Το παράπονο του Ελύτη
Αγαπάω εκείνους που αγαπούν τη ζωή. Που στύβουν το λίγο και βγάζουν το πολύ. Για τους εαυτούς τους και για όσους αγαπούν.
«Αναρωτιέμαι μερικές φορές: είμαι εγώ που σκέφτομαι καθημερινά πως η ζωή μου είναι μία;
• Όλοι οι υπόλοιποι το ξεχνούν; Ή πιστεύουν πως θα έχουν κι άλλες, πολλές ζωές, για να κερδίσουν τον χρόνο που σπαταλούν;
Μούτρα. Ν’ αντικρίζεις τη ζωή με μούτρα. Τη μέρα, την κάθε σου μέρα. Να περιμένεις την Παρασκευή που θα φέρει το Σάββατο και την Κυριακή για να ζήσεις.
• Κι ύστερα να μη φτάνει ούτε κι αυτό, να...
χρειάζεται να περιμένεις τις διακοπές. Και μετά ούτε κι αυτές να είναι αρκετές. Να περιμένεις μεγάλες στιγμές. Να μην τις επιδιώκεις, να τις περιμένεις.
Κι ύστερα να λες πως είσαι άτυχος και πως η ζωή ήταν άδικη μαζί σου.
• Και να μη βλέπεις πως ακριβώς δίπλα σου συμβαίνουν αληθινές δυστυχίες που η ζωή κλήρωσε σε άλλους ανθρώπους. Σ’ εκείνους που δεν το βάζουν κάτω και αγωνίζονται. Και να μην μαθαίνεις από το μάθημά τους.
Και να μη νιώθεις καμία φορά ευλογημένος που μπορείς να χαίρεσαι τρία πράγματα στη ζωή σου, την καλή υγεία, δυο φίλους, μια αγάπη, μια δουλειά, μια δραστηριότητα που σε κάνει να αισθάνεσαι ότι δημιουργείς, ότι έχει λόγο η ύπαρξή σου.
• Να κλαίγεσαι που δεν έχεις πολλά. Που κι αν τα είχες, θα ήθελες περισσότερα.
Να πιστεύεις ότι τα ξέρεις όλα και να μην ακούς. Να μαζεύεις λύπες και απελπισίες, να ξυπνάς κάθε μέρα ακόμη πιο βαρύς. Λες και ο χρόνος σου είναι απεριόριστος.
• Κάθε μέρα προσπαθώ να μπω στη θέση σου. Κάθε μέρα αποτυγχάνω.
Γιατί αγαπάω εκείνους που αγαπούν τη ζωή. Και που η λύπη τους είναι η δύναμή τους. Που κοιτάζουν με μάτια άδολα και αθώα, ακόμα κι αν πέρασε ο χρόνος αδυσώπητος από πάνω τους. Που γνωρίζουν ότι δεν τα ξέρουν όλα, γιατί δεν μαθαίνονται όλα.
• Που στύβουν το λίγο και βγάζουν το πολύ. Για τους εαυτούς τους και για όσους αγαπούν.
Και δεν κουράζονται να αναζητούν την ομορφιά στην κάθε μέρα, στα χαμόγελα των ανθρώπων, στα χάδια των ζώων, σε μια ασπρόμαυρη φωτογραφία, σε μια πολύχρωμη μπουγάδα.
«Όσο κι αν κανείς προσέχειΑμέθυστος
όσο κι αν το κυνηγά
πάντα, πάντα θα ‘ναι αργά,δεύτερη ζωή δεν έχει».
https://www.youtube.com/watch?v=Dsfvf_bg_W4
ΑπάντησηΔιαγραφήΤης αγάπης αίματα
https://panoszacharios.gr/tis-agapis-emata-axion-esti/
ΑπάντησηΔιαγραφήΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ ΑΙΜΑΤΑ – ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ
Panos Zacharios June 8, 2016
Χτες το βράδυ που γύρναγα αργά στο σπίτι από την δουλεία άκουσα μετά από πολύ καιρό το αγαπημένο μου ποίημα από τον Οδυσσέα Ελύτη.
Το άκουσμα του μου έφερε μνήμες από μια περίοδο της ζωής μου πού έψαχνα να βρω το “τι θέλει να πει ο ποιητής”,το βαθύτερο νόημα των τόσο δυνατών στίχων.
Ήταν πραγματικά δύσκολο πολύ να βρω σωστές ερμηνείες και όχι γνώμες άπλα. Χτες έψαξα και παραθέτω ίσως την πιο αντικειμενικη και σωστή ανάλυση πού έχω διαβάσει!
Της αγάπης αίματα με πορφύρωσαν
και χαρές ανείδωτες με σκιάσανε
οξειδώθηκα μες στη νοτιά των ανθρώπων
μακρινή μητέρα ρόδο μου ρόδο αμάραντο
Στ’ ανοιχτά του πελάγου με καρτέρεσαν
Με μπομπάρδες τρικάταρτες και μου ρίξανε
αμαρτία μου να ‘χα κι εγώ μιαν αγάπη
μακρινή μητέρα ρόδο μου ρόδο αμάραντο
Τον Ιούλιο κάποτε μισανοίξανε
τα μεγάλα μάτια της μες στα σπλάχνα μου
την παρθένα ζωή μια στιγμή να φωτίσουν
μακρινή μητέρα ρόδο μου ρόδο αμάραντο
Παραθέτω παρακάτω την ανάλυση:
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο δέκατο άσμα των Παθών απευθύνεται σ’ ένα θήλυ “εσύ” (σύνθεση Παναγίας, Ελλάδας και Μάνας) με έφηβη διαφάνεια Κόρης. Ο ταυτισμός αυτός του δέκτη δικαιολογείται από τον ταυτισμό του πομπού, όπως σ’ όλα τα άσματα. Το περιεχόμενο όμως του άσματος έχει προσωπικότερη προέκταση. Είναι μια εξομολόγηση.
Αυτός είναι που έζησε την έξαψη της αγάπης, που έζησε τη χαρά της μυστικής πείρας και που κατελύθη ή ύλη του σ’ αυτό το σκοπό, δηλαδή ν’ αναλωθεί η ζωή του στην υπηρεσία του ανθρώπου. Τον πολέμησαν με ότι όπλα είχαν ισχυρά στη διάθεση τους (ο ναυτικός όρος μπομπάρδες τρικάταρτες , που μας μεταφέρει στην επανάσταση του 1821, προσδίδει το ιθαγενές στίγμα), γιατί είχε μια αγάπη, μια κατάφαση της χαράς της ζωής.
`Ενα συγκεκριμένο καλοκαίρι ένιωσε βαθιά μέσα στην ψυχή του την πρόσκληση του έρωτος και μέσα του η μέχρι τότε άγνωρη ζωή φωτίστηκε από ένα καινούργιο φως. Κι από τότε όλες οι κατάρες, οι προαιώνιες, Ερινύες του φθόνου, άρχισαν τον κατατρεγμό του: όποιος ακολουθεί το μήνυμα της αγάπης είναι καταδικασμένος να ζει δίπλα στο αίμα και στη σκληρότητα της ζωής. Κι έτσι ο ποιητής, ταυτίστηκε με τη μοίρα του τόπου του. `Ετσι κι αυτός μεγάλωσε μέσα στα βράχια του και τον προαιώνιο φόνο. Το αίμα, που έχυσε ο Κάιν, το πολεμά με το φως της αγάπης.
ΜΟΡΦΗ
Το δέκατο άσμα αποτελείται από πέντε στροφές και κάθε στροφή από τέσσερις στίχους. Ο τελευταίος στίχος είναι κοινός (επωδικός). `Εχουμε κι εδώ δηλαδή ένα είδος μπαλάντας. Κάθε στίχος χωρίζεται σε δυο ημιστίχια με το κόσμημα. ο τρίτος όμως στίχος στο δεύτερο ημιστίχιο συνοδεύεται από ένα δρασκέλισμα που δημιουργεί ένα ψευδόστιχο και μάλιστα με κόσμημα προ αυτού. μετρικά όπως και νοηματικά ανήκει στον τρίτο στίχο.
Οι δύο πρώτοι στίχοι κάθε στροφής, όπως και ο τέταρτος επωδικός, είναι τροχαϊκοί, ο τρίτος, με τον ψευδόστιχο μαζί, είναι αναπαιστικός.
Εκφραστικά μέσα:
Ομοιοτέλευτο (αίματα – νοτιά, Μητέρα, πορφύρωσαν – καρτέρεσαν, σκιάσανε – ρίξανε, ανθρώπων – Αμάραντο, κι εγώ – Αμάραντο, Αμαρτία μου – σπλάχνα μου καταπάνω μου, αίμα – πέτρα, ομοιώθηκα – μεγάλωσα – άνθισα, ξεπληρώνω – Αμάραντο)
Παρήχηση (ανείδωτες – οξειδώθηκα, φονιάδων – φως).
Αντίθεση (αίματα πορφύρωσαν – χαρές σκιάσανε, των φονιάδων το αίμα – με φως ξεπληρώνω)
Ομοιοκαταληξία (ρίξανε – μισανοίξανε, στιγμή – να ζει)
Αναφώνηση (`Οπου σ’ είδε κτλ.).
Εσωτερική Ομοιοκαταληξία (ζωή – στιγμή).
Προσωποποίηση (των αιώνων όργητες, ξεφωνίζοντας).
Σχόλια
Μακρινή Μητέρα , Ρόδο μου Αμάραντο
Η Παναγία από τον Ακάθιστο `Υμνο: “Ρόδον το αμάραντον, χαίρε η μόνη βλαστήσασα”.
Μαζί με τη φωνή του Ελύτη συνήχουν κι άλλες φωνές: Του Δ. Σολωμού, του Κ. Παλαμά, του Γ. Σεφέρη.
Λέξεις
ανείδωτες = αόρατες, αθέατες, πρωτοεμφανιζόμενες
οξειδώθηκα = σκούριασα, γέρασα, ανάλωσα τη ζωή μου
σκιάζω = καλύπτω
των αιώνων οι όργητες = οι κατάρες, οι προαιώνιες Ερινύες.
Περίληψη
Ο Ελύτης απευθύνεται στη μακρινή Μητέρα (Παναγία, Ελλάδα, Μάνα) που μοιάζει με αιώνια έφηβη. Την αγάπησε, αλλά ξόδεψε τη ζωή του, γέρασε μέσα στην καταλυτική επίδραση της επικοινωνίας των ανθρώπων. Τον πολέμησαν γι’ αυτή του την αμαρτία με όλα τα μέσα. `Οταν την γνώρισε κάποιο Ιούλιο η ζωή του φωτίστηκε. Κι όμως του καταράστηκαν σαν αγαπά να ζει στο αίμα και σκληρά. Κι έτσι ακολούθησε τη μοίρα της πατρίδας του την ίδια πορεία, με την ανθρώπινη της, σκληρή ζωή και αίμα, αλλά το αίμα το πολεμά με την αγάπη.
Πηγη:http://www.odyssey.com.cy/main/default.aspx?tabID=145&itemID=2175&mid=1672