Ο υπαρξιακός φόβος της εξόδου από την Ευρώπη
«Ποτέ ως τώρα δεν καταργήθηκε σκλαβιά λόγω «καλής διαγωγής» των σκλάβων»Του δρ. Κωνσταντίνου Γρίβα
Νίκος Γ. Μουρτζούχος, Οδοιπορικό ιδεών – Γνωμικός λόγος Δ
Τις τελευταίες ημέρες, λόγω των δραματικών εξελίξεων στο ζήτημα των διαπραγματεύσεων με τους «εταίρους» για τα ζητήματα της ελληνικής οικονομίας, οι φόβοι για το ενδεχόμενο εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη έχουν φτάσει σε σημείο παροξυσμού. Άποψη του γράφοντος είναι πως, ό,τι και αν συμβεί από δω και πέρα, η Ελλάδα εισέρχεται σε έναν άγνωστο κόσμο. Σε κάθε περίπτωση όμως θα πρέπει να διαχωρίσουμε τη ρεαλιστική αξιολόγηση των κινδύνων που όντως υπάρχουν για την ελληνική οικονομία, ιδιαίτερα στην περίπτωση που πράγματι προκύψει κάποιας μορφής ρήξη με την Ευρωπαϊκή Ένωση, από τις εμμονές για οργανική αδυναμία της Ελλάδας να κινηθεί μόνη της στο διεθνές σύστημα, ως πραγματικά ανεξάρτητη χώρα.
Δυστυχώς, απ’ ότι φαίνεται, μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας, ιδιαίτερα δε των αστικών ελίτ, από την αρχή της δημιουργίας του ελλαδικού κράτους μέχρι και σήμερα δεν έχει καταφέρει να αποδεχτεί την ιδέα της ανεξάρτητης Ελλάδας. Για την ακρίβεια, δεν φάνηκε καν να νιώθει άνετα με την απελευθέρωση από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Παρεπιμπτόντως, αυτή η φανερή ή αφανής επιθυμία για επιστροφή στην οθωμανική αγκαλιά είναι και η βασική κινητήρια δύναμη που, από την επαύριον της ανεξαρτησίας της χώρας μέχρι και σήμερα, φέρνει περιοδικά στο προσκήνιο διάφορες θεωρίες περί «ελληνοτουρκικής φιλίας», «ομοσπονδίας» και όλα τα συναφή, δηλαδή για εκ νέου υποδούλωση στην Τουρκία.
Ωστόσο, η βασική έκφανση αυτής της δυσανεξίας στην ανεξαρτησία που παρουσιάζει το νεοελληνικό κράτος είναι η εμμονή στο να βρίσκεται διαρκώς υπό την κυριαρχία κάποιου ισχυρού παράγοντα της Δύσης. Κατά κάποιο τρόπο, αυτή η πιεστική ανάγκη του «ανήκειν», δηλαδή του να είσαι δούλος ή απόφυση κάποιου μεγαλύτερου παράγοντα, έχει καταστεί οργανικό στοιχείο της ελληνικής υπαρξιακής ταυτότητας.
Η θεωρία της Ελλάδας – εξάρτημα
Έτσι κάθε φορά που κάποιος τολμά να μιλήσει για πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, η οποία θα ευνοεί τα εθνικά συμφέροντα, αρχές και επιδιώξεις και όχι τις στοχοθετήσεις κάποιου υπερεθνικού επικυρίαρχου, «αποστομώνεται» με τη ρήση ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να κάνει κάτι τέτοιο. Πρέπει να ανήκει κάπου, αλλιώς δεν θα μπορέσει να επιβιώσει. Άρα να κάνει και ό,τι της λένε, χωρίς πολλές αντιρρήσεις και ψαξίματα για το αν αυτό εκφράζει το εθνικό της συμφέρον.
Αυτή η θεωρία της Ελλάδας – εξάρτημα δύσκολα βρίσκει αντίστοιχες στον υπόλοιπο κόσμο. Στην πραγματικότητα, όσοι την προωθούν και την ασπάζονται –και δεν είναι καθόλου λίγοι- ουσιαστικά λένε ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να επιτύχει αυτό που επιτυγχάνει το Ναούρου, το Κιριμπάτι, το Τρινιντάντ και Τομπάγκο ή το Μπαγκλαντές. Φυσικά, όλες αυτές οι χώρες, όπως και οι περισσότερες από τις υπόλοιπες, έχουν συμμαχίες και σχέσεις εξάρτησης, λιγότερο ή περισσότερο περιοριστικές, με μία σειρά από ισχυρούς δρώντες του διεθνούς συστήματος. Σε κάθε περίπτωση όμως θεωρούν τους εαυτούς τους ανεξάρτητα κράτη και, κατά το μάλλον ή ήττον, ενεργούν ως τέτοια.
Αποτελεί θλιβερό ελληνικό προνόμιο η προσκόλληση στη μεταφυσική πίστη ότι η χώρα μας δεν μπορεί να σταθεί μόνη της. Μάλιστα, αυτή η πίστη έχει διαποτίσει τόσο πολύ τη συνείδηση των ελληνικών ελίτ, που κάθε αναφορά περί του αντιθέτου αντιμετωπίζεται με περιφρονητικό χλευασμό ως μη ρεαλιστική και εκτός πραγματικότητας.
Περί «ναυτικών δυνάμεων» και άλλων μυθευμάτων
Η άποψη αυτή της μη ρεαλιστικότητας της ελληνικής ανεξαρτησίας ενίοτε υποστηρίζεται και από γεωπολιτικίζουσες ρήσεις του τύπου «η Ελλάδα ανήκει στις ναυτικές δυνάμεις». Ο γράφων έχει επανειλημμένως εκφράσει την άποψή του γι αυτά τα ψευδο-επιστημονικά φληναφήματα. Ανεξαρτήτως του ότι η Ελλάδα δεν ανήκει και δεν πρέπει να ανήκει παρά μόνο στον εαυτό της, παρόμοιες απόψεις αγνοούν επιδεικτικά την πολυπαραγοντική φύση των γεωπολιτικών ταυτοτήτων των διαφόρων χωρών και τη συνεπακόλουθη ρευστότητά τους, όπως επισημαίνει και η μέθοδος της συστημικής γεωπολιτικής ανάλυσης, η οποία έχει διαμορφωθεί από τον καθηγητή Γεωπολιτικής Ιωάννη Μάζη.
Έτσι όπως σχηματοποιείται σήμερα το διεθνές σύστημα, ποιες είναι οι ναυτικές και οι χερσαίες δυνάμεις σε αυτό –αν υπάρχει πλέον το παραμικρό νόημα σε παρόμοιους χαρακτηρισμούς- και πως διαμορφώνονται οι σχέσεις και οι ισορροπίες ισχύος μεταξύ τους είναι κάτι πολύ δύσκολο να οριστεί. Μεταξύ των άλλων, οι ναυτικές δυνάμεις του 19ου ή του 20ου αιώνα δεν έχουν και δεν μπορεί να έχουν σχέση με αυτές των αρχών του 21ου αιώνα, δεδομένου ότι πολλά πράγματα, τόσο στη διεθνή κατανομή της οπλικής ισχύος όσο και στα γεωγραφικά μεγέθη αλλά και στις πολιτικές σχέσεις μεταξύ των ισχυρών κρατών, αλλάζουν κυριολεκτικά μέρα με τη μέρα.
Παρεπιμπτόντως αναρωτιέται κανείς από πού κι ως που η Γερμανία και οι άλλες κεντροευρωπαϊκές χώρες είναι ή ήταν ποτέ «ναυτικές δυνάμεις», έτσι ώστε με αυτό το επιχείρημα να δικαιολογείται η διαιώνιση της υποδούλωσής μας στην «ενωμένη» Ευρώπη, στην οποία οι χώρες αυτές έχουν καταφέρει να επιβάλουν την ατζέντα τους.
Απομάκρυνση ή συζήτηση;
Και ερχόμαστε στο ζήτημα της διακυβέρνησης της «ευρωπαϊκής προοπτικής» της χώρας. Ο γράφων ήταν (και παραμένει) οπαδός μίας πανευρωπαϊκής γεωπολιτικής ένωσης. Κατά την άποψή μου, αν η Ευρώπη δεν ενωθεί, τότε, αργά ή γρήγορα, θα επιστρέψει στη «φυσική κατάσταση» του όλοι εναντίον όλων, όπως ίσχυε μέχρι και πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ακόμη όμως και αν δεν συμβεί κάτι τέτοιο, οι γεωπολιτικές προκλήσεις που αναπτύσσονται σε πλανητικό επίπεδο είναι τέτοιες, που πολύ δύσκολα τα ευρωπαϊκά κράτη, ακόμη και τα υποτιθέμενα ισχυρά, θα μπορέσουν να τις αντιμετωπίσουν σε βάθος χρόνου. Με βάση αυτή τη λογική, ακόμη και η απώλεια μέρους της εθνικής κυριαρχίας προς όφελος της δημιουργίας μίας συμπαγούς υπερεθνικής γεωπολιτικής ένωσης, που θα σέβεται όμως τα έθνη – μέλη της, είναι κάτι το ανεκτό και εν μέρει και επιθυμητό. Όμως η στοιχειώδης ανάγνωση της πραγματικότητας μας δείχνει ότι η ΕΕ δεν κινείται προς αυτή την κατεύθυνση, αλλά προς την αντίθετη. Δηλαδή προς την αποδόμηση της όποιας ενότητας είχε επιτευχθεί όλα αυτά τα χρόνια. Πολύ απλά δεν υπάρχει ευρωπαϊκή ένωση και δεν φαίνεται ότι μπορεί να προκύψει στο μέλλον.
Ακόμη όμως κι αν υπάρξει, η μέχρι στιγμής συμπεριφορά των περισσότερων χωρών που συμμετέχουν στην ΕΕ δείχνει ότι δεν μας θέλουν μέσα σε αυτή. Πράγματι, όχι μόνο οι πολιτικές ηγεσίες, αλλά και πολύ μεγάλα κομμάτια των ευρωπαϊκών κοινωνιών, ιδιαίτερα αυτών της Βόρειας και Κεντρικής Ευρώπης, φαίνεται πως διακατέχονται από πανίσχυρα αρνητικά στερεότυπα για την Ελλάδα και τους Έλληνες, που αγγίζουν τα όρια του πιο μισαλλόδοξου ρατσισμού. Στην κάλλιστη των περιπτώσεων απλώς μας κάνουν χάρη που μας ανέχονται μέσα στην «Ευρώπη» τους.
Όσοι θεωρούν υπερβολικά και άτοπα τα παραπάνω, ας αναλογιστούν τι συνέβη πριν φτάσουμε στην απόφαση για διεξαγωγή δημοψηφίσματος την Κυριακή 5 Ιουλίου. Μπορεί κανείς να έχει την οποιαδήποτε άποψη αναφορικά με τους χειρισμούς της τωρινής κυβέρνησης, όπως και των προηγούμενων. Δεν μπορεί όμως να αγνοήσει και τη συμπεριφορά των «εταίρων». Δεν μπορεί να αγνοήσει την αντιφατικότητα των μέτρων που απαιτούσαν από την κυβέρνηση, με βάση οποιαδήποτε οικονομική λογική, ακόμη και την πιο ακραία νεοφιλελεύθερη. Δεν μπορεί να αγνοήσει την αδυναμία συνεννόησης των τριών «θεσμών», η οποία ουσιαστικά απέτρεψε τη συγγραφή ρεαλιστικού σχεδίου συμφωνίας, και, κυρίως, δεν μπορεί να αγνοήσει την απροθυμία ή και αδυναμία λήψης αποφάσεων στο ανώτατο πολιτικό επίπεδο. Οι ευρωπαϊκές πολιτικές ηγεσίες απλώς ένιπταν τας χείρας τους και παρέπεμπαν στα τεχνικά κλιμάκια. Όμως ακόμη και το τελευταίο μπακάλικο έχει κάποιας μορφής υψηλή στρατηγική και δεν μπορεί να παίρνει όλες τις αποφάσεις ο λογιστής. Αυτή η προκλητική άρνηση λήψης αποφάσεως είτε υποκρύπτει ειλημμένη απόφαση για εξοβελισμό της Ελλάδας από την Ε.Ε. είτε, πολύ απλά, αντανακλά τη γεωπολιτική ανυπαρξία της «ενωμένης» Ευρώπης. Κι αυτό είναι και το πραγματικό πρόβλημα. Δεν μπορείς να διαπραγματευτείς με κάποιον που αρνείται την ίδια του την ύπαρξη. Δεν μπορεί καν να είσαι δούλος κάποιου που δεν υπάρχει. Τουλάχιστον η Οθωμανική Αυτοκρατορία υπήρχε…
Αν η Ευρωπαϊκή Ένωση θέλει να έχει την όποια σχέση μαζί μας, ακόμη κι αν θέλει να κυριαρχήσει ολοκληρωτικά πάνω μας, θα πρέπει να πάρει τις αποφάσεις της και να κάνει τις προτάσεις της ή, έστω, να παρουσιάσει τα τελεσίγραφά της στο ανώτατο πολιτικό επίπεδο. Και νομίζω ότι ακριβώς αυτό είναι και το βαθύ νόημα του δημοψηφίσματος προς τους εταίρους: «Πάρτε την απόφαση να αποκτήσετε υπόσταση και μετά πείτε τι θέλετε από εμάς». Και τότε θα μπορούμε κι εμείς να κρίνουμε για το μέλλον μας. Αλλιώς δεν έχει νόημα να μιλάμε για τον κίνδυνο εξόδου από μία Ευρώπη της γεωπολιτικής ανυπαρξίας. Από μία «ενωμένη» Ευρώπη των κατώτερων τεχνοκρατών.
Άρα, λοιπόν, ανεξαρτήτως του ποιες είναι οι επιθυμίες μας, οφείλουμε, αργά ή γρήγορα, να εξετάσουμε σοβαρά το ενδεχόμενο ότι θα πρέπει να κινηθούμε μόνοι μας στον παράξενο και ρευστό κόσμο που διαμορφώνεται σήμερα. Όσο και αν μας φοβίζει η εθνική ανεξαρτησία, θα πρέπει κάποτε να την αποδεχτούμε. Η Ελλάδα θα πρέπει κάποια στιγμή να αφήσει πίσω της την παιδική ηλικία, που προϋπέθετε την εξάρτηση από μία εξωτερική δύναμη, η οποία λειτουργούσε ταυτόχρονα ως μητέρα – τροφός και ως αυστηρός πατέρας – κριτής και να περάσει στην ενηλικίωση. Κι αυτό προϋποθέτει την ικανότητα να ακολουθήσει έναν μοναχικό δρόμο, αν έτσι απαιτηθεί, όποιες κι αν είναι οι δυσκολίες.
* Ο δρ. Κωνσταντίνος Γρίβας διδάσκει το μάθημα της Γεωπολιτικής στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων και Γεωγραφία της Ασφάλειας και των Αφοπλισμών στο Τμήμα Τουρκικών και Σύγχρονων Ασιατικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Πηγή περιοδικό «Επίκαιρα», τεύχος 296
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου
Γράψτε τα δικά σας σχόλια
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Θα σας παρακαλούσα να είστε κόσμιοι στους χαρακτηρισμούς σας, επειδή είναι δυνατόν επισκέπτες του ιστολογίου να είναι και ανήλικοι.
Τα σχόλια στα blogs υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
Τα σχόλια θα εγκρίνονται μόνο όταν είναι σχετικά με το θέμα, δεν αναφέρουν προσωπικούς, προσβλητικούς χαρακτηρισμούς, καθώς επίσης και τα σχόλια που δεν περιέχουν συνδέσμους.
Επίσης, όταν μας αποστέλλονται κείμενα (μέσω σχολίων ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου), παρακαλείσθε να αναγράφετε τυχούσα πηγή τους σε περίπτωση που δεν είναι δικά σας. Ευχαριστούμε για την κατανόησή σας...