Ποιος ευθύνεται για την κατιούσα στις ΕλληνοΤουρκικές σχέσεις;
Του Συμεών Σολταρίδη
Όσο πλησιάζουν οι Τουρκικές εκλογές, τόσο οι αναλύσεις στα παράθυρα αυξάνονται, οι συζητήσεις πολλαπλασιάζονται, οι «γνώστες» τοποθετούνται και κάμνουν σχόλια για την γενικότερη Τουρκική εσωτερική και εξωτερική πολιτική χωρίς κατ΄ουσίαν να την γνωρίζουν, ούτε και να ομιλούν συνδυάζοντας την Συρία, την Κριμαία, τις ανακατατάξεις στον Αραβικό κόσμο, τις υπερατλαντικές προσπάθειες με σκοπό να διεμβολίσουν τον Ερντογάν.
Φυσικά, δεν ομιλούν, ούτε για αυτή την προσπάθεια μερίδας των Αμερικανικών και άλλων μυστικών υπηρεσιών, οι οποίες μέσω του Γκιουλέν συνεργάζονται για να ρίξουν την Τουρκική κυβέρνηση του κόμματος «Ανάπτυξης και Δικαιοσύνης».
Η τελευταία προσπάθεια αποδυνάμωσης του Τούρκου Πρωθυπουργού, είναι η ανίερη συμμαχία των κομμάτων και κινήσεων της Τουρκικής Αριστεράς με το κόμμα της ακροδεξιάς «Καλό Κόμμα», συνιστώσες των Κούρδων και του Γκιουλενικού καθεστώτος.
Οι αναλυτές λοιπόν και τα Ελληνικά κυρίως ΜΜΕ δεν αναφέρονται σε όλα αυτά και κυρίως στο «πραξικόπημα του Γκιουλέν και των οπαδών του» που είχαν αλώσει τους θεσμούς της χώρας. Μέχρι τότε η Τουρκία υπό την διακυβέρνηση του κόμματος «Ανάπτυξη και Δικαιοσύνη» με τον Ταγίπ Ερντογάν, παραμέρισε και περιόρισε τα προβλήματα που είχε με την Ελλάδα και προσπάθησε να «κοιτάξει τα του οίκου της». Η περίοδος 2003-2015 ήταν «ανθόσπαρτη», ενώ τα αποτελέσματα της ήρεμης περιόδου τα βλέπαμε στον τουρισμό, στο εμπόριο, στις οικονομικές, πολιτιστικές και παιδευτικές ανταλλαγές.
Τον Ιούλιο του 2015 όμως τα πράγματα και οι σχέσεις άλλαξαν, όταν μετά το πραξικόπημα παρουσιάστηκαν στην Ελληνική επικράτεια εκατοντάδες Γκιουλενιστές, με αποτέλεσμα η Τουρκία να κατηγορεί την Ελλάδα ότι « δίνει στέγη στους πραξικοπηματίες». Ακριβώς την ίδια κατηγορία που είχε κάνει όταν την δεκαετία του 1990 υποστήριζε ότι «η Ελλάδα περιθάλπει Κούρδους μαχητές». Είναι ακριβώς δύο θέσεις που παρ ολίγον μας οδηγούσαν σε πόλεμο με την Τουρκία στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και την περίοδο αυτή σε θερμό επεισόδιο.
Σε αυτό το σημείο λοιπόν βρισκόμαστε «στην μετά το πραξικόπημα εποχή» την οποία, λυπάμαι που θα πω, ουδείς λαμβάνει υπόψη του. Αυτή η εποχή λοιπόν μπορεί να οδηγήσει «σε περιορισμένο θερμό επεισόδιο». Τώρα η Τουρκία θέλει να συλλάβει τους ξενοκίνητους πραξικοπηματίες και να τους τιμωρήσει. «Η όξυνση που παρατηρείται τα δύο τελευταία χρόνια μπορεί να αποδοθεί σχεδόν αποκλειστικά στην υπόθεση των οκτώ Τούρκων στρατιωτικών, που διέφυγαν στην Ελλάδα και δεν εκδόθηκαν στην Τουρκία. Ο Ερντογάν πνέει τα μένεα, καθώς θεωρεί ότι αυτοί οι στρατιωτικοί, μεταξύ άλλων, είναι πραξικοπηματίες που πήγαν να τον σκοτώσουν» γράφει στις 7/12/2017 ο Γιώργος Καρελιάς.
Παραμονές λοιπόν των Τουρκικών εκλογών, στην Ελλάδα άρχισαν τα αντι-Ερντογανικά τύμπανα και όλοι ξεκίνησαν να σχολιάζουν υπέρ της Τουρκικής αντιπολίτευσης και κυρίως του Ρεμπουπλικανικόυ Λαικού( ΡΛΚ) Κόμματος. Χωρίς όμως, όπως φαίνεται, να γνωρίζουν τι έπραξε το ΡΛΚ σε βάρος της Ελλάδας και των Ρωμιών της Τουρκίας. Έτσι, «παρ΄όλα αυτά, προτιμότερος ο Ερντογάν…» με βάσει τα στοιχεία που παραθέτει ο συνάδελφος Γιώργος Καρελιάς.
Στο διάβα της ιστορίας της Τουρκικής Δημοκρατίας τα βασικά που συνέβησαν σχετικά με την συρρίκνωση του Ελληνισμού της Τουρκίας, συνέβησαν επί Τουρκικών κυβερνήσεων ΡΛΚ. Για παράδειγμα :
α) Το 1932 απαγορεύονται από τις Τουρκικές αρχές που κυβερνά ο Ισμέτ Ινονού (ΡΛΚ) επαγγέλματα σε Έλληνες υπηκόους που είχαν επιτραπεί με την υπογραφή της Συμφωνίας της Άγκυρας του 1930
β) το 1940-1942 επί Ισμέτ Ινονού, δηλαδή ΡΛΚ εφαρμόζονται εξοντωτικά μέτρα σε βάρος των Ρωμιών και των Μειονοτήτων
3) Η «βραδιά των κρυστάλλων» στις 6-7 Σεπτεμβρίου 1955 επί Δεξιάς κυβερνήσεως, του «Δημοκρατικού Κόμματος» του Αντνάν Μεντερές, τα οποία προετοιμάστηκαν με βάση την αριστερή Πατριωτική ρητορεία
4) Το 1964, και πάλι επί Ισμέτ Ινονού, εφαρμόζονται οι Απελάσεις από την Κωνσταντινούπολη, σε βάρος των Ελλήνων υπηκόων εγκαταστημένων στην Πόλη, με σκοπό την υλοποίηση της αρχής της ομογενοποίησης
5) επί 37ης Τουρκικής κυβέρνησης, του ΡΛΚ, υπό την ηγεσία του Μπουλέντ Ετζεβίτ, που παρέμεινε στην εξουσία από τις 26 Ιανουαρίου 1974 μέχρι τις 27 Νοεμβρίου 1974, δημιουργήθηκε το Κυπριακό πρόβλημα, με εντολή των αμερικανικών συμφερόντων
6) την εποχή του Τουργκούτ Οζάλ, έγινε το 1987 τον Μάρτιο η κρίση στο Αιγαίο
7) ενώ, επί Τανζού Τσιλέρ, εκφραστή του κόμματος «Ορθός Δρόμος» που συγκυβερνούσε με το ΡΛΚ, τον Ιανουάριο του 1996 έγινε η κρίση των Ιμίων.
Και ερχόμαστε στην διακυβέρνηση της Τουρκίας από το 2003 έως το 2015 από τον Ταγίπ Ερντογάν. Επί των ημερών του ούτε Σισμίκ είχαμε, ούτε Ιμια. Απεναντίας οι Ρωμιοί της Τουρκίας αντί των δύσκολων καιρών που γνώρισαν επί ΡΛΚ, είδαν την ηρεμία, την πολιτική αναγνώριση, ενώ άρχισαν να τους αποδίδονται πολλά ακίνητα από αυτά που τους είχαν καταλάβει. Το 2016, μετά το πραξικόπημα στην Τουρκία οι σχέσεις με την Ελλάδα άρχισαν να παίρνουν την κατιούσα αφού πολλοί πραξικοπηματίες μέσω των Ελληνικών δρόμων αναζητούσαν φυγή προς άλλες χώρες. Και επί πλέον άρχισε να κυριαρχεί στην Ελληνική γλώσσα το «αντιτουρκικό» μένος που έφθασε σε ορισμένους πολιτικούς να ερμηνεύεται από «καφενόβιες» εκφράσεις. Πάντως όλη αυτή την πολιτική κατάσταση λες και την αναζητούσαν κάποιοι για να εφαρμόσουν τα σχέδια τους.
Εν κατακλείδι, το κόμμα «Ανάπτυξης και Δικαιοσύνης» και ο Ταγίπ Ερντογάν, με βάση τα ιστορικά δεδομένα, αποτελεί το εμπόδιο σε όλους αυτούς που αναζητούν τρόπο να βλάψουν τις Ελληνοτουρκικές σχέσεις και να ανοίξουν την πόρτα του «φρενοκομείου». Αντιτίθεται στα σχέδια πέραν του Ατλαντικού, κινείται με βάση τα Τουρκικά συμφέροντα, μέσα στα οποία δεν περιλαμβάνονται πολεμικές ιαχές, φίλα προσκειμένων Γκιουλενικών στρατιωτικών. Άρα η επανεκλογή του συμφέρει την Ελλάδα, για αυτό και θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτικοί οι Έλληνες πολιτικοί και οι αναλυτές και να λαμβάνουν υπόψη τους τα παραπάνω.
EnetPress
Μακράν η νηφαλιότερη και μη τηλεκατευθυνόμενη ανάλυση που έχω διαβάσει για το θέμα. Δυστυχώς όλοι σχεδόν οι άλλοι αναλυτές (σχεδόν λέω, διότι είναι και ο Σταύρος Λυγερός η άλλη εξαίρεση) επιλέγουν να χτυπούν το ίδιο ταμπούρλο, εμφανώς για λόγους σκοπιμότητας. Το λυπηρό είναι ότι ο αποπροσανατολισμός αποδίδει.
ΑπάντησηΔιαγραφή