Το «βέρτιγκο» των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή
Ο ρόλος της Τουρκίας, η Τεχεράνη και η Ελλάδα
Του Γιώργου Καπόπουλου
Η συνολική στρατηγική των ΗΠΑ στην περιοχή έρχεται σε μετωπική σύγκρουση με την πολιτική των Ερντογάν - Νταβούτογλου. Από τη μεριά της η Τουρκία ακολουθούσε τους τελευταίους μήνες επιθετική πολιτική: Από τη μια βοηθούσε την κυβέρνηση Μπαρζανί στο Αρμπίλ να χειραφετηθεί τελείως από την κυβέρνηση της Βαγδάτης και από την άλλη μέσω του Ισλαμικού Κράτους να συντηρεί μια εξισορροπητική δύναμη, ή μια απειλή από τον Νότο, που θα ανάγκαζε την κουρδική ηγεσία να αναζητήσει την επιδιαιτησία ή και την προστασία της Αγκυρας.
Με την ομιλία του στους αξιωματικούς και τους άνδρες του CENTCOM, της διοίκησης δηλαδή των Ενόπλων Δυνάμεων των ΗΠΑ που έχει την ευθύνη της ευρύτερης Μέσης Ανατολής, την Τετάρτη, ο Πρόεδρος Ομπάμα επέτεινε τη σύγχυση και πολλαπλασίασε τα ερωτήματα για την πολιτική των ΗΠΑ απέναντι στους Τζιχαντιστές της ISIS στη Συρία και στο Ιράκ, αλλά και ως προς τη συνολική στρατηγική της Ουάσιγκτον στην ευρύτερη Μέση Ανατολή.
Το ίδιο συμπέρασμα μπορεί να εξαχθεί και από την ομιλία, λίγες ώρες αργότερα του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ Κέρι ενώπιον της επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Γερουσίας
Πέραν της γενικολογίας για συγκρότηση συνασπισμού σαράντα και πλέον κρατών με άγνωστο τον βαθμό εμπλοκής και τον ρόλο του κάθε εταίρου, η ασάφεια σφραγίζει τις δηλώσεις της ηγεσίας των ΗΠΑ: Ακόμη και η διαβεβαίωση ότι δεν πρόκειται να εμπλακούν επί τόπου χερσαίες αμερικανικές δυνάμεις αμφισβητείται στην πράξη, από την ταυτόχρονη δέσμευση για αποστολή επί τόπου στρατιωτικών συμβούλων που θα ενσωματωθούν σε μαχόμενες μονάδες του στρατού του Ιράκ.
Όλοι σύμμαχοι πλην Τουρκίας
Από τα παραπάνω αλλά και από το σύνολο των δηλώσεων και τοποθετήσεων των τελευταίων ημερών προκύπτουν μόνον δύο βεβαιότητες:
Ως προς το Ισλαμικό Κράτος η Αγκυρα μέχρι στιγμής ελέγχει τη μοναδική χερσαία πρόσβαση στη μεθόριο με τη Συρία. Όσοι κατά καιρούς ενίσχυσαν τις πολυάριθμες εξτρεμιστικές οργανώσεις από την Αλ Νούσρα μέχρι την Αχραρ αλ Σαμ και την ISIS, υποχρεωτικά αποδέχθηκαν την Τουρκία όχι ως ενδιάμεσο αλλά ως ηγετικό συντονιστή της προσπάθειας ανατροπής του Ασαντ.
Σήμερα, οι ΗΠΑ ανέθεσαν σε Γερμανία, Βρετανία και Γαλλία τον εξοπλισμό της κουρδικής οντότητας στο Βόρειο Ιράκ, δίνουν ηγετικό ρόλο στο Ιράν και στη Σαουδική Αραβία για τη σταθεροποίηση του Ιράκ, και σε ό,τι αφορά τη Συρία, τον πρώτο λόγο τον έχει το Ριάντ και τα Εμιράτα.
Πουθενά στον αμερικανικό σχεδιασμό δεν υπάρχει ρόλος για την Τουρκία εκτός των συνόρων της. Ετσι, η πρόσφατη επίσκεψη Κέρι στην Αγκυρα εξελίχθηκε σε ένα διπλωματικό φιάσκο. Μια μέρα μετά, η Wall Street Journal γράφει ότι η Αγκυρα δεν μπορεί πλέον να υπολογίζεται ως σύμμαχος της Ουάσιγκτον και αφού δεν παραχωρεί τη βάση του Ιντσιρλίκ για βομβαρδισμούς κατά του ISIS θα ήταν καλύτερο να μεταφερθεί η βάση στο Βόρειο Ιράκ.
Την ίδια μέρα, ο μέχρι τον Ιούλιο πρέσβης των ΗΠΑ στην Αγκυρα Ριτσιαρντόνε λέει δημόσια και χωρίς περιστροφές ότι η Αγκυρα έχει ενισχύσει όλες τις εξτρεμιστικές οργανώσεις στη Συρία.
Η απάντηση της Αγκυρας ήλθε με τις δηλώσεις του Ερντογάν τη Δευτέρα, όπου ανακοίνωσε ότι μελετάται το ενδεχόμενο δημιουργίας «Ενδιαμέσης Ζώνης» υπό τον έλεγχο του τουρκικού στρατού εντός Συρίας, μια ενέργεια ευθέως εχθρική με την πολιτική των ΗΠΑ.
Μια στρατηγική περιπλάνηση
Ο Ομπάμα δοκίμασε μια άλλη προσέγγιση στη Μέση Ανατολή, με τις ΗΠΑ πρώτα να στηρίζουν τα κινήματα εκδημοκρατισμού και στη συνέχεια να διαδραματίζουν επιδιαιτητικό ρόλο ανάμεσα σε Σιίτες και Σουνίτες.
Ως υποψήφιος για την Προεδρία το 2009 είχε καταστήσει σαφή την απόφασή του να απεμπλέξει τις ΗΠΑ τόσο από το Ιράκ όσο και από το Αφγανιστάν. Στη σκιά της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης που ξέσπασε το φθινόπωρο του 2008 με την κατάρρευση της Lehman Brothers, το κόστος της συντήρησης ογκώδους χερσαίας παρουσίας των ΗΠΑ στις δύο αυτές χώρες πρόβαλε ως απαγορευτικό και μάλιστα με δεδομένο ότι οι στόχοι των Συντηρητικών για μια Pax Americana στην περιοχή που θα οδηγούσε στην ανάδυση μιας νέας Μέσης Ανατολής δεν είχε καρποφορήσει. Λίγο μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, τον Ιανουάριο του 2009, ο Ομπάμα επισκέφθηκε διαδοχικά την Κωνσταντινούπολη και το Κάιρο, με τις επί τόπου ομιλίες του να πιστοποιούν τη στροφή της αμερικανικής πολιτικής: «Ναι» στον διάλογο με τις μετριοπαθείς δυνάμεις του Πολιτικού Ισλάμ, «ναι» στον εκδημοκρατισμό στον αραβομουσουλμανικό κόσμο, τέρμα στην ανεπιφύλακτη στήριξη δικτατορικών καθεστώτων που διεκδικούσαν τον ρόλο του αναχώματος της Δύσης απέναντι στον ισλαμικό κίνδυνο.
Έτσι όταν οι κραδασμοί της ανατροπής του Μπεναλί στην Τυνησία τον Ιανουάριο του 2011 άρχισαν να κλονίζουν τον Μουμπάρακ στην Αίγυπτο, οι ΗΠΑ κράτησαν αποστάσεις και επένδυσαν στην επόμενη μέρα.
Αλλαγές
Το τέλος του ενιαίου χώρου Ελλάδας-Τουρκίας
Οι εξελίξεις αυτές σημαίνουν καταλυτικές αλλαγές ως προς το πλαίσιο των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Από το 1947 και μετά, από την εποχή δηλαδή του δόγματος Τρούμαν που ανέδειξε για την Ουάσιγκτον την Ελλάδα και την Τουρκία ως ενιαίο χώρο, οι δύο χώρες υπήρξαν εταίροι και ταυτόχρονα αντίπαλοι στο ίδιο στρατόπεδο.
Η Τουρκία πλέον τύποις είναι σύμμαχος των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ, ενώ η διαπραγμάτευση με την Ε.Ε. έχει λήξει, χωρίς καμιά πλευρά να το παραδέχεται δημόσια. Από συγκρουόμενοι εταίροι στο ΝΑΤΟ, Ελλάδα και Τουρκία τείνουν να βρεθούν σε διαφορετικά στρατόπεδα: Η Αθήνα στη Δύση, στην Ατλαντική Συμμαχία με διμερή βαρύνουσα συνεργασία με τις ΗΠΑ και στενή συνεργασία με το Ισραήλ και στον σκληρό πυρήνα της Ευρώπης και η Αγκυρα με φιλοδοξίες περιφερειακής δύναμης, που συγκρούεται με τη Δύση στη Μέση Ανατολή και στην πρώην ΕΣΣΔ.
Οι κινήσεις των ΗΠΑ εξαρτώνται από τις διαπραγματεύσεις με το Ιράν
Σημείο καμπής η εξέγερση στη Συρία
Οι ανατροπές στην Αίγυπτο και στην Τυνησία, δύο χώρες όπου οι Μουσουλμάνοι είναι Σουνίτες, εγγράφηκαν στη λογική της πίεσης για εκδημοκρατισμό, για ένα μείγμα Ισλάμ-Δημοκρατίας που είχε και για τους εξεγερθέντες αλλά και τους σχεδιαστές της μεσανατολικής στρατηγικής στην Ουάσιγκτον ως σημείο αναφοράς την Τουρκία του Ερντογάν και του κυβερνώντος κόμματος ΑΚΡ. Ενα κίνημα εκδημοκρατισμού του σουνιτικού Ισλάμ πρόβαλε αμέσως ως θανάσιμη απειλή για τη Σαουδική Αραβία και τα Εμιράτα, που νομιμοποιούσαν τον αυταρχισμό ως σύμφυτο με την ορθόδοξη θρησκευτική ταυτότητα της περιοχής.
Το σημείο καμπής είναι η εξέγερση στη Συρία, η οποία πολύ γρήγορα από διαμαρτυρίες με αίτημα τον εκδημοκρατισμό, άρχισε να παίρνει τη μορφή ενός θρησκευτικού-κοινοτικού πολέμου ανάμεσα στη σουνιτική πλειοψηφία του πληθυσμού της χώρας και το μειονοτικό Αλαουιτικό Μπααθικό καθεστώς Ασαντ στη Δαμασκό.
Από τη Σαουδική Αραβία και τα Εμιράτα μέχρι και την Τουρκία όλοι άρχισαν να επενδύουν σε μια σουνιτική Συρία και να ενισχύουν αδιακρίτως όλο το φάσμα των ενόπλων οργανώσεων των Σουνιτών από τους μετριοπαθείς μέχρι τους ακραίους ισλαμιστές.
Η πρόσφατη εμπειρία του Ιράκ, όπου η ανατροπή του Σαντάμ είχε οδηγήσει σε μια μετωπική σύγκρουση την κυβερνώσα μέχρι το 2003 μειοψηφία των Σουνιτών με τη σιιτική πλειοψηφία, λογικά θα έπρεπε να είχε διδάξει προσοχή και μετριοπάθεια στην Ουάσιγκτον.
Ομως στην αμερικανική πρωτεύουσα η προτεραιότητα ήταν διαφορετική: Η πτώση του Ασαντ και η μετατροπή της Συρίας σε σουνιτικό κράτος θα έδινε τέλος στην επιρροή του Ιράν στη χώρα και θα απομόνωνε τη Χεζμπολάχ στο Νότιο Λίβανο. Ετσι οι ΗΠΑ είδαν την πτώση του Ασαντ σαν αποδυνάμωση της Τεχεράνης.
Η επιλογή αυτή των ΗΠΑ συνέπιπτε και με τα συμφέροντα των δύο πιο ισχυρών λόμπι στην Ουάσιγκτον, του φιλοϊσραηλινού και του σαουδαραβικού και κάλυπτε και την πολιτική του Στρατηγικού Βάθους των Ερντογάν-Νταβούτογλου. Σημείο καμπής είναι το 2013, με την εκλογή του Ρουχανί στην Προεδρία του Ιράν, αλλά και τον εξαναγκασμό της Τεχεράνης λίγο πριν από τις εκλογές και υπό την πίεση των κυρώσεων να αρχίσει μυστικές διαπραγματεύσεις με την Ουάσιγκτον στο Ομάν.
Η πρόοδος της διαπραγμάτευσης αλλά και η διπλωματική παρεμβολή της Μόσχας ακύρωσαν τον Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς την ειλημμένη απόφαση Ομπάμα να πλήξει τον Ασαντ με βομβαρδισμούς, με αφορμή τη χρήση χημικών όπλων.
Από το σημείο εκείνο μέχρι και τώρα είχε καταστεί φανερό ότι όλες οι επιλογές των ΗΠΑ στην περιοχή είναι συνάρτηση της τελικής κατάληξης των διαπραγματεύσεων με το Ιράν.
Αιφνιδιασμός στη Μοσούλη
Η κατάληψη της Μοσούλης από τους Τζιχαντιστές στην αρχή του καλοκαιριού άλλαξε τα δεδομένα και τις ισορροπίες: Για να αντιμετωπισθεί δραστικά η απειλή, οι ΗΠΑ έπρεπε να συμπλεύσουν με την Τεχεράνη, τη Βαγδάτη και τη Δαμασκό, ενώ -αν παρέμεναν αδρανείς- άνοιγε η προοπτική της σε σύντομο χρονικό διάστημα διάλυσης του Ιράκ και της Συρίας και της σύστασης ενός σουνιτικού κράτους στην περιοχή.
Η Ουάσιγκτον έπρεπε με κάποιο τρόπο να θέσει υπό έλεγχο την ενίσχυση της ISIS. Επέλεξε τη Σαουδική Αραβία και τα Εμιράτα ως κύριους συμμάχους απέναντι σε μια απειλή, την οποία οι χώρες αυτές εξέθρεψαν κυρίως για να την έχουν εκτός των συνόρων τους ως εργαλείο παρά εντός ως ωρολογιακή βόμβα.
Πηγή Ημερησία
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου
Του Γιώργου Καπόπουλου
Η συνολική στρατηγική των ΗΠΑ στην περιοχή έρχεται σε μετωπική σύγκρουση με την πολιτική των Ερντογάν - Νταβούτογλου. Από τη μεριά της η Τουρκία ακολουθούσε τους τελευταίους μήνες επιθετική πολιτική: Από τη μια βοηθούσε την κυβέρνηση Μπαρζανί στο Αρμπίλ να χειραφετηθεί τελείως από την κυβέρνηση της Βαγδάτης και από την άλλη μέσω του Ισλαμικού Κράτους να συντηρεί μια εξισορροπητική δύναμη, ή μια απειλή από τον Νότο, που θα ανάγκαζε την κουρδική ηγεσία να αναζητήσει την επιδιαιτησία ή και την προστασία της Αγκυρας.
Με την ομιλία του στους αξιωματικούς και τους άνδρες του CENTCOM, της διοίκησης δηλαδή των Ενόπλων Δυνάμεων των ΗΠΑ που έχει την ευθύνη της ευρύτερης Μέσης Ανατολής, την Τετάρτη, ο Πρόεδρος Ομπάμα επέτεινε τη σύγχυση και πολλαπλασίασε τα ερωτήματα για την πολιτική των ΗΠΑ απέναντι στους Τζιχαντιστές της ISIS στη Συρία και στο Ιράκ, αλλά και ως προς τη συνολική στρατηγική της Ουάσιγκτον στην ευρύτερη Μέση Ανατολή.
Το ίδιο συμπέρασμα μπορεί να εξαχθεί και από την ομιλία, λίγες ώρες αργότερα του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ Κέρι ενώπιον της επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Γερουσίας
Όλοι σύμμαχοι πλην Τουρκίας
Από τα παραπάνω αλλά και από το σύνολο των δηλώσεων και τοποθετήσεων των τελευταίων ημερών προκύπτουν μόνον δύο βεβαιότητες:
- Οι αποστάσεις ασφαλείας σε επίπεδο διακηρύξεων που κρατούν ΗΠΑ και Ιράν. Ούτε η Ουάσιγκτον μπορούσε να αναλάβει το κόστος μιας ανοικτής σύμπλευσης -συνεργασίας και το ίδιο ισχύει για την Τεχεράνη. Στην πράξη όλοι γνωρίζουν ότι χωρίς τη συνδρομή του Ιράν, το Ιράκ δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τους Τζιχαντιστές. Ετσι, ΗΠΑ και Ιράν είναι de facto σύμμαχοι στο Ιράκ, στηρίζουν μαζί τη νέα κυβέρνηση Αμπάντι και έχουν αποφασίσει να κρατήσουν αποστάσεις εντός της Συρίας.
- Δεύτερη και πιo σημαντική βεβαιότητα είναι ότι η συνολική στρατηγική των ΗΠΑ στην περιοχή έρχεται σε μετωπική σύγκρουση με την πολιτική των Ερντογάν ? Νταβούτογλου, καθώς προσπαθεί ταυτόχρονα να αποσπάσει τους Κούρδους του Βορείου Ιράκ από την επιρροή της Τουρκίας και να εκμηδενίσει τη δυνατότητα επιρροής της Αγκυρας στο Ισλαμικό Κράτος.
Ως προς το Ισλαμικό Κράτος η Αγκυρα μέχρι στιγμής ελέγχει τη μοναδική χερσαία πρόσβαση στη μεθόριο με τη Συρία. Όσοι κατά καιρούς ενίσχυσαν τις πολυάριθμες εξτρεμιστικές οργανώσεις από την Αλ Νούσρα μέχρι την Αχραρ αλ Σαμ και την ISIS, υποχρεωτικά αποδέχθηκαν την Τουρκία όχι ως ενδιάμεσο αλλά ως ηγετικό συντονιστή της προσπάθειας ανατροπής του Ασαντ.
Σήμερα, οι ΗΠΑ ανέθεσαν σε Γερμανία, Βρετανία και Γαλλία τον εξοπλισμό της κουρδικής οντότητας στο Βόρειο Ιράκ, δίνουν ηγετικό ρόλο στο Ιράν και στη Σαουδική Αραβία για τη σταθεροποίηση του Ιράκ, και σε ό,τι αφορά τη Συρία, τον πρώτο λόγο τον έχει το Ριάντ και τα Εμιράτα.
Πουθενά στον αμερικανικό σχεδιασμό δεν υπάρχει ρόλος για την Τουρκία εκτός των συνόρων της. Ετσι, η πρόσφατη επίσκεψη Κέρι στην Αγκυρα εξελίχθηκε σε ένα διπλωματικό φιάσκο. Μια μέρα μετά, η Wall Street Journal γράφει ότι η Αγκυρα δεν μπορεί πλέον να υπολογίζεται ως σύμμαχος της Ουάσιγκτον και αφού δεν παραχωρεί τη βάση του Ιντσιρλίκ για βομβαρδισμούς κατά του ISIS θα ήταν καλύτερο να μεταφερθεί η βάση στο Βόρειο Ιράκ.
Την ίδια μέρα, ο μέχρι τον Ιούλιο πρέσβης των ΗΠΑ στην Αγκυρα Ριτσιαρντόνε λέει δημόσια και χωρίς περιστροφές ότι η Αγκυρα έχει ενισχύσει όλες τις εξτρεμιστικές οργανώσεις στη Συρία.
Η απάντηση της Αγκυρας ήλθε με τις δηλώσεις του Ερντογάν τη Δευτέρα, όπου ανακοίνωσε ότι μελετάται το ενδεχόμενο δημιουργίας «Ενδιαμέσης Ζώνης» υπό τον έλεγχο του τουρκικού στρατού εντός Συρίας, μια ενέργεια ευθέως εχθρική με την πολιτική των ΗΠΑ.
Μια στρατηγική περιπλάνηση
Ο Ομπάμα δοκίμασε μια άλλη προσέγγιση στη Μέση Ανατολή, με τις ΗΠΑ πρώτα να στηρίζουν τα κινήματα εκδημοκρατισμού και στη συνέχεια να διαδραματίζουν επιδιαιτητικό ρόλο ανάμεσα σε Σιίτες και Σουνίτες.
Ως υποψήφιος για την Προεδρία το 2009 είχε καταστήσει σαφή την απόφασή του να απεμπλέξει τις ΗΠΑ τόσο από το Ιράκ όσο και από το Αφγανιστάν. Στη σκιά της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης που ξέσπασε το φθινόπωρο του 2008 με την κατάρρευση της Lehman Brothers, το κόστος της συντήρησης ογκώδους χερσαίας παρουσίας των ΗΠΑ στις δύο αυτές χώρες πρόβαλε ως απαγορευτικό και μάλιστα με δεδομένο ότι οι στόχοι των Συντηρητικών για μια Pax Americana στην περιοχή που θα οδηγούσε στην ανάδυση μιας νέας Μέσης Ανατολής δεν είχε καρποφορήσει. Λίγο μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, τον Ιανουάριο του 2009, ο Ομπάμα επισκέφθηκε διαδοχικά την Κωνσταντινούπολη και το Κάιρο, με τις επί τόπου ομιλίες του να πιστοποιούν τη στροφή της αμερικανικής πολιτικής: «Ναι» στον διάλογο με τις μετριοπαθείς δυνάμεις του Πολιτικού Ισλάμ, «ναι» στον εκδημοκρατισμό στον αραβομουσουλμανικό κόσμο, τέρμα στην ανεπιφύλακτη στήριξη δικτατορικών καθεστώτων που διεκδικούσαν τον ρόλο του αναχώματος της Δύσης απέναντι στον ισλαμικό κίνδυνο.
Έτσι όταν οι κραδασμοί της ανατροπής του Μπεναλί στην Τυνησία τον Ιανουάριο του 2011 άρχισαν να κλονίζουν τον Μουμπάρακ στην Αίγυπτο, οι ΗΠΑ κράτησαν αποστάσεις και επένδυσαν στην επόμενη μέρα.
Αλλαγές
Το τέλος του ενιαίου χώρου Ελλάδας-Τουρκίας
Οι εξελίξεις αυτές σημαίνουν καταλυτικές αλλαγές ως προς το πλαίσιο των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Από το 1947 και μετά, από την εποχή δηλαδή του δόγματος Τρούμαν που ανέδειξε για την Ουάσιγκτον την Ελλάδα και την Τουρκία ως ενιαίο χώρο, οι δύο χώρες υπήρξαν εταίροι και ταυτόχρονα αντίπαλοι στο ίδιο στρατόπεδο.
Η Τουρκία πλέον τύποις είναι σύμμαχος των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ, ενώ η διαπραγμάτευση με την Ε.Ε. έχει λήξει, χωρίς καμιά πλευρά να το παραδέχεται δημόσια. Από συγκρουόμενοι εταίροι στο ΝΑΤΟ, Ελλάδα και Τουρκία τείνουν να βρεθούν σε διαφορετικά στρατόπεδα: Η Αθήνα στη Δύση, στην Ατλαντική Συμμαχία με διμερή βαρύνουσα συνεργασία με τις ΗΠΑ και στενή συνεργασία με το Ισραήλ και στον σκληρό πυρήνα της Ευρώπης και η Αγκυρα με φιλοδοξίες περιφερειακής δύναμης, που συγκρούεται με τη Δύση στη Μέση Ανατολή και στην πρώην ΕΣΣΔ.
Οι κινήσεις των ΗΠΑ εξαρτώνται από τις διαπραγματεύσεις με το Ιράν
Σημείο καμπής η εξέγερση στη Συρία
Οι ανατροπές στην Αίγυπτο και στην Τυνησία, δύο χώρες όπου οι Μουσουλμάνοι είναι Σουνίτες, εγγράφηκαν στη λογική της πίεσης για εκδημοκρατισμό, για ένα μείγμα Ισλάμ-Δημοκρατίας που είχε και για τους εξεγερθέντες αλλά και τους σχεδιαστές της μεσανατολικής στρατηγικής στην Ουάσιγκτον ως σημείο αναφοράς την Τουρκία του Ερντογάν και του κυβερνώντος κόμματος ΑΚΡ. Ενα κίνημα εκδημοκρατισμού του σουνιτικού Ισλάμ πρόβαλε αμέσως ως θανάσιμη απειλή για τη Σαουδική Αραβία και τα Εμιράτα, που νομιμοποιούσαν τον αυταρχισμό ως σύμφυτο με την ορθόδοξη θρησκευτική ταυτότητα της περιοχής.
Το σημείο καμπής είναι η εξέγερση στη Συρία, η οποία πολύ γρήγορα από διαμαρτυρίες με αίτημα τον εκδημοκρατισμό, άρχισε να παίρνει τη μορφή ενός θρησκευτικού-κοινοτικού πολέμου ανάμεσα στη σουνιτική πλειοψηφία του πληθυσμού της χώρας και το μειονοτικό Αλαουιτικό Μπααθικό καθεστώς Ασαντ στη Δαμασκό.
Από τη Σαουδική Αραβία και τα Εμιράτα μέχρι και την Τουρκία όλοι άρχισαν να επενδύουν σε μια σουνιτική Συρία και να ενισχύουν αδιακρίτως όλο το φάσμα των ενόπλων οργανώσεων των Σουνιτών από τους μετριοπαθείς μέχρι τους ακραίους ισλαμιστές.
Η πρόσφατη εμπειρία του Ιράκ, όπου η ανατροπή του Σαντάμ είχε οδηγήσει σε μια μετωπική σύγκρουση την κυβερνώσα μέχρι το 2003 μειοψηφία των Σουνιτών με τη σιιτική πλειοψηφία, λογικά θα έπρεπε να είχε διδάξει προσοχή και μετριοπάθεια στην Ουάσιγκτον.
Ομως στην αμερικανική πρωτεύουσα η προτεραιότητα ήταν διαφορετική: Η πτώση του Ασαντ και η μετατροπή της Συρίας σε σουνιτικό κράτος θα έδινε τέλος στην επιρροή του Ιράν στη χώρα και θα απομόνωνε τη Χεζμπολάχ στο Νότιο Λίβανο. Ετσι οι ΗΠΑ είδαν την πτώση του Ασαντ σαν αποδυνάμωση της Τεχεράνης.
Η επιλογή αυτή των ΗΠΑ συνέπιπτε και με τα συμφέροντα των δύο πιο ισχυρών λόμπι στην Ουάσιγκτον, του φιλοϊσραηλινού και του σαουδαραβικού και κάλυπτε και την πολιτική του Στρατηγικού Βάθους των Ερντογάν-Νταβούτογλου. Σημείο καμπής είναι το 2013, με την εκλογή του Ρουχανί στην Προεδρία του Ιράν, αλλά και τον εξαναγκασμό της Τεχεράνης λίγο πριν από τις εκλογές και υπό την πίεση των κυρώσεων να αρχίσει μυστικές διαπραγματεύσεις με την Ουάσιγκτον στο Ομάν.
Η πρόοδος της διαπραγμάτευσης αλλά και η διπλωματική παρεμβολή της Μόσχας ακύρωσαν τον Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς την ειλημμένη απόφαση Ομπάμα να πλήξει τον Ασαντ με βομβαρδισμούς, με αφορμή τη χρήση χημικών όπλων.
Από το σημείο εκείνο μέχρι και τώρα είχε καταστεί φανερό ότι όλες οι επιλογές των ΗΠΑ στην περιοχή είναι συνάρτηση της τελικής κατάληξης των διαπραγματεύσεων με το Ιράν.
Αιφνιδιασμός στη Μοσούλη
Η κατάληψη της Μοσούλης από τους Τζιχαντιστές στην αρχή του καλοκαιριού άλλαξε τα δεδομένα και τις ισορροπίες: Για να αντιμετωπισθεί δραστικά η απειλή, οι ΗΠΑ έπρεπε να συμπλεύσουν με την Τεχεράνη, τη Βαγδάτη και τη Δαμασκό, ενώ -αν παρέμεναν αδρανείς- άνοιγε η προοπτική της σε σύντομο χρονικό διάστημα διάλυσης του Ιράκ και της Συρίας και της σύστασης ενός σουνιτικού κράτους στην περιοχή.
Η Ουάσιγκτον έπρεπε με κάποιο τρόπο να θέσει υπό έλεγχο την ενίσχυση της ISIS. Επέλεξε τη Σαουδική Αραβία και τα Εμιράτα ως κύριους συμμάχους απέναντι σε μια απειλή, την οποία οι χώρες αυτές εξέθρεψαν κυρίως για να την έχουν εκτός των συνόρων τους ως εργαλείο παρά εντός ως ωρολογιακή βόμβα.
Πηγή Ημερησία
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου
Γράψτε τα δικά σας σχόλια
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Θα σας παρακαλούσα να είστε κόσμιοι στους χαρακτηρισμούς σας, επειδή είναι δυνατόν επισκέπτες του ιστολογίου να είναι και ανήλικοι.
Τα σχόλια στα blogs υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
Τα σχόλια θα εγκρίνονται μόνο όταν είναι σχετικά με το θέμα, δεν αναφέρουν προσωπικούς, προσβλητικούς χαρακτηρισμούς, καθώς επίσης και τα σχόλια που δεν περιέχουν συνδέσμους.
Επίσης, όταν μας αποστέλλονται κείμενα (μέσω σχολίων ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου), παρακαλείσθε να αναγράφετε τυχούσα πηγή τους σε περίπτωση που δεν είναι δικά σας. Ευχαριστούμε για την κατανόησή σας...