Ισραήλ - Τουρκία: Τέλος συμμαχίας;
Η Τουρκία μεγαλοπιάνεται...
Η άλλοτε αποδοτική και λειτουργούσα στρατηγική συμμαχία μεταξύ Ισραήλ και Τουρκίας φαίνεται να οδεύει προς το τέλος της. Δύο είναι, μεταξύ άλλων, οι σημαντικότεροι λόγοι, που πυροδότησαν αλυσιδωτές εξελίξεις, ώστε η συμμαχία μεταξύ των δύο χωρών να έχει ήδη αποδυναμωθεί: Η άνοδος στην εξουσία, το 2002, του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης, του Ταγίπ Ερντογάν και η εμφάνιση στο προσκήνιο του αρχιτέκτονα της νέας τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, Αχμέτ Νταβούτογλου.
Οι εκτιμήσεις αυτές ανήκουν στην κυρία Ανάτ Λαπιντότ-Φιρίλα, ανώτερη ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Van Leer της Ιερουσαλήμ και Λέκτορα στο Τμήμα Διεθνών Σχέσεων του Εβραϊκού Πανεπιστημίου της Ιερουσαλήμ. Την περ. Δευτέρα έδωσε μια σημαντική διάλεξη στο Κυπριακό Κέντρο για Ευρωπαϊκές και Διεθνείς Υποθέσεις του Πανεπιστημίου Λευκωσίας, με θέμα: «Τουρκική εξωτερική πολιτική και Ισραήλ: Το τέλος μιας στρατηγικής συμμαχίας;». Η κυρία Ανάτ Λαπιντότ-Φιρίλα θεωρεί ως εξίσου σημαντική μιαν άλλη ημερομηνία, το 1996, όταν το Ισραήλ πρότεινε και η Τουρκία δέχτηκε τη σύναψη μιας συμφωνίας αμυντικής συνεργασίας.
Το Ισραήλ είχε απευθυνθεί πρώτα στην Ελλάδα, η οποία για ακατανόητους λόγους, που είχαν να κάνουν περισσότερο με φιλοαραβικά σύνδρομα παρά με ορθολογιστική εκτίμηση του διεθνούς και περιφερειακού περιβάλλοντος, απέφυγε να ανταποκριθεί. Το Ισραήλ θεωρεί την Κύπρο και την Ελλάδα ως φυσικούς συμμάχους του σε μια περιοχή που κατακλύζεται από έναν ωκεανό εχθρικών Αράβων και φανατικών μουσουλμάνων. Η Ισραηλινή καθηγήτρια, όπως και άλλοι Ισραηλινοί στρατηγικοί και άλλοι αναλυτές, εκτιμούν σήμερα, 13 χρόνια μετά τη σύναψη της συμφωνίας, ότι οι σχέσεις μεταξύ Ισραήλ και Τουρκίας απέχουν πάρα πολύ από του ν' αποτελούν πια μια στρατηγική συμμαχία.
Η Τουρκία υπονομεύει τη διεθνή νομιμότητα του Ισραήλ
Η κυρία Ανάτ Λαπιντότ-Φιρίλα υποστηρίζει ότι η Τουρκία έχει αναδειχθεί σε μιαν από τις πιο δύσκολες στρατηγικές προκλήσεις για τη χώρα της επειδή η Τουρκία αποφάσισε να αντιμετωπίζει το Ισραήλ ως ανταγωνιστή και όχι ως σύμμαχο. Ως αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής, η Τουρκία επιχειρεί να υπονομεύσει τη διεθνή νομιμότητα του Ισραήλ, πράγμα, ασφαλώς, που το Ισραήλ δεν πρόκειται να ανεχθεί. Η αντίστροφη μέτρηση για την αποκαθήλωση των τουρκοϊσραηλινών σχέσεων άρχισε με την άνοδο στην εξουσία του ΑΚΡ και του διορισμού του Αχμέτ Νταβούτογλου, ακαδημαϊκού, ως συμβούλου επί εξωτερικών υποθέσεων.
Η κατάρρευση των σχέσεων Ισραήλ-Τουρκίας, παρατηρεί η κυρία Ανάτ Λαπιντότ-Φιρίλα, δεν ήταν αποτέλεσμα αντιδράσεων ή απογοήτευσης της Άγκυρας εξαιτίας της ισραηλινής πολιτικής έναντι της Παλαιστινιακής Αρχής ή της Γάζας, αλλ’ η συνέπεια μιας νέας στρατηγικής αντίληψης της Τουρκίας για την εξωτερική πολιτική, όπως την κωδικοποίησε ο Νταβούτογλου. Έτσι, ενώ οι δύο χώρες αντιμετωπίζουν σχεδόν παρόμοια προβλήματα, μπορεί να λεχθεί, επισημαίνει η Ισραηλινή καθηγήτρια σχεδόν με βεβαιότητα, ότι η συμμαχία με την Τουρκία έχει πεθάνει. Ποιοι είναι οι βαθύτεροι λόγοι;
Πρώτον, είναι οι εσωτερικές αλλαγές στην Τουρκία. Η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης προσέδωσε νομιμοποίηση στα θρησκευτικά στοιχεία με θετική διάδραση έναντι των δυνάμεων της αγοράς. Το ΑΚΡ απέφυγε εξ αρχής να υιοθετήσει ανοικτά την ισλαμική ατζέντα, χωρίς να μειώνει τις διεκδικήσεις του με στόχο, εκτός των άλλων, τον επαναπροσδιορισμό της ταυτότητας της Τουρκίας. Η εξωτερική πολιτική είναι το πεδίο στο οποίο αυτή η ισλαμική ατζέντα βρήκε έδαφος έκφρασης και εφαρμογής. Η Ισραηλο-Παλαιστινιακή σύγκρουση έγινε η αιχμή του δόρατος αυτής της πολιτικής, η οποία επιδιώκεται να αποτυπωθεί στα Βαλκάνια, στην Κύπρο, στο Ισράηλ και στην Παλαιστίνη, περιοχές όπου, κατά την έκφραση του Νταβούτογλου, «κάθε τζαμί που καταστρέφεται, υπονομεύει εν δυνάμει τουρκική επιρροή στην περιοχή».
Δεύτερον, η άνοδος νέων πολιτικών δυνάμεων από την τουρκική περιφέρεια διά του ΑΚΡ επέβαλε τον καθορισμό μιας ατζέντας εξωτερικής πολιτικής. Ο Αχμέτ Νταβούτογλου, θρησκευόμενος μουσουλμάνος και αποκληθείς ως ο Τούρκος Κίσινγκερ, ανέλαβε να την προσδιορίσει. Αυτή προβλέπει ότι η Τουρκία πρέπει να αναγνωρισθεί διεθνώς ως η μόνη χώρα ικανή να αποτρέπει μια σύγκρουση πολιτισμών. Όμως απαραίτητη προϋπόθεση για να επανασυμφιλιωθεί με τον ισλαμικό κόσμο είναι η απαγκίστρωσή της από τη στρατηγική συμμαχία της με το Ισραήλ. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τον επαναπροσδιορισμό των στόχων της εξωτερικής πολιτικής της, που δεν έχουν σχέση πια με την εποχή του Κεμάλ Ατατούρκ.
Pax Ottomanica
Το κομβικό σημείο στην αλλαγή της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, σημειώνει η κυρία Ανάτ Λαπιντότ-Φιρίλα, είναι ο Νοέμβριος 2002, με την άνοδο στην εξουσία τού ΑΚΡ, του οποίου η ηγεσία τηρεί σκληρή και επικριτική στάση έναντι του Ισραήλ. Η πολιτική της στόχευε στην ακύρωση της συμμαχίας με το Ισραήλ. (Μέσα σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να αναλυθεί και η τουρκική πολιτική στο Κυπριακό, που άλλαξε άρδην αμέσως μετά την υποβολή του σχεδίου Ανάν [11.11.2002] και κατέλαβε εξ απίνης και τη Λευκωσία και την Αθήνα). Η Άγκυρα θεωρούσε πια το Ισραήλ όχι μόνο ως ένα εμπόδιο στην εξακτίνωση της νέας εξωτερικής πολιτικής της αλλά και ως μια προσωρινή παρουσία, με την έννοια ότι το Ισραήλ έπρεπε να επιστρέψει στα φυσικά του όρια, εκείνα της πάλαι ποτέ Παλαιστίνης στο πλαίσιο μιας Pax Ottomanica.
Η κυρία Ανάτ Λαπιντότ-Φιρίλα επισημαίνει ότι, μεταξύ άλλων στοιχείων, που συνέβαλαν στη νέα τουρκική πολιτική πραγματικότητα, ήταν ο πόλεμος στο Ιράκ (να θυμίσουμε την άρνηση της Τουρκίας να επιτρέψει διέλευση αμερικανικών στρατευμάτων), η εγκαθίδρυση αυτόνομης Κουρδικής Αρχής στην πετρελαιοφόρα περιοχή της Μοσούλης και του Κιρκούκ, η ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε. και η συνεχής ταύτιση της τρομοκρατίας και βίας με τους μουσουλμάνους.
Αρχές πολιτικής
Ο Νταβούτογλου πρότεινε μια διέξοδο στον εκνευρισμό της Τουρκίας, περιλαμβανομένης και μιας ψευδαίσθησης δύναμης, κατά την Ισραηλινή καθηγήτρια. Δύο είναι οι αρχές της εξωτερικής πολιτικής, όπως τις καθόρισε ο Νταβούτογλου:
Πρώτον, η Τουρκία πρέπει να αποκτήσει δύναμη εάν επιθυμεί να υπερασπίσει τον εαυτό της.
Δεύτερον, η ανάγκη η Τουρκία να επανεύρει την πραγματική ταυτότητά της, στηριγμένη στην Ισλαμική και Οθωμανική κληρονομιά της.
Κατά τον Νταβούτογλου, η Τουρκία είναι ο καθαρός εκπρόσωπος του μουσουλμανικού κόσμου, γι’ αυτό και πρέπει να της αποδοθεί διεθνής αναγνώριση, με σεβαστή θέση σε Διεθνείς Οργανισμούς και μια μόνιμη θέση στο Συμβούλιο Ασφαλείας. Στο βιβλίο του «Στρατηγικό Βάθος. Η διεθνής θέση της Τουρκίας», ο Νταβούτογλου, παρατηρεί η κυρία Ανάτ Λαπιντότ-Φιρίλα, συνδυάζει σταθερές αξίες (Ιστορία, Γεωγραφία, πληθυσμό, πολιτισμό), εν δυνάμει δεξιότητες (οικονομικές, στρατιωτικές, τεχνολογικές) και τις σχέσεις μεταξύ στρατηγικής αντίληψης, τακτικού σχεδιασμού και πολιτικής βούλησης.
Όλα αυτά, συν γεωπολιτικές, γεωπολιτισμικές και γεωοικονομικές εκτιμήσεις πρέπει να συμβάλλουν στη μεγαλοσύνη του κράτους και στην ανάπτυξη δύναμης. Κατά τον Νταβούτογλου, η Τουρκία δεν είναι μια συνήθης χώρα αλλά μια χώρα-κλειδί, που βρίσκεται στο κέντρο ενός πολιτισμού. Γι’ αυτό και πρέπει ν' αναπτύξει μια νέα εξωτερική πολιτική στα Βαλκάνια, στον Καύκασο και στη Μέση Ανατολή. Το πιο σημαντικό είναι η αξιοποίηση του ισλαμικού παράγοντα ως μέσου, που θα ενισχύσει την επιρροή της Τουρκίας στην περιοχή.
Paradigm shift και Ελληνισμός
Η ανάγκη, εξηγεί η κυρία Ανάτ Λαπιντότ-Φιρίλα, για δημιουργία ενός ψυχολογικού κλίματος δύναμης ασφάλειας και στρατηγικής υπεροχής απαιτούσε την επανεκτίμηση της συμμαχίας με το Ισραήλ, που πλέον κατάντησε μια μη φυσιολογική δύναμη στην περιοχή και γι’ αυτό πρέπει να επαναφερθεί, σύμφωνα με την οπτική γωνία της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, στη θέση του - όπως παλαιότερα πολλοί άλλοι υπό Τουρκο-Οθωμανική κυριαρχία.
Κατά τη διάρκεια της συζήτησης που ακολούθησε, στην παρουσία και ξένων πρέσβεων αλλ’ ουδενός εκπροσώπου του κυπριακού Υπουργείου Εξωτερικών ή του προεδρικού Γραφείου Τουρκικής Πολιτικής, η κυρία Ανάτ Λαπιντότ-Φιρίλα εξήγησε ότι η νέα τουρκική πολιτική δεν είναι περιστασιακή αλλά θα διαρκέσει στο χρόνο, γι’ αυτό και ενδιαφέρει αμεσότατα και την Κύπρο. Ιδιαίτερα οι φιλόδοξες βλέψεις της Τουρκίας να αναδειχθεί όχι μόνο σε περιφερειακή αλλά και σε παγκόσμια δύναμη, μέχρι το 2023, σύμφωνα με τις προβλέψεις Νταβούτογλου.
Η Τουρκία έκαμε αυτό που στις διεθνείς σχέσεις αποκαλείται paradigm shift, δηλ. πλήρη αλλαγή και ανατροπή εξωτερικής πολιτικής με συγκεκριμένους στόχους και επιδιώξεις. Ο καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας, Ανδρέας Θεοφάνους, που παρουσίασε την κυρία Ανάτ Λαπιντότ-Φιρίλα, διερωτήθηκε αν υπάρχει και ποιο είναι το paradigm shift της ελληνικής πλευράς, ιδιαίτερα μετά τη δυναμική, που αναπτύχθηκε εξαιτίας της ένταξής μας στην ΕΕ. Η απάντηση ήταν απελπιστική: Δεν υπάρχει τέτοια προοπτική, αφού η ελληνική πλευρά έμεινε αγκιστρωμένη σε συμφωνίες, που ήδη ανατρέπονται από τα γεγονότα και τις εξελίξεις που συντελούνται ή αναμένεται να συντελεστούν στην περιοχή μας.
Του Σάββα Ιακωβίδη
Πηγή
Η άλλοτε αποδοτική και λειτουργούσα στρατηγική συμμαχία μεταξύ Ισραήλ και Τουρκίας φαίνεται να οδεύει προς το τέλος της. Δύο είναι, μεταξύ άλλων, οι σημαντικότεροι λόγοι, που πυροδότησαν αλυσιδωτές εξελίξεις, ώστε η συμμαχία μεταξύ των δύο χωρών να έχει ήδη αποδυναμωθεί: Η άνοδος στην εξουσία, το 2002, του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης, του Ταγίπ Ερντογάν και η εμφάνιση στο προσκήνιο του αρχιτέκτονα της νέας τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, Αχμέτ Νταβούτογλου.
Οι εκτιμήσεις αυτές ανήκουν στην κυρία Ανάτ Λαπιντότ-Φιρίλα, ανώτερη ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Van Leer της Ιερουσαλήμ και Λέκτορα στο Τμήμα Διεθνών Σχέσεων του Εβραϊκού Πανεπιστημίου της Ιερουσαλήμ. Την περ. Δευτέρα έδωσε μια σημαντική διάλεξη στο Κυπριακό Κέντρο για Ευρωπαϊκές και Διεθνείς Υποθέσεις του Πανεπιστημίου Λευκωσίας, με θέμα: «Τουρκική εξωτερική πολιτική και Ισραήλ: Το τέλος μιας στρατηγικής συμμαχίας;». Η κυρία Ανάτ Λαπιντότ-Φιρίλα θεωρεί ως εξίσου σημαντική μιαν άλλη ημερομηνία, το 1996, όταν το Ισραήλ πρότεινε και η Τουρκία δέχτηκε τη σύναψη μιας συμφωνίας αμυντικής συνεργασίας.
Το Ισραήλ είχε απευθυνθεί πρώτα στην Ελλάδα, η οποία για ακατανόητους λόγους, που είχαν να κάνουν περισσότερο με φιλοαραβικά σύνδρομα παρά με ορθολογιστική εκτίμηση του διεθνούς και περιφερειακού περιβάλλοντος, απέφυγε να ανταποκριθεί. Το Ισραήλ θεωρεί την Κύπρο και την Ελλάδα ως φυσικούς συμμάχους του σε μια περιοχή που κατακλύζεται από έναν ωκεανό εχθρικών Αράβων και φανατικών μουσουλμάνων. Η Ισραηλινή καθηγήτρια, όπως και άλλοι Ισραηλινοί στρατηγικοί και άλλοι αναλυτές, εκτιμούν σήμερα, 13 χρόνια μετά τη σύναψη της συμφωνίας, ότι οι σχέσεις μεταξύ Ισραήλ και Τουρκίας απέχουν πάρα πολύ από του ν' αποτελούν πια μια στρατηγική συμμαχία.
Η Τουρκία υπονομεύει τη διεθνή νομιμότητα του Ισραήλ
Η κυρία Ανάτ Λαπιντότ-Φιρίλα υποστηρίζει ότι η Τουρκία έχει αναδειχθεί σε μιαν από τις πιο δύσκολες στρατηγικές προκλήσεις για τη χώρα της επειδή η Τουρκία αποφάσισε να αντιμετωπίζει το Ισραήλ ως ανταγωνιστή και όχι ως σύμμαχο. Ως αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής, η Τουρκία επιχειρεί να υπονομεύσει τη διεθνή νομιμότητα του Ισραήλ, πράγμα, ασφαλώς, που το Ισραήλ δεν πρόκειται να ανεχθεί. Η αντίστροφη μέτρηση για την αποκαθήλωση των τουρκοϊσραηλινών σχέσεων άρχισε με την άνοδο στην εξουσία του ΑΚΡ και του διορισμού του Αχμέτ Νταβούτογλου, ακαδημαϊκού, ως συμβούλου επί εξωτερικών υποθέσεων.
Η κατάρρευση των σχέσεων Ισραήλ-Τουρκίας, παρατηρεί η κυρία Ανάτ Λαπιντότ-Φιρίλα, δεν ήταν αποτέλεσμα αντιδράσεων ή απογοήτευσης της Άγκυρας εξαιτίας της ισραηλινής πολιτικής έναντι της Παλαιστινιακής Αρχής ή της Γάζας, αλλ’ η συνέπεια μιας νέας στρατηγικής αντίληψης της Τουρκίας για την εξωτερική πολιτική, όπως την κωδικοποίησε ο Νταβούτογλου. Έτσι, ενώ οι δύο χώρες αντιμετωπίζουν σχεδόν παρόμοια προβλήματα, μπορεί να λεχθεί, επισημαίνει η Ισραηλινή καθηγήτρια σχεδόν με βεβαιότητα, ότι η συμμαχία με την Τουρκία έχει πεθάνει. Ποιοι είναι οι βαθύτεροι λόγοι;
Πρώτον, είναι οι εσωτερικές αλλαγές στην Τουρκία. Η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης προσέδωσε νομιμοποίηση στα θρησκευτικά στοιχεία με θετική διάδραση έναντι των δυνάμεων της αγοράς. Το ΑΚΡ απέφυγε εξ αρχής να υιοθετήσει ανοικτά την ισλαμική ατζέντα, χωρίς να μειώνει τις διεκδικήσεις του με στόχο, εκτός των άλλων, τον επαναπροσδιορισμό της ταυτότητας της Τουρκίας. Η εξωτερική πολιτική είναι το πεδίο στο οποίο αυτή η ισλαμική ατζέντα βρήκε έδαφος έκφρασης και εφαρμογής. Η Ισραηλο-Παλαιστινιακή σύγκρουση έγινε η αιχμή του δόρατος αυτής της πολιτικής, η οποία επιδιώκεται να αποτυπωθεί στα Βαλκάνια, στην Κύπρο, στο Ισράηλ και στην Παλαιστίνη, περιοχές όπου, κατά την έκφραση του Νταβούτογλου, «κάθε τζαμί που καταστρέφεται, υπονομεύει εν δυνάμει τουρκική επιρροή στην περιοχή».
Δεύτερον, η άνοδος νέων πολιτικών δυνάμεων από την τουρκική περιφέρεια διά του ΑΚΡ επέβαλε τον καθορισμό μιας ατζέντας εξωτερικής πολιτικής. Ο Αχμέτ Νταβούτογλου, θρησκευόμενος μουσουλμάνος και αποκληθείς ως ο Τούρκος Κίσινγκερ, ανέλαβε να την προσδιορίσει. Αυτή προβλέπει ότι η Τουρκία πρέπει να αναγνωρισθεί διεθνώς ως η μόνη χώρα ικανή να αποτρέπει μια σύγκρουση πολιτισμών. Όμως απαραίτητη προϋπόθεση για να επανασυμφιλιωθεί με τον ισλαμικό κόσμο είναι η απαγκίστρωσή της από τη στρατηγική συμμαχία της με το Ισραήλ. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τον επαναπροσδιορισμό των στόχων της εξωτερικής πολιτικής της, που δεν έχουν σχέση πια με την εποχή του Κεμάλ Ατατούρκ.
Pax Ottomanica
Το κομβικό σημείο στην αλλαγή της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, σημειώνει η κυρία Ανάτ Λαπιντότ-Φιρίλα, είναι ο Νοέμβριος 2002, με την άνοδο στην εξουσία τού ΑΚΡ, του οποίου η ηγεσία τηρεί σκληρή και επικριτική στάση έναντι του Ισραήλ. Η πολιτική της στόχευε στην ακύρωση της συμμαχίας με το Ισραήλ. (Μέσα σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να αναλυθεί και η τουρκική πολιτική στο Κυπριακό, που άλλαξε άρδην αμέσως μετά την υποβολή του σχεδίου Ανάν [11.11.2002] και κατέλαβε εξ απίνης και τη Λευκωσία και την Αθήνα). Η Άγκυρα θεωρούσε πια το Ισραήλ όχι μόνο ως ένα εμπόδιο στην εξακτίνωση της νέας εξωτερικής πολιτικής της αλλά και ως μια προσωρινή παρουσία, με την έννοια ότι το Ισραήλ έπρεπε να επιστρέψει στα φυσικά του όρια, εκείνα της πάλαι ποτέ Παλαιστίνης στο πλαίσιο μιας Pax Ottomanica.
Η κυρία Ανάτ Λαπιντότ-Φιρίλα επισημαίνει ότι, μεταξύ άλλων στοιχείων, που συνέβαλαν στη νέα τουρκική πολιτική πραγματικότητα, ήταν ο πόλεμος στο Ιράκ (να θυμίσουμε την άρνηση της Τουρκίας να επιτρέψει διέλευση αμερικανικών στρατευμάτων), η εγκαθίδρυση αυτόνομης Κουρδικής Αρχής στην πετρελαιοφόρα περιοχή της Μοσούλης και του Κιρκούκ, η ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε. και η συνεχής ταύτιση της τρομοκρατίας και βίας με τους μουσουλμάνους.
Αρχές πολιτικής
Ο Νταβούτογλου πρότεινε μια διέξοδο στον εκνευρισμό της Τουρκίας, περιλαμβανομένης και μιας ψευδαίσθησης δύναμης, κατά την Ισραηλινή καθηγήτρια. Δύο είναι οι αρχές της εξωτερικής πολιτικής, όπως τις καθόρισε ο Νταβούτογλου:
Πρώτον, η Τουρκία πρέπει να αποκτήσει δύναμη εάν επιθυμεί να υπερασπίσει τον εαυτό της.
Δεύτερον, η ανάγκη η Τουρκία να επανεύρει την πραγματική ταυτότητά της, στηριγμένη στην Ισλαμική και Οθωμανική κληρονομιά της.
Κατά τον Νταβούτογλου, η Τουρκία είναι ο καθαρός εκπρόσωπος του μουσουλμανικού κόσμου, γι’ αυτό και πρέπει να της αποδοθεί διεθνής αναγνώριση, με σεβαστή θέση σε Διεθνείς Οργανισμούς και μια μόνιμη θέση στο Συμβούλιο Ασφαλείας. Στο βιβλίο του «Στρατηγικό Βάθος. Η διεθνής θέση της Τουρκίας», ο Νταβούτογλου, παρατηρεί η κυρία Ανάτ Λαπιντότ-Φιρίλα, συνδυάζει σταθερές αξίες (Ιστορία, Γεωγραφία, πληθυσμό, πολιτισμό), εν δυνάμει δεξιότητες (οικονομικές, στρατιωτικές, τεχνολογικές) και τις σχέσεις μεταξύ στρατηγικής αντίληψης, τακτικού σχεδιασμού και πολιτικής βούλησης.
Όλα αυτά, συν γεωπολιτικές, γεωπολιτισμικές και γεωοικονομικές εκτιμήσεις πρέπει να συμβάλλουν στη μεγαλοσύνη του κράτους και στην ανάπτυξη δύναμης. Κατά τον Νταβούτογλου, η Τουρκία δεν είναι μια συνήθης χώρα αλλά μια χώρα-κλειδί, που βρίσκεται στο κέντρο ενός πολιτισμού. Γι’ αυτό και πρέπει ν' αναπτύξει μια νέα εξωτερική πολιτική στα Βαλκάνια, στον Καύκασο και στη Μέση Ανατολή. Το πιο σημαντικό είναι η αξιοποίηση του ισλαμικού παράγοντα ως μέσου, που θα ενισχύσει την επιρροή της Τουρκίας στην περιοχή.
Paradigm shift και Ελληνισμός
Η ανάγκη, εξηγεί η κυρία Ανάτ Λαπιντότ-Φιρίλα, για δημιουργία ενός ψυχολογικού κλίματος δύναμης ασφάλειας και στρατηγικής υπεροχής απαιτούσε την επανεκτίμηση της συμμαχίας με το Ισραήλ, που πλέον κατάντησε μια μη φυσιολογική δύναμη στην περιοχή και γι’ αυτό πρέπει να επαναφερθεί, σύμφωνα με την οπτική γωνία της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, στη θέση του - όπως παλαιότερα πολλοί άλλοι υπό Τουρκο-Οθωμανική κυριαρχία.
Κατά τη διάρκεια της συζήτησης που ακολούθησε, στην παρουσία και ξένων πρέσβεων αλλ’ ουδενός εκπροσώπου του κυπριακού Υπουργείου Εξωτερικών ή του προεδρικού Γραφείου Τουρκικής Πολιτικής, η κυρία Ανάτ Λαπιντότ-Φιρίλα εξήγησε ότι η νέα τουρκική πολιτική δεν είναι περιστασιακή αλλά θα διαρκέσει στο χρόνο, γι’ αυτό και ενδιαφέρει αμεσότατα και την Κύπρο. Ιδιαίτερα οι φιλόδοξες βλέψεις της Τουρκίας να αναδειχθεί όχι μόνο σε περιφερειακή αλλά και σε παγκόσμια δύναμη, μέχρι το 2023, σύμφωνα με τις προβλέψεις Νταβούτογλου.
Η Τουρκία έκαμε αυτό που στις διεθνείς σχέσεις αποκαλείται paradigm shift, δηλ. πλήρη αλλαγή και ανατροπή εξωτερικής πολιτικής με συγκεκριμένους στόχους και επιδιώξεις. Ο καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας, Ανδρέας Θεοφάνους, που παρουσίασε την κυρία Ανάτ Λαπιντότ-Φιρίλα, διερωτήθηκε αν υπάρχει και ποιο είναι το paradigm shift της ελληνικής πλευράς, ιδιαίτερα μετά τη δυναμική, που αναπτύχθηκε εξαιτίας της ένταξής μας στην ΕΕ. Η απάντηση ήταν απελπιστική: Δεν υπάρχει τέτοια προοπτική, αφού η ελληνική πλευρά έμεινε αγκιστρωμένη σε συμφωνίες, που ήδη ανατρέπονται από τα γεγονότα και τις εξελίξεις που συντελούνται ή αναμένεται να συντελεστούν στην περιοχή μας.
Του Σάββα Ιακωβίδη
Πηγή
Πολυ ενδιαφερον αρθρο, με βαθια αναλυση.Μην ξεχναμε ,οτι υπαρχουν και οι Αμερικανοι ,οι οποιοι μπορει μεν να θελουν μια ισχυρη Τουρκια , αλλα σε τετοιο βαθμο που να μπορουν να τη ελεγχουν.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑπο την αλλη, η Αμερικη θα υποστηριζει παντα το Ισραηλ, ανεξαρτητως γεωπολιτικων αλλαγων.
Δεν πρεπει να υποτιμαμε και τους Ρωσους.Αργα η γρηγορα θα εχουν και αυτοι ακομα πιο ενεργο ρολο στην ευρυτερη περιοχη.