Γιατί μια μικρή μεταρρύθμιση αποτελεί μια πολύ επικίνδυνη επιλογή
Οι Αμερικανοί έχουν παθιαστεί με τις κατηγορίες της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς ενάντια στην Goldman Sachs. Πολλοί ελπίζουν ότι τώρα επιτέλους θα τιμωρηθούν εκείνοι που έφταιξαν. Αλλά δεν είναι αυτό το πιο σημαντικό. Το πρόβλημα έχει πολύ περισσότερο να κάνει με το τι επιτρέπεται παρά με το πώς αποτρέπεις εκείνο που δεν επιτρέπεται
Κανείς δεν αρνείται ότι πίσω από τη χρηματοπιστωτική κρίση υπήρξαν πολλές δόλιες συμπεριφορές. Όπως το είχε γράψει ο Τζον Μέιναρντ Κέινς, η ‘υπεξαίρεση’ – το μέγεθος της υπεξαίρεσης – πάντα αυξάνει στους καλούς καιρούς. Αλλά η πραγματική καταστροφή είναι το ότι οι κίνδυνοι που αναλάμβαναν οι τζογαδόροι αναλαμβάνονταν στο πλαίσιο της νομιμότητας του συστήματος.
Ο ρόλος των μεγάλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων είναι προβληματικός: αποτελούν ταυτόχρονα το Καζίνο, τους μεγαλύτερους παίκτες στα τραπέζια των τυχερών παιχνιδιών και τους διαμεσολαβητές των άλλων παικτών και, αν όλα πάνε στραβά, γίνονται οι κληρονόμοι των περιορισμένων παθητικών και των φανερών και καλυμμένων κρατικών κεφαλαίων διάσωσης. Πρόκειται για μια εγγύηση επανάληψης της καταστροφής. Όταν ίσχυε ο κανόνας του χρυσού, η κλίμακα των κεφαλαίων διάσωσης ήταν τουλάχιστον περιορισμένη. Σε ένα σύστημα λογιστικού χρήματος, δεν υπάρχει τέτοιο όριο, έως την κατάρρευση της αξίας του χρήματος.
Επομένως τι πρέπει να γίνει; Ας αρχίσουμε με κάτι που μπορεί όντως να προσφέρει μεγαλύτερη σταθερότητα. Μια προφανής λύση είναι η επιστροφή σε ένα αυστηρά εποπτευόμενο ολιγοπωλιακό τραπεζικό σύστημα. Ένα τέτοιο σύστημα έχει ο Καναδάς. Αλλά το σύστημα αυτό είναι δυσκίνητο. Είναι επίσης ασύμβατο με την παγκοσμιοποίηση. Η πρόσβαση των Αμερικανών στους χρηματοπιστωτικούς κόσμους των άλλων χωρών και των αμερικανικών ιδρυμάτων στους ξένους κινδύνους καθιστούν αυτά τα καρτέλ εγγενώς ασταθή.
Η εναλλακτική λύση λοιπόν είναι να επιδιώξουμε να κάνουμε το παρόν ελεύθερο σύστημα ασφαλέστερο. Για να γίνει αυτό, θα πρέπει να κάνουμε πιο εύρωστα τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και τις σχέσεις ανάμεσά τους, να βελτιώσουμε την ποιότητα της πληροφορίας και να παράσχουμε κίνητρα στους παίκτες ώστε να γίνουν πιο προσεκτικοί. Μια τέτοια μεταρρύθμιση απαιτεί επτά βασικά στοιχεία.
Πρώτον, την αύξηση των κεφαλαιακών απαιτήσεων. Σε πολλά κράτη του κόσμου υπάρχουν χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που με τα παρόντα επίπεδα μόχλευσης δεν είναι δυνατό να διατηρήσουν τη φερεγγυότητα τους. Επίπεδα μόχλευσης 30 προς 1 είναι αδιανόητα. Τρία προς ένα είναι εύλογα.
Δεύτερον, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα θα πρέπει να προβλέπουν ώστε ένα σημαντικό μέρος του παθητικού τους να μπορεί να μετατραπεί σε μετοχές σε περίπτωση χρεοκοπίας. Αυτή είναι η αναγκαία προϋπόθεση για να υπάρχει λύση όταν τα ιδρύματα αντιμετωπίζουν πρόβλημα. Αυτό που έγινε μετά τη χρεοκοπία της Lehman Brothers δείχνει ότι οι συνήθεις διαδικασίες χρεοκοπίας δεν δουλεύουν για τα πολύπλοκα ιδρύματα.
Τρίτον, οι κεφαλαιακές απαιτήσεις πρέπει να είναι δραστικά αντικυκλικές.
Τέταρτον πρέπει να διασφαλιστεί ότι οι τράπεζες θα έχουν ένα μεγάλο μέρος στοιχείων ενεργητικού τέτοιων που θα είναι εύκολο να αποτιμηθούν από τους δανειστές εσχάτου καταφυγίου.
Πέμπτον, πρέπει να αλλάξουν τα κίνητρα μέσα στις εταιρείες. Οι διαχειριστές των ιδρυμάτων που οδηγούνται σε χρεοκοπία πρέπει να λαμβάνουν μπόνους σε μετοχές τις οποίες δεν θα μπορούν να πουλήσουν για πολλά χρόνια αφότου αφήσουν την επιχείρηση. Αν αυτό περιορίσει την προσφορά των επιθετικών διαχειριστών που είναι πρόθυμοι να αναλάβουν πολλούς κινδύνους, τόσο το καλύτερο. Ανάλογες διαδικασίες πρέπει να ισχύσουν και για τους άλλους εργαζόμενους. Διαφορετικά είναι πολύ εύκολο να αναπτύσσονται στρατηγικές με σκοπό τα τεράστια κέρδη που ταυτόχρονα ενέχουν υψηλές πιθανότητες κατάρρευσης,
Έκτον, πρέπει να επιβληθούν υψηλότερες κεφαλαιακές απαιτήσεις και απαιτήσεις εγγυήσεων για τις συναλλαγές παραγωγών. Όλες αυτές οι συναλλαγές πρέπει να περάσουν σε εκκαθάριση. Ναι, είναι σίγουρο ότι θα επιβραδυνθεί η καινοτομία. Όταν όμως το κόστος της καινοτομίας το πληρώνουν άλλοι, είναι σωστό.
Έβδομον, απαιτείται η ριζική βελτίωση της ποιότητας των διαθέσιμων πληροφοριών. Ιδιαιτέρως σημαντική είναι η αλλαγή της πηγής πληρωμών των οίκων πιστοληπτικής αξιολόγησης . Αφού αυτό που παρέχουν αποτελεί δημόσιο αγαθό, πρέπει να χρηματοδοτούνται από ένα γενικό φόρο.
Όλα αυτά θα κάνουν το σύστημα καλύτερο; Ναι. Αλλά το χρηματοπιστωτικό σύστημα θα παραμείνει ένας μηχανισμός ικανός να φέρει την καταστροφή. Γιατί υπάρχουν τρεις δυσκολίες.
Καταρχήν δεν υπάρχει καμία ασφαλής βάση για τις αποφάσεις περί το πού πρέπει να φτάσουν οι νέες κεφαλαιακές απαιτήσεις. Δεύτερον όπως σημειώνει ο Άντι Χάλνταν της Τράπεζας της Αγγλίας, ‘ο περιορισμός του κινδύνου μέσα στο χρηματοπιστωτικό σύστημα γίνεται με αποφάσεις των ανθρώπων όχι του θεού’. Είναι επικερδές να αναλαμβάνεις κινδύνους που οι θετικές επιπτώσεις τους χρεώνονται σε σένα και τα προβλήματα στους άλλους. Επομένως, όσο πιο ασφαλές θα προσπαθήσουν οι εποπτικές αρχές να κάνουν το σύστημα, τόσο περισσότερους κινδύνους θα μπορεί αυτό να αναλάβει. Εν τέλει είναι εύκολο να δημιουργήσει κανείς τον επιθυμητό βαθμό κινδύνου μέσα από το εποπτικό αρμπιτράζ. Είναι ό,τι ακριβώς συμβαίνει με το ‘σκιώδες τραπεζικό σύστημα’.
Τι άλλο μπορούμε να δοκιμάσουμε; Η απάντηση είναι διαρθρωτική μεταρρύθμιση. Στο τραπέζι υπάρχουν τρεις προτάσεις. Η πρώτη είναι του Πολ Βόλκερ και προβλέπει την απαγόρευση των συναλλαγών που κάνουν τα ασφαλισμένα ιδρύματα για λογαριασμό τους. Αν αυτό μπορεί να γίνει, ( που μάλλον δεν μπορεί) θα ήταν καλό.
Η δεύτερη είναι του Τζον Κέι που έχει ταχθεί υπέρ του λεγόμενου ‘narrow banking’, υπό το οποίο θα υπάρχει μέριμνα και εποπτεία για την ασφάλεια των εμπορικών ιδρυμάτων, αλλά το υπόλοιπο μέρος του συστήματος θα έχει περιορισμένη εποπτεία. Δεν είναι σίγουρο ότι η κυβέρνηση μπορεί να αγνοήσει τον τρόπο με τον οποίο το πιστωτικό σύστημα δουλεύει (ή δεν δουλεύει) σαν σύνολο.
Η τρίτη πρόταση είναι του Λόρενς Κότλικοφ του Πανεπιστημίου της Βοστόνης και περιλαμβάνεται στο σπουδαίο νέο βιβλίο του ‘Limited Purpose Banking’. Η βασική ιδέα είναι ότι δεν μπορείς να τζογάρεις με τα λεφτά των άλλων, γιατί αν χάσεις πολλά, το κράτος υποχρεώνεται να πληρώσει. Επομένως αντί να έχουμε χρηματοπιστωτικές εταιρείες που με πολύ μικρή κεφαλαιακή βάση αναλαμβάνουν στα δανειακά τους χαρτοφυλάκια κινδύνους υποσχόμενες ότι μπορούν να αποπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους, προτείνεται τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να μετατραπούν σε αμοιβαία κεφάλαια. Ο κίνδυνος τότε θα αναλαμβάνεται ξεκάθαρα και ρητώς από τα νοικοκυριά που έχουν τις μετοχές. Σε έναν τέτοιο κόσμο οι μεσολαβητές του χρηματοπιστωτικού συστήματος δεν θα παριστάνουν ότι μπορούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, ενώ στα περισσότερα κράτη του κόσμου, απλά δεν μπορούν.
Καμιά από αυτές τις προτάσεις δεν παρέχει λύση στο τεράστιο θέμα της διασφάλισης μεγαλύτερης μακροοικονομικής σταθερότητας. Βοηθούν όμως στη μείωση της αστάθειας του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Καμιά τους δεν αντιμετωπίζει το θέμα της διεθνούς συνεργασίας. Σε μια ανοικτή παγκόσμια οικονομία είναι δύσκολο να επιτευχθεί η χρηματοπιστωτική σταθερότητα σε μια μόνο χώρα. Τέλος, καμιά από τις προτάσεις δεν αντιμετωπίζει το προφανές πρόβλημα περί το πώς μπορεί να γίνει η μετάβαση από το σύστημα που έχουμε σήμερα σε ένα πιο υγιές σύστημα.
Ακόμα και έτσι όμως, όλη αυτή η συζήτηση καταλήγει σε δύο σημαντικά συμπεράσματα. Το πρώτο είναι ότι για να καταστήσουμε το σημερινό σύστημα λιγότερο ανασφαλές απαιτείται ριζική αλλαγή των κανόνων. Η ενίσχυση της εποπτείας δεν αρκεί. Πρέπει να αλλάξουν δραστικά τα κίνητρα. Το δεύτερο είναι ότι ένα χρηματοπιστωτικό σύστημα που οι μεσολαβητές του αναλαμβάνουν κινδύνους για λογαριασμό των ίδιων των ιδρυμάτων τους, είναι εγγενώς ασταθές. Είναι πολύ πιθανό ότι θα κάνουν τα ίδια λάθη ξανά στο μέλλον, παράγοντας πανικό και απειλώντας το σύστημα με σαρωτικές οικονομικές επιπτώσεις. Πρόκειται για την αχίλλειο πτέρνα της οικονομίας της αγοράς. Έχουμε λάβει την προειδοποίηση. Για τις πληγείσες πλούσιες χώρες του κόσμου, η επόμενη φορά θα φέρει την καταστροφή.
Κανείς δεν αρνείται ότι πίσω από τη χρηματοπιστωτική κρίση υπήρξαν πολλές δόλιες συμπεριφορές. Όπως το είχε γράψει ο Τζον Μέιναρντ Κέινς, η ‘υπεξαίρεση’ – το μέγεθος της υπεξαίρεσης – πάντα αυξάνει στους καλούς καιρούς. Αλλά η πραγματική καταστροφή είναι το ότι οι κίνδυνοι που αναλάμβαναν οι τζογαδόροι αναλαμβάνονταν στο πλαίσιο της νομιμότητας του συστήματος.
Ο ρόλος των μεγάλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων είναι προβληματικός: αποτελούν ταυτόχρονα το Καζίνο, τους μεγαλύτερους παίκτες στα τραπέζια των τυχερών παιχνιδιών και τους διαμεσολαβητές των άλλων παικτών και, αν όλα πάνε στραβά, γίνονται οι κληρονόμοι των περιορισμένων παθητικών και των φανερών και καλυμμένων κρατικών κεφαλαίων διάσωσης. Πρόκειται για μια εγγύηση επανάληψης της καταστροφής. Όταν ίσχυε ο κανόνας του χρυσού, η κλίμακα των κεφαλαίων διάσωσης ήταν τουλάχιστον περιορισμένη. Σε ένα σύστημα λογιστικού χρήματος, δεν υπάρχει τέτοιο όριο, έως την κατάρρευση της αξίας του χρήματος.
Επομένως τι πρέπει να γίνει; Ας αρχίσουμε με κάτι που μπορεί όντως να προσφέρει μεγαλύτερη σταθερότητα. Μια προφανής λύση είναι η επιστροφή σε ένα αυστηρά εποπτευόμενο ολιγοπωλιακό τραπεζικό σύστημα. Ένα τέτοιο σύστημα έχει ο Καναδάς. Αλλά το σύστημα αυτό είναι δυσκίνητο. Είναι επίσης ασύμβατο με την παγκοσμιοποίηση. Η πρόσβαση των Αμερικανών στους χρηματοπιστωτικούς κόσμους των άλλων χωρών και των αμερικανικών ιδρυμάτων στους ξένους κινδύνους καθιστούν αυτά τα καρτέλ εγγενώς ασταθή.
Η εναλλακτική λύση λοιπόν είναι να επιδιώξουμε να κάνουμε το παρόν ελεύθερο σύστημα ασφαλέστερο. Για να γίνει αυτό, θα πρέπει να κάνουμε πιο εύρωστα τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και τις σχέσεις ανάμεσά τους, να βελτιώσουμε την ποιότητα της πληροφορίας και να παράσχουμε κίνητρα στους παίκτες ώστε να γίνουν πιο προσεκτικοί. Μια τέτοια μεταρρύθμιση απαιτεί επτά βασικά στοιχεία.
Πρώτον, την αύξηση των κεφαλαιακών απαιτήσεων. Σε πολλά κράτη του κόσμου υπάρχουν χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που με τα παρόντα επίπεδα μόχλευσης δεν είναι δυνατό να διατηρήσουν τη φερεγγυότητα τους. Επίπεδα μόχλευσης 30 προς 1 είναι αδιανόητα. Τρία προς ένα είναι εύλογα.
Δεύτερον, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα θα πρέπει να προβλέπουν ώστε ένα σημαντικό μέρος του παθητικού τους να μπορεί να μετατραπεί σε μετοχές σε περίπτωση χρεοκοπίας. Αυτή είναι η αναγκαία προϋπόθεση για να υπάρχει λύση όταν τα ιδρύματα αντιμετωπίζουν πρόβλημα. Αυτό που έγινε μετά τη χρεοκοπία της Lehman Brothers δείχνει ότι οι συνήθεις διαδικασίες χρεοκοπίας δεν δουλεύουν για τα πολύπλοκα ιδρύματα.
Τρίτον, οι κεφαλαιακές απαιτήσεις πρέπει να είναι δραστικά αντικυκλικές.
Τέταρτον πρέπει να διασφαλιστεί ότι οι τράπεζες θα έχουν ένα μεγάλο μέρος στοιχείων ενεργητικού τέτοιων που θα είναι εύκολο να αποτιμηθούν από τους δανειστές εσχάτου καταφυγίου.
Πέμπτον, πρέπει να αλλάξουν τα κίνητρα μέσα στις εταιρείες. Οι διαχειριστές των ιδρυμάτων που οδηγούνται σε χρεοκοπία πρέπει να λαμβάνουν μπόνους σε μετοχές τις οποίες δεν θα μπορούν να πουλήσουν για πολλά χρόνια αφότου αφήσουν την επιχείρηση. Αν αυτό περιορίσει την προσφορά των επιθετικών διαχειριστών που είναι πρόθυμοι να αναλάβουν πολλούς κινδύνους, τόσο το καλύτερο. Ανάλογες διαδικασίες πρέπει να ισχύσουν και για τους άλλους εργαζόμενους. Διαφορετικά είναι πολύ εύκολο να αναπτύσσονται στρατηγικές με σκοπό τα τεράστια κέρδη που ταυτόχρονα ενέχουν υψηλές πιθανότητες κατάρρευσης,
Έκτον, πρέπει να επιβληθούν υψηλότερες κεφαλαιακές απαιτήσεις και απαιτήσεις εγγυήσεων για τις συναλλαγές παραγωγών. Όλες αυτές οι συναλλαγές πρέπει να περάσουν σε εκκαθάριση. Ναι, είναι σίγουρο ότι θα επιβραδυνθεί η καινοτομία. Όταν όμως το κόστος της καινοτομίας το πληρώνουν άλλοι, είναι σωστό.
Έβδομον, απαιτείται η ριζική βελτίωση της ποιότητας των διαθέσιμων πληροφοριών. Ιδιαιτέρως σημαντική είναι η αλλαγή της πηγής πληρωμών των οίκων πιστοληπτικής αξιολόγησης . Αφού αυτό που παρέχουν αποτελεί δημόσιο αγαθό, πρέπει να χρηματοδοτούνται από ένα γενικό φόρο.
Όλα αυτά θα κάνουν το σύστημα καλύτερο; Ναι. Αλλά το χρηματοπιστωτικό σύστημα θα παραμείνει ένας μηχανισμός ικανός να φέρει την καταστροφή. Γιατί υπάρχουν τρεις δυσκολίες.
Καταρχήν δεν υπάρχει καμία ασφαλής βάση για τις αποφάσεις περί το πού πρέπει να φτάσουν οι νέες κεφαλαιακές απαιτήσεις. Δεύτερον όπως σημειώνει ο Άντι Χάλνταν της Τράπεζας της Αγγλίας, ‘ο περιορισμός του κινδύνου μέσα στο χρηματοπιστωτικό σύστημα γίνεται με αποφάσεις των ανθρώπων όχι του θεού’. Είναι επικερδές να αναλαμβάνεις κινδύνους που οι θετικές επιπτώσεις τους χρεώνονται σε σένα και τα προβλήματα στους άλλους. Επομένως, όσο πιο ασφαλές θα προσπαθήσουν οι εποπτικές αρχές να κάνουν το σύστημα, τόσο περισσότερους κινδύνους θα μπορεί αυτό να αναλάβει. Εν τέλει είναι εύκολο να δημιουργήσει κανείς τον επιθυμητό βαθμό κινδύνου μέσα από το εποπτικό αρμπιτράζ. Είναι ό,τι ακριβώς συμβαίνει με το ‘σκιώδες τραπεζικό σύστημα’.
Τι άλλο μπορούμε να δοκιμάσουμε; Η απάντηση είναι διαρθρωτική μεταρρύθμιση. Στο τραπέζι υπάρχουν τρεις προτάσεις. Η πρώτη είναι του Πολ Βόλκερ και προβλέπει την απαγόρευση των συναλλαγών που κάνουν τα ασφαλισμένα ιδρύματα για λογαριασμό τους. Αν αυτό μπορεί να γίνει, ( που μάλλον δεν μπορεί) θα ήταν καλό.
Η δεύτερη είναι του Τζον Κέι που έχει ταχθεί υπέρ του λεγόμενου ‘narrow banking’, υπό το οποίο θα υπάρχει μέριμνα και εποπτεία για την ασφάλεια των εμπορικών ιδρυμάτων, αλλά το υπόλοιπο μέρος του συστήματος θα έχει περιορισμένη εποπτεία. Δεν είναι σίγουρο ότι η κυβέρνηση μπορεί να αγνοήσει τον τρόπο με τον οποίο το πιστωτικό σύστημα δουλεύει (ή δεν δουλεύει) σαν σύνολο.
Η τρίτη πρόταση είναι του Λόρενς Κότλικοφ του Πανεπιστημίου της Βοστόνης και περιλαμβάνεται στο σπουδαίο νέο βιβλίο του ‘Limited Purpose Banking’. Η βασική ιδέα είναι ότι δεν μπορείς να τζογάρεις με τα λεφτά των άλλων, γιατί αν χάσεις πολλά, το κράτος υποχρεώνεται να πληρώσει. Επομένως αντί να έχουμε χρηματοπιστωτικές εταιρείες που με πολύ μικρή κεφαλαιακή βάση αναλαμβάνουν στα δανειακά τους χαρτοφυλάκια κινδύνους υποσχόμενες ότι μπορούν να αποπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους, προτείνεται τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να μετατραπούν σε αμοιβαία κεφάλαια. Ο κίνδυνος τότε θα αναλαμβάνεται ξεκάθαρα και ρητώς από τα νοικοκυριά που έχουν τις μετοχές. Σε έναν τέτοιο κόσμο οι μεσολαβητές του χρηματοπιστωτικού συστήματος δεν θα παριστάνουν ότι μπορούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, ενώ στα περισσότερα κράτη του κόσμου, απλά δεν μπορούν.
Καμιά από αυτές τις προτάσεις δεν παρέχει λύση στο τεράστιο θέμα της διασφάλισης μεγαλύτερης μακροοικονομικής σταθερότητας. Βοηθούν όμως στη μείωση της αστάθειας του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Καμιά τους δεν αντιμετωπίζει το θέμα της διεθνούς συνεργασίας. Σε μια ανοικτή παγκόσμια οικονομία είναι δύσκολο να επιτευχθεί η χρηματοπιστωτική σταθερότητα σε μια μόνο χώρα. Τέλος, καμιά από τις προτάσεις δεν αντιμετωπίζει το προφανές πρόβλημα περί το πώς μπορεί να γίνει η μετάβαση από το σύστημα που έχουμε σήμερα σε ένα πιο υγιές σύστημα.
Ακόμα και έτσι όμως, όλη αυτή η συζήτηση καταλήγει σε δύο σημαντικά συμπεράσματα. Το πρώτο είναι ότι για να καταστήσουμε το σημερινό σύστημα λιγότερο ανασφαλές απαιτείται ριζική αλλαγή των κανόνων. Η ενίσχυση της εποπτείας δεν αρκεί. Πρέπει να αλλάξουν δραστικά τα κίνητρα. Το δεύτερο είναι ότι ένα χρηματοπιστωτικό σύστημα που οι μεσολαβητές του αναλαμβάνουν κινδύνους για λογαριασμό των ίδιων των ιδρυμάτων τους, είναι εγγενώς ασταθές. Είναι πολύ πιθανό ότι θα κάνουν τα ίδια λάθη ξανά στο μέλλον, παράγοντας πανικό και απειλώντας το σύστημα με σαρωτικές οικονομικές επιπτώσεις. Πρόκειται για την αχίλλειο πτέρνα της οικονομίας της αγοράς. Έχουμε λάβει την προειδοποίηση. Για τις πληγείσες πλούσιες χώρες του κόσμου, η επόμενη φορά θα φέρει την καταστροφή.
Γράψτε τα δικά σας σχόλια
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Θα σας παρακαλούσα να είστε κόσμιοι στους χαρακτηρισμούς σας, επειδή είναι δυνατόν επισκέπτες του ιστολογίου να είναι και ανήλικοι.
Τα σχόλια στα blogs υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
Τα σχόλια θα εγκρίνονται μόνο όταν είναι σχετικά με το θέμα, δεν αναφέρουν προσωπικούς, προσβλητικούς χαρακτηρισμούς, καθώς επίσης και τα σχόλια που δεν περιέχουν συνδέσμους.
Επίσης, όταν μας αποστέλλονται κείμενα (μέσω σχολίων ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου), παρακαλείσθε να αναγράφετε τυχούσα πηγή τους σε περίπτωση που δεν είναι δικά σας. Ευχαριστούμε για την κατανόησή σας...