Γκρι είναι το χρώμα της Ευρωζώνης…
Ποτέ η άνοδος των αγορών μετά από μια ευρωπαϊκή συνάντηση κορυφής δεν κράτησε τόσο λίγο όσο αυτή τη φορά. Αγνοώντας τους πολιτικούς θεατρινισμούς του βρετανικού βέτο, τα χρηματιστήρια ενισχύθηκαν πρόσκαιρα την περασμένη Παρασκευή, καθώς 26 κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης συμφωνούσαν επί της αρχής σε μια συνθήκη που θέτει αυστηρότερους περιορισμούς στην εθνική δημοσιονομική κυριαρχία. Από τη Δευτέρα όμως, οι τιμές των μετοχών και των ομολόγων άρχισαν να πέφτουν ενώ η πολιτική ενότητα στην Ευρώπη να θρυμματίζεται.
Πολύ γρήγορα έγινε σαφές πως οι λεπτομέρειες της υποτιθέμενης νέας συμφωνίας είχαν απομείνει θολές ενώ εμφανίζονταν και τα πρώτα νομικά προβλήματα. Αμέσως μετά διαφάνηκε πως ό,τι συμφώνησαν οι ηγέτες ίσως και να μην περάσει στα κράτη μέλη χωρίς αντιστάσεις. Παραδείγματος χάρη, δεν είναι σίγουρο ότι η Ιρλανδία θα αποδεχτεί τη συμφωνία χωρίς να την υποβάλλει σε δημοψήφισμα. Τα δε κράτη που δεν είναι μέλη του ευρώ αρχίζουν και εκφράζουν όλο και περισσότερες επιφυλάξεις. Στη Γερμανία εξάλλου η ομοσπονδιακή τράπεζα Bundesbank έσπευσε να εκφράσει τη δυσαρέσκειά της στην ιδέα της χρηματοδότησης του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου με κεφάλαια της ΕΚΤ προκειμένου αυτό να τα περάσει στην ευρωπαϊκή περιφέρεια – και τώρα η Φραγκφούρτη επιμένει στην έγκριση της συμφωνίας από το γερμανικό κοινοβούλιο.
Σύμφωνα με πολλές εκτιμήσεις, η νέα συνθήκη εντείνει περαιτέρω την αβεβαιότητα. Το βασικό της σχήμα παραμένει ασαφές αλλά η ουσιαστική της πρόβλεψη – να υποβάλλονται οι εθνικοί προϋπολογισμοί στις Βρυξέλλες με την ισχύ μιας διεθνούς σύμβασης – δεν πρόκειται να λύσει μια κρίση που κατ’ ουσίαν παραμένει μια κρίση αυτοεκπληρούμενων προφητειών για την έξοδο των επενδυτών από τις αγορές κρατικών ομολόγων και όχι κρίση αφερεγγυότητας χωρίς επιστροφή. Στο βαθμό που η συνθήκη προσθέτει οτιδήποτε παραπάνω στις κυρώσεις περί οικονομικής απειθαρχίας που ήδη περιλαμβάνονται στις ευρωπαϊκές συνθήκες, η πλεονάζουσα ακαμψία μόνο ζημιά θα προκαλέσει.
Η μόνη ελπίδα είναι ότι όλη αυτή η άσκηση των Βρυξελλών θα δώσει πολιτικό κάλυμμα στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ή στις πλεονασματικές χώρες ώστε να βάλουν περισσότερα λεφτά στο τραπέζι. Για το σκοπό αυτό η Ευρωζώνη καλείται τώρα να οριστικοποιήσει γρήγορα μια απλή συνθήκη για τα 17 κράτη μέλη του ευρώ, που θα είναι ανοιχτή και προς τα άλλα μέλη της ΕΕ, αλλά δεν θα είναι υποχρεωτικό γι’ αυτά να προσχωρήσουν. Αλλά αυτή θα είναι μόνο η αρχή και όχι το τέλος της σκληρής δουλειάς.
Ακόμη κι αν η συνθήκη οδηγήσει τα κράτη μεσοπρόθεσμα σε δημοσιονομική ισορροπία, αυτό που επείγει είναι ο περιορισμός εδώ και τώρα των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων της ευρωπαϊκής περιφέρειας και η στήριξη του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος. Και η καλύτερη στρατηγική για να λυθούν αυτά τα δυο προβλήματα θα ήταν η ένθερμη χρήση των εργαλείων που έχουν ήδη θεσπιστεί, δηλαδή του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.
Το σχέδιο που προσφέρεται αυτή τη στιγμή – ο μακροπρόθεσμος δανεισμός της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας προς τις τράπεζες της Ευρωζώνης με την ελπίδα ότι αυτές θα χρησιμοποιήσουν τη ρευστότητά τους για να αγοράσουν κρατικά ομόλογα – δεν πρόκειται να έχει αποτελέσματα.
Αυτή τη στιγμή οι ευρωπαϊκές τράπεζες είναι υποχρεωμένες να αυξήσουν την κεφαλαιακή τους βάση και δεν έχουν κανένα λόγο να φοβίσουν τους μετόχους τους φορτώνοντας τους ισολογισμούς τους με ιταλικό κρατικό χρέος.
Είναι άραγε πιθανό να δούμε στο εγγύς μέλλον κινήσεις προς την κατεύθυνση μιας… ‘χρηματοπιστωτικής καταστολής’, θα τη λέγαμε; Δηλαδή να δούμε την Ευρώπη να υποχρεώνει τις τράπεζες της να δανείσουν τα κράτη τους με κάποιο τρόπο, ας πούμε μέσα από πιέσεις των εποπτικών αρχών ή και μέσα από την άμεση κρατικοποίηση τους;
Δεν θα ήταν καλό να στηρίξουμε τα κράτη διαλύοντας τις ιδιωτικές τράπεζες. Ακόμη χειρότερο όμως είναι τα ευρωπαϊκά κράτη να τιμήσουν τις υπογραφές τους φτωχαίνοντας τους λαούς τους.
Οι κυβερνήσεις πουλήθηκαν στις τράπεζες και πούλησαν τους λαούς τους. Όλα σχεδιασμένα τα είχαν και τώρα παίζουν απλώς θέατρο. "Κι όποιος δεν καταλαβαίνει δεν ξέρει πού πατά και πού πηγαίνει", που έλεγε και ο Νιόνιος.
ΑπάντησηΔιαγραφή