Πολιτικά και κοινωνικά αδιέξοδα στην Ελλάδα
Του Γιάννη Τσαμουργκέλη
Και όμως τα κατάφεραν. Μετέφεραν τα αδιέξοδα της μονεταριστικής οικονομικής πολιτικής της ΕΕ στην κοινωνία και εν τέλει στην ακυβερνησία αλλά και την κυριαρχία του καιροσκοπικού λαϊκισμού ακραίων κομματικών σχηματισμών. Η εφαρμογής μιας μη ευέλικτης νομισματικής πολιτικής, σε ένα σαθρό οικονομικό και πολιτικό σύστημα με παράλληλους δημοσιονομικούς περιορισμούς που διεκδικεί την άμεση και άνευ όρων προσαρμογή της πραγματικής οικονομίας, καταλήγει σε κοινωνική απορύθμιση με ολέθριες και απρόβλεπτες πολιτικές συνέπειες. Η αποτυχία του γερμανικού μονεταριστικού μοντέλου είναι παταγώδης και πασιφανής με δυστυχή αιχμή αποκάλυψης την Ελλάδα. Ενόψει αυτής της αποκάλυψης η διεθνής κοινότητα πρέπει να χειραγωγήσει τις γερμανικές ακρότητες πριν το υπόδειγμα της «ελληνικής ιδιαιτερότητας» γενικευθεί και μαζί τα λαϊκιστικά και εθνικιστικά, αριστερόστροφα ή δεξιόστροφα πολιτικά κινήματα.
Ας κατανοήσουν επιτέλους ότι η οσμή της Ευρώπης του 1930 είναι πλέον εδώ. Ας κατανοήσουν ότι η Γερμανική αδιαλλαξία οικοδομεί ένα τέρας που αποσαθρώνει την ΕΕ, παρασύροντας την παγκόσμια οικονομία σε ύφεση και κρίση αλλά και την ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή στα χέρια ακραίων και μισαλλόδοξων λαϊκιστών. Ωστόσο, η πορεία ήταν προδιαγεγραμμένη και η αποτυχία εμφανής ακόμα και πριν την πολιτική αποκάλυψη της στα αδιέξοδα του εκτυλισσόμενου ελληνικού δράματος. Η αντιμετώπιση της κρίσης από τη διεθνή οικονομική κοινότητα έχει στηριχθεί στη συνύπαρξη δύο διαφορετικών συστημάτων πολιτικής. Από τη μία έχουμε το σύστημα πολιτικής που εκπορεύεται από τις ΗΠΑ και κάνει ευρεία χρήση δημοσιονομικών παρεμβάσεων παράλληλα με τη χρήση υποβοηθητικής νομισματικής πολιτικής. Από την άλλη έχουμε την πολιτική που εκπορεύεται από τη Γερμανία και την ΕΕ που αρκείται σε δημοσιονομικές παρεμβάσεις και πλήρως αδρανοποιημένη νομισματική πολιτική.
Από την αρχή της κρίσης μέχρι σήμερα το αποτύπωμα των δύο εναλλακτικών πολιτικών είναι εμφανές και θα προσπαθήσουμε μια συγκριτική παράθεση με την βοήθεια των στοιχείων του Πίνακα 1. Στην ΕΕ η αύξηση της προσφοράς χρήματος (Μ3) στο διάστημα 2008 μέχρι το τέταρτο τρίμηνο του 2011 είναι μόλις 7,9%. Το ίδιο διάστημα για τις ΗΠΑ, την Αυστραλία, τον Καναδά και τις λοιπές χώρες με την εξαίρεση της Ιαπωνίας η αύξηση προσεγγίζει ή υπερβαίνει το 20% (Ηνωμένο Βασίλειο και ΗΠΑ, Καναδάς Αυστραλία αντίστοιχα) ή ακόμα και το 50% για χώρες με πολύ υψηλό ρυθμό ανάπτυξης όπως η Ρωσία, Ινδία η Κίνα ή η Βραζιλία. Την ίδια στιγμή ωστόσο οι χώρες με τη σημαντική άνοδο στην προσφορά χρήματος είναι και οι χώρες με αποκλιμάκωση της ανεργίας και αποκατάσταση ρυθμών αύξησης του ΑΕΠ. Αντίθετα, τόσο η ΕΕ όσο και η Ιαπωνία έχουν άνοδο της ανεργίας και μικρούς ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ που συνθέτουν το σκηνικό για παρατεταμένη και κοινωνικά επώδυνη ανάκαμψη. Η μόνη χώρα που στο πλαίσιο της περιοριστικής νομισματικής πολιτικής κερδίζει είναι η Γερμανία και αυτό καθώς είχε προβεί στις απαραίτητες προσαρμογές εδώ και σχεδόν μία δεκαετία με χαρακτηριστική τη συμφωνία για τον περιορισμό των μισθών το 2003 επί Σρεντερ.
Έτσι το σκηνικό που διαμορφώνεται αφορά στη χρονίζουσα κρίση της ΕΕ, όπου πολλές χώρες –με εξαίρεση τη Γερμανία– διανύουν, ή εισέρχονται σε, περίοδο ύφεσης. Η ανεργία αυξάνεται, οι προοπτικές ανάκαμψης βραδείες και οι ιδιαιτέρως χειμαζόμενες χώρες όπως η Ελλάδα ή η Πορτογαλία ενώπιον κοινωνικής και πολιτικής αποσάθρωσης με κομματικούς συσχετισμούς σε ανησυχητική αναδιάταξη με κατεύθυνση τα άκρα. Ο μεγάλος στόχος του χαμηλού πληθωρισμού κινείται μάλλον στα «υψηλά» (2,5% για τη Γερμανία και 2,7% για ΕΕ-17) και κλιμακούμενος (1,2% και 1,6% ήταν τα αντίστοιχα ποσοστά για το 2010) σε σχέση με τα ιστορικά στοιχεία και το εύρος της ύφεσης. Από την άλλη η πλειονότητα των μεγάλων οικονομιών όπως αυτές των ΗΠΑ, της Αυστραλίας ή του Καναδά που φαίνεται ότι έχουν ήδη ανακάμψει με σταθερά ικανοποιητικό ή υψηλό ρυθμό ανάπτυξης και με μειούμενο ποσοστό ανεργίας. Ακόμα και ο δευτερεύον στόχος του πληθωρισμού καταγράφει ικανοποιητικές επιδόσεις θέτοντας τις βάσεις για ουσιαστικότερη αντιμετώπιση του μετά την σταθεροποίηση και ανάκαμψη της οικονομίας.
Τα αποτελέσματα είναι πλέον σαφή. Η νομισματική πολιτική χωρίς χρήμα στην αγορά έχει καταστροφικές συνέπειες. Μάλιστα, η αβεβαιότητα των οικονομικών εξελίξεων στην ΕΕ αποτελούν θρυαλλίδα διεθνούς οικονομικής αστάθειας τόσο λόγω της ύφεσης στη γηραιά ήπειρο όσο και εξαιτίας της ανασφάλειας για την τελική επιτυχία της ασκούμενης πολιτικής στη αντιμετώπιση των προβλημάτων χρέους και δημοσιονομικών ελλειμμάτων. Ωστόσο, η ΕΕ και η Γερμανία εμμένουν σε αυτήν την ίδια πολιτική που αποτυγχάνει ολοένα και περισσότερο και παρασύρει σε δυναμική ύφεση τις οικονομίες της Ελλάδας και ολοένα και εμφανέστερα της Πορτογαλίας, της Ισπανίας, της Ιταλίας, Γαλλίας, της Ολλανδίας και τόσων άλλων. Άραγε, πρέπει να οδηγηθούμε σε (πόσες;) κοινωνικές και πολιτικές καταρρεύσεις για να καταστεί δυνατή η ανασύνταξη των πολιτικών συσχετισμών στην ΕΕ ώστε επιτέλους να αλλάξει αυτή η μονεταριστική σχιζοφρένεια.
Το αδιέξοδο στον «μονόδρομο» πλέον είναι σαφές. Η εμμονή σε δημοσιονομική προσαρμογή και σε ευρείες αλλαγές στην πραγματική οικονομία σε καθεστώς πιστωτικών περιορισμών, έλλειψης ρευστότητας και υψηλών επιτοκίων εξαιτίας πληθωριστικών φόβων, δεν επιτρέπει την κοινωνική ανοχή έναντι των μεταρρυθμίσεων, αλλά καταλήγει αποκλειστικά και μόνο σε πτωχεύσεις, ανεργία, ανέχεια, τραπεζικές καταρρεύσεις, τυφλό κοινωνικό και πολιτικό ριζοσπαστισμό. Στο δρόμο αυτό ο μόνος κερδισμένος είναι η Γερμανία που όχι μόνο ισχυροποιείται οικονομικά αλλά αυξάνει αντικειμενικά το βαθμό πολιτικής διείσδυσης της στην ΕΕ καθώς, από τις αποφάσεις της εξαρτάται το εύρος της όποιας οικονομικής στήριξης προς τις αδύναμες χώρες. Η εναλλακτική πολιτική της δημοσιονομικής προσαρμογής με υποβοηθητική νομισματική πολιτική διοχέτευσης ρευστότητας στις αγορές, μείωσης των επιτοκίων και εν τέλει, μεσοπρόθεσμο πληθωρισμό ζήτησης αναδεικνύεται διεθνώς πιο αποτελεσματική ενώ συσπειρώνει ολοένα περισσότερες πολιτικές δυνάμεις στην Ευρώπη με αιχμή τη νίκη του σοσιαλιστή Ολάντ στη Γαλλία.
Ο οικονομικός δαρβινισμός του γερμανικού νεοφιλελευθερισμού πρέπει επιτέλους να δώσει τη θέση του στην οικονομία των ανταγωνιστικών αγορών με ρύθμιση, εποπτεία, κοινωνική ισορροπία και δικαιοσύνη. Οι οικονομίες δεν υπάρχουν έξω από τους κοινωνικούς σχηματισμούς που τις φιλοξενούν. Τεχνοκρατικά, αυτές οι εναλλακτικές πολιτικές απαιτούν αλλαγές που ολοκληρώνουν την ΕΕ σε πραγματικούς όρους. Το καταστατικό της ΕΚΤ πρέπει να αλλάξει αναγνωρίζοντας στους σκοπούς της κεντρικής τράπεζας την ανάπτυξη της ευρωπαϊκής οικονομίας και των κρατών μελών της όσο και την αντιμετώπιση της ανεργίας (αλί…τι φοβερό!), το βασικό επιτόκιο πρέπει να προσεγγίσει το αντίστοιχο της FED και επιτέλους πρέπει να προχωρήσει η έκδοση του ευρωομολόγου. Σε ένα νομισματικό πλαίσιο ρευστότητας και χαμηλού κόστους χρήματος είναι εφικτές οι αλλαγές, ο δημοσιονομικός εξορθολογισμός, οι μεταρρυθμίσεις στις αγορές παράλληλα με τον έλεγχο της ανεργίας αλλά και την ίδια την προοπτική της ανάκαμψης της πραγματικής οικονομίας. Με μέτρο και κοινωνική καταλαγή που εν τέλει θα φέρει και τον ώριμο μετασχηματισμό του πολιτικού συστήματος χωρίς τον κίνδυνο εκτροπών και καθεστωτικής αστάθειας όπως αυτόν που ζούμε σήμερα. Ας καταλάβουν οι αφυείς (μικροί και μεγάλοι, εγχώριοι και ξένοι) μέντορες του γερμανικού νεοφιλελευθερισμού: ο δρόμος που επέλεξαν να υπηρετούν είναι μακρύς, ιδιαίτερα ταξικός, κοινωνικά δύσβατος και με αβέβαιη κατάληξη. Η ανάκαμψη δεν θα έρθει από τις εναπομείνασες τράπεζες αλλά από τις επιχειρήσεις και την ευμάρεια παραγωγικών και καλά αμειβόμενων εργαζομένων.
Πίνακας 1
Συγκριτική Παράθεση Μακροοικονομικών Δεικτών
Σημειώσεις
* στοιχεία από Έκθεση Νομισματικής Πολιτικής 2011-2012 ΤτΕ
** η τελευταία έκθεση του ΔΝΤ εκτιμά ότι το 2012 θα έχουμε ύφεση-4,7% και για το 2013, μηδενική ανάπτυξη, 0%.
* Ο κ. Γιάννης Τσαμουργκέλης είναι Διδάκτωρ του Παν/μιου της Οξφόρδης, Επίκουρος Καθηγητής Διεθνούς Οικονομίας
Πηγή
Και όμως τα κατάφεραν. Μετέφεραν τα αδιέξοδα της μονεταριστικής οικονομικής πολιτικής της ΕΕ στην κοινωνία και εν τέλει στην ακυβερνησία αλλά και την κυριαρχία του καιροσκοπικού λαϊκισμού ακραίων κομματικών σχηματισμών. Η εφαρμογής μιας μη ευέλικτης νομισματικής πολιτικής, σε ένα σαθρό οικονομικό και πολιτικό σύστημα με παράλληλους δημοσιονομικούς περιορισμούς που διεκδικεί την άμεση και άνευ όρων προσαρμογή της πραγματικής οικονομίας, καταλήγει σε κοινωνική απορύθμιση με ολέθριες και απρόβλεπτες πολιτικές συνέπειες. Η αποτυχία του γερμανικού μονεταριστικού μοντέλου είναι παταγώδης και πασιφανής με δυστυχή αιχμή αποκάλυψης την Ελλάδα. Ενόψει αυτής της αποκάλυψης η διεθνής κοινότητα πρέπει να χειραγωγήσει τις γερμανικές ακρότητες πριν το υπόδειγμα της «ελληνικής ιδιαιτερότητας» γενικευθεί και μαζί τα λαϊκιστικά και εθνικιστικά, αριστερόστροφα ή δεξιόστροφα πολιτικά κινήματα.
Ας κατανοήσουν επιτέλους ότι η οσμή της Ευρώπης του 1930 είναι πλέον εδώ. Ας κατανοήσουν ότι η Γερμανική αδιαλλαξία οικοδομεί ένα τέρας που αποσαθρώνει την ΕΕ, παρασύροντας την παγκόσμια οικονομία σε ύφεση και κρίση αλλά και την ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή στα χέρια ακραίων και μισαλλόδοξων λαϊκιστών. Ωστόσο, η πορεία ήταν προδιαγεγραμμένη και η αποτυχία εμφανής ακόμα και πριν την πολιτική αποκάλυψη της στα αδιέξοδα του εκτυλισσόμενου ελληνικού δράματος. Η αντιμετώπιση της κρίσης από τη διεθνή οικονομική κοινότητα έχει στηριχθεί στη συνύπαρξη δύο διαφορετικών συστημάτων πολιτικής. Από τη μία έχουμε το σύστημα πολιτικής που εκπορεύεται από τις ΗΠΑ και κάνει ευρεία χρήση δημοσιονομικών παρεμβάσεων παράλληλα με τη χρήση υποβοηθητικής νομισματικής πολιτικής. Από την άλλη έχουμε την πολιτική που εκπορεύεται από τη Γερμανία και την ΕΕ που αρκείται σε δημοσιονομικές παρεμβάσεις και πλήρως αδρανοποιημένη νομισματική πολιτική.
Από την αρχή της κρίσης μέχρι σήμερα το αποτύπωμα των δύο εναλλακτικών πολιτικών είναι εμφανές και θα προσπαθήσουμε μια συγκριτική παράθεση με την βοήθεια των στοιχείων του Πίνακα 1. Στην ΕΕ η αύξηση της προσφοράς χρήματος (Μ3) στο διάστημα 2008 μέχρι το τέταρτο τρίμηνο του 2011 είναι μόλις 7,9%. Το ίδιο διάστημα για τις ΗΠΑ, την Αυστραλία, τον Καναδά και τις λοιπές χώρες με την εξαίρεση της Ιαπωνίας η αύξηση προσεγγίζει ή υπερβαίνει το 20% (Ηνωμένο Βασίλειο και ΗΠΑ, Καναδάς Αυστραλία αντίστοιχα) ή ακόμα και το 50% για χώρες με πολύ υψηλό ρυθμό ανάπτυξης όπως η Ρωσία, Ινδία η Κίνα ή η Βραζιλία. Την ίδια στιγμή ωστόσο οι χώρες με τη σημαντική άνοδο στην προσφορά χρήματος είναι και οι χώρες με αποκλιμάκωση της ανεργίας και αποκατάσταση ρυθμών αύξησης του ΑΕΠ. Αντίθετα, τόσο η ΕΕ όσο και η Ιαπωνία έχουν άνοδο της ανεργίας και μικρούς ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ που συνθέτουν το σκηνικό για παρατεταμένη και κοινωνικά επώδυνη ανάκαμψη. Η μόνη χώρα που στο πλαίσιο της περιοριστικής νομισματικής πολιτικής κερδίζει είναι η Γερμανία και αυτό καθώς είχε προβεί στις απαραίτητες προσαρμογές εδώ και σχεδόν μία δεκαετία με χαρακτηριστική τη συμφωνία για τον περιορισμό των μισθών το 2003 επί Σρεντερ.
Έτσι το σκηνικό που διαμορφώνεται αφορά στη χρονίζουσα κρίση της ΕΕ, όπου πολλές χώρες –με εξαίρεση τη Γερμανία– διανύουν, ή εισέρχονται σε, περίοδο ύφεσης. Η ανεργία αυξάνεται, οι προοπτικές ανάκαμψης βραδείες και οι ιδιαιτέρως χειμαζόμενες χώρες όπως η Ελλάδα ή η Πορτογαλία ενώπιον κοινωνικής και πολιτικής αποσάθρωσης με κομματικούς συσχετισμούς σε ανησυχητική αναδιάταξη με κατεύθυνση τα άκρα. Ο μεγάλος στόχος του χαμηλού πληθωρισμού κινείται μάλλον στα «υψηλά» (2,5% για τη Γερμανία και 2,7% για ΕΕ-17) και κλιμακούμενος (1,2% και 1,6% ήταν τα αντίστοιχα ποσοστά για το 2010) σε σχέση με τα ιστορικά στοιχεία και το εύρος της ύφεσης. Από την άλλη η πλειονότητα των μεγάλων οικονομιών όπως αυτές των ΗΠΑ, της Αυστραλίας ή του Καναδά που φαίνεται ότι έχουν ήδη ανακάμψει με σταθερά ικανοποιητικό ή υψηλό ρυθμό ανάπτυξης και με μειούμενο ποσοστό ανεργίας. Ακόμα και ο δευτερεύον στόχος του πληθωρισμού καταγράφει ικανοποιητικές επιδόσεις θέτοντας τις βάσεις για ουσιαστικότερη αντιμετώπιση του μετά την σταθεροποίηση και ανάκαμψη της οικονομίας.
Τα αποτελέσματα είναι πλέον σαφή. Η νομισματική πολιτική χωρίς χρήμα στην αγορά έχει καταστροφικές συνέπειες. Μάλιστα, η αβεβαιότητα των οικονομικών εξελίξεων στην ΕΕ αποτελούν θρυαλλίδα διεθνούς οικονομικής αστάθειας τόσο λόγω της ύφεσης στη γηραιά ήπειρο όσο και εξαιτίας της ανασφάλειας για την τελική επιτυχία της ασκούμενης πολιτικής στη αντιμετώπιση των προβλημάτων χρέους και δημοσιονομικών ελλειμμάτων. Ωστόσο, η ΕΕ και η Γερμανία εμμένουν σε αυτήν την ίδια πολιτική που αποτυγχάνει ολοένα και περισσότερο και παρασύρει σε δυναμική ύφεση τις οικονομίες της Ελλάδας και ολοένα και εμφανέστερα της Πορτογαλίας, της Ισπανίας, της Ιταλίας, Γαλλίας, της Ολλανδίας και τόσων άλλων. Άραγε, πρέπει να οδηγηθούμε σε (πόσες;) κοινωνικές και πολιτικές καταρρεύσεις για να καταστεί δυνατή η ανασύνταξη των πολιτικών συσχετισμών στην ΕΕ ώστε επιτέλους να αλλάξει αυτή η μονεταριστική σχιζοφρένεια.
Το αδιέξοδο στον «μονόδρομο» πλέον είναι σαφές. Η εμμονή σε δημοσιονομική προσαρμογή και σε ευρείες αλλαγές στην πραγματική οικονομία σε καθεστώς πιστωτικών περιορισμών, έλλειψης ρευστότητας και υψηλών επιτοκίων εξαιτίας πληθωριστικών φόβων, δεν επιτρέπει την κοινωνική ανοχή έναντι των μεταρρυθμίσεων, αλλά καταλήγει αποκλειστικά και μόνο σε πτωχεύσεις, ανεργία, ανέχεια, τραπεζικές καταρρεύσεις, τυφλό κοινωνικό και πολιτικό ριζοσπαστισμό. Στο δρόμο αυτό ο μόνος κερδισμένος είναι η Γερμανία που όχι μόνο ισχυροποιείται οικονομικά αλλά αυξάνει αντικειμενικά το βαθμό πολιτικής διείσδυσης της στην ΕΕ καθώς, από τις αποφάσεις της εξαρτάται το εύρος της όποιας οικονομικής στήριξης προς τις αδύναμες χώρες. Η εναλλακτική πολιτική της δημοσιονομικής προσαρμογής με υποβοηθητική νομισματική πολιτική διοχέτευσης ρευστότητας στις αγορές, μείωσης των επιτοκίων και εν τέλει, μεσοπρόθεσμο πληθωρισμό ζήτησης αναδεικνύεται διεθνώς πιο αποτελεσματική ενώ συσπειρώνει ολοένα περισσότερες πολιτικές δυνάμεις στην Ευρώπη με αιχμή τη νίκη του σοσιαλιστή Ολάντ στη Γαλλία.
Ο οικονομικός δαρβινισμός του γερμανικού νεοφιλελευθερισμού πρέπει επιτέλους να δώσει τη θέση του στην οικονομία των ανταγωνιστικών αγορών με ρύθμιση, εποπτεία, κοινωνική ισορροπία και δικαιοσύνη. Οι οικονομίες δεν υπάρχουν έξω από τους κοινωνικούς σχηματισμούς που τις φιλοξενούν. Τεχνοκρατικά, αυτές οι εναλλακτικές πολιτικές απαιτούν αλλαγές που ολοκληρώνουν την ΕΕ σε πραγματικούς όρους. Το καταστατικό της ΕΚΤ πρέπει να αλλάξει αναγνωρίζοντας στους σκοπούς της κεντρικής τράπεζας την ανάπτυξη της ευρωπαϊκής οικονομίας και των κρατών μελών της όσο και την αντιμετώπιση της ανεργίας (αλί…τι φοβερό!), το βασικό επιτόκιο πρέπει να προσεγγίσει το αντίστοιχο της FED και επιτέλους πρέπει να προχωρήσει η έκδοση του ευρωομολόγου. Σε ένα νομισματικό πλαίσιο ρευστότητας και χαμηλού κόστους χρήματος είναι εφικτές οι αλλαγές, ο δημοσιονομικός εξορθολογισμός, οι μεταρρυθμίσεις στις αγορές παράλληλα με τον έλεγχο της ανεργίας αλλά και την ίδια την προοπτική της ανάκαμψης της πραγματικής οικονομίας. Με μέτρο και κοινωνική καταλαγή που εν τέλει θα φέρει και τον ώριμο μετασχηματισμό του πολιτικού συστήματος χωρίς τον κίνδυνο εκτροπών και καθεστωτικής αστάθειας όπως αυτόν που ζούμε σήμερα. Ας καταλάβουν οι αφυείς (μικροί και μεγάλοι, εγχώριοι και ξένοι) μέντορες του γερμανικού νεοφιλελευθερισμού: ο δρόμος που επέλεξαν να υπηρετούν είναι μακρύς, ιδιαίτερα ταξικός, κοινωνικά δύσβατος και με αβέβαιη κατάληξη. Η ανάκαμψη δεν θα έρθει από τις εναπομείνασες τράπεζες αλλά από τις επιχειρήσεις και την ευμάρεια παραγωγικών και καλά αμειβόμενων εργαζομένων.
Πίνακας 1
Συγκριτική Παράθεση Μακροοικονομικών Δεικτών
1,8
Πηγή ΟΟΣΑ.
| % μεταβολής χρήματος M3 2008-2011,Q4 | Μακροχρόνιο επιτόκιο Ιανουάριος 2012 | πληθωρισμός δείκτη τιμών καταναλωτή 2011 | %μεταβολή ποσοστού ανεργίας 2011-2009 | Ανάπτυξη ΑΕΠ 2012 πραγματικές τιμές, εκτίμηση ΟΟΣΑ | Ανάπτυξη ΑΕΠ 2013 πραγματικές τιμές, εκτίμηση ΟΟΣΑ |
ΗΠΑ | 22,8% | 1,92 | 3,2 | -3,2% | 2 | 2,5 |
ΕΕ-17 | 7,9% | 3,92 | 2,7 | 6,3% | 0,2 | 1,4 |
Γερμανία |
| 1,82 | 2,5 | -23,1% | 0,6 | 1,9 |
Αυστραλία | 33,1% | 3,8 | 3,4 | -8,9% | 4 | 3,2 |
Καναδάς | 20,3% | 1,98 | 2,9 | -34,9% | 1,9 | 2,5 |
Ιαπωνία | 7,3% | -0,3 | 45,1% | 2 | 1,6 | |
Ην.Βασίλειο | 17,1% | 2,1 | 4,5 | -39,5% | 0,5 | 1,8 |
Βραζιλία | 68,0% | - | 6,6 | - | 3,2 | 3,9 |
Κίνα | 89,2% | - | 5,4 | 3,3% | 8,5 | 9,5 |
Ινδία | 71,1% | - | 8,9 | - | 7,2 | - |
Ρωσία | 76,5% | 8,35 | 8,4 | - | 4,1 | 4,1 |
Ελλάδα | -12,2%* | 15,75 | 16,7* | 86,3 | -3,0** | 0,5** |
Σημειώσεις
* στοιχεία από Έκθεση Νομισματικής Πολιτικής 2011-2012 ΤτΕ
** η τελευταία έκθεση του ΔΝΤ εκτιμά ότι το 2012 θα έχουμε ύφεση-4,7% και για το 2013, μηδενική ανάπτυξη, 0%.
* Ο κ. Γιάννης Τσαμουργκέλης είναι Διδάκτωρ του Παν/μιου της Οξφόρδης, Επίκουρος Καθηγητής Διεθνούς Οικονομίας
Πηγή
Γράψτε τα δικά σας σχόλια
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Θα σας παρακαλούσα να είστε κόσμιοι στους χαρακτηρισμούς σας, επειδή είναι δυνατόν επισκέπτες του ιστολογίου να είναι και ανήλικοι.
Τα σχόλια στα blogs υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
Τα σχόλια θα εγκρίνονται μόνο όταν είναι σχετικά με το θέμα, δεν αναφέρουν προσωπικούς, προσβλητικούς χαρακτηρισμούς, καθώς επίσης και τα σχόλια που δεν περιέχουν συνδέσμους.
Επίσης, όταν μας αποστέλλονται κείμενα (μέσω σχολίων ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου), παρακαλείσθε να αναγράφετε τυχούσα πηγή τους σε περίπτωση που δεν είναι δικά σας. Ευχαριστούμε για την κατανόησή σας...