Προς επιδείνωση η «φουρτούνα» στην Ανατολική Μεσόγειο
Σε προηγούμενο άρθρο αναδείχτηκε το ευρύτερο «παζάρι» που διεξάγεται μεταξύ των χωρών της Αν. Μεσογείου, υπό την εποπτεία και τη συμμετοχή των ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ, για την κατανομή των πλουτοπαραγωγικών πηγών, αλλά και των περιοχών άσκησης εθνικής κυριαρχίας και κυριαρχικών δικαιωμάτων στην περιοχή. Παράλληλα επισημάνθηκε ότι η τελεσφόρηση αυτού του «παζαριού» θα διευκόλυνε τον Ευρωατλαντικό συνασπισμό να συσπειρώσει τους συμμάχους και εταίρους του στην κατεύθυνση υλοποίησης των στόχων του στην Αν. Μεσόγειο, οι οποίοι πρωτίστως αφορούν την ανάσχεση της Ρωσικής και Κινεζικής επιρροής, την αύξηση του βαθμού συμμετοχής του στον έλεγχο και την εκμετάλλευση του ενεργειακού της πλούτου και την ήττα της συμμαχίας Ιράν-Συρία-Χεσμπολά, σε μία περίοδο που ο παγκόσμιος καπιταλισμός βυθίζεται στην κρίση και οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί μεταξύ παγκόσμιων και περιφερειακών δυνάμεων οξύνονται.
Πρόσθετα τονίστηκε ότι η απόπειρα διευθετήσεων στα πλαίσια αυτού του «παζαριού» είναι μια διαδικασία που ταυτόχρονα περιλαμβάνει ένταση των διπλωματικών διεργασιών και χρήση στρατιωτικών μέσων, αλλά και ότι η ολοκλήρωση της δεν είναι δεδομένη, ούτε εχέγγυο για τον τερματισμό των εντάσεων στην περιοχή. Αντίθετα, στο φόντο της γενικότερης κλιμάκωσης των ανταγωνισμών παγκοσμίως, καθίσταται μια διαρκή πηγή αντιπαραθέσεων.
Στο ίδιο κείμενο επίσης εκτιμήθηκε ότι πρόθεση της Ελληνικής κυβέρνησης είναι να ενδυναμώσει τη θέση του Ελληνικού καπιταλισμού στην Αν. Μεσόγειο μέσω της επίτευξης ενός συμβιβασμού με την Τουρκία, ο οποίος θα κατοχυρώσει την αναγνώριση ορισμένων ιδιαίτερων συμφερόντων του από πλευράς Άγκυρας, δημιουργώντας παράλληλα συνθήκες σταθερότητας και οικονομικής συνεργασίας στην περιοχή, οι οποίες είναι απαραίτητες για την ανάκαμψη του.
Για την επίτευξη αυτού του συμβιβασμού η Αθήνα δείχνει διατεθειμένη να κάνει υποχωρήσεις στην κατεύθυνση της συνδιαχείρισης-συνεκμετάλλευσης των θαλασσιών ζωνών της, όπως αυτές προκύπτουν από το Δίκαιο της Θάλασσας, γεγονός που αποτυπώθηκε στη συμφωνία οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών της με την Ιταλία, αλλά και στις δηλώσεις Ελλήνων αξιωματούχων ότι αυτή αποτελεί «μοντέλο» για αντίστοιχες διευθετήσεις με άλλες χώρες. Ταυτόχρονα η Ελληνική κυβέρνηση πρωτοστατεί στην προώθηση των Ευρωατλαντικών σχεδιασμών στην Αν. Μεσόγειο, διευκολύνοντας και την αναθέρμανση των σχέσεων Δύσης-Τουρκίας, ευελπιστώντας σε υποστήριξη των ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ στο «παζάρι» της με την κυβέρνηση Ερντογάν.
Πρόσθετα αποτυπώθηκε ο στόχος της Τουρκικής κυβέρνησης να καταστήσει τον Τουρκικό καπιταλισμό περιφερειακό ηγεμόνα, με τη δική του σφαίρα επιρροής στην περιοχή. Σε αυτή την κατεύθυνση η Άγκυρα εργαλειοποιεί το Ισλάμ και το Οθωμανικό παρελθόν της προκειμένου να διευρύνει τα ερείσματα της στις Ισλαμικές και Τουρκογενείς χώρες, αξιοποιεί την ισχυρή διασύνδεση των Τουρκικών επιχειρηματικών ομίλων με ομίλους της Δύσης και άλλων ισχυρών οικονομιών για να αποσπάσει πολιτικά οφέλη και αυξάνει τη χρήση της στρατιωτικής ισχύος για να επιβάλλει αποτελέσματα. Επιπλέον εκμεταλλεύεται τις διευκολύνσεις που προσφέρει σε ΗΠΑ και Ρωσία, αλλά και τις μεταξύ τους αντιθέσεις, επιχειρώντας να αποσπάσει την ανοχή ή και την υποστήριξη αυτών των δυνάμεων σε επιμέρους ζητήματα. Τέλος παρουσιάστηκε η πρόθεση της Αιγύπτου να διατηρήσει το status της περιφερειακής δύναμης για τον Αιγυπτιακό καπιταλισμό, επιχειρώντας τον περιορισμό της Τουρκικής επιρροής στην ευρύτερη περιοχή γύρω από και μέσα στην Αν. Μεσόγειο.
Η πρόσφατη κατακόρυφη κλιμάκωση της έντασης στο Αιγαίο στις 21/7, ως αποτέλεσμα της έκδοσης NAFTEX από πλευράς Τουρκίας για έρευνες στη θάλασσα γύρω από το Καστελόριζο και της επακόλουθης κινητοποίησης του Τουρκικού και Ελληνικού πολεμικού ναυτικού, επιβεβαίωσε ότι η στρατιωτική ισχύς έχει ρόλο και στην εξέλιξη του Ελληνοτουρκικού ανταγωνισμού. Παράλληλα όμως, η επανέναρξη του Ελληνοτουρκικού διαλόγου (επί της ουσίας διαπραγμάτευση), όπως συντελέστηκε προγενέστερα με την τηλεφωνική επικοινωνία Μητσοτάκη-Ερντογάν στις 26/6 και την τριμερή συνάντηση των διπλωματικών συμβούλων Μητσοτάκη-Ερντογάν-Μέρκελ στο Βερολίνο στις 12/7, αλλά και η μετέπειτα λήξη του συναγερμού στο Αιγαίο από τις 23/7, σε συνδυασμό με τις διακηρύξεις συνέχισης του Ελληνοτουρκικού διαλόγου, εξελίξεις στις οποίες είχε έντονη ανάμειξη η Γερμανία, αποτύπωσε πως μια ελληνοτουρκική συμφωνία, μέσω της διπλωματίας, παραμένει πρώτη επιλογή τόσο για την Αθήνα και την Άγκυρα, όσο και για τη Δύση.
Αντίστοιχα η μερική οριοθέτηση ΑΟΖ Ελλάδας-Αιγύπτου στις 6/8 στέλνει μήνυμα σε Άγκυρα, Βερολίνο, Βρυξέλες και Ουάσιγκτον ότι η Ελληνική κυβέρνηση είναι έτοιμη να διευκολύνει έναν Ελληνοτουρκικό συμβιβασμό γύρω από τις θαλάσσιες ζώνες.
Αυτό συμπεραίνεται από το γεγονός ότι στη συμφωνία μεγάλα Ελληνικά νησιά φαίνεται να έχουν μειωμένη επήρεια και μικρά Ελληνικά νησιά της Π.Ε. Λασιθίου παρουσιάζονται με μηδενική, υποδηλώνοντας ότι η κατάληξη της δεν προέκυψε αποκλειστικά με βάση την αρχή της μέσης γραμμής, αλλά λήφθηκε υπόψιν και το κριτήριο της αναλογικότητας, το οποίο επικαλείται διαρκώς η Τουρκία προκειμένου να δικαιολογήσει τις προκλητικές αξιώσεις της σε θαλάσσιες ζώνες.
Παράλληλα η εξαίρεση από τη συμφωνία της περιοχής ανατολικά του 28ου Μεσημβρινού (μισή Ρόδος, σύμπλεγμα Καστελόριζου, κ.α), στην οποία εικάζεται ότι υπάρχουν σοβαρές ποσότητες υδρογονανθράκων (Υ/Α) και υδριτών, σε συνδυασμό με την πολύ γενική διατύπωση περί μελλοντικής ολοκλήρωσης της (άρθρο 1 α), τη διατύπωση ότι η επέκταση της προς τα ανατολικά θα πραγματοποιηθεί «με συμφωνία μεταξύ των δύο μερών, σε περίπτωση μελλοντικής οριοθέτησης της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης με άλλα ενδιαφερόμενα κράτη…» (άρθρο 1 δ), και τη διατύπωση ότι προτού Ελλάδα και Αίγυπτος έρθουν σε συμφωνία με άλλο κράτος, με το οποίο μοιράζονται και οι δύο θαλάσσιες ζώνες, για την οριοθέτηση ΑΟΖ θα πρέπει να ενημερώσουν και να συμβουλευθούν η μία την άλλη (άρθρο 1 ε), υποδηλώνουν ότι η Αθήνα προσκαλεί στο «παζάρι» γύρω από την τελική οριοθέτηση και άλλους γείτονες της. Δηλαδή η Ελληνική κυβέρνηση έχει αποδεχτεί τη διαπραγμάτευση και με την Τουρκία των κυριαρχικών της δικαιωμάτων, όπως προκύπτουν από το Δίκαιο της Θάλασσας, στα ανατολικά του 28ου Μεσημβρινού, περιοχή που μέχρι τη σύναψη του ανυπόστατου Τουρκολυβικού μνημονίου αποτελούσε το όριο των εξωφρενικών Τουρκικών διεκδικήσεων.
Πρόσθετα το «άνοιγμα» του χώρου ανατολικά του 28ου Μεσημβρινού από πλευράς Ελλάδας σε διαπραγμάτευση με Τουρκία & Αίγυπτο, αναμένεται ότι θα εντείνει τις διεργασίες για διευθετήσεις και στην Κύπρο, καθώς αποδυναμώνει περεταίρω τη Λευκωσία. Η τελευταία πλέον δεν αποκλείεται να βρεθεί αντιμέτωπη με κάποια Τουρκοαιγυπτιακή συνεννόηση σχετικά με τις θαλάσσιες ζώνες στα Δυτικά της, ενώ η ίδια είχε πετύχει στο παρελθόν να ορίσει ΑΟΖ με την Αίγυπτο στη βάση της μέσης γραμμής,
Τέλος η διατύπωση ότι οι φυσικοί πόροι που εκτείνονται στις ΑΟΖ και των δύο χωρών θα αποτελέσουν αντικείμενο κοινά αποδεκτής εκμετάλλευσης (άρθρο 2), σε συνδυασμό με την πρόσκληση Δένδια προς άλλες χώρες της περιοχής να μετάσχουν σε αντίστοιχες συμφωνίες, στρώνει το έδαφος και για άλλες συνεκμεταλλεύσεις.
Την ίδια στιγμή η Ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία αναδεικνύει την απόσυρση του Τουρκολυβικού μνημονίου ως την προϋπόθεση που θέτει η Αθήνα για να τελεσφορήσουν οι Ελληνοτουρκικές διαβουλεύσεις, καθώς η μερική οριοθέτηση με το Κάιρο διαπερνά την οριοθέτηση Άγκυρας-Τρίπολης.
Παράλληλα η μη επέκταση της συμφωνίας Ελλάδας-Αιγύπτου ανατολικότερα από το μέσο της Ρόδου και όχι δυτικότερα της ανατολικής Κρήτης αντανακλά την πρόθεση της Αιγύπτου να μην εμπλακεί σε αντιπαράθεση με την Τουρκία σε περιοχές όπου αφορούν τριμερή διαπραγμάτευση. Είναι χαρακτηριστικό ότι μόνο μία πολύ μικρή γωνία του Τουρκολυβικού μνημονίου περιλαμβάνεται στη νέα ΑΟΖ της Αιγύπτου. Αντίστοιχα η χάραξη της ΑΟΖ Αιγύπτου-Ελλάδας σταματάει δίπλα από τη χάραξη ΑΟΖ που έχει προτείνει η Άγκυρα στο Κάιρο. Συνακόλουθα δεν εκπλήσσει η απάντηση της Αιγυπτιακής κυβέρνησης στην αντίδραση της Τουρκίας στην Ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία, η οποία της ασκεί κριτική διότι αντέδρασε δίχως να γνωρίζει τι συμφωνήθηκε. Σε αυτά τα πλαίσια η αντίδραση του Καίρου στις πρόσφατες επιθετικές ενέργειες της Άγκυρας στη θάλασσα του Καστελόριζου, με το αιτιολογικό ότι παραβιάζει τις δικές του θαλάσσιες ζώνες, μπορεί να εκληφθεί και ως μια κίνηση για την ενίσχυση της θέσης του στη διαπραγμάτευση με την Άγκυρα για την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών ανατολικά του 28ου Μεσημβρινού.
Από την άλλη πλευρά η οργισμένη αντίδραση της Τουρκικής κυβέρνησης απέναντι στην Ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία, η οποία εκφράστηκε με τη δήλωση του Τούρκου Προέδρου ότι «δεν υπάρχει καμία συμφωνία Ελλάδας-Αιγύπτου…ενημέρωσα ήδη τη Μέρκελ, ότι ξεκινάμε ήδη τις γεωτρήσεις, τις οποίες εκείνη ζήτησε να σταματήσουμε», αλλά και με την αποχώρηση της από τον Ελληνοτουρκικό διάλογο, αποτυπώνει τη διάθεση της να διεκδικήσει όσο το δυνατόν περισσότερα αποτελέσματα από την υπογραφή του Τουρκολυβικού μνημονίου. Άλλωστε το τελευταίο δεν καταργείται με την Ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία. Μια τέτοια εξέλιξη προϋποθέτει την απόφαση διεθνούς δικαστηρίου. Όμως η Τουρκία αρνείται την προσφυγή σε αυτό για ένα μόνο θέμα, ενώ αν τελικά αυτή πραγματοποιηθεί στη βάση κάποιου συνυποσχετικού που θα περιλαμβάνει πλείστα και διάφορα ζητήματα, το δικαστήριο για πολιτικούς λόγους αποκλείεται να καταλήξει σε κάποια εξαιρετικά ετεροβαρή απόφαση εις βάρος της, επιτρέποντας της έτσι να κατοχυρώσει έμμεσα οφέλη από το Τουρκολυβικό μνημόνιο, ακόμη και αν αυτό εν τέλει κριθεί άκυρο. Σε αυτά τα πλαίσια η Άγκυρα, νιώθοντας αυτοπεποίθηση από τις στρατιωτικές της επεμβάσεις σε Συρία-Λιβύη-Ιράκ και «με φουσκωμένα τα πανιά της από τον αέρα που τις δίνουν» οι μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, δηλώνει ανυποχώρητη στη θέση της ότι τα νησιά δε δικαιούνται καθόλου ΑΟΖ και ότι το Τουρκολυβικό μνημόνιο είναι πλέον μια πραγματικότητα που πρέπει να αποδεχτεί η περιοχή. Μένει να δούμε αν αυτή της η τοποθέτηση αποσκοπεί στην απόσπαση όσων το δυνατόν περισσότερων ανταλλαγμάτων από την Αθήνα και από άλλους παράγοντες στις διαπραγματεύσεις ή αν έχει ως στόχο να τους εξαναγκάσει, ιδίως την Αθήνα και το Κάιρο, σε ολική υποχώρηση. Σε κάθε περίπτωση οι στοχεύσεις της εξυπηρετούνται με την αύξηση της χρήσης στρατιωτικών μέσων, καθώς αυτή λειτουργεί ως μοχλός πίεσης στους ανταγωνιστές της Τουρκίας για υποχωρήσεις.
Τέλος η στάση που κράτησαν οι ΗΠΑ και η ΕΕ κατά την πρόσφατη Ελληνοτουρκική ένταση είναι χαρακτηριστική των επιδιώξεων τους στα Ελληνοτουρκικά. Από τη μια μεριά έκαναν λόγω για αμφισβητούμενα ύδατα, κλείνοντας το μάτι στην Τουρκική κυβέρνηση και στις παράνομες αξιώσεις της στις Ελληνικές θαλάσσιες ζώνες. Από την άλλη άσκησαν κριτική στις ενέργειες της, κάνοντας της παραινέσεις για επίλυση των ζητημάτων διαφωνίας μέσω διαλόγου. Δηλαδή η Δύση προωθεί την εξαγορά της Τουρκίας με σκοπό τον εξευμενισμό της και την απομάκρυνση της από τη Ρωσία, «πληρώνοντας» τη με νομιμοποίηση των αξιώσεων της (μεταξύ άλλων) και στις Ελληνικές θαλάσσιες ζώνες, όπως απορρέουν από το Δίκαιο της Θάλασσας. Ωστόσο επιθυμεί αυτό να γίνει σε συμφωνία με την Αθήνα και χωρίς τη διατάραξη των συμμαχιών της στην Αν. Μεσόγειο, γεγονός που προϋποθέτει και ορισμένη χαλιναγώγηση των Τουρκικών απαιτήσεων.
Συνοψίζοντας. Οι πρόσφατες εξελίξεις στα Ελληνοτουρκικά και η μερική οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών Ελλάδας-Αιγύπτου καταδεικνύουν ότι τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας έχουν καταστεί αντικείμενο της διαπραγμάτευσης Ελλάδας-Τουρκίας-Αιγύπτου, η οποία θέτει σε σοβαρή δοκιμασία την ειρήνη και τη σταθερότητα στην περιοχή. Αυτή η διαπραγμάτευση έχει τη σφραγίδα των ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ και είναι άμεσα συνδεδεμένη με την εξέλιξη των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών μεταξύ των παγκόσμιων δυνάμεων στην περιοχή και ευρύτερα. Παράλληλα η χρήση στρατιωτικής ισχύος φαίνεται ότι αποτελεί μέρος της όλης διαδικασίας, ενώ η όποια έκβαση (συμφωνία, συμφωνία μέσω μεγαλύτερων ή μικρότερων πολεμικών επεισοδίων, πόλεμος) της δεν προβλέπεται να απαλλάξει την περιοχή από τις αντιπαραθέσεις και τα δεινά που αυτές προκαλούν στους λαούς.
Γιάννης Χουβαρδάς
PhD© Διεθνολόγος-Πολιτικός Επιστήμονας
Militaire
Γράψτε τα δικά σας σχόλια
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Θα σας παρακαλούσα να είστε κόσμιοι στους χαρακτηρισμούς σας, επειδή είναι δυνατόν επισκέπτες του ιστολογίου να είναι και ανήλικοι.
Τα σχόλια στα blogs υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
Τα σχόλια θα εγκρίνονται μόνο όταν είναι σχετικά με το θέμα, δεν αναφέρουν προσωπικούς, προσβλητικούς χαρακτηρισμούς, καθώς επίσης και τα σχόλια που δεν περιέχουν συνδέσμους.
Επίσης, όταν μας αποστέλλονται κείμενα (μέσω σχολίων ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου), παρακαλείσθε να αναγράφετε τυχούσα πηγή τους σε περίπτωση που δεν είναι δικά σας. Ευχαριστούμε για την κατανόησή σας...