Αυτοκτονικός ιδεασμός και πολιτικοί "νεκροθάφτες"
Με θλιβερό «πολιτικό επικήδειο» μοιάζει τα τελευταία χρόνια ο εορτασμός της επετείου της 3ης του Σεπτέμβρη από την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ. Φέτος μάλιστα προσλαμβάνει τραγικό χαρακτήρα, αφού ακόμα και τα τελευταία προσχήματα έχουν απορριφθεί.
Η ιστορική κατάρρευση και απαξίωση ενός ρωμαλέου λαϊκού κινήματος που συμπύκνωσε και εξέφρασε τις ελπίδες, τις ανάγκες, τα οράματα γενεών –διαδραματίζοντας πρωταγωνιστικό ρόλο σ’ ολόκληρη σχεδόν τη μεταπολιτευτική περίοδο– και η σημερινή του μετατροπή σε «πολιτικό εργαλείο» εξυπηρέτησης των επιταγών του νεοφιλελεύθερου προτύπου και των στρατηγικών της «νέας τάξης», μόνο θλίψη και οργή μπορεί να προκαλέσει.
Ασφαλώς τα κόμματα, τα πολιτικά συστήματα δεν παραμένουν «ακίνητα» στον χώρο και στον χρόνο. Μετασχηματίζονται όπως όλοι οι κοινωνικοί θεσμοί και οι ιστορικές παραγωγικές-κοινωνικές σχέσεις.
Όμως σε κάθε σημαντική ιστορική περίοδο, σε κάθε κρίσιμη συγκυρία θα πρέπει τα προοδευτικά κόμματα να εκφράζουν τα λαϊκά αιτήματα και συμφέροντα μέσα από έναν συνεκτικό πυρήνα αρχών, αξιών, πεποιθήσεων που θεμελιώνονται στις απαράγραπτες αρχές της ελευθερίας, της κοινωνικής δικαιοσύνης, της ισότητας και της ισοτιμίας των πολιτών. Αυτές τις αρχές ένα κόμμα που ευαγγελίζεται την ανεξαρτησία, την ανθρώπινη και κοινωνική χειραφέτηση, τη λαϊκή κυριαρχία δεν τις θεωρεί συγκυριακές... Δεν αποτελούν ένα είδος «ιδεολογικής μόδας» που περνάει και αντικαθίσταται από τις «αρχές» της κοινωνίας της ζούγκλας...
Το σημερινό ΠΑΣΟΚ δεν προσαρμόστηκε στην «ιστορική αναγκαιότητα», όπως ισχυρίστηκε το ηγετικό «δίδυμο» Κ. Σημίτη - Γ. Παπανδρέου. Αντίθετα απέρριψε σταδιακά, αλλά και μεθοδικά, τις θεμελιώδεις κοινωνικοπολιτικές και εθνικές του δεσμεύσεις και υιοθέτησε, βήμα προς βήμα, από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, τις «αξίες», τις θέσεις, τα κριτήρια του νεοφιλελεύθερου προτύπου, επιδιώκοντας την «κεντροδεξιά» του νομιμοποίηση.
Ταυτόχρονα απαξίωσε την πολιτικοϊδεολογική λογική και οργανωτική δομή του ΠΑΣΟΚ και επεδίωξε να μετατρέψει σταδιακά τα κομματικά στελέχη και μέλη σε «ιδιώτες» της πολιτικής, αφού η σχέση με το κόμμα τους είχε ως μοναδική «μεσολαβητική δομή» τη σχέση εξουσίας, το ατομικό όφελος, την προσωπική ανέλιξη, την πρόσδεση στους κυβερνητικούς μηχανισμούς εξουσίας. Ο δυϊσμός «ιδιώτη-πολίτη» προωθήθηκε μέσα στο ίδιο το ΠΑΣΟΚ...
Τα κομματικά όργανα-θεσμοί διαδραματίζουν πια διακοσμητικό ρόλο. Τα πολιτικά όργανα εκπόνησης πολιτικής και λήψης κρίσιμων αποφάσεων αντικαθίστανται από πολιτικές «συνάξεις-συναθροίσεις» εκατοντάδων ατόμων, πολλά των οποίων επιδεικνύουν ως κομματικό «πειστήριο» την επαγγελματική-κοινωνική τους ταυτότητα, αποτελώντας στην πράξη «χαλαρούς» κομματικούς επισκέπτες και ιδεολογικούς «γυρολόγους». Μερικά από τα πρόσωπα αυτά χρησιμοποιούνται στις εκάστοτε εκλογικές αναμετρήσεις, διαφόρων επιπέδων, αφού συνιστούν, σύμφωνα με παλαιά ρήση του κ. Χρυσοχοΐδη, τα «λαμπερά πρόσωπα» του Κινήματος...
Η διάλυση της πολιτικοϊδεολογικής και πολιτικοοργανωτικής δομής του ΠΑΣΟΚ αποτέλεσε τον ιστορικά «αναγκαίο» όρο για να εισβάλουν τα διαπλεκόμενα συμφέροντα στο σύστημα της κυβερνητικής εξουσίας και να επιβάλουν τις επιλογές τους. Το ΠΑΣΟΚ θα όφειλε να αποτελέσει ιστορικά –λόγω της πολιτικοϊδεολογικής του φυσιογνωμίας και των κοινωνικών δυνάμεων που εκπροσωπούσε– στρατηγικό ανάχωμα απέναντι στα συμφέροντα αυτά.
Όμως η ιστορική πορεία «γύρισε ανάποδα». Ήταν το ΠΑΣΟΚ το οποίο από την εποχή του σημιτικού εκσυγχρονισμού αποτέλεσε το κομματικό «όχημα» διείσδυσης και επιβολής των συμφερόντων αυτών. Τώρα ο Γ. Παπανδρέου ολοκληρώνει αυτόν τον κύκλο οδηγώντας στην απαξίωση και διάλυση το πολιτικό σύστημα και τη χώρα στην υποδούλωση και στη φτώχεια.
Στην πραγματικότητα όμως, κι αυτό είναι το «ιστορικό παράδοξο», ο Γ. Παπανδρέου έκανε πράξη το «όραμά» του: Πάντα είχε ως «πρότυπο» ένα κόμμα «χαλαρό», με τάσεις και επιμέρους πολιτικοϊδεολογικές αναφορές, χωρίς δεσμευτικές στρατηγικές, χωρίς σαφείς κοινωνικές αναφορές.
Είχε στην πράξη ως υπόδειγμα ένα σχήμα ανάλογο με τις σημερινές ΜΚΟ. Γι’ αυτό και από την πρώτη στιγμή που ανέλαβε την προεδρία του ΠΑΣΟΚ το 2004 έθεσε ως στόχο την αλλαγή του ονόματος, των συμβόλων, των ιδρυτικών αρχών του Κινήματος.
Αυτό το πέτυχε στην πράξη. Μετέτρεψε το ΠΑΣΟΚ σε ΜΚΟ που έχει την «ιδιαιτερότητα» να «χειρίζεται» την κυβερνητική εξουσία, έστω και ως υπομόχλιο των επιταγών των δανειστών και των κερδοσκόπων.
Τις συνέπειες όμως τις πληρώνει –και θα τις πληρώσει επί μακρόν– ακριβά ο ελληνικός λαός. Η Ελλάδα σήμερα «κρέμεται στο τσιγκέλι»... Εκβιάζεται, λοιδορείται, υποθηκεύεται, εκχωρείται...
Ο κ. Παπανδρέου όμως επικεφαλής της κυβερνητικής ΜΚΟ σχεδιάζει νέους εκβιασμούς, νέα διλήμματα μέσω δημοψηφισμάτων... «Μωραίνει Κύριος ον βούλεται απωλέσαι».
Η ιστορική κατάρρευση και απαξίωση ενός ρωμαλέου λαϊκού κινήματος που συμπύκνωσε και εξέφρασε τις ελπίδες, τις ανάγκες, τα οράματα γενεών –διαδραματίζοντας πρωταγωνιστικό ρόλο σ’ ολόκληρη σχεδόν τη μεταπολιτευτική περίοδο– και η σημερινή του μετατροπή σε «πολιτικό εργαλείο» εξυπηρέτησης των επιταγών του νεοφιλελεύθερου προτύπου και των στρατηγικών της «νέας τάξης», μόνο θλίψη και οργή μπορεί να προκαλέσει.
Ασφαλώς τα κόμματα, τα πολιτικά συστήματα δεν παραμένουν «ακίνητα» στον χώρο και στον χρόνο. Μετασχηματίζονται όπως όλοι οι κοινωνικοί θεσμοί και οι ιστορικές παραγωγικές-κοινωνικές σχέσεις.
Όμως σε κάθε σημαντική ιστορική περίοδο, σε κάθε κρίσιμη συγκυρία θα πρέπει τα προοδευτικά κόμματα να εκφράζουν τα λαϊκά αιτήματα και συμφέροντα μέσα από έναν συνεκτικό πυρήνα αρχών, αξιών, πεποιθήσεων που θεμελιώνονται στις απαράγραπτες αρχές της ελευθερίας, της κοινωνικής δικαιοσύνης, της ισότητας και της ισοτιμίας των πολιτών. Αυτές τις αρχές ένα κόμμα που ευαγγελίζεται την ανεξαρτησία, την ανθρώπινη και κοινωνική χειραφέτηση, τη λαϊκή κυριαρχία δεν τις θεωρεί συγκυριακές... Δεν αποτελούν ένα είδος «ιδεολογικής μόδας» που περνάει και αντικαθίσταται από τις «αρχές» της κοινωνίας της ζούγκλας...
Το σημερινό ΠΑΣΟΚ δεν προσαρμόστηκε στην «ιστορική αναγκαιότητα», όπως ισχυρίστηκε το ηγετικό «δίδυμο» Κ. Σημίτη - Γ. Παπανδρέου. Αντίθετα απέρριψε σταδιακά, αλλά και μεθοδικά, τις θεμελιώδεις κοινωνικοπολιτικές και εθνικές του δεσμεύσεις και υιοθέτησε, βήμα προς βήμα, από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, τις «αξίες», τις θέσεις, τα κριτήρια του νεοφιλελεύθερου προτύπου, επιδιώκοντας την «κεντροδεξιά» του νομιμοποίηση.
Ταυτόχρονα απαξίωσε την πολιτικοϊδεολογική λογική και οργανωτική δομή του ΠΑΣΟΚ και επεδίωξε να μετατρέψει σταδιακά τα κομματικά στελέχη και μέλη σε «ιδιώτες» της πολιτικής, αφού η σχέση με το κόμμα τους είχε ως μοναδική «μεσολαβητική δομή» τη σχέση εξουσίας, το ατομικό όφελος, την προσωπική ανέλιξη, την πρόσδεση στους κυβερνητικούς μηχανισμούς εξουσίας. Ο δυϊσμός «ιδιώτη-πολίτη» προωθήθηκε μέσα στο ίδιο το ΠΑΣΟΚ...
Τα κομματικά όργανα-θεσμοί διαδραματίζουν πια διακοσμητικό ρόλο. Τα πολιτικά όργανα εκπόνησης πολιτικής και λήψης κρίσιμων αποφάσεων αντικαθίστανται από πολιτικές «συνάξεις-συναθροίσεις» εκατοντάδων ατόμων, πολλά των οποίων επιδεικνύουν ως κομματικό «πειστήριο» την επαγγελματική-κοινωνική τους ταυτότητα, αποτελώντας στην πράξη «χαλαρούς» κομματικούς επισκέπτες και ιδεολογικούς «γυρολόγους». Μερικά από τα πρόσωπα αυτά χρησιμοποιούνται στις εκάστοτε εκλογικές αναμετρήσεις, διαφόρων επιπέδων, αφού συνιστούν, σύμφωνα με παλαιά ρήση του κ. Χρυσοχοΐδη, τα «λαμπερά πρόσωπα» του Κινήματος...
Η διάλυση της πολιτικοϊδεολογικής και πολιτικοοργανωτικής δομής του ΠΑΣΟΚ αποτέλεσε τον ιστορικά «αναγκαίο» όρο για να εισβάλουν τα διαπλεκόμενα συμφέροντα στο σύστημα της κυβερνητικής εξουσίας και να επιβάλουν τις επιλογές τους. Το ΠΑΣΟΚ θα όφειλε να αποτελέσει ιστορικά –λόγω της πολιτικοϊδεολογικής του φυσιογνωμίας και των κοινωνικών δυνάμεων που εκπροσωπούσε– στρατηγικό ανάχωμα απέναντι στα συμφέροντα αυτά.
Όμως η ιστορική πορεία «γύρισε ανάποδα». Ήταν το ΠΑΣΟΚ το οποίο από την εποχή του σημιτικού εκσυγχρονισμού αποτέλεσε το κομματικό «όχημα» διείσδυσης και επιβολής των συμφερόντων αυτών. Τώρα ο Γ. Παπανδρέου ολοκληρώνει αυτόν τον κύκλο οδηγώντας στην απαξίωση και διάλυση το πολιτικό σύστημα και τη χώρα στην υποδούλωση και στη φτώχεια.
Στην πραγματικότητα όμως, κι αυτό είναι το «ιστορικό παράδοξο», ο Γ. Παπανδρέου έκανε πράξη το «όραμά» του: Πάντα είχε ως «πρότυπο» ένα κόμμα «χαλαρό», με τάσεις και επιμέρους πολιτικοϊδεολογικές αναφορές, χωρίς δεσμευτικές στρατηγικές, χωρίς σαφείς κοινωνικές αναφορές.
Είχε στην πράξη ως υπόδειγμα ένα σχήμα ανάλογο με τις σημερινές ΜΚΟ. Γι’ αυτό και από την πρώτη στιγμή που ανέλαβε την προεδρία του ΠΑΣΟΚ το 2004 έθεσε ως στόχο την αλλαγή του ονόματος, των συμβόλων, των ιδρυτικών αρχών του Κινήματος.
Αυτό το πέτυχε στην πράξη. Μετέτρεψε το ΠΑΣΟΚ σε ΜΚΟ που έχει την «ιδιαιτερότητα» να «χειρίζεται» την κυβερνητική εξουσία, έστω και ως υπομόχλιο των επιταγών των δανειστών και των κερδοσκόπων.
Τις συνέπειες όμως τις πληρώνει –και θα τις πληρώσει επί μακρόν– ακριβά ο ελληνικός λαός. Η Ελλάδα σήμερα «κρέμεται στο τσιγκέλι»... Εκβιάζεται, λοιδορείται, υποθηκεύεται, εκχωρείται...
Ο κ. Παπανδρέου όμως επικεφαλής της κυβερνητικής ΜΚΟ σχεδιάζει νέους εκβιασμούς, νέα διλήμματα μέσω δημοψηφισμάτων... «Μωραίνει Κύριος ον βούλεται απωλέσαι».
Όλος ο πνευματικός κόσμος είναι εναντίον τους, όλα τα έγκριτα ξένα ΜΜΕ τους χλευάζουν και αυτοί συνεχίζουν να κυβερνούν, μόνο με τα κομματόσκυλά τους και τα ΜΑΤ στο πλευρό τους. Τι μας θυμίζουν όλα αυτά;
ΑπάντησηΔιαγραφή