Τουρκικού θράσους συνέχεια στην Ανατολική Μεσόγειο
Υπολογίζει στην Αμερικανική στήριξη και στη δεινή οικονομική θέση του Ελληνισμού
Γράφει ο Περικλής Νεάρχου
Πρέσβυς ε.τ.
Η Διακήρυξη του Καΐρου, μετά την Συνάντηση Κορυφής Ελλάδας, Κύπρου και Αιγύπτου, ανοίγει τον δρόμο για την υπογραφή συμφωνίας για την οριοθέτηση της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης μεταξύ των τριών χωρών, δηλαδή μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου και μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου, εφόσον μεταξύ Κύπρου και Αιγύπτου είναι ήδη γεγονός από πολλά χρόνια.
Η εξέλιξη αυτή στην γεωπολιτική του Καΐρου, που αναγνωρίζει πλέον ανεπιφύλακτα την επήρεια του νησιωτικού συμπλέγματος του Καστελλόριζου στην Ελληνική ΑΟΖ και απορρίπτει τους ισχυρισμούς της Άγκυρας ότι δήθεν η δική της ΑΟΖ προεκτείνεται μέχρι την Αιγυπτιακή, αίρει το εμπόδιο που υπήρχε στο παρελθόν από την επιφυλακτική στάση της Αιγύπτου και από τον κίνδυνο που αντιπροσώπευε για την Ελλάδα η πολιτική του πρώην Προέδρου Μόρσι, των Αδελφών Μουσουλμάνων.
Επαφίεται τώρα στην Ελλάδα να αξιοποιήσει τη στρατηγική προσέγγισή της με την Αίγυπτο για να επιταχύνει τις απαραίτητες διαδικασίες και προϋποθέσεις και να κάνει πράξη μία συμφωνία με την Αίγυπτο για την οριοθέτηση της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης.
Η Διακήρυξη του Καΐρου από τις τρεις χώρες έχει, προφανώς, πολύ ευρύτερη σημασία. Οι ηγεμονικές φιλοδοξίες της Άγκυρας στην Ανατολική Μεσόγειο δεν ενοχλούν μόνο την Ελλάδα και την Κύπρο. Ενοχλούν επίσης πολύ έντονα την Αίγυπτο, που είναι η μεγαλύτερη χώρα του Αραβικού κόσμου και ηγέτιδα δύναμη, όπως επίσης το Ισραήλ.
Και στις δύο περιπτώσεις, ο συνδυασμός των ηγεμονικών και επεκτατικών φιλοδοξιών της Άγκυρας με μία πολιτική επικίνδυνου Ισλαμισμού αντιμετωπίζεται ως άμεση απειλή από τις δύο χώρες.
Το Ισραήλ δεν έχει πλέον καμία εμπιστοσύνη στο καθεστώς Ερντογάν και αντιμετωπίζει την Τουρκία ως μία νέα αναδυόμενη απειλή. Επ’ ουδενί θέλει η χώρα αυτή να προωθήσει τους ηγεμονικούς και γεωπολιτικούς της στόχους στην Ανατολική Μεσόγειο, που εκ των πραγμάτων θα απειλούσαν την ασφάλεια και τα συμφέροντα του Ισραήλ. Αυτό ισχύει ειδικότερα και σε σχέση με την Κύπρο. Το Ισραήλ έχει κάθε λόγο να μην θέλει η Κύπρος να περιέλθει υπό τουρκικό γεωπολιτικό έλεγχο, είτε κατά άμεσο είτε κατά έμμεσο, συγκεκαλυμμένο τρόπο. Αυτό πρέπει να το γνωρίζουν και να το αξιοποιούν στις διαπραγματεύσεις για λύση του Κυπριακού οι πολιτικές ηγεσίες της Κύπρου και της Ελλάδος. Η σημερινή κατάσταση είναι πολύ διαφορετική από εκείνη του 2004, όταν ίσχυε ακόμη η στρατηγική σχέση Άγκυρας – Τελ Αβίβ και το Ισραήλ συνέπλεε πλήρως με τον Δυτικό παράγοντα για την επιβολή του Σχεδίου Ανάν στην Κύπρο.
Η τριμερής του Καΐρου, η οποία ενδέχεται να εξελιχθεί σε Πενταμερή με την προσχώρηση του Λιβάνου και της Ιορδανίας, όπως επίσης η νέα, προβλεπόμενη Τριμερής με το Ισραήλ δημιουργούν μία νέα κατάσταση στην περιοχή και ισχυρά περιφερειακά ερείσματα για την Ελλάδα και την Κύπρο.
Ήδη, πριν ενδεχομένως από τα Χριστούγεννα, ο Πρόεδρος της Αιγύπτου, στρατάρχης Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι, θα επισκεφθεί τη Λευκωσία. Θα είναι μια επίσκεψη με βαθύ συμβολικό νόημα και με σαφές μήνυμα προς την Άγκυρα. Ο Κύπριος Πρόεδρος Νίκος Αναστασιάδης, θα επισκεφθεί παραλλήλως στις 2 Δεκεμβρίου την Ιερουσαλήμ. Η επίσκεψή του έρχεται σε συνέχεια της επίσκεψης στη Λευκωσία του Ισραηλινού υπουργού Εξωτερικών, Άβιγκντορ Λίμπερμαν, και των ξεκάθαρων δηλώσεων στις οποίες προέβη για σεβασμό των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας και για τερματισμό των παράνομων ερευνών του τουρκικού σεισμογραφικού σκάφους στην Κυπριακή ΑΟΖ.
Έρχεται επίσης ως συνέχεια των κοινών Κυπρο-Ισραηλινών ασκήσεων στον Κυπριακό εναέριο χώρο και της προσγείωσης Ισραηλινών αεροσκαφών στην αεροπορική βάση «Ανδρέας Παπανδρέου» στην Πάφο.
Ο Κύπριος Πρόεδρος, Νίκος Αναστασιάδης, έχει επίσης ανοικτή πρόσκληση από τον ρώσο ηγέτη, Βλαντιμίρ Πούτιν, για να επισκεφθεί προσεχώς τη Μόσχα.
Η γείτων επεκτείνει την κρίση στο Αιγαίο
Η Άγκυρα, διπλωματικά απομονωμένη στην περιοχή και αντιμετωπίζοντας μεγάλα στρατηγικά διλήμματα από την κατάσταση στη Συρία, το Ιράκ και την όλη εξέλιξη στην περιοχή, όπως επίσης στο εσωτερικό της με τον Κουρδικό παράγοντα, στρέφει την προσοχή της στην Ανατολική Μεσόγειο. Πιστεύει ότι μπορεί να αποκομίσει εδώ μεγάλα κέρδη σε βάρος της Κύπρου και της Ελλάδας, με διακριτική αμερικανική υποστήριξη και εκμεταλλευόμενη τη θέση αδυναμίας στην οποία βρίσκονται Αθήνα και Λευκωσία λόγω της μεγάλης οικονομικής κρίσεως της ομηρίας που ασκεί η τρόικα και της μακράς αδράνειάς τους στον τομέα των στρατιωτικών εξοπλισμών.
Υπολογίζει επίσης στην αμερικανική υποστήριξη λόγω του συνεχιζόμενου πολέμου στη Συρία και της αμερικανικής πολιτικής κατά του προέδρου Άσαντ. Η τελευταία εκπορεύεται από τις γνωστές αντι-ρωσικές εμμονές της Ουάσιγκτον και την προβληματική αμερικανική στρατηγική της συμμαχίας με τον μουσουλμανικό παράγοντα, ιδιαίτερα με τον ακραίο Ισλαμισμό, για την άσκηση αντι-ρωσικής πολιτικής σε ολόκληρη την ρωσική περίμετρο.
Τα τραγικά αποτελέσματα της πολιτικής αυτής έγιναν φανερά, κατά πρώτο λόγο, στο Αφγανιστάν, με την άνδρωση της Αλ Κάιντα. Έγιναν, κατά δεύτερο λόγο, φανερά με το φιάσκο και στην τραγωδία στην οποία οδηγήθηκαν τα κινήματα της λεγόμενης «Αραβικής Άνοιξης», στα οποία είχε επενδύσει πολύ και ο Ταγίπ Ερντογάν, προβάλλοντας την πολιτική του ως πρότυπο ενός νέου «ήπιου» Ισλάμ. Έγιναν, κατά τρίτο λόγο, φανερά με τη δημιουργία του Φρανκεστάιν του ISIL/ISIS, του Ισλαμικού Κράτους. Οι ΗΠΑ, συνέπραξαν ενεργά και συνεργάσθηκαν με την Τουρκία, το Κατάρ και τη Σαουδική Αραβία για τη δημιουργία αυτής της υποτιθέμενης «μετριοπαθούς» δυνάμεως, η οποία θα ανέτρεπε και θα αντικαθιστούσε το καθεστώς Άσαντ.
Σήμερα οι ΗΠΑ συγκροτούν συνασπισμό σαράντα δύο χωρών για να πολεμήσουν το ISIL και το Ισλαμικό Κράτος, ασκώντας πίεση και στην Άγκυρα να συνεργασθεί σε αυτό, παρά τις εκλεκτικές συγγένειες και τους ανομολόγητους δεσμούς που έχει με το ISIL. Η Άγκυρα υπολογίζει στο ISIL για την κατάλυση της Αυτόνομης Κουρδικής Περιοχής της Συρίας, την οποία αντιμετωπίζει με ιδιαίτερη καχυποψία και φόβο ότι μπορεί σε ένα μελλοντικό σενάριο δημιουργίας ενιαίου ανεξάρτητου Κουρδικού Κράτους, να αποτελέσει την προέκτασή του προς τη θάλασσα, στον κόλπο της Αλεξανδρέττας.
Έτσι εξηγείται η πεισματική άρνηση της Άγκυρας να συνεργασθεί για την απόκρουση της επίθεσης του ISIL στο Κομπάνι. Αναγκάσθηκε, μετά από σκληρές διαπραγματεύσεις, για «ανταλλάγματα», να συνεργασθεί οριακά με τις ΗΠΑ, επιτρέποντας τη διέλευση μέσα από τα έδαφός της περιορισμένου αριθμού ανταρτών Πεσμεργκά από το βόρειο Κουρδικό Ιράκ για την ενίσχυση της άμυνας του Κομπάνι. Το έπραξε ζητώντας ανταλλάγματα για τη συνέχιση της αμερικανικής πολιτικής στη Συρία και πιθανότατα για τη «συμμετοχή» της Άγκυρας στα ενεργειακά αποθέματα της Ανατολικής Μεσογείου. Το έπραξε, επίσης, αναλογιζόμενη τις επιπτώσεις της πολιτικής της στους Κούρδους της Τουρκίας και στις προσπάθειές της να διαπραγματευθεί με αυτούς μία λύση του Κουρδικού, όπως επίσης την εξέλιξη της αμερικανικής πολιτικής απέναντι στον Κουρδικό παράγοντα.
Ήδη, διακεκριμένοι πολιτικοί αναλυτές στην Ουάσιγκτον προτείνουν αναθεώρηση της αμερικανικής στρατηγικής και απόδοση πολύ μεγαλύτερης σημασίας στον Κουρδικό παράγοντα στην περιοχή, συνάγοντας τα συμπεράσματα από την αναξιόπιστη, προβληματική και Ισλαμική πολιτική του Ερντογάν, που επιδιώκει τους δικούς της, αυτόνομους στόχους περιφερειακής δυνάμεως.
Η επίσημη αμερικανική πολιτική, παρά τον έκδηλο εκνευρισμό και τη δυσπιστία της απέναντι στην πολιτική Ερντογάν, εξακολουθεί να αποδίδει μεγάλη σημασία στον στρατηγικό ρόλο της Τουρκίας ως συμμάχου του ΝΑΤΟ και να προσπαθεί να ενισχύσει τους δεσμούς της με την Ευρώπη και το δυτικό στρατόπεδο. Στην επιδίωξη αυτή υπάρχουν μεγάλοι κίνδυνοι για την Ελλάδα και την Κύπρο, που υπολαμβάνονται ως πολιτικά ελεγχόμενες χώρες και ευεπίφορες σε πιέσεις για υποχωρήσεις κα απαράδεκτους «συμβιβασμούς» στα εθνικά θέματα.
Οι απαράδεκτες προτάσεις του αντιπροσώπου του γ.γ. του ΟΗΕ
Μία εκδήλωση της αμερικανικής αυτής πολιτικής ήταν η επίσκεψη στον Κύπριο Πρόεδρο του αμερικανού πρέσβεως στη Λευκωσία και η υποβολή προτάσεως για τη δημιουργία Ταμείου στο οποίο να κατατίθενται τα έσοδα από το φυσικό αέριο της Κύπρου μέχρι την κατάληξη σε συμφωνία για τη διανομή τους, στο πλαίσιο μίας «λύσεως» του Κυπριακού. Η πρότασή του απερρίφθη.
Η ουσία όμως της προτάσεως επανήλθε μέσω του νέου ειδικού γενικού αντιπροσώπου του γενικού γραμματέα του ΟΗΕ για το Κυπριακό, Νορβηγού Έσπεν Μπαρθ Άιντε, ο οποίος ανέλαβε μεσολαβητική προσπάθεια για την επανέναρξη των διακοινοτικών συνομιλιών. Είναι χαρακτηριστικό και ενδεικτικό ότι ούτε αυτός ούτε ο γ.γ. του ΟΗΕ, Μπάκι Μουν, έκαναν την οποιαδήποτε δήλωση για σεβασμό των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κύπρου και αποχώρηση του Τουρκικού ερευνητικού σκάφους «Barbaros» από την Κυπριακή ΑΟΖ. Αυτή όμως η εισβολή προκάλεσε την αναστολή της συμμετοχής της ελληνικής πλευράς στις διακοινοτικές συνομιλίες και τη διακοπή τους.
Ο Άιντε επεσκέφθη διαδοχικά την Άγκυρα, την Αθήνα και την Λευκωσία και υπέβαλε στον Κύπριο Πρόεδρο διαμεσολαβητική πρόταση για τη δημιουργία μίας Τεχνικής «Διακοινοτικής» Επιτροπής, η οποία θα συζητήσει το θέμα του φυσικού αερίου στο πλαίσιο των διακοινοτικών συνομιλιών. Πρότεινε, με άλλα λόγια, τη μετατροπή του φυσικού αερίου της ελεύθερης Κύπρου σε διακοινοτικό θέμα, το οποίο θα πρέπει να συζητηθεί σε βάση πολιτικής ισότητας με το ψευδοκράτος!
Αντιλαμβάνεται κανείς ότι σε μία τέτοια περίπτωση η ίδια η Ελληνική πλευρά θα παραδεχόταν ότι δεν έχει το κυριαρχικό δικαίωμα να αξιοποιήσει τα ενεργειακά κοιτάσματα της ΑΟΖ της ελεύθερης Κύπρου και θα εξισωνόταν ε το ψευδοκράτος. Θα ανεγνώριζε επίσης σε αυτό «ίσο» λόγο στην ΑΟΖ της ελεύθερης Κύπρου. Η Άγκυρα κατέχει επί σαράντα χρόνια τη Βόρεια Κύπρο. Διεκδικεί τώρα να της αναγνωρισθεί από την ελληνική πλευρά ότι έχει επιπλέον «ίσα» δικαιώματα στην ΑΟΖ της ελεύθερης Κύπρου. Με τη λογική αυτή, θα έμεναν επίσης στον αέρα οι συμφωνίες που έχει υπογράψει μέχρι τώρα η Κυπριακή Δημοκρατία για την οριοθέτηση της ΑΟΖ και την αξιοποίηση των ενεργειακών κοιτασμάτων.
Η πρόταση, όπως προείπαμε, απερρίφθη. Δείχνει, ωστόσο, σαφώς τον ρόλο ανδρείκελου που διαδραματίζει ο ειδικός αντιπρόσωπος του γενικού γραμματέα. Δείχνε επίσης τον παρασκηνιακό ρόλο του Βρετανικού παράγοντα, ο οποίος φιλοδοξεί να επιτύχει, σε συμμαχία με τον Τουρκικό παράγοντα, τους στόχους που είχε εκφράσει για την Κυπριακή ΑΟΖ μέσα από το σχέδιο Ανάν. Δείχνει, τέλος, τους κινδύνους που εγκυμονεί η συνέχιση της αυτοκαταστροφικής πολιτικής των διακοινοτικών συνομιλιών με βάση το κοινό ανακοινωθέν Αναστασιάδη – Έρογλου, όπως και την ανάγκη να χαραχθεί επειγόντως μια νέα πολιτική και στρατηγική, που θα έχει ως ακρογωνιαίο λίθο την διαφύλαξη της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Πηγή περιοδικό «Επίκαιρα», τεύχος 263
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου
Γράφει ο Περικλής Νεάρχου
Πρέσβυς ε.τ.
Η Διακήρυξη του Καΐρου, μετά την Συνάντηση Κορυφής Ελλάδας, Κύπρου και Αιγύπτου, ανοίγει τον δρόμο για την υπογραφή συμφωνίας για την οριοθέτηση της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης μεταξύ των τριών χωρών, δηλαδή μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου και μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου, εφόσον μεταξύ Κύπρου και Αιγύπτου είναι ήδη γεγονός από πολλά χρόνια.
Η εξέλιξη αυτή στην γεωπολιτική του Καΐρου, που αναγνωρίζει πλέον ανεπιφύλακτα την επήρεια του νησιωτικού συμπλέγματος του Καστελλόριζου στην Ελληνική ΑΟΖ και απορρίπτει τους ισχυρισμούς της Άγκυρας ότι δήθεν η δική της ΑΟΖ προεκτείνεται μέχρι την Αιγυπτιακή, αίρει το εμπόδιο που υπήρχε στο παρελθόν από την επιφυλακτική στάση της Αιγύπτου και από τον κίνδυνο που αντιπροσώπευε για την Ελλάδα η πολιτική του πρώην Προέδρου Μόρσι, των Αδελφών Μουσουλμάνων.
Επαφίεται τώρα στην Ελλάδα να αξιοποιήσει τη στρατηγική προσέγγισή της με την Αίγυπτο για να επιταχύνει τις απαραίτητες διαδικασίες και προϋποθέσεις και να κάνει πράξη μία συμφωνία με την Αίγυπτο για την οριοθέτηση της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης.
Η Διακήρυξη του Καΐρου από τις τρεις χώρες έχει, προφανώς, πολύ ευρύτερη σημασία. Οι ηγεμονικές φιλοδοξίες της Άγκυρας στην Ανατολική Μεσόγειο δεν ενοχλούν μόνο την Ελλάδα και την Κύπρο. Ενοχλούν επίσης πολύ έντονα την Αίγυπτο, που είναι η μεγαλύτερη χώρα του Αραβικού κόσμου και ηγέτιδα δύναμη, όπως επίσης το Ισραήλ.
Και στις δύο περιπτώσεις, ο συνδυασμός των ηγεμονικών και επεκτατικών φιλοδοξιών της Άγκυρας με μία πολιτική επικίνδυνου Ισλαμισμού αντιμετωπίζεται ως άμεση απειλή από τις δύο χώρες.
Το Ισραήλ δεν έχει πλέον καμία εμπιστοσύνη στο καθεστώς Ερντογάν και αντιμετωπίζει την Τουρκία ως μία νέα αναδυόμενη απειλή. Επ’ ουδενί θέλει η χώρα αυτή να προωθήσει τους ηγεμονικούς και γεωπολιτικούς της στόχους στην Ανατολική Μεσόγειο, που εκ των πραγμάτων θα απειλούσαν την ασφάλεια και τα συμφέροντα του Ισραήλ. Αυτό ισχύει ειδικότερα και σε σχέση με την Κύπρο. Το Ισραήλ έχει κάθε λόγο να μην θέλει η Κύπρος να περιέλθει υπό τουρκικό γεωπολιτικό έλεγχο, είτε κατά άμεσο είτε κατά έμμεσο, συγκεκαλυμμένο τρόπο. Αυτό πρέπει να το γνωρίζουν και να το αξιοποιούν στις διαπραγματεύσεις για λύση του Κυπριακού οι πολιτικές ηγεσίες της Κύπρου και της Ελλάδος. Η σημερινή κατάσταση είναι πολύ διαφορετική από εκείνη του 2004, όταν ίσχυε ακόμη η στρατηγική σχέση Άγκυρας – Τελ Αβίβ και το Ισραήλ συνέπλεε πλήρως με τον Δυτικό παράγοντα για την επιβολή του Σχεδίου Ανάν στην Κύπρο.
Η τριμερής του Καΐρου, η οποία ενδέχεται να εξελιχθεί σε Πενταμερή με την προσχώρηση του Λιβάνου και της Ιορδανίας, όπως επίσης η νέα, προβλεπόμενη Τριμερής με το Ισραήλ δημιουργούν μία νέα κατάσταση στην περιοχή και ισχυρά περιφερειακά ερείσματα για την Ελλάδα και την Κύπρο.
Ήδη, πριν ενδεχομένως από τα Χριστούγεννα, ο Πρόεδρος της Αιγύπτου, στρατάρχης Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι, θα επισκεφθεί τη Λευκωσία. Θα είναι μια επίσκεψη με βαθύ συμβολικό νόημα και με σαφές μήνυμα προς την Άγκυρα. Ο Κύπριος Πρόεδρος Νίκος Αναστασιάδης, θα επισκεφθεί παραλλήλως στις 2 Δεκεμβρίου την Ιερουσαλήμ. Η επίσκεψή του έρχεται σε συνέχεια της επίσκεψης στη Λευκωσία του Ισραηλινού υπουργού Εξωτερικών, Άβιγκντορ Λίμπερμαν, και των ξεκάθαρων δηλώσεων στις οποίες προέβη για σεβασμό των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας και για τερματισμό των παράνομων ερευνών του τουρκικού σεισμογραφικού σκάφους στην Κυπριακή ΑΟΖ.
Έρχεται επίσης ως συνέχεια των κοινών Κυπρο-Ισραηλινών ασκήσεων στον Κυπριακό εναέριο χώρο και της προσγείωσης Ισραηλινών αεροσκαφών στην αεροπορική βάση «Ανδρέας Παπανδρέου» στην Πάφο.
Ο Κύπριος Πρόεδρος, Νίκος Αναστασιάδης, έχει επίσης ανοικτή πρόσκληση από τον ρώσο ηγέτη, Βλαντιμίρ Πούτιν, για να επισκεφθεί προσεχώς τη Μόσχα.
Η γείτων επεκτείνει την κρίση στο Αιγαίο
Η Άγκυρα, διπλωματικά απομονωμένη στην περιοχή και αντιμετωπίζοντας μεγάλα στρατηγικά διλήμματα από την κατάσταση στη Συρία, το Ιράκ και την όλη εξέλιξη στην περιοχή, όπως επίσης στο εσωτερικό της με τον Κουρδικό παράγοντα, στρέφει την προσοχή της στην Ανατολική Μεσόγειο. Πιστεύει ότι μπορεί να αποκομίσει εδώ μεγάλα κέρδη σε βάρος της Κύπρου και της Ελλάδας, με διακριτική αμερικανική υποστήριξη και εκμεταλλευόμενη τη θέση αδυναμίας στην οποία βρίσκονται Αθήνα και Λευκωσία λόγω της μεγάλης οικονομικής κρίσεως της ομηρίας που ασκεί η τρόικα και της μακράς αδράνειάς τους στον τομέα των στρατιωτικών εξοπλισμών.
Υπολογίζει επίσης στην αμερικανική υποστήριξη λόγω του συνεχιζόμενου πολέμου στη Συρία και της αμερικανικής πολιτικής κατά του προέδρου Άσαντ. Η τελευταία εκπορεύεται από τις γνωστές αντι-ρωσικές εμμονές της Ουάσιγκτον και την προβληματική αμερικανική στρατηγική της συμμαχίας με τον μουσουλμανικό παράγοντα, ιδιαίτερα με τον ακραίο Ισλαμισμό, για την άσκηση αντι-ρωσικής πολιτικής σε ολόκληρη την ρωσική περίμετρο.
Τα τραγικά αποτελέσματα της πολιτικής αυτής έγιναν φανερά, κατά πρώτο λόγο, στο Αφγανιστάν, με την άνδρωση της Αλ Κάιντα. Έγιναν, κατά δεύτερο λόγο, φανερά με το φιάσκο και στην τραγωδία στην οποία οδηγήθηκαν τα κινήματα της λεγόμενης «Αραβικής Άνοιξης», στα οποία είχε επενδύσει πολύ και ο Ταγίπ Ερντογάν, προβάλλοντας την πολιτική του ως πρότυπο ενός νέου «ήπιου» Ισλάμ. Έγιναν, κατά τρίτο λόγο, φανερά με τη δημιουργία του Φρανκεστάιν του ISIL/ISIS, του Ισλαμικού Κράτους. Οι ΗΠΑ, συνέπραξαν ενεργά και συνεργάσθηκαν με την Τουρκία, το Κατάρ και τη Σαουδική Αραβία για τη δημιουργία αυτής της υποτιθέμενης «μετριοπαθούς» δυνάμεως, η οποία θα ανέτρεπε και θα αντικαθιστούσε το καθεστώς Άσαντ.
Σήμερα οι ΗΠΑ συγκροτούν συνασπισμό σαράντα δύο χωρών για να πολεμήσουν το ISIL και το Ισλαμικό Κράτος, ασκώντας πίεση και στην Άγκυρα να συνεργασθεί σε αυτό, παρά τις εκλεκτικές συγγένειες και τους ανομολόγητους δεσμούς που έχει με το ISIL. Η Άγκυρα υπολογίζει στο ISIL για την κατάλυση της Αυτόνομης Κουρδικής Περιοχής της Συρίας, την οποία αντιμετωπίζει με ιδιαίτερη καχυποψία και φόβο ότι μπορεί σε ένα μελλοντικό σενάριο δημιουργίας ενιαίου ανεξάρτητου Κουρδικού Κράτους, να αποτελέσει την προέκτασή του προς τη θάλασσα, στον κόλπο της Αλεξανδρέττας.
Έτσι εξηγείται η πεισματική άρνηση της Άγκυρας να συνεργασθεί για την απόκρουση της επίθεσης του ISIL στο Κομπάνι. Αναγκάσθηκε, μετά από σκληρές διαπραγματεύσεις, για «ανταλλάγματα», να συνεργασθεί οριακά με τις ΗΠΑ, επιτρέποντας τη διέλευση μέσα από τα έδαφός της περιορισμένου αριθμού ανταρτών Πεσμεργκά από το βόρειο Κουρδικό Ιράκ για την ενίσχυση της άμυνας του Κομπάνι. Το έπραξε ζητώντας ανταλλάγματα για τη συνέχιση της αμερικανικής πολιτικής στη Συρία και πιθανότατα για τη «συμμετοχή» της Άγκυρας στα ενεργειακά αποθέματα της Ανατολικής Μεσογείου. Το έπραξε, επίσης, αναλογιζόμενη τις επιπτώσεις της πολιτικής της στους Κούρδους της Τουρκίας και στις προσπάθειές της να διαπραγματευθεί με αυτούς μία λύση του Κουρδικού, όπως επίσης την εξέλιξη της αμερικανικής πολιτικής απέναντι στον Κουρδικό παράγοντα.
Ήδη, διακεκριμένοι πολιτικοί αναλυτές στην Ουάσιγκτον προτείνουν αναθεώρηση της αμερικανικής στρατηγικής και απόδοση πολύ μεγαλύτερης σημασίας στον Κουρδικό παράγοντα στην περιοχή, συνάγοντας τα συμπεράσματα από την αναξιόπιστη, προβληματική και Ισλαμική πολιτική του Ερντογάν, που επιδιώκει τους δικούς της, αυτόνομους στόχους περιφερειακής δυνάμεως.
Η επίσημη αμερικανική πολιτική, παρά τον έκδηλο εκνευρισμό και τη δυσπιστία της απέναντι στην πολιτική Ερντογάν, εξακολουθεί να αποδίδει μεγάλη σημασία στον στρατηγικό ρόλο της Τουρκίας ως συμμάχου του ΝΑΤΟ και να προσπαθεί να ενισχύσει τους δεσμούς της με την Ευρώπη και το δυτικό στρατόπεδο. Στην επιδίωξη αυτή υπάρχουν μεγάλοι κίνδυνοι για την Ελλάδα και την Κύπρο, που υπολαμβάνονται ως πολιτικά ελεγχόμενες χώρες και ευεπίφορες σε πιέσεις για υποχωρήσεις κα απαράδεκτους «συμβιβασμούς» στα εθνικά θέματα.
Οι απαράδεκτες προτάσεις του αντιπροσώπου του γ.γ. του ΟΗΕ
Μία εκδήλωση της αμερικανικής αυτής πολιτικής ήταν η επίσκεψη στον Κύπριο Πρόεδρο του αμερικανού πρέσβεως στη Λευκωσία και η υποβολή προτάσεως για τη δημιουργία Ταμείου στο οποίο να κατατίθενται τα έσοδα από το φυσικό αέριο της Κύπρου μέχρι την κατάληξη σε συμφωνία για τη διανομή τους, στο πλαίσιο μίας «λύσεως» του Κυπριακού. Η πρότασή του απερρίφθη.
Ο Άιντε επεσκέφθη διαδοχικά την Άγκυρα, την Αθήνα και την Λευκωσία και υπέβαλε στον Κύπριο Πρόεδρο διαμεσολαβητική πρόταση για τη δημιουργία μίας Τεχνικής «Διακοινοτικής» Επιτροπής, η οποία θα συζητήσει το θέμα του φυσικού αερίου στο πλαίσιο των διακοινοτικών συνομιλιών. Πρότεινε, με άλλα λόγια, τη μετατροπή του φυσικού αερίου της ελεύθερης Κύπρου σε διακοινοτικό θέμα, το οποίο θα πρέπει να συζητηθεί σε βάση πολιτικής ισότητας με το ψευδοκράτος!
Αντιλαμβάνεται κανείς ότι σε μία τέτοια περίπτωση η ίδια η Ελληνική πλευρά θα παραδεχόταν ότι δεν έχει το κυριαρχικό δικαίωμα να αξιοποιήσει τα ενεργειακά κοιτάσματα της ΑΟΖ της ελεύθερης Κύπρου και θα εξισωνόταν ε το ψευδοκράτος. Θα ανεγνώριζε επίσης σε αυτό «ίσο» λόγο στην ΑΟΖ της ελεύθερης Κύπρου. Η Άγκυρα κατέχει επί σαράντα χρόνια τη Βόρεια Κύπρο. Διεκδικεί τώρα να της αναγνωρισθεί από την ελληνική πλευρά ότι έχει επιπλέον «ίσα» δικαιώματα στην ΑΟΖ της ελεύθερης Κύπρου. Με τη λογική αυτή, θα έμεναν επίσης στον αέρα οι συμφωνίες που έχει υπογράψει μέχρι τώρα η Κυπριακή Δημοκρατία για την οριοθέτηση της ΑΟΖ και την αξιοποίηση των ενεργειακών κοιτασμάτων.
Η πρόταση, όπως προείπαμε, απερρίφθη. Δείχνει, ωστόσο, σαφώς τον ρόλο ανδρείκελου που διαδραματίζει ο ειδικός αντιπρόσωπος του γενικού γραμματέα. Δείχνε επίσης τον παρασκηνιακό ρόλο του Βρετανικού παράγοντα, ο οποίος φιλοδοξεί να επιτύχει, σε συμμαχία με τον Τουρκικό παράγοντα, τους στόχους που είχε εκφράσει για την Κυπριακή ΑΟΖ μέσα από το σχέδιο Ανάν. Δείχνει, τέλος, τους κινδύνους που εγκυμονεί η συνέχιση της αυτοκαταστροφικής πολιτικής των διακοινοτικών συνομιλιών με βάση το κοινό ανακοινωθέν Αναστασιάδη – Έρογλου, όπως και την ανάγκη να χαραχθεί επειγόντως μια νέα πολιτική και στρατηγική, που θα έχει ως ακρογωνιαίο λίθο την διαφύλαξη της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Πηγή περιοδικό «Επίκαιρα», τεύχος 263
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου
Γράψτε τα δικά σας σχόλια
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Θα σας παρακαλούσα να είστε κόσμιοι στους χαρακτηρισμούς σας, επειδή είναι δυνατόν επισκέπτες του ιστολογίου να είναι και ανήλικοι.
Τα σχόλια στα blogs υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
Τα σχόλια θα εγκρίνονται μόνο όταν είναι σχετικά με το θέμα, δεν αναφέρουν προσωπικούς, προσβλητικούς χαρακτηρισμούς, καθώς επίσης και τα σχόλια που δεν περιέχουν συνδέσμους.
Επίσης, όταν μας αποστέλλονται κείμενα (μέσω σχολίων ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου), παρακαλείσθε να αναγράφετε τυχούσα πηγή τους σε περίπτωση που δεν είναι δικά σας. Ευχαριστούμε για την κατανόησή σας...