Η πολιτική ως υπεύθυνη της κρίσης
Ποιος έχει δημιουργήσει αυτόν τον κόσμο που τα νέα χρήματα και τα χαμηλά επιτόκια οδηγούν στην κερδοσκοπία και όχι σε επενδύσεις; Ποιος έχει καταργήσει τους κανόνες, επιτρέποντας την ασυδοσία των τραπεζών; Οι κεντρικές τράπεζες ή μήπως τα εθνικά κοινοβούλια και οι κυβερνήσεις;
Γράφει ο Βασίλης Βιλιάρδος
Πριν από όλα, Καλά Χριστούγεννα σε
όλους, με υγεία και ευτυχία. Ειδικά σε εμάς τους Έλληνες που μας
περιμένει ένα μάλλον δύσκολο 2019 – αφού η χώρα πρέπει να βγει στις
αγορές χωρίς την προστασία της ΕΚΤ και με ομόλογα που αξιολογούνται
σκουπίδια (η ΕΚΤ δεν τα δέχεται καν ως εγγύηση), δεν έχει αντιμετωπίσει ακόμη το πρόβλημα των υπερχρεωμένων τραπεζών ούτε βέβαια των κόκκινων δανείων, ευρίσκεται πριν από αλλεπάλληλες εκλογές που αν μη τι άλλο κοστίζουν πανάκριβα,
ενώ κανένας δεν μπορεί να ισχυρισθεί πως υπάρχει πολιτική σταθερότητα,
ούτε κάποιο δικό μας σχέδιο εκτός από αυτά που μας επιβάλλουν οι
δανειστές.
Τα παραπάνω είναι μερικά μόνο από τα
προβλήματα που θα αντιμετωπίσει η Ελλάδα, η οποία για δέκατη συνεχή
χρονιά είναι βυθισμένη στην κρίση, με όλους τους τομείς της οικονομίας της εξουθενωμένους: το κράτος, τις τράπεζες, τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Η
αναφορά τώρα στο ότι, εάν η χώρα μας δεν μπορεί να δανειστεί από τις
αγορές με βιώσιμα επιτόκια δεν πειράζει, αφού με βάση μία καινούρια
συμφωνία είναι σε θέση να προσφύγει στον ESM,
είναι δυστυχώς παραπλανητική – αφού τότε θα αναγκασθεί να υπογράψει ένα
ακόμη μνημόνιο, από έναν οργανισμό που σχεδιάζει η Γερμανία να
μετατρέψει στο ΔΝΤ της Ευρωζώνης.
Μία κυβέρνηση όμως που δεν δέχθηκε την
πιστοληπτική γραμμή στήριξης για να διατηρήσει το μύθο της εξόδου από τα
μνημόνια, με αποτέλεσμα όχι μόνο να χάσει τη δυνατότητα προσφυγής της
στις αγορές αλλά, επί πλέον, να δημιουργήσει τεράστια προβλήματα στις
τράπεζες και άρα στην πραγματική οικονομία, θα ήταν κωμικοτραγικό να θεωρήσει ως λύση το δανεισμό της από τον ESM – ενώ εάν ήταν τόσο απλό, ασφαλώς θα το έκαναν όλες οι άλλες χώρες, ιδίως δε η Ιταλία.
Μοναδικό θετικό στοιχείο το ενδεχόμενο
να επιτρέψει η ΕΚΤ στις ελληνικές τράπεζες να αυξήσουν τα ομόλογα
δημοσίου που έχουν στην κατοχή τους από 8 δις € σήμερα στα 14 δις € –
γεγονός που θα διευκόλυνε την έκδοση ομολόγων από το κράτος, με την
αγορά τους από τις τράπεζες. Εν προκειμένω πάντως η εικόνα θα μοιάζει με εκείνη δύο μεθυσμένων που κρατούν ο ένας τον άλλο για να μην πέσει κάτω – αφού το κράτος στηρίζει τις τράπεζες, για να το στηρίξουν με τη σειρά τους.
Η έννοια του καθαρού χρέους
Ανεξάρτητα τώρα από την Ελλάδα, όλοι
αναφερόμαστε στην υπερχρέωση ολόκληρου του πλανήτη, χωρίς να
ενημερώνουμε εάν πρόκειται για ακαθάριστα ή για καθαρά χρέη – ενώ δεν
σημειώνουμε πως απέναντι στα ακαθάριστα χρέη ή ακαθάριστες υποχρεώσεις σε παγκόσμιο επίπεδο, υπάρχουν πάντοτε αντίστοιχες ακαθάριστες απαιτήσεις.
Το γεγονός αυτό σημαίνει απλά πως στον πλανήτη συνολικά δεν υπάρχουν
ποτέ καθαρά χρέη, αλλά ισοσκελισμένοι Ισολογισμοί – ενώ μόνο τα καθαρά
χρέη ενός τομέα ή μίας χώρας δίνουν την πραγματική οικονομική της
κατάσταση.
Για παράδειγμα, όταν ένας οικονομολόγος ή
ένας σύνδικος πτώχευσης θέλει να βρει την πραγματική οικονομική
κατάσταση μίας επιχείρησης, τότε καταγράφει αφενός μεν τις απαιτήσεις
και τα περιουσιακά της στοιχεία (αξιολογώντας τις πρώτες με το ρίσκο είσπραξης και τα δεύτερα με τις αγοραίες τιμές) αφετέρου τις υποχρεώσεις της – ενώ αμέσως μετά τα τοποθετεί απέναντι, για να διαπιστώσει ποια είναι η καθαρή της θέση.
Τότε και μόνο τότε φαίνεται εάν η επιχείρηση έχει καθαρά χρέη ή όχι –
οπότε εάν είναι χρεοκοπημένη ή απλά αντιμετωπίζει προβλήματα
ρευστότητας, λόγω εσφαλμένων χειρισμών των διαχειριστών της.
Αυτό ακριβώς εννοούσαμε για την Ελλάδα το 2010, όταν λέγαμε πως είχε προβλήματα ρευστότητας και όχι φερεγγυότητας – αφού
απέναντι στο δημόσιο χρέος της ύψους 299 δις € τότε, είχε μόνο ακίνητα
περιουσιακά στοιχεία αξίας 300 δις € σύμφωνα με το ΔΝΤ (πηγή).
Με ένα επί πλέον παράδειγμα, εάν μία επιχείρηση οφείλει στους
προμηθευτές της 100.000 € και έχει μηχανήματα αξίας 100.000 € ή
απαιτήσεις από τους πελάτες της 100.000 €, τότε τα ακαθάριστα χρέη της
είναι μεν 100.000 €, αλλά τα καθαρά μηδέν – ενώ φυσικά θα αντιμετώπιζε
προβλήματα δανεισμού και ρευστότητας εάν ο διαχειριστής της τη διέσυρε
στις τράπεζες ή ισχυριζόταν πως είναι χρεοκοπημένη, όπως συνέβη με την
Ελλάδα τότε.
Όσον αφορά μία από τις «λύσεις» των
μνημονίων, το ξεπούλημα των περιουσιακών της στοιχείων για να μειωθούν
τα χρέη της, στο παράδειγμα μίας επιχείρησης ασφαλώς δεν θα πρότεινε
κανείς να πουλήσει, πόσο μάλλον σε εξευτελιστικές τιμές, τα μηχανήματα
της, όπως συμβαίνει με την Ελλάδα – αφού τότε δεν θα μπορεί να λειτουργεί, οπότε δεν θα αποφύγει τη χρεοκοπία.
Εάν εδώ προσθέσουμε το γεγονός ότι, εκείνη την εποχή ο ιδιωτικός τομέας
της χώρας μας, οι τράπεζες, οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά δηλαδή
ήταν σχετικά υγιής, ενώ σήμερα κάτι περισσότερο από χρεοκοπημένος, με τα
κόκκινα δάνεια στη στρατόσφαιρα απέναντι σε εισοδήματα που έχουν
μειωθεί πάνω από 30% και σε περιουσιακά στοιχεία που έχουν χάσει πάνω
από το 50% της αξίας τους, θα κατανοήσουμε καλύτερα το αποτρόπαιο
έγκλημα που ολοκληρώθηκε με το PSI – καθώς επίσης με το τρίτο μνημόνιο.
Οι κεντρικές τράπεζες
Περαιτέρω, εν όψει του τέλους της μη συμβατικής πολιτικής της ΕΚΤ (QE, μηδενικά ή/και αρνητικά βασικά επιτόκια),
η οποία θα αποτελέσει ένα ακόμη πρόβλημα για την Ελλάδα που δεν
κατάφερε να συμμετέχει ποτέ, προφανώς λόγω των λαθών της κυβέρνησης της,
αρκετοί αναρωτιούνται εάν ήταν σωστή ή όχι – χωρίς όμως να ερευνούν εάν υπήρχαν άλλες δυνατότητες στον πραγματικό κόσμο που έχουμε δημιουργήσει ή εάν μπορούσε κάποιος άλλος να συμβάλλει στην επίλυση της κρίσης.
Στα πλαίσια αυτά, εν πρώτοις έχουμε τις
φούσκες που έχουν δημιουργηθεί, τόσο στα ακίνητα όσο και στα
χρηματιστήρια, με εξαίρεση βέβαια τις χώρες της κρίσης – αφού τα χρήματα
που δημιούργησε η ΕΚΤ από το πουθενά δεν κατευθύνθηκαν στην πραγματική
οικονομία και δεν προκάλεσαν εκεί πληθωρισμό που μειώνει τα χρέη. Ποιος όμως
έχει δημιουργήσει αυτόν τον κόσμο που τα νέα χρήματα και τα χαμηλά
επιτόκια οδηγούν στην κερδοσκοπία και όχι σε επενδύσεις; Ποιος έχει
καταργήσει τους κανόνες επιτρέποντας την ασυδοσία των τραπεζών και
ανοίγοντας τους το δρόμο για τα χρηματιστήρια; Οι κεντρικές τράπεζες ή
μήπως τα εθνικά κοινοβούλια και οι κυβερνήσεις;
Φυσικά με τον τρόπο αυτό διευκολύνθηκε η αναδιανομή των εισοδημάτων από τα κάτω προς τα επάνω, με τους φτωχούς να γίνονται φτωχότεροι και με τους πλούσιους πλουσιότεροι
– ειδικά σε χώρες όπως η Γερμανία που τους δόθηκε η δυνατότητα να
απομυζούν όχι μόνο τα χαμηλά εισοδηματικά εγχώρια στρώματα αλλά, επί
πλέον, τους εταίρους τους. Ποιος όμως «απελευθέρωσε» τις αγορές
εργασίας, με αποτέλεσμα σήμερα τα χαμηλά επιτόκια να μην οδηγούν στην
αύξηση των εισοδημάτων αυτών που έχουν ανάγκη να καταναλώνουν και να
δημιουργούν ζήτηση, οπότε να απαιτούνται επενδύσεις; Οι κεντρικές
τράπεζες ή οι πολιτικοί, υπό την καθοδήγηση της Γερμανίας;
Ποιος έκανε τους πλούσιους
πλουσιότερους, αφού αυτοί διαθέτουν μετοχές, ομόλογα και ακίνητα, ενώ
μείωσε το διαθέσιμο εισόδημα των υπολοίπων με τις θηριώδεις αυξήσεις των
ενοικίων των ακινήτων λόγω της ανόδου των τιμών τους; Οι κεντρικές
τράπεζες ή οι κυβερνήσεις; Είναι αλήθεια σε θέση οι κεντρικές τράπεζες να καταπολεμήσουν τις ανισότητες;
Δεν υπάρχει άλλος οικονομικός τομέας εκτός από τη νομισματική πολιτική;
Είναι ανύπαρκτη πια η φορολογική, κοινωνική και κανονιστική πολιτική,
μέσω της οποίας πάντοτε καταπολεμούνταν οι εισοδηματικές ανισότητες;
Δεν θα μπορούσε το κράτος να απαγορεύσει
την κερδοσκοπία, με τους χιλιάδες τρόπους που υπάρχουν, έτσι ώστε να
γίνει ξανά αποτελεσματική η νομισματική πολιτική; Δεν είναι σε θέση να
επεμβαίνει στην αγορά εργασίας, όταν διαπιστώνει πως η ανεργία αυξάνεται
παρά το ότι οι μισθοί είναι χαμηλοί, οπότε πως υπάρχουν διαστρεβλώσεις;
Είναι λύση το πλημμύρισμα της Ευρώπης με φθηνούς μετανάστες για
να μειωθούν ακόμη περισσότερο οι μισθοί και το βιοτικό επίπεδο των
Ευρωπαίων; Οι κεντρικές τράπεζες ψήφισαν τη συμφωνία του Μαρόκου
που θα εντείνει ακόμη περισσότερο τις εισοδηματικές διαφορές,
καταστρέφοντας ολοκληρωτικά τη μεσαία τάξη που στηρίζει τη Δημοκρατία;
Τέλος, ποιοι ισχυρίζονται πως το
κράτος δεν πρέπει να παρεμβαίνει πουθενά, ούτε καν στα χρηματιστήρια,
αφήνοντας τις ελεύθερες αγορές να ρυθμίζουν την οικονομία; Ποιος
απαιτεί την απελευθέρωση των πάντων; Οι κεντρικές τράπεζες ή οι ακραία
νεοφιλελεύθεροι πολιτικοί που θεωρούν το κράτος ως το διάβολο που
καταστρέφει την οικονομία όταν επεμβαίνει; Ποιος έχει επιτρέψει να
δημιουργηθούν σε ολόκληρο τον πλανήτη φορολογικοί παράδεισοι,
με αποτέλεσμα αφενός μεν να μην πληρώνουν φόρους αυτοί που κερδίζουν
πραγματικά πολλά χρήματα, αφετέρου να επιβαρύνονται όλοι οι υπόλοιποι με
τους φόρους που λείπουν;
Επίλογος
Συμπερασματικά λοιπόν οι ευθύνες ανήκουν
αποκλειστικά και μόνο στις κυβερνήσεις που έχουν μετατραπεί σε
υποχείριο της οικονομικής εξουσίας και όχι στις κεντρικές τράπεζες –
οπότε αυτές μόνο μπορούν να επιλύσουν πραγματικά τα προβλήματα της
Ευρώπης ή των άλλων περιοχών του πλανήτη. Όλα τα υπόλοιπα είναι απλώς υπεκφυγές, οι οποίες δεν λύνουν, αλλά διαιωνίζουν τα προβλήματα αυξάνοντας τα κάθε φορά – έως ότου το σύστημα καταρρεύσει εντελώς, αφού ο καπιταλισμός δεν επιβιώνει χωρίς μία διαρκή ανάπτυξη.
"Ποιος έχει καταργήσει τους κανόνες επιτρέποντας την ασυδοσία των τραπεζών και ανοίγοντας τους το δρόμο για τα χρηματιστήρια; Οι κεντρικές τράπεζες ή μήπως τα εθνικά κοινοβούλια και οι κυβερνήσεις;"
ΑπάντησηΔιαγραφήΠροφανώς, ο αρθρογράφος έχει σκοτεινή αίσθηση χιούμορ.
Αγνοεί οτι οι κυβερνήσεις και οι πολιτικοί, ειδικά δε το ευρωιερατείο του Βρθξελίνου, ελέγχονται ΠΛΗΡΩΣ από πολυεθνικές και μεγαλο-κεφαλαιο-καρχαρίες;;;
Για δείτε το άρθρο για τις 'κυβερνήσεις-Σόρος' στον παρόντα ιστότοπο.
Ή μήπως επιχειρείτε την απενοχοποίηση του ΔΝΤ και των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων που έχουν κατρακυλίσει με την απληστία τους όλο τον πλανήτη;
Δεν γνωρίζετε οτι σήμερα το χρήμα παράγεται από τον αέρα και πουλιέται πανάκριβα στα κράτη;
Από ποιους;...