Η κατάρρευση της αμερικανικής στρατιωτικής ισχύος
Η παρακμή της πολεμικής βιομηχανίας οδηγεί σε γεωπολιτική συρρίκνωση τις ΗΠΑ
Γράφει ο δρ. Κωνσταντίνος Γρίβας
Ένα από τα δομικά στοιχεία της παρανοϊκής αντίληψης περί αμερικανικής παντοδυναμίας η οποία επιμένει να στοιχειώνει τη σκέψη των Ελλήνων (συμπεριλαμβανομένων των πιο ακραιφνών αντιαμερικανών), είναι η πίστη στη στρατιω-τική ισχύ των Ηνωμένων Πολιτειών.
Ακόμη κι όσοι έχουν αποδεχτεί ότι οι ΗΠΑ βρίσκονται σε τροχιά καθόδου όσον αφορά στην οικονομία και τη γεωπολιτική τους επιρροή, θεωρούν ότι στον στρατιωτικό τομέα είναι απλώς πανίσχυρες.
Επίσης, είναι σχεδόν καθολικά αποδεκτό ότι οι πολεμικές βιομηχανίες έχουν κολοσσιαία οικονομικά μεγέθη και ελέγχουν το αμερικανικό πολιτικό σύστημα.
Ο γράφων έχει προσπαθήσει να καταπολεμήσει αυτή την αντίληψη, τονίζοντας ότι η εμπλοκή των ΗΠΑ... στον χιμαιρικό «πόλεμο ενάντια στην τρομοκρατία» και η συνεπακόλουθη αυτοκαταστροφική εμπλοκή στο Αφγανιστάν και το Ιράκ προκάλεσαν τεράστια ζημιά στην αμερικανική πολεμική ικανότητα και οδήγησαν το στρατοβιομηχανικό τους σύμπλεγμα σε παρακμή.
Αυτό συνέβη γιατί ο εγκλωβισμός σε έναν μακροχρόνιο πόλεμο εναντίον αντιπάλων χαμηλής τεχνολογίας κατέστησε άχρηστα πλείστα προγράμματα υψηλών τεχνολογιών, τα οποία αποσκοπούσαν στην ανάπτυξη ικανοτήτων για την αντιμετώπιση «παραδοσιακών» ισχυρών στρατευμάτων, όπως ήταν ο παλιός καλός Σοβιετικός Στρατός1.
Ωστόσο, η κατάσταση ενδέχεται να είναι πολύ χειρότερη για τους Αμερικανούς.
Συγκεκριμένα, στο τελευταίο τεύχος της διάσημης επιθεώρησης Foreign Affairs ο πρώην υφυπουργός Άμυνας των ΗΠΑ και μεγαλο-στέλεχος πολεμικών βιομηχανιών William J. Lynn III αποδομεί ολοκληρωτικά την κυρίαρχη εικόνα της αμερικανικής πολεμικής βιομηχανίας2.
Σοβιετικού τύπου γραφειοκρατία και παγκοσμιοποιημένη οικονομία
Σε πολύ γενικές γραμμές, το άρθρο του Foreign Affairs υποστηρίζει ότι ο συνδυασμός των μειωμένων εξοπλιστικών δαπανών, της άκαμπτης γραφειοκρατίας και της παγκο-σμιοποίησης έχει μετατρέψει το πάλαι ποτέ πανίσχυρο αμερικανικό στρατοβιομηχανικό σύμπλεγμα σε μια ομάδα «μικρομεσαίων» εταιρειών, με αποτέλεσμα η εμπορική αξία της Google, που ανέρχεται στα 400 δις δολάρια περίπου, να είναι σχεδόν διπλάσια από αυτή της Lockheed Martin, της General Dynamics της Raytheon και της Northrop Grumman μαζί.
Το άρθρο δίνει ιδιαίτερη έμφαση στη μέχρι εξαφανίσεως μείωση των κονδυλίων για έρευνα και ανάπτυξη (R&D), που είναι το άλφα και το ωμέγα για την πολεμική βιο-μηχανία, μια και είναι αυτή που παράγει την υψηλή τεχνολογία του μέλλοντος.
Ακόμη και στο κοντινό παρελθόν, η επικέντρωση στη στρατιωτική έρευνα και ανάπτυξη ήταν ο παράγοντας που επέτρεπε στις ΗΠΑ να διατηρούν την πρωτοκαθεδρία στα παγκό-σμια οικονομικά δρώμενα, ευρισκόμενες ένα βήμα μπροστά από τους ανταγωνιστές τους, καθώς ανέπτυσσαν νέους βιομηχανικούς χώρους, όπως συνέβη με τη μικροηλεκτρονική και την πληροφορική. Όμως, απ' ό,τι φαίνεται, κάτι τέτοιο δεν ισχύει σήμερα.
Το Foreign Affairs μας πληροφορεί ότι οι μεγαλύτερες αμερικανικές πολεμικές βιομηχα-νίες (General Dynamics, Raytheon, Boeing, Lockheed Martin και Northrop Grumman) δαπάνησαν όλες μαζί περίπου 4 δις δολάρια για έρευνα και ανάπτυξη το τελευταίο έτος. Το ποσό αυτό είναι περίπου το μισό απ' αυτό που ξοδεύει ετησίως η Microsoft ή η Toyota για αντίστοιχους σκοπούς.
Σύμφωνα δε με το άρθρο του Foreign Affairs, η παρακμή του αμερικανικού στρατοβιομηχανικού συμπλέγματος έχει και δομικά χαρακτηριστικά και δεν οφείλεται απλώς σε μια περιστασιακή έλλειψη χρημάτων.
Μεταξύ των άλλων, οι πολεμικές βιομηχανίες έχουν εγκλωβιστεί κι αυτές στον κόσμο του καπιταλισμού νέας γενεάς και, αντί να επενδύουν σε καινοτόμα προϊόντα και στην παραγωγική δραστηριότητα, στρέφουν τα διαθέσιμα κεφάλαιά τους στην παγκόσμια χρηματαγορά έτσι ώστε να επιτυγχάνουν καλύτερα βραχυπρόθεσμα οικονομικά αποτελέσματα, τα οποία ναι μεν ικανοποιούν τα απρόσωπα επενδυτικά σχήματα που κατέχουν μεγάλο μέρος των μετοχών τους, υπονομεύουν όμως το μέλλον τους.
Με το βλέμμα στις εμπορικά διαθέσιμες τεχνολογίες
Το σημαντικότερο, ωστόσο, είναι ότι τα τελευταία χρόνια η κατάσταση έχει αλλάξει άρδην στην παγκόσμια στρατιωτική τεχνολογία και πλέον οι εμπορικά διαθέσιμες τε-χνολογίες είναι αυτές που οδηγούν την κούρσα.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της τρισδιάστατης εκτύπωσης, με τις απροσδιό-ριστες ακόμη θετικές εφαρμογές που μπορεί να έχει στη διοικητική μέριμνα.
Έτσι, όποιος έχει την καλύτερη πρόσβαση σε εμπορικά διαθέσιμες τεχνολογίες είναι θεωρητικά και εκείνος που μπορεί να επιτύχει τα καλύτερα αποτελέσματα όσον αφορά στην ανάπτυξη προηγμένων στρατιωτικών συστημάτων στο μέλλον.
Υπό φυσιολογικές συνθήκες, οι ΗΠΑ θα είχαν το πλεονέκτημα. Όμως η άκαμπτη γρα-φειοκρατία του Πενταγώνου, που όσο πάει γίνεται και πιο άκαμπτη, αποτρέπει τις αμε-ρικανικές εταιρείες υψηλής τεχνολογίας να συνεργαστούν με τις αμερικανικές Ένοπλες Δυνάμεις.
Για παράδειγμα, μια εταιρεία λογισμικού δεν έχει καμιά διάθεση να εγκλωβίσει το προϊόν της στην αποκλειστική χρήση του Πενταγώνου, όπως απειλεί το τελευταίο για λόγους διασφάλισης του απορρήτου.
Πολλώ δε μάλλον όταν, σε αντίθεση με το παρελθόν, έχει πρόσβαση σε μια τεράστια παγκοσμιοποιημένη αγορά, ενώ το Πεντάγωνο δεν είναι πλέον και τόσο μεγάλος πελάτης ώστε να διεκδικεί την αποκλειστικότητα. Κι αυτή είναι απλώς η κορυφή του παγόβουνου.
Ένα δαιδαλώδες πλέγμα νομικών δεσμεύσεων και υποχρεώσεων καθιστά περίπου απαγορευτική τη συνεργασία με το Πεντάγωνο, ιδιαίτερα δε σε μικρές εταιρείες που δεν μπορούν να εξασφαλίσουν την πανάκριβη νομική υποστήριξη που χρειάζονται για να βγάλουν άκρη.
Όμως ακριβώς αυτές οι νέες και μικρές εταιρείες είναι που παραδοσιακά αναπτύσσουν κρίσιμες καινοτόμες τεχνολογίες, τις οποίες χρειάζεται απεγνωσμένα η αμερικανική πολεμική μηχανή και τώρα δεν μπορεί να τις αποκτήσει.
Παρεμπιπτόντως, με βάση τα παραπάνω προκύπτει αυτομάτως το συμπέρασμα ότι χώρες με δικό τους προηγμένο τεχνολογικό δυναμικό και με καλύτερη πρόσβαση στις εμπορικά διαθέσιμες τεχνολογίες, με προε- ξάρχουσα την Κίνα, είναι μόνο θέμα χρόνου να ξεπεράσουν τους Αμερικανούς στον κρίσιμο τομέα των προηγμένων οπλικών συ-στημάτων.
«Μαύρα» προγράμματα και «μυστικά υπερόπλα»
Έτσι, στο κοντινό μέλλον οι αμερικανικές Ένοπλες Δυνάμεις αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο να μην έχουν πρόσβαση στις νέες εμπορικές υψηλές τεχνολογίες, την ίδια στιγμή που δεν θα έχουν δική τους έρευνα και ανάπτυξη για τη δημιουργία προηγμένων όπλων. Άρα οδηγούνται ολοταχώς προς την παρακμή και την απαξίωση.
Παρακμή που κρύβεται, στο επίπεδο της εικόνας, από την προσεκτική προβολή υπολειμμάτων προγραμμάτων παλαιοτέρων και καλύτερων εποχών, όπως αυτό του διαστημοπλάνου Χ-37Β, που σήμερα καρκινοβατεί, και από τις πάσης φύσεως συνωμοσιολογικές θεωρίες για μυστικά αμερικανικά προγράμματα διαφόρων υπερόπλων.
Ειρήσθω εν παρόδω, «μαύρα» προγράμματα για την ανάπτυξη προηγμένων οπλικών συστημάτων υπήρχαν και προφανώς συνεχίζουν να υπάρχουν στις Ηνωμένες Πολιτείες. Όμως αυτά είναι προέκταση των «φυσιολογικών» αμυντικών προγραμμάτων.
Όταν, λοιπόν, ο αμυντικός προϋπολογισμός έχει καταρρεύσει, οι πολεμικές βιομηχανίες τείνουν να μετατραπούν σε επενδυτικές που αναζητούν το βραχυχρόνιο κέρδος στην παγκοσμιοποιημένη χρηματαγορά κι η πρόσβαση στις καινοτόμες εμπορικά διαθέσιμες τεχνολογίες είναι προβληματική, κανένα μυστικό κέντρο ερευνών δεν μπορεί να σώσει την παρτίδα.
Θα πρέπει κάποια στιγμή, ιδιαίτερα στην Ελλάδα, να ξεφύγουμε από τον κόσμο του... Χόλυγουντ, όπου έχουμε επιλέξει να ζούμε, και να εξετάσουμε την ισχύ των Ηνωμένων Πολιτειών όπως πράγματι είναι.
Για να γίνουν ακόμη χειρότερα τα πράγματα για την αμερικανική υψηλή πολεμική τεχνολογία, η μόδα για συνεχείς εξαγορές και συγχωνεύσεις δεν άφησε αλώβητη ούτε την πολεμική βιομηχανία.
Έτσι, κατέληξε να υπάρχουν μόλις πέντε μεγάλες εταιρείες, που προέκυψαν έπειτα από σωρεία συγχωνεύσεων και εξαγορών, με αποτέλεσμα να μειωθούν ο ανταγωνισμός και η συνεπακόλουθη ανάπτυξη καινοτόμων προϊόντων και τεχνολογιών.
Αναγκαία η απελευθέρωση από την εικονική πραγματικότητα
Κοντολογίς, η στρατιωτική ισχύς των ΗΠΑ φαίνεται πως παρακμάζει με ρυθμούς τα-χύτερους απ' ό,τι πιστεύαμε.
Σε συνδυασμό με μια σειρά από άλλους παράγοντες, το γεγονός αυτό καθιστά τις Ηνωμένες Πολιτείες έναν αμφισβητήσιμο μεγάλο «παίκτη» του διεθνούς συστήματος και σε καμιά περίπτωση τον αναντίρρητο παγκόσμιο επικυρίαρχο, όπως επιμένουν να πιστεύουν οι Έλληνες.
Η ανορθολογική αυτή εμμονή στην αμερικανική παντοδυναμία μπορεί να έχει καταστρεπτικές συνέπειες στο μέλλον.
Αυτή την κρίσιμη εποχή, τη στιγμή που η ελληνική εξωτερική πολιτική είχε μια μεγάλη επιτυχία με τη συμφωνία με την Αίγυπτο όσον αφορά στα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας και της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ανατολική Μεσόγειο, η... μεταφυσική πίστη στις δυνατότητες των Ηνωμένων Πολιτειών να μας στηρίξουν ή να μας υπονομεύσουν μπορεί να οδηγήσει σε εντελώς λανθασμένη διαχείριση του διπλωματικού αυτού άσου.
Κι αυτή είναι απλώς μία και μόνο πλευρά του σύνθετου γεωπολιτικού προβλήματος που αντιμετωπίζει σήμερα η χώρα μας.
* Διδάσκει το μάθημα της Γεωπολιτικής στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων και Γεωγραφία της Ασφάλειας και των Αφοπλισμών στο Τμήμα Τουρκικών και Σύγχρονων Ασιατικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Πηγή περιοδικό «Επίκαιρα», τεύχος 263
1. Περισσότερα ο αναγνώστης μπορεί να βρει στο βιβλίο του υπογράφοντος "Η στρατιωτική άνοδος της Κίνας και η γεωπολιτική του πολέμου στη Μέση Ανατολή", που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Α.Α. Λιβάνη.
2. William J. Lynn III, "The End of the Military Industrial Complex", Foreign Affairs, Volume 93, Number 6, November / December 2014, σελ. 104-110.
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου
Γράφει ο δρ. Κωνσταντίνος Γρίβας
Ένα από τα δομικά στοιχεία της παρανοϊκής αντίληψης περί αμερικανικής παντοδυναμίας η οποία επιμένει να στοιχειώνει τη σκέψη των Ελλήνων (συμπεριλαμβανομένων των πιο ακραιφνών αντιαμερικανών), είναι η πίστη στη στρατιω-τική ισχύ των Ηνωμένων Πολιτειών.
Ακόμη κι όσοι έχουν αποδεχτεί ότι οι ΗΠΑ βρίσκονται σε τροχιά καθόδου όσον αφορά στην οικονομία και τη γεωπολιτική τους επιρροή, θεωρούν ότι στον στρατιωτικό τομέα είναι απλώς πανίσχυρες.
Επίσης, είναι σχεδόν καθολικά αποδεκτό ότι οι πολεμικές βιομηχανίες έχουν κολοσσιαία οικονομικά μεγέθη και ελέγχουν το αμερικανικό πολιτικό σύστημα.
Ο γράφων έχει προσπαθήσει να καταπολεμήσει αυτή την αντίληψη, τονίζοντας ότι η εμπλοκή των ΗΠΑ... στον χιμαιρικό «πόλεμο ενάντια στην τρομοκρατία» και η συνεπακόλουθη αυτοκαταστροφική εμπλοκή στο Αφγανιστάν και το Ιράκ προκάλεσαν τεράστια ζημιά στην αμερικανική πολεμική ικανότητα και οδήγησαν το στρατοβιομηχανικό τους σύμπλεγμα σε παρακμή.
Αυτό συνέβη γιατί ο εγκλωβισμός σε έναν μακροχρόνιο πόλεμο εναντίον αντιπάλων χαμηλής τεχνολογίας κατέστησε άχρηστα πλείστα προγράμματα υψηλών τεχνολογιών, τα οποία αποσκοπούσαν στην ανάπτυξη ικανοτήτων για την αντιμετώπιση «παραδοσιακών» ισχυρών στρατευμάτων, όπως ήταν ο παλιός καλός Σοβιετικός Στρατός1.
Ωστόσο, η κατάσταση ενδέχεται να είναι πολύ χειρότερη για τους Αμερικανούς.
Συγκεκριμένα, στο τελευταίο τεύχος της διάσημης επιθεώρησης Foreign Affairs ο πρώην υφυπουργός Άμυνας των ΗΠΑ και μεγαλο-στέλεχος πολεμικών βιομηχανιών William J. Lynn III αποδομεί ολοκληρωτικά την κυρίαρχη εικόνα της αμερικανικής πολεμικής βιομηχανίας2.
Σοβιετικού τύπου γραφειοκρατία και παγκοσμιοποιημένη οικονομία
Σε πολύ γενικές γραμμές, το άρθρο του Foreign Affairs υποστηρίζει ότι ο συνδυασμός των μειωμένων εξοπλιστικών δαπανών, της άκαμπτης γραφειοκρατίας και της παγκο-σμιοποίησης έχει μετατρέψει το πάλαι ποτέ πανίσχυρο αμερικανικό στρατοβιομηχανικό σύμπλεγμα σε μια ομάδα «μικρομεσαίων» εταιρειών, με αποτέλεσμα η εμπορική αξία της Google, που ανέρχεται στα 400 δις δολάρια περίπου, να είναι σχεδόν διπλάσια από αυτή της Lockheed Martin, της General Dynamics της Raytheon και της Northrop Grumman μαζί.
Το άρθρο δίνει ιδιαίτερη έμφαση στη μέχρι εξαφανίσεως μείωση των κονδυλίων για έρευνα και ανάπτυξη (R&D), που είναι το άλφα και το ωμέγα για την πολεμική βιο-μηχανία, μια και είναι αυτή που παράγει την υψηλή τεχνολογία του μέλλοντος.
Ακόμη και στο κοντινό παρελθόν, η επικέντρωση στη στρατιωτική έρευνα και ανάπτυξη ήταν ο παράγοντας που επέτρεπε στις ΗΠΑ να διατηρούν την πρωτοκαθεδρία στα παγκό-σμια οικονομικά δρώμενα, ευρισκόμενες ένα βήμα μπροστά από τους ανταγωνιστές τους, καθώς ανέπτυσσαν νέους βιομηχανικούς χώρους, όπως συνέβη με τη μικροηλεκτρονική και την πληροφορική. Όμως, απ' ό,τι φαίνεται, κάτι τέτοιο δεν ισχύει σήμερα.
Το Foreign Affairs μας πληροφορεί ότι οι μεγαλύτερες αμερικανικές πολεμικές βιομηχα-νίες (General Dynamics, Raytheon, Boeing, Lockheed Martin και Northrop Grumman) δαπάνησαν όλες μαζί περίπου 4 δις δολάρια για έρευνα και ανάπτυξη το τελευταίο έτος. Το ποσό αυτό είναι περίπου το μισό απ' αυτό που ξοδεύει ετησίως η Microsoft ή η Toyota για αντίστοιχους σκοπούς.
Σύμφωνα δε με το άρθρο του Foreign Affairs, η παρακμή του αμερικανικού στρατοβιομηχανικού συμπλέγματος έχει και δομικά χαρακτηριστικά και δεν οφείλεται απλώς σε μια περιστασιακή έλλειψη χρημάτων.
Μεταξύ των άλλων, οι πολεμικές βιομηχανίες έχουν εγκλωβιστεί κι αυτές στον κόσμο του καπιταλισμού νέας γενεάς και, αντί να επενδύουν σε καινοτόμα προϊόντα και στην παραγωγική δραστηριότητα, στρέφουν τα διαθέσιμα κεφάλαιά τους στην παγκόσμια χρηματαγορά έτσι ώστε να επιτυγχάνουν καλύτερα βραχυπρόθεσμα οικονομικά αποτελέσματα, τα οποία ναι μεν ικανοποιούν τα απρόσωπα επενδυτικά σχήματα που κατέχουν μεγάλο μέρος των μετοχών τους, υπονομεύουν όμως το μέλλον τους.
Με το βλέμμα στις εμπορικά διαθέσιμες τεχνολογίες
Το σημαντικότερο, ωστόσο, είναι ότι τα τελευταία χρόνια η κατάσταση έχει αλλάξει άρδην στην παγκόσμια στρατιωτική τεχνολογία και πλέον οι εμπορικά διαθέσιμες τε-χνολογίες είναι αυτές που οδηγούν την κούρσα.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της τρισδιάστατης εκτύπωσης, με τις απροσδιό-ριστες ακόμη θετικές εφαρμογές που μπορεί να έχει στη διοικητική μέριμνα.
Έτσι, όποιος έχει την καλύτερη πρόσβαση σε εμπορικά διαθέσιμες τεχνολογίες είναι θεωρητικά και εκείνος που μπορεί να επιτύχει τα καλύτερα αποτελέσματα όσον αφορά στην ανάπτυξη προηγμένων στρατιωτικών συστημάτων στο μέλλον.
Υπό φυσιολογικές συνθήκες, οι ΗΠΑ θα είχαν το πλεονέκτημα. Όμως η άκαμπτη γρα-φειοκρατία του Πενταγώνου, που όσο πάει γίνεται και πιο άκαμπτη, αποτρέπει τις αμε-ρικανικές εταιρείες υψηλής τεχνολογίας να συνεργαστούν με τις αμερικανικές Ένοπλες Δυνάμεις.
Για παράδειγμα, μια εταιρεία λογισμικού δεν έχει καμιά διάθεση να εγκλωβίσει το προϊόν της στην αποκλειστική χρήση του Πενταγώνου, όπως απειλεί το τελευταίο για λόγους διασφάλισης του απορρήτου.
Πολλώ δε μάλλον όταν, σε αντίθεση με το παρελθόν, έχει πρόσβαση σε μια τεράστια παγκοσμιοποιημένη αγορά, ενώ το Πεντάγωνο δεν είναι πλέον και τόσο μεγάλος πελάτης ώστε να διεκδικεί την αποκλειστικότητα. Κι αυτή είναι απλώς η κορυφή του παγόβουνου.
Ένα δαιδαλώδες πλέγμα νομικών δεσμεύσεων και υποχρεώσεων καθιστά περίπου απαγορευτική τη συνεργασία με το Πεντάγωνο, ιδιαίτερα δε σε μικρές εταιρείες που δεν μπορούν να εξασφαλίσουν την πανάκριβη νομική υποστήριξη που χρειάζονται για να βγάλουν άκρη.
Όμως ακριβώς αυτές οι νέες και μικρές εταιρείες είναι που παραδοσιακά αναπτύσσουν κρίσιμες καινοτόμες τεχνολογίες, τις οποίες χρειάζεται απεγνωσμένα η αμερικανική πολεμική μηχανή και τώρα δεν μπορεί να τις αποκτήσει.
Παρεμπιπτόντως, με βάση τα παραπάνω προκύπτει αυτομάτως το συμπέρασμα ότι χώρες με δικό τους προηγμένο τεχνολογικό δυναμικό και με καλύτερη πρόσβαση στις εμπορικά διαθέσιμες τεχνολογίες, με προε- ξάρχουσα την Κίνα, είναι μόνο θέμα χρόνου να ξεπεράσουν τους Αμερικανούς στον κρίσιμο τομέα των προηγμένων οπλικών συ-στημάτων.
«Μαύρα» προγράμματα και «μυστικά υπερόπλα»
Έτσι, στο κοντινό μέλλον οι αμερικανικές Ένοπλες Δυνάμεις αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο να μην έχουν πρόσβαση στις νέες εμπορικές υψηλές τεχνολογίες, την ίδια στιγμή που δεν θα έχουν δική τους έρευνα και ανάπτυξη για τη δημιουργία προηγμένων όπλων. Άρα οδηγούνται ολοταχώς προς την παρακμή και την απαξίωση.
Παρακμή που κρύβεται, στο επίπεδο της εικόνας, από την προσεκτική προβολή υπολειμμάτων προγραμμάτων παλαιοτέρων και καλύτερων εποχών, όπως αυτό του διαστημοπλάνου Χ-37Β, που σήμερα καρκινοβατεί, και από τις πάσης φύσεως συνωμοσιολογικές θεωρίες για μυστικά αμερικανικά προγράμματα διαφόρων υπερόπλων.
Ειρήσθω εν παρόδω, «μαύρα» προγράμματα για την ανάπτυξη προηγμένων οπλικών συστημάτων υπήρχαν και προφανώς συνεχίζουν να υπάρχουν στις Ηνωμένες Πολιτείες. Όμως αυτά είναι προέκταση των «φυσιολογικών» αμυντικών προγραμμάτων.
Όταν, λοιπόν, ο αμυντικός προϋπολογισμός έχει καταρρεύσει, οι πολεμικές βιομηχανίες τείνουν να μετατραπούν σε επενδυτικές που αναζητούν το βραχυχρόνιο κέρδος στην παγκοσμιοποιημένη χρηματαγορά κι η πρόσβαση στις καινοτόμες εμπορικά διαθέσιμες τεχνολογίες είναι προβληματική, κανένα μυστικό κέντρο ερευνών δεν μπορεί να σώσει την παρτίδα.
Θα πρέπει κάποια στιγμή, ιδιαίτερα στην Ελλάδα, να ξεφύγουμε από τον κόσμο του... Χόλυγουντ, όπου έχουμε επιλέξει να ζούμε, και να εξετάσουμε την ισχύ των Ηνωμένων Πολιτειών όπως πράγματι είναι.
Για να γίνουν ακόμη χειρότερα τα πράγματα για την αμερικανική υψηλή πολεμική τεχνολογία, η μόδα για συνεχείς εξαγορές και συγχωνεύσεις δεν άφησε αλώβητη ούτε την πολεμική βιομηχανία.
Έτσι, κατέληξε να υπάρχουν μόλις πέντε μεγάλες εταιρείες, που προέκυψαν έπειτα από σωρεία συγχωνεύσεων και εξαγορών, με αποτέλεσμα να μειωθούν ο ανταγωνισμός και η συνεπακόλουθη ανάπτυξη καινοτόμων προϊόντων και τεχνολογιών.
Αναγκαία η απελευθέρωση από την εικονική πραγματικότητα
Κοντολογίς, η στρατιωτική ισχύς των ΗΠΑ φαίνεται πως παρακμάζει με ρυθμούς τα-χύτερους απ' ό,τι πιστεύαμε.
Σε συνδυασμό με μια σειρά από άλλους παράγοντες, το γεγονός αυτό καθιστά τις Ηνωμένες Πολιτείες έναν αμφισβητήσιμο μεγάλο «παίκτη» του διεθνούς συστήματος και σε καμιά περίπτωση τον αναντίρρητο παγκόσμιο επικυρίαρχο, όπως επιμένουν να πιστεύουν οι Έλληνες.
Η ανορθολογική αυτή εμμονή στην αμερικανική παντοδυναμία μπορεί να έχει καταστρεπτικές συνέπειες στο μέλλον.
Αυτή την κρίσιμη εποχή, τη στιγμή που η ελληνική εξωτερική πολιτική είχε μια μεγάλη επιτυχία με τη συμφωνία με την Αίγυπτο όσον αφορά στα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας και της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ανατολική Μεσόγειο, η... μεταφυσική πίστη στις δυνατότητες των Ηνωμένων Πολιτειών να μας στηρίξουν ή να μας υπονομεύσουν μπορεί να οδηγήσει σε εντελώς λανθασμένη διαχείριση του διπλωματικού αυτού άσου.
Κι αυτή είναι απλώς μία και μόνο πλευρά του σύνθετου γεωπολιτικού προβλήματος που αντιμετωπίζει σήμερα η χώρα μας.
* Διδάσκει το μάθημα της Γεωπολιτικής στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων και Γεωγραφία της Ασφάλειας και των Αφοπλισμών στο Τμήμα Τουρκικών και Σύγχρονων Ασιατικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Πηγή περιοδικό «Επίκαιρα», τεύχος 263
1. Περισσότερα ο αναγνώστης μπορεί να βρει στο βιβλίο του υπογράφοντος "Η στρατιωτική άνοδος της Κίνας και η γεωπολιτική του πολέμου στη Μέση Ανατολή", που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Α.Α. Λιβάνη.
2. William J. Lynn III, "The End of the Military Industrial Complex", Foreign Affairs, Volume 93, Number 6, November / December 2014, σελ. 104-110.
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου
Γράψτε τα δικά σας σχόλια
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Θα σας παρακαλούσα να είστε κόσμιοι στους χαρακτηρισμούς σας, επειδή είναι δυνατόν επισκέπτες του ιστολογίου να είναι και ανήλικοι.
Τα σχόλια στα blogs υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
Τα σχόλια θα εγκρίνονται μόνο όταν είναι σχετικά με το θέμα, δεν αναφέρουν προσωπικούς, προσβλητικούς χαρακτηρισμούς, καθώς επίσης και τα σχόλια που δεν περιέχουν συνδέσμους.
Επίσης, όταν μας αποστέλλονται κείμενα (μέσω σχολίων ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου), παρακαλείσθε να αναγράφετε τυχούσα πηγή τους σε περίπτωση που δεν είναι δικά σας. Ευχαριστούμε για την κατανόησή σας...