεχίσουν να υπονομεύουν την εξέλιξη της Τουρκίας σε μη ελεγχόμενο περιφερειακό ηγεμόνα και να προσπαθούν την εναρμόνιση της πολιτικής της με τις προτεραιότητες τους. Στα πλαίσια αυτής της προσέγγισης η Ουάσιγκτον θα επιμείνει στην ανοχή-στήριξη ενός μέρους της Τουρκικής πολιτικής και στην ταυτόχρονη υπονόμευση ενός άλλου μέρους. Μάλιστα σε μια Προεδρία Μπάιντεν, όπου η συγκεκριμένη προσέγγιση θα εφαρμοστεί αποφασιστικότερα, η υποστήριξη και η υπονόμευση μέρους της Τουρκικής πολιτικής αναμένεται να είναι πιο ορατή.
Χαρακτηριστικό δείγμα της παραπάνω προσέγγισης είναι η δημοσιοποίηση έκθεσης του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, που αναγνωρίζει Ελληνικό εναέριο χώρο 6 και όχι 10 ν.μ όπως τον έχει ορίσει η Ελλάδα και δηλώνει ότι υπάρχουν περιοχές στο Αιγαίο με μη οριοθετημένα σύνορα Ελλάδος-Τουρκίας, σε συνδυασμό με αναφορά του στο άσχημο επίπεδο θρησκευτικής ελευθερίας στην Τουρκία, με την οποία συνόδευσε την ανακοίνωση επίσκεψης Πομπέο στην Τουρκία και τη συνάντηση του με τον Οικουμενικό Πατριάρχη. Την επαύριον λοιπόν της φαινομενικής νίκης Μπάιντεν η Ουάσιγκτον στέλνει μήνυμα στην Άγκυρα ότι δέχεται ως θέματα προς διευθέτηση μεταξύ των συμμάχων της στην Αν. Μεσόγειο, όχι μόνο τον καθορισμό υφαλοκρηπίδας-ΑΟΖ, αλλά πολύ περισσότερα, ακόμη και τον επανακαθορισμό των συνόρων της περιοχής, ενώ της δηλώνει ότι αποδοκιμάζει την απόπειρα «αυτονόμησης» της από τον ευρωατλαντικό συνασπισμό με όχημα το πολιτικό Ισλάμ.
Ωστόσο η Τουρκία παραμείνει προσηλωμένη στη στρατηγική ανάδειξης της σε παγκόσμια δύναμη. Ως εκ τούτου αντιστέκεται στις πιέσεις της Ουάσιγκτον. Είναι χαρακτηριστική προς αυτό, η προτροπή της προς τις ΗΠΑ να κοιταχτούν στον καθρέφτη για να δούνε χώρες με ρατσισμό και θρησκευτική ανελευθερία, αλλά και οι προφάσεις Τούρκων αξιωματούχων για να μη συναντηθούν με τον Πομπέο, ως ένδειξη δυσαρέσκειας.
Συνακόλουθα η Άγκυρα αναμένεται να εξακολουθήσει την επιθετική της πολιτική, προκειμένου, να εξασφαλίσει τη δική της σφαίρα επιρροής, να διευρύνει τα ερείσματα της στον πλανήτη και να επιτύχει τη συγκρότηση διακρατικών συνεννοήσεων που θα της επιτρέψουν να έχει λόγο στα πλανητικά τεκταινόμενα. Από τις δηλώσεις Τούρκων αξιωματούχων προκύπτει πως οδηγός της για την επίτευξη των παραπάνω στόχων θα είναι ο “Εθνικός Όρκος” και η “Γαλάζια Πατρίδα”. Αντίστοιχα αναδεικνύεται ότι εργαλεία της θα είναι η στρατιωτική της ισχύ, οι οικονομικές σχέσεις, το πολιτικό Ισλάμ, η Οθωμανική πολιτιστική κληρονομία και η Τουρκική γλώσσα-παράδοση. Τέλος αποτυπώνεται η πρόθεση της να αξιοποιήσει τις αντιθέσεις ευρωατλαντικού συνασπισμού – ευρασιατικής συνεργασίας, αλλά και τις αντιθέσεις στο εσωτερικό τους, παραμένοντας στο ευρωατλαντικό στρατόπεδο.
Στην απόπειρα υλοποίησης του σχεδιασμού της η Τουρκία θα συναντήσει την υποστήριξη αρκετών παραγόντων που την αντικρίζουν ως μέσο προώθησης των συμφερόντων τους, ενώ θα αντιμετωπίσει τις αντιδράσεις αρκετών δυνάμεων που τη βλέπουν ως απειλή για τα συμφέροντα τους. Όσον αφορά την Ουάσιγκτον οι Τουρκικοί σχεδιασμοί θα λαμβάνουν τόση υποστήριξη/ανοχή, όση η διευκόλυνση που προσφέρουν στις στοχεύσεις της, αλλά και τόση υπονόμευση, όση η ζημιά που προκαλούν στην πολιτική της. Δεδομένου ότι οι κινήσεις της Τουρκίας συγκρατούν την εξάπλωση της επιρροής Κίνας-Ρωσίας-Ιράν στην Ευρασία, ενώ ο ανταγωνισμός αυτών με τις ΗΠΑ κλιμακώνεται, η Αμερικανική διοίκηση θα επιμείνει στη διατήρηση της συμμαχίας μαζί της, παρά το θυμό που μπορεί να της προκαλεί ορισμένες φορές. Αντίστοιχα η βοήθεια που μπορεί να της προσφέρει (αν θέλει) στη διαχείριση των Ισλαμικών κινημάτων και στον έλεγχο του βαθμού ισχυροποίησης της ΕΕ επίσης την ωθεί σε αυτή την προσέγγιση. Παράλληλα, καθώς μία ενσωμάτωση της Τουρκίας στην συνεννόηση Κίνα-Ρωσία-Ιράν θα είχε καταστροφικές συνέπειες για τις ΗΠΑ, αυτές δεν πρόκειται να προβούν σε κινήσεις που θα την καταστήσουν εχθρό τους, ακόμη και αν οι ενέργειες της αντιβαίνουν σε γενικές γραμμές στα συμφέροντα τους.
Διαφορετική εξέλιξη θα έχουν τα πράγματα στην περίπτωση που η Άγκυρα θέσει σε κίνδυνο την ικανότητα των ΗΠΑ να επιτυγχάνουν το δικό τους δόγμα εξωτερικής πολιτικής, η υλοποίηση του οποίου διασφαλίζει την παραμονή του Αμερικανικού καπιταλισμού στην κορυφή του διεθνούς ιμπεριαλιστικού συστήματος, με την προϋπόθεση της κυριαρχίας του στην Αμερικανική ήπειρο. Αυτό είναι η μη κυριαρχία μίας μόνο δύναμης στην Ευρώπη και η μη κυριαρχία μίας μόνο δύναμης στην Ασία.
Όμως τόσο το μέγεθος της Τουρκικής ισχύος, όσο και η συνολική ισορροπία ισχύος στην Ευρασία και το διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα δεν προοιωνίζουν κάτι τέτοιο…
Γιάννης Χουβαρδάς
PhD© Διεθνολόγος-Πολιτικός Επιστήμονας
Militaire
Γράψτε τα δικά σας σχόλια
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Θα σας παρακαλούσα να είστε κόσμιοι στους χαρακτηρισμούς σας, επειδή είναι δυνατόν επισκέπτες του ιστολογίου να είναι και ανήλικοι.
Τα σχόλια στα blogs υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
Τα σχόλια θα εγκρίνονται μόνο όταν είναι σχετικά με το θέμα, δεν αναφέρουν προσωπικούς, προσβλητικούς χαρακτηρισμούς, καθώς επίσης και τα σχόλια που δεν περιέχουν συνδέσμους.
Επίσης, όταν μας αποστέλλονται κείμενα (μέσω σχολίων ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου), παρακαλείσθε να αναγράφετε τυχούσα πηγή τους σε περίπτωση που δεν είναι δικά σας. Ευχαριστούμε για την κατανόησή σας...