Αύξηση του εθνικισμού στην Τουρκία
Του Marc Pierini
Τόσο οι οικονομικές όσο και οι πολιτικές αποφάσεις του Erdogan έχουν πλαισιωθεί με ένα έντονα εθνικιστικό αφήγημα. Ωστόσο, το εθνικιστικό αίσθημα στην Τουρκία έχει τις ρίζες του στα χρόνια που οδηγούν στην διακήρυξη της Δημοκρατίας το 1923, ιδιαίτερα στην μετάβαση μεταξύ της Συνθήκης των Σεβρών του 1920 (που ποτέ δεν επικυρώθηκε) και η οποία θα είχε χωρίσει την Οθωμανική Τουρκία στην Αρμενία, τη Γαλλία, την Ελλάδα και την Μεγάλη Βρετανία, με μεγάλες "ζώνες επιρροής” για τη Γαλλία, την Ιταλία και την Μεγάλη Βρετανία, και την Συνθήκη της Λωζάννης του 1923 (που ουσιαστικά χαρτογράφησε το μεγαλύτερο μέρος της σημερινής Τουρκίας). Μια εθνικιστική ανάγνωση της ιστορίας έχει καλλιεργηθεί από τα πρώτα χρόνια διακυβέρνησης του Mustafa Kemal Ataturk, συμπεριλαμβανομένης μεταξύ άλλων και της διδασκαλίας στα σχολεία (όπως το μάθημα εθνικής ασφάλειας που διδασκόταν στα δημόσια λύκεια από το 1926 μέχρι το 2012) και αναρίθμητες επίσημες τελετές. Ο εθνικισμός είναι μέρος της ιστορίας της χώρας και έχει μετατραπεί σε κυρίαρχη σκέψη υπό τη διακυβέρνηση Erdogan.
Η εξαιρετικά μακρά διακυβέρνηση του προέδρου στο πολιτικό στερέωμα της Τουρκίας, έχει τώρα να αντιμετωπίσει σοβαρές προκλήσεις. Οι απώλειες που υπέστη στις 31 Μαρτίου 2019, στις δημοτικές εκλογές και στις 23 Ιουνίου, στις επαναληπτικές εκλογές για την Κωνσταντινούπολη, σήμαινε ότι οι εννέα στις 10 μεγάλες πόλεις θα έχουν επικεφαλής δημάρχους που ανήκουν σε κόμματα της αντιπολίτευσης. Σημαίνει επίσης ότι χάνεται το οικονομικό πλεονέκτημα που αποκομίζει το κυβερνών ΑΚΡ μέσω μιζών σε δημόσιες προσφορές. Επιπλέον, έχει δείξει πως ένας διαφορετικός τύπος ηγεσίας -ο Ekrem Imamoglu, ο νέος δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης, έχει ισχυρά θρησκευτικά διαπιστευτήρια και έχει δώσει το έναυσμα να προαχθεί η ανεκτικότητα μεταξύ διαφορετικών γνωμών- θα μπορούσε να είναι ελκυστική ακόμη και σε μέρη όπου το ΑΚΡ μέχρι πρότινος αισθανόταν χωρίς ανταγωνισμό.
Ορισμένοι αναλυτές θεωρούν πως οι δημοτικές εκλογές του 2019 έληξαν την εποχή της πολιτικής ηγεμονίας του ΑΚΡ, αν και δεν κατόρθωσαν να δώσουν μια σαφή πορεία στην τουρκική πολιτική.
Σύμφωνα με τις πρόσφατες δημοσκοπήσεις, περίπου το 33% του τουρκικού εκλογικού σώματος θα ψήφιζε το ΑΚΡ, υψηλό ποσοστό με βάση τα δεδομένα της ΕΕ αλλά πολύ μακριά από τα υψηλά στις γενικές εκλογές κατά τη διάρκεια της προηγούμενης δεκαετίας, όπου το ΑΚΡ συγκέντρωνε 46,5% το 2007, 49,9% το 2011 και 41% το 2015. Επιπλέον, τίθεται το ερώτημα πόσοι βουλευτές θα συμμετέχουν στα δύο νέα κόμματα που έχουν δημιουργηθεί από τον πρώην πρωθυπουργό Ahmet Davutoğlu και τον πρώην αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Ali Babacan, από το ΑΚΡ ή από άλλα κόμματα.
Έχοντας να αποφύγει μια τέτοια πολιτική παρακμή και ταυτόχρονα να κρατήσει ζωντανή την κρίσιμη συμμαχία με το Εθνικό Κόμμα (ΜΗΡ), η ηγεσία έχει επιλέξει να ενισχύσει την εθνικιστική αφήγηση ως έναν τρόπο να σταθεροποιήσει την εκλογική της βάση γύρω από την προσωπικότητα ενός ισχυρού προέδρου σε δύσκολες εποχές. Ως αντάλλαγμα, ως όφελος, αυτή η κατακραυγή γύρω από εθνικιστικά θέματα επιτρέπει στον πρόεδρο να απολαύσει την υποστήριξη για την στρατιωτική του εισβολή στη Σύρια τόσο από διαφωνούντες με το ΑΚΡ και από διάφορους πολιτικούς της αντιπολίτευσης (εκτός από το Λαϊκό Δημοκρατικό Κόμμα που έχει ρίζες κουρδικές) που δύσκολα διατρέχουν τον κίνδυνο να χαρακτηριστούν "προδότες”.
Επιπλέον, όπως εξηγείται στην έκθεση του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών για τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Τουρκία το 2018, συνεχίζει να χρησιμοποιείται ένας εκτεταμένος ορισμός της "τρομοκρατίας” ακόμη και μετά από την άρση της κατάστασης έκτακτης ανάγκης. Η έκθεση υπογραμμίζει ότι "νέοι νόμοι και διατάγματα κωδικοποίησαν ορισμένες διατάξεις από την κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Η μεταγενέστερη αντιτρομοκρατική νομοθεσία συνέχισε τους περιορισμούς σε θεμελιώδεις ελευθερίας και έθεσε σε κίνδυνο την δικαστική ανεξαρτησία και το κράτος δικαίου”. Αυτές οι διατάξεις διευκολύνουν τον έλεγχο της κοινωνίας μέσω πολιτικών δοκιμών, της απόλυσης των εκλεγμένων δημάρχων και της αντικατάστασης τους από διορισμένους αξιωματούχους, την στενή ευθυγράμμιση της δικαστικής εξουσίας και των ΜΜΕ. Τα αφηγήματα που διαδίδονται από την ηγεσία, έχουν τον ίδιο στόχο.
Στους εξωτερικούς παρατηρητές, οι πολιτικές και τα αφηγήματα της ηγεσίας φαίνεται να είναι το μέσο για την επίτευξη πολιτικής βιωσιμότητας στο πλαίσιο της υποχώρησης της δημοτικότητας. Σε μια κατάσταση όπου η συμμαχία μεταξύ του κόμματος του προέδρου (ΑΚΡ) και του εθνικιστικού κόμματος (ΜΗΡ) εξαρτάται όλο και περισσότερο από την επιρροή του ΜΗΡ, η εξωτερική πολιτική έχει αναπόφευκτα γίνει λιγότερο προσανατολισμένη στη Δύση, περισσότερο εχθρική προς την ΕΕ και τις ΗΠΑ και ασφαλώς περισσότερο εστιασμένη στην Τουρκία. Και ακριβώς επειδή τα εθνικά συναισθήματα έχουν βαθιές ρίζες στην Τουρκία, το κεντροαριστερό Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP) και το συντηρητικό Καλό Κόμμα, υιοθετούν επίσης αυτές τις αλλαγές, τουλάχιστον σε θέματα όπως η επιστροφή των Σύρων προσφύγων και η στρατιωτική επέμβαση στη Συρία.
Capital
Γράψτε τα δικά σας σχόλια
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Θα σας παρακαλούσα να είστε κόσμιοι στους χαρακτηρισμούς σας, επειδή είναι δυνατόν επισκέπτες του ιστολογίου να είναι και ανήλικοι.
Τα σχόλια στα blogs υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
Τα σχόλια θα εγκρίνονται μόνο όταν είναι σχετικά με το θέμα, δεν αναφέρουν προσωπικούς, προσβλητικούς χαρακτηρισμούς, καθώς επίσης και τα σχόλια που δεν περιέχουν συνδέσμους.
Επίσης, όταν μας αποστέλλονται κείμενα (μέσω σχολίων ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου), παρακαλείσθε να αναγράφετε τυχούσα πηγή τους σε περίπτωση που δεν είναι δικά σας. Ευχαριστούμε για την κατανόησή σας...