Άθλιε Φίλη, μάθε γράμματα
Για την αντιγραφή, Παναγιώτης Αποστόλου
Ως ημέρα Γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού ορίστηκε από το ελληνικό κοινοβούλιο η 19η Μαΐου. Η Τουρκία όμως, όπως και στην περίπτωση της Γενοκτονίας των Αρμενίων, αρνείται επισήμως μέχρι σήμερα να αναγνωρίσει τις ιστορικές της ευθύνες για τα τραγικά αυτά συμβάντα. Πρέπει πάντως να ομολογήσουμε ότι και εκτός Ελλάδος, δεν είναι ευρύτερα γνωστή η περίοδος αυτή των διωγμών η οποία πρέπει να χωριστεί σε δύο φάσεις: Η πρώτη εκτείνεται χρονικά μεταξύ των ετών 1913- 1918 και η δεύτερη καλύπτει τη διάρκεια της Μικρασιατικής Εκστρατείας (1919-1922). Διωγμοί εναντίον του ελληνικού στοιχείου είχαν σημειωθεί και κατά το παρελθόν αλλά στις παραπάνω περιπτώσεις έλαβαν τη μορφή της γενοκτονίας ενώ τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν συμπίπτουν με εκείνα του ναζιστικού ολοκαυτώματος.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της «Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους», από το 1913 μέχρι και το 1918 εκτοπίστηκαν 773.915 άτομα εκ των οποίων τουλάχιστον το ήμισυ έχασε τη ζωή του υπό αντίξοες συνθήκες. Είχε προηγηθεί η έκρηξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου το 1914 οπότε η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν σύμμαχος της Γερμανίας. Εν όψει της συμμετοχής των Τούρκων στον Μεγάλο Πόλεμο, Γερμανοί αξιωματικοί είχαν αναλάβει να αναδιοργανώσουν τον οθωμανικό στρατό. Οι Γερμανοί προέτρεπαν τους Τούρκους να λάβουν προληπτικά μέτρα εναντίον των Ελλήνων επειδή προέβλεπαν ότι η Ελλάδα θα συμμετάσχει στον πόλεμο στο πλευρό των Αγγλογάλλων και ανησυχούσαν για το ρόλο των χριστιανικών πληθυσμών. Ο Λίμαν φον Σάντερς, στρατιωτικός διοικητής κοντά στον οποίο υπηρέτησε και ο Μουσταφά Κεμάλ, έβγαζε πύρινους λόγους εξάπτοντας το στρατό κατά των Ελλήνων.
Οι Γερμανοί πρότειναν στους Τούρκους να εκτοπίσουν στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας τους ελληνικούς πληθυσμούς. Οι εκτοπισθέντες, ηλικίας 20- 45 ετών, κατατάχθηκαν υποχρεωτικά στα λεγόμενα τάγματα εργασίας (αμελέ ταμπουρού) προκειμένου να εργαστούν στην κατασκευή μεγάλων οδικών έργων στην Ανατολία και στη Μεσοποταμία. καθώς επίσης και σε λατομεία και αγροτικές εργασίες. Εκτεθειμένοι σε ακραίες καιρικές συνθήκες, με ελάχιστη τροφή, έπεσαν γρήγορα θύματα της χολέρας και του τύφου και έχαναν τη ζωή τους κατά χιλιάδες. Μετά το 1916, χρονιά κατά την οποία σημειώθηκε η Γενοκτονία των Αρμενίων, ήλθε και η σειρά των αμάχων να υποστούν την ίδια πολιτική εξόντωσης. Ολόκληρες οικογένειες, με βρέφη και ηλικιωμένους, εξαναγκάστηκαν να διανύσουν τεράστιες αποστάσεις στα παγωμένα μονοπάτια των Ποντιακών Άλπειων όπου και άφησαν την τελευταία τους πνοή.
Πρέπει να σημειωθεί οτι μερικές χιλιάδες επέζησαν χάρη στις άοκνες προσπάθειες του Μητροπολίτη Αμάσειας Γερμανού Καραβαγγέλη. Ιδιαίτερα αγαπητός στο ποίμνιό του, ο ακούραστος κληρικός μιμήθηκε το παράδειγμα του Κοσμά του Αιτωλού αφού στο αμέσως προηγούμενο διάστημα περιόδευε στην περιφέρειά του μέχρι και το τελευταίο χωριό, ιδρύοντας σχολεία και τονώνοντας το εθνικό φρόνημα των κατοίκων. Την περίοδο εκείνη αναβίωσε η πολιτική του εξισλαμισμού ο οποίος παρουσιαζόταν σαν η μόνη διέξοδος για να γλυτώσουν οι Πόντιοι από την πείνα ή το διωγμό. Είναι βέβαια χαρακτηριστικό ότι η πολιτική αυτή σημειώθηκε επί κυριαρχίας των Νεοτούρκων, ενός κινήματος που επιδίωκε να εξευρωπαΐσει και να εκσυγχρονίσει τις δομές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Οι Νεότουρκοι προήλθαν από μια ομάδα διανοουμένων, στρατιωτικών και ανώτατων κρατικών υπαλλήλων που ήλθαν σε επαφή με τα ιδεολογικά ρεύματα της γαλλικής κοινωνίας και ιδιαίτερα της Γαλλικής Επανάστασης. Ήθελαν να ανακόψουν την φθίνουσα πορεία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και να παρατείνουν το βίο της με πολιτικές και άλλες μεταρρυθμίσεις που μετέβαλαν το καθεστώς της απόλυτης μοναρχίας σε συνταγματική μοναρχία. Ήθελαν να δώσουν πολιτικές ελευθερίες στις χριστιανικές μειονότητες ώστε να πάψουν να διεκδικούν την εθνική τους χειραφέτηση ενώ παράλληλα καλλιέργησαν τον τουρκικό εθνικισμό ως ενοποιητική ιδεολογία. Μεταβλήθηκαν όμως σε σκληρούς διώκτες των χριστιανικών μειονοτήτων όταν αντιλήφθηκαν ότι ο εκτουρκισμός τους δεν ήταν εφικτός με ειρηνικά μέσα.
Η 19η Μαΐου είναι επίσης η ημερομηνία κατά την οποία ο Μουσταφά Κεμάλ πήγε στη Σαμψούντα προερχόμενος από την Κωνσταντινούπολη με εντολή του Σουλτάνου ως ανώτατος στρατιωτικός επιθεωρητής για να επιβάλλει την τάξη. Η άφιξή του στη Σαμψούντα συμπίπτει με την κατάληψη της Σμύρνης από τον ελληνικό στρατό και εορτάζεται σήμερα στην Τουρκία ως επέτειος του αγώνα της «εθνικής ανεξαρτησίας».
Ο ίδιος ο Κεμάλ στις σημειώσεις του (Νουτούκ), αναφερόμενος στην κατάσταση που αντιμετώπισε την πρώτη ημέρα που έφθασε στην Σαμψούντα καταγγέλλει τον αποσχιστικό ρόλο των Ποντίων. Γράφει ότι δρουν μέσω μιας οργάνωσης με την επωνυμία «Μαύρη Μοίρα» η ύπαρξη της οποίας δεν έχει επιβεβαιωθεί από την ιστορική έρευνα
Η επίσημη τουρκική ιστοριογραφία επικαλείται τον αποσχιστικό ρόλο των Ποντίων για να δικαιολογήσει το γεγονός ότι ο Κεμάλ στράφηκε εναντίον του χριστιανικού πληθυσμού του Πόντου (Ελλήνων και Αρμενίων). Το πρόγραμμα όμως του Κεμάλ υπερβαίνει το πλαίσιο της στρατιωτικής αναμέτρησης των κεμαλικών δυνάμεων με τα αντάρτικα σώματα που ίδρυσαν οι Πόντιοι και αποβλέπει στη βιολογική εξόντωση των τελευταίων ώστε να αλλάξει η πληθυσμιακή σύνθεση του Πόντου. Είναι χαρακτηριστικό το υπόμνημα που έστειλε τον Νοέμβριο του 1921 στην Κοινωνία των Εθνών το Οικουμενικό Πατριαρχείο στο οποίο μεταξύ άλλων τονίζεται ότι «.....ουδέποτε οι Χριστιανοί της Τουρκίας εξετέθησαν εις μεγαλυτέρας καταστροφάς, ειμή υπό το επαναστατικόν καθεστώς του Μουσταφά Κεμάλ». Πρόκειται για το δεύτερο μεγάλο κύμα των διωγμών οι οποίες διήρκεσαν μέχρι την ανταλλαγή των πληθυσμών.
Την περίοδο αυτή τα περιβόητα «Δικαστήρια της Ανεξαρτησίας» εκδίδουν θανατικές αποφάσεις κατά συρροή εκτελώντας κυρίως κληρικούς, δασκάλους, προκρίτους. Όμως οι θανατικές ποινές εκτελούνται και χωρίς δικαστική απόφαση, συνήθως με απαγχονισμό ή με σταύρωση. Εκτοπίσεις, ομαδικές σφαγές, πυρπολήσεις χωριών, κάψιμο γυναικόπαιδων σε «χαμάμ» ή σε σπίτια αποτελούν καθημερινή πρακτική. Διαβόητος σφαγέας αυτής της περιόδου υπήρξε ο Οσμάν γνωστός με το προσωνύμιο Τοπάλ (κουτσός). Οι θηριωδίες που διέπραξε ξεπερνούν κάθε φαντασία και τα σχετικά στοιχεία βρίσκονται στη διάθεση εκείνων που του ανήγειραν ανδριάντα στον Πόντο. Το σύνολο των εξοντωθέντων Ελλήνων του Πόντου στις δύο αυτές φοβερές περιόδους υπερβαίνει τα 400.000 άτομα.
Σημειώσεις
Χρ. Αγγελομάτη, Χρονικόν Μεγάλης Τραγωδίας, Αθήνα 1971
Κεμάλ Ατατούρκ, Ομιλίες, Αθήνα 1995
Θάνου Βερέμη, Ελληνοτουρκικές Σχέσεις, Αθήνα - Κομοτηνή 1986
Φάνη Κλεάνθη, «Έτσι χάσαμε τη Μικρασία», Αθήνα χ.ημ.
Γ.Θ. Πρίντζιπα, Σαμψούντα και Πάφρα, Πεμπτουσία, τευχ. 11, Απρίλιος- Ιούλιος 2003 σελ. 79- 87 και τευχ. 12 Αύγουστος- Νοέμβριος 2003 σελ. 44-50
Γιώργος Α. Τσούτσος
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου
Ως ημέρα Γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού ορίστηκε από το ελληνικό κοινοβούλιο η 19η Μαΐου. Η Τουρκία όμως, όπως και στην περίπτωση της Γενοκτονίας των Αρμενίων, αρνείται επισήμως μέχρι σήμερα να αναγνωρίσει τις ιστορικές της ευθύνες για τα τραγικά αυτά συμβάντα. Πρέπει πάντως να ομολογήσουμε ότι και εκτός Ελλάδος, δεν είναι ευρύτερα γνωστή η περίοδος αυτή των διωγμών η οποία πρέπει να χωριστεί σε δύο φάσεις: Η πρώτη εκτείνεται χρονικά μεταξύ των ετών 1913- 1918 και η δεύτερη καλύπτει τη διάρκεια της Μικρασιατικής Εκστρατείας (1919-1922). Διωγμοί εναντίον του ελληνικού στοιχείου είχαν σημειωθεί και κατά το παρελθόν αλλά στις παραπάνω περιπτώσεις έλαβαν τη μορφή της γενοκτονίας ενώ τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν συμπίπτουν με εκείνα του ναζιστικού ολοκαυτώματος.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της «Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους», από το 1913 μέχρι και το 1918 εκτοπίστηκαν 773.915 άτομα εκ των οποίων τουλάχιστον το ήμισυ έχασε τη ζωή του υπό αντίξοες συνθήκες. Είχε προηγηθεί η έκρηξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου το 1914 οπότε η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν σύμμαχος της Γερμανίας. Εν όψει της συμμετοχής των Τούρκων στον Μεγάλο Πόλεμο, Γερμανοί αξιωματικοί είχαν αναλάβει να αναδιοργανώσουν τον οθωμανικό στρατό. Οι Γερμανοί προέτρεπαν τους Τούρκους να λάβουν προληπτικά μέτρα εναντίον των Ελλήνων επειδή προέβλεπαν ότι η Ελλάδα θα συμμετάσχει στον πόλεμο στο πλευρό των Αγγλογάλλων και ανησυχούσαν για το ρόλο των χριστιανικών πληθυσμών. Ο Λίμαν φον Σάντερς, στρατιωτικός διοικητής κοντά στον οποίο υπηρέτησε και ο Μουσταφά Κεμάλ, έβγαζε πύρινους λόγους εξάπτοντας το στρατό κατά των Ελλήνων.
Οι Γερμανοί πρότειναν στους Τούρκους να εκτοπίσουν στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας τους ελληνικούς πληθυσμούς. Οι εκτοπισθέντες, ηλικίας 20- 45 ετών, κατατάχθηκαν υποχρεωτικά στα λεγόμενα τάγματα εργασίας (αμελέ ταμπουρού) προκειμένου να εργαστούν στην κατασκευή μεγάλων οδικών έργων στην Ανατολία και στη Μεσοποταμία. καθώς επίσης και σε λατομεία και αγροτικές εργασίες. Εκτεθειμένοι σε ακραίες καιρικές συνθήκες, με ελάχιστη τροφή, έπεσαν γρήγορα θύματα της χολέρας και του τύφου και έχαναν τη ζωή τους κατά χιλιάδες. Μετά το 1916, χρονιά κατά την οποία σημειώθηκε η Γενοκτονία των Αρμενίων, ήλθε και η σειρά των αμάχων να υποστούν την ίδια πολιτική εξόντωσης. Ολόκληρες οικογένειες, με βρέφη και ηλικιωμένους, εξαναγκάστηκαν να διανύσουν τεράστιες αποστάσεις στα παγωμένα μονοπάτια των Ποντιακών Άλπειων όπου και άφησαν την τελευταία τους πνοή.
Πρέπει να σημειωθεί οτι μερικές χιλιάδες επέζησαν χάρη στις άοκνες προσπάθειες του Μητροπολίτη Αμάσειας Γερμανού Καραβαγγέλη. Ιδιαίτερα αγαπητός στο ποίμνιό του, ο ακούραστος κληρικός μιμήθηκε το παράδειγμα του Κοσμά του Αιτωλού αφού στο αμέσως προηγούμενο διάστημα περιόδευε στην περιφέρειά του μέχρι και το τελευταίο χωριό, ιδρύοντας σχολεία και τονώνοντας το εθνικό φρόνημα των κατοίκων. Την περίοδο εκείνη αναβίωσε η πολιτική του εξισλαμισμού ο οποίος παρουσιαζόταν σαν η μόνη διέξοδος για να γλυτώσουν οι Πόντιοι από την πείνα ή το διωγμό. Είναι βέβαια χαρακτηριστικό ότι η πολιτική αυτή σημειώθηκε επί κυριαρχίας των Νεοτούρκων, ενός κινήματος που επιδίωκε να εξευρωπαΐσει και να εκσυγχρονίσει τις δομές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Οι Νεότουρκοι προήλθαν από μια ομάδα διανοουμένων, στρατιωτικών και ανώτατων κρατικών υπαλλήλων που ήλθαν σε επαφή με τα ιδεολογικά ρεύματα της γαλλικής κοινωνίας και ιδιαίτερα της Γαλλικής Επανάστασης. Ήθελαν να ανακόψουν την φθίνουσα πορεία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και να παρατείνουν το βίο της με πολιτικές και άλλες μεταρρυθμίσεις που μετέβαλαν το καθεστώς της απόλυτης μοναρχίας σε συνταγματική μοναρχία. Ήθελαν να δώσουν πολιτικές ελευθερίες στις χριστιανικές μειονότητες ώστε να πάψουν να διεκδικούν την εθνική τους χειραφέτηση ενώ παράλληλα καλλιέργησαν τον τουρκικό εθνικισμό ως ενοποιητική ιδεολογία. Μεταβλήθηκαν όμως σε σκληρούς διώκτες των χριστιανικών μειονοτήτων όταν αντιλήφθηκαν ότι ο εκτουρκισμός τους δεν ήταν εφικτός με ειρηνικά μέσα.
Η 19η Μαΐου είναι επίσης η ημερομηνία κατά την οποία ο Μουσταφά Κεμάλ πήγε στη Σαμψούντα προερχόμενος από την Κωνσταντινούπολη με εντολή του Σουλτάνου ως ανώτατος στρατιωτικός επιθεωρητής για να επιβάλλει την τάξη. Η άφιξή του στη Σαμψούντα συμπίπτει με την κατάληψη της Σμύρνης από τον ελληνικό στρατό και εορτάζεται σήμερα στην Τουρκία ως επέτειος του αγώνα της «εθνικής ανεξαρτησίας».
Ο ίδιος ο Κεμάλ στις σημειώσεις του (Νουτούκ), αναφερόμενος στην κατάσταση που αντιμετώπισε την πρώτη ημέρα που έφθασε στην Σαμψούντα καταγγέλλει τον αποσχιστικό ρόλο των Ποντίων. Γράφει ότι δρουν μέσω μιας οργάνωσης με την επωνυμία «Μαύρη Μοίρα» η ύπαρξη της οποίας δεν έχει επιβεβαιωθεί από την ιστορική έρευνα
Η επίσημη τουρκική ιστοριογραφία επικαλείται τον αποσχιστικό ρόλο των Ποντίων για να δικαιολογήσει το γεγονός ότι ο Κεμάλ στράφηκε εναντίον του χριστιανικού πληθυσμού του Πόντου (Ελλήνων και Αρμενίων). Το πρόγραμμα όμως του Κεμάλ υπερβαίνει το πλαίσιο της στρατιωτικής αναμέτρησης των κεμαλικών δυνάμεων με τα αντάρτικα σώματα που ίδρυσαν οι Πόντιοι και αποβλέπει στη βιολογική εξόντωση των τελευταίων ώστε να αλλάξει η πληθυσμιακή σύνθεση του Πόντου. Είναι χαρακτηριστικό το υπόμνημα που έστειλε τον Νοέμβριο του 1921 στην Κοινωνία των Εθνών το Οικουμενικό Πατριαρχείο στο οποίο μεταξύ άλλων τονίζεται ότι «.....ουδέποτε οι Χριστιανοί της Τουρκίας εξετέθησαν εις μεγαλυτέρας καταστροφάς, ειμή υπό το επαναστατικόν καθεστώς του Μουσταφά Κεμάλ». Πρόκειται για το δεύτερο μεγάλο κύμα των διωγμών οι οποίες διήρκεσαν μέχρι την ανταλλαγή των πληθυσμών.
Την περίοδο αυτή τα περιβόητα «Δικαστήρια της Ανεξαρτησίας» εκδίδουν θανατικές αποφάσεις κατά συρροή εκτελώντας κυρίως κληρικούς, δασκάλους, προκρίτους. Όμως οι θανατικές ποινές εκτελούνται και χωρίς δικαστική απόφαση, συνήθως με απαγχονισμό ή με σταύρωση. Εκτοπίσεις, ομαδικές σφαγές, πυρπολήσεις χωριών, κάψιμο γυναικόπαιδων σε «χαμάμ» ή σε σπίτια αποτελούν καθημερινή πρακτική. Διαβόητος σφαγέας αυτής της περιόδου υπήρξε ο Οσμάν γνωστός με το προσωνύμιο Τοπάλ (κουτσός). Οι θηριωδίες που διέπραξε ξεπερνούν κάθε φαντασία και τα σχετικά στοιχεία βρίσκονται στη διάθεση εκείνων που του ανήγειραν ανδριάντα στον Πόντο. Το σύνολο των εξοντωθέντων Ελλήνων του Πόντου στις δύο αυτές φοβερές περιόδους υπερβαίνει τα 400.000 άτομα.
Σημειώσεις
Χρ. Αγγελομάτη, Χρονικόν Μεγάλης Τραγωδίας, Αθήνα 1971
Κεμάλ Ατατούρκ, Ομιλίες, Αθήνα 1995
Θάνου Βερέμη, Ελληνοτουρκικές Σχέσεις, Αθήνα - Κομοτηνή 1986
Φάνη Κλεάνθη, «Έτσι χάσαμε τη Μικρασία», Αθήνα χ.ημ.
Γ.Θ. Πρίντζιπα, Σαμψούντα και Πάφρα, Πεμπτουσία, τευχ. 11, Απρίλιος- Ιούλιος 2003 σελ. 79- 87 και τευχ. 12 Αύγουστος- Νοέμβριος 2003 σελ. 44-50
Γιώργος Α. Τσούτσος
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου
Γράψτε τα δικά σας σχόλια
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Θα σας παρακαλούσα να είστε κόσμιοι στους χαρακτηρισμούς σας, επειδή είναι δυνατόν επισκέπτες του ιστολογίου να είναι και ανήλικοι.
Τα σχόλια στα blogs υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
Τα σχόλια θα εγκρίνονται μόνο όταν είναι σχετικά με το θέμα, δεν αναφέρουν προσωπικούς, προσβλητικούς χαρακτηρισμούς, καθώς επίσης και τα σχόλια που δεν περιέχουν συνδέσμους.
Επίσης, όταν μας αποστέλλονται κείμενα (μέσω σχολίων ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου), παρακαλείσθε να αναγράφετε τυχούσα πηγή τους σε περίπτωση που δεν είναι δικά σας. Ευχαριστούμε για την κατανόησή σας...