Η Καγκελάριος έχει αγχωθεί και κάνει λάθη: Η απομόνωση της Γερμανίας της Άγκελα Μέρκελ
Tου Gideon Rachman
Η Αγγελα Μέρκελ έχει χαρακτηρίσει την ιδέα ότι είναι ο ουσιαστικός ηγέτης του δυτικού κόσμου «παράλογη». Το άγχος της είναι δικαιολογημένο. Η σύγχρονη Γερμανία δεν έχει όρεξη να ηγείται της Δύσης και δεν είναι αρκετά ισχυρή για να αντέξει αυτό το φορτίο.
Οι μη ρεαλιστικές προσδοκίες δεν αποτελούν όμως τον μόνο λόγο για το άγχος της Γερμανίας. Αν η Μέρκελ κοιτάξει έξω από το γυάλινο κουτί του γραφείου της στο Βερολίνο, θα δει προβλήματα παντού. Στα ανατολικά, υπάρχουν οι όλο και πιο αυταρχικές και γερμανοφοβικές κυβερνήσεις της Πολωνίας και της Ουγγαρίας, και ακόμη ανατολικότερα η εχθρική Ρωσία. Στα δυτικά, υπάρχουν οι Ηνωμένες Πολιτείες του Τραμπ. Στα βόρεια, το Ηνωμένο Βασίλειο του Brexit. Και στα νότια, η Ιταλία και η Ελλάδα, που κατηγορούν όλο και συχνότερα τη Γερμανία για τα οικονομικά τους προβλήματα.
Η Γερμανία βρίσκεται έτσι αντιμέτωπη με έναν παλιό εφιάλτη: να αποτελεί μια μεγάλη, απομονωμένη δύναμη στο κέντρο της Ευρώπης. Η ειρωνεία είναι πως η μοναξιά της Γερμανίας δεν έχει να κάνει με την κακή της συμπεριφορά. Αυτό που αλλάζει γρήγορα είναι ο κόσμος γύρω της, καθώς ο λαϊκισμός και ο εθνικισμός δυναμώνουν τόσο στην Ευρώπη όσο και στις ΗΠΑ.
Πολλά μπορεί βέβαια να καταλογίσει κανείς στην κυβέρνηση της Μέρκελ για τον χειρισμό της κρίσης του ευρώ και του προσφυγικού. Κανείς όμως δεν μπορεί να αμφισβητήσει την αφοσίωση της σύγχρονης Γερμανίας στις φιλελεύθερες αξίες στο εσωτερικό, και στον διεθνισμό στο εξωτερικό.
Το πρόβλημα είναι ότι η αφοσίωση σε αυτές τις αξίες αποτελεί στη Δύση μάλλον την εξαίρεση παρά τον κανόνα. Ένας αμερικανός αξιωματούχος, επιστρέφοντας από την πρόσφατη διάσκεψη για την ασφάλεια στο Μόναχο, μου εξέφρασε τη χαρά του που είχε βρεθεί ξανά σε μια κανονική χώρα. Η γερμανική κανονικότητα όμως είναι τώρα αντικανονική.
Ο κίνδυνος και η ιδιαιτερότητα της θέσης της Γερμανίας αναδεικνύονται ακόμη περισσότερο αν συγκριθούν με την κατάσταση που αντιμετώπιζε στα μέσα του 2008, λίγο πριν από το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Το καλοκαίρι εκείνο, ένας χαρισματικός και ιδεαλιστής υποψήφιος για την προεδρία των Ηνωμένων Πολιτειών, ονόματι Μπάρακ Ομπάμα, επισκέφθηκε το Βερολίνο και μίλησε σε ένα τεράστιο και ενθουσιώδες πλήθος.
Στη Μόσχα, ένας πιο φιλοδυτικός πρόεδρος, ο Ντμίτρι Μεντβέντεφ, διαδεχόταν τον Βλαντίμιρ Πούτιν. Με την προς ανατολάς διεύρυνση της ΕΕ να έχει πρόσφατα ολοκληρωθεί, η Γερμανία περιβαλλόταν από φιλικές δημοκρατίες. Το ευρώ φαινόταν να λειτουργεί καλά και οι χώρες της νότιας Ευρώπης μοιράζονταν τον ενθουσιασμό της Γερμανίας για την ΕΕ. Τόσο η Βρετανία όσο και η Γαλλία είχαν φιλοευρωπαϊκές κεντρώες κυβερνήσεις.
Λιγότερο από δέκα χρόνια μετά, όλα έχουν αλλάξει ριζικά. Για τη Γερμανία, οι πιο ανησυχητικές εξελίξεις είναι αυτές που σημειώνονται κοντά στα σύνορά της. Η ΕΕ υποτίθεται ότι αποτελεί την ύστατη εγγύηση για να μην επιστρέψει η γερμανική απομόνωση. Αλλά η Βρετανία ψήφισε να φύγει. Το αποτέλεσμα του Brexit είναι ότι η ΕΕ χάνει μια χώρα που έπαιζε πάντα αποφασιστικό ρόλο στην ισορροπία δυνάμεων στην Ευρώπη. Δημιουργείται επίσης ένα προηγούμενο και για μελλοντικές αποχωρήσεις. Είναι πλέον σαφές ότι η ΕΕ μπορεί να διαλυθεί.
Εξίσου ανησυχητικό για τη Γερμανία είναι ότι κάποιες άλλες χώρες μπορεί να παραμείνουν στην ΕΕ χωρίς να σέβονται τις θεμελιώδεις αξίες της και τους οικονομικούς της κανόνες. Η συρρίκνωση της δημοκρατίας στην Πολωνία και την Ουγγαρία – μαζί με την αναβίωση του εθνικισμού – ανησυχεί την κυβέρνηση Μέρκελ γιατί δεν υπάρχει θεραπεία.
Τις επόμενες εβδομάδες και μήνες, τα λαϊκιστικά και εθνικιστικά κόμματα θα σημειώσουν καλές επιδόσεις στις ολλανδικές και τις γαλλικές εκλογές. Αν η Μαρίν Λεπέν εκλεγεί πρόεδρος της Γαλλίας, πολλοί στο Βερολίνο πιστεύουν ότι η ΕΕ θα καταρρεύσει.
Την ίδια στιγμή, στην Ιταλία, το φιλοευρωπαϊκό κέντρο συρρικνώνεται υπό το βάρος της κρίσης. Το λαϊκιστικό και ευρωσκεπτικιστικό Κίνημα των Πέντε Αστέρων μπορεί να αναλάβει την εξουσία μέσα στο επόμενο 12μηνο. Και η κρίση στην Ελλάδα μπορεί να επιστρέψει.
Το Βερολίνο ανησυχεί και για τις εξελίξεις στη Μόσχα και την Ουάσινγκτον. Η Γερμανία ηγήθηκε της ευρωπαϊκής αντίδρασης στην παράνομη προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία. Το τίμημα όμως ήταν η απότομη επιδείνωση των σχέσεων ανάμεσα στη Γερμανία και τη Ρωσία, κάτι που ασκεί μεγάλη ψυχολογική πίεση στο Βερολίνο.
Σε όλο τον Ψυχρό Πόλεμο, η Γερμανία μπορούσε τουλάχιστον να αντλεί υποστήριξη από τις ΗΠΑ. Αλλά στην εποχή του Τραμπ κάτι τέτοιο δεν είναι πλέον δεδομένο. Η γερμανική ηγεσία επενδύει τώρα στη νίκη του Εμανουέλ Μακρόν στη Γαλλία. Σε περίπτωση, αντίθετα, νίκης της Λεπέν, η απομόνωση της Γερμανίας θα είναι ολοκληρωτική.
* Ο Γκίντεον Ράχμαν είναι αρθρογράφος των Financial Times
Η Αγγελα Μέρκελ έχει χαρακτηρίσει την ιδέα ότι είναι ο ουσιαστικός ηγέτης του δυτικού κόσμου «παράλογη». Το άγχος της είναι δικαιολογημένο. Η σύγχρονη Γερμανία δεν έχει όρεξη να ηγείται της Δύσης και δεν είναι αρκετά ισχυρή για να αντέξει αυτό το φορτίο.
Οι μη ρεαλιστικές προσδοκίες δεν αποτελούν όμως τον μόνο λόγο για το άγχος της Γερμανίας. Αν η Μέρκελ κοιτάξει έξω από το γυάλινο κουτί του γραφείου της στο Βερολίνο, θα δει προβλήματα παντού. Στα ανατολικά, υπάρχουν οι όλο και πιο αυταρχικές και γερμανοφοβικές κυβερνήσεις της Πολωνίας και της Ουγγαρίας, και ακόμη ανατολικότερα η εχθρική Ρωσία. Στα δυτικά, υπάρχουν οι Ηνωμένες Πολιτείες του Τραμπ. Στα βόρεια, το Ηνωμένο Βασίλειο του Brexit. Και στα νότια, η Ιταλία και η Ελλάδα, που κατηγορούν όλο και συχνότερα τη Γερμανία για τα οικονομικά τους προβλήματα.
Η Γερμανία βρίσκεται έτσι αντιμέτωπη με έναν παλιό εφιάλτη: να αποτελεί μια μεγάλη, απομονωμένη δύναμη στο κέντρο της Ευρώπης. Η ειρωνεία είναι πως η μοναξιά της Γερμανίας δεν έχει να κάνει με την κακή της συμπεριφορά. Αυτό που αλλάζει γρήγορα είναι ο κόσμος γύρω της, καθώς ο λαϊκισμός και ο εθνικισμός δυναμώνουν τόσο στην Ευρώπη όσο και στις ΗΠΑ.
Πολλά μπορεί βέβαια να καταλογίσει κανείς στην κυβέρνηση της Μέρκελ για τον χειρισμό της κρίσης του ευρώ και του προσφυγικού. Κανείς όμως δεν μπορεί να αμφισβητήσει την αφοσίωση της σύγχρονης Γερμανίας στις φιλελεύθερες αξίες στο εσωτερικό, και στον διεθνισμό στο εξωτερικό.
Το πρόβλημα είναι ότι η αφοσίωση σε αυτές τις αξίες αποτελεί στη Δύση μάλλον την εξαίρεση παρά τον κανόνα. Ένας αμερικανός αξιωματούχος, επιστρέφοντας από την πρόσφατη διάσκεψη για την ασφάλεια στο Μόναχο, μου εξέφρασε τη χαρά του που είχε βρεθεί ξανά σε μια κανονική χώρα. Η γερμανική κανονικότητα όμως είναι τώρα αντικανονική.
Ο κίνδυνος και η ιδιαιτερότητα της θέσης της Γερμανίας αναδεικνύονται ακόμη περισσότερο αν συγκριθούν με την κατάσταση που αντιμετώπιζε στα μέσα του 2008, λίγο πριν από το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Το καλοκαίρι εκείνο, ένας χαρισματικός και ιδεαλιστής υποψήφιος για την προεδρία των Ηνωμένων Πολιτειών, ονόματι Μπάρακ Ομπάμα, επισκέφθηκε το Βερολίνο και μίλησε σε ένα τεράστιο και ενθουσιώδες πλήθος.
Στη Μόσχα, ένας πιο φιλοδυτικός πρόεδρος, ο Ντμίτρι Μεντβέντεφ, διαδεχόταν τον Βλαντίμιρ Πούτιν. Με την προς ανατολάς διεύρυνση της ΕΕ να έχει πρόσφατα ολοκληρωθεί, η Γερμανία περιβαλλόταν από φιλικές δημοκρατίες. Το ευρώ φαινόταν να λειτουργεί καλά και οι χώρες της νότιας Ευρώπης μοιράζονταν τον ενθουσιασμό της Γερμανίας για την ΕΕ. Τόσο η Βρετανία όσο και η Γαλλία είχαν φιλοευρωπαϊκές κεντρώες κυβερνήσεις.
Λιγότερο από δέκα χρόνια μετά, όλα έχουν αλλάξει ριζικά. Για τη Γερμανία, οι πιο ανησυχητικές εξελίξεις είναι αυτές που σημειώνονται κοντά στα σύνορά της. Η ΕΕ υποτίθεται ότι αποτελεί την ύστατη εγγύηση για να μην επιστρέψει η γερμανική απομόνωση. Αλλά η Βρετανία ψήφισε να φύγει. Το αποτέλεσμα του Brexit είναι ότι η ΕΕ χάνει μια χώρα που έπαιζε πάντα αποφασιστικό ρόλο στην ισορροπία δυνάμεων στην Ευρώπη. Δημιουργείται επίσης ένα προηγούμενο και για μελλοντικές αποχωρήσεις. Είναι πλέον σαφές ότι η ΕΕ μπορεί να διαλυθεί.
Εξίσου ανησυχητικό για τη Γερμανία είναι ότι κάποιες άλλες χώρες μπορεί να παραμείνουν στην ΕΕ χωρίς να σέβονται τις θεμελιώδεις αξίες της και τους οικονομικούς της κανόνες. Η συρρίκνωση της δημοκρατίας στην Πολωνία και την Ουγγαρία – μαζί με την αναβίωση του εθνικισμού – ανησυχεί την κυβέρνηση Μέρκελ γιατί δεν υπάρχει θεραπεία.
Τις επόμενες εβδομάδες και μήνες, τα λαϊκιστικά και εθνικιστικά κόμματα θα σημειώσουν καλές επιδόσεις στις ολλανδικές και τις γαλλικές εκλογές. Αν η Μαρίν Λεπέν εκλεγεί πρόεδρος της Γαλλίας, πολλοί στο Βερολίνο πιστεύουν ότι η ΕΕ θα καταρρεύσει.
Την ίδια στιγμή, στην Ιταλία, το φιλοευρωπαϊκό κέντρο συρρικνώνεται υπό το βάρος της κρίσης. Το λαϊκιστικό και ευρωσκεπτικιστικό Κίνημα των Πέντε Αστέρων μπορεί να αναλάβει την εξουσία μέσα στο επόμενο 12μηνο. Και η κρίση στην Ελλάδα μπορεί να επιστρέψει.
Το Βερολίνο ανησυχεί και για τις εξελίξεις στη Μόσχα και την Ουάσινγκτον. Η Γερμανία ηγήθηκε της ευρωπαϊκής αντίδρασης στην παράνομη προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία. Το τίμημα όμως ήταν η απότομη επιδείνωση των σχέσεων ανάμεσα στη Γερμανία και τη Ρωσία, κάτι που ασκεί μεγάλη ψυχολογική πίεση στο Βερολίνο.
Σε όλο τον Ψυχρό Πόλεμο, η Γερμανία μπορούσε τουλάχιστον να αντλεί υποστήριξη από τις ΗΠΑ. Αλλά στην εποχή του Τραμπ κάτι τέτοιο δεν είναι πλέον δεδομένο. Η γερμανική ηγεσία επενδύει τώρα στη νίκη του Εμανουέλ Μακρόν στη Γαλλία. Σε περίπτωση, αντίθετα, νίκης της Λεπέν, η απομόνωση της Γερμανίας θα είναι ολοκληρωτική.
* Ο Γκίντεον Ράχμαν είναι αρθρογράφος των Financial Times
Πηγή MIgnatiou
Γράψτε τα δικά σας σχόλια
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Θα σας παρακαλούσα να είστε κόσμιοι στους χαρακτηρισμούς σας, επειδή είναι δυνατόν επισκέπτες του ιστολογίου να είναι και ανήλικοι.
Τα σχόλια στα blogs υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
Τα σχόλια θα εγκρίνονται μόνο όταν είναι σχετικά με το θέμα, δεν αναφέρουν προσωπικούς, προσβλητικούς χαρακτηρισμούς, καθώς επίσης και τα σχόλια που δεν περιέχουν συνδέσμους.
Επίσης, όταν μας αποστέλλονται κείμενα (μέσω σχολίων ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου), παρακαλείσθε να αναγράφετε τυχούσα πηγή τους σε περίπτωση που δεν είναι δικά σας. Ευχαριστούμε για την κατανόησή σας...