Από Σύνοδο σε Σύνοδο τα ελληνοτουρκικά
Ο Σίσυφος θα πρέπει να αρχίσει πάλι να σκαρφαλώνει μέχρι την κορυφή της Συνόδου του Δεκεμβρίου. Πράγματι, ο Δεκέμβριος θα είναι σημαντικός μήνας για τις σχέσεις ΕΕ - Τουρκίας, με τη «θετική ατζέντα» (αναβάθμιση τελωνειακής ένωσης κλπ) να έρχεται εγγύτερα και τις «ποινές» (λίστα κυρώσεων) να παραμένουν στο τραπέζι αλλά σε απομακρυσμένη θέση, ενόψει των διερευνητικών επαφών, των ενδεχόμενων πολιτικών συνομιλιών κλπ. Από την άλλη πλευρά, η ΕΕ μπόρεσε να προχωρήσει σε άμεσες κυρώσεις για την Λευκορωσία.
Δυο μέτρα και δυο σταθμά, προφανώς. Γιατί βεβαίως η Λευκορωσία είναι αυταρχικό καθεστώς αλλά και η Τουρκία έχει προχωρήσει (πάλι) στο δρόμο του αυταρχισμού και της εσωτερικής καταπίεσης. Ενώ υπάρχει, επιπρόσθετα, μια λεπτομέρεια: η Τουρκία εκβιάζει ανοικτά με απειλή πολέμου δυο μέλη της ΕΕ. Η τελευταία αυτή διάσταση θα είχε ήδη θορυβήσει μια ώριμη Ένωση και θα την είχε στρέψει στην κατεύθυνση άμεσης ανάληψης συντονισμένων δράσεων για την αποτροπή της εξωτερικής επιβουλής.
Αντ΄αυτού, business as usual: η ΕΕ των αιώνιων, συμπαθητικών αλλά ενίοτε άσφαιρων συμβιβασμών. Ο μέτριος αλλά γενικά αποδεκτός συμβιβασμός που αντανακλάται στις διατυπώσεις του κειμένου της Συνόδου μας δείχνει τα όρια της σημερινής ΕΕ. Το δε τελικό κείμενο θα ήταν κάκιστο χωρίς την σθεναρή στάση της Αθήνας και της Λευκωσίας και την κρίσιμη υποστήριξη της Γαλλίας.
Γιατί αυτή είναι η ΕΕ: σπουδαίο, γνησίως αναντικατάστατο ιστορικό επίτευγμα σε ορισμένα πεδία πολιτικής, προβληματικό υβρίδιο κακοσυνδυασμένων επιρροών σε άλλα. Στο πεδίο που μας ενδιαφέρει εν προκειμένω, η ΕΕ αποτελεί σήμερα πρωτο-συνομοσπονδιακό σύστημα ηγεμονικών δυνάμεων και των συμμάχων τους. Τίποτε περισσότερο, τίποτε λιγότερο. Το εάν αυτό το σύστημα βρίσκεται σε μετεξέλιξη αποτελεί συναρπαστικό ερώτημα που δεν μπορεί να απαντηθεί εδώ.
Ποιός είναι λοιπόν ο Σίσυφος; Μα όλοι, θα ακουστεί μια αγνή φωνή. Όλοι κερδίζουν χρόνο, όλοι ταυτόχρονα θα πρέπει να προσπαθήσουν ξανά. Το πρόβλημα με αυτή την τόσο γενναιόδωρη προσέγγιση είναι απλό: ούτε η Ελλάδα έστειλε τον στόλο και τα ερευνητικά της σκάφη πάνω από την τουρκική υφαλοκρηπίδα ούτε η Κύπρος πραγματοποιεί εξορύξεις μέσα στην τουρκική ΑΟΖ.
Βεβαίως, τόσο οι νέες διερευνητικές επαφές (που αναγγέλθηκαν πριν τη Σύνοδο αφαιρώντας ένα μέρος της πίεσης) όσο και οι πολιτικές συνομιλίες όταν ξεκινήσουν θα φέρουν στοιχεία ελπίδας. Όμως η άρνηση της Άγκυρας να δεχτεί μια εστιασμένη ατζέντα διαμορφώνει εξ αρχής την δυσάρεστη (και γνώριμη από το παρελθόν) αίσθηση ενός πιθανού αδιέξοδου.
Με αυτά τα δεδομένα, εξακολουθώ να επιμένω, όπως κάνω από χρόνια, ότι η στρατηγική σχέση με την Γαλλία είναι μονόδρομος. Πρώτον, λόγω της επιταχυνόμενης αναθεωρητικής πολιτικής της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο. Η επιτάχυνση αυτή μπορεί να αντιμετωπιστεί κυρίως με διορθώσεις στην ισορροπία ισχύος, κάτι στο οποίο η Γαλλία βοηθά, όχι τόσο με προγραμματισμό πιθανών μελλοντικών οικονομικών κυρώσεων. Βεβαίως η τουρκική οικονομία χρειάζεται την ΕΕ, γι΄ αυτό άλλωστε η αναβάθμιση της τελωνειακής ένωσης αποτελεί ένα σημαντικό κίνητρο. Όμως οι σκληρές κυρώσεις που θα μπορούσαν να πλήξουν σοβαρά την τουρκική οικονομία είναι αδιανόητες για την πλειοψηφία των μελών της ΕΕ. Άρα η οικονομία λειτουργεί σε ένα περιορισμένο βαθμό ως «καρότο» αλλά σχεδόν καθόλου ως πραγματικό «μαστίγιο».
Δεύτερον, η στρατηγική σχέση μας με την Γαλλία θα έπρεπε να θεωρείται μονόδρομος λόγω των δύσκολων εσωτερικών ισορροπιών στη σημερινή ΕΕ. Ισορροπιών που δυσχεραίνουν τις συνεκτικές εξωτερικές δράσεις της, ιδιαίτερα σε αντικείμενα ως προς τα οποία διαφορετικά ηγεμονικά κράτη (Γερμανία – Γαλλία) έχουν διαφορετικές προσεγγίσεις και συμφέροντα.
Τρίτον, λόγω της εντυπωσιακά σταθερής σχέσης Γερμανίας – Τουρκίας, σχέσης που περνά από τα εμπορικά και ευρύτερα οικονομικά συμφέροντα, τις αμυντικές προμήθειες και φτάνει στην ισχυρή τουρκική παρουσία στην εσωτερική γερμανική πολιτική. Τέλος, λόγω των ιδιαιτεροτήτων και της αβεβαιότητας της περιόδου Τραμπ. Χωρίς να μπορούμε να υποτιμήσουμε το σημαντικό γεγονός ότι το State Department κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί για να επιβεβαιώσει το ιστορικό βάθος, τη σταθερότητα και – ευτυχώς – τις μεγάλες προοπτικές των ελληνοαμερικανικών δεσμών.
Αναλύοντας την πρόκληση που συνιστά η εξελισσόμενη Τουρκία για την Μεσόγειο, την Μέση Ανατολή και ευρύτερα τον μουσουλμανικό κόσμο μέχρι τον Καύκασο, ο σπουδαίος Γάλλος αναλυτής François Géré έγραφε ήδη από το 2003: «για την Τουρκία, η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης και η αρχή μιας περιόδου γρήγορης ανάπτυξης της τουρκικής οικονομίας, διαμόρφωσε στην Άγκυρα την αίσθηση μιας κάποιας επιστροφής στην Αυτοκρατορία».
Όπως θα έπρεπε να γνωρίζουμε, η αντιμετώπιση ενός προβλήματος προϋποθέτει τη σωστή διάγνωση του προβλήματος. Αντίθετα με αυτά που διαβεβαίωναν επί σειρά ετών ορισμένοι που εξακολουθούν και σήμερα να μην αντιλαμβάνονται τις πραγματικές διαστάσεις του ζητήματος, η Τουρκία αποτελεί και θα εξακολουθήσει να αποτελεί πρόκληση. Και μετά τον Ερντογάν.
Ταυτόχρονα, η Τουρκία αποτελεί δυνητικά έναν πολύ σημαντικό οικονομικό και εμπορικό εταίρο – άλλωστε η χώρα μας διατηρεί καλές και επικερδείς εμπορικές σχέσεις με τη γείτονα. Αλλά χωρίς ενίσχυση της Ελλάδας και την εξασφάλιση ενός ελάχιστου ικανοποιητικού επιπέδου στην προσλαμβανόμενη ισορροπία ισχύος με την Τουρκία, το μέλλον θα είναι γεμάτο αγκάθια. Καμία προσπάθεια εξωραϊσμού δεν μπορεί να αποκρύψει αυτή την πραγματικότητα.
Με τα σημερινά δεδομένα, η ΕΕ πιθανότατα θα εξακολουθήσει να σύρεται πίσω από τις γεωπολιτικές εξελίξεις, ως οικονομικός γίγαντας αλλά εσωτερικά σπαρασσόμενος πολιτικός νάνος. Από την άλλη πλευρά, εάν η ΕΕ τελικά κατορθώσει να συγκλίνει στη συστηματική στόχευση μιας καλύτερης οικονομικής – εμπορικής σχέσης με την Τουρκία που όμως πραγματικά θα συνοδεύεται από σεβασμό της τελευταίας στην κυριαρχία, τις εξωτερικές σχέσεις και τις αξίες των μελών της ΕΕ, τότε η επίτευξη αυτού του θετικού σεναρίου (χωρίς μια άμεση, μαγική απόκτηση νέων διαδικασιών και εργαλείων πολιτικής από την ΕΕ) θα φανεί ότι διέρχεται μέσα από δυο εναλλακτικά μονοπάτια.
Το πρώτο προϋποθέτει αλλαγή των τουρκικών βλέψεων στην Ανατολική Μεσόγειο και περιορισμό των αναθεωρητικών προσεγγίσεων στις διεθνείς σχέσεις της περιοχής. Δυστυχώς ο Ερντογάν έχει τόσο πολύ «φορτώσει» την τουρκική κοινή γνώμη με μηνύματα επιθετικού εθνικισμού ενώ και το βαθύ κράτος έχει σε τόσο βαθμό αναδυθεί και μάλιστα με καθαρά επεκτατικό πρόσημο, που αυτό το μονοπάτι προς το θετικό σενάριο υφίσταται αλλά φαίνεται σήμερα λιγότερο πιθανό.
Το δεύτερο μονοπάτι περνάει μέσα από σοβαρή κρίση των σχέσεων ΕΕ – Τουρκίας. Δεν θα είναι το τέλος του κόσμου, παρότι συγκεκριμένα γερμανικά και ισπανικά συμφέροντα θα πληγωθούν παροδικά (το ίδιο και κάποια υπόγεια δίκτυα εξουσίας στην Βαλέτα). Όμως μια πραγματική επανεκκίνηση των σχέσεων ΕΕ – Τουρκίας στη βάση μιας ειδικής σχέσης που θα εδράζεται σε ένα επεξεργασμένο πλαίσιο και θα αποκλείει πολεμικές λύσεις των όποιων διαφορών θα είναι προς το συμφέρον όλων των μερών.
Πιθανή επιδείνωση των συνθηκών στα πολλαπλά μέτωπα της Τουρκίας θα μπορούσε να φέρει αυτό το σενάριο διαβολικά κοντά στο έτος-όραμα 2023. Η ιστορία είναι γεμάτη ειρωνείες. Σε κάθε περίπτωση, μέχρι την βελτίωση των όρων συνύπαρξης με τη γείτονα χωρίς τον κίνδυνο φινλανδοποίησης, ο Σίσυφος θα πρέπει να αξιοποιεί τον βασανιστικό χρόνο του, προετοιμαζόμενος σοβαρά και στιβαρά, σε όλα τα πεδία και για όλα τα ενδεχόμενα.
Κώστας Α. Λάβδας
Καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και έχει διατελέσει, μεταξύ άλλων, Senior Research Fellow στη London School of Economics, κάτοχος της Έδρας Κωνσταντίνος Καραμανλής στη Fletcher School of Law and Diplomacy της Βοστώνης και Αντιπρύτανης του Πανεπιστημίου Κρήτης
Liberal
Γράψτε τα δικά σας σχόλια
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Θα σας παρακαλούσα να είστε κόσμιοι στους χαρακτηρισμούς σας, επειδή είναι δυνατόν επισκέπτες του ιστολογίου να είναι και ανήλικοι.
Τα σχόλια στα blogs υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
Τα σχόλια θα εγκρίνονται μόνο όταν είναι σχετικά με το θέμα, δεν αναφέρουν προσωπικούς, προσβλητικούς χαρακτηρισμούς, καθώς επίσης και τα σχόλια που δεν περιέχουν συνδέσμους.
Επίσης, όταν μας αποστέλλονται κείμενα (μέσω σχολίων ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου), παρακαλείσθε να αναγράφετε τυχούσα πηγή τους σε περίπτωση που δεν είναι δικά σας. Ευχαριστούμε για την κατανόησή σας...