Το βαρύ ζεϊμπέκικο του Γιώργου με την Άγκυρα
Από τις γυροβολιές με τον Ισμαήλ Τζεμ
στο… κυριλέ παζάρι με τον Ερντογάν
Αν και γνωρίζει ότι θα συναντήσει πολλές αντιδράσεις, ο κύριος Παπανδρέου είναι αποφασισμένος να φθάσει μέχρι τέλος στο σχέδιό του για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Συνεχίζει έτσι το αρχικό του σχέδιο προσέγγισης με την γείτονα που είχε αρχίσει να υλοποιεί ως υπουργός Εξωτερικών πριν από μία δεκαετία περίπου. Ποιος άλλωστε μπορεί να ξεχάσει το χορευτικό επιστέγασμα αυτού του διπλωματικού ανοίγματος, το ζεϊμπέκικο με τον τότε υπουργό Εξωτερικών Ισμαήλ Τζεμ;
Σύμφωνα με το αναθεωρημένο σχέδιο του Έλληνα πρωθυπουργού, στην αρχή επιθυμεί να διαμορφώσει το κλίμα, στη συνέχεια να αρχίσουν οι βολιδοσκοπήσεις με την διαμόρφωση της ατζέντας και αμέσως μετά θα αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις.
Θεωρητικά το εγχείρημα φαντάζει απολύτως θετικό και επιβεβλημένο, αλλά επειδή υπάρχει ιστορικό προηγούμενο αρνητικών εξελίξεων, ήδη κάποια από τα μέλη του υπουργικού συμβουλίου εκφράζουν επιφυλάξεις (ένα από αυτά τα μέλη «ακούγεται» πως είναι ο έλληνας υπουργός Άμυνας κ. Βενιζέλος).
Η επιστολή του τούρκου πρωθυπουργού κ. Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν προς τον κύριο Παπανδρέου στις 2 Νοεμβρίου (τότε ανακοινώθηκε ενώ είχε παραληφθεί μερικές ημέρες πριν και κρατήθηκε ως επτασφράγιστο μυστικό), υποδηλώνει το εντυπωσιακό αποτέλεσμα που είχε η πρώτη τους συνάντηση στην Κωνσταντινούπολη, στις 8 Οκτωβρίου, όπου ο Έλληνας πρωθυπουργός ζήτησε εφ’ όλης της ύλης διαπραγματεύσεις.
Ήδη διπλωματικές πηγές εκφράζουν σκεπτικισμό για την επιστολή Ερντογάν, φοβούμενοι ότι ο τούρκος πρωθυπουργός αρχίζει μία «εκστρατεία γοητείας» των Ελλήνων και Ευρωπαίων, με στόχο να περάσει χωρίς συνέπειες την Σύνοδο Κορυφής του Δεκεμβρίου, κυρίως της μη αναγνώρισης της Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά ο κ. Παπανδρέου, χωρίς να παραγνωρίζει την επικοινωνιακή πλευρά, έχει άλλη πολιτική θέση.
Ο κύριος Ερντογάν στην επιστολή του κάνει ένα βήμα παραπάνω και προτείνει την οικοδόμηση «στρατηγικής συνεργασίας» μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας, την αναβάθμιση του διαλόγου σε όλα τα επίπεδα. Και μάλιστα, όπως τονίζει «στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο», δηλαδή είτε σε επίπεδο υπουργείων Εξωτερικών είτε σε επίπεδο πρωθυπουργικών γραφείων και καλεί τον έλληνα πρωθυπουργό, κύριο Παπανδρέου, να επενδύσουν από κοινού στο μέλλον κάνοντας μία «νέα αρχή».
Ακόμη, ο κύριος Ερντογάν ζητάει την πλήρη εμπλοκή της Ελλάδας στο Κυπριακό (για να νομιμοποιήσει –προφανώς- την ήδη υπάρχουσα εμπλοκή της Άγκυρας), θέτοντας θέμα τετραμερούς διαπραγμάτευσης, αφού αυτή είναι και η πάγια επιδιωκώμενη θέση της Άγκυρας. Ειδικά για το Κυπριακό, ο τούρκος πρωθυπουργός εκφράζεται με πάθος, υπογραμμίζοντας την ανάγκη επίλυσης του προβλήματος (ξεχνά προφανώς ότι το πρόβλημα το δημιούργησε και το διατηρεί η ίδια η Τουρκία με την εισβολή και την συνέχιση της διατήρησης των τουρκικών στρατευμάτων στο βόρειο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου) που θα αλλάξει την εικόνα όλης της περιοχής. Είναι λογικό, τονίζουν διπλωματικές πηγές, ο κύριος Ερντογάν να θέλει λύση, αλλά με τους δικούς του όρους στο Κυπριακό, αφού αυτό είναι και το μεγαλύτερο πρόβλημα στην ευρωπαϊκή πορεία της Άγκυρας (η οποία συνεχίζει να κατέχει παράνομα τμήμα χώρας κράτους-μέλους της Ε.Ε.).
Ο κύριος Παπανδρέου θέλοντας να προλάβει κάθε είδους αντιδράσεις, ειδικότερα στην Λευκωσία, την ίδια ημέρα που παρέλαβε την επιστολή επικοινώνησε με τον πρόεδρο Δημήτρη Χριστόφια και τον ενημέρωσε με κάθε λεπτομέρεια επί των θέσεων που διατύπωσε ο τούρκος πρωθυπουργός.
Όπως αναφέρουν καλά πληροφορημένες πηγές, η απάντηση του έλληνα πρωθυπουργού θα είναι εξίσου θετική για την έναρξη των συνομιλιών και ταυτόχρονα σημειώνει λέξη προς λέξη τα θέματα που θίγει ο κύριος Ερντογάν, με έμφαση στο πνεύμα των διεθνών συνθηκών που διέπουν την περιοχή μας.
Σύντομα, είτε πριν είτε μετά την Σύνοδο Κορυφής της Ε.Ε. τον επερχόμενο Δεκέμβριο, θα συγκροτηθούν επιτροπές για μία μεγάλη γκάμα θεμάτων με στόχο την προώθηση του διαλόγου στο πλαίσιο των πολιτικών εντολών των κυρίων Παπανδρέου και Ερντογάν.
Τουλάχιστον, όσον αφορά τα θέματα του Αιγαίου, δεν θα ξεκινήσουν από το μηδέν, καθώς στα πιο απρόσιτα συρτάρια του υπουργείου Εξωτερικών και του Μεγάρου Μαξίμου, υπάρχουν πλήρεις φάκελοι και αναφορές που συνοδεύονται και από χάρτες που είχαν συντάξει η Αθήνα και η Άγκυρα μέχρι το 2004. Οι χάρτες, σύμφωνα με απολύτως αξιόπιστες πηγές, περιλαμβάνουν με ακρίβεια τα όρια της Ελληνικής υφαλοκρηπίδας, τα χωρικά μας ύδατα και τον εναέριο χώρο. Την πρώτη ημέρα μετά τις εκλογές του 2004 οι φάκελοι είχαν παραδοθεί στον κ. Πέτρο Μολυβιάτη.
Οι ίδιοι φάκελοι έφθασαν και πάλι στα χέρια του κ. Παπανδρέου που δεν είναι διατεθειμένος να τους αφήσει στα συρτάρια. Τότε είχαν εργαστεί σημαντικές προσωπικότητες («επιτροπές σοφών») για να λυθούν τα ελληνοτουρκικά προβλήματα και να ετοιμαστούν οι συγκεκριμένοι φάκελοι. Μεταξύ αυτών, πέραν των κυρίων Κώστα Σημίτη και Γ. Παπανδρέου, ήταν οι διπλωμάτες Αναστάσιος Σκοπελίτης και Αριστείδης Αγαθοκλής, οι πιο σημαντικοί σύμβουλοι στην πολιτική ιστορία του κ. Παπανδρέου κύριοι Χάρης Παμπούκης και Νίκος Κοτζιάς και οι καθηγητές Χρήστος Ροζάκης, Αργύρης Φατούρος και Εμμανουήλ Ρούκουνας. Δεν γνωρίζουμε ποιοι θα συνεχίσουν σήμερα αυτό το έργο, καθώς το υπουργείο Εξωτερικών εμφανίζεται μάλλον αποδυναμωμένο σε σχέση με τα παρελθόν(!!!)
Ένα ιστορικό στοιχείο, ενδεικτικό του τρόπου με τον οποίο εργάστηκε τότε η ομάδα Παπανδρέου στο ΥΠΕΞ είναι το εξής: Όταν το 1999 έφθασε στο υπουργείο Εξωτερικών η επιστολή Τζεμ που έθετε, όπως και η επιστολή Ερντογάν, σειρά θεμάτων, την απάντηση ανέλαβε να συντάξει έμπειρος διπλωμάτης. Τη συνέταξε με βάση το κλίμα που επικρατούσε τότε, δηλαδή σχεδόν καταγγελτική για την συμπεριφορά της Τουρκίας στο Αιγαίο και την Κύπρο. Οι τότε σύμβουλοι του κ. Παπανδρέου, αφού τον ενημέρωσαν, έσκισαν την επιστολή και συνέταξαν άλλη, με σειρά προτάσεων για τον ελληνοτουρκικό διάλογο, που λίγο αργότερα οδήγησε στην ραγδαία βελτίωση του κλίματος στα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης, τα οποία κατά σατανική σύμπτωση διαπραγματεύτηκε και ο διπλωμάτης που είχε συντάξει την «άκυρη επιστολή».
Είναι σίγουρο πως μπαίνουμε σε νέα φάση στις σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών. Προς το παρόν όμως η κυβέρνηση δεν έχει παρουσιάσει, ούτε έχει καν ετοιμάσει, κάποιο πλαίσιο στρατηγικής για να γνωρίζουμε τις κατευθύνσεις της εξωτερικής πολιτικής, αν και είχε υποσχεθεί ότι θα εφαρμόσει νέα εθνική στρατηγική…
Όλα αυτά μπορούν να χαρακτηρισθούν ως λίαν καλώς σχεδιασμένα. Υπάρχει όμως ένα πρόβλημα, στο οποίο θα έπρεπε να σταθεί τόσο ο έλληνας πρωθυπουργός όσο και το επιτελείο των συμβούλων του στα ελληνοτουρκικά θέματα: Η Τουρκία επιθυμεί να συμμετάσχει σε ειλικρινείς συζητήσεις οι οποίες θα σέβονται το διεθνές δίκαιο και θα στηρίζονται στον γνώμονα της πολιτικής συμφιλίωσης μεταξύ των δύο χωρών; Έχει ετοιμάσει ο κύριος Παπανδρέου το «οπλοστάσιο», επιχειρημάτων και ενεργειών, που θα αναγκάσουν την Τουρκία να καθήσει σε ένα τραπέζι διαπραγματεύσεων όπου θα συζητήσει για την πραγματικότητα και τις ευθύνες που απορρέουν μέσα από αυτήν και όχι για την «εικονική πραγματικότητα» που επί σειρά ετών στήνει η τουρκική εξωτερική πολιτική;
στο… κυριλέ παζάρι με τον Ερντογάν
Αν και γνωρίζει ότι θα συναντήσει πολλές αντιδράσεις, ο κύριος Παπανδρέου είναι αποφασισμένος να φθάσει μέχρι τέλος στο σχέδιό του για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Συνεχίζει έτσι το αρχικό του σχέδιο προσέγγισης με την γείτονα που είχε αρχίσει να υλοποιεί ως υπουργός Εξωτερικών πριν από μία δεκαετία περίπου. Ποιος άλλωστε μπορεί να ξεχάσει το χορευτικό επιστέγασμα αυτού του διπλωματικού ανοίγματος, το ζεϊμπέκικο με τον τότε υπουργό Εξωτερικών Ισμαήλ Τζεμ;
Σύμφωνα με το αναθεωρημένο σχέδιο του Έλληνα πρωθυπουργού, στην αρχή επιθυμεί να διαμορφώσει το κλίμα, στη συνέχεια να αρχίσουν οι βολιδοσκοπήσεις με την διαμόρφωση της ατζέντας και αμέσως μετά θα αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις.
Θεωρητικά το εγχείρημα φαντάζει απολύτως θετικό και επιβεβλημένο, αλλά επειδή υπάρχει ιστορικό προηγούμενο αρνητικών εξελίξεων, ήδη κάποια από τα μέλη του υπουργικού συμβουλίου εκφράζουν επιφυλάξεις (ένα από αυτά τα μέλη «ακούγεται» πως είναι ο έλληνας υπουργός Άμυνας κ. Βενιζέλος).
Η επιστολή του τούρκου πρωθυπουργού κ. Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν προς τον κύριο Παπανδρέου στις 2 Νοεμβρίου (τότε ανακοινώθηκε ενώ είχε παραληφθεί μερικές ημέρες πριν και κρατήθηκε ως επτασφράγιστο μυστικό), υποδηλώνει το εντυπωσιακό αποτέλεσμα που είχε η πρώτη τους συνάντηση στην Κωνσταντινούπολη, στις 8 Οκτωβρίου, όπου ο Έλληνας πρωθυπουργός ζήτησε εφ’ όλης της ύλης διαπραγματεύσεις.
Ήδη διπλωματικές πηγές εκφράζουν σκεπτικισμό για την επιστολή Ερντογάν, φοβούμενοι ότι ο τούρκος πρωθυπουργός αρχίζει μία «εκστρατεία γοητείας» των Ελλήνων και Ευρωπαίων, με στόχο να περάσει χωρίς συνέπειες την Σύνοδο Κορυφής του Δεκεμβρίου, κυρίως της μη αναγνώρισης της Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά ο κ. Παπανδρέου, χωρίς να παραγνωρίζει την επικοινωνιακή πλευρά, έχει άλλη πολιτική θέση.
Ο κύριος Ερντογάν στην επιστολή του κάνει ένα βήμα παραπάνω και προτείνει την οικοδόμηση «στρατηγικής συνεργασίας» μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας, την αναβάθμιση του διαλόγου σε όλα τα επίπεδα. Και μάλιστα, όπως τονίζει «στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο», δηλαδή είτε σε επίπεδο υπουργείων Εξωτερικών είτε σε επίπεδο πρωθυπουργικών γραφείων και καλεί τον έλληνα πρωθυπουργό, κύριο Παπανδρέου, να επενδύσουν από κοινού στο μέλλον κάνοντας μία «νέα αρχή».
Ακόμη, ο κύριος Ερντογάν ζητάει την πλήρη εμπλοκή της Ελλάδας στο Κυπριακό (για να νομιμοποιήσει –προφανώς- την ήδη υπάρχουσα εμπλοκή της Άγκυρας), θέτοντας θέμα τετραμερούς διαπραγμάτευσης, αφού αυτή είναι και η πάγια επιδιωκώμενη θέση της Άγκυρας. Ειδικά για το Κυπριακό, ο τούρκος πρωθυπουργός εκφράζεται με πάθος, υπογραμμίζοντας την ανάγκη επίλυσης του προβλήματος (ξεχνά προφανώς ότι το πρόβλημα το δημιούργησε και το διατηρεί η ίδια η Τουρκία με την εισβολή και την συνέχιση της διατήρησης των τουρκικών στρατευμάτων στο βόρειο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου) που θα αλλάξει την εικόνα όλης της περιοχής. Είναι λογικό, τονίζουν διπλωματικές πηγές, ο κύριος Ερντογάν να θέλει λύση, αλλά με τους δικούς του όρους στο Κυπριακό, αφού αυτό είναι και το μεγαλύτερο πρόβλημα στην ευρωπαϊκή πορεία της Άγκυρας (η οποία συνεχίζει να κατέχει παράνομα τμήμα χώρας κράτους-μέλους της Ε.Ε.).
Ο κύριος Παπανδρέου θέλοντας να προλάβει κάθε είδους αντιδράσεις, ειδικότερα στην Λευκωσία, την ίδια ημέρα που παρέλαβε την επιστολή επικοινώνησε με τον πρόεδρο Δημήτρη Χριστόφια και τον ενημέρωσε με κάθε λεπτομέρεια επί των θέσεων που διατύπωσε ο τούρκος πρωθυπουργός.
Όπως αναφέρουν καλά πληροφορημένες πηγές, η απάντηση του έλληνα πρωθυπουργού θα είναι εξίσου θετική για την έναρξη των συνομιλιών και ταυτόχρονα σημειώνει λέξη προς λέξη τα θέματα που θίγει ο κύριος Ερντογάν, με έμφαση στο πνεύμα των διεθνών συνθηκών που διέπουν την περιοχή μας.
Σύντομα, είτε πριν είτε μετά την Σύνοδο Κορυφής της Ε.Ε. τον επερχόμενο Δεκέμβριο, θα συγκροτηθούν επιτροπές για μία μεγάλη γκάμα θεμάτων με στόχο την προώθηση του διαλόγου στο πλαίσιο των πολιτικών εντολών των κυρίων Παπανδρέου και Ερντογάν.
Τουλάχιστον, όσον αφορά τα θέματα του Αιγαίου, δεν θα ξεκινήσουν από το μηδέν, καθώς στα πιο απρόσιτα συρτάρια του υπουργείου Εξωτερικών και του Μεγάρου Μαξίμου, υπάρχουν πλήρεις φάκελοι και αναφορές που συνοδεύονται και από χάρτες που είχαν συντάξει η Αθήνα και η Άγκυρα μέχρι το 2004. Οι χάρτες, σύμφωνα με απολύτως αξιόπιστες πηγές, περιλαμβάνουν με ακρίβεια τα όρια της Ελληνικής υφαλοκρηπίδας, τα χωρικά μας ύδατα και τον εναέριο χώρο. Την πρώτη ημέρα μετά τις εκλογές του 2004 οι φάκελοι είχαν παραδοθεί στον κ. Πέτρο Μολυβιάτη.
Οι ίδιοι φάκελοι έφθασαν και πάλι στα χέρια του κ. Παπανδρέου που δεν είναι διατεθειμένος να τους αφήσει στα συρτάρια. Τότε είχαν εργαστεί σημαντικές προσωπικότητες («επιτροπές σοφών») για να λυθούν τα ελληνοτουρκικά προβλήματα και να ετοιμαστούν οι συγκεκριμένοι φάκελοι. Μεταξύ αυτών, πέραν των κυρίων Κώστα Σημίτη και Γ. Παπανδρέου, ήταν οι διπλωμάτες Αναστάσιος Σκοπελίτης και Αριστείδης Αγαθοκλής, οι πιο σημαντικοί σύμβουλοι στην πολιτική ιστορία του κ. Παπανδρέου κύριοι Χάρης Παμπούκης και Νίκος Κοτζιάς και οι καθηγητές Χρήστος Ροζάκης, Αργύρης Φατούρος και Εμμανουήλ Ρούκουνας. Δεν γνωρίζουμε ποιοι θα συνεχίσουν σήμερα αυτό το έργο, καθώς το υπουργείο Εξωτερικών εμφανίζεται μάλλον αποδυναμωμένο σε σχέση με τα παρελθόν(!!!)
Ένα ιστορικό στοιχείο, ενδεικτικό του τρόπου με τον οποίο εργάστηκε τότε η ομάδα Παπανδρέου στο ΥΠΕΞ είναι το εξής: Όταν το 1999 έφθασε στο υπουργείο Εξωτερικών η επιστολή Τζεμ που έθετε, όπως και η επιστολή Ερντογάν, σειρά θεμάτων, την απάντηση ανέλαβε να συντάξει έμπειρος διπλωμάτης. Τη συνέταξε με βάση το κλίμα που επικρατούσε τότε, δηλαδή σχεδόν καταγγελτική για την συμπεριφορά της Τουρκίας στο Αιγαίο και την Κύπρο. Οι τότε σύμβουλοι του κ. Παπανδρέου, αφού τον ενημέρωσαν, έσκισαν την επιστολή και συνέταξαν άλλη, με σειρά προτάσεων για τον ελληνοτουρκικό διάλογο, που λίγο αργότερα οδήγησε στην ραγδαία βελτίωση του κλίματος στα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης, τα οποία κατά σατανική σύμπτωση διαπραγματεύτηκε και ο διπλωμάτης που είχε συντάξει την «άκυρη επιστολή».
Είναι σίγουρο πως μπαίνουμε σε νέα φάση στις σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών. Προς το παρόν όμως η κυβέρνηση δεν έχει παρουσιάσει, ούτε έχει καν ετοιμάσει, κάποιο πλαίσιο στρατηγικής για να γνωρίζουμε τις κατευθύνσεις της εξωτερικής πολιτικής, αν και είχε υποσχεθεί ότι θα εφαρμόσει νέα εθνική στρατηγική…
Όλα αυτά μπορούν να χαρακτηρισθούν ως λίαν καλώς σχεδιασμένα. Υπάρχει όμως ένα πρόβλημα, στο οποίο θα έπρεπε να σταθεί τόσο ο έλληνας πρωθυπουργός όσο και το επιτελείο των συμβούλων του στα ελληνοτουρκικά θέματα: Η Τουρκία επιθυμεί να συμμετάσχει σε ειλικρινείς συζητήσεις οι οποίες θα σέβονται το διεθνές δίκαιο και θα στηρίζονται στον γνώμονα της πολιτικής συμφιλίωσης μεταξύ των δύο χωρών; Έχει ετοιμάσει ο κύριος Παπανδρέου το «οπλοστάσιο», επιχειρημάτων και ενεργειών, που θα αναγκάσουν την Τουρκία να καθήσει σε ένα τραπέζι διαπραγματεύσεων όπου θα συζητήσει για την πραγματικότητα και τις ευθύνες που απορρέουν μέσα από αυτήν και όχι για την «εικονική πραγματικότητα» που επί σειρά ετών στήνει η τουρκική εξωτερική πολιτική;
Γράψτε τα δικά σας σχόλια
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Θα σας παρακαλούσα να είστε κόσμιοι στους χαρακτηρισμούς σας, επειδή είναι δυνατόν επισκέπτες του ιστολογίου να είναι και ανήλικοι.
Τα σχόλια στα blogs υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
Τα σχόλια θα εγκρίνονται μόνο όταν είναι σχετικά με το θέμα, δεν αναφέρουν προσωπικούς, προσβλητικούς χαρακτηρισμούς, καθώς επίσης και τα σχόλια που δεν περιέχουν συνδέσμους.
Επίσης, όταν μας αποστέλλονται κείμενα (μέσω σχολίων ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου), παρακαλείσθε να αναγράφετε τυχούσα πηγή τους σε περίπτωση που δεν είναι δικά σας. Ευχαριστούμε για την κατανόησή σας...