Ο καιρός των ρουφιάνων
Βαρύς αχός ακούγεται πολλά τουφέκια πέφτουν. Ο Γιώργης κάνει πόλεμο μ’ αντάρτες παλικάρια. Οι τουφεκιές ακούγονται κάθε λεπτό και τα ματωμένα κορμιά αλλάζουν πάνες (συγνώμη φουστανέλες) για να ριχτούν πάλι στη μάχη. Οι αόρατοι κερδοσκοπότουρκοι εμφανίζονται και εξαφανίζονται ως άλλοι Βιετκόκγ και κάνουν τη ζωή δύσκολη στον καπετάνιο που όρισε να φυλάτει θερμοπυλοθησαυροφυλάκια. Πολεμάει μόνος ο καπετάνιος και κρατάει ψηλά τη σημαία την ένδοξη. Αυτή την σημαία που ύψωσε ο παππούς του όταν γύρισε από την εξορία και κράτησε ο μπαμπάς του σκεπάζοντας τα κουτιά με τα πάμπερς μη τα δει εχθρός και βουληθεί την ανεξαρτησία του λαϊκού κινήματος που επιτέλους άρχιζε να χτίζει μετερίζια στις Εκάλες κι αλλού.
Όμως κουράστηκε ο καπετάνιος γιατί δεν βοηθούσαν και οι άλλοι να αποτελειώσουν τη δουλειά με τους κακούς κερδοσκοπότουρκους και τι να κάνει κι αυτός είπε να πάει στην πεπατημένη παππού και μπαμπά. Κάλεσε επίσημα και με μεγάλη αμοιβή το λαό να ρουφιανεύει τα πάντα ακόμη και για την οικογένειά του μπας και χτυπηθούν οι πράκτορες των κακών που του έκαναν ζημιά από μέσα.
Ο μοναδικός καπετάνιος που το είπε έτσι με παλικαριά στην ιστορία είναι αυτός. Επιτέλους κάποιος έπρεπε να το πει φωναχτά και δημόσια και όχι με καταλόγους στα κομματικά καπετανάτα όπως εγένετο μέχρι τότε. Η απαράμιλλη παλικαριά αντί να υμνηθεί και να γίνει σημαία για όλους, βρήκε και κάποιους αντίθετους. Ξέχασαν τα πουλάκια μου που έτρεχαν μια βραδιά στο Λεβερκούζεν για το ψωμάκι. Θέλουν πάλι να χάσουμε όσα κατακτήσαμε και να μας λείψει η ελευθερία και η ανεξαρτησία και το ανήκουμε στους εαυτούς μας και ότι το ψωμί της ξενιτιάς είναι πικρό. Αυτό το ξέρει πολύ καλά ο καπετάνιος γιατί πείνασε και δίψασε στην εξορία με τον μπαμπά και σου χτύπησε την πόρτα αλλά εσύ μπουκωμένος τον έδιωξες ως άλλο Χριστό.
Μα είναι στα καλά τους τελικά αυτοί που διαφωνούν; Αντί να ταχτούν στο πλευρό του καπετάνιου και να ορμήξουν στον αγώνα κάθονται και κοιτάνε τα τρία πουλάκια που κάθονται στης Μπιρπίλως το ταμπούρι. Στο κάτω-κάτω επίσημα πια θα παίρνει την αμοιβή του ο κάθε αγωνιστής που θα ρουφιανεύει και όχι όπως παλιά που τα έπαιρνε σε φάκελο και του άλλαζαν και το όνομα με κάτι συνθηματικά, όπως «ματάκιας», «μαύρο αλεύρι», «ακόλαστος άγιος» κλπ.
Εκείνο που δεν κατάλαβες αντιρρησία μου είναι ότι ο κάθε αγωνιστής πάντα είχε ανάγκη για το εξτραδάκι. Υπήρξαν κατά περιόδους άνθρωποι που βρέθηκαν στην ανάγκη και υπηρέτησαν με πάθος την πατρίδα καταδιώκοντας κακούς όπως τώρα.
Η συμπαθής τάξη των αγίων σωτήρων των ψυχών ημών ας πούμε. Δηλαδή πως θα ζούσε την οικογένεια ένας άγιος παπάς, μόνο με κηδείες, μνημόσυνα, ευχέλαια, αγιαστούρες και ότι αντίδωρα περίσσευαν από το καλάθι; Πόσο λάδι να κλέψεις από την κηδεία και να το πας για σαλάτα στο σπίτι; Γι αυτό και έτσι για συμπλήρωμα από την εξομολόγηση του κάθε πιστού πέταγε και κάτι παραπέρα, να ξέρουν βρε παιδί μου και οι παραπάνω τι γίνεται στην ψυχή του αμαρτωλού. Τώρα πια με μια απλή απόδειξη θα τα παίρνει και δεν θα έχει και άγχος για το πως θα σπουδάσουν τα παιδιά. Μετά δεν τον ένοιαζε γιατί τα παιδιά θα διορίζονταν σε θέσεις επειδή έπρεπε να κάνουν τη δουλειά των καπεταναίων. Βάλε βρε αντιρρησία και άλλες ευγενείς τάξεις αγωνιστών όπως μπάτσοι κλπ και θα δεις ότι πάντα ο κάθε αγωνιζόμενος μεροκαματιάρης είχε ανάγκη από το εξτραδάκι. Τώρα πια επίσημα αναγνωρίζεται η αξία του και η προσφορά του. Για την Ελλάδα ρε γαμώτο. Τόσες γενιές ρουφιάνων μεγάλωσαν στα κρυφά, είναι καιρός να βγουν στην πρώτη γραμμή και να αναγνωριστεί η προσφορά τους στο έθνος. Να κρατήσουν επιτέλους τα λάβαρα της ελευθερίας τους ψηλά. Τέρμα το κρυφτούλι, αφού καλά το ξέρεις πως μια ζωή υπήρχαν και έσωναν την πατρίδα. Είναι καιρός οι απόγονοι που φόρεσαν και γραβάτα να βγουν μπροστά.
Το καταλάβαμε και το εμπεδώσαμε καπετάνιε, πως οι καιροί των ρουφιάνων δεν πέρασαν ποτέ.
Όμως κουράστηκε ο καπετάνιος γιατί δεν βοηθούσαν και οι άλλοι να αποτελειώσουν τη δουλειά με τους κακούς κερδοσκοπότουρκους και τι να κάνει κι αυτός είπε να πάει στην πεπατημένη παππού και μπαμπά. Κάλεσε επίσημα και με μεγάλη αμοιβή το λαό να ρουφιανεύει τα πάντα ακόμη και για την οικογένειά του μπας και χτυπηθούν οι πράκτορες των κακών που του έκαναν ζημιά από μέσα.
Ο μοναδικός καπετάνιος που το είπε έτσι με παλικαριά στην ιστορία είναι αυτός. Επιτέλους κάποιος έπρεπε να το πει φωναχτά και δημόσια και όχι με καταλόγους στα κομματικά καπετανάτα όπως εγένετο μέχρι τότε. Η απαράμιλλη παλικαριά αντί να υμνηθεί και να γίνει σημαία για όλους, βρήκε και κάποιους αντίθετους. Ξέχασαν τα πουλάκια μου που έτρεχαν μια βραδιά στο Λεβερκούζεν για το ψωμάκι. Θέλουν πάλι να χάσουμε όσα κατακτήσαμε και να μας λείψει η ελευθερία και η ανεξαρτησία και το ανήκουμε στους εαυτούς μας και ότι το ψωμί της ξενιτιάς είναι πικρό. Αυτό το ξέρει πολύ καλά ο καπετάνιος γιατί πείνασε και δίψασε στην εξορία με τον μπαμπά και σου χτύπησε την πόρτα αλλά εσύ μπουκωμένος τον έδιωξες ως άλλο Χριστό.
Μα είναι στα καλά τους τελικά αυτοί που διαφωνούν; Αντί να ταχτούν στο πλευρό του καπετάνιου και να ορμήξουν στον αγώνα κάθονται και κοιτάνε τα τρία πουλάκια που κάθονται στης Μπιρπίλως το ταμπούρι. Στο κάτω-κάτω επίσημα πια θα παίρνει την αμοιβή του ο κάθε αγωνιστής που θα ρουφιανεύει και όχι όπως παλιά που τα έπαιρνε σε φάκελο και του άλλαζαν και το όνομα με κάτι συνθηματικά, όπως «ματάκιας», «μαύρο αλεύρι», «ακόλαστος άγιος» κλπ.
Εκείνο που δεν κατάλαβες αντιρρησία μου είναι ότι ο κάθε αγωνιστής πάντα είχε ανάγκη για το εξτραδάκι. Υπήρξαν κατά περιόδους άνθρωποι που βρέθηκαν στην ανάγκη και υπηρέτησαν με πάθος την πατρίδα καταδιώκοντας κακούς όπως τώρα.
Η συμπαθής τάξη των αγίων σωτήρων των ψυχών ημών ας πούμε. Δηλαδή πως θα ζούσε την οικογένεια ένας άγιος παπάς, μόνο με κηδείες, μνημόσυνα, ευχέλαια, αγιαστούρες και ότι αντίδωρα περίσσευαν από το καλάθι; Πόσο λάδι να κλέψεις από την κηδεία και να το πας για σαλάτα στο σπίτι; Γι αυτό και έτσι για συμπλήρωμα από την εξομολόγηση του κάθε πιστού πέταγε και κάτι παραπέρα, να ξέρουν βρε παιδί μου και οι παραπάνω τι γίνεται στην ψυχή του αμαρτωλού. Τώρα πια με μια απλή απόδειξη θα τα παίρνει και δεν θα έχει και άγχος για το πως θα σπουδάσουν τα παιδιά. Μετά δεν τον ένοιαζε γιατί τα παιδιά θα διορίζονταν σε θέσεις επειδή έπρεπε να κάνουν τη δουλειά των καπεταναίων. Βάλε βρε αντιρρησία και άλλες ευγενείς τάξεις αγωνιστών όπως μπάτσοι κλπ και θα δεις ότι πάντα ο κάθε αγωνιζόμενος μεροκαματιάρης είχε ανάγκη από το εξτραδάκι. Τώρα πια επίσημα αναγνωρίζεται η αξία του και η προσφορά του. Για την Ελλάδα ρε γαμώτο. Τόσες γενιές ρουφιάνων μεγάλωσαν στα κρυφά, είναι καιρός να βγουν στην πρώτη γραμμή και να αναγνωριστεί η προσφορά τους στο έθνος. Να κρατήσουν επιτέλους τα λάβαρα της ελευθερίας τους ψηλά. Τέρμα το κρυφτούλι, αφού καλά το ξέρεις πως μια ζωή υπήρχαν και έσωναν την πατρίδα. Είναι καιρός οι απόγονοι που φόρεσαν και γραβάτα να βγουν μπροστά.
Το καταλάβαμε και το εμπεδώσαμε καπετάνιε, πως οι καιροί των ρουφιάνων δεν πέρασαν ποτέ.
Aπεναντίας,αδελφέ.Ζουν και βασιλεύουν και το πόπολο δυστυχεί και μαραζώνει!
ΑπάντησηΔιαγραφή