Τι να ψηφίσεις; Πρώτον, να φύγουν. Δεύτερον, να μην ξανάρθουν
Όλο και περισσότεροι άνθρωποι γύρω μου, είτε από το οικογενειακό, είτε από το φιλικό είτε από το ευρύτερο, είτε άγνωστοι, μου θέτουν το ίδιο ερώτημα: Τι θα ψηφίσουμε; Η απάντηση δεν είναι απλή, γιατί δεν είναι μία. Επειδή όλοι αυτοί υπήρξαν ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ, του ΠΑΣΟΚ, του Ποταμιού, του λευκού, ακροαριστερών κομμάτων και εραστές της ιδεολογικής αποχής. Επομένως, οι απαντήσεις είναι τουλάχιστον τρείς.
Ακόμα και την εποχή που ήμουν υποψήφιος βουλευτής με τον ΣΥΡΙΖΑ, όταν με ρωτούσαν πολίτες που δεν ήταν αριστεροί τι να ψηφίσουν απαντούσα «αυτό που πιστεύετε». Σήμερα δεν θα έδινα μια τέτοια απάντηση.
Οι εκλογές είναι σαν ένα πεδίο μάχης. Για να αποφασίσεις πώς θα πολεμήσεις αποτελεσματικά πρέπει να ξέρεις ποιο είναι το πεδίο. Και ποιοι είναι οι εχθροί. Αν δεν νικήσεις, πρέπει τουλάχιστον να χάσεις τα λιγότερα δυνατά. Αυτοί είναι οι βασικοί κανόνες.
Στις εκλογές της Κυριακής το διακύβευμα δεν είναι ένα. Είναι πολλά. Αλλά, οι πολίτες πρέπει να ξέρουν το τοπίο της μάχης. Η πολιτική συζήτηση έχει περιοριστεί στο αν θα κάνει αυτοδύναμη κυβέρνηση η ΝΔ ή όχι. Και μ αυτό το διακύβευμα αγωνίζεται η ΝΔ. Υποβαθμίζοντας στους πολίτες το άλλο εξ ίσου σοβαρό, πάνω στο οποίο έχει στηρίξει τις δυνάμεις του ο ΣΥΡΙΖΑ. Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μάχεται μόνο για να αποτρέψει την αυτοδυναμία της ΝΔ. Μάχεται για να αποτρέψει την αλλαγή του εκλογικού νόμου της απλής αναλογικής από την επόμενη Βουλή! Γιατί αυτός ο νόμος θα τον φέρει πάλι στα πράγματα.
Απαριθμώ, έτσι, κατά σειρά σοβαρότητας, αυτά που είναι τα πιο κρίσιμα κατά τη γνώμη μου σ αυτές τις εκλογές για όσους πολίτες πιστεύουν στην κοινοβουλευτική δημοκρατία.
Για να ξέρουν τι διακυβεύεται και να αποφασίσουν τι στάση θα κρατήσουν.
Ανάλογα με το ποιος είναι καθένας και τι θέλει. Τα πιο κρίσιμα
ζητούμενα, λοιπόν, για τους πιστούς του κοινοβουλευτισμού είναι:
Ο δεύτερος λόγος είναι ότι έχουν εξευτελίσει την ιδέα της αριστεράς, προερχόμενοι από το κατακάθι του πρωτογονισμού και από τον πάτο της αγράμματης, μανιχαϊστικής, σκέψης. Είναι προσβολή ακόμα και για κάθε μορφή αριστερισμού. Επομένως, κάθε αριστερός πολίτης έχει χρέος να στείλει αυτό το συνονθύλευμα στο περιθώριο του πολιτικού σκηνικού.
2. Να μην επικρατήσει ακυβερνησία. Γιατί, ο εκλογικός νόμος που έχει ψηφίσει η Βουλή προβλέπει ότι οι επόμενες εκλογές, όποτε και αν γίνουν, θα γίνουν με την απλή αναλογική των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Για να μετρήσει μόνος του ο αναγνώστης, τα κόμματα με την απλή αναλογική εκλέγουν τόσους βουλευτές όσο είναι το ποσοστό τους επί 300 δια 100 (πχ: 35 χ 300 : 100 = 105 έδρες, άλλο: 8 χ 300 : 100 = 24 έδρες, άλλο: 25 χ 300 : 100 = 75 έδρες). Ελάχιστα λιγότερους ή περισσότερους αν ισχύει ο αποκλεισμός κομμάτων κάτω από 3%.
Αυτό σημαίνει ότι για να αποκτήσει αυτοδυναμία ένα κόμμα χρειάζεται να πάρει από 48,5% (με το 3%) μέχρι 51% (χωρίς το 3%) των ψήφων και πάνω. Σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση αρχίζει ένα ατελείωτο παζάρι για να αποκτήσει μια ομάδα κομμάτων την κυβέρνηση με 151 ψήφους στη Βουλή. Και με τα ελληνικά μέτρα: Ακυβερνησία. Ή επαναλαμβανόμενες διαρκώς εκλογές μέχρι να πάρει ένα κόμμα 50%. Κοινώς, καταστροφή.
Αυτό σημαίνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι ρυθμιστής του πολιτικού σκηνικού. Θα παζαρεύει, θα εκβιάζει και δεν θα επιτρέπει να σχηματιστεί κυβέρνηση χωρίς την παρουσία του. Αυτή την έννοια έχει και ο εκλογικός του νόμος. Για να επιστρέψει σύντομα στην εξουσία. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν ένα δημοκρατικό κοινοβουλευτικό κόμμα, ενδεχομένως να μην υπήρχε πρόβλημα. Αλλά, η 5χρονη θητεία του απέδειξε ότι δεν είναι.
Ο εκλογικός αυτός νόμος μπορεί να αλλάξει μόνο αν η επόμενη Βουλή ψηφίσει με 200 ψήφους την αλλαγή του. Επομένως, οι δημοκρατικοί και εχέφρονες πολίτες πρέπει να ψηφίσουν έτσι ώστε να υπάρχει στη Βουλή μια πλειοψηφία 200 βουλευτών, που ανήκουν στα κόμματα που δεν θέλουν αυτόν τον νόμο. Κι αυτά τα κόμματα είναι αυτή τη στιγμή ως δεδηλωμένα μόνο δύο: Η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ- ΚΙΝΑΛ. Χωρίς να παραγνωρίζω την τωρινή δήλωση του Δ. Κουτσούμπα ότι «αποκλείει να γίνουν νέες εκλογές». Το ΚΚΕ, παρ όλο που υποστηρίζει την απλή αναλογική δεν στήριξε ποτέ την ακυβερνησία από το 1974 και μετά. Το είδαμε και με τον Φλωράκη και με την Παπαρήγα.
3. Να υπάρχει κυβέρνηση που να μπορεί να κυβερνάει. Γιατί, η ύπαρξη κυβέρνησης από μόνη της δεν λύνει το θέμα της δυνατότητας διακυβέρνησης. Και ο Κ Μητσοτάκης το 1990 είχε πλειοψηφία στη Βουλή και στο λαό, αλλά δεν έστερξε, με έναν διαρκή, καθημερινό εσωκομματικό πόλεμο από Κανελλόπουλο, Ανδριανόπουλο, Έβερτ. Από εκεί άρχισε το ροκάνισμα. Ούτε ο Γ Παπανδρέου άντεξε με πλειοψηφία στη Βουλή και στο λαό το 2009-11. Αντιθέτως ο Α Τσίπρας άντεξε ως κυβέρνηση μειοψηφίας στη Βουλή και στο λαό επί 4,5 χρόνια!Η κυβέρνηση, όποια κυβέρνηση, χρειάζεται σοβαρότητα, συνοχή και, κυρίως, να μπορεί να συνεργάζεται με την αντιπολίτευση. Αυτό το τελευταίο είναι μείζον. Κι αυτό καθορίζεται και από το ποιόν της κυβερνητικής πλειοψηφίας, αλλά και από το ποιόν της κοινοβουλευτικής μειοψηφίας. Η Ελλάδα δεν έχει περιθώρια άλλων διχασμών. Η ποιότητα των αντιπροσώπων που θα στείλει ο λαός στη Βουλή είναι πρωτεύον θέμα.
4. Να υπάρχει υπεύθυνη αντιπολίτευση. Οι ψηφοφόροι που δεν επιλέγουν τη ΝΔ έχουν χρέος, επιτέλους, να σκεφτούν ότι μια δημοκρατική χώρα δεν κυβερνιέται αποκλειστικά από τη κυβέρνηση. Η αντιπολίτευση συγκυβερνά. Και στα θέματα άμυνας και εξωτερικής πολιτικής και στα καθημερινά κοινωνικά θέματα. Μια σοβαρή αντιπολίτευση λύνει θέματα του λαού και της χώρας. Μια ανεύθυνη και αλήτικη αντιπολίτευση δημιουργεί περισσότερα προβλήματα στο λαό και στη χώρα.
Κομμάτια του λαού έχουν στείλει στο κοινοβούλιο μέχρι σήμερα ανθρώπους που με τα μέτρα της κοινής σοβαρότητας είναι νούμερα. Κωμικοί τύποι, που το έδρανο της Βουλής κάνει κωμική και την ίδια τη Βουλή. Το τραγικό είναι ότι αυτοί που στην καθημερινή ζωή στερούνται στοιχειώδους σοβαρότητας, αναλαμβάνουν πολιτικούς ρόλους από σοβαρούς μέχρι πρωταγωνιστικούς, που ευτελίζουν το λαό και τη χώρα. Μ αυτούς δεν μπορεί καμιά κυβέρνηση να κυβερνήσει σοβαρά. Και καμιά αντιπολίτευση να ευεργετήσει το λαό.
Η ψήφος της Κυριακής δεν θα κρίνει την επόμενη τετραετία. Θα κρίνει το μέλλον για αρκετά χρόνια. Ο καθένας βρίσκεται μπροστά στο πεδίο της δικής του μάχης. Από την οποία εξαρτάται η μάχη όλων. Γιατί το πεδίο είναι τελικώς κοινό. Με το όπλο της ψήφου. Οι πολιτικοί θα κληθούν να αποδείξουν ότι είναι άξιοι αυτής της ψήφου. Το πιο σημαντικό είναι ότι και οι πολίτες θα κληθούν να αποδείξουν ότι είναι άξιοι της ψήφου τους. Γιατί αυτοί θα πληρώσουν το μάρμαρο.
Ή επαναλαμβανόμενες διαρκώς εκλογές μέχρι να πάρει ένα κόμμα 50%. Κοινώς, καταστροφή.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕδω αστοχησε ο κ Τετράδης....
Σιγουρα οι κυβερνησεις συνεργασίας ειναι καλυτερες απο τις μονοκομματικες....
Μην ξεχναμε οτι μπορει τα τελευταία 10 χρονια των μνημονιων να μας κατεστρεψαν κυβερνησεις συνεργασίας, όμως τα προηγουμενα 40 χρονια εστρωσαν αυτον τον τον δρομο μονοκομματικες κυβερνησεις...
Προσωπικη μου άποψη ειναι να δοκιμασουμε την απλη αναλογικη και να δουμε αν κυβερνησεις με πανω από 2 κομματα μπορουν να μας εξασφαλισουν τουλαχιστον μια δοση καλυτερης δημοκρατιας....
Αυτα τα μπονους 50 εδρων μου καθονται στον λαιμο....