Η ελληνική επιχειρησιακή ανεπάρκεια το βράδυ των Ιμίων
Το άλλοθι του τότε πρωθυπουργού Σημίτη
Η ομολογία του Έλληνα πρωθυπουργού από το βήµα της Βουλής περί έλλειψης της αναγκαίας δύναµης για επιβολή, και όχι µόνο για διεκδίκηση των κυριαρχικών µας δικαιωµάτων, υπήρξε η επιβεβαίωση µε τον πλέον απόλυτο τρόπο της αποτυχίας του δόγµατος της αποτροπής από ελληνικής πλευράς.
Η μη επίσημη σύγκληση του ΚΥΣΕΑ και η µη πραγµατοποίηση του άτυπου Κυβερνητικού Συµβουλίου στον προβλεπόµενο χώρο στο ΕΘΚΕΠΙΧ σε περίπτωση κρίσης είχαν ως αποτέλεσµα να δοθούν λάθος µηνύµατα στην άλλη πλευρά. Εδόθη η εντύπωση ότι η τότε νέα ελληνική κυβέρνηση δεν επιθυµεί να «χοντρύνει» το παιχνίδι και ότι επιθυµεί την αποκλιµάκωση «πάση θυσία» µε πολιτικά και διπλωµατικά µέσα. Τόσο από πλευράς Αµερικανών όσο και από πλευράς Τούρκων είχε γίνει αντιληπτό ότι µόνο ο τότε Α/ΓΕΕΘΑ εξέφραζε τη σκληρή γραµµή.
Η απόφαση για μη αποβίβαση της δεύτερης διατιθέµενης οµάδας βατραχανθρώπων στα ∆υτικά Ίµια µετά την επιβεβαιωµένη ύπαρξη εκεί Τούρκων καταδροµέων ήταν προσωπική επιλογή του πρωθυπουργού. Προφανώς αυτό έγινε για να «µη χυθεί αίµα». Από στρατιωτικής άποψης η ενέργεια αυτή ήταν εξαιρετικά παρακινδυνευµένη, αφού η ολιγοµελής αυτή οµάδα δεν θα µπορούσε να εκδιώξει ή να εξουδετερώσει τους Τούρκους καταδροµείς που ήδη κατείχαν τη νησίδα. Μια τέτοια ενέργεια, για να είναι σχεδόν µε βεβαιότητα επιτυχής, θα έπρεπε να εκτελεστεί τουλάχιστον από δύναµη ενισχυµένης διµοιρίας (40-50 άντρες). Όµως δύναµη καταδροµέων τέτοιου µεγέθους δεν ήταν τοπικά άµεσα διαθέσιµη.
Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΛΕΥΡΑ ∆ΕΝ διέθετε τα µέσα για συνεχή και ασφαλή επιτήρηση τόσο της βραχονησίδας των ∆υτικών Ιµίων όσο και των άλλων νησίδων και βραχονησίδων στην περιοχή. Έτσι οι Τούρκοι, εκτελώντας για παραπλάνηση πτήσεις ελικοπτέρων, τράβηξαν την προσοχή των Ελλήνων, µπόρεσαν κεκαλυµµένα να αποβιβάσουν φουσκωτό σκάφος ή σκάφη από µεγαλύτερο πλοίο και να στείλουν την οµάδα καταδροµέων στη ∆υτική Ίµια. Μικρά φουσκωτά σκάφη δεν µπορούν να εντοπιστούν από τα ραντάρ των πλοίων, όταν µάλιστα ο κυµατισµός της θάλασσας, η νύχτα και η χαµηλή ορατότητα συµβάλλουν έτι περισσότερο στο αθέατο της κίνησής τους.
Ο αποσυντονισμός των Ελληνικών δυνάµεων ήταν µεγάλος. Το βράδυ της 30ής και της 31ης Ιανουαρίου διατάχθηκε επιφυλακή και επιστράτευση στα νησιά που συνόρευαν µε την Τουρκία. ∆υστυχώς όµως, ο κακός συντονισµός, η ελλιπής εκπαίδευση και η χαµηλή επάνδρωση είχαν παίξει το ρόλο τους. Το βράδυ σε µεγάλο νησί του Αιγαίου οι οµάδες που ήταν επιφορτισµένες µε καθήκοντα φύλαξης αδυνατούσαν να βρουν τις θέσεις τους. ∆εν υπήρχαν νυχτερινές διόπτρες για τους στρατιώτες, ενώ η κίνηση των αρµάτων µάχης και των τεθωρακισµένων οχηµάτων µεταφοράς πεζικού στο νησί καθιστούσε την κίνηση άλλων στρατιωτικών τµηµάτων αδύνατη όσο και επικίνδυνη. Πολλές φορές λόγω της έντασης οι κινήσεις δεν γίνονταν µε τα προβλεπόµενα µέτρα και ήταν αναγνωρίσιµες από την απέναντι πλευρά. Οι µοίρες των αµφίβιων καταδροµών παρέµεναν σε κατάσταση επιφυλακής και στην ουσία ασκούσαν καθήκοντα πεζικού επιφορτισµένες στο να φυλάξουν πιθανές ζώνες προσγείωσης ελικοπτέρων του εχθρού παρά να µεταβούν στους αναγνωρισµένους στόχους τους. Σε όλες τις µονάδες η λειψανδρία ήταν φανερή. Στη µια έλειπαν οι πολυβολητές, στην άλλη οι στοιχειάρχες των όλµων, ενώ πολύ λίγες οµάδες ήταν συµπληρωµένες, αποτέλεσµα της χαµηλής επάνδρωσης. Πολλά πολυβολεία στις ακτές είχαν σκεπαστεί και ψάχνονταν το βράδυ µε φακούς. Άλλες θέσεις µάχης δεν είχαν χρησιµοποιηθεί ποτέ, µε αποτέλεσµα να µη γνωρίζει κανείς πού βρίσκονται. Η µοίρα αµφίβιων καταδροµών της Κω είχε ετοιµότητα 15 λεπτών. Είχε διαταχθεί να είναι έτοιµη για να αποβιβάσει άντρες στο Φαρµακονήσι και στην Καλόλιµνο. Η διοίκηση των Ειδικών ∆υνάµεων επιζητούσε έναν ασφαλή τρόπο µεταφοράς των αντρών στην περιοχή, αλλά κανείς δεν µπόρεσε να της τον παράσχει. Τα σκάφη των µοιρών ήταν και παλιά, αλλά και ακατάλληλα για τον κυµατισµό εκείνης της βραδιάς στο Αιγαίο (6 µποφόρ). Τα µεταφορικά ελικόπτερα δεν µπορούσαν να πετάξουν βράδυ και αρνούνταν να παραλάβουν τους καταδροµείς. Επιπλέον, βάσει µιας εµµονής που προέβλεπε ένα γενικευµένο πόλεµο µε την Τουρκία, οι άντρες των µονάδων αµφίβιων καταδροµών έµειναν στις θέσεις τους, εφαρµόζοντας ένα παλαιότερο σχέδιο που προέβλεπε την επίθεση των µοιρών σε στρατηγικούς στόχους στην απέναντι ακτή. Με δεδοµένη την ελλιπή επάνδρωση, δεν µπορούσαν να διαθέσουν κανένα άντρα.
Η φρεγάτα «Υ∆ΡΑ», Η καλύτερη τότε µονάδα του στόλου, βρισκόταν -δυστυχώς- στην Αδριατική. Αν και το Πολεµικό Ναυτικό είχε ήδη προµηθευτεί πέντε υπερσύγχρονα ελικόπτερα S70B-6 Aegean Hawk, αποστερήθηκε των υπηρεσιών τους για τον εξής απλό λόγο: τα Aegean Hawk, λόγω αντοχής του ελικοδροµίου, δεν µπορούν να «πιάσουν» στο ελικοδρόµιο των φρεγατών τύπου Standard. Συνεπώς η απουσία της «Υ∆ΡΑΣ» ουσιαστικά σήµανε την απουσία των Aegean Hawk όχι µόνο από την περιοχή των Ιµίων, αλλά και από τον επιχειρησιακό χώρο του Αιγαίου, στον οποίο εκείνη τη νύχτα διακυβευόταν η εθνική αξιοπρέπεια.
Το ελικόπτερο ΑΒ-212, ΠΟΥ χρησιµοποιήθηκε για την εκτέλεση αποστολής αναγνώρισης, την κρίσιµη ώρα δεν ήταν το κατάλληλο µέσο γι’ αυτή την αποστολή. Τα ελικόπτερα αυτού του τύπου δεν διαθέτουν µέσα νυκτερινής παρατήρησης και ούτε σοβαρό οπλισµό. Η έρευνα πάνω από τη νησίδα έγινε µε τη χρήση προβολέα από πολύ χαµηλό ύψος από ένα ελικόπτερο που κυριολεκτικά βρισκόταν στο «έλεος του Θεού» κάτω από δυσµενείς συνθήκες ορατότητας και καιρού. Η παραφιλολογία που αργότερα αναπτύχθηκε για το εάν καταρρίφθηκε από τα εχθρικά πυρά ουσιαστικά δεν έχει νόηµα. Η αλήθεια είναι ότι ένα άοπλο και εν µέρει «τυφλό» ελικόπτερο στάλθηκε πάνω από µια νησίδα σε υποτιθέµενη αποστολή αναγνώρισης (που στην πραγµατικότητα ήταν αποστολή αυτοκτονίας), αν και υπήρχαν βάσιµες και σοβαρές πληροφορίες περί ύπαρξης εχθρικού προσωπικού σ’ αυτή. Αλήθεια, αν οι Τούρκοι καταδροµείς θεωρούσαν την προσέγγιση του ελικοπτέρου ως µέρος επιχείρησης ανακατάληψης, τι θα γινόταν;
Τα ελικόπτερα AH-64A APACHE, αν και κατέστησαν εσπευσµένα επιχειρησιακά και δύο απ’ αυτά µετακινήθηκαν σε αεροδρόµιο διασποράς, δεν χρησιµοποιήθηκαν. Τα Apache ήταν η πλέον ενδεδειγµένη λύση για την αποστολή που ατυχώς ανέλαβε το ΑΒ-212. Η παρουσία και µόνο των επιθετικών ελικοπτέρων στην περιοχή της κρίσης θα συνέβαλλε ουσιαστικά στη διαφοροποίηση της τουρκικής συµπεριφοράς. Το Apache διαθέτει ικανότατη θερµική κάµερα (FLIR: Forward Looking Infrared) και µπορούσε να διακρίνει την ανθρώπινη παρουσία ως θερµικό ίχνος επί της νησίδας από ασφαλή απόσταση. Τα πρώτα παραληφθέντα ελικόπτερα Aegean Hawk δεν διέθεταν FLIR. Αυτή τη δυνατότητα διαθέτουν σήµερα τα ελικόπτερα της πρόσφατης παραλαβής (S70B), ενώ ήδη τα παλιότερα εκσυγχρονίζονται µε τοποθέτηση κάµερας αντίστοιχων επιδόσεων.
Ο προβληματισμός που αναπτύχθηκε εκ των υστέρων και σταδιακά µετατράπηκε σε παραφιλολογία περί µη φύλαξης µε προσωπικό της νησίδας των ∆υτικών Ιµίων δεν έχει καµία ουσιαστική σηµασία. Η ευρύτερη περιοχή είναι γεµάτη από νησίδες και βραχονησίδες που όλες αποτελούσαν υποψήφιους στόχους για τουρκική προβοκάτσια. Άλλωστε το ΓΕΕΘΑ ζήτησε τη φύλαξη της νησίδας Φαρµακονήσι και η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Άµυνας το αρνήθηκε. Αλήθεια, τι θα συνέβαινε αν εκεί γινόταν η απόβαση των Τούρκων; Μια µατιά στο χάρτη που παρατίθεται αρκεί για τη διαπίστωση της πληθώρας των νησίδων που συνιστούσαν πιθανούς τουρκικούς στόχους. Μεταξύ αυτών είναι και η νησίδα Πίτα που αποτελεί το χώρο όπου διαδραµατίζεται το σενάριο της πρόσφατης κινηµατογραφικής ταινίας «Λούφα και παραλλαγή - Σειρήνες στο Αιγαίο».
Η μη προώθηση στην επίµαχη περιοχή της εφεδρείας ειδικών δυνάµεων, που συγκροτήθηκαν και τέθηκαν σε ετοιµότητα στην περιοχή της Αττικής, αποτελεί ένα µεγάλο ερωτηµατικό. Αρκούσε µία ή δύο πτήσεις αεροσκαφών C-130 Hercules προς το αεροδρόµιο της Κω προκειµένου ο τοπικός διοικητής να καταστεί επαρκής σε ειδικές δυνάµεις, αλλά και οι γείτονες να λάβουν το κατάλληλο µήνυµα. Μέρος από αυτούς τους άντρες θα µπορούσε να έχει επιβιβαστεί στις κανονιοφόρους «ΠΥΡΠΟΛΗΤΗΣ» και «ΠΟΛΕΜΙΣΤΗΣ» που εκ σχεδιασµού διαθέτουν κατάλληλες ενδιαιτήσεις για φιλοξενία µάχιµων τµηµάτων. Η κάθε κανονιοφόρος µπορεί να φιλοξενήσει 19 οπλίτες. Συνεπώς η ζητηθείσα κατά την κρίσιµη ώρα άµεσα διαθέσιµη εφεδρική δύναµη θα ήταν εν πλω επί των κανονιοφόρων και άµεσα διαθέσιµη για τον επιχειρησιακό διοικητή.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η άρνηση του τότε αρχηγού του ΓΕΣ για επάνδρωση των Ιµίων µε δυνάµεις του Στρατού Ξηράς. Το γεγονός καταγράφεται από τον τέως Α/ΓΕΕΘΑ ναύαρχο Λυµπέρη, αλλά έχει αµφισβητηθεί από άλλους υψηλόβαθµους αξιωµατικούς-µάρτυρες της εποχής εκείνης (διοικητή ΑΣ∆ΕΝ, διευθυντή ειδικών δυνάµεων του ΓΕΣ κτλ.). Το γεγονός (αν έγινε) προφανώς οφείλεται στη µη επάρκεια των διατιθέµενων τοπικά ειδικών δυνάµεων. Η µονάδα ειδικών δυνάµεων που εδρεύει στην Κω, πέραν της επιχειρησιακής αποστολής για την οποία έπρεπε να τηρεί ετοιµότητα να εκτελέσει, διέθεσε προφανώς προσωπικό και για άλλες αποστολές. Μέρος της δύναµής της ήταν η φρουρά της νησίδας Καλόλιµνος. Συνεπώς η άσκοπη χρήση προσωπικού των µονάδων των ειδικών δυνάµεων για φρούρηση νησίδας σηµαίνει αδυναµία η αποστολή αυτή να εκτελεστεί από τους καθ’ ύλην αρµόδιους, δηλαδή από τα τάγµατα πεζικού που εδρεύουν στην Κω. Επιπλέον το όλο γεγονός κατέδειξε την αδυναµία της ΑΣ∆ΕΝ να υλοποιήσει αυτό που ονοµάζεται «ελαστική άµυνα». Οι δυνάµεις της ήταν καταδικασµένες να «εγκλωβιστούν» στα νησιά όπου ήταν ανεπτυγµένες, χωρίς δυνατότητα πλευρικής µετακίνησης και ενίσχυσης. Τέλος, καθοριστικό ρόλο έπαιξε και ένα άλλο ζήτηµα που άπτεται των επιχειρησιακών σχεδίων. Όπως δηµόσια δήλωσε και ο Α/ΓΕΣ αντιστράτηγος Βούλγαρης στην εκποµπή «Φάκελοι», ο «Στρατός Ξηράς δεν είναι εκπαιδευµένος σε τέτοιου είδους θαλάσσιο αγώνα επάνω σε βραχονησίδες δεδοµένου ότι δεν έχει τα διαθέσιµα µέσα να υποστηρίξει από πλευράς ενδιαίτησης, από πλευράς πυροµαχικών, από πλευράς τροφής και εν γένει από πλευράς διοικητικής µέριµνας τµήµατα επί των βραχονησίδων», και ότι «υπάρχει το σχέδιο αντεπιθέσεων («Ιφιγένεια») για το οποίο εκπαιδεύεται ο στρατός τον οποίο ήδη θα πρέπει να έχουµε συγκεντρωµένο και προσανατολισµένο, έτοιµο έτσι ώστε να ενεργήσει στην απέναντι ακτή από σηµεία τα οποία εκ των προτέρων έχουν ήδη αναγνωριστεί». Πέρα από τα αντεπιχειρήµατα που µπορεί κάποιος να διατυπώσει για την ακρίβεια του πρώτου µέρους της δήλωσης, θα εστιάσουµε στο δεύτερο µέρος που αναφέρεται στο σχέδιο «Ιφιγένεια». Επρόκειτο για σχέδιο αντεπιθέσεων που αφορούσε ενέργειες των Ειδικών ∆υνάµεων, και συγκεκριµένα των µονάδων αµφίβιων καταδροµών που ήταν αναπτυγµένες στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, κατά προεπιλεγµένων στόχων στην τουρκική ακτή και ενδοχώρα σε περίπτωση γενικευµένου πολέµου. Είναι λοιπόν πολύ πιθανό ο επί χρόνια προσανατολισµός του Ελληνικού Στρατού, αλλά και των Ελληνικών Ενόπλων ∆υνάµεων γενικότερα, στην περίπτωση του γενικευµένου πολέµου µε την Τουρκία, σε συνδυασµό µε τη χαµηλή επάνδρωση των µονάδων και την έλλειψη υλικών, να ώθησε σε «δογµατική» ακαµψία, αφού το συµβάν στα Ίµια εθεωρείτο απλώς προκαταρκτικό επεισόδιο της γενικευµένης σύγκρουσης.
Το ασαφές ιδιοκτησιακό καθεστώς των Ελληνικών Ναυπηγείων ΑΕ (Σκαραµαγκά) και τα συνεχή εργοστασιακά προβλήµατα είχαν ως αποτέλεσµα τη µη έγκαιρη παράδοση -σύµφωνα µε τα χρονοδιαγράµµατα της σύµβασης- των τριών επιπλέον φρεγατών ΜΕΚΟ-200HN. Έτσι, την κρίσιµη ώρα προβλήµατα άσχετα µε το υπουργείο Άµυνας αποστέρησαν πολύτιµες µονάδες από το Πολεµικό Ναυτικό. Για µια ακόµη φορά αποδείχθηκε ότι η εθνική άµυνα αποτελεί συνισταµένη πολλών παραγόντων.
Οι κανονιοφόροι είναι πλοία που το Πολεµικό Ναυτικό από τη δεκαετία του ’80 άρχισε να προµηθεύεται. Η δυνατότητα µεταφοράς µάχιµου τµήµατος είναι ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της επιλεχθείσας σχεδίασης για τα σκάφη αυτά και αποτέλεσε βασικό λόγο της επιλογής της. ∆υστυχώς όµως, στο ελληνικό επιχειρησιακό περιβάλλον και µέχρι την κρίση των Ιµίων οι κανονιοφόροι δεν αξιοποιούσαν ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά τους για τα οποία αγοράστηκαν.
Ευτυχώς σήµερα τα παθήµατα έγιναν µαθήµατα.
Η ομολογία του Έλληνα πρωθυπουργού από το βήµα της Βουλής περί έλλειψης της αναγκαίας δύναµης για επιβολή, και όχι µόνο για διεκδίκηση των κυριαρχικών µας δικαιωµάτων, υπήρξε η επιβεβαίωση µε τον πλέον απόλυτο τρόπο της αποτυχίας του δόγµατος της αποτροπής από ελληνικής πλευράς.
Η μη επίσημη σύγκληση του ΚΥΣΕΑ και η µη πραγµατοποίηση του άτυπου Κυβερνητικού Συµβουλίου στον προβλεπόµενο χώρο στο ΕΘΚΕΠΙΧ σε περίπτωση κρίσης είχαν ως αποτέλεσµα να δοθούν λάθος µηνύµατα στην άλλη πλευρά. Εδόθη η εντύπωση ότι η τότε νέα ελληνική κυβέρνηση δεν επιθυµεί να «χοντρύνει» το παιχνίδι και ότι επιθυµεί την αποκλιµάκωση «πάση θυσία» µε πολιτικά και διπλωµατικά µέσα. Τόσο από πλευράς Αµερικανών όσο και από πλευράς Τούρκων είχε γίνει αντιληπτό ότι µόνο ο τότε Α/ΓΕΕΘΑ εξέφραζε τη σκληρή γραµµή.
Η απόφαση για μη αποβίβαση της δεύτερης διατιθέµενης οµάδας βατραχανθρώπων στα ∆υτικά Ίµια µετά την επιβεβαιωµένη ύπαρξη εκεί Τούρκων καταδροµέων ήταν προσωπική επιλογή του πρωθυπουργού. Προφανώς αυτό έγινε για να «µη χυθεί αίµα». Από στρατιωτικής άποψης η ενέργεια αυτή ήταν εξαιρετικά παρακινδυνευµένη, αφού η ολιγοµελής αυτή οµάδα δεν θα µπορούσε να εκδιώξει ή να εξουδετερώσει τους Τούρκους καταδροµείς που ήδη κατείχαν τη νησίδα. Μια τέτοια ενέργεια, για να είναι σχεδόν µε βεβαιότητα επιτυχής, θα έπρεπε να εκτελεστεί τουλάχιστον από δύναµη ενισχυµένης διµοιρίας (40-50 άντρες). Όµως δύναµη καταδροµέων τέτοιου µεγέθους δεν ήταν τοπικά άµεσα διαθέσιµη.
Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΛΕΥΡΑ ∆ΕΝ διέθετε τα µέσα για συνεχή και ασφαλή επιτήρηση τόσο της βραχονησίδας των ∆υτικών Ιµίων όσο και των άλλων νησίδων και βραχονησίδων στην περιοχή. Έτσι οι Τούρκοι, εκτελώντας για παραπλάνηση πτήσεις ελικοπτέρων, τράβηξαν την προσοχή των Ελλήνων, µπόρεσαν κεκαλυµµένα να αποβιβάσουν φουσκωτό σκάφος ή σκάφη από µεγαλύτερο πλοίο και να στείλουν την οµάδα καταδροµέων στη ∆υτική Ίµια. Μικρά φουσκωτά σκάφη δεν µπορούν να εντοπιστούν από τα ραντάρ των πλοίων, όταν µάλιστα ο κυµατισµός της θάλασσας, η νύχτα και η χαµηλή ορατότητα συµβάλλουν έτι περισσότερο στο αθέατο της κίνησής τους.
Ο αποσυντονισμός των Ελληνικών δυνάµεων ήταν µεγάλος. Το βράδυ της 30ής και της 31ης Ιανουαρίου διατάχθηκε επιφυλακή και επιστράτευση στα νησιά που συνόρευαν µε την Τουρκία. ∆υστυχώς όµως, ο κακός συντονισµός, η ελλιπής εκπαίδευση και η χαµηλή επάνδρωση είχαν παίξει το ρόλο τους. Το βράδυ σε µεγάλο νησί του Αιγαίου οι οµάδες που ήταν επιφορτισµένες µε καθήκοντα φύλαξης αδυνατούσαν να βρουν τις θέσεις τους. ∆εν υπήρχαν νυχτερινές διόπτρες για τους στρατιώτες, ενώ η κίνηση των αρµάτων µάχης και των τεθωρακισµένων οχηµάτων µεταφοράς πεζικού στο νησί καθιστούσε την κίνηση άλλων στρατιωτικών τµηµάτων αδύνατη όσο και επικίνδυνη. Πολλές φορές λόγω της έντασης οι κινήσεις δεν γίνονταν µε τα προβλεπόµενα µέτρα και ήταν αναγνωρίσιµες από την απέναντι πλευρά. Οι µοίρες των αµφίβιων καταδροµών παρέµεναν σε κατάσταση επιφυλακής και στην ουσία ασκούσαν καθήκοντα πεζικού επιφορτισµένες στο να φυλάξουν πιθανές ζώνες προσγείωσης ελικοπτέρων του εχθρού παρά να µεταβούν στους αναγνωρισµένους στόχους τους. Σε όλες τις µονάδες η λειψανδρία ήταν φανερή. Στη µια έλειπαν οι πολυβολητές, στην άλλη οι στοιχειάρχες των όλµων, ενώ πολύ λίγες οµάδες ήταν συµπληρωµένες, αποτέλεσµα της χαµηλής επάνδρωσης. Πολλά πολυβολεία στις ακτές είχαν σκεπαστεί και ψάχνονταν το βράδυ µε φακούς. Άλλες θέσεις µάχης δεν είχαν χρησιµοποιηθεί ποτέ, µε αποτέλεσµα να µη γνωρίζει κανείς πού βρίσκονται. Η µοίρα αµφίβιων καταδροµών της Κω είχε ετοιµότητα 15 λεπτών. Είχε διαταχθεί να είναι έτοιµη για να αποβιβάσει άντρες στο Φαρµακονήσι και στην Καλόλιµνο. Η διοίκηση των Ειδικών ∆υνάµεων επιζητούσε έναν ασφαλή τρόπο µεταφοράς των αντρών στην περιοχή, αλλά κανείς δεν µπόρεσε να της τον παράσχει. Τα σκάφη των µοιρών ήταν και παλιά, αλλά και ακατάλληλα για τον κυµατισµό εκείνης της βραδιάς στο Αιγαίο (6 µποφόρ). Τα µεταφορικά ελικόπτερα δεν µπορούσαν να πετάξουν βράδυ και αρνούνταν να παραλάβουν τους καταδροµείς. Επιπλέον, βάσει µιας εµµονής που προέβλεπε ένα γενικευµένο πόλεµο µε την Τουρκία, οι άντρες των µονάδων αµφίβιων καταδροµών έµειναν στις θέσεις τους, εφαρµόζοντας ένα παλαιότερο σχέδιο που προέβλεπε την επίθεση των µοιρών σε στρατηγικούς στόχους στην απέναντι ακτή. Με δεδοµένη την ελλιπή επάνδρωση, δεν µπορούσαν να διαθέσουν κανένα άντρα.
Η φρεγάτα «Υ∆ΡΑ», Η καλύτερη τότε µονάδα του στόλου, βρισκόταν -δυστυχώς- στην Αδριατική. Αν και το Πολεµικό Ναυτικό είχε ήδη προµηθευτεί πέντε υπερσύγχρονα ελικόπτερα S70B-6 Aegean Hawk, αποστερήθηκε των υπηρεσιών τους για τον εξής απλό λόγο: τα Aegean Hawk, λόγω αντοχής του ελικοδροµίου, δεν µπορούν να «πιάσουν» στο ελικοδρόµιο των φρεγατών τύπου Standard. Συνεπώς η απουσία της «Υ∆ΡΑΣ» ουσιαστικά σήµανε την απουσία των Aegean Hawk όχι µόνο από την περιοχή των Ιµίων, αλλά και από τον επιχειρησιακό χώρο του Αιγαίου, στον οποίο εκείνη τη νύχτα διακυβευόταν η εθνική αξιοπρέπεια.
Το ελικόπτερο ΑΒ-212, ΠΟΥ χρησιµοποιήθηκε για την εκτέλεση αποστολής αναγνώρισης, την κρίσιµη ώρα δεν ήταν το κατάλληλο µέσο γι’ αυτή την αποστολή. Τα ελικόπτερα αυτού του τύπου δεν διαθέτουν µέσα νυκτερινής παρατήρησης και ούτε σοβαρό οπλισµό. Η έρευνα πάνω από τη νησίδα έγινε µε τη χρήση προβολέα από πολύ χαµηλό ύψος από ένα ελικόπτερο που κυριολεκτικά βρισκόταν στο «έλεος του Θεού» κάτω από δυσµενείς συνθήκες ορατότητας και καιρού. Η παραφιλολογία που αργότερα αναπτύχθηκε για το εάν καταρρίφθηκε από τα εχθρικά πυρά ουσιαστικά δεν έχει νόηµα. Η αλήθεια είναι ότι ένα άοπλο και εν µέρει «τυφλό» ελικόπτερο στάλθηκε πάνω από µια νησίδα σε υποτιθέµενη αποστολή αναγνώρισης (που στην πραγµατικότητα ήταν αποστολή αυτοκτονίας), αν και υπήρχαν βάσιµες και σοβαρές πληροφορίες περί ύπαρξης εχθρικού προσωπικού σ’ αυτή. Αλήθεια, αν οι Τούρκοι καταδροµείς θεωρούσαν την προσέγγιση του ελικοπτέρου ως µέρος επιχείρησης ανακατάληψης, τι θα γινόταν;
Τα ελικόπτερα AH-64A APACHE, αν και κατέστησαν εσπευσµένα επιχειρησιακά και δύο απ’ αυτά µετακινήθηκαν σε αεροδρόµιο διασποράς, δεν χρησιµοποιήθηκαν. Τα Apache ήταν η πλέον ενδεδειγµένη λύση για την αποστολή που ατυχώς ανέλαβε το ΑΒ-212. Η παρουσία και µόνο των επιθετικών ελικοπτέρων στην περιοχή της κρίσης θα συνέβαλλε ουσιαστικά στη διαφοροποίηση της τουρκικής συµπεριφοράς. Το Apache διαθέτει ικανότατη θερµική κάµερα (FLIR: Forward Looking Infrared) και µπορούσε να διακρίνει την ανθρώπινη παρουσία ως θερµικό ίχνος επί της νησίδας από ασφαλή απόσταση. Τα πρώτα παραληφθέντα ελικόπτερα Aegean Hawk δεν διέθεταν FLIR. Αυτή τη δυνατότητα διαθέτουν σήµερα τα ελικόπτερα της πρόσφατης παραλαβής (S70B), ενώ ήδη τα παλιότερα εκσυγχρονίζονται µε τοποθέτηση κάµερας αντίστοιχων επιδόσεων.
Ο προβληματισμός που αναπτύχθηκε εκ των υστέρων και σταδιακά µετατράπηκε σε παραφιλολογία περί µη φύλαξης µε προσωπικό της νησίδας των ∆υτικών Ιµίων δεν έχει καµία ουσιαστική σηµασία. Η ευρύτερη περιοχή είναι γεµάτη από νησίδες και βραχονησίδες που όλες αποτελούσαν υποψήφιους στόχους για τουρκική προβοκάτσια. Άλλωστε το ΓΕΕΘΑ ζήτησε τη φύλαξη της νησίδας Φαρµακονήσι και η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Άµυνας το αρνήθηκε. Αλήθεια, τι θα συνέβαινε αν εκεί γινόταν η απόβαση των Τούρκων; Μια µατιά στο χάρτη που παρατίθεται αρκεί για τη διαπίστωση της πληθώρας των νησίδων που συνιστούσαν πιθανούς τουρκικούς στόχους. Μεταξύ αυτών είναι και η νησίδα Πίτα που αποτελεί το χώρο όπου διαδραµατίζεται το σενάριο της πρόσφατης κινηµατογραφικής ταινίας «Λούφα και παραλλαγή - Σειρήνες στο Αιγαίο».
Η μη προώθηση στην επίµαχη περιοχή της εφεδρείας ειδικών δυνάµεων, που συγκροτήθηκαν και τέθηκαν σε ετοιµότητα στην περιοχή της Αττικής, αποτελεί ένα µεγάλο ερωτηµατικό. Αρκούσε µία ή δύο πτήσεις αεροσκαφών C-130 Hercules προς το αεροδρόµιο της Κω προκειµένου ο τοπικός διοικητής να καταστεί επαρκής σε ειδικές δυνάµεις, αλλά και οι γείτονες να λάβουν το κατάλληλο µήνυµα. Μέρος από αυτούς τους άντρες θα µπορούσε να έχει επιβιβαστεί στις κανονιοφόρους «ΠΥΡΠΟΛΗΤΗΣ» και «ΠΟΛΕΜΙΣΤΗΣ» που εκ σχεδιασµού διαθέτουν κατάλληλες ενδιαιτήσεις για φιλοξενία µάχιµων τµηµάτων. Η κάθε κανονιοφόρος µπορεί να φιλοξενήσει 19 οπλίτες. Συνεπώς η ζητηθείσα κατά την κρίσιµη ώρα άµεσα διαθέσιµη εφεδρική δύναµη θα ήταν εν πλω επί των κανονιοφόρων και άµεσα διαθέσιµη για τον επιχειρησιακό διοικητή.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η άρνηση του τότε αρχηγού του ΓΕΣ για επάνδρωση των Ιµίων µε δυνάµεις του Στρατού Ξηράς. Το γεγονός καταγράφεται από τον τέως Α/ΓΕΕΘΑ ναύαρχο Λυµπέρη, αλλά έχει αµφισβητηθεί από άλλους υψηλόβαθµους αξιωµατικούς-µάρτυρες της εποχής εκείνης (διοικητή ΑΣ∆ΕΝ, διευθυντή ειδικών δυνάµεων του ΓΕΣ κτλ.). Το γεγονός (αν έγινε) προφανώς οφείλεται στη µη επάρκεια των διατιθέµενων τοπικά ειδικών δυνάµεων. Η µονάδα ειδικών δυνάµεων που εδρεύει στην Κω, πέραν της επιχειρησιακής αποστολής για την οποία έπρεπε να τηρεί ετοιµότητα να εκτελέσει, διέθεσε προφανώς προσωπικό και για άλλες αποστολές. Μέρος της δύναµής της ήταν η φρουρά της νησίδας Καλόλιµνος. Συνεπώς η άσκοπη χρήση προσωπικού των µονάδων των ειδικών δυνάµεων για φρούρηση νησίδας σηµαίνει αδυναµία η αποστολή αυτή να εκτελεστεί από τους καθ’ ύλην αρµόδιους, δηλαδή από τα τάγµατα πεζικού που εδρεύουν στην Κω. Επιπλέον το όλο γεγονός κατέδειξε την αδυναµία της ΑΣ∆ΕΝ να υλοποιήσει αυτό που ονοµάζεται «ελαστική άµυνα». Οι δυνάµεις της ήταν καταδικασµένες να «εγκλωβιστούν» στα νησιά όπου ήταν ανεπτυγµένες, χωρίς δυνατότητα πλευρικής µετακίνησης και ενίσχυσης. Τέλος, καθοριστικό ρόλο έπαιξε και ένα άλλο ζήτηµα που άπτεται των επιχειρησιακών σχεδίων. Όπως δηµόσια δήλωσε και ο Α/ΓΕΣ αντιστράτηγος Βούλγαρης στην εκποµπή «Φάκελοι», ο «Στρατός Ξηράς δεν είναι εκπαιδευµένος σε τέτοιου είδους θαλάσσιο αγώνα επάνω σε βραχονησίδες δεδοµένου ότι δεν έχει τα διαθέσιµα µέσα να υποστηρίξει από πλευράς ενδιαίτησης, από πλευράς πυροµαχικών, από πλευράς τροφής και εν γένει από πλευράς διοικητικής µέριµνας τµήµατα επί των βραχονησίδων», και ότι «υπάρχει το σχέδιο αντεπιθέσεων («Ιφιγένεια») για το οποίο εκπαιδεύεται ο στρατός τον οποίο ήδη θα πρέπει να έχουµε συγκεντρωµένο και προσανατολισµένο, έτοιµο έτσι ώστε να ενεργήσει στην απέναντι ακτή από σηµεία τα οποία εκ των προτέρων έχουν ήδη αναγνωριστεί». Πέρα από τα αντεπιχειρήµατα που µπορεί κάποιος να διατυπώσει για την ακρίβεια του πρώτου µέρους της δήλωσης, θα εστιάσουµε στο δεύτερο µέρος που αναφέρεται στο σχέδιο «Ιφιγένεια». Επρόκειτο για σχέδιο αντεπιθέσεων που αφορούσε ενέργειες των Ειδικών ∆υνάµεων, και συγκεκριµένα των µονάδων αµφίβιων καταδροµών που ήταν αναπτυγµένες στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, κατά προεπιλεγµένων στόχων στην τουρκική ακτή και ενδοχώρα σε περίπτωση γενικευµένου πολέµου. Είναι λοιπόν πολύ πιθανό ο επί χρόνια προσανατολισµός του Ελληνικού Στρατού, αλλά και των Ελληνικών Ενόπλων ∆υνάµεων γενικότερα, στην περίπτωση του γενικευµένου πολέµου µε την Τουρκία, σε συνδυασµό µε τη χαµηλή επάνδρωση των µονάδων και την έλλειψη υλικών, να ώθησε σε «δογµατική» ακαµψία, αφού το συµβάν στα Ίµια εθεωρείτο απλώς προκαταρκτικό επεισόδιο της γενικευµένης σύγκρουσης.
Το ασαφές ιδιοκτησιακό καθεστώς των Ελληνικών Ναυπηγείων ΑΕ (Σκαραµαγκά) και τα συνεχή εργοστασιακά προβλήµατα είχαν ως αποτέλεσµα τη µη έγκαιρη παράδοση -σύµφωνα µε τα χρονοδιαγράµµατα της σύµβασης- των τριών επιπλέον φρεγατών ΜΕΚΟ-200HN. Έτσι, την κρίσιµη ώρα προβλήµατα άσχετα µε το υπουργείο Άµυνας αποστέρησαν πολύτιµες µονάδες από το Πολεµικό Ναυτικό. Για µια ακόµη φορά αποδείχθηκε ότι η εθνική άµυνα αποτελεί συνισταµένη πολλών παραγόντων.
Οι κανονιοφόροι είναι πλοία που το Πολεµικό Ναυτικό από τη δεκαετία του ’80 άρχισε να προµηθεύεται. Η δυνατότητα µεταφοράς µάχιµου τµήµατος είναι ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της επιλεχθείσας σχεδίασης για τα σκάφη αυτά και αποτέλεσε βασικό λόγο της επιλογής της. ∆υστυχώς όµως, στο ελληνικό επιχειρησιακό περιβάλλον και µέχρι την κρίση των Ιµίων οι κανονιοφόροι δεν αξιοποιούσαν ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά τους για τα οποία αγοράστηκαν.
Ευτυχώς σήµερα τα παθήµατα έγιναν µαθήµατα.
Ακομα και αν τα παθηματα εγιναν μαθηματα,αυτο ισχυει στον στρατιωτικο τομεα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΔιοτι στον πολιτικο τομεα η ενδοτικοτητα και η υποχωρητικοτητα συνεχιζονται.
Γι'αυτο αλλωστε εχουν δημιουργηθει και "γκριζες" ζωνες στο Αιγαιο!!
ΓΜ