Όταν περισσεύει το θράσος…
Του Σάββα Καλεντερίδη
Στις 24-5-2008 πραγματοποιήθηκε στην Κομοτηνή ημερίδα με θέμα «Τρεις Γενοκτονίες, μια Στρατηγική» που συνδιοργάνωσαν ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Ποντίων Εκπαιδευτικών και ο Σύνδεσμος Ποντιακών Σωματείων Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης της Παμποντιακής Ομοσπονδίας Ελλάδος, σε συνεργασία με τη Συντονιστική Επιτροπή Νεολαίας της Παμποντιακής Ομοσπονδίας Ελλάδος, την Πανελλήνια Ποντιακή Ένωση Επιστημόνων Παλινοστούντων και όλα τα ποντιακά σωματεία του Νομού Ροδόπης.
Κατά τη διάρκεια της ημερίδας συζητήθηκε το θέμα των Γενοκτονιών των Αρμενίων, των Ελλήνων και των Ασσυρίων της Μικράς Ασίας και της Ανατολής, που διαπράχθηκαν από τους Νεότουρκους και τους Κεμαλιστές το χρονικό διάστημα από το 1914 έως το 1923, γενοκτονίες που διαπράχθηκαν στη λογική της δημιουργίας μιας «καθαρής» Τουρκίας.
Στην ημερίδα συμμετείχαν ως παρατηρητές και μερικοί δημοσιογράφοι από έντυπα της μουσουλμανικής μειονότητας της ελληνικής Θράκης, οι οποίοι κατά δήλωσή τους «παρενοχλήθηκαν προφορικά, στοχοποιήθηκαν, και μάλιστα ο δημοσιογράφος Ιλχάν Ταχσίν απειλήθηκε με θάνατο».
Στη συνέχεια, εκτός από σειρά άρθρων που δημοσιεύθηκαν στο λεγόμενο μειονοτικό τύπο, τα οποία άρθρα είναι υβριστικά και καταφέρονται εναντίον όσων αγωνίζονται για την αναγνώριση της Γενοκτονίας και ούτε λίγο ούτε πολύ μας καλούν, εμάς που επιζήσαμε από το μαχαίρι των γενοκτόνων, να νοιώθουμε ευγνωμοσύνη που δεν μας καθάρισαν τότε όλους, ακολούθησε καταγγελία της υποτιθέμενης παρεμπόδισης του λειτουργήματος της δημοσιογραφίας, την οποία υπογράφει το σύνολο σχεδόν των δημοσιογράφων που υπηρετούν -με πίστη ομολογουμένως- τον μειονοτικό τύπο της ελληνικής Θράκης. Και λέμε υποτιθέμενης γιατί δικαιούμαστε –μάλλον είμαστε υποχρεωμένοι- να αντιμετωπίζουμε καχύποπτα εκείνους που ταυτίζονται με τις πολιτικές της Άγκυρας, αφού με κάτι τέτοιες καταγγελίες και με την κορυφαία προβοκάτσια της βόμβας που τοποθέτησε μουσουλμάνος φοιτητής, όργανο του τουρκικού κράτους και της Άγκυρας, στο σπίτι του Μουσταφά Κεμάλ στη Θεσσαλονίκη, προκλήθηκαν τα βάρβαρα επεισόδια της 6-7 Σεπτεμβρίου 1955, που αποτέλεσαν καθοριστικό χτύπημα στην επιβίωση του Ελληνισμού της Πόλης, της Ίμβρου και της Τενέδου.
Πάντως, ανεξάρτητα από την αμαρτωλή ιστορία του τουρκικού κράτους και των οργάνων του -μέσα και έξω από την Τουρκία- ασφαλώς ο κάθε πολίτης αυτής της χώρας έχει το δικαίωμα να καταγγέλλει την παρεμπόδιση του λειτουργήματος της δημοσιογραφίας, καθώς και πράξεις εκφοβισμού -και κυρίως απειλές- από όποιον και προς όποιον αυτές και αν εκτοξεύονται. Εμείς δε, οι δημοκρατικοί πολίτες της Ελλάδος, θα πρέπει να είμαστε αλληλέγγυοι προς κάθε άνθρωπο του οποίου τα δικαιώματα παραβιάζονται ή καταπατούνται, ανεξάρτητα από χρώμα, θρησκεία και εθνοτική ομάδα που ανήκει. Άλλωστε αυτό θα πει Ελλάδα, αυτό επιβάλλει η ιστορία του Ελληνισμού, που τόσο συνέβαλε στη διαμόρφωση αυτών των πανανθρώπινων αξιών.
Αποτελεί χρέος όλων μας να είμαστε ανεκτικοί και δημοκράτες ακόμα και σε εκείνους οι οποίοι παίζουν συγκεκριμένους ρόλους και υπηρετούν με πρωτόγονο φανατισμό καθεστώτα και ιδεολογίες, όπως ο κεμαλικός φασισμός, που διέπραξαν τις γενοκτονίες και συνεχίζουν να διαπράττουν εγκλήματα εναντίον λαών, θρησκευτικών μειονοτήτων και επί του προκειμένου, πραγματικών δημοσιογράφων, που πληρώνουν με το αίμα και τη ζωή τους το καθήκον τους απέναντι στη δημοσιογραφία και την κοινωνία γενικότερα.
Πάντως, οι συγκεκριμένοι δημοσιογράφοι που υπογράφουν την καταγγελία, θα ήταν πιο πιστευτοί και θα μπορούσαν να επικαλεστούν με μεγαλύτερη αξιοπιστία και αξιοπρέπεια την αλληλεγγύη της κοινής γνώμης και της ελληνικής κοινωνίας, αν πέρυσι είχαν συστρατευτεί με τα εκατομμύρια των ανθρώπων που καταδίκασαν τη δολοφονία του Αρμένιου δημοσιογράφου Χραντ Ντινκ, που εκτελέστηκε εν ψυχρώ από όργανα του κεμαλικού κράτους. Αν είχαν καταγγείλει τη δολοφονία μετά από ξυλοδαρμό και βασανιστήρια από Τούρκους αστυνομικούς του δημοσιογράφου Μετίν Γκιόκτεπε, στην Κωνσταντινούπολη (1996), τις εν ψυχρώ δολοφονίες δεκάδων Κούρδων δημοσιογράφων, οι οποίοι πέθαναν κυριολεκτικά με την πένα στο χέρι, προσπαθώντας να ενημερώσουν την κοινή γνώμη και το λαό τους για τα θέματα που τους αφορούν. Ακόμα-ακόμα, θα μπορούσαν να υπογράψουν μια διαμαρτυρία για τον ξυλοδαρμό του δημοσιογράφου Ανδρέα Ρομπόπουλου στην Κωνσταντινούπολη, τον περασμένο Δεκέμβριο.
Να θυμίσουμε δε στους υπογράφοντες την καταγγελία ότι ο Ανδρέας Ρομπόπουλος είναι ο τελευταίος Έλληνας δημοσιογράφος της άλλοτε ανθούσας ελληνικής κοινότητας της Κωνσταντινούπολης, που ως αποτέλεσμα της πολιτικής συστηματικής εθνοκάθαρσης που εφάρμοσε το κεμαλικό κράτος, από 150.000 άτομα που αριθμούσαν το 1923, σήμερα αριθμούν περί τις 2.000 ψυχές, ενώ οι μουσουλμάνοι της ελληνικής Θράκης, που παρέμειναν στην ελληνική επικράτεια με βάση τη Συνθήκη της Λοζάνης και πάντα στη λογική της αμοιβαιότητας, αντί να αριθμούν σήμερα τα 1100 άτομα (αυτός ο αριθμός προκύπτει με βάση την αμοιβαιότητα), οι ίδιοι διατείνονται ότι ξεπερνούν τις 120.000.
Ενώ όμως δεν έχουν τη δύναμη να ξεπεράσουν τα δεσμά του κεμαλικού φασισμού και να καταγγείλουν τη βάναυση επίθεση και τον ξυλοδαρμό του τελευταίου Έλληνα δημοσιογράφου της Κωνσταντινούπολης, υπογράφουν αβίαστα τη διαμαρτυρία για την παρενόχληση και τις απειλές που υποτίθεται ότι δέχτηκε ο συνάδελφός τους, σε μια ημερίδα που αφορούσε τη γενοκτονία τριών λαών, γενοκτονία που διαπράχθηκε από ένα καθεστώς που συνεχίζει να υπάρχει και οι ίδιοι με πάθος και φανατισμό υποστηρίζουν.
Το θράσος τους περισσεύει....
Σε ευχαριστώ πολύ για την ανάρτηση του widget μου στο blog σου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑνταποδίδω κι από το δικό μου με το link σου