Η χώρα της Merkel
Οι Έλληνες αντιμετωπίζονται ως εκείνοι οι ηλίθιοι που δεν μπορούν να κρίνουν τι τους «σερβίρεται» κάθε φορά – ενδεχομένως επειδή έχει τεκμηριωθεί στην πράξη πως πιστεύουν όλα όσα ψέματα τους λέγονται, ειδικά εάν ο εκάστοτε ψεύτης είναι προικισμένος, διαθέτοντας το συγκεκριμένο ταλέντο.
Ξεκινώντας από τις πρόσφατες εξελίξεις, το βασικό αντάλλαγμα που έλαβε η κυβέρνηση (α) για την παράδοση του ονόματος της Μακεδονίας, (β) για την υπογραφή του τέταρτου μνημονίου και (γ) για τη δέσμευση όλων των κυβερνήσεων της έως το έτος της απελευθέρωσης, το 2060, ήταν η αναβολή της πληρωμής των 96 δις € από την δεύτερη δανειακή σύμβαση για μετά το 2032 – κάτι που θεωρείται νομοτελειακό, αφού θα ήταν αδύνατον να εξυπηρετήσει το ποσόν μετά το 2022 που έληγε.
Δυστυχώς όμως τα 96 δις € θα τοκίζονται στα χρόνια αυτά, οπότε θα αυξηθούν σημαντικά επιδεινώνοντας το δημόσιο χρέος – το οποίο έχουμε την απίστευτη ανευθυνότητα να μεταφέρουμε στα παιδιά μας, πανηγυρίζοντας επί πλέον για το επίτευγμα μας.
Όσον αφορά τώρα τα 15 δις € που θα
εισπράξουμε από την τρίτη δανειακή σύμβαση, θα αυξήσουν επίσης το
δημόσιο χρέος – το οποίο από 343,5 δις € που ήταν στα τέλη Μαρτίου, θα
φτάσει στα 358,5 δις € εάν δεν έχει μεσολαβήσει κάτι ενδιάμεσα. Με το ΑΕΠ μας τώρα στα 177,7 δις €, το χρέος θα υπερβεί το 200% –
αν και μεσοπρόθεσμα θα μπορεί να εξυπηρετείται παρά το ύψος του, λόγω
της επιμήκυνσης του. Ως εκ τούτου η Ελλάδα θα είναι σε θέση να προσφύγει
στις αγορές για μερικά χρόνια – για όσα δηλαδή η ημερομηνία λήξης των
ομολόγων που θα εκδίδει δεν θα υπερβαίνει το 2032. Επομένως με δεκαετή
έως το 2021, τα επιτόκια των οποίων είναι σήμερα στο 3,90% όταν της
Ισπανίας είναι στο 1,31% (πηγή)
– γεγονός που σημαίνει πως τότε μόνο μπορούν να χαρακτηρισθούν ως
βιώσιμα, εάν ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας μας τα υπερβαίνει.
Ανέκαθεν τώρα από το ξεκίνημα της κρίσης γνωρίζαμε πως κανένα πρόβλημα της χώρας μας δεν μπορεί να επιλυθεί, εάν η οικονομία της δεν αναπτύσσεται
– υπενθυμίζοντας πως έχουμε χάσει ήδη το 27% του ΑΕΠ μας, ενώ η διαφορά
μας με τα άλλα κράτη της Ευρωζώνης έχει κλιμακωθεί στο 37%, αφού
αναπτύχθηκαν περί το 10% από το 2009 κατά μέσον όρο. Με δεδομένο όμως το
ότι υπογράφηκε ένα ακόμη μνημόνιο, το οποίο συμπεριλαμβάνει μία σειρά
μέτρων «κόστους» 5,1 δις €, η όποια ανάπτυξη της Ελλάδας θα είναι
«ανεμική» – οπότε δεν θα λυθεί κανένα της πρόβλημα, ενώ το χρέος της θα
παραμείνει μη βιώσιμο, όσο και αν θέλει να το ωραιοποιεί κανείς.
Επομένως θα συνεχιστεί η πολιτική της
υποτέλειας και των υποκλίσεων των κυβερνήσεων μας, ο διεθνής
εξευτελισμός μας, η λεηλασία της ιδιωτικής και δημόσιας περιουσίας μας,
οι φορολογικές επιδρομές κοκ. – ενώ δεν γνωρίζουμε πόσους ακόμη
εξευτελισμούς, ληστείες και απώλειες (όσον αφορά την εθνική κυριαρχία όπως στο θέμα της Μακεδονίας) μπορούν να ανεχθούν οι Έλληνες, χωρίς να αντιδράσουν. Κρίνοντας βέβαια από αυτά που συμβαίνουν, η ανοχή των Ελλήνων στις πρωτοφανείς προσβολές που δέχονται και στο διεθνή εξευτελισμό που υφίστανται είναι εξαιρετικά μεγάλη – επίσης απέναντι στις κυβερνητικές αποφάσεις, τις οποίες αποδέχονται σιωπηλά όπως τα πρόβατα και με σκυμμένο δουλικά το κεφάλι.
Όσον αφορά το μεταναστευτικό, το
αντάλλαγμα που πήρε η αξιότιμη κυβέρνηση μας για τη στήριξη της
καγκελαρίου ήταν ακόμη πιο φτωχικό και μίζερο – εάν όχι εντελώς ηλίθιο.
Πρόκειται για τη μη αύξηση του ΦΠΑ σε πέντε νησιά, η οποία βέβαια δεν
κοστίζει τίποτα στους δανειστές, αφού απλά θα μειωθούν τα έσοδα του
δημοσίου – οπότε, με δεδομένη τη δέσμευση μας για πρωτογενή πλεονάσματα 3,5%, τυχόν απώλεια θα πρέπει να καλυφθεί από άλλες αυξήσεις.
Το εξοργιστικό εν προκειμένω είναι το
ότι οι Έλληνες αντιμετωπίζονται ως εκείνοι οι ηλίθιοι που δεν μπορούν να
συνειδητοποιήσεουν τι τους «σερβίρεται» κάθε φορά – ενδεχομένως επειδή
έχει τεκμηριωθεί στην πράξη πως πιστεύουν όλα όσα ψέματα τους λέγονται,
ειδικά εάν ο ψεύτης είναι προικισμένος, όταν διαθέτει δηλαδή το
συγκεκριμένο «ταλέντο». Εν τούτοις, είναι δύσκολο να κρίνει
κανείς τη στάση μίας χώρας που έχει ήδη στείλει 500.000 οικονομικούς
μετανάστες και όχι πρόσφυγες στον υπόλοιπο πλανήτη, κυρίως στη
Γερμανία – πόσο μάλλον όταν δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει κάτι
τέτοιο, ενώ το μεταναστευτικό συνάλλαγμα αποτέλεσε για πολλά χρόνια έναν
«πόρο επιβίωσης» αρκετών Ελλήνων που έμειναν στη χώρα τους.
Συνεχίζοντας, το πόσο έχουμε αποχαυνωθεί εάν όχι αποβλακωθεί ως λαός, ενώ ταυτόχρονα ενδιαφερόμαστε μόνο για τον εαυτό μας κρίνοντας από την έντοκη μεταφορά του χρέους στα παιδιά μας,
φαίνεται από τις διαμαρτυρίες μας στο θέμα των συντάξεων – όπου δεν
καταλαβαίνουμε ότι, αφενός μεν είναι αδιανόητο να είναι υψηλότερες από
τους μισθούς αυτών που εργάζονται, αφετέρου δεν μπορεί να τις παρέχει
ένα χρεοκοπημένο κράτος. Επομένως νομοτελειακά θα μειώνονται, για εκείνο
το χρονικό διάστημα που επίσης νομοτελειακά δεν θα αναπτύσσεται η
οικονομία μας, λόγω του χρέους, των μέτρων και της μαζικής μετανάστευσης
των νέων – άρα στο διηνεκές.
Όσον αφορά δε τις ανοησίες περί της ανταποδοτικότητας των συντάξεων, γνωρίζουμε καλά πως δεν ισχύουν – αφού έχουν ληστευθεί τα αποθεματικά των ταμείων από τις κυβερνήσεις μας, τελευταία με το PSI,
οπότε μπορούν να εξασφαλισθούν μόνο από τις κρατήσεις των εργαζομένων
που όμως μειώνονται, όταν μειώνονται οι αμοιβές τους ή κλιμακώνονται η
ανεργία και η μετανάστευση. Εκτός αυτού είμαστε σίγουροι πως εάν το
αντάλλαγμα για την παράδοση εθνικής μας κυριαρχίας, όπως στο θέμα της
Μακεδονίας, ήταν η αύξηση των συντάξεων, οι διαμαρτυρίες θα ήταν πολύ
λιγότερες – γεγονός που μας κάνει να ντρεπόμαστε για το πού έχουμε
καταλήξει ως Έθνος και ως κοινωνία.
Ολοκληρώνοντας, είναι πλέον φανερό πως καταντήσαμε να γίνουμε μία χώρα της Merkel, αφού αυτή αποφασίζει για το μέλλον μας
– έχοντας καταφέρει να μετατρέψει μία κυβέρνηση που εκλέχθηκε για να
συγκρουστεί μαζί της σε πειθήνιο όργανο και υπηρέτη της, με μοναδικό
αντάλλαγμα την παραμονή της στην εξουσία.
Εν προκειμένω δεν είναι όμως υπεύθυνη ούτε η καγκελάριος, ούτε ο πρωθυπουργός μας – αλλά
όλοι εμείς που δεν σκεφτόμαστε πως τουλάχιστον θα έπρεπε να
διαμαρτυρόμαστε πρώτα για τη μαζική φυγή των παιδιών μας στο εξωτερικό,
καθώς επίσης για την ανεργία και μετά για τις συντάξεις μίας γενιάς που
χρεοκόπησε την Ελλάδα, χωρίς να θέλει να αναλάβει καν τις ευθύνες των
πράξεων της. Διαφορετικά είναι καλύτερα να μάθουμε γερμανικά, παύοντας
εντελώς να αντιδράμε – όπως άλλωστε ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση του, η
οποία παίρνει πλέον ότι της δίνεται χωρίς καμία διαμαρτυρία και καμία
ντροπή.
Analyst Team
Analyst
Δεν συμφωνώ μαζί σας στο σημείο που γράφετε: Εκτός αυτού είμαστε σίγουροι πως εάν το αντάλλαγμα για την παράδοση εθνικής μας κυριαρχίας, όπως στο θέμα της Μακεδονίας, ήταν η αύξηση των συντάξεων, οι διαμαρτυρίες θα ήταν πολύ λιγότερες. Προσωπικά, δεν είδα συνταξιούχους στα συλλαλητήρια, αντιθέτως είδα νέους-ες να αγωνίζονται για το μέλλον τους στα ιερά χώματα της Μακεδονίας μας.
ΑπάντησηΔιαγραφήΛέγαμε τον Μητσοτάκη Γερμανοτραφή και μας προέκυψε ο Τσίπρας.