Το αιγαιακό σύνδρομο των Τούρκων και η θεωρία Γιλμάζ
Παρά τις θεαματικές αλλαγές της τελευταίας δεκαετίας στο κομματικο-πολιτικό σκηνικό της Τουρκίας, το τοπίο των εξωτερικών της σχέσεων παραμένει αμετάβλητο.
Η τουρκική εξωτερική πολιτική συνεχίζει να συγκαθορίζεται από δεδομένα αξιώματα, τα οποία έχουν παγιωθεί στο (μετα)κεμαλικό σύστημα εξουσίας, επηρεάζοντας άμεσα τις κυβερνητικές επιλογές και του διδύμου Ερντογάν - Γκιουλ. Ανεξάρτητα από τον γνωστό ρόλο του τουρκικού «βαθέος κράτους», η εξωτερική πολιτική των νομίμως κρατούντων τα ηνία της εξουσίας σήμερα ουδόλως φαίνεται να αποκλίνει εκείνης όλων των προηγουμένων κυβερνήσεων. Η τουρκική εξωτερική πολιτική ορίζεται μεν σταθερά από την αρχή της συνέχειας, τούτο όμως δεν αρκεί για να αιτιολογηθεί η ταύτιση των σημερινών κυβερνώντων με καταστάσεις που κληρονόμησαν από άλλους και οι οποίες γεννούν πλήθος προβλημάτων στον περίγυρο της χώρας τους. Αξιοσημείωτο είναι δε το γεγονός ότι ενώ η τουρκική πολιτική ηγεσία αποπειράται κατά καιρούς μια υπέρβαση κρισίμων ζητημάτων προς ανατολάς (Κουρδικό, Αρμενικό κ.ά.) ουδέποτε έχει στραφεί προς δυσμάς με την ίδια πρόθεση. Το αντίθετο, μάλιστα: οι εντάσεις που διατηρούνται στην περιοχή κλιμακώνονται τον τελευταίο καιρό επικίνδυνα τόσο με πολιτικές όσο και στρατιωτικές προκλήσεις. Οι τελευταίες, μάλιστα, καθίστανται χρόνο με τον χρόνο όλο και πιο απρόβλεπτες...
Εδώ και τρεισήμισι δεκαετίες, η Τουρκία φαίνεται να επιδιώκει μια (σταδιακή) μεταβολή των υφισταμένων συσχετισμών στα δυτικά της σύνορα, για την επίτευξη της οποίας δεν θα διστάσει να προβεί ακόμη και σε χρήση βίας (εάν και όταν οι συνθήκες το επιτρέψουν). Τη στρατηγική αυτή άλλωστε εφάρμοσε η Τουρκία στην Κύπρο το 1974, όταν είχε εκεί τα γνωστά αποτελέσματα.
Κατά τις περασμένες δεκαετίες, ιδίως στη μεταβατική εποχή Οζάλ, όταν εκδηλώνονταν τέτοιου είδους προκλήσεις ετίθετο το (αφελές) ερώτημα του κατά πόσον το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών είχε γνώση αυτών ή όλα εγένοντο μέσω «αυθαίρετων» στρατιωτικών διαταγών. Και τούτο επειδή η τότε πολιτική διακυβέρνηση έδειχνε να αναζητεί διαφορετικό τρόπο προσέγγισης των ζητημάτων με την Ελλάδα. Ομως, όχι μόνο τότε αλλά και σήμερα ακόμη, η ελληνική πλευρά δεν έχει «ακουμπήσει» το όλο τουρκικό ζήτημα συνολικά, αναλύοντάς την τουρκική λογική του κράτους με όρους μιας «ρεαλπολιτίκ», όπου οι εσωτερικοί συσχετισμοί ισχύος (και συμφερόντων) προσαρμόζονται στα εκάστοτε διεθνή δεδομένα. Οι επίσημες προσεγγίσεις που γίνονται περιπλανώνται μέσα από αναλύσεις ρουτίνας, οι οποίες εκφεύγουν μακράν του πυρήνα των δογμάτων της συνολικής τουρκικής πολιτικής που διαμορφώνεται σταθερά υπό το δέος του συνδρόμου (αν)ασφάλειας των στρατοκρατών της Αγκυρας. Συνεπεία αυτού, η προς τα έξω τουρκική πολιτική εμφανίζει κατά καιρούς διάφορα έκτροπα, τα οποία είτε αποτελούν δόγματα οθωμανικής κληρονομιάς είτε τα έχει ενσωματώσει η ίδια μέσα στο σύγχρονο σύστημα εξουσίας, το οποίο λειτουργούσε πάντοτε στη βάση συγκεκριμένων αξιωμάτων: στρατιωτικών, πολιτικών και κοινωνικο-οικονομικών. Ενα από αυτά τα έκτροπα υπήρξε ανέκαθεν ο επεκτατισμός της, μια μόνιμη τάση που συνεχίζει να υφίσταται, μολονότι δεν καθορίζει άμεσα την τουρκική εξωτερική πολιτική, καθώς δεν μπορεί να αποτελεί σήμερα διαμορφωτικό της στοιχείο-επίσημα τουλάχιστον. Αναμφίβολα, όμως, το επεκτατικό αυτό «τέρας» κατοικοεδρεύει μόνιμα στο πίσω μέρος του εγκεφάλου του τουρκικού «βαθέος κράτους». Και τούτο οδηγεί συχνά σε παλινωδίες και ανακολουθίες την εξωτερική πολιτική της Τουρκίας, καθόσον παραμένοντας δέσμια αντιλήψεων που εκκολάπτονται και συντηρούνται κυρίως στα στεγανά επιτελικών οργάνων των ενόπλων κ.ά. αντιδραστικών δυνάμεών της δεν επιτρέπει τον απεγκλωβισμό της από σύνδρομα του παρελθόντος.
Αν και ουδείς αμφιβάλλει ως προς την επεκτατική στόχευση των τουρκικών προκλήσεων στο Αιγαίο, οφείλουμε κάποτε να θεωρήσουμε το πρόβλημα μέσα από την οπτική μιας διαρκούς διατάραξης των διμερών σχέσεων, γεγονός που βλάπτει ασφαλώς και τις δύο πλευρές. Τον κεντρικό στόχο της συνολικής τουρκικής πολιτικής συνιστά πρώτιστα η μεταβολή του «στάτους κβο» στο Αιγαίο, μέσω της οποίας ανοίγει έμμεσα ο δρόμος και για την ευθεία αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας στον χώρο του Αρχιπελάγους. Και, δυστυχώς, το πρώτο βήμα έχει ήδη συντελεστεί, εν προκειμένω με τις γκρίζες ζώνες των Ιμίων. Δεν είναι εξ άλλου «τυχαία περιστατικά», όταν τουρκικές φρεγάτες πιάνουν «κατά λάθος» στις ακτές της Ραφήνας, καΐκια με «δημοσιογράφους» προσεγγίζουν τη νησίδα Ρω ή όταν τουρκικά πολεμικά υφίστανται μηχανικές βλάβες υπεράνω της Ικαρίας, ενώ άλλα ίπτανται λίγα μέτρα υπεράνω κατοικημένων περιοχών. Ολα τούτα συνιστούν εκ των πραγμάτων σενάρια ασκήσεων πολέμου, στα οποία βεβαίως δεν αναγράφεται πρόθεση κατάληψης τμήματος της ελληνικής επικράτειας. Ασφαλώς, οι Τούρκοι ουδέποτε θα έκαναν τόσο ολέθρια λάθη, επειδή γνωρίζουν κάλλιστα το κόστος που αυτά συνεπάγονται.
Ο υπογράφων είχε την ευκαιρία να διαγνώσει άμεσα τη λογική του τουρκικού κράτους περί τα τέλη Φεβρουαρίου του 1988, όταν «εβίωνε» μια ιδιαίτερα «αυθόρμητη» συζήτηση στο Βελιγράδι με τον τότε υπουργό Εξωτερικών Μεσούτ Γιλμάζ, στο περιθώριο των εργασιών της συνόδου των Βαλκάνιων υπουργών Εξωτερικών. Η ελεύθερη και μακρά συνομιλία με τον Γιλμάζ, ο οποίος ξεκαθάρισε χωρίς διπλωματικές «ντρίπλες» τι επιζητεί ανέκαθεν η Τουρκία στο Αιγαίο, προκλήθηκε με ερώτηση αναφερόμενη σε τουρκικές αεροπορικές παραβιάσεις, οι οποίες είχαν ανασταλεί τότε για ένα 6μηνο βάσει του ισχύοντος ελληνο-τουρκικού μορατόριουμ. Αφού αρχικά δήλωσε «άγνοια» των συμβάντων, ο Γιλμάζ υποβάθμισε κατόπιν το ζήτημα, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Εδώ έχουμε να κάνουμε στο Αιγαίο τόσα πολλά πράγματα μαζί. Κοινές εταιρείες, έρευνες, τουριστικές επιχειρήσεις... Θα συζητούμε τώρα για τα λίγα δευτερόλεπτα που, και "αν", βρέθηκαν τουρκικά αεροπλάνα στον ουρανό που εσείς διεκδικείτε... θεωρώντας το Αιγαίο ελληνική λίμνη; Σε καμιά χώρα του κόσμου δεν συμβαίνει αυτό. Παντού ισχύει η μεσαία γραμμή».... Στην ερώτηση γιατί τελικά γίνονται αυτές οι παραβιάσεις των λίγων δευτερολέπτων, εφόσον κι οι δύο πλευρές επιθυμούν τη συνεργασία, ο Γιλμάζ έγινε πλέον ή σαφής: «Αυτό γίνεται και θα γίνεται επειδή έχουμε αξιώσεις στο Αιγαίο και με τις πτήσεις των τουρκικών αεροπλάνων διαδηλώνουμε τα δικαιώματα της Τουρκίας σε αυτό τον χώρο. Τούτο θα γίνεται έως ότου επιτευχθεί μια συνολική λύση όλων των μεταξύ μας ζητημάτων».
Στην εικοσαετία που παρήλθε έκτοτε, η Τουρκία δεν έπαυσε να «διαδηλώνει» αεροπορικώς τι επιδιώκει σε βάρος της εθνικής κυριαρχίας της χώρας μας στο Αιγαίο. Οι τουρκικές παραβιάσεις και οι προκλήσεις ουδέποτε ανεστάλησαν, οδηγώντας προ 3ετίας και σε θερμό επεισόδιο, ένα τραγικό συμβάν που στοίχισε τη ζωή στον άξιο πιλότο μας Ηλιάκη. Οι αντιδράσεις όμως της ελληνικής πλευράς έχουν καταστεί μάλλον ρουτίνα για την Τουρκία: αναχαιτίσεις, που συμβάλλουν κυρίως στην εκπαίδευση Τούρκων πιλότων, διαβήματα, ανακοινώσεις και δηλώσεις, οι οποίες όμως κλείνουν τελευταία με την γνωστή επωδό: «...και η Ελλάδα θα συνεχίσει να υποστηρίζει την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας»(!!!).
* Δημοσιογράφος και πολιτικός επιστήμων
Πηγή
Η μονη λυση ειναι η πληρως καταστροφη της τουρκιας,αυτο θα γινει μονο εαν ο καθενας μας καταλαβει οτι δεν προκειται να υπαρξει ποτε αληθινει ειρηνη με τους πονηρους αβαπτηστους και αρχισουμε σιγα σιγα να εκλεγουμε ατομα οχι για το δικο μας ατομικο συμφερων αλλα ατομα που θα υπερετησουν το συμφερων της Ελλαδας οσο δεν γινεται αυτο τα πραγματα θα γινονται χειροτερα
ΑπάντησηΔιαγραφήΣτα ανατολικά οι Κούρδοι δεν αστειεύονται. Αν και λιγότεροι ισχυροί σε μέσα από την Ελλάδα, τραβούν τη σκανδάλη. Εδώ πληθώρα μεσων αλλά η σκανδάλη δεν τραβιεται και το χειρότερο είναι ότι το διαλαλούμε παντού οτι δεν πρόκειται να τραβήξουμε τη σκανδαλη. Γιατί λοιπόν να αλλάξει η πολιτική των τούρκων απεναντί μας. Πλήρης επιτυχία με το μικρότερο δυνατό κόστος. Ενώ στο Κουρδιστάν, οι τύποι σοβαρολογούν όταν τραβούν τη σκανδάλη.
ΑπάντησηΔιαγραφή