Ποιός φταίει για την ελληνική τραγωδία
Η Ελλάδα ακολουθεί το δρόμο που διάβηκαν κι άλλες αναδυόμενες οικονομίες τα τελευταία 30 χρόνια, όταν βρέθηκαν γονατισμένες από μια μεγάλη κρίση. Υπάρχουν πράγματι εντυπωσιακές ομοιότητες ανάμεσα στο άλλοτε περήφανο κράτος μέλος της Ευρωζώνης και την Αργεντινή λίγο πριν το χρεοστάσιο του 2001. Με μια τόσο τραυματική καθίζηση – οικονομική, χρηματοπιστωτική, πολιτική και κοινωνική – σαν κι αυτή που λαμβάνει χώρα σήμερα, πολύ σύντομα θα ανοίξει η καυτή συζήτηση για το ποιος φταίει για τη μεγάλη δυστυχία στην οποία βρέθηκαν εκατομμύρια Έλληνες.
Υπάρχουν τέσσερις βασικοί ύποπτοι – που όλοι τους συμμετείχαν στην εντυπωσιακή ανάπτυξη της προηγούμενης 10ετίας η οποία δυστυχώς αποδείχτηκε ότι προετοίμασε μια ακόμα μεγαλύτερη πτώση όταν ήρθε η κρίση.
Όλοι θα σπεύσουν να κατηγορήσουν τις διαδοχικές ελληνικές κυβερνήσεις, με επικεφαλής τα δύο κυρίαρχα πολιτικά κόμματα της ελληνικής πολιτικής, την κεντροδεξιά ΝΔ και το κεντροαριστερό ΠΑΣΟΚ, που άλλωστε κυβέρνησαν την Ελλάδα τα τελευταία 35 χρόνια. Τα κόμματα αυτά συσσώρευσαν τεράστια χρέη και δεν έκαναν τίποτα για να αντιμετωπίσουν τη δραματική απώλεια ανταγωνιστικότητας και ως εκ τούτου αναπτυξιακής δυναμικής της ελληνικής οικονομίας. Ορισμένα στελέχη τους υπήρξαν μάλιστα πολύ φειδωλά με την αλήθεια, αρνούμενα να αποκαλύψουν την πραγματική έκταση των δημοσιονομικών τους ολισθημάτων και του βαθμού υπερχρέωσης της χώρας.
Η Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ άρχισαν να δανείζονται τρελά αφότου η χώρα προσχώρησε, το 2001, στην Ευρωζώνη και όταν ήρθε η κρίση και η Ελλάδα χρειαζόταν επειγόντως πολιτική μεταρρυθμίσεων και προσαρμογών προκειμένου να ελεγχθεί η κατάσταση, απογοήτευσαν τους πολίτες τους. Ξεκίνησαν αρνούμενα την πραγματικότητα και στη συνέχεια πέρασαν σε δεσμεύσεις τις οποίες ποτέ δεν υλοποίησαν. Εξ ου και ακολούθησε η διάβρωση της διεθνούς θέσης της Ελλάδας η οποία επιδείνωσε τα προβλήματα που είχαν ήδη αρχίσει να βαραίνουν τους πολίτες της.
Για μισό λεπτό όμως εδώ. Για κάθε δανειολήπτη υπάρχει κι ένας πιστωτής. Κι αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάμε ποτέ.
Οι ιδιώτες πιστωτές της Ελλάδας έσπευσαν να δανείσουν απίστευτα λεφτά στη χώρα μόνο και μόνο για να αρνηθούν τις ευθύνες τους να αναλάβουν μέρος του βάρους όταν η τεχνητή ανάπτυξη δεν ήταν πια βιώσιμη. Κατά τη δεκαετία του ευρώ ο δανεισμός της Ελλάδας υπήρξε τόσο μεγάλος που σε κάποια στιγμή η διαφορά αποδόσεων ανάμεσα στα ελληνικά και τα γερμανικά ομόλογα είχε περιοριστεί σε ... 6 μονάδες βάσης – ναι μόλις 6, δηλαδή σε γελοιωδώς χαμηλά επίπεδα για δύο χώρες που διαφέρουν τόσο πολύ σε όρους οικονομικής διαχείρισης και χρηματοπιστωτικών συνθηκών.
Οι υπερπρόθυμοι πιστωτές έσπευσαν να προσυπογράψουν αυτά τα παράλογα πρίμιουμ κινδύνου. Και όταν έγινε πια συντριπτικά σαφές ότι το χρέος της Ελλάδας είχε φτάσει σε επίπεδα αφερεγγυότητας, οι πιστωτές καθυστέρησαν την ώρα της αλήθειας. Όσο μπορούσαν χρονοτριβούσαν και έφερναν κάθε είδους δυσκολίες όταν άρχισε επιτέλους η συζήτηση για την κρίσιμη συμφωνία που θα μοίραζε τα βάρη – δηλαδή την αποδοχή κουρέματος στις απαιτήσεις του ιδιωτικού τομέα από την Ελλάδα. Και όσο πιο πολύ αργούσαν, τόσο πιο πολλά χρήματα εγκατέλειπαν την Ελλάδα δίχως καμία πρόθεση να επιστρέψουν.
Αλλά ούτε οι ελληνικές κυβερνήσεις ούτε οι πιστωτές έκαναν ό,τι έκαναν εν κενώ. Και όλοι τους βολεύτηκαν με την πολιτική κάλυψη που τους παρείχε η προσπάθεια ευρωπαϊκής ενοποίησης – μια ιστορική πρωτοβουλία που είχε σαν στόχο να διασφαλίσει την ευημερία της Ευρώπης μέσα από τη στενότερη οικονομική και ευρωπαϊκή ολοκλήρωση στη βάση αξιόπιστων κανόνων και αποτελεσματικών θεσμών.
Αλλά και στους δύο αυτούς τομείς – κανόνες και θεσμούς – η Ευρωζώνη ήταν πολύ πίσω απ’ ότι απαιτούνταν. Είναι γνωστό τοις πάσι πως οι μεγάλες οικονομίες του πυρήνα, η Γαλλία και η Γερμανία, ήταν τα πρώτα μέλη που παραβίασαν τους δημοσιονομικούς κανόνες του ευρώ. Και πως οι ευρωπαϊκοί θεσμοί αποδέχτηκαν ανίσχυροι όταν ήρθε η ώρα να επιβάλλουν στα κράτη τη συμμόρφωση. Κι όλα αυτά κρατούσαν ζωντανό το φανταστικό κόσμο στον οποίο η Ελλάδα και οι πιστωτές της συνυπήρχαν ευτυχισμένα για πολύ περισσότερο καιρό από ό,τι θα έπρεπε.
Η Ευρώπη δεν κατάφερε επίσης να αντιδράσει σωστά όταν έγινε προφανές ότι η Ελλάδα άρχιζε να παραπαίει. Οι ευρωπαϊκές ηγεσίες δεν κατάφεραν να συγκλίνουν σε μια κοινή εκτίμηση για τα προβλήματα της χώρας και πολύ περισσότερο δεν κατάφεραν να συνεργαστούν για τη σωστή αντιμετώπισή τους. Κι όταν κάποια στιγμή απρόθυμα και με τα χίλια ζόρια αποφάσισαν να ανοίξουν τα ταμεία τους για να στηρίξουν την Ελλάδα, τα βασικά τους κίνητρα ήταν άκρως κοντόφθαλμα, η προσέγγισή τους έπασχε από προβλήματα στρατηγικής και ο συντονισμός υπήρξε επιεικώς χαοτικός.
Τέλος υπάρχει και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ένας θεσμός επιφορτισμένος με την προστασία της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και ενεπιστευμένος σύμβουλος των κυβερνήσεων. Φαίνεται όμως ότι και το ΔΝΤ υπέκυψε πολύ εύκολα στις πολιτικές πιέσεις τόσο κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης όσο και κατά τη διάρκεια της πτώσης. Οι πολιτικές σκοπιμότητες φαίνεται ότι κυριάρχησαν επί της αναλυτικής επάρκειας, υπονομεύοντας τόσο τον άμεσο ευεργετικό ρόλο του Ταμείου όσο και τη λειτουργία του ως πολιτικού και χρηματοπιστωτικού καταλύτη.
Επιφανειακά, ο καθένας από τους τέσσερις αυτούς ύποπτους θα μπορούσε να βρει κάποια επιχειρήματα για να πει ότι η κύρια ευθύνη ανήκει σε κάποιον άλλο. Στην καλύτερη περίπτωση, θα μπορούσαν ορισμένοι να αναγνωρίσουν ότι υπήρξαν συνένοχοι αλλά συνήργησαν εν αγνοία τους. Αυτό όμως δεν είναι αλήθεια.
Κανένας από τους τέσσερις φταίχτες, ελληνικές κυβερνήσεις, πιστωτές, ευρωπαϊκές ηγεσίες και ΔΝΤ, δεν μπορούν να αποφύγουν την πραγματικότητα ότι η κατάρρευση της Ελλάδας δεν ήταν νομοτέλεια και ότι η χώρα δεν θα είχε καταρρεύσει αν οι ίδιοι δεν είχαν επιδείξει τέτοια αυταρέσκεια στα χρόνια της ανάπτυξης κι αν είχαν κάνει το καθήκον τους με μεγαλύτερη επάρκεια στα χρόνια της πτώσης. Κολάκευαν ο ένας τον άλλον για μια αίσθηση ψευδούς ευημερίας, μόνο και μόνο για να αρχίσουν να αλληλοκατηγορούνται στην αναπόφευκτη πτώση. Θα έλπιζε κανείς πως και οι τέσσερις υπεύθυνοι της ελληνικής τραγωδίας θα δώσουν λόγο γι’ αυτήν την καταστροφή, καθένας στους δικούς του θεματοφύλακες: οι ελληνικές κυβερνήσεις στον λαό τους, οι τράπεζες στους μετόχους τους, οι Ευρωπαίοι ηγέτες στους πολίτες τους και το ΔΝΤ στα κράτη μέλη του. Όμως το πιθανότερο είναι πως δεν θα γίνει κάτι τέτοιο και πως οι τέσσερις ένοχοι θα τη βγάλουν καθαρή, ιδίως σε σύγκριση με τα πραγματικά θύματα αυτής της ιστορικής τραγωδίας – τα πιο ευάλωτα κομμάτια του ελληνικού πληθυσμού που ήδη βλέπουν τη ζωή τους να επιδεινώνεται και αυτό θα κρατήσει πολλά χρόνια καθώς χάνονται και θα χάνονται θέσεις εργασίας εξατμίζονται και θα εξατμίζονται αποταμιεύσεις και καταστρέφονται οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Και πιθανότατα οι πιο φτωχοί Έλληνες να μην είναι μόνοι τους σε αυτό. Εκατομμύρια άλλοι άνθρωποι μπορεί να πέσουν θύματα των παράπλευρων ζημιών καθώς οι κίνδυνοι της χρηματοπιστωτικής μόλυνσης θα απλώνονται και σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη και στην παγκόσμια οικονομία σαν σύνολο.
Σε ένα πιο δίκαιο κόσμο οι ευάλωτοι πολίτες θα μπορούσαν να διεκδικήσουν τους μισθούς, τα επίσημα προνόμια και τα δυσθεώρητα μπόνους που αυτά τα τέσσερα τμήματα που ευθύνονται για την ελληνική τραγωδία απόλαυσαν για πολλά - πολλά χρόνια. Στον άδικο πραγματικό κόσμο όμως όλα αυτά δεν ένα παρά σκληρό μάθημα για το μέλλον.
Υπάρχουν τέσσερις βασικοί ύποπτοι – που όλοι τους συμμετείχαν στην εντυπωσιακή ανάπτυξη της προηγούμενης 10ετίας η οποία δυστυχώς αποδείχτηκε ότι προετοίμασε μια ακόμα μεγαλύτερη πτώση όταν ήρθε η κρίση.
Όλοι θα σπεύσουν να κατηγορήσουν τις διαδοχικές ελληνικές κυβερνήσεις, με επικεφαλής τα δύο κυρίαρχα πολιτικά κόμματα της ελληνικής πολιτικής, την κεντροδεξιά ΝΔ και το κεντροαριστερό ΠΑΣΟΚ, που άλλωστε κυβέρνησαν την Ελλάδα τα τελευταία 35 χρόνια. Τα κόμματα αυτά συσσώρευσαν τεράστια χρέη και δεν έκαναν τίποτα για να αντιμετωπίσουν τη δραματική απώλεια ανταγωνιστικότητας και ως εκ τούτου αναπτυξιακής δυναμικής της ελληνικής οικονομίας. Ορισμένα στελέχη τους υπήρξαν μάλιστα πολύ φειδωλά με την αλήθεια, αρνούμενα να αποκαλύψουν την πραγματική έκταση των δημοσιονομικών τους ολισθημάτων και του βαθμού υπερχρέωσης της χώρας.
Η Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ άρχισαν να δανείζονται τρελά αφότου η χώρα προσχώρησε, το 2001, στην Ευρωζώνη και όταν ήρθε η κρίση και η Ελλάδα χρειαζόταν επειγόντως πολιτική μεταρρυθμίσεων και προσαρμογών προκειμένου να ελεγχθεί η κατάσταση, απογοήτευσαν τους πολίτες τους. Ξεκίνησαν αρνούμενα την πραγματικότητα και στη συνέχεια πέρασαν σε δεσμεύσεις τις οποίες ποτέ δεν υλοποίησαν. Εξ ου και ακολούθησε η διάβρωση της διεθνούς θέσης της Ελλάδας η οποία επιδείνωσε τα προβλήματα που είχαν ήδη αρχίσει να βαραίνουν τους πολίτες της.
Για μισό λεπτό όμως εδώ. Για κάθε δανειολήπτη υπάρχει κι ένας πιστωτής. Κι αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάμε ποτέ.
Οι ιδιώτες πιστωτές της Ελλάδας έσπευσαν να δανείσουν απίστευτα λεφτά στη χώρα μόνο και μόνο για να αρνηθούν τις ευθύνες τους να αναλάβουν μέρος του βάρους όταν η τεχνητή ανάπτυξη δεν ήταν πια βιώσιμη. Κατά τη δεκαετία του ευρώ ο δανεισμός της Ελλάδας υπήρξε τόσο μεγάλος που σε κάποια στιγμή η διαφορά αποδόσεων ανάμεσα στα ελληνικά και τα γερμανικά ομόλογα είχε περιοριστεί σε ... 6 μονάδες βάσης – ναι μόλις 6, δηλαδή σε γελοιωδώς χαμηλά επίπεδα για δύο χώρες που διαφέρουν τόσο πολύ σε όρους οικονομικής διαχείρισης και χρηματοπιστωτικών συνθηκών.
Οι υπερπρόθυμοι πιστωτές έσπευσαν να προσυπογράψουν αυτά τα παράλογα πρίμιουμ κινδύνου. Και όταν έγινε πια συντριπτικά σαφές ότι το χρέος της Ελλάδας είχε φτάσει σε επίπεδα αφερεγγυότητας, οι πιστωτές καθυστέρησαν την ώρα της αλήθειας. Όσο μπορούσαν χρονοτριβούσαν και έφερναν κάθε είδους δυσκολίες όταν άρχισε επιτέλους η συζήτηση για την κρίσιμη συμφωνία που θα μοίραζε τα βάρη – δηλαδή την αποδοχή κουρέματος στις απαιτήσεις του ιδιωτικού τομέα από την Ελλάδα. Και όσο πιο πολύ αργούσαν, τόσο πιο πολλά χρήματα εγκατέλειπαν την Ελλάδα δίχως καμία πρόθεση να επιστρέψουν.
Αλλά ούτε οι ελληνικές κυβερνήσεις ούτε οι πιστωτές έκαναν ό,τι έκαναν εν κενώ. Και όλοι τους βολεύτηκαν με την πολιτική κάλυψη που τους παρείχε η προσπάθεια ευρωπαϊκής ενοποίησης – μια ιστορική πρωτοβουλία που είχε σαν στόχο να διασφαλίσει την ευημερία της Ευρώπης μέσα από τη στενότερη οικονομική και ευρωπαϊκή ολοκλήρωση στη βάση αξιόπιστων κανόνων και αποτελεσματικών θεσμών.
Αλλά και στους δύο αυτούς τομείς – κανόνες και θεσμούς – η Ευρωζώνη ήταν πολύ πίσω απ’ ότι απαιτούνταν. Είναι γνωστό τοις πάσι πως οι μεγάλες οικονομίες του πυρήνα, η Γαλλία και η Γερμανία, ήταν τα πρώτα μέλη που παραβίασαν τους δημοσιονομικούς κανόνες του ευρώ. Και πως οι ευρωπαϊκοί θεσμοί αποδέχτηκαν ανίσχυροι όταν ήρθε η ώρα να επιβάλλουν στα κράτη τη συμμόρφωση. Κι όλα αυτά κρατούσαν ζωντανό το φανταστικό κόσμο στον οποίο η Ελλάδα και οι πιστωτές της συνυπήρχαν ευτυχισμένα για πολύ περισσότερο καιρό από ό,τι θα έπρεπε.
Η Ευρώπη δεν κατάφερε επίσης να αντιδράσει σωστά όταν έγινε προφανές ότι η Ελλάδα άρχιζε να παραπαίει. Οι ευρωπαϊκές ηγεσίες δεν κατάφεραν να συγκλίνουν σε μια κοινή εκτίμηση για τα προβλήματα της χώρας και πολύ περισσότερο δεν κατάφεραν να συνεργαστούν για τη σωστή αντιμετώπισή τους. Κι όταν κάποια στιγμή απρόθυμα και με τα χίλια ζόρια αποφάσισαν να ανοίξουν τα ταμεία τους για να στηρίξουν την Ελλάδα, τα βασικά τους κίνητρα ήταν άκρως κοντόφθαλμα, η προσέγγισή τους έπασχε από προβλήματα στρατηγικής και ο συντονισμός υπήρξε επιεικώς χαοτικός.
Τέλος υπάρχει και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ένας θεσμός επιφορτισμένος με την προστασία της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και ενεπιστευμένος σύμβουλος των κυβερνήσεων. Φαίνεται όμως ότι και το ΔΝΤ υπέκυψε πολύ εύκολα στις πολιτικές πιέσεις τόσο κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης όσο και κατά τη διάρκεια της πτώσης. Οι πολιτικές σκοπιμότητες φαίνεται ότι κυριάρχησαν επί της αναλυτικής επάρκειας, υπονομεύοντας τόσο τον άμεσο ευεργετικό ρόλο του Ταμείου όσο και τη λειτουργία του ως πολιτικού και χρηματοπιστωτικού καταλύτη.
Επιφανειακά, ο καθένας από τους τέσσερις αυτούς ύποπτους θα μπορούσε να βρει κάποια επιχειρήματα για να πει ότι η κύρια ευθύνη ανήκει σε κάποιον άλλο. Στην καλύτερη περίπτωση, θα μπορούσαν ορισμένοι να αναγνωρίσουν ότι υπήρξαν συνένοχοι αλλά συνήργησαν εν αγνοία τους. Αυτό όμως δεν είναι αλήθεια.
Κανένας από τους τέσσερις φταίχτες, ελληνικές κυβερνήσεις, πιστωτές, ευρωπαϊκές ηγεσίες και ΔΝΤ, δεν μπορούν να αποφύγουν την πραγματικότητα ότι η κατάρρευση της Ελλάδας δεν ήταν νομοτέλεια και ότι η χώρα δεν θα είχε καταρρεύσει αν οι ίδιοι δεν είχαν επιδείξει τέτοια αυταρέσκεια στα χρόνια της ανάπτυξης κι αν είχαν κάνει το καθήκον τους με μεγαλύτερη επάρκεια στα χρόνια της πτώσης. Κολάκευαν ο ένας τον άλλον για μια αίσθηση ψευδούς ευημερίας, μόνο και μόνο για να αρχίσουν να αλληλοκατηγορούνται στην αναπόφευκτη πτώση. Θα έλπιζε κανείς πως και οι τέσσερις υπεύθυνοι της ελληνικής τραγωδίας θα δώσουν λόγο γι’ αυτήν την καταστροφή, καθένας στους δικούς του θεματοφύλακες: οι ελληνικές κυβερνήσεις στον λαό τους, οι τράπεζες στους μετόχους τους, οι Ευρωπαίοι ηγέτες στους πολίτες τους και το ΔΝΤ στα κράτη μέλη του. Όμως το πιθανότερο είναι πως δεν θα γίνει κάτι τέτοιο και πως οι τέσσερις ένοχοι θα τη βγάλουν καθαρή, ιδίως σε σύγκριση με τα πραγματικά θύματα αυτής της ιστορικής τραγωδίας – τα πιο ευάλωτα κομμάτια του ελληνικού πληθυσμού που ήδη βλέπουν τη ζωή τους να επιδεινώνεται και αυτό θα κρατήσει πολλά χρόνια καθώς χάνονται και θα χάνονται θέσεις εργασίας εξατμίζονται και θα εξατμίζονται αποταμιεύσεις και καταστρέφονται οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Και πιθανότατα οι πιο φτωχοί Έλληνες να μην είναι μόνοι τους σε αυτό. Εκατομμύρια άλλοι άνθρωποι μπορεί να πέσουν θύματα των παράπλευρων ζημιών καθώς οι κίνδυνοι της χρηματοπιστωτικής μόλυνσης θα απλώνονται και σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη και στην παγκόσμια οικονομία σαν σύνολο.
Σε ένα πιο δίκαιο κόσμο οι ευάλωτοι πολίτες θα μπορούσαν να διεκδικήσουν τους μισθούς, τα επίσημα προνόμια και τα δυσθεώρητα μπόνους που αυτά τα τέσσερα τμήματα που ευθύνονται για την ελληνική τραγωδία απόλαυσαν για πολλά - πολλά χρόνια. Στον άδικο πραγματικό κόσμο όμως όλα αυτά δεν ένα παρά σκληρό μάθημα για το μέλλον.
Γράψτε τα δικά σας σχόλια
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Θα σας παρακαλούσα να είστε κόσμιοι στους χαρακτηρισμούς σας, επειδή είναι δυνατόν επισκέπτες του ιστολογίου να είναι και ανήλικοι.
Τα σχόλια στα blogs υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
Τα σχόλια θα εγκρίνονται μόνο όταν είναι σχετικά με το θέμα, δεν αναφέρουν προσωπικούς, προσβλητικούς χαρακτηρισμούς, καθώς επίσης και τα σχόλια που δεν περιέχουν συνδέσμους.
Επίσης, όταν μας αποστέλλονται κείμενα (μέσω σχολίων ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου), παρακαλείσθε να αναγράφετε τυχούσα πηγή τους σε περίπτωση που δεν είναι δικά σας. Ευχαριστούμε για την κατανόησή σας...