Τι (δεν) περιμένουμε από τον κ. Ερντογάν
Μετά την εκλογική του νίκη της περασμένης Κυριακής ο κ. Ταγίπ Ερντογάν αναμφισβήτητα αναδεικνύεται σε κορυφαίο πολιτικό ηγέτη της γείτονος. Με ποσοστό 49,9% του εκλογικού σώματος και με 326 βουλευτές στην τουρκική εθνοσυνέλευση, ο τούρκος πρωθυπουργός επισφράγισε με την εκλογική του επικράτηση τον σημαντικό ρόλο που του επιφύλαξε η ιστορία της μετακεμαλικής Τουρκίας.
Αν και η νίκη του –η τρίτη κατά σειράν– ήταν άνετη, εν τούτοις δεν του εξασφάλισε τον μαγικό αριθμό των 330 βουλευτών, με τον οποίο θα μπορούσε να προχωρήσει μόνος του στην πολυπόθητη γι’ αυτόν μεταρρύθμιση του Συντάγματος. Μεταρρύθμιση που σε περίπτωση ανόδου του στον προεδρικό θώκο θα εξυπηρετούσε την εκπλήρωση των πολιτικών του φιλοδοξιών.
Ο διακαής πόθος του κ. Ερντογάν για τη μεταρρύθμιση του Συντάγματος δεν εκδηλώνεται πρώτη φορά. Άρχισε τον Σεπτέμβριο του 2010, όταν το 58% του τουρκικού λαού ενέκρινε με δημοψήφισμα 26 συνταγματικές αλλαγές, που μετέβαλαν το πνεύμα του Συντάγματος, που είχε υιοθετηθεί το 1982, μετά το πραξικόπημα των στρατιωτικών το 1980. Οι αλλαγές αυτές αφορούσαν για πρώτη φορά από την εποχή του Κεμάλ και το στράτευμα. Μεταξύ αυτών συγκαταλέγονται κι εκείνες που συντελούσαν στη συρρίκνωση του ρόλου του. Επαναοριοθετείτο η δικαιοδοσία των στρατιωτικών δικαστηρίων αφού οι στρατιωτικοί λογοδοτούν, πλέον, για εγκλήματα κατά του πολιτεύματος στα πολιτικά και όχι στα στρατιωτικά δικαστήρια.
Οι περαιτέρω ρυθμίσεις του Συντάγματος εξακολουθούν να αποτελούν μια από τις βασικές προτεραιότητες του επανεκλεγέντος τούρκου πρωθυπουργού. Τούτο μπορεί να γίνει είτε με σύμπραξη άλλου κόμματος είτε με δημοψήφισμα.
Παρά όμως την επικρατούσα ευφορία στους οπαδούς του κυβερνώντος κόμματος, η νίκη του κ. Ερντογάν δεν είναι ανέφελη. Βασικές εκκρεμότητες ουσιαστικής μορφής θα αναγκάσουν τη νέα κυβέρνηση να αναζητήσει τρόπους αποτελεσματικής προσεγγίσεως σε μια σειρά λεπτών θεμάτων, εγχείρημα όχι απλό αλλά και με απρόβλεπτες συνέπειες. Ένα από αυτά και το Κουρδικό. Θέμα κατ’ εξοχήν ευαίσθητο και που απαιτεί δύσκολους και λεπτούς χειρισμούς. Αλλά και το θέμα της υλοποίησης των δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων, αναπόσπαστο μέρος της ευρωπαϊκής προοπτικής της Τουρκίας, δεν παύει να επιβαρύνει πρόσθετα την ατζέντα του νέου Υπουργικού Συμβουλίου. Σημαντική επίσης εκκρεμότητα αποτελεί φυσικά και το Κυπριακό, για το οποίο η Τουρκία θα πρέπει να εγκαταλείψει την αδιαλλαξία που μέχρι τώρα τηρεί και να υιοθετήσει εποικοδομητική στάση.
Η μεγάλη αυτή νίκη του Ερντογάν δεν άφησε αδιάφορη την Αθήνα. Αν και δεν δείχνει δυσαρεστημένη, παραμένει προβληματισμένη. Και τούτο γιατί δεν έχει ακόμη διαφανεί κατά πόσον η νέα τουρκική κυβέρνηση θα ασχοληθεί κατά προτεραιότητα με τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Συναφές προκύπτει το ερώτημα κατά πόσον η άνετη εκλογική νίκη του κ. Ερντογάν θα επηρεάσει την πορεία των σχέσεων Αθήνας - Άγκυρας. Η απάντηση που πρέπει, κατά τη γνώμη μας, να δοθεί είναι αρνητική.
Κατ’ αρχάς από πουθενά, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, δεν προκύπτει ότι οι ελληνοτουρκικές σχέσεις θα αποτελέσουν προτεραιότητα για τη νέα τουρκική κυβέρνηση. Από τον πανηγυρικό λόγο που ο τούρκος πρωθυπουργός εκφώνησε, αμέσως μετά την αναγγελία της νίκης του, δεν βγαίνει κάτι σχετικό. Αλλά εκτός αυτού, είναι πολύ παρακινδυνευμένη κάθε πρόβλεψη περί ενδεχόμενης τουρκικής μεταστροφής στα γνωστά και ευαίσθητα θέματα των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι και μετά τις άλλες, τις προηγούμενες, εκλογικές νίκες του κ. Ερντογάν είχαν εκφραστεί ελπίδες περί «ενάρξεως νέας περιόδου σχέσεων» Αθήνας - Άγκυρας. Τι άλλαξε όμως από τότε που να μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι θα μεταβληθεί ριζικά το σκηνικό των διμερών μας σχέσεων με την Τουρκία;
Επιπροσθέτως υπάρχει και μια άλλη παράμετρος, ουδόλως αμελητέα. Αν ο κ. Ερντογάν επιμείνει στη συνταγματική μεταρρύθμιση –και δεν υπάρχει ένδειξη περί του αντιθέτου– είναι φυσικό να προστρέξει στη συνδρομή των άλλων κομμάτων και να ακολουθήσουν συμμαχίες. Για να το επιτύχει όμως αυτό θα πρέπει να δώσει ανταλλάγματα, ικανοποιώντας ή υιοθετώντας θέσεις είτε του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, του κεμαλικού CHP, είτε του εθνικιστικού κόμματος της Εθνικής Δράσης (MHP) του κ. Ντεβλέτ Μπαχτσελί επί ορισμένων κρίσιμων θεμάτων, όπως οι ελληνοτουρκικές σχέσεις. Και τα δύο αυτά κόμματα ναι μεν υπολείπονται κατά πολύ του υψηλού ποσοστού που το κυβερνών κόμμα συγκέντρωσε στις εκλογές της περασμένης Κυριακής, δεν παύουν όμως να έχουν αυξήσει τη δύναμή τους, γεγονός που σημαίνει ότι ο τούρκος πρωθυπουργός δεν μπορεί να τα αγνοήσει.
Λογικό επομένως το συμπέρασμα που προκύπτει, ότι η νέα εκλογική νίκη του τούρκου πρωθυπουργού δεν πρόκειται να αλλάξει την πορεία των σχέσεων Αθήνας - Άγκυρας. Οι βασικές τουρκικές θέσεις πιστεύουμε ότι θα παραμείνουν αναλλοίωτες.
Από μια όμως άλλη οπτική γωνία θα πρέπει να συγκρατηθεί ότι και η νίκη αυτή του κ. Ερντογάν του παρέχει τη δυνατότητα να οργανώσει με άνεση όλες τις κινήσεις που θα τον οδηγήσουν στο ανώτατο αξίωμα της χώρας, δίνοντας συγχρόνως το εναρκτήριο λάκτισμα και για την έναρξη των διαδικασιών που θα δρομολογήσουν εξελίξεις στο θέμα της διαδοχής του στην ηγεσία του ΑΚΡ. Εξελίξεις που ασφαλώς ενδιαφέρουν άμεσα τη χώρα μας.
Γράψτε τα δικά σας σχόλια
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Θα σας παρακαλούσα να είστε κόσμιοι στους χαρακτηρισμούς σας, επειδή είναι δυνατόν επισκέπτες του ιστολογίου να είναι και ανήλικοι.
Τα σχόλια στα blogs υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
Τα σχόλια θα εγκρίνονται μόνο όταν είναι σχετικά με το θέμα, δεν αναφέρουν προσωπικούς, προσβλητικούς χαρακτηρισμούς, καθώς επίσης και τα σχόλια που δεν περιέχουν συνδέσμους.
Επίσης, όταν μας αποστέλλονται κείμενα (μέσω σχολίων ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου), παρακαλείσθε να αναγράφετε τυχούσα πηγή τους σε περίπτωση που δεν είναι δικά σας. Ευχαριστούμε για την κατανόησή σας...