Παιγνίδια διεθνούς ισχύος επί του Συριακού ζητήματος
Του Χρήστου Ιακώβου
Μετά την πρόταση των Ρώσων για διαπραγμάτευση επί του χημικού οπλοστασίου του Άσαντ, οι ΗΠΑ εισήλθαν σε ένα πλαίσιο μινιμαλιστικών απαιτήσεων σε σχέση με την αρχική τους στάση. Από την Ουάσιγκτον εκπέμπονται συγκεχυμένα μηνύματα σχετικά με τις προθέσεις του Ομπάμα έναντι της ρωσικής πρότασης.
Σε πρώτη φάση αυτό που απασχολεί τους αμερικανούς είναι οι πραγματικές προθέσεις της Συρίας αλλά και οι δυνατότητες επαλήθευσης της όποιας σχετικής συμφωνίας που θα προκύψει με το καθεστώς Άσαντ. Από τη στιγμή που ο Ομπάμα μετέφερε την κρίση από το στρατιωτικό πεδίο, όπως την είχε θέσει από την αρχή παρουσιαζόμενος κατηγορηματικά αποφασιστικός να προχωρήσει σε χρήση στρατιωτικής βίας, στο διπλωματικό πεδίο, έδειχνε τους περιορισμούς και τα ρίσκα που είχαν ακόμη και επιλεγμένα στρατιωτικά κτυπήματα. Η κίνηση αυτή αναγκαστικά τον οδήγησε σε διολίσθηση προς μινιμαλιστικούς στόχους.
Ενόσω ο Ομπάμα, εδώ και τρεις εβδομάδες, δεν παρουσιάζει οποιοδήποτε αποδεικτικό στοιχείο για χρήση χημικών όπλων από το καθεστώς Άσαντ, παρά τις εκ του αντιθέτου κατηγορηματικές δημόσιες δηλώσεις του, παραμένει διεθνώς εκτεθειμένος και αν τελικά προχωρήσει στην επιλογή των στρατιωτικών κτυπημάτων, αυτά θα έχουν πολιτικούς στόχους και όχι τα χημικά όπλα του καθεστώτος της Δαμασκού. Ακόμη περισσότερο, στο παρόν στάδιο δεν επιδιώκει ανατροπή του Άσαντ. Επιπλέον, οι τελευταίες μινιμαλιστικές απαιτήσεις του Ομπάμα είναι κάτω από αμφισβήτηση και οι δημόσιες τοποθετήσεις του μάλλον συσκοτίζουν το τοπίο παρά το ξεκαθαρίζουν, αφού περιορίζονται σε τακτικισμούς παρά σε ξεκάθαρους στρατηγικούς στόχους.
Η διολίσθηση στοχοθεσίας από τον Ομπάμα μετέτρεψε την κρίση σε Αμερικανο-Ρωσική αντιπαράθεση, με τη Μόσχα να επιδιώκει να εξισωθεί, για πρώτη φορά μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, με τις ΗΠΑ. Μέχρι στιγμής η Ρωσική διπλωματία κατάφερε να περάσει διεθνώς ότι η συγκράτηση των Αμερικανών από τη χρήση στρατιωτικής βίας είναι ρωσικό επίτευγμα. Συνεπώς, ο Ομπάμα βαδίζει σε κινούμενη άμμο και η παρούσα αποστασιοποίησή του από τη στρατιωτική επιλογή μπορεί να εξελιχθεί αύριο σε αυστηρή επίκριση για γεωστρατηγική υποχώρηση έναντι της Ρωσίας.
Εάν η προσπάθεια των Ρώσων αποτύχει, στην ουσία δεν έχουν τίποτα να χάσουν. Εάν όμως η διαμεσολάβησή τους πετύχει, τότε θα μπορούν να αποτελέσουν μέρος της εξίσωσης για την ισορροπία δυνάμεων στη Μέση Ανατολή. Με άλλα λόγια, η στρατιωτική αδυναμία της Ρωσίας έναντι της Αμερικής στο Συριακό Ζήτημα δεν έχει οποιοδήποτε ειδικό βάρος, αντιθέτως όμως, ο αμερικανικός εγκλωβισμός και οι περιορισμοί για στρατιωτική δράση αποτελούν το κεντρικό σημείο στη διαχείριση και εξίσωση της ισχύος.
Η τροπή που έχει πάρει εσχάτως η κρίση, κατέδειξε ότι η απουσία στρατιωτικής στρατηγικής για την ανατροπή του Άσαντ, από το Μάρτιο του 2011 οπότε άρχισε ο εμφύλιος πόλεμος στη Συρία, δημιούργησε αδιέξοδα στην κυβέρνηση Ομπάμα. Αυτό είχε κάποιες συνέπειες. Στο εσωτερικό μέτωπο, σε αντίθεση με άλλα κράτη, η «Αραβική Άνοιξη» δεν οδήγησε σε πτώση αλλά σε διαφαινόμενη νίκη του καθεστώτος.
Σε περιφερειακό επίπεδο η εξέλιξη της κρίσης ενδυνάμωσε γεωστρατηγικά το Ιράν και τη Χιζμπολλάζ, τους συμμάχους δηλαδή του Άσαντ, και αποδυνάμωσε μέχρι στιγμής την Τουρκία, η οποία ευελπιστούσε σε διεύρυνση του στρατηγικού της βάθους. Επιπλέον, έφερε το Ισραήλ σε αμηχανία, έχοντας να αντιμετωπίσει μία έκρυθμη κατάσταση στα βόρεια σύνορά, με μόνιμο κίνδυνο για την ασφάλειά του, όποιος και να επικρατήσει στον συριακό εμφύλιο.
Σε διεθνές επίπεδο, η Συρία έχει καταστεί κρίσιμο τεστ της αμερικανικής ισχύος και πεδίο ηγεμονικού ανταγωνισμού μεταξύ των ΗΠΑ και της Ρωσίας. Η ανάμειξη των δύο δυνάμεων, όπως αναδεικνύεται κατά τις τρεις τελευταίες εβδομάδες τεκμηριώνει τα αίτια των στρατηγικών τους επιλογών. Στην πραγματικότητα κανένας δεν θέλει την στρατιωτική εμπλοκή στη Συρία. Ο Ομπάμα αυτοεγκλωβίστηκε στις δηλώσεις του περασμένου χρόνου περί κόκκινων γραμμών ως προϋπόθεση στρατιωτικής επέμβασης και τώρα αισθάνεται πιεσμένος να διατηρήσει της διεθνή του αξιοπιστία, παρουσιαζόμενος ως πρόεδρος, ο οποίος παραμένει πιστός στις αρχές του. Το ερώτημα όμως είναι γιατί η Ρωσία αποφάσισε να αναμειχθεί τόσο έντονα, αντιτασσόμενη στη στρατιώτη επιλογή;
Το Συριακό Ζήτημα αποτελεί στην πραγματικότητα ένα ισχυρό τεστ για παιγνίδια που δεν φαίνονται στο προσκήνιο. Εκτός από τον επαναπροσδιορισμό της διεθνούς θέσης των μεγάλων δυνάμεων υπάρχει και ο ενεργειακός παράγοντας, ο οποίος κάνει την Ρωσία να γίνεται πιο διεκδικητή έναντι των ΗΠΑ. Από τη μια, η αμερικανική κυβέρνηση επιδιώκει να αυξήσει διεθνώς τις δυνατότητες της σε σχέση με τις εξαγωγές φυσικού αερίου και από την άλλη η Ρωσία, η οποία ανακάμπτει μετά την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης κυρίως λόγω της ενεργειακής της πολιτικής, βλέπει τη δεσπόζουσα θέση που κατέχει σε διεθνές επίπεδο αναφορικά με τις εξαγωγές φυσικού αερίου να απειλείται.
Συνεπώς πίσω από τα επιχειρήματα περί ανθρωπιστικών αξιών και πολέμου αναδεικνύεται μία νέα διάσταση η οποία δεν θα περιοριστεί μόνο στη Συρία αλλά και σε άλλες διεθνείς κρίσεις. Ενόσω η διεθνής διάσταση το Συριακό Ζήτημα λαμβάνει το χαρακτήρα της Αμερικανο – Ρωσικής διπλωματικής αντιπαράθεσης, το δίλημμα για τον Ομπάμα γίνεται ακόμη και πιο επώδυνο, ο οποίος καλείται να επιδείξει αξιοπιστία έναντι συμμάχων και εχθρών.
Ο Χρήστος Ιακώβου είναι Διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου Μελετών (ΚΥΚΕΜ)
Μετά την πρόταση των Ρώσων για διαπραγμάτευση επί του χημικού οπλοστασίου του Άσαντ, οι ΗΠΑ εισήλθαν σε ένα πλαίσιο μινιμαλιστικών απαιτήσεων σε σχέση με την αρχική τους στάση. Από την Ουάσιγκτον εκπέμπονται συγκεχυμένα μηνύματα σχετικά με τις προθέσεις του Ομπάμα έναντι της ρωσικής πρότασης.
Σε πρώτη φάση αυτό που απασχολεί τους αμερικανούς είναι οι πραγματικές προθέσεις της Συρίας αλλά και οι δυνατότητες επαλήθευσης της όποιας σχετικής συμφωνίας που θα προκύψει με το καθεστώς Άσαντ. Από τη στιγμή που ο Ομπάμα μετέφερε την κρίση από το στρατιωτικό πεδίο, όπως την είχε θέσει από την αρχή παρουσιαζόμενος κατηγορηματικά αποφασιστικός να προχωρήσει σε χρήση στρατιωτικής βίας, στο διπλωματικό πεδίο, έδειχνε τους περιορισμούς και τα ρίσκα που είχαν ακόμη και επιλεγμένα στρατιωτικά κτυπήματα. Η κίνηση αυτή αναγκαστικά τον οδήγησε σε διολίσθηση προς μινιμαλιστικούς στόχους.
Ενόσω ο Ομπάμα, εδώ και τρεις εβδομάδες, δεν παρουσιάζει οποιοδήποτε αποδεικτικό στοιχείο για χρήση χημικών όπλων από το καθεστώς Άσαντ, παρά τις εκ του αντιθέτου κατηγορηματικές δημόσιες δηλώσεις του, παραμένει διεθνώς εκτεθειμένος και αν τελικά προχωρήσει στην επιλογή των στρατιωτικών κτυπημάτων, αυτά θα έχουν πολιτικούς στόχους και όχι τα χημικά όπλα του καθεστώτος της Δαμασκού. Ακόμη περισσότερο, στο παρόν στάδιο δεν επιδιώκει ανατροπή του Άσαντ. Επιπλέον, οι τελευταίες μινιμαλιστικές απαιτήσεις του Ομπάμα είναι κάτω από αμφισβήτηση και οι δημόσιες τοποθετήσεις του μάλλον συσκοτίζουν το τοπίο παρά το ξεκαθαρίζουν, αφού περιορίζονται σε τακτικισμούς παρά σε ξεκάθαρους στρατηγικούς στόχους.
Η διολίσθηση στοχοθεσίας από τον Ομπάμα μετέτρεψε την κρίση σε Αμερικανο-Ρωσική αντιπαράθεση, με τη Μόσχα να επιδιώκει να εξισωθεί, για πρώτη φορά μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, με τις ΗΠΑ. Μέχρι στιγμής η Ρωσική διπλωματία κατάφερε να περάσει διεθνώς ότι η συγκράτηση των Αμερικανών από τη χρήση στρατιωτικής βίας είναι ρωσικό επίτευγμα. Συνεπώς, ο Ομπάμα βαδίζει σε κινούμενη άμμο και η παρούσα αποστασιοποίησή του από τη στρατιωτική επιλογή μπορεί να εξελιχθεί αύριο σε αυστηρή επίκριση για γεωστρατηγική υποχώρηση έναντι της Ρωσίας.
Εάν η προσπάθεια των Ρώσων αποτύχει, στην ουσία δεν έχουν τίποτα να χάσουν. Εάν όμως η διαμεσολάβησή τους πετύχει, τότε θα μπορούν να αποτελέσουν μέρος της εξίσωσης για την ισορροπία δυνάμεων στη Μέση Ανατολή. Με άλλα λόγια, η στρατιωτική αδυναμία της Ρωσίας έναντι της Αμερικής στο Συριακό Ζήτημα δεν έχει οποιοδήποτε ειδικό βάρος, αντιθέτως όμως, ο αμερικανικός εγκλωβισμός και οι περιορισμοί για στρατιωτική δράση αποτελούν το κεντρικό σημείο στη διαχείριση και εξίσωση της ισχύος.
Η τροπή που έχει πάρει εσχάτως η κρίση, κατέδειξε ότι η απουσία στρατιωτικής στρατηγικής για την ανατροπή του Άσαντ, από το Μάρτιο του 2011 οπότε άρχισε ο εμφύλιος πόλεμος στη Συρία, δημιούργησε αδιέξοδα στην κυβέρνηση Ομπάμα. Αυτό είχε κάποιες συνέπειες. Στο εσωτερικό μέτωπο, σε αντίθεση με άλλα κράτη, η «Αραβική Άνοιξη» δεν οδήγησε σε πτώση αλλά σε διαφαινόμενη νίκη του καθεστώτος.
Σε περιφερειακό επίπεδο η εξέλιξη της κρίσης ενδυνάμωσε γεωστρατηγικά το Ιράν και τη Χιζμπολλάζ, τους συμμάχους δηλαδή του Άσαντ, και αποδυνάμωσε μέχρι στιγμής την Τουρκία, η οποία ευελπιστούσε σε διεύρυνση του στρατηγικού της βάθους. Επιπλέον, έφερε το Ισραήλ σε αμηχανία, έχοντας να αντιμετωπίσει μία έκρυθμη κατάσταση στα βόρεια σύνορά, με μόνιμο κίνδυνο για την ασφάλειά του, όποιος και να επικρατήσει στον συριακό εμφύλιο.
Σε διεθνές επίπεδο, η Συρία έχει καταστεί κρίσιμο τεστ της αμερικανικής ισχύος και πεδίο ηγεμονικού ανταγωνισμού μεταξύ των ΗΠΑ και της Ρωσίας. Η ανάμειξη των δύο δυνάμεων, όπως αναδεικνύεται κατά τις τρεις τελευταίες εβδομάδες τεκμηριώνει τα αίτια των στρατηγικών τους επιλογών. Στην πραγματικότητα κανένας δεν θέλει την στρατιωτική εμπλοκή στη Συρία. Ο Ομπάμα αυτοεγκλωβίστηκε στις δηλώσεις του περασμένου χρόνου περί κόκκινων γραμμών ως προϋπόθεση στρατιωτικής επέμβασης και τώρα αισθάνεται πιεσμένος να διατηρήσει της διεθνή του αξιοπιστία, παρουσιαζόμενος ως πρόεδρος, ο οποίος παραμένει πιστός στις αρχές του. Το ερώτημα όμως είναι γιατί η Ρωσία αποφάσισε να αναμειχθεί τόσο έντονα, αντιτασσόμενη στη στρατιώτη επιλογή;
Το Συριακό Ζήτημα αποτελεί στην πραγματικότητα ένα ισχυρό τεστ για παιγνίδια που δεν φαίνονται στο προσκήνιο. Εκτός από τον επαναπροσδιορισμό της διεθνούς θέσης των μεγάλων δυνάμεων υπάρχει και ο ενεργειακός παράγοντας, ο οποίος κάνει την Ρωσία να γίνεται πιο διεκδικητή έναντι των ΗΠΑ. Από τη μια, η αμερικανική κυβέρνηση επιδιώκει να αυξήσει διεθνώς τις δυνατότητες της σε σχέση με τις εξαγωγές φυσικού αερίου και από την άλλη η Ρωσία, η οποία ανακάμπτει μετά την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης κυρίως λόγω της ενεργειακής της πολιτικής, βλέπει τη δεσπόζουσα θέση που κατέχει σε διεθνές επίπεδο αναφορικά με τις εξαγωγές φυσικού αερίου να απειλείται.
Συνεπώς πίσω από τα επιχειρήματα περί ανθρωπιστικών αξιών και πολέμου αναδεικνύεται μία νέα διάσταση η οποία δεν θα περιοριστεί μόνο στη Συρία αλλά και σε άλλες διεθνείς κρίσεις. Ενόσω η διεθνής διάσταση το Συριακό Ζήτημα λαμβάνει το χαρακτήρα της Αμερικανο – Ρωσικής διπλωματικής αντιπαράθεσης, το δίλημμα για τον Ομπάμα γίνεται ακόμη και πιο επώδυνο, ο οποίος καλείται να επιδείξει αξιοπιστία έναντι συμμάχων και εχθρών.
Ο Χρήστος Ιακώβου είναι Διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου Μελετών (ΚΥΚΕΜ)
Γράψτε τα δικά σας σχόλια
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Θα σας παρακαλούσα να είστε κόσμιοι στους χαρακτηρισμούς σας, επειδή είναι δυνατόν επισκέπτες του ιστολογίου να είναι και ανήλικοι.
Τα σχόλια στα blogs υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
Τα σχόλια θα εγκρίνονται μόνο όταν είναι σχετικά με το θέμα, δεν αναφέρουν προσωπικούς, προσβλητικούς χαρακτηρισμούς, καθώς επίσης και τα σχόλια που δεν περιέχουν συνδέσμους.
Επίσης, όταν μας αποστέλλονται κείμενα (μέσω σχολίων ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου), παρακαλείσθε να αναγράφετε τυχούσα πηγή τους σε περίπτωση που δεν είναι δικά σας. Ευχαριστούμε για την κατανόησή σας...