Η οικονομική κρίση: Υπάρχει διέξοδος
Η οικονομική κρίση είναι κατ’ αρχάς μια βαθειά και εκτεταμένη κρίση, που πλήττει –πλην της χώρας μας– και την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και άλλες ισχυρές χώρες του κόσμου, όπως π.χ. τις ΗΠΑ απ’ όπου ξεκίνησε και τώρα ήδη βρίσκεται στο ξεπέρασμά της.
Για την αντιμετώπισή της, προτείνονται δύο «συνταγές» πολιτικής.
Η πρώτη είναι η γνωστή «μονεταριστική» πολιτική του νεοφιλελευθερισμού, που επιβάλει άγρια λιτότητα, περικοπές μισθών, ημερομισθίων, συντάξεων κλπ.
Η πολιτική αυτή πλήττει, κυρίως, τις πιο αδύναμες οικονομικά τάξεις και διαλύει τον κοινωνικό ιστό μιας χώρας.
Αυτό ακριβώς έγινε στην Ελλάδα, όπου θυσιάστηκαν κατακτήσεις πολλών δεκαετιών των ελλήνων πολιτών (κυρίως εργαζομένων και συνταξιούχων).
Στόχος της μονεταριστικής αυτής πολιτικής, είναι ο μηδενισμός των ελλειμμάτων, τα οποία ενοχοποιούνται ως η κύρια αιτία αποδυνάμωσης της ανταγωνιστικότητας μιας χώρας.
Η συνταγή αυτή, ωστόσο, είναι ακριβώς η ίδια που απέτυχε παταγωδώς στην Αργεντινή, αλλά και σε πολλές άλλες χώρες του κόσμου… (π.χ. στη Λατινική Αμερική, στις ασιατικές «τίγρεις» κλπ.), όπου επέφερε την εξαθλίωση των λαών, αλλά και την πλήρη απώλεια της εθνικής τους κυριαρχίας.
Ο Πωλ Κρούγκμαν υποστηρίζει πως …«οι φονταμελιστές, αυτοί, της ελεύθερης αγοράς διαψεύστηκαν σχεδόν σε όλα. Κυριαρχούν όμως στη πολιτική σκηνή περισσότερο από ποτέ».
Βέβαια, στην αντίστοιχη αμερικανική κρίση του 2008, επενέβη το κράτος –ο από μηχανής Θεός– το οποίο εξοστρακίζει μετά βδελυγμίας ο νεοφιλελευθερισμός και το ΔΝΤ.
Ωστόσο, έτσι «σώθηκε» η οικονομία των ΗΠΑ και ανακόπηκε η κρίση.
Θα κάνουν, άραγε, οι Ευρωπαίοι το ίδιο με το Ευρωομόλογο, την επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής ολόκληρου του χρέους και τη ρύθμιση των επιτοκίων;
Απέναντι σ’ αυτή τη πολιτικο-ιδεολογική πρόταση του νεοφιλελευθερισμού, υπάρχει ένας άλλος δρόμος για την αντιμετώπιση της κρίσης:
Ο δρόμος της «νέο-κεϋνσιανής» θεωρίας, την οποία οι «γκουρού» της οικονομίας (π.χ. Milton Friedman) και των Chicago Boys απορρίπτουν μετά βδελυγμίας.
Με βάση αυτή τη θεωρία (του Κέυνς και του Γκάλμπραϊθ), η ανάπτυξη –ιδιαίτερα σε περιόδους κρίσης– μπορεί να επέλθει και μέσα από το δημόσιο τομέα, αλλά και με την τόνωση της εσωτερικής ζήτησης.
Αυτό σημαίνει απόρριψη της πολιτικής του «κουρέματος» στους μισθούς των υπαλλήλων, των συνταξιούχων και των εργαζομένων, η οποία σε τελική ανάλυση γονατίζει τη ζήτηση και την ανάπτυξη.
Ο «νεοκεϋνσιανισμός», λοιπόν, δεν αποδίδει ολόκληρη την ευθύνη της κρίσης στο κράτος και στους εργαζόμενους.
Υποστηρίζει, μάλιστα, πως δεν πρέπει να κόψουμε τους μισθούς και τις συντάξεις, διότι οδηγούμαστε σε αντίθετα αποτελέσματα.
Κατά τον Γκάλμπρεϊθ και κατά τη «νέο-κεϋνσιανή» θεωρία, «η αναθέρμανση της οικονομικής δραστηριότητας αυξάνει τα κέρδη και τις φορολογικές απολαβές», γιατί η τόνωση της ζήτησης και οι δημόσιες επενδύσεις με τη βελτίωση των κρατικών υποδομών (δρόμων, σχολείων, στέγασης κλπ.) από τους νεοπροσλαμβανόμενους, ενισχύουν το εθνικό εισόδημα.
Έτσι ο δανεισμός του Δημοσίου με τον καιρό μπορεί ν’ αποδειχθεί συντηρητική πράξη. Η πολιτική αυτή –λέει ο Γκάλμπρεϊθ– ισχύει, κυρίως, για περιόδους κρίσης και ύφεσης». Τελικά η θεωρία αυτή λαμβάνει υπόψη κυρίως τον παράγοντα άνθρωπο και την κοινωνία και δεν στέκεται μόνο στους αριθμούς.
Σωστή πολιτική, βέβαια, είναι η μείωση –ή ακόμα και η εξάλειψη– των δημοσιονομικών ελλειμμάτων.
Πως μπορεί, όμως, να επιτευχθεί κάτι τέτοιο χωρίς να επιβαρυνθούν σοβαρά τα μεσαία και μικρά κοινωνικά στρώματα και χωρίς να δημιουργηθεί εξαθλίωση και κοινωνικές εντάσεις;
Η διέξοδος στο πρόβλημα δεν είναι απλή: χρειάζεται συνεχής προσπάθεια αύξησης του ρυθμού μεγέθυνσης της οικονομίας, αφενός μεν με τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης των «εχόντων» και καταπολέμησης της φοροδιαφυγής –συνεπώς περισσότερα φορολογικά έσοδα – αφετέρου δε είναι ανάγκη να υπάρξει ένα πάγιο, σταθερό και λογικό σύστημα φορολόγησης για τις επιχειρήσεις, ώστε να τονωθούν οι επενδύσεις και η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.
Η μεγέθυνση, όμως, του ρυθμού της οικονομίας επιτυγχάνεται και με την αύξηση εκείνων των δημόσιων δαπανών που είναι παραγωγικές και οικονομικά αποδοτικές.
Η λύση, συνεπώς, της παρέμβασης του κράτους μέσω της ενίσχυσης των δημοσίων δαπανών (δημόσιων προγραμμάτων) είναι ιδιαίτερα ενδεδειγμένη για τη μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη, τουλάχιστον, αντιμετώπιση του προβλήματος.
Παράλληλα, είναι αναγκαία η δημιουργία ενός δημόσιου εθνικού τραπεζικού πυλώνα, που θα μπορούσε να σπάσει το τραπεζικό καρτέλ.
Κυρίως, όμως, η χώρα μας πρέπει να διεκδικήσει στα ευρωπαϊκά fora τη διαγραφή ενός μέρους του χρέους και την επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής του, έτσι ώστε να ελαφρυνθεί σημαντικά ο λαός και να εξοικονομηθούν πόροι για την ανάπτυξη.
Προσωπικά, ως πολιτικός του μεσαίου χώρου –όχι μόνον με την έννοια του ήπιου και μετριοπαθή λόγου, αλλά και με το πραγματικό προσδιορισμό του «μεσαίου χώρου», δηλαδή της υπέρβασης και της νέας θέσης (σύνθεσης, σύμφωνα με την Εγελιανή θεωρία) στο πολιτικό γίγνεσθαι– προτείνω τη δημιουργία μιας πλατφόρμας εθνικής συνεννόησης για την έξοδο της χώρας από την κρίση.
Χρειάζεται, όμως, να συμφωνήσουν όλα τα κόμματα.
Μια τέτοια πολιτική, ωστόσο, οφείλει να έχει ως κεντρική αφετηρία την άρση των διαφόρων συκοφαντιών κατά των προηγούμενων κυβερνήσεων της ΝΔ και του πρώην πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή.
Θα πρέπει ακόμη να συμφωνήσουμε όλοι στην ανατροπή της πολιτικής της «δημιουργικής καταστροφής», που θυμίζει «πάρτι τσαγιού» και η οποία στην πραγματικότητα αποδομεί το «κοινωνικό κράτος».
Ο κύριος Σωτήρης Χατζηγάκης είναι πρώην Υπουργός – Βουλευτής Τρικάλων
Για την αντιμετώπισή της, προτείνονται δύο «συνταγές» πολιτικής.
Η πρώτη είναι η γνωστή «μονεταριστική» πολιτική του νεοφιλελευθερισμού, που επιβάλει άγρια λιτότητα, περικοπές μισθών, ημερομισθίων, συντάξεων κλπ.
Η πολιτική αυτή πλήττει, κυρίως, τις πιο αδύναμες οικονομικά τάξεις και διαλύει τον κοινωνικό ιστό μιας χώρας.
Αυτό ακριβώς έγινε στην Ελλάδα, όπου θυσιάστηκαν κατακτήσεις πολλών δεκαετιών των ελλήνων πολιτών (κυρίως εργαζομένων και συνταξιούχων).
Στόχος της μονεταριστικής αυτής πολιτικής, είναι ο μηδενισμός των ελλειμμάτων, τα οποία ενοχοποιούνται ως η κύρια αιτία αποδυνάμωσης της ανταγωνιστικότητας μιας χώρας.
Η συνταγή αυτή, ωστόσο, είναι ακριβώς η ίδια που απέτυχε παταγωδώς στην Αργεντινή, αλλά και σε πολλές άλλες χώρες του κόσμου… (π.χ. στη Λατινική Αμερική, στις ασιατικές «τίγρεις» κλπ.), όπου επέφερε την εξαθλίωση των λαών, αλλά και την πλήρη απώλεια της εθνικής τους κυριαρχίας.
Ο Πωλ Κρούγκμαν υποστηρίζει πως …«οι φονταμελιστές, αυτοί, της ελεύθερης αγοράς διαψεύστηκαν σχεδόν σε όλα. Κυριαρχούν όμως στη πολιτική σκηνή περισσότερο από ποτέ».
Βέβαια, στην αντίστοιχη αμερικανική κρίση του 2008, επενέβη το κράτος –ο από μηχανής Θεός– το οποίο εξοστρακίζει μετά βδελυγμίας ο νεοφιλελευθερισμός και το ΔΝΤ.
Ωστόσο, έτσι «σώθηκε» η οικονομία των ΗΠΑ και ανακόπηκε η κρίση.
Θα κάνουν, άραγε, οι Ευρωπαίοι το ίδιο με το Ευρωομόλογο, την επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής ολόκληρου του χρέους και τη ρύθμιση των επιτοκίων;
Απέναντι σ’ αυτή τη πολιτικο-ιδεολογική πρόταση του νεοφιλελευθερισμού, υπάρχει ένας άλλος δρόμος για την αντιμετώπιση της κρίσης:
Ο δρόμος της «νέο-κεϋνσιανής» θεωρίας, την οποία οι «γκουρού» της οικονομίας (π.χ. Milton Friedman) και των Chicago Boys απορρίπτουν μετά βδελυγμίας.
Με βάση αυτή τη θεωρία (του Κέυνς και του Γκάλμπραϊθ), η ανάπτυξη –ιδιαίτερα σε περιόδους κρίσης– μπορεί να επέλθει και μέσα από το δημόσιο τομέα, αλλά και με την τόνωση της εσωτερικής ζήτησης.
Αυτό σημαίνει απόρριψη της πολιτικής του «κουρέματος» στους μισθούς των υπαλλήλων, των συνταξιούχων και των εργαζομένων, η οποία σε τελική ανάλυση γονατίζει τη ζήτηση και την ανάπτυξη.
Ο «νεοκεϋνσιανισμός», λοιπόν, δεν αποδίδει ολόκληρη την ευθύνη της κρίσης στο κράτος και στους εργαζόμενους.
Υποστηρίζει, μάλιστα, πως δεν πρέπει να κόψουμε τους μισθούς και τις συντάξεις, διότι οδηγούμαστε σε αντίθετα αποτελέσματα.
Κατά τον Γκάλμπρεϊθ και κατά τη «νέο-κεϋνσιανή» θεωρία, «η αναθέρμανση της οικονομικής δραστηριότητας αυξάνει τα κέρδη και τις φορολογικές απολαβές», γιατί η τόνωση της ζήτησης και οι δημόσιες επενδύσεις με τη βελτίωση των κρατικών υποδομών (δρόμων, σχολείων, στέγασης κλπ.) από τους νεοπροσλαμβανόμενους, ενισχύουν το εθνικό εισόδημα.
Έτσι ο δανεισμός του Δημοσίου με τον καιρό μπορεί ν’ αποδειχθεί συντηρητική πράξη. Η πολιτική αυτή –λέει ο Γκάλμπρεϊθ– ισχύει, κυρίως, για περιόδους κρίσης και ύφεσης». Τελικά η θεωρία αυτή λαμβάνει υπόψη κυρίως τον παράγοντα άνθρωπο και την κοινωνία και δεν στέκεται μόνο στους αριθμούς.
Σωστή πολιτική, βέβαια, είναι η μείωση –ή ακόμα και η εξάλειψη– των δημοσιονομικών ελλειμμάτων.
Πως μπορεί, όμως, να επιτευχθεί κάτι τέτοιο χωρίς να επιβαρυνθούν σοβαρά τα μεσαία και μικρά κοινωνικά στρώματα και χωρίς να δημιουργηθεί εξαθλίωση και κοινωνικές εντάσεις;
Η διέξοδος στο πρόβλημα δεν είναι απλή: χρειάζεται συνεχής προσπάθεια αύξησης του ρυθμού μεγέθυνσης της οικονομίας, αφενός μεν με τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης των «εχόντων» και καταπολέμησης της φοροδιαφυγής –συνεπώς περισσότερα φορολογικά έσοδα – αφετέρου δε είναι ανάγκη να υπάρξει ένα πάγιο, σταθερό και λογικό σύστημα φορολόγησης για τις επιχειρήσεις, ώστε να τονωθούν οι επενδύσεις και η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.
Η μεγέθυνση, όμως, του ρυθμού της οικονομίας επιτυγχάνεται και με την αύξηση εκείνων των δημόσιων δαπανών που είναι παραγωγικές και οικονομικά αποδοτικές.
Η λύση, συνεπώς, της παρέμβασης του κράτους μέσω της ενίσχυσης των δημοσίων δαπανών (δημόσιων προγραμμάτων) είναι ιδιαίτερα ενδεδειγμένη για τη μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη, τουλάχιστον, αντιμετώπιση του προβλήματος.
Παράλληλα, είναι αναγκαία η δημιουργία ενός δημόσιου εθνικού τραπεζικού πυλώνα, που θα μπορούσε να σπάσει το τραπεζικό καρτέλ.
Κυρίως, όμως, η χώρα μας πρέπει να διεκδικήσει στα ευρωπαϊκά fora τη διαγραφή ενός μέρους του χρέους και την επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής του, έτσι ώστε να ελαφρυνθεί σημαντικά ο λαός και να εξοικονομηθούν πόροι για την ανάπτυξη.
Προσωπικά, ως πολιτικός του μεσαίου χώρου –όχι μόνον με την έννοια του ήπιου και μετριοπαθή λόγου, αλλά και με το πραγματικό προσδιορισμό του «μεσαίου χώρου», δηλαδή της υπέρβασης και της νέας θέσης (σύνθεσης, σύμφωνα με την Εγελιανή θεωρία) στο πολιτικό γίγνεσθαι– προτείνω τη δημιουργία μιας πλατφόρμας εθνικής συνεννόησης για την έξοδο της χώρας από την κρίση.
Χρειάζεται, όμως, να συμφωνήσουν όλα τα κόμματα.
Μια τέτοια πολιτική, ωστόσο, οφείλει να έχει ως κεντρική αφετηρία την άρση των διαφόρων συκοφαντιών κατά των προηγούμενων κυβερνήσεων της ΝΔ και του πρώην πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή.
Θα πρέπει ακόμη να συμφωνήσουμε όλοι στην ανατροπή της πολιτικής της «δημιουργικής καταστροφής», που θυμίζει «πάρτι τσαγιού» και η οποία στην πραγματικότητα αποδομεί το «κοινωνικό κράτος».
Ο κύριος Σωτήρης Χατζηγάκης είναι πρώην Υπουργός – Βουλευτής Τρικάλων
Στα λογια ειστε ολοι μανουλες,κ.Χατζηγακη!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΟσο ειστε αντιπολιτευση!!
Οπως καποτε υποστηριζατε τους αγροτες με το να συμμετεχετε στην πορεια τους σε αποκλεισμο δρομων, πριν το 2004 οταν ησασταν αντιπολιτευση, οπου βγαζατε λογο πανω σε τρακτερ,αλλα οταν γινατε κυβερνηση το παιζατε "Γερμανοι"!
Για να μην αναφερθουμε για τους συμβασιουχους που υποτιθεται οτι θα στηριζατε τα αιτηματα τους και τελικα τους γραψατε στα παλιοτερα των υποδηματων σας!
ΓΜ