Η στρατηγική αυτοπαγίδευση της Κύπρου
Η ένταξη στην ΕΕ ολόκληρης της Μεγαλονήσουν, περιλαμβανομένης της κατεχόμενης περιοχής ως αναπόσπαστου μέρους της Κυπριακής Δημοκρατίας, μετέτρεψε την κατεχόμενη Κύπρο σε κατεχόμενο ευρωπαϊκό έδαφος
Γράφει ο Περικλής Νεάρχου
Πρέσβυς ε.τ.
Πρέσβυς ε.τ.
Η 40η επέτειος της τουρκικής εισβολής βρίσκει την Ελληνική πλευρά σε απίστευτη σύγχυση σε σχέση με τη στρατηγική του αγώνα της Κύπρου και τους στόχους της. Χωρίς να υπάρχουν οι απαραίτητες προϋποθέσεις που να παρέχουν ελπίδες ότι μπορεί να επιτευχθεί μία ανεκτή συμβιβαστική λύση, η Ελληνική πλευρά, στη βάση της ίδιας πολιτικής που ακολούθησε ο προηγούμενος πρόεδρος της Κύπρου, Δημήτρης Χριστόφιας, έσπευσε να αποδεχθεί την επανάληψη των διακοινοτικών συνομιλιών.
Προέβη, μάλιστα, γι αυτό σε νέες, αδιανόητες υποχωρήσεις, οι οποίες υπονομεύουν εκ των προτέρων την ίδια την Κυπριακή Δημοκρατία.
Γιατί θα έπρεπε να επισπεύδει, στη φάση αυτή, για δήθεν «λύση» η Ελληνική πλευρά, όταν βρίσκεται αντιμέτωπη με μία οικονομική κρίση, από την οποία δεν λείπει η ξένη υστεροβουλία, κι όταν δεν έχει προλάβει ακόμη να αξιοποιήσει το φυσικό αέριο, που είναι το νέο στρατηγικό της όπλο;
Είναι προφανές και ομολογείται απροκάλυπτα ότι ο ξένος παράγοντας επιδιώκει να εμποδίσει την Κύπρο να αξιοποιήσει το φυσικό αέριο πριν από τη λύση και να ενισχύσει τη θέση της. Αντιθέτως, επιδιώκει να το χρησιμοποιήσει ως όπλο εναντίον της, ως δήθεν «καταλύτη» για την εξεύρεση «λύσεως» τύπου Σχεδίου Ανάν, με επιπρόσθετη προίκα για την τουρκική πλευρά την «ισότιμη» συμμετοχή της στο φυσικό αέριο της ελεύθερης Κύπρου.
Στην περίπτωση του σχεδίου Ανάν επιχειρήθηκε να χρησιμοποιηθεί ως καταλύτης για την εκβιαστική επιβολή του η ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Παρουσιάσθηκε το σχέδιο Ανάν ως δήθεν πακέτο με την ένταξη, με την αγαστή συνεργασία και σύμπραξη του τότε πρωθυπουργού της Ελλάδας Κώστα Σημίτη και του τότε υπουργού Εξωτερικών Γιώργου Παπανδρέου. Η ουσιαστική όμως ένταξη της Κύπρου είχε ήδη υπογραφεί στη Στοά του Αττάλου, στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Απριλίου 2003. Αυτό που απέμενε ήταν η επικύρωση της εντάξεως των δέκα νέων μελών, η οποία είχε συμφωνηθεί να γίνει πακέτο, χωρίς καμία διάκριση για οποιαδήποτε χώρα.
Επιχειρείται τώρα επανέκδοση ενός παρόμοιου σεναρίου, με «καταλύτη» το φυσικό αέριο της Κύπρου.
Γιατί, όμως προσφέρεται η Ελληνική πλευρά και συμπράττει σε ένα τέτοιο παιχνίδι εναντίον της και σε ένα τέτοιο σενάριο, όταν δεν υπάρχει προοπτική για στοιχειωδώς δίκαιη και συμφέρουσα λύση;
Εγκλωβισμός σε μία καταστροφική στρατηγική
Η απόρριψη του Σχεδίου Ανάν σε συνδυασμό με την ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση άνοιξε ένα νέο κεφάλαιο για την Κύπρο. Απελευθέρωσε την Ελληνική πλευρά από όλες τις διαδοχικές υποχωρήσεις στις οποίες είχε προβεί κατά τους αλλεπάλληλους γύρους των διακοινοτικών συνομιλιών, με τη μάταιη ελπίδα ότι θα έβρισκε ανταπόδοση από την τουρκική πλευρά και ότι θα καθίστατο εφικτή μία αποδεκτή λύση.
Η τουρκική, όμως, πλευρά, παρέμεινε πλήρως αδιάλλακτη και αμετακίνητη. Συμφώνησε να ψηφίσει «ναι» στο Σχέδιο Ανάν, όταν η τελική εκδοχή του, με την περίφημη επιδιαιτησία του Κόφι Ανάν, είχε εξελιχθεί σε προσημειωμένη τράπουλα. Η τουρκική πλευρά είχε συμφωνήσει προηγουμένως με τις ΗΠΑ για το περιεχόμενό του, με βάση τα έντεκα σημεία του εγγράφου Ζιγιάλ, το οποίο είχε επιδώσει η τουρκική πλευρά στην Αμερικανική. Η τελευταία άσκησε την επιρροή της για να περιληφθούν τα έντεκα σημεία στο τελικό σχέδιο Ανάν.
Η ένταξη επίσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση άνοιξε την προοπτική για τη διαμόρφωση μίας νέας στρατηγικής στο Κυπριακό, που θα είχε ως άξονα τις αρχές της Ε.Ε., της οποίας η Κύπρος ήταν τώρα χώρα-μέλος, και το Ευρωπαϊκό Κεκτημένο, το οποίο είναι υποχρεωτικό για όλες τις χώρες – μέλη. Σημειώνεται σχετικά ότι ο Ευρωπαϊκός Χάρτης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έγινε αναπόσπαστο μέρος της τελευταίας Ευρωπαϊκής Συνθήκης, της Συνθήκης της Λισσαβώνας. Εάν το Ευρωπαϊκό πλαίσιο και το Ευρωπαϊκό Κεκτημένο γίνονται δεκτά από όλους τους Ευρωπαϊκούς λαούς ως επαρκές πλαίσιο για την κατοχύρωση των δικαιωμάτων τους, γιατί να μην είναι αρκετά και για τους Τουρκοκύπριους; Ποιο άλλο διεθνές πλαίσιο θα μπορούσε να εγγυηθεί καλύτερα τα δικαιώματά τους;
Η ένταξη επίσης στην ΕΕ ολόκληρης της Κύπρου, περιλαμβανομένης της κατεχόμενης περιοχής ως αναπόσπαστου μέρους της Κυπριακής Δημοκρατίας, μετέτρεψε την κατεχόμενη Κύπρο σε κατεχόμενο Ευρωπαϊκό έδαφος. Η διεθνής υπόσταση της Κυπριακής Δημοκρατίας ενισχύονταν σημαντικά και ερχόταν να συμπληρώσει τα Ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας, που στήριζαν τη διεθνή αναγνώριση της Κύπρου, καταδίκαζαν την τουρκική εισβολή και κατοχή και την ανακήρυξη του τουρκοκυπριακού ψευδοκράτους το 1983. Για το τελευταίο, τα Ψηφίσματα 541 και 550 του 1983 και του 1984 ζητούσαν από όλες τις χώρες να μην αναγνωρίσουν το ψευδοκράτος και να μην έχουν οποιαδήποτε συνεργασία μαζί του.
Η Ελληνική πλευρά
Αυτό όμως που έπρεπε να γίνει, δεν έγινε. Η Ελληνική πλευρά, αντί να προχωρήσει τολμηρά σε μία νέα στρατηγική, επανεγκλωβίσθηκε στην ίδια αδιέξοδη και υπονομευτική γι αυτή πολιτική των διακοινοτικών συνομιλιών, με υποτιθέμενη κοινή πολιτική βάση τη διφορούμενη διζωνική ομοσπονδία.
Περιέργως, πρωτοστάτησε στην πολιτική αυτή –αρχιτέκτονάς της ήταν η Βρετανική διπλωματία, επικουρούμενη από την αμερικανική ισχύ- το κομμουνιστικό κόμμα της Κύπρου, ΑΚΕΛ. Το τελευταίο προέβαλλε φανατικά ως περίπου σημαία του αγώνα της Κύπρου την διζωνική ομοσπονδία και τη ¨»διεθνιστική» προσέγγιση με τους τουρκοκύπριους. Οι τουρκοκύπριοι, όμως, στους οποίους αναφέρεται και με τους οποίους συζητά, δεν είναι άλλοι από αυτούς που εκπροσωπούν το ψευδοκράτος και οι οποίοι ήταν την περασμένη εβδομάδα στην ίδια εξέδρα με τον τούρκο πρόεδρο Γκιουλ, που ήρθε στην κατεχόμενη Κύπρο για να εορτάσει την 40η επέτειο της τουρκικής εισβολής.
Στο πνεύμα αυτό, η προεδρία Χριστόφια απεδείχθη ολέθρια. Με τις απίθανες υποχωρήσεις στις οποίες προέβη στο Κυπριακό και με την καταστροφική οικονομική πολιτική του, υπέσκαψε κυριολεκτικά τη διεθνή θέση της Κύπρου. Με τις άστοχες, επίσης και αδικαιολόγητες δηλώσεις του για το φυσικό αέριο ενέγραψε υποθήκες για δήθεν δικαιώματα των τουρκοκυπρίων στο φυσικό αέριο της ελεύθερης Κύπρου «ακόμη και πριν από τη λύση»!!!
Κατέστησε, λοιπόν, εκλέξιμο τον σημερινό πρόεδρο, Νίκο Αναστασιάδη, ο οποίο συνέχισε και υπερακόντισε προς την ίδια κατεύθυνση, με το γνωστό κοινό ανακοινωθέν Αναστασιάδη – Έρογλου. Το τελευταίο προεξοφλεί εκ των προτέρων, ως κοινή πολιτική βάση, την αντικατάσταση της Κυπριακής Δημοκρατίας από μία διζωνική ομοσπονδία δύο ίσων συνιστώντων κρατών!
Αντί, δηλαδή, να αναγνωριστεί από την Τουρκία η Κυπριακή Δημοκρατία ως χώρα – μέλος της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, όπως είχε υποχρέωση, με βάση το Πρωτόκολλο της Άγκυρας τίθενται προκαταβολικά στην ημερήσια διάταξη από την ίδια την Ελληνική πλευρά η κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και η αναγνώριση ως ισότιμου του τουρκοκυπριακού ψευδοκράτους, με όλα όσα αυτό συνεπάγεται.
Οι υποχωρήσεις του είδους αυτού απεθράσυναν την τουρκική πλευρά, η οποία χρησιμοποιεί τώρα το κοινό ανακοινωθέν Αναστασιάδη – Έρογλου ως χαρτί για την προώθηση της διεθνούς αναγνωρίσεως του ψευδοκράτους ως δήθεν ισότιμου μέλους της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Οι κίνδυνοι
Οι διακοινοτικές συνομιλίες, παρά τις υποχωρήσεις, που υπερέβησαν όλες σχεδόν τις «κόκκινες γραμμές» της Ελληνικής πλευράς, βρίσκονται σε αδιέξοδο.
Η τουρκική πλευρά επιδιώκει, ως συνήθως, να περιορίσει τις συζητήσεις στη λεγόμενη «διανομή εξουσίας», που υποσκάπτει την Κυπριακή Δημοκρατία, και αρνείται να υποβάλει προτάσεις πάνω σε θέματα όπως το εδαφικό, οι περιουσίες, οι έποικοι, οι εγγυήσεις. Παρουσιάζεται, αντιθέτως, ως επισπεύδουσα για «λύση» και προτείνει, χωρίς να έχει υποβάλλει προτάσεις για τα παραπάνω θέματα, μετάβαση στην τρίτη και τελευταία, υποτίθεται, φάση των συνομιλιών του λεγόμενου «πάρε-δώσε».
Η ελληνική πλευρά, αντί να συναγάγει τα συμπεράσματά της από τα μέχρι τώρα αποτελέσματα των συνομιλιών και να αναμετρήσει τους κινδύνους που εγκυμονεί η σημερινή πορεία, ακολουθεί πολιτική φυγής προς τα εμπρός. Εμμένει στην ίδια πολιτική και εντείνει τις παρεμβάσεις και τις εκκλήσεις της προς τις ΗΠΑ και την Ευρώπη για να ασκήσουν, υποτίθεται, πίεση προς την τουρκική πλευρά. Έχει όμως η ίδια υπονομεύσει, με τις υποχωρήσεις στις οποίες προέβη και με την κοινή πολιτική βάση που δέχθηκε, τη στρατηγική της θέση. Υπό τις συνθήκες αυτές, η παρέμβαση του ξένου παράγοντα θα μπορούσε να οδηγήσει σε διπλωματικό εγκλωβισμό και εκβιασμό της ελληνικής πλευράς να αποδεχθεί καταστροφική «λύση», στο πλαίσιο γενικότερων γεωπολιτικών και στρατηγικών υπολογισμών. Ο ξένος παράγοντας αναμένει το τέλος των Προεδρικών εκλογών στην Τουρκία τον Αύγουστο για να αναλάβει έναν νέο κύκλο παρεμβάσεων και πιέσεων.
Η Ελληνική πλευρά είχε και έχει ακόμη το στρατηγικό όπλο της χώρας – μέλους της Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Έχει το στρατηγικό όπλο του φυσικού αερίου και τη δυνατότητα στρατηγικών ενεργειακών συμμαχιών στην περιοχή. Έχει το πλεονέκτημα των επιφυλάξεων και των ερωτημάτων που προκαλεί η πορεία της σημερινής Τουρκίας του Ερντογάν σε μία μερίδα, τουλάχιστον, της αμερικανικής εξουσίας και στο γειτονικό Ισραήλ. Δεν έχει κανέναν λόγο να επισπεύδει για μία καταστροφική υποτιθέμενη «λύση», που θα έθετε σε κίνδυνο τον Ελληνισμό ολόκληρης της Κύπρου. Προτεραιότητα, υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να έχει η διαφύλαξη της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Πηγή περιοδικό «Επίκαιρα», τεύχος 249
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου
Αυτό που δεν έχετε καταλάβει όλοι οι αναλυτές είναι ότι η Τουρκία είναι Έθνος, ενώ η Ελλάδα όχι.
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ Τουρκία είναι έθνος ή έθνη; Με τους Κούρδους που ζητούν αυτονομία, την άρχουσα τάξη των εξισλαμισμένων εβραίων που δεν έχουν καμιά σχέση με τον τουρκικό λαό, τους φανατικούς ισλαμοστές;
Διαγραφή