Οι Αμερικάνοι τότε και σήμερα
Θεόδωρου Δημοσθ. Παναγόπουλου
Οι ΗΠΑ ήταν από τις τελευταίες χώρες που αναγνώρισαν την ελευθερία της Ελλάδος. Η πολιτική τους, όπως ακριβώς συμβαίνει και σήμερα, σε όλη τη διάρκεια του αγώνα ήταν φιλοτουρκική. Διατηρούσαν άριστες σχέσεις με την Οθωμανική Αυτοκρατορία επεδίωκαν μανιωδώς τη σύναψη εμπορικών σχέσεων μαζί της για να ανταγωνισθούν τις Ευρωπαϊκές Δυνάμεις.
Από το 1804 είχαν θέσει υπό τον έλεγχο τους το εμπόριο του οπίου στην Τουρκία, μία από τις μεγαλύτερες τότε χώρες παραγωγούς οπίου. Το όπιο το μετέφεραν οι Αμερικανοί μέσω Γιβραλτάρ στην τεράστια αγορά της Κίνα θησαύριζαν. Η μεταφορά του γινόταν μυστικά, ενώ οι Τούρκοι πίστευαν ότι τα φορτία των πλοίων προορίζονταν για την Αμερική. Επιζητούσαν να επιτύχουν και αυτοί το ειδικό καθεστώς των διομολογήσεων** που ίσχυε για τους Ευρωπαίους, ώστε να επεκτείνουν τις αγορές και την πώληση του οπίου προς τις χώρες της Βαλτικής και της Ρωσίας. Μόλις το 1830 κατάφεραν να συνάψουν τέτοια συμφωνία και -ακούστε το καταπληκτικό- με αντάλλαγμα την χωρίς κανέναν περιορισμό αγορά από τις ΗΠΑ πολεμικών σκαφών.
Κατά τη διάρκεια του ελληνικού αγώνα, η αμερικανική κυβέρνηση, εν όψει των παραπάνω οικονομικών στόχων της, απέφυγε να χαρακτηρίσει τους Έλληνες, ως εμπόλεμους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Για την κυβέρνηση της Αμερικής οι ξεσηκωμένοι για την ελευθερία τους Έλληνες, ήσαν τρομοκράτες και όχι επαναστάτες. Κατά τον δικό τους όμως πόλεμο ανεξαρτησίας κατά των Άγγλων είχαν ζητήσει και είχαν επιτύχει από όλους τους Ευρωπαίους, να αναγνωρισθούν ως επαναστάτες και όχι ως τρομοκράτες.
Πρόταση φιλελλήνων βουλευτών στην Αμερική να εκδοθεί ένα απλό ψήφισμα συμπάθειας προς τον αγωνιζόμενο ελληνικό λαό, απερρίφθη μετ' επαίνων από το Κογκρέσο. Με την άνοδο, το 1824, στην προεδρία του μέχρι τότε υπουργού Εξωτερικών Adams εγκαινιάζεται μία πολιτική ωμού ρεαλισμού. Τον νέο πρόεδρο δεν τον ενδιαφέρουν οι διάφορες διακηρύξεις για ελευθερία, ανθρώπινα δικαιώματα κ.λπ., ούτε τα όντως φιλελληνικά αισθήματα της αμερικανικής κοινής γνώμης, αλλά προτεραιότητα για την αμερικανική πολιτική έχουν τα οικονομικά τους συμφέροντα και μόνο, απαράλλαχτα, όπως γίνεται και σήμερα! Για να καταλάβει κανείς το πόσο κυνικοί ήσαν οι πολιτικοί τους, αρκεί να σημειώσω, ότι ο βουλευτής που πήρε τη θέση του υπουργού των Εξωτερικών, όταν ο Adams έγινε πρόεδρος, ενώ ως βουλευτής υποστήριζε με πάθος τα ελληνικά δίκαια, όταν έγινε υπουργός Εξωτερικών, έκανε στροφή 180 μοιρών και ξέχασε τί υποστήριζε μέχρι προ τίνος. Οι Αμερικανοί στην κυριολεξία ικετεύουν, παρακαλούν και εξευτελίζονται για να επιτύχουν την περιβόητη συμφωνία των διομολογήσεων, μία συνθήκη "φιλίας και εμπορίου", με τους Τούρκους. Την εντολή για τις σχετικές βολιδοσκοπήσεις -η επίσημη Τουρκία τους αγνοεί, ούτε που καταδέχεται να συζητήσει με τους Αμερικανούς- έχει λάβει ο ναύαρχος της αμερικανικής ναυτικής μοίρας στο Αιγαίο Rodgers ο οποίος προσπαθεί να έλθει σε επαφή με τον Καπουδάν Πασά, τον αρχι-ναύαρχο του οθωμανικού στόλου. Ήταν ένα είδος μυστικής διπλωματίας. Θα συναντούσε ο Αμερικανός τον Τούρκο στόλαρχο, δήθεν εθιμοτυπικά, συναδελφικά, να πιούν τάχατες μία ρακή πάνω στη ναυαρχίδα και να μιλήσουν για καράβια και για θάλασσα, ενώ η πραγματικότητα ήταν να προσπαθήσει ο Αμερικανός να πληροφορηθεί ποιες ήταν οι προθέσεις του Τούρκου αξιωματούχου, τον οποίο οι φήμες έφερναν ότι σύντομα θα γινόταν Μεγάλος Βεζίρης της Υψηλής Πύλης.
Οι Έλληνες από την πλευρά τους, βλέποντας τον αμερικάνικο στόλο -ο 6ος στόλος της εποχής- να κόβει βόλτες στα νερά του Αιγαίου, πίστευαν αφελώς ότι οι Αμερικανοί ήλθαν να βοηθήσουν τη δική τους επανάσταση. Που να ξέρουν οι δύσμοιροι, ότι το αμερικανικό ναυτικό προσπαθούσε εναγωνίως να έλθει σε επαφή, με τον Τούρκο ναύαρχο, ο οποίος βέβαια το είχε πάρει είδηση, αλλά στην κυριολεξία τους σνόμπαρε και τους απέφευγε. Σε αυτό το σημείο αξιοπρέπειας είχαν ξεπέσει οι Αμερικανοί. Αφού στάθηκε αδύνατον να γίνει η συνάντηση αυτή, ο Αμερικανός ναύαρχος έστειλε γράμμα στον Καπουδάν Πασά (μέσω του Αμερικανού προξένου στην Σμύρνη, που ειρήσθω, ήταν ο διακινητής της αγοράς και της μεταφοράς του οπίου στην Κίνα), ζητώντας του να διαμεσολαβήσει Σουλτάνο, για τη σύναψη αυτής της συμφωνίας φιλίας και εμπορίου, δηλαδή στην ουσία να επιτρέψουν οι Τούρκοι στα αμερικανικά πλοία να περνούν τα Στενά, όπως γινόταν με τα εμπορικά, καράβια της Αγγλίας και της Γαλλίας, για να μπορέσουν οι Αμερικάνοι να επεκτείνουν τις εμπορικές τους συναλλαγές με την απέραντη αγορά της Ρωσίας και της Τουρκίας και να πουλήσουν μαζί με το όπιο και τα αμερικάνικα βιομηχανικά προϊόντα. Κάθε τυχόν ομοιότητα με τα σήμερον κρατούντα, οφείλεται σε τυχαία και μόνο σύμπτωση!!
Δεν παραλείπει βέβαια ο Αμερικανός ναύαρχος, στο τέλος της επιστολής του να σημειώσει προς τον Τούρκο συνάδελφο του «Αν πετύχετε ευνοϊκή απάντηση προς την Κυβέρνηση μου, μπορείτε να είσαστε βέβαιος ότι θα λάβετε επαρκείς αποδείξεις των υποχρεώσεων της».*
Αφού δεν μπορούσε να βομβαρδίσει την Κωνσταντινούπολη και τη Σμύρνη κατέφευγε στο μπαξίσι. Όχι παίξουμε. Για αναλογιστείτε τί προμήθειες πληρώνουν σήμερα οι Αμερικανοί για να αγοράσουν τα θύματα τους το πολεμικό υλικό που τους πουλάνε; Παντού και πάντοτε ίδιοι οι Αμερικανοί. Επιστολές, υποσχέσεις, διαβήματα, και παρακλήσεις δεν έπιασαν τόπο. Έναν χρόνο περίμενε άπρακτος ο ναύαρχος της Αμερικής στο Αιγαίο. Εν τω μεταξύ περιμένοντας δεν έχανε και τον καιρό του. Μάζεψε από την Αττική έναν μεγάλο αριθμό αγαλμάτων. Στη Μήλο πάλι τα πληρώματα του έκαναν κανονικές ανασκαφές, άνοιγαν αρχαίους τάφους και αφαιρούσαν ό,τι έβρισκαν. Τέλος, μετά από εννιά μήνες εξευτελιστικής αναμονής ευαρεστείται ο Καπουδάν Πασάς να επισκεφθεί την αμερικάνικη ναυαρχίδα. Η υποδοχή του Τούρκου ξεσήκωσε σάλο στις Ηνωμένες Πολιτείες, όταν μαθεύτηκε.
Όλες σχεδόν οι αμερικανικές εφημερίδες καυτηρίαζαν τη δουλοπρεπή συμπεριφορά της αμερικανικής ναυτικής μοίρας απέναντι στον Καπουδάν Πασά και στον τουρκικό στόλο. Στιγμάτιζαν τον Αμερικανό ναύαρχο και τους αξιωματικούς του για την υποταγή τους στους Τούρκους. Η εφημερίδα Statesmen της Ν. Υόρκης έγραφε: «Ήταν ανεπίτρεπτο να κηλιδωθεί η αμερικανική σημαία. Ο ναύαρχος εξευτέλισε τους αξιωματικούς του, μεταβάλλοντάς υπηρέτες του Καπουδάν Πασά. Φαίνεται πως οι αξιωματικοί του αμερικανικού ναυτικού νόμισαν πως ήταν μεγάλη τιμή γι' αυτούς να υποδεχθούν στο κατάστρωμα τον βάρβαρο ναύαρχο μιας βάρβαρης χώρας και κολακεύθηκαν, γιατί κάθισαν στα σκαμνιά λες και ήταν ραφτάδες και κάπνιζαν το τσιμπούκι τους και έπιναν τον καφέ τους, συντροφιά με τους μακελλάρηδες της Χίου και του Μεσολογγίου, τριγυρισμένοι από ένα τσούρμο από Τούρκους, Αιγυπτίους, Φράγκους, Ευρωπαίους, Αρμένηδες και Αραπάδες».
Δεν ήξερε η αφελής αμερικανική κοινή γνώμη -όπως ακριβώς και σήμερα- ότι όλα αυτά γίνονταν με τις ευλογίες της κυβέρνησης τους και ότι η πολιτική της ήταν άκρως φιλότουρκη. Η συνάντηση έγινε στις 6 Ιουνίου 1826. Πρώτα επισκέφθηκαν οι Αμερικανοί την τούρκικη ναυαρχίδα και μετά ανέβηκε ο Τούρκος στόλαρχος στην αμερικανική. Η υποδοχή του ήταν λαμπρή, αλλά γελοιοποιούσε τη χώρα τους. Τον υποδέχτηκαν με 21 κανονιοβολισμούς ντυμένο όλο το πλήρωμα στα άσπρα. Μετά την αναχώρηση του η αμερικανική μοίρα πέρασε ανάμεσα από τον τουρκικό στόλο. Τα αμερικανικά πληρώματα, με τις επίσημες στολές, παραταγμένα στο κατάστρωμα ζητωκραύγαζαν τον πασά, ενώ η μπάντα έπαιζε τον εθνικό ύμνο της Αμερικής. Ξεφτίλα!
Μπαξίσι
Κατά την επίσκεψή του στην αμερικανική ναυαρχίδα, ο διερμηνέας του Τούρκου ναυάρχου, είπε στον Αμερικανό, ότι επιθυμία του αφέντη του ήταν να έχει «μερικά πράγματα αμερικανικής κατασκευής». Του δώρισαν τσιμπούκια, σάλια, μεταξωτά φορέματα, ένα δαχτυλίδι διαμάντια, μία αδαμαντοκόλλητη ταμπακέρα, ένα τουφέκι με ξιφολόγχη, μία ζώνη, μία φυσιγγιοθήκη και γλυκίσματα για το χαρέμι του. Δεν του αρκούσαν όμως αυτά. Ζήτησε και 1.000 όπλα. Θυμηθείτε τώρα τι ζήτησαν οι σύγχρονοι πασάδες της Άγκυρας, για να αφήσουν τους Αμερικανούς να περάσουν τα στρατεύματα τους για το Ιράκ.
Άδικα, όμως, όλα αυτά τα προσκυνήματα και οι εξευτελισμοί των Αμερικανών. Ούτε φωνή, ούτε ακρόαση από τον σουλτάνο για το ζήτημα που τους απασχολούσε. Μόλις τέσσερα χρόνια αργότερα, όταν είχαν πλέον αλλάξει οι γεωπολιτικές συνθήκες στην περιοχή, λόγω της Ελληνικής Επανάστασης, καταδέχτηκαν οι Τούρκοι να υπογράψουν την περιβόητη συμφωνία με τους Αμερικανούς. Μέχρι τότε η αμερικανική κυβέρνηση αγνοούσε τον ελληνικό απελευθερωτικό αγώνα και απέφευγε κάθε έμπρακτη φιλελληνική εκδήλωση, για να μη δυσαρεστήσει την Πύλη. Από την άλλη πάλι πλευρά δεν έλειπαν οι τυπικές διακηρύξεις και ευχές για ειρήνη, ανεξαρτησία και οι σχετικές πομπώδεις μεγαλοστομίες. Η Αμερικανική πολιτική στα χρόνια του Αγώνα συναγωνιζόταν και ξεπερνούσε σε κυνισμό και υποκρισία, την πολιτική των Ευρωπαϊκών Δυνάμεων, που δεν ήσαν δημοκρατίες, όπως η Αμερική, αλλά απολυταρχικά καθεστώτα και είχαν κάθε λόγο και ειδικά συμφέροντα να υποστηρίζουν την Οθωμανική Αυτοκρατορία.
* Γ. Κόλλια, Αι Ηνωμέναι Πολιτείαι της Αμερικής εις την Μεσόγειον 1175-1830, Αθήναι 1960
** διομολογήσεις(αί): οι συμβάσεις, οι συναπτόμενες μεταξύ κάποιου κράτους και ενός άλλου (υστερούντος εις πολιτισμό) και κατά τις οποίες οι υπήκοοι των πρώτων απολαμβάνουν εξαιρετικά προνόμια στο έδαφος του δευτέρου.
Οι ΗΠΑ ήταν από τις τελευταίες χώρες που αναγνώρισαν την ελευθερία της Ελλάδος. Η πολιτική τους, όπως ακριβώς συμβαίνει και σήμερα, σε όλη τη διάρκεια του αγώνα ήταν φιλοτουρκική. Διατηρούσαν άριστες σχέσεις με την Οθωμανική Αυτοκρατορία επεδίωκαν μανιωδώς τη σύναψη εμπορικών σχέσεων μαζί της για να ανταγωνισθούν τις Ευρωπαϊκές Δυνάμεις.
Από το 1804 είχαν θέσει υπό τον έλεγχο τους το εμπόριο του οπίου στην Τουρκία, μία από τις μεγαλύτερες τότε χώρες παραγωγούς οπίου. Το όπιο το μετέφεραν οι Αμερικανοί μέσω Γιβραλτάρ στην τεράστια αγορά της Κίνα θησαύριζαν. Η μεταφορά του γινόταν μυστικά, ενώ οι Τούρκοι πίστευαν ότι τα φορτία των πλοίων προορίζονταν για την Αμερική. Επιζητούσαν να επιτύχουν και αυτοί το ειδικό καθεστώς των διομολογήσεων** που ίσχυε για τους Ευρωπαίους, ώστε να επεκτείνουν τις αγορές και την πώληση του οπίου προς τις χώρες της Βαλτικής και της Ρωσίας. Μόλις το 1830 κατάφεραν να συνάψουν τέτοια συμφωνία και -ακούστε το καταπληκτικό- με αντάλλαγμα την χωρίς κανέναν περιορισμό αγορά από τις ΗΠΑ πολεμικών σκαφών.
Κατά τη διάρκεια του ελληνικού αγώνα, η αμερικανική κυβέρνηση, εν όψει των παραπάνω οικονομικών στόχων της, απέφυγε να χαρακτηρίσει τους Έλληνες, ως εμπόλεμους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Για την κυβέρνηση της Αμερικής οι ξεσηκωμένοι για την ελευθερία τους Έλληνες, ήσαν τρομοκράτες και όχι επαναστάτες. Κατά τον δικό τους όμως πόλεμο ανεξαρτησίας κατά των Άγγλων είχαν ζητήσει και είχαν επιτύχει από όλους τους Ευρωπαίους, να αναγνωρισθούν ως επαναστάτες και όχι ως τρομοκράτες.
Πρόταση φιλελλήνων βουλευτών στην Αμερική να εκδοθεί ένα απλό ψήφισμα συμπάθειας προς τον αγωνιζόμενο ελληνικό λαό, απερρίφθη μετ' επαίνων από το Κογκρέσο. Με την άνοδο, το 1824, στην προεδρία του μέχρι τότε υπουργού Εξωτερικών Adams εγκαινιάζεται μία πολιτική ωμού ρεαλισμού. Τον νέο πρόεδρο δεν τον ενδιαφέρουν οι διάφορες διακηρύξεις για ελευθερία, ανθρώπινα δικαιώματα κ.λπ., ούτε τα όντως φιλελληνικά αισθήματα της αμερικανικής κοινής γνώμης, αλλά προτεραιότητα για την αμερικανική πολιτική έχουν τα οικονομικά τους συμφέροντα και μόνο, απαράλλαχτα, όπως γίνεται και σήμερα! Για να καταλάβει κανείς το πόσο κυνικοί ήσαν οι πολιτικοί τους, αρκεί να σημειώσω, ότι ο βουλευτής που πήρε τη θέση του υπουργού των Εξωτερικών, όταν ο Adams έγινε πρόεδρος, ενώ ως βουλευτής υποστήριζε με πάθος τα ελληνικά δίκαια, όταν έγινε υπουργός Εξωτερικών, έκανε στροφή 180 μοιρών και ξέχασε τί υποστήριζε μέχρι προ τίνος. Οι Αμερικανοί στην κυριολεξία ικετεύουν, παρακαλούν και εξευτελίζονται για να επιτύχουν την περιβόητη συμφωνία των διομολογήσεων, μία συνθήκη "φιλίας και εμπορίου", με τους Τούρκους. Την εντολή για τις σχετικές βολιδοσκοπήσεις -η επίσημη Τουρκία τους αγνοεί, ούτε που καταδέχεται να συζητήσει με τους Αμερικανούς- έχει λάβει ο ναύαρχος της αμερικανικής ναυτικής μοίρας στο Αιγαίο Rodgers ο οποίος προσπαθεί να έλθει σε επαφή με τον Καπουδάν Πασά, τον αρχι-ναύαρχο του οθωμανικού στόλου. Ήταν ένα είδος μυστικής διπλωματίας. Θα συναντούσε ο Αμερικανός τον Τούρκο στόλαρχο, δήθεν εθιμοτυπικά, συναδελφικά, να πιούν τάχατες μία ρακή πάνω στη ναυαρχίδα και να μιλήσουν για καράβια και για θάλασσα, ενώ η πραγματικότητα ήταν να προσπαθήσει ο Αμερικανός να πληροφορηθεί ποιες ήταν οι προθέσεις του Τούρκου αξιωματούχου, τον οποίο οι φήμες έφερναν ότι σύντομα θα γινόταν Μεγάλος Βεζίρης της Υψηλής Πύλης.
Οι Έλληνες από την πλευρά τους, βλέποντας τον αμερικάνικο στόλο -ο 6ος στόλος της εποχής- να κόβει βόλτες στα νερά του Αιγαίου, πίστευαν αφελώς ότι οι Αμερικανοί ήλθαν να βοηθήσουν τη δική τους επανάσταση. Που να ξέρουν οι δύσμοιροι, ότι το αμερικανικό ναυτικό προσπαθούσε εναγωνίως να έλθει σε επαφή, με τον Τούρκο ναύαρχο, ο οποίος βέβαια το είχε πάρει είδηση, αλλά στην κυριολεξία τους σνόμπαρε και τους απέφευγε. Σε αυτό το σημείο αξιοπρέπειας είχαν ξεπέσει οι Αμερικανοί. Αφού στάθηκε αδύνατον να γίνει η συνάντηση αυτή, ο Αμερικανός ναύαρχος έστειλε γράμμα στον Καπουδάν Πασά (μέσω του Αμερικανού προξένου στην Σμύρνη, που ειρήσθω, ήταν ο διακινητής της αγοράς και της μεταφοράς του οπίου στην Κίνα), ζητώντας του να διαμεσολαβήσει Σουλτάνο, για τη σύναψη αυτής της συμφωνίας φιλίας και εμπορίου, δηλαδή στην ουσία να επιτρέψουν οι Τούρκοι στα αμερικανικά πλοία να περνούν τα Στενά, όπως γινόταν με τα εμπορικά, καράβια της Αγγλίας και της Γαλλίας, για να μπορέσουν οι Αμερικάνοι να επεκτείνουν τις εμπορικές τους συναλλαγές με την απέραντη αγορά της Ρωσίας και της Τουρκίας και να πουλήσουν μαζί με το όπιο και τα αμερικάνικα βιομηχανικά προϊόντα. Κάθε τυχόν ομοιότητα με τα σήμερον κρατούντα, οφείλεται σε τυχαία και μόνο σύμπτωση!!
Δεν παραλείπει βέβαια ο Αμερικανός ναύαρχος, στο τέλος της επιστολής του να σημειώσει προς τον Τούρκο συνάδελφο του «Αν πετύχετε ευνοϊκή απάντηση προς την Κυβέρνηση μου, μπορείτε να είσαστε βέβαιος ότι θα λάβετε επαρκείς αποδείξεις των υποχρεώσεων της».*
Αφού δεν μπορούσε να βομβαρδίσει την Κωνσταντινούπολη και τη Σμύρνη κατέφευγε στο μπαξίσι. Όχι παίξουμε. Για αναλογιστείτε τί προμήθειες πληρώνουν σήμερα οι Αμερικανοί για να αγοράσουν τα θύματα τους το πολεμικό υλικό που τους πουλάνε; Παντού και πάντοτε ίδιοι οι Αμερικανοί. Επιστολές, υποσχέσεις, διαβήματα, και παρακλήσεις δεν έπιασαν τόπο. Έναν χρόνο περίμενε άπρακτος ο ναύαρχος της Αμερικής στο Αιγαίο. Εν τω μεταξύ περιμένοντας δεν έχανε και τον καιρό του. Μάζεψε από την Αττική έναν μεγάλο αριθμό αγαλμάτων. Στη Μήλο πάλι τα πληρώματα του έκαναν κανονικές ανασκαφές, άνοιγαν αρχαίους τάφους και αφαιρούσαν ό,τι έβρισκαν. Τέλος, μετά από εννιά μήνες εξευτελιστικής αναμονής ευαρεστείται ο Καπουδάν Πασάς να επισκεφθεί την αμερικάνικη ναυαρχίδα. Η υποδοχή του Τούρκου ξεσήκωσε σάλο στις Ηνωμένες Πολιτείες, όταν μαθεύτηκε.
Όλες σχεδόν οι αμερικανικές εφημερίδες καυτηρίαζαν τη δουλοπρεπή συμπεριφορά της αμερικανικής ναυτικής μοίρας απέναντι στον Καπουδάν Πασά και στον τουρκικό στόλο. Στιγμάτιζαν τον Αμερικανό ναύαρχο και τους αξιωματικούς του για την υποταγή τους στους Τούρκους. Η εφημερίδα Statesmen της Ν. Υόρκης έγραφε: «Ήταν ανεπίτρεπτο να κηλιδωθεί η αμερικανική σημαία. Ο ναύαρχος εξευτέλισε τους αξιωματικούς του, μεταβάλλοντάς υπηρέτες του Καπουδάν Πασά. Φαίνεται πως οι αξιωματικοί του αμερικανικού ναυτικού νόμισαν πως ήταν μεγάλη τιμή γι' αυτούς να υποδεχθούν στο κατάστρωμα τον βάρβαρο ναύαρχο μιας βάρβαρης χώρας και κολακεύθηκαν, γιατί κάθισαν στα σκαμνιά λες και ήταν ραφτάδες και κάπνιζαν το τσιμπούκι τους και έπιναν τον καφέ τους, συντροφιά με τους μακελλάρηδες της Χίου και του Μεσολογγίου, τριγυρισμένοι από ένα τσούρμο από Τούρκους, Αιγυπτίους, Φράγκους, Ευρωπαίους, Αρμένηδες και Αραπάδες».
Δεν ήξερε η αφελής αμερικανική κοινή γνώμη -όπως ακριβώς και σήμερα- ότι όλα αυτά γίνονταν με τις ευλογίες της κυβέρνησης τους και ότι η πολιτική της ήταν άκρως φιλότουρκη. Η συνάντηση έγινε στις 6 Ιουνίου 1826. Πρώτα επισκέφθηκαν οι Αμερικανοί την τούρκικη ναυαρχίδα και μετά ανέβηκε ο Τούρκος στόλαρχος στην αμερικανική. Η υποδοχή του ήταν λαμπρή, αλλά γελοιοποιούσε τη χώρα τους. Τον υποδέχτηκαν με 21 κανονιοβολισμούς ντυμένο όλο το πλήρωμα στα άσπρα. Μετά την αναχώρηση του η αμερικανική μοίρα πέρασε ανάμεσα από τον τουρκικό στόλο. Τα αμερικανικά πληρώματα, με τις επίσημες στολές, παραταγμένα στο κατάστρωμα ζητωκραύγαζαν τον πασά, ενώ η μπάντα έπαιζε τον εθνικό ύμνο της Αμερικής. Ξεφτίλα!
Μπαξίσι
Κατά την επίσκεψή του στην αμερικανική ναυαρχίδα, ο διερμηνέας του Τούρκου ναυάρχου, είπε στον Αμερικανό, ότι επιθυμία του αφέντη του ήταν να έχει «μερικά πράγματα αμερικανικής κατασκευής». Του δώρισαν τσιμπούκια, σάλια, μεταξωτά φορέματα, ένα δαχτυλίδι διαμάντια, μία αδαμαντοκόλλητη ταμπακέρα, ένα τουφέκι με ξιφολόγχη, μία ζώνη, μία φυσιγγιοθήκη και γλυκίσματα για το χαρέμι του. Δεν του αρκούσαν όμως αυτά. Ζήτησε και 1.000 όπλα. Θυμηθείτε τώρα τι ζήτησαν οι σύγχρονοι πασάδες της Άγκυρας, για να αφήσουν τους Αμερικανούς να περάσουν τα στρατεύματα τους για το Ιράκ.
Άδικα, όμως, όλα αυτά τα προσκυνήματα και οι εξευτελισμοί των Αμερικανών. Ούτε φωνή, ούτε ακρόαση από τον σουλτάνο για το ζήτημα που τους απασχολούσε. Μόλις τέσσερα χρόνια αργότερα, όταν είχαν πλέον αλλάξει οι γεωπολιτικές συνθήκες στην περιοχή, λόγω της Ελληνικής Επανάστασης, καταδέχτηκαν οι Τούρκοι να υπογράψουν την περιβόητη συμφωνία με τους Αμερικανούς. Μέχρι τότε η αμερικανική κυβέρνηση αγνοούσε τον ελληνικό απελευθερωτικό αγώνα και απέφευγε κάθε έμπρακτη φιλελληνική εκδήλωση, για να μη δυσαρεστήσει την Πύλη. Από την άλλη πάλι πλευρά δεν έλειπαν οι τυπικές διακηρύξεις και ευχές για ειρήνη, ανεξαρτησία και οι σχετικές πομπώδεις μεγαλοστομίες. Η Αμερικανική πολιτική στα χρόνια του Αγώνα συναγωνιζόταν και ξεπερνούσε σε κυνισμό και υποκρισία, την πολιτική των Ευρωπαϊκών Δυνάμεων, που δεν ήσαν δημοκρατίες, όπως η Αμερική, αλλά απολυταρχικά καθεστώτα και είχαν κάθε λόγο και ειδικά συμφέροντα να υποστηρίζουν την Οθωμανική Αυτοκρατορία.
* Γ. Κόλλια, Αι Ηνωμέναι Πολιτείαι της Αμερικής εις την Μεσόγειον 1175-1830, Αθήναι 1960
** διομολογήσεις(αί): οι συμβάσεις, οι συναπτόμενες μεταξύ κάποιου κράτους και ενός άλλου (υστερούντος εις πολιτισμό) και κατά τις οποίες οι υπήκοοι των πρώτων απολαμβάνουν εξαιρετικά προνόμια στο έδαφος του δευτέρου.
Γράψτε τα δικά σας σχόλια
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Θα σας παρακαλούσα να είστε κόσμιοι στους χαρακτηρισμούς σας, επειδή είναι δυνατόν επισκέπτες του ιστολογίου να είναι και ανήλικοι.
Τα σχόλια στα blogs υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
Τα σχόλια θα εγκρίνονται μόνο όταν είναι σχετικά με το θέμα, δεν αναφέρουν προσωπικούς, προσβλητικούς χαρακτηρισμούς, καθώς επίσης και τα σχόλια που δεν περιέχουν συνδέσμους.
Επίσης, όταν μας αποστέλλονται κείμενα (μέσω σχολίων ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου), παρακαλείσθε να αναγράφετε τυχούσα πηγή τους σε περίπτωση που δεν είναι δικά σας. Ευχαριστούμε για την κατανόησή σας...