Παγκόσμια Διακυβέρνηση: Ο οδοστρωτήρας των εθνών
Σε γενικές γραμμές, ο κόσμος διήλθε τον 20 αιώνα μέσα από τρεις βασικές περιόδους.
Την περίοδο των παγκόσμιων πολέμων και τις πολιτικές διεργασίες που συντελέστηκαν μεταξύ και μετά αυτών. Επιγραμματικά, η περίοδος χαρακτηρίζεται από την καταστροφή της Ευρώπης ως την παγκόσμια ηγέτιδα ήπειρο, την εγκατάλειψη δια παντός από την πλευρά των ΗΠΑ του απομονωτισμού και η είσοδος της στην εποχή του παγκόσμιου παρεμβατισμού. Την είσοδο στη πυρηνική εποχή και του ιδεολογικού διπολισμού.
Η δεύτερη περίοδος που ακολουθεί, αυτή του «ψυχρού πολέμου», έχει πέντε βασικά χαρακτηριστικά. Την πυρηνική βόμβα, τη μετάλλαξη της γεωστρατηγικής αντίληψης, φεύγοντας από τη λογική της «ισορροπίας δυνάμεων» και μπαίνοντας στη λογική της «συλλογικής ασφάλειας». Τους «πληρεξούσιους» πολέμους στη Λατινική Αμερική, την Αφρική, την Ασία. Την εμπέδωση της ιδέας ότι είναι απαγορευτικό οι μεγάλες δυνάμεις να συγκρούονται μεταξύ τους απευθείας στρατιωτικά. Την άνδρωση της ιδέας της ενωμένης Ευρώπης.
Η Τρίτη περίοδος, είναι αυτή στο μέσο της οποίας βρισκόμαστε σήμερα. Έχουν περάσει περίπου 20 χρόνια από το τέλος του ψυχρού πολέμου και μπορούμε είδη να διακρίνουμε κάποια βασικά χαρακτηρίστηκα.
Αφού οι ΗΠΑ κατάφεραν να υπερκεράσουν οποιαδήποτε άλλη δύναμη ή συνδυασμό δυνάμεων σε στρατιωτική ισχύ, απολαμβάνουν το προνόμιο της μοναδικής υπερδύναμης και της συνακόλουθης «ανοχής» των άλλων μεγάλων, πυρηνικών, γεωστρατηγικών ανταγωνιστών της. Την εφαρμογή νέων δογμάτων πολέμου όπως οι «ανθρωπιστικοί πόλεμοι» (Βαλκάνια) ο «πόλεμος κατά της τρομοκρατίας (Αφγανιστάν) αλλά και συνδυασμός αυτών (Ιρακ) Αποτέλεσμα αυτών, επιτυγχάνεται η περεταίρω διείσδυση των ΗΠΑ στα Βαλκάνια, στην Αν. Ασία και στη Μέση ανατολή.
Πρωτοπόρα στις νέες τεχνολογίες, τη γενετική, την εξερεύνηση του διαστήματος, πρωταγωνιστής της διεθνούς οικονομικής δραστηριότητας, κάτοχος μεγάλων ενεργειακών αποθεμάτων, , δεδηλωμένος προστάτης τουλάχιστον της μισή υφηλίου, διαμορφωτής της παγκόσμιας ποπ κουλτούρας, οι ΗΠΑ έχουν αναλάβει δικαιωματικά την ρόλο του παγκόσμιου ηγέτη.
Ενώ αναμφισβήτητα οι προθέσεις και πράξεις των ΗΠΑ μπορούν να ερμηνευθούν μέσα από το πρίσμα του μεσσιανισμού και της Pax Americana, ωστόσο, ο «παλιός» κόσμος των διακρατικών στρατιωτικών φιλονικιών καλά κρατεί, ακόμα και μέσα στη καρδία της αμερικανικής συμμαχίας. Για κάθε γεωστρατηγικό άλμα που οι ΗΠΑ τολμούν, θα πρέπει πρώτα να έχουν εξασφαλίσει την συνοχή της μεγάλης τους συμμαχίας. Αυτήν την αλήθεια δεν μπορεί να την αγνοήσει ούτε ο φανατικότερος μύστης του αμερικανικού μεσσιανισμού, μέσα ή έξω από τις ΗΠΑ.
Για όσο διάστημα αποτελούν ηγεμόνα και όχι μονοκράτορα, οι ΗΠΑ είναι καταδικασμένες να παίζουν με τους περιφερικούς όρους που επιβάλουν οι εκεί πρωταγωνιστές.
Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι και οι ελληνοτουρκικές σχέσεις. Δυο χώρες συμμαχείς, πλήρως δεμένες στο αμερικανικό άρμα, φιλονικούν γύρω από μια μικρή θάλασσα με μεγάλη περιφερειακή σημασία. Μίας «λίμνης», που ορίζει μια ενιαία γεωστρατηγική περιοχή που συμπεριλαμβάνει την Ελλάδα, τη μισή Τουρκία, τη μίση Βουλγαρία , τα Σκόπια και την μίση Αλβανία. Μιας θάλασσας που ενδεχομένως κρύβει υδρογονάνθρακες, άλλα βασικότερα μιας θάλασσας στο σταυροδρόμι τριών ηπείρων, μιας θάλασσας φρούριο.
Η θάλασσα αυτή αποτελεί και το μοναδικό κεφάλαιο της Ελλάδας στο παιχνίδι του παγκόσμιου ηγεμονισμού, άλλα και τη πηγή της δύναμής της σε σχέση με τους γείτονες της.
Η προέκταση της αμερικανικής δύναμης προς ανατολάς, η μετατόπιση των ορίων γεωστρατηγικής αντιπαράθεσης με τους αντιπάλους της ανατολικότερα, μετατόπισαν εγγυτέρα προς το κέντρο βάρους της αμερικανικής δύναμης την περιοχή των βαλκάνιων.
Η βαθιά ρωγμή της «ελληνοτουρκικής διαμάχης» υπό το αμερικανικό πρίσμα αποτελεί ένα μη αναγκαίο κίνδυνο στα έγκατα του γεωπολιτικού ογκόλιθου που οι ΗΠΑ κτίζουν.
Η συνοχή του γεωγραφικού χώρου αυτού στα πλαίσια της αμερικανικής συμμαχίας, αποτελεί προϋπόθεση για την όλο και πιο αξιόπιστη προβολή της αμερικανικής δύναμης στον αυλόγυρο των στρατηγικών ανταγωνιστών της. Προϋπόθεση της συνοχής, αποτελεί και η ύπαρξη αξιόπιστου περιφερειακού πληρεξούσιου της αμερικανικής ηγεμονίας.
Η Τουρκία αποτελεί τον κυριότερο άλλα όχι μοναδικό υποψήφιο αυτού του ρόλου. Η Αλβανία, ένα δυναμικό στοιχείο στη περιοχή, διεκδικεί για τον εαυτό της μια μεγάλη μερίδα της κατανομής της αμερικανικής δύναμης. Μια χώρα που κινείται με σταθερούς ρυθμούς προς τη κατεύθυνση της στρατηγικής αναβάθμισης δια μέσω του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, επιδιώκοντας αυτονοήτως, και τη γεωγραφική της ένωση με το Κοσσυφοπέδιο. Μια χώρα όμως χωρίς στρατιωτική ισχύ, γεγονός που αντισταθμίζεται από την ύπαρξη των διάφορων αλβανικών αλλοτριωτικών κινημάτων στις γείτονες χώρες. Από την άλλη μεριά, η Τουρκία πασχίζει να αποδείξει τη δυνατότητα της προβολής ισχύος και στα τέσσερα άκρα της επικράτειας της, άλλα και πέρα από αυτά. Με τον τρόπο αυτό αυτοπροβάλλεται ως η μοναδική αξιόπιστη δύναμη περιφερειακής αστυνόμευσης.
Ταυτόχρονα όμως με την παλιομοδίτικη οπτική των γεωπολιτικών δρωμένων , στο σύστημα επενεργεί και μια ακόμη δύναμη, αυτή τη φορά πολιτική.
Η ιστορία μας έχει διδάξει ότι η ροπή προς τον ηγεμονισμό εμπεριέχει και την σπορά της καταστροφής του ηγεμόνα. Ο πειρασμός της σπατάλης της δύναμης, το «όνειρο» της μονοκρατορίας, η ύπαρξη ικανών ανταγωνιστών, οι διαρκείς πόλεμοι, αποτέλεσαν διαχρονικά την συνταγή της πτώσης των αυτοκρατοριών.
Στην πυρηνική όμως εποχή, κανείς δε μπορεί να προβλέψει τις συνέπιες μια ενδεχόμενης κατάρρευσης του ηγεμόνα, και μάλιστα σε ένα κόσμο μονοπρόσωπα ηγεμονικό. Τι θα γίνει με τη διαμάχη εβραίων και αράβων? Τι θα γίνει στη Ευρώπη αν φύγει η αμερικανική “κόλα”, παραδείγματος χάριν? Αυτές οι σκέψεις, καθώς και η ρητορεία ενός κοσμοπολίτικου, οικολογικού, φιλελεύθερου ιδεαλισμού, έχουν εκθρέψει τη σχολή σκέψης της «παγκόσμιας διακυβέρνησης». Η σχολή βέβαια ενώ δεν είναι καινούρια αφού καλλιεργήθηκε σταθερά από τον Α’ ΠΠ και ύστερα, βρίσκει όμως για πρώτη φορά ερείσματα σε πρακτικές παραμέτρους που εξέλειπαν από προηγούμενες ιστορικές περιόδους.
Οι ΗΠΑ αποτελούν τη μοναδική δύναμη που μπορεί να προβάλει στρατιωτική ισχύ οπουδήποτε τον κόσμο, θεωρητικά, μέσα σε 24 ώρες και σε πολλά σημεία ταυτόχρονα. Ως εκ τούτου αποτελεί τη μοναδική αξιόπιστη δύναμη παγκοσμίας αστυνόμευσης. Τόσο ο ΟΗΕ, όσο και η Κοινωνία των Εθνών πριν από αυτόν, έχουν αποτύχει σε αυτή την αποστολή.
Δεύτερο, η οικολογική αφύπνιση του παγκόσμιου πληθυσμού και η ανάγκη μιας διεθνούς συνεννόησης απέναντι στις οικολογικές απειλές του πλανήτη, που γίνονται ολοένα και πιο πιεστικές.
Τρίτο, η δυνατότητα διαμόρφωσης παγκόσμιας «κοινής γνώμης» σε πραγματικό χρόνο, διαμέσω των δικτύων και της « εξημέρωσης» της πληροφορίας.
Οι «προσήλυτοι» της σκέψης αυτής πολιτικοί, βλέπουν στο όχημα των ΗΠΑ και κατ΄ επέκταση στους εαυτούς τους, μια «καλοήθη» δύναμη, το όργανο της πολιτικής ηγεσίας ενός νέου μοντέλου ανθρώπου που ήδη διαμορφώνεται, ενός νέου Homo Universalis.
Στην Ελλάδα, η πολιτική τάξη ασπαζόμενη πλήρως, κατά τα φαινόμενα, τη σχολή σκέψης της «παγκόσμιας διακυβέρνησης», υπέπεσε σε δύο βασικά σφάλματα. Προεξοφλεί την διαχρονική επικράτηση των ΗΠΑ ως παγκόσμιου ηγεμόνα ή και μονοκράτορα. Δεύτερο, προεξοφλεί ότι και οι υπόλοιπες δυνάμεις εντός της σφαίρας επιρροής τα Αμερικής, αργά ή γρήγορα θα «προσηλυτιστούν» στην ιδέα της «καθολικής ασφάλειας», εξαλείφοντας παράλληλα και της απειλές εναντίον της. Η σχολής σκέψης αυτή στην Ελλάδα αποτελεί μετάλλαξη της διαχρονικής πολιτικής αναζήτησης προστάτιδων δυνάμεων.
Η Τουρκία στον αντίποδα, διαβάζοντας με τα κλασσικά γυαλιά της «παγκόσμιας αναρχίας» τον κόσμο, έρχεται να επωφεληθεί από τη νέα κατανομή της περιφερειακής δύναμης επενδύοντας στη στρατιωτική ισχύ. Δημιουργεί περιφερικά τετελεσμένα που οι ΗΠΑ δεν μπορούν να αγνοήσουν και δε θέλουν ή δε μπορούν να σταματήσουν.
Η δυναμική που τείνει να εδραιωθεί, αυτή της ανταμοιβής των τουρκικών
αξιώσεων στο Αιγαίο, αποτελεί και την πιο άμεση και χειροπιαστή «λύση» για τα αμερικανικά συμφέροντα, την ίδια ώρα που η Ελλάδα ακροβατεί με πειραματικά πολιτικά ιδεολογήματα. Η Ελλάδα έχει ήδη εκπέμψει το σήμα ότι δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις συμμαχικές τη υποχρεώσεις (δηλαδή τη διατήρηση της ασφάλειας του αιγαίου με αποκλειστική πίστη στις ΕΔ της).
Η στάση της χώρας αντιβαίνει κάθε γεωστρατηγική λογική και δημιουργεί τετελεσμένα που δύσκολα αναστρέφονται ειρηνικά και αναίμακτα.
Αντιβαίνει κάθε λογικής, πως μια χώρα που έχει στη κατοχή της το μεγαλύτερο περιφερειακό κεφάλαιο και τη μεγαλύτερη πηγή περιφερειακής δύναμης, αντιλαμβάνεται τους γείτονες της με ηττοπαθή φοβικότητα.
Αντιβαίνει κάθε λογικής, πως μια χώρα που η θάλασσα της αποτελεί το κέντρο βάρους της περιφερειακής κατανομής δύναμης, απεμπολεί τον δικαιωματικό ρόλο της ως περιφερειακού ηγεμόνα.
Αντιβαίνει κάθε λογικής η αποδοχή του τετελεσμένου στη Κύπρο, όταν η Τουρκία επιμελώς αποφεύγει (έως και σήμερα) την οργανωμένη στρατιωτική αντιπαράθεση με την Ελλάδα, ΦΟΒΟΥΜΕΝΗ ΤΗ ΔΥΝΑΜΗ ΤΗΣ, και αρκούμενη στην τακτική του σαλαμιού (κατόπιν «εγγυήσεων» για τη μη αντίδραση της).
Αντιβαίνει κάθε λογικής η μη ενεργοποίηση της εθνικής μειονότητας στη βόρειο ήπειρο στον αντίποδα του αλβανικού αλυτρωτισμού.
Αντιβαίνει κάθε ιστορικής λογικής η πίστη σε ένα πολιτικό ιδεολόγημα που είναι αμφίβολης αποτελεσματικότητας και αμφιβόλου ηθικής νομιμοποίησης (παγκόσμια διακυβέρνησή), όταν μάλιστα οι περιφερικοί μας αντίπαλοι αρνούνται να το ασπαστούν.
Το αν η πολιτική ηγεσία της Ελλάδας δρα σκοπίμως προς αυτή τη κατεύθυνση ή είναι απλά αφελής, λίγη σημασία έχει. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι την επαύριο της ενδεχόμενης εξαΰλωσης της αμερικανικής επιρροής στη περιοχή, η Ελλάδα θα βρεθεί αντιμέτωπη με ΔΥΟ πανίσχυρους αντιπάλους που θα επιδοθούν απροκάλυπτα στην αρπαγή γης.
Το δίλλημα είναι σαφές. Ή διεκδικούμε αυτό που δικαιωματικά μας ανήκει αναίμακτα, ή θα πολεμήσουμε αύριο με πολύ φόρο αίματος για το δικαίωμα μας να υπάρχουμε ως ανεξάρτητο έθνος -κράτος.
Πώς συμβαίνει η Τουρκία να ωφελείται έναντι της Ελλάδος είτε καλές είτε "κακές" σχέχεις έχει με τους Αμερικανούς, είναι αξιοπερίεργο. Επίσης απορίας άξιο είναι να χάνει η Ελλάδα περισσότερο σε επιρροή όταν διάκεινται φιλικά απέναντί της οι Αμερικανοί.
ΑπάντησηΔιαγραφή