Η απατηλή ιδέα της ευρωπαϊκής παράλυσης
Η χρηματοπιστωτική κρίση έχει συγκλονίσει την παγκόσμια οικονομία έως τον πυρήνα της. Έχει φέρει στην επιφάνεια τα ευπαθή σημεία των θεμελίων του ιδιωτικού χρηματοπιστωτικού κόσμου: αδιαφάνεια, κίνδυνος, ενίοτε και δολιότητα. Η κρίση αποκάλυψε και την αδυναμία των δημοσίων οικονομικών, τόσο των κρατών-μελών της Ευρωζώνης όσο και των άλλων αναπτυγμένων οικονομιών. Στην Ευρωζώνη απέβη αφετηρία συλλογικής περισυλλογής, που έδωσε ώθηση σε διαδικασίες αυτό-μεταρρύθμισης.
Υπάρχουν πολλά στοιχεία που υποδεικνύουν την επιτυχία της νομισματικής ένωσης. Ο μέσος πληθωρισμός από το 1999 και εξής είναι υποταγμένος στην αρχή της σταθερότητας των τιμών που έθεσε ως μείζον στόχο της η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Και η σταθερότητα των τιμών δεν επιτεύχθηκε με κόστος την ενίσχυση της πραγματικής αστάθειας ή τη μείωση της ανάπτυξης. Από το 1999 ως το 2009 το κατά κεφαλήν εισόδημα αναπτύσσονταν στην Ευρωζώνη με τους ίδιους ρυθμούς (1.2% ετησίως) με την Αμερική και τη Βρετανία. Παρομοίως υπήρχε ισχυρή ανάπτυξη νέων θέσεων εργασίας. Και η Ευρωζώνη σαν σύνολο δεν διακρίνονταν από καμιά εξωτερική ανισορροπία.
Παρά ταύτα, η πολυετής μακροοικονομική σταθερότητα και η οικονομική πρόοδος οδήγησαν σε αυταρέσκεια. Όπως η αναζήτηση των αποδόσεων υπονόμευσε τον ιδιωτικό χρηματοπιστωτικό κόσμο, έτσι και τα χαμηλά επιτόκια ίσως ενίσχυσαν τη μεγέθυνση του κρατικού δανεισμού. Στις περισσότερες χώρες-μέλη της Ε.Ε. οι μακροοικονομικές μεταρρυθμίσεις έμειναν πίσω. Σε ορισμένες εξ αυτών η δημοσιονομική μυωπία καλύφθηκε με αδιαφανείς λογιστικές πρακτικές. Έτσι τα ευάλωτα δημόσια οικονομικά εκτροχιάστηκαν όταν η κρίση τελικά χτύπησε.
Τι διδάγματα πήραμε από όλα αυτά; Δύο είναι τα συμπεράσματα που περισσότερο υποστηρίζονται τους τελευταίους μήνες.
Σύμφωνα με το πρώτο, η Ευρώπη αντιμετωπίζει ένα δίλημμα: είτε δεν έχει την πολιτική βούληση να διορθώσει τα μη βιώσιμα δημόσια οικονομικά της, είτε –αν την έχει– ο συγχρονισμός της δημοσιονομικής προσαρμογής ανά τα διάφορα κράτη μέλη θα έχει απαγορευτικό κόστος για την Ευρωζώνη σαν σύνολο.
Το δεύτερο συμπέρασμα αφορά κάτι που έχει χαρακτηριστεί ως "ευρώ-παράλυση": Η κρίση αποδείχτηκε μια πολύ μεγάλη δοκιμασία για τους ευρωπαϊκούς θεσμούς οι οποίοι απέτυχαν να περάσουν τη δοκιμασία εξαιτίας της πολιτικής τους αδράνειας.
Αμφισβητώ και τα δύο αυτά συμπεράσματα και θα εξηγήσω γιατί.
Η έννοια του "ευρωπαϊκού διλήμματος" συγχέει τη δημοσιονομική υποχώρηση με τη δημοσιονομική μεταρρύθμιση. Από την άποψη αυτή, το πραγματικά σημαντικό είναι η διόρθωση της δημοσιονομικής πολιτικής να μην αποτελέσει μια μεμονωμένη ενέργεια αλλά μια ριζική μεταβολή της υποκείμενης στρατηγικής πολιτικής που στηρίζει τα δημόσια οικονομικά – μιας στρατηγικής πολιτικής για την επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων σήμερα και στο μέλλον. Ενώ η προσωρινή δημοσιονομική προσαρμογή μειώνει τη ζήτηση, η αλλαγή της δημοσιονομικής στρατηγικής πολιτικής μπορεί να οδηγήσει σε ενίσχυση των εισοδημάτων και της ανάπτυξης.
Και υπάρχει σήμερα τέτοια αλλαγή στρατηγικής πολιτικής στα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης που βούλιαξαν στη δίνη της κρίσης. Οι απαιτούμενες προσαρμογές που συντελούνται είναι διαρθρωτικές κατά το χαρακτήρα τους και περιλαμβάνουν την αναδιάρθρωση των φορολογικών συστημάτων, καθώς επίσης και την αναδιάρθρωση της δομής και του ύψους των δημόσιων δαπανών. Αυτές οι προσαρμογές ενισχύουν το αναπτυξιακό δυναμικό της οικονομίας και το ενισχυμένο αναπτυξιακό δυναμικό κάνει τα κράτη πλουσιότερα. Το "ευρωπαϊκό δίλημμα" είναι, με άλλα λόγια, απατηλό: η δημοσιονομική μεταρρύθμιση, αν είναι αξιόπιστη, μπορεί να περιορίσει τα ελλείμματα και να δώσει αναπτυξιακή ώθηση.
Η ιδέα της "ευρώ-παράλυσης" είναι μια άλλη απάτη. Εν αντιθέσει με ό,τι υποστηρίζεται, εν μέσω της κρίσης οι Ευρωπαίοι δεν δίστασαν να αναλάβουν δράση και να προχωρήσουν σε μεταρρυθμίσεις. Έχουμε πλήθος ενδείξεις για την ευελιξία και την αποφασιστικότητα της δράσης των βασικών ευρωπαϊκών θεσμών.
Καταρχήν δόθηκε ξεκάθαρη εντολή για μια νέα Οικονομική Διακυβέρνηση, που θα ασκείται από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, υπό την ηγεσία του Προέδρου Χέρμαν Βαν Ρομπί, ώστε να δοθεί ώθηση σε μεταρρυθμίσεις. Θα έχουμε την ενίσχυση της δημοσιονομικής εποπτείας, την πιο αυστηρή εφαρμογή της πολυμερούς εποπτείας για τη διόρθωση των υπερβολικών ελλειμμάτων και του δημοσίου χρέους και καλύτερα εργαλεία για την αποτροπή και την επίλυση των κρίσεων.
Ο συνδυασμός αυτών των μέτρων έχει μεγάλη σημασία. Η ενίσχυση της δημοσιονομικής εποπτείας είναι αναγκαία αλλά δεν αρκεί από μόνη της: ένας φαινομενικά υγιής δημόσιος προϋπολογισμός μπορεί απλά να αντανακλά μια υπερθέρμανση της οικονομίας. Επομένως ένα νέο πλαίσιο μακροοικονομικής εποπτείας θα παρακολουθεί αν οι εθνικές τάσεις είναι συμβατές με τις τάσεις που κρίνονται κατάλληλες για την Ευρωζώνη ως σύνολο.
Το φιλόδοξο έργο που έχει τώρα μπροστά της η Ευρώπη δεν αποτελεί μόνο μια οραματική ατζέντα. Πρόκειται για έργο που επιτελείται με αποφασιστικότητα, με την ίδια αίσθηση προσήλωσης στους στόχους που σημάδεψε την περαιτέρω ανάπτυξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα και τη μετεξέλιξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση: μέσα από τον ορισμό ρεαλιστικών στόχων και σταθερών χρονοδιαγραμμάτων και με την κινητοποίηση της αναγκαίας πολιτικής βούλησης μέσα στα εθνικ Κοινοβούλια. Πέρα από κάθε ψευδαίσθηση, αυτή είναι η πραγματικότητα της Ευρώπης σήμερα.
Υπάρχουν πολλά στοιχεία που υποδεικνύουν την επιτυχία της νομισματικής ένωσης. Ο μέσος πληθωρισμός από το 1999 και εξής είναι υποταγμένος στην αρχή της σταθερότητας των τιμών που έθεσε ως μείζον στόχο της η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Και η σταθερότητα των τιμών δεν επιτεύχθηκε με κόστος την ενίσχυση της πραγματικής αστάθειας ή τη μείωση της ανάπτυξης. Από το 1999 ως το 2009 το κατά κεφαλήν εισόδημα αναπτύσσονταν στην Ευρωζώνη με τους ίδιους ρυθμούς (1.2% ετησίως) με την Αμερική και τη Βρετανία. Παρομοίως υπήρχε ισχυρή ανάπτυξη νέων θέσεων εργασίας. Και η Ευρωζώνη σαν σύνολο δεν διακρίνονταν από καμιά εξωτερική ανισορροπία.
Παρά ταύτα, η πολυετής μακροοικονομική σταθερότητα και η οικονομική πρόοδος οδήγησαν σε αυταρέσκεια. Όπως η αναζήτηση των αποδόσεων υπονόμευσε τον ιδιωτικό χρηματοπιστωτικό κόσμο, έτσι και τα χαμηλά επιτόκια ίσως ενίσχυσαν τη μεγέθυνση του κρατικού δανεισμού. Στις περισσότερες χώρες-μέλη της Ε.Ε. οι μακροοικονομικές μεταρρυθμίσεις έμειναν πίσω. Σε ορισμένες εξ αυτών η δημοσιονομική μυωπία καλύφθηκε με αδιαφανείς λογιστικές πρακτικές. Έτσι τα ευάλωτα δημόσια οικονομικά εκτροχιάστηκαν όταν η κρίση τελικά χτύπησε.
Τι διδάγματα πήραμε από όλα αυτά; Δύο είναι τα συμπεράσματα που περισσότερο υποστηρίζονται τους τελευταίους μήνες.
Σύμφωνα με το πρώτο, η Ευρώπη αντιμετωπίζει ένα δίλημμα: είτε δεν έχει την πολιτική βούληση να διορθώσει τα μη βιώσιμα δημόσια οικονομικά της, είτε –αν την έχει– ο συγχρονισμός της δημοσιονομικής προσαρμογής ανά τα διάφορα κράτη μέλη θα έχει απαγορευτικό κόστος για την Ευρωζώνη σαν σύνολο.
Το δεύτερο συμπέρασμα αφορά κάτι που έχει χαρακτηριστεί ως "ευρώ-παράλυση": Η κρίση αποδείχτηκε μια πολύ μεγάλη δοκιμασία για τους ευρωπαϊκούς θεσμούς οι οποίοι απέτυχαν να περάσουν τη δοκιμασία εξαιτίας της πολιτικής τους αδράνειας.
Αμφισβητώ και τα δύο αυτά συμπεράσματα και θα εξηγήσω γιατί.
Η έννοια του "ευρωπαϊκού διλήμματος" συγχέει τη δημοσιονομική υποχώρηση με τη δημοσιονομική μεταρρύθμιση. Από την άποψη αυτή, το πραγματικά σημαντικό είναι η διόρθωση της δημοσιονομικής πολιτικής να μην αποτελέσει μια μεμονωμένη ενέργεια αλλά μια ριζική μεταβολή της υποκείμενης στρατηγικής πολιτικής που στηρίζει τα δημόσια οικονομικά – μιας στρατηγικής πολιτικής για την επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων σήμερα και στο μέλλον. Ενώ η προσωρινή δημοσιονομική προσαρμογή μειώνει τη ζήτηση, η αλλαγή της δημοσιονομικής στρατηγικής πολιτικής μπορεί να οδηγήσει σε ενίσχυση των εισοδημάτων και της ανάπτυξης.
Και υπάρχει σήμερα τέτοια αλλαγή στρατηγικής πολιτικής στα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης που βούλιαξαν στη δίνη της κρίσης. Οι απαιτούμενες προσαρμογές που συντελούνται είναι διαρθρωτικές κατά το χαρακτήρα τους και περιλαμβάνουν την αναδιάρθρωση των φορολογικών συστημάτων, καθώς επίσης και την αναδιάρθρωση της δομής και του ύψους των δημόσιων δαπανών. Αυτές οι προσαρμογές ενισχύουν το αναπτυξιακό δυναμικό της οικονομίας και το ενισχυμένο αναπτυξιακό δυναμικό κάνει τα κράτη πλουσιότερα. Το "ευρωπαϊκό δίλημμα" είναι, με άλλα λόγια, απατηλό: η δημοσιονομική μεταρρύθμιση, αν είναι αξιόπιστη, μπορεί να περιορίσει τα ελλείμματα και να δώσει αναπτυξιακή ώθηση.
Η ιδέα της "ευρώ-παράλυσης" είναι μια άλλη απάτη. Εν αντιθέσει με ό,τι υποστηρίζεται, εν μέσω της κρίσης οι Ευρωπαίοι δεν δίστασαν να αναλάβουν δράση και να προχωρήσουν σε μεταρρυθμίσεις. Έχουμε πλήθος ενδείξεις για την ευελιξία και την αποφασιστικότητα της δράσης των βασικών ευρωπαϊκών θεσμών.
Καταρχήν δόθηκε ξεκάθαρη εντολή για μια νέα Οικονομική Διακυβέρνηση, που θα ασκείται από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, υπό την ηγεσία του Προέδρου Χέρμαν Βαν Ρομπί, ώστε να δοθεί ώθηση σε μεταρρυθμίσεις. Θα έχουμε την ενίσχυση της δημοσιονομικής εποπτείας, την πιο αυστηρή εφαρμογή της πολυμερούς εποπτείας για τη διόρθωση των υπερβολικών ελλειμμάτων και του δημοσίου χρέους και καλύτερα εργαλεία για την αποτροπή και την επίλυση των κρίσεων.
Ο συνδυασμός αυτών των μέτρων έχει μεγάλη σημασία. Η ενίσχυση της δημοσιονομικής εποπτείας είναι αναγκαία αλλά δεν αρκεί από μόνη της: ένας φαινομενικά υγιής δημόσιος προϋπολογισμός μπορεί απλά να αντανακλά μια υπερθέρμανση της οικονομίας. Επομένως ένα νέο πλαίσιο μακροοικονομικής εποπτείας θα παρακολουθεί αν οι εθνικές τάσεις είναι συμβατές με τις τάσεις που κρίνονται κατάλληλες για την Ευρωζώνη ως σύνολο.
Το φιλόδοξο έργο που έχει τώρα μπροστά της η Ευρώπη δεν αποτελεί μόνο μια οραματική ατζέντα. Πρόκειται για έργο που επιτελείται με αποφασιστικότητα, με την ίδια αίσθηση προσήλωσης στους στόχους που σημάδεψε την περαιτέρω ανάπτυξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα και τη μετεξέλιξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση: μέσα από τον ορισμό ρεαλιστικών στόχων και σταθερών χρονοδιαγραμμάτων και με την κινητοποίηση της αναγκαίας πολιτικής βούλησης μέσα στα εθνικ Κοινοβούλια. Πέρα από κάθε ψευδαίσθηση, αυτή είναι η πραγματικότητα της Ευρώπης σήμερα.
Γράψτε τα δικά σας σχόλια
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Θα σας παρακαλούσα να είστε κόσμιοι στους χαρακτηρισμούς σας, επειδή είναι δυνατόν επισκέπτες του ιστολογίου να είναι και ανήλικοι.
Τα σχόλια στα blogs υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
Τα σχόλια θα εγκρίνονται μόνο όταν είναι σχετικά με το θέμα, δεν αναφέρουν προσωπικούς, προσβλητικούς χαρακτηρισμούς, καθώς επίσης και τα σχόλια που δεν περιέχουν συνδέσμους.
Επίσης, όταν μας αποστέλλονται κείμενα (μέσω σχολίων ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου), παρακαλείσθε να αναγράφετε τυχούσα πηγή τους σε περίπτωση που δεν είναι δικά σας. Ευχαριστούμε για την κατανόησή σας...