O Ερντογάν και η Ανορθολογική Προσέγγιση
Tου Κωνσταντίνου Λαμπρόπουλου
Αναντίρρητα, η ορθολογική εξήγηση της τάσης των κρατών να καταφεύγουν ενίοτε στην πολεμική αναμέτρηση (rational explanation of war) προς ευόδωση των στρατηγικών τους συμφερόντων αποτελεί ένα απ’ τα κυρίαρχα αξιώματα της Διεθνούς Πολιτικής.
Η ορθολογική διάσταση των κρατών, άλλωστε, εμπέδωσε την έννοια της Αποτροπής (Deterrence) στο πλαίσιο της διακρατικής αντιπαράθεσης την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου ενώ το παράδειγμα της ορθολογικής επιλογής (rational choice paradigm) αναγνωρίστηκε ως το σημείο αναφοράς στο πλαίσιο της λήψης αποφάσεων, καθώς το εθνικό συμφέρον προάγεται μέσω της ορθολογικής διαδικασίας ελέγχου, διασταύρωσης των πληροφοριών και της συστηματικής επεξεργασίας δεδομένων.
Παρά ταύτα, ο κίνδυνος υιοθέτησης ανορθολογικών προτύπων συμπεριφοράς (non rational patterns of behavior) στο πλαίσιο της λήψης αποφάσεων, ελλοχεύει πάντα εξαιτίας των γνωσιακών περιορισμών (cognitive limitations), συνδεόμενων με προκαταλήψεις (biases) και λανθασμένες αντιλήψεις (misperceptions ), απόρροια των ανθρώπινων παρορμήσεων και προδιαθέσεων.
Ο ανορθολογισμός στο επίπεδο της λήψης των αποφάσεων συναρτάται με την γνωσιακή προκατάληψη (Cognitive bias) που διέπει τις εκάστοτε ηγεσίες και στηλιτεύεται δικαίως ως δυνητικό αίτιο επερχόμενων δεινών για την κρατική πολιτική, αφορώντας λανθασμένες αποφάσεις που καταλήγουν σε πολιτικές αποτυχίες, εξάντληση των οικονομικών πόρων και διπλωματικές ή στρατιωτικές ήττες, πολλές φορές με συντριπτικά αποτελέσματα.
Εντούτοις, χρήζει προσοχής το γεγονός ότι οι γνωσιακές προκαταλήψεις περιλαμβάνονται στο πλαίσιο της προδιατεθειμένης ανθρώπινης συμπεριφοράς (predilective pattern of behavior) που αφορά ευρετικές μεθόδους (heuristics) αντίληψης της πραγματικότητας, εδραζόμενες στην διαίσθηση (intuition) και στο ένστικτο (instinct).
Το στρατηγικό ένστικτο (strategic instinct) ενός λήπτη αποφάσεων αποτελεί μια ταχεία, προσαρμοστική, αφαιρετική μέθοδο αντίληψης της πραγματικότητας, η οποία καθοδηγεί το άτομο στο να λάβει αποφάσεις, βάσει των δικών του επιτυχημένων πρότερων εμπειριών και της διαίσθησής του, λειτουργώντας ως μέσο επιβίωσης σε ανταγωνιστικό περιβάλλον .
Αυτού του είδους η προσαρμογή δύναται να λειτουργήσει ευεργετικά ορισμένες φορές στο πλαίσιο της διαχείρισης κρίσεων, ιδίως όταν καλείται μια ηγεσία να ανταποκριθεί σε καταστάσεις ευρείας αστάθειας και μη προβλεψιμότητας, όπου η ροή πληροφοριών είναι ελλιπής και τα χρονικά περιθώρια αντίδρασης πολύ περιορισμένα.
Το στρατηγικό ένστικτο των ηγεσιών στη διαχείριση μιας κρίσης, ή στον σχεδιασμό της εξωτερικής πολιτικής, αντιμετωπίζεται από πολλούς λανθασμένα ως αποκλειστικά ανασταλτικός και επιβαρυντικός παράγων στην ορθή λήψη αποφάσεων, εξαιτίας της δυνητικώς ανορθολογικής επίδρασης που δύναται να έχει στην έκδοση μιας κρίσιμης απόφασης, αγνοώντας την πιθανή θετική του επιρροή σε συνδυαστικές διαδικασίες, καθώς εμπίπτει στην κατηγορία των φυσικών προσαρμογών του ατόμου σε δύσκολες περιστάσεις και δύναται υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις να επιφέρει θετικά στρατηγικά αποτελέσματα.
Τουτέστιν, στη στρατηγική θεωρία, ο ρόλος των ανορθολογικών προσεγγίσεων ενυπάρχει, παράλληλα με το ορθολογικό πρόταγμα, καθώς μια απολύτως λελογισμένη ορθολογική στρατηγική πολλές φορές αποτυγχάνει να δημιουργήσει ευνοϊκά αποτελέσματα, επειδή καθίσταται εξ ορισμού απολύτως προβλέψιμη. Αντιθέτως, μια ανορθολογική στρατηγική δύναται να επιφέρει ασύμμετρο πλεονέκτημα, εκμεταλλευόμενη τις τρωτότητες της προβλεψιμότητας του ορθολογισμού.
Ένας από τους σκαπανείς της στρατηγικής θεωρίας και της θεωρίας παιγνίων, ο Τόμας Σέλινγκ (Thomas Schelling), διατρανώνοντας την αξία της ανορθολογικής προσέγγισης υπό συγκεκριμένες συνθήκες στο πεδίο της σύγκρουσης, ανέφερε χαρακτηριστικά: "Πολλά απ’ τα πλεονεκτήματα του ορθολογισμού μετατρέπονται σε τρωτότητες υπό προϋποθέσεις. Δύναται να υπάρξει ο ορθολογισμός της ανορθολογικής προσέγγισης (rationality of non- rationality) στον οποίο ανορθολογικές στρατηγικές θα επικρατήσουν".
Ως εκ τούτου, η ιστορία βρίθει από παραδείγματα στα οποία οι προτιμήσεις, οι τάσεις και οι αποφάσεις των ηγετών, άγονταν από φαινομενικά ανορθολογικές επιταγές, καθώς σε πλείστες περιπτώσεις, η ιδεολογική προσέγγιση και η υιοθέτηση οραματικών στόχων αποτελούσαν τον κανόνα και όχι την εξαίρεση. Άλλωστε είναι αυταπόδεικτο και προφανές πως ο λήπτης αποφάσεων ως άνθρωπος, λειτουργεί εντός ενός φυσικού ρέοντος περιβάλλοντος, επηρεάζων και επηρεαζόμενος, βασιζόμενος στο ένστικτο και την εμπειρία του στο πλαίσιο της επιβίωσής του.
Αποτελεί σημαντικό σφάλμα συνεπώς να αποστεώνεται η στρατηγική ανάλυση και να μην περιλαμβάνει την ύπαρξη και την συμβολή ανορθολογικών στοιχείων στη διαχείριση κρίσεων, στην εφαρμογή της εξωτερικής πολιτικής και κατ’ επέκταση στην συν-διαμόρφωση της στρατηγικής συμπεριφοράς των κρατών.
Ένα μεγάλο μέρος των διαμορφωτών πολιτικής του Δυτικού Κόσμου, υποπίπτει στο σφάλμα αγνόησης των ανορθολογικών στοιχείων που διέπουν την κοσμοθεωρία των ηγεσιών, ιδίως της Μέσης Ανατολής, αναλύοντας τα κίνητρα και τις πράξεις τους υπό το αποκλειστικό πρίσμα του δυτικού ορθολογικού προτύπου.
Στην περίπτωση του Τούρκου Προέδρου Ερντογάν, οι περισσότεροι αναλυτές υπερτονίζουν την πραγματιστική-ορθολογική διάσταση των ενεργειών του, επισημαίνοντας ορθώς τις συστημικές αιτίες του τουρκικού αναθεωρητισμού και την αλληλεπίδραση του εξωτερικού και εσωτερικού πεδίου στη διαμόρφωση της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής.
Μολαταύτα, τείνει να υποτιμάται και να υποβαθμίζεται ο προσωπικός τουρκο-ισλαμικός κώδικας αξιών του Τούρκου Προέδρου στη διαμόρφωση της στρατηγικής του αντίληψης και η επικράτηση του στρατηγικού ενστίκτου και των άυλων συντελεστών ισχύος αντί μιας απολύτως ορθολογικής στρατηγικής προσέγγισης που αφορά και τη διαχείριση κρίσεων.
Συνεχίζει συνεπώς να προκρίνεται η θέαση της τουρκικής στρατηγικής συμπεριφοράς υπό το πρίσμα των δυτικών ορθολογικών προτύπων (mirror imaging), γεγονός που προκαλεί σύγχυση στις ευρω-ατλαντικές ελίτ, αναφορικά με τις πραγματικές προθέσεις της τουρκικής ηγεσίας, ενώ διαπιστώνεται αδυναμία ελέγχου των πολλαπλών τουρκικών στρατηγικών επιδιώξεων.
Αξίζει να σημειωθεί πως η ιδεολογικοποίηση της εξωτερικής πολιτικής και η χάραξή της βάσει πολιτισμικών-ιδεολογικών προτύπων, αν και ξορκίζεται ως απευκταία, επιζήμια και ανορθολογική από την συντριπτική πλειοψηφία των Αμερικανών και Ευρωπαίων Ληπτών Αποφάσεων μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, εντούτοις αποτελεί πλέον εκ νέου μια πραγματικότητα, επιβεβαιώνοντας τον ισχυρισμό του Σάμιουελ Χάντιγκτον περί πολιτισμικού υποβάθρου της εξωτερικής πολιτικής και των συγκρούσεων στον 21ο αιώνα.
Η επανατοποθέτηση της Τουρκίας στο διεθνές στερέωμα ως αυτόνομος ισλαμικός γεωπολιτικός πόλος πηγάζει από μια μετα-αυτοκρατορική θεώρηση σύμπηξης ενός ισλαμικού άξονα με εκείνη ηγεμονεύουσα αυτού, εν είδει Κεντρικής Δυνάμεως. Οι στρατηγικές επιλογές της τουρκικής ηγεσίας απορρέουσες από τον συγκεκριμένο αναβαθμισμένο ρόλο, εμπεριέχουν ανορθολογικά στοιχεία, καθώς έφεραν την Άγκυρα σε τροχιά σύγκρουσης με τα ευρω-ατλαντικά συμφέροντα και με παραδοσιακούς εταίρους της, όπως το Ισραήλ. Αντιθέτως, προς επίρρωση ακόμη μεγαλύτερου ανορθολογισμού, η Τουρκία προσεταιρίστηκε έναν από τους μεγαλύτερους παραδοσιακούς αντιπάλους της, τη Ρωσία.
Επιπρόσθετα, η τουρκική ηγεσία, κινούμενη στρατηγικώς ανορθολογικά, ενεπλάκη στρατιωτικά σε πολλαπλά μέτωπα, αντιμετωπίζοντας το ρίσκο της στρατηγικής υπερέκτασης (overextension), μην έχοντας θεωρητικά τις δυνατότητες να διατηρήσει μακροπρόθεσμα αυξημένους τους συντελεστές ισχύος της και κινδυνεύοντας να υποπέσει στο περίφημο "Χάσμα του Λίπμαν".
Παραταύτα, η τουρκική ηγεσία δεν απορρίπτει μια πραγματιστική ανάγνωση του διεθνούς περιβάλλοντος, εμπλουτίζει όμως την στρατηγική της με άυλα στοιχεία επενδύοντας στο στρατηγικό ένστικτο του Ερντογάν που αγνοεί τους κινδύνους μιας συστημικής περιφερειακής συσπείρωσης ενός ευρέος αντι-τουρκικού συνασπισμού.
Ο Ερντογάν διακατέχεται από μια εκ των γνωστότερων γνωσιακών προκαταλήψεων, την υπέρμετρη αυτοπεποίθηση (overconfidence), η οποία εντοπίζεται σ' όλο το πλέγμα της ρητορικής του, της πολιτικής πρακτικής του, στην χάραξη μιας αυτόνομης εξωτερικής πολιτικής στα όρια ή και εκτός ευρωατλαντικού πλαισίου, οδηγώντας την Τουρκία στην ανάληψη επιθετικής στρατηγικής συμπεριφοράς που αντιβαίνει τους κανόνες της Φιλελεύθερης Διεθνούς Τάξης .
Η υπέρμετρη αυτοπεποίθηση τον οδηγεί στην υιοθέτηση ακροσφαλούς διπλωματικής πρακτικής (brinkmanship), στην ανάληψη υπερβολικού ρίσκου με μη προφανή μακροπρόθεσμα κέρδη. Το στρατηγικό του ένστικτο προτάσσεται από τον ίδιο και τον τουρκικό τύπο ως αλάνθαστο ενώ το υβριδικό δόγμα εθνικής ασφάλειας εντάσσεται στο πλαίσιο προβολής άυλων πολλαπλασιαστών ισχύος.
Αποτιμώντας την ανορθολογική προσέγγιση του Τούρκου Προέδρου θα πρέπει να ληφθεί υπόψη πως η υπερβολική αυτοπεποίθηση καλλιεργεί τη φιλοδοξία και την τάση εκμετάλλευσης των ευκαιριών που προκύπτουν, εν αντιθέσει με την έλλειψη αυτοπεποίθησης που καθιστά έναν δρώντα επιφυλακτικό.
Ο Ερντογάν έχοντας φιλοδοξία να ξεπεράσει τον Κεμάλ στο υποσυνείδητο των Τούρκων, κινείται στη διεθνή σκακιέρα με υπέρμετρη αυτοπεποίθηση, αναλαμβάνοντας υψηλά ρίσκα, αναγιγνώσκει ευκαιρίες και δράττεται της διεθνούς συγκυρίας προς επίτευξη συγκεκριμένων στρατηγικών στόχων.
Ο ανορθολογισμός του συσπειρώνει κατά παράδοξο τρόπο, πλατιές λαϊκές μάζες υπό ένα συντηρητικό εθνικιστικό ιδεώδες υπό το πρίσμα ενός μετα-αυτοκρατορικού μεγαλείου.
Επενδύοντας σε άυλους συντελεστές ισχύος όπως στον πολιτισμικό πυλώνα, καθίσταται δυνητικός ρυθμιστής του ισλαμικού κόσμου, έχοντας ευρεία απήχηση ως ισλαμιστής ηγέτης πέρα απ’ τα στενά όρια του τουρκικού ισλάμ.
Κατά συνέπεια, η ιδεολογικοποίηση της εξωτερικής πολιτικής και η εισαγωγή ανορθολογικών προτύπων στην στρατηγική εξίσωση, αποτελούν κινητήριο δύναμη ευόδωσης στόχων, κάμψης του ηθικού των εξωτερικών και εσωτερικών αντιπάλων και κυρίως εκμετάλλευσης του ευνοϊκού momentum.
Έχοντας αποστολή να πραγματώσει έναν μεγαλειώδη στόχο (grandiose target), η μόνη επιλογή είναι το άλμα προς τα εμπρός, κάτι αντίστοιχο με το περίφημο Flucht nach vorne της αυτοκρατορικής Γερμανίας το 1914.
Ο ανορθολογισμός τού επιτρέπει να εκμεταλλεύεται την ταχύτητα των δικών του αποφάσεων έναντι των υπολοίπων που ομνύουν στο ορθολογικό μοντέλο. Τοιουτοτρόπως εξηγείται, η κατοχή της πρωτοβουλίας των κινήσεων στο εσωτερικό μέτωπο, ευρισκόμενος ένα βήμα έμπροσθεν, ενώ οι ριψοκίνδυνες κινήσεις στην εξωτερική πολιτική και η προληπτική δράση του στρατιωτικού πυλώνα, του προσθέτουν ευελιξία και διαρκή δυνατότητα ανάκτησης της πρωτοβουλίας καθώς και ρυθμιστικές δυνατότητες διόρθωσης λαθών, κινούμενος τάχιστα στο ένα άκρο του φάσματος, επισείοντας την προσοχή σε συγκεκριμένη ατζέντα.
Παράλληλα η υπέρμετρη αυτοπεποίθηση ενισχύει το αίσθημα ανταγωνιστικότητας και αποφασιστικότητας του τουρκικού μηχανισμού ασφάλειας έναντι των πάσης φύσεως περιορισμών. Ο βομβαρδισμός και η καταστροφή δις της βάσης Αλ Ουατίγια δεν πτόησε την τουρκική ηγεσία, η οποία την επανεξοπλίζει στρατιωτικά εκ νέου.
Παρά ταύτα, θα πρέπει να σημειωθεί πως η ευόδωση των στόχων και η κατάρρευση σ ένα ακροσφαλές περιβάλλον, απέχουν παρά ελάχιστα. Ο Τούρκος πρόεδρος ακροβατεί μεταξύ της επιτυχίας και της αποτυχίας, γεγονός που τον προτρέπει αφενός σε ριψοκίνδυνες ενέργειες για την διατήρηση της πρωτοβουλίας, αφετέρου δεν ορρωδεί προ ουδενός πισωγυρίσματος αναλαμβάνοντας το κόστος.
Ο λεγόμενος πραγματισμός του σημαίνει προσωρινή αναδίπλωση. Ο ανορθολογισμός του αποτελεί ταυτόχρονα την ισχύ και την Αχίλλειο Πτέρνα του.
Για να αντιμετωπιστεί επαρκώς δεν αρκούν αποσπασματικά μέτρα-κυρώσεις. Απαιτείται από την ελληνική ηγεσία πρωτίστως αλλά και από την ευρωπαϊκή ηγεσία δευτερευόντως, η υιοθέτηση ενός ολιστικού δόγματος ανάσχεσης που θα στοχεύσει τις πολλαπλές τρωτότητες της ανορθολογικής τουρκικής προσέγγισης.
Αυτή η προοπτική όμως απαιτεί συναντίληψη της απειλής εκ των προτέρων και διαφορετική ευρωπαϊκή προσαρμογή στη νέα πραγματικότητα.
* Ο κ. Κων/νος. Θ Λαμπρόπουλος είναι Στρατηγικός Αναλυτής, Εταίρος Κέντρου Μελετών Ασφάλειας της Γενεύης
Γράψτε τα δικά σας σχόλια
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Θα σας παρακαλούσα να είστε κόσμιοι στους χαρακτηρισμούς σας, επειδή είναι δυνατόν επισκέπτες του ιστολογίου να είναι και ανήλικοι.
Τα σχόλια στα blogs υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
Τα σχόλια θα εγκρίνονται μόνο όταν είναι σχετικά με το θέμα, δεν αναφέρουν προσωπικούς, προσβλητικούς χαρακτηρισμούς, καθώς επίσης και τα σχόλια που δεν περιέχουν συνδέσμους.
Επίσης, όταν μας αποστέλλονται κείμενα (μέσω σχολίων ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου), παρακαλείσθε να αναγράφετε τυχούσα πηγή τους σε περίπτωση που δεν είναι δικά σας. Ευχαριστούμε για την κατανόησή σας...