Η αντεπίθεση του Ερντογάν: «Παραπέμπει» στη Δικαιοσύνη τους στρατηγούς
Τον ρόλο του «μεσολαβητή»
ανέλαβε ο Πρόεδρος Γκιουλ
Οι σχέσεις ισλαμιστών και στρατιωτικών στην Τουρκία σημείωσαν νέα επιδείνωση μετά την υπερψήφιση νόμου που ανοίγει τον δρόμο στην παραπομπή των στρατιωτικών στη Δικαιοσύνη για πολιτικού χαρακτήρα αδικήματα. Την εκρηκτική κατάσταση ανέλαβε να διαχειριστεί ο Πρόεδρος Αμπντουλάχ Γκιουλ.
Φωτιές άναψε η ψήφιση νόμου στην τουρκική Εθνοσυνέλευση, την εβδομάδα που πέρασε, σύμφωνα με τον οποίο επιτρέπεται στο εξής η παραπομπή των ανώτατων αξιωματικών στη Δικαιοσύνη για αδικήματα που σχετίζονται με την κρατική οργάνωση και λειτουργία, κάτι που ως αυτήν τη στιγμή ήταν αποκλειστική αρμοδιότητα των στρατοδικείων. Το νομοσχέδιο, όμως, αν και υπερψηφίστηκε, ενδέχεται να απορριφθεί από τον Πρόεδρο Αμπντουλάχ Γκιουλ, ο οποίος, σε διάστημα 15 ημερών, πρέπει να αποφασίσει αν θα ασκήσει το δικαίωμα της αρνησικυρίας που του παρέχει η τουρκική νομοθεσία. Στην περίπτωση που κάνει χρήση αυτού του δικαιώματος, το νομοσχέδιο θα επιστρέψει στην Εθνοσυνέλευση για να γίνουν οι απαραίτητες τροποποιήσεις.
Η νέα ρύθμιση που επιχείρησε να περάσει η κυβέρνηση του ΑΚΡ προκάλεσε αναστάτωση στις τάξεις του στρατεύματος, καθώς οι στρατηγοί τη θεώρησαν μέρος της σύγκρουσης μεταξύ ισλαμιστών και Κεμαλιστών που ολοένα οξύνεται το τελευταίο διάστημα. Η χρονική στιγμή που η ισλαμική κυβέρνηση επιχείρησε να περιορίσει τις αρμοδιότητες των στρατοδικείων έρχεται αμέσως μετά τη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε ο στρατηγός Ιλκέρ Μπασμπούγ πριν από λίγες ημέρες. Να υπενθυμίσουμε ότι, σύμφωνα με το έγγραφο που είχε αποκαλυφθεί από την ημερήσια εφημερίδα «Ταράφ», μέρος των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων σχεδίαζε να αναλάβει δράση εναντίον της ισλαμικής κυβέρνησης και του κινήματος Γκιουλέν. Το γεγονός αυτό έφερε τις τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις και πάλι στο προσκήνιο, εμπλέκοντάς τες μάλιστα εκ νέου στην υπόθεση Εργκενεκόν. Ο τούρκος επιτελάρχης, λοιπόν, ανεβάζοντας τον τόνο της αντιπαράθεσης, είχε απευθύνει σκληρή προειδοποίηση σε όσους «επιβουλεύονται» τις τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις.
Η ψήφιση του νομοσχεδίου έγινε αφορμή για μια σειρά συζητήσεων μεταξύ ισλαμιστών και στρατιωτικών. Στην αρχή της εβδομάδος, ο στρατηγός Μπασμπούγ ζήτησε να έχει έκτακτη συνάντηση με τον ισλαμιστή πρωθυπουργό Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και οι δύο άνδρες συζήτησαν για πάνω από μια ώρα. Την επομένη ήταν προγραμματισμένη η τακτική μηνιαία συνεδρίαση του περίφημου Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας. Σε μια πολύωρη συνεδρίαση που διήρκησε 7½ ώρες –δεύτερη πιο μεγάλη σε διάρκεια ύστερα από εκείνη της 28ης Φεβρουαρίου 1997 με πρωταγωνιστές τους Νετζμετίν Ερμπακάν και Ισμαήλ Χακί Καράνταγι– ισλαμιστές και στρατιωτικοί καταπιάστηκαν, πέραν των άλλων ζητημάτων, και με το θέμα των στρατοδικείων. Η διάρκεια και μόνο της συνεδρίασης ομολογεί ότι έγιναν μακρές και επίπονες συζητήσεις. Φημολογείται ακόμη ότι, καθώς τα δύο μέρη αδυνατούσαν να συμφωνήσουν στο κοινό ανακοινωθέν, ο ισλαμιστής Πρόεδρος ανέλαβε τη διατύπωση του σημείου που αφορά την «επίθεση» που δέχτηκε το στράτευμα από τον Τύπο. Μπασμπούγ και Ερντογάν είχαν μάλιστα και τρίτη συνάντηση μετά το πέρας της συνεδρίασης του Συμβουλίου. Σε αυτήν την τελευταία κατʼ ιδίαν συνάντηση, που έλαβε μέρος στο Προεδρικό Μέγαρο, συμμετείχε τελικά και ο ισλαμιστής Πρόεδρος Γκιουλ, ο οποίος, σύμφωνα με μερίδα του τουρκικού Τύπου, με την ευχέρεια που του παρέχει ο θεσμικός του ρόλος επιχείρησε να αναλάβει τη «διαμεσολάβηση» μεταξύ στρατού και κυβέρνησης. Ζήτησε, λοιπόν, από τα ενδιαφερόμενα μέρη να συγκροτήσουν ερευνητικές επιτροπές στις οποίες θα συμμετάσχουν εκπρόσωποι των υπουργείων Δικαιοσύνης, Αμύνης, του Γενικού Επιτελείου κ.λπ., με στόχο τη γεφύρωση του χάσματος και την έγκαιρη διευθέτηση του ζητήματος.
Το ζήτημα έχει σοβαρές πολιτικές διαστάσεις. Η διάσταση εσωτερικής πολιτικής είναι εκείνη που προέχει για το στράτευμα, καθώς ο νέος νόμος, εάν τελικά υπογραφεί από τον Πρόεδρο, είναι ανατρεπτικός: Θα επιτρέψει τη δίωξη των στρατηγών που ηγήθηκαν πραξικοπημάτων και επεμβάσεων. Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση είναι του Κενάν Εβρέν, του αρχιπραξικοπηματία του 1980, ο οποίος είναι ακόμη εν ζωή και συνεπώς κινδυνεύει να λογοδοτήσει για τα εγκλήματα που διεπράχθησαν επί του καθεστώτος του. Ο Εβρέν αποτελεί το σύμβολο του στρατιωτικού κατεστημένου, που οδήγησε τη Δημοκρατία σε οδυνηρές περιπέτειες, αλλά και τον στόχο των αντιφρονούντων – μιας ισχνής ως ανύπαρκτης πλέον μειοψηφίας πολιτών με δημοκρατικές και «αριστερές» πεποιθήσεις.
Η άλλη διάσταση έχει να κάνει με την «ευρωπαϊκή πορεία» της Τουρκίας. Ο περιορισμός της δικαιοδοσίας των τουρκικών στρατοδικείων είναι επιβεβλημένος και έχει ήδη καθυστερήσει αρκετά. Ωστόσο, αναρωτιέται κανείς για το βάθος και την αποτελεσματικότητα των μεταρρυθμίσεων αυτών, αφού ο εναρμονισμός με την ευρωπαϊκή νομοθεσία στη γείτονα χώρα λειτουργεί περισσότερο ως πρόφαση για τη δίωξη του αντίπαλου δέους παρά ως κίνητρο εκδημοκρατισμού.
Η αντιπαράθεση, όπως όλα δείχνουν, θα κρατήσει αρκετά. Κι αυτό γιατί η σύγκρουση με τους σκληρούς Κεμαλιστές ευνοεί τους ισλαμιστές του ΑΚΡ. Από τη μια αποπροσανατολίζεται η κοινή γνώμη και αποσιωπάται η δυσαρέσκεια για τη σφοδρή οικονομική κρίση που έπληξε τη χώρα και, από την άλλη, οι ισλαμιστές βρίσκουν την ευκαιρία να προωθήσουν τα συμφέροντα της παράταξής τους.
Κ. Βοσπορίτης, ο νεώτερος
ανέλαβε ο Πρόεδρος Γκιουλ
Οι σχέσεις ισλαμιστών και στρατιωτικών στην Τουρκία σημείωσαν νέα επιδείνωση μετά την υπερψήφιση νόμου που ανοίγει τον δρόμο στην παραπομπή των στρατιωτικών στη Δικαιοσύνη για πολιτικού χαρακτήρα αδικήματα. Την εκρηκτική κατάσταση ανέλαβε να διαχειριστεί ο Πρόεδρος Αμπντουλάχ Γκιουλ.
Φωτιές άναψε η ψήφιση νόμου στην τουρκική Εθνοσυνέλευση, την εβδομάδα που πέρασε, σύμφωνα με τον οποίο επιτρέπεται στο εξής η παραπομπή των ανώτατων αξιωματικών στη Δικαιοσύνη για αδικήματα που σχετίζονται με την κρατική οργάνωση και λειτουργία, κάτι που ως αυτήν τη στιγμή ήταν αποκλειστική αρμοδιότητα των στρατοδικείων. Το νομοσχέδιο, όμως, αν και υπερψηφίστηκε, ενδέχεται να απορριφθεί από τον Πρόεδρο Αμπντουλάχ Γκιουλ, ο οποίος, σε διάστημα 15 ημερών, πρέπει να αποφασίσει αν θα ασκήσει το δικαίωμα της αρνησικυρίας που του παρέχει η τουρκική νομοθεσία. Στην περίπτωση που κάνει χρήση αυτού του δικαιώματος, το νομοσχέδιο θα επιστρέψει στην Εθνοσυνέλευση για να γίνουν οι απαραίτητες τροποποιήσεις.
Η νέα ρύθμιση που επιχείρησε να περάσει η κυβέρνηση του ΑΚΡ προκάλεσε αναστάτωση στις τάξεις του στρατεύματος, καθώς οι στρατηγοί τη θεώρησαν μέρος της σύγκρουσης μεταξύ ισλαμιστών και Κεμαλιστών που ολοένα οξύνεται το τελευταίο διάστημα. Η χρονική στιγμή που η ισλαμική κυβέρνηση επιχείρησε να περιορίσει τις αρμοδιότητες των στρατοδικείων έρχεται αμέσως μετά τη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε ο στρατηγός Ιλκέρ Μπασμπούγ πριν από λίγες ημέρες. Να υπενθυμίσουμε ότι, σύμφωνα με το έγγραφο που είχε αποκαλυφθεί από την ημερήσια εφημερίδα «Ταράφ», μέρος των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων σχεδίαζε να αναλάβει δράση εναντίον της ισλαμικής κυβέρνησης και του κινήματος Γκιουλέν. Το γεγονός αυτό έφερε τις τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις και πάλι στο προσκήνιο, εμπλέκοντάς τες μάλιστα εκ νέου στην υπόθεση Εργκενεκόν. Ο τούρκος επιτελάρχης, λοιπόν, ανεβάζοντας τον τόνο της αντιπαράθεσης, είχε απευθύνει σκληρή προειδοποίηση σε όσους «επιβουλεύονται» τις τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις.
Η ψήφιση του νομοσχεδίου έγινε αφορμή για μια σειρά συζητήσεων μεταξύ ισλαμιστών και στρατιωτικών. Στην αρχή της εβδομάδος, ο στρατηγός Μπασμπούγ ζήτησε να έχει έκτακτη συνάντηση με τον ισλαμιστή πρωθυπουργό Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και οι δύο άνδρες συζήτησαν για πάνω από μια ώρα. Την επομένη ήταν προγραμματισμένη η τακτική μηνιαία συνεδρίαση του περίφημου Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας. Σε μια πολύωρη συνεδρίαση που διήρκησε 7½ ώρες –δεύτερη πιο μεγάλη σε διάρκεια ύστερα από εκείνη της 28ης Φεβρουαρίου 1997 με πρωταγωνιστές τους Νετζμετίν Ερμπακάν και Ισμαήλ Χακί Καράνταγι– ισλαμιστές και στρατιωτικοί καταπιάστηκαν, πέραν των άλλων ζητημάτων, και με το θέμα των στρατοδικείων. Η διάρκεια και μόνο της συνεδρίασης ομολογεί ότι έγιναν μακρές και επίπονες συζητήσεις. Φημολογείται ακόμη ότι, καθώς τα δύο μέρη αδυνατούσαν να συμφωνήσουν στο κοινό ανακοινωθέν, ο ισλαμιστής Πρόεδρος ανέλαβε τη διατύπωση του σημείου που αφορά την «επίθεση» που δέχτηκε το στράτευμα από τον Τύπο. Μπασμπούγ και Ερντογάν είχαν μάλιστα και τρίτη συνάντηση μετά το πέρας της συνεδρίασης του Συμβουλίου. Σε αυτήν την τελευταία κατʼ ιδίαν συνάντηση, που έλαβε μέρος στο Προεδρικό Μέγαρο, συμμετείχε τελικά και ο ισλαμιστής Πρόεδρος Γκιουλ, ο οποίος, σύμφωνα με μερίδα του τουρκικού Τύπου, με την ευχέρεια που του παρέχει ο θεσμικός του ρόλος επιχείρησε να αναλάβει τη «διαμεσολάβηση» μεταξύ στρατού και κυβέρνησης. Ζήτησε, λοιπόν, από τα ενδιαφερόμενα μέρη να συγκροτήσουν ερευνητικές επιτροπές στις οποίες θα συμμετάσχουν εκπρόσωποι των υπουργείων Δικαιοσύνης, Αμύνης, του Γενικού Επιτελείου κ.λπ., με στόχο τη γεφύρωση του χάσματος και την έγκαιρη διευθέτηση του ζητήματος.
Το ζήτημα έχει σοβαρές πολιτικές διαστάσεις. Η διάσταση εσωτερικής πολιτικής είναι εκείνη που προέχει για το στράτευμα, καθώς ο νέος νόμος, εάν τελικά υπογραφεί από τον Πρόεδρο, είναι ανατρεπτικός: Θα επιτρέψει τη δίωξη των στρατηγών που ηγήθηκαν πραξικοπημάτων και επεμβάσεων. Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση είναι του Κενάν Εβρέν, του αρχιπραξικοπηματία του 1980, ο οποίος είναι ακόμη εν ζωή και συνεπώς κινδυνεύει να λογοδοτήσει για τα εγκλήματα που διεπράχθησαν επί του καθεστώτος του. Ο Εβρέν αποτελεί το σύμβολο του στρατιωτικού κατεστημένου, που οδήγησε τη Δημοκρατία σε οδυνηρές περιπέτειες, αλλά και τον στόχο των αντιφρονούντων – μιας ισχνής ως ανύπαρκτης πλέον μειοψηφίας πολιτών με δημοκρατικές και «αριστερές» πεποιθήσεις.
Η άλλη διάσταση έχει να κάνει με την «ευρωπαϊκή πορεία» της Τουρκίας. Ο περιορισμός της δικαιοδοσίας των τουρκικών στρατοδικείων είναι επιβεβλημένος και έχει ήδη καθυστερήσει αρκετά. Ωστόσο, αναρωτιέται κανείς για το βάθος και την αποτελεσματικότητα των μεταρρυθμίσεων αυτών, αφού ο εναρμονισμός με την ευρωπαϊκή νομοθεσία στη γείτονα χώρα λειτουργεί περισσότερο ως πρόφαση για τη δίωξη του αντίπαλου δέους παρά ως κίνητρο εκδημοκρατισμού.
Η αντιπαράθεση, όπως όλα δείχνουν, θα κρατήσει αρκετά. Κι αυτό γιατί η σύγκρουση με τους σκληρούς Κεμαλιστές ευνοεί τους ισλαμιστές του ΑΚΡ. Από τη μια αποπροσανατολίζεται η κοινή γνώμη και αποσιωπάται η δυσαρέσκεια για τη σφοδρή οικονομική κρίση που έπληξε τη χώρα και, από την άλλη, οι ισλαμιστές βρίσκουν την ευκαιρία να προωθήσουν τα συμφέροντα της παράταξής τους.
Κ. Βοσπορίτης, ο νεώτερος
Σιγουρα θα ειναι απο τις ωραιοτερες μερες τις ζωης μου οταν θα αρχεισουν οι αβαπτιστοι να σφαζονται μεταξειτους
ΑπάντησηΔιαγραφή