Η ανώμαλη προσγείωση των μεγάλων προσδοκιών
Γράφει ο Σταύρος Λυγερός
Αν και η διαπραγμάτευση στο Παρίσι είναι προπαρασκευαστική του ελέγχου που θα πραγματοποιήσει η τρόικα τον Οκτώβριο, η κυβέρνηση αρχικά προσπάθησε να καλλιεργήσει μεγάλες προσδοκίες. Στην πραγματικότητα εκλιπαρεί τους δανειστές να της δώσουν κάτι που να μπορεί να το «πουλήσει» πολιτικά στην ελληνική κοινή γνώμη. Το επιχείρημα του Σαμαρά και του Βενιζέλου είναι αφοπλιστικό: μόνο εάν προκύψει κάτι εντυπωσιακό είναι δυνατόν να αντιστραφεί το πολιτικό κλίμα και να εξασφαλισθούν οι 180 βουλευτικές ψήφοι που μπορούν να παρατείνουν τη ζωή του παρόντος κυβερνητικού σχήματος κατά 15 μήνες.
Το αρχικό αίτημα της Αθήνας ήταν να δρομολογηθεί κατά τρόπο συγκεκριμένο η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους. Το ΔΝΤ, άλλωστε, πιέζει εδώ και πολύ καιρό προς αυτή την κατεύθυνση, ζητώντας, μάλιστα, γενναίο «κούρεμα» κι όχι απλώς επιμήκυνση και μείωση επιτοκίου. Το ευρωιερατείο, όμως, δεν θέλει ούτε να ακούσει για «κούρεμα». Έχει κατ’ αρχήν αποδεχθεί την αναδιάρθρωση, αλλά δεν πρόκειται να την δρομολογήσει πριν ξεκαθαρίσει ο πολιτικός ορίζοντας, προτού δηλαδή φανεί εάν η εκλογή νέου Προέδρου Δημοκρατίας θα προκαλέσει ή όχι πρόωρες εκλογές. Με άλλα λόγια, αυτό που η κυβέρνηση ζητάει για να φτιάξει κλίμα και να ξεπεράσει τον σκόπελο της προεδρικής εκλογής, το ευρωιερατείο το θέτει ως προϋπόθεση!
Αυτός είναι ο λόγος που οι αρχικές μεγάλες προσδοκίες σταδιακά συρρικνώθηκαν. Έτσι, από την αναδιάρθρωση του χρέους ζητούμενο έγινε να εξασφαλισθεί η συναίνεση της τρόικας για κάποιες μικρο-φοροελαφρύνσεις, αύξηση του αριθμού των δόσεων κλπ. Αλλά ούτε κι αυτά τα «δωράκια» είναι εξασφαλισμένα, γεγονός που υποχρέωσε τον υπουργό Οικονομικών να κρατήσει μικρό καλάθι. Όλα δείχνουν ότι τα πρακτικά αποτελέσματα θα είναι πενιχρά. Αντιθέτως, το ευρωιερατείο θα είναι γενναιόδωρο στα λόγια. Κατά πάσα πιθανότητα, λοιπόν, για μία ακόμη φορά, ο Σαμαράς θα πρέπει να πουλήσει στην ελληνική κοινή γνώμη λόγια.
Το πρόβλημα για την κυβέρνηση είναι ότι η πλασματική εικόνα για την οικονομία που πλασάρει όχι μόνο η ίδια, αλλά και το σύνολο των κατεστημένων ΜΜΕ, διαψεύδεται από την πραγματικότητα. Τα γεγονότα είναι πεισματάρικα και δεν προσαρμόζονται στις προπαγανδιστικές δοξασίες κανενός. Το πρωτοφανές ποσοστό της ανεργίας είναι η κραυγαλέα διάψευση της κυβερνητικής ρητορικής. Κι αυτό, επειδή αντανακλά τη δραματική κατάσταση της πραγματικής οικονομίας. Δεδηλωμένος στόχος του Μνημονίου ήταν να ξαναστήσει την οικονομία στα πόδια της. Αντ’ αυτού, συνεχίζει να συσσωρεύει οικονομικά και κοινωνικά ερείπια.
Μην έχοντας να παρουσιάσει πραγματική πρόοδο στο επίπεδο της πραγματικής οικονομίας, η κυβέρνηση μετατρέπει προπαγανδιστικά το πρωτογενές πλεόνασμα σε απόδειξη ότι η οικονομία είναι στον σωστό δρόμο. Θριαμβολογεί, μάλιστα, για την υπέρβαση του στόχου. Κι όλα αυτά, όταν το Δημόσιο συνεχίζει να χρωστάει αρκετά δις σε ιδιώτες, έστω κι αν αυτά τα χρέη έρχονται από προηγούμενα έτη. Ακόμα, όμως, κι αν αποδεχθούμε ότι το πρωτογενές πλεόνασμα είναι πραγματικό κι όχι πλασματικό, ο τρόπος που προέκυψε δεν επιτρέπει πανηγυρισμούς.
Ο μπαλτάς της τρόικας
Η τρόικα συμπεριφέρθηκε σαν χασάπης κι όχι σαν χειρουργός – για να δανεισθούμε μία έκφραση από τη σχετική έκθεση του Ευρωκοινοβουλίου. Το ζητούμενο ήταν εστιασμένες παρεμβάσεις με σκοπό την εξυγίανση, τον εξορθολογισμό και τον εκσυγχρονισμό δομών και λειτουργιών.
Μία τέτοια πολιτική είχε τα περιθώρια όχι μόνο να εξοικονομήσει σημαντικούς πόρους, αλλά και να ανασυγκροτήσει παραγωγικά τον δημόσιο τομέα. Αντ’ αυτού, οι μνημονιακές κυβερνήσεις κατά κανόνα κατέφυγαν στην εύκολη λύση των οριζόντιων περικοπών: δραστική συρρίκνωση μισθών, συντάξεων και κοινωνικών παροχών, αλλά και ακρωτηριασμός κρίσιμων λειτουργιών του κράτους.
Αντίστοιχα συμπεριφέρθηκαν και στο επίπεδο των δημοσίων εσόδων. Οι μνημονιακές κυβερνήσεις απέφυγαν να κάνουν εστιασμένες παρεμβάσεις εκεί που υπάρχει αναλογικά μειωμένη συμμετοχή στα φορολογικά βάρη. Κατέφυγαν στην εύκολη λύση: στην οριζόντια υπερφορολόγηση που πλήττει κυρίως τη βάση της οικονομικής πυραμίδας.
Η μη κατάρρευση των δημοσίων εσόδων σε συνθήκες πρωτοφανούς ύφεσης οφείλεται σ’ αυτές τις πρακτικές. Για πόσο όμως; Τα δημόσια έσοδα είναι βιώσιμα μόνο όταν προέρχονται από μία λογική και δίκαια κατανεμημένη φορολόγηση των εισοδημάτων και της κατανάλωσης, εάν δηλαδή προέρχονται κυρίως από τον παραγόμενο πλούτο. Ρουφώντας τη ρευστότητα από την αγορά, το δημόσιο στραγγαλίζει την πραγματική οικονομία. Οι επιχειρήσεις ασφυκτιούν από την έλλειψη ρευστότητας και πολλές καταρρέουν. Η δραστική μείωση των εισοδημάτων, σε συνδυασμό με τα πρόσθετα φορολογικά βάρη ροκανίζουν τις αποταμιεύσεις των νοικοκυριών.
Οι πιο αδύναμοι κρίκοι της αλυσίδας έχουν σπάσει ή είναι έτοιμοι να σπάσουν. Ολοένα και περισσότεροι μικρομεσαίοι διολισθαίνουν κάτω από τα όρια της φτώχειας. Το γεγονός αυτό αναπόφευκτα πολλαπλασιάζει όχι μόνο τα κόκκινα δάνεια των τραπεζών, αλλά και τις ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο που πλέον αυξάνονται με ρυθμό πάνω από ένα δις τον μήνα.
Ο φαύλος κύκλος θα σπάσει μόνο εάν η πραγματική οικονομία αποκτήσει αναπτυξιακή δυναμική. Μόνο τότε θα προκύψει και βιώσιμη λύση στο δημοσιονομικό πρόβλημα. Η κυβέρνηση Σαμαρά μιλάει για ανάπτυξη, αλλά η πολιτική της κινείται προς την αντίθετη κατεύθυνση. Η κατάρρευση της εσωτερικής ζήτησης, η υπερφορολόγηση, η έλλειψη τραπεζικών δανείων, το υψηλό κόστος του χρήματος, η συχνή αλλαγή των κανόνων, η κάθε είδους κρατική αυθαιρεσία και βεβαίως το μη βιώσιμο δημόσιο χρέος είναι αντικίνητρα για παραγωγικές επενδύσεις μεγάλης κλίμακας. Σ’ αυτά προστίθεται και η πολιτική αβεβαιότητα, λόγω των ανατροπών που πιθανότατα θα προκύψουν στις επόμενες εκλογές.
Πηγή περιοδικό "Επίκαιρα", τεύχος 253
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου
Αν και η διαπραγμάτευση στο Παρίσι είναι προπαρασκευαστική του ελέγχου που θα πραγματοποιήσει η τρόικα τον Οκτώβριο, η κυβέρνηση αρχικά προσπάθησε να καλλιεργήσει μεγάλες προσδοκίες. Στην πραγματικότητα εκλιπαρεί τους δανειστές να της δώσουν κάτι που να μπορεί να το «πουλήσει» πολιτικά στην ελληνική κοινή γνώμη. Το επιχείρημα του Σαμαρά και του Βενιζέλου είναι αφοπλιστικό: μόνο εάν προκύψει κάτι εντυπωσιακό είναι δυνατόν να αντιστραφεί το πολιτικό κλίμα και να εξασφαλισθούν οι 180 βουλευτικές ψήφοι που μπορούν να παρατείνουν τη ζωή του παρόντος κυβερνητικού σχήματος κατά 15 μήνες.
Το αρχικό αίτημα της Αθήνας ήταν να δρομολογηθεί κατά τρόπο συγκεκριμένο η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους. Το ΔΝΤ, άλλωστε, πιέζει εδώ και πολύ καιρό προς αυτή την κατεύθυνση, ζητώντας, μάλιστα, γενναίο «κούρεμα» κι όχι απλώς επιμήκυνση και μείωση επιτοκίου. Το ευρωιερατείο, όμως, δεν θέλει ούτε να ακούσει για «κούρεμα». Έχει κατ’ αρχήν αποδεχθεί την αναδιάρθρωση, αλλά δεν πρόκειται να την δρομολογήσει πριν ξεκαθαρίσει ο πολιτικός ορίζοντας, προτού δηλαδή φανεί εάν η εκλογή νέου Προέδρου Δημοκρατίας θα προκαλέσει ή όχι πρόωρες εκλογές. Με άλλα λόγια, αυτό που η κυβέρνηση ζητάει για να φτιάξει κλίμα και να ξεπεράσει τον σκόπελο της προεδρικής εκλογής, το ευρωιερατείο το θέτει ως προϋπόθεση!
Αυτός είναι ο λόγος που οι αρχικές μεγάλες προσδοκίες σταδιακά συρρικνώθηκαν. Έτσι, από την αναδιάρθρωση του χρέους ζητούμενο έγινε να εξασφαλισθεί η συναίνεση της τρόικας για κάποιες μικρο-φοροελαφρύνσεις, αύξηση του αριθμού των δόσεων κλπ. Αλλά ούτε κι αυτά τα «δωράκια» είναι εξασφαλισμένα, γεγονός που υποχρέωσε τον υπουργό Οικονομικών να κρατήσει μικρό καλάθι. Όλα δείχνουν ότι τα πρακτικά αποτελέσματα θα είναι πενιχρά. Αντιθέτως, το ευρωιερατείο θα είναι γενναιόδωρο στα λόγια. Κατά πάσα πιθανότητα, λοιπόν, για μία ακόμη φορά, ο Σαμαράς θα πρέπει να πουλήσει στην ελληνική κοινή γνώμη λόγια.
Το πρόβλημα για την κυβέρνηση είναι ότι η πλασματική εικόνα για την οικονομία που πλασάρει όχι μόνο η ίδια, αλλά και το σύνολο των κατεστημένων ΜΜΕ, διαψεύδεται από την πραγματικότητα. Τα γεγονότα είναι πεισματάρικα και δεν προσαρμόζονται στις προπαγανδιστικές δοξασίες κανενός. Το πρωτοφανές ποσοστό της ανεργίας είναι η κραυγαλέα διάψευση της κυβερνητικής ρητορικής. Κι αυτό, επειδή αντανακλά τη δραματική κατάσταση της πραγματικής οικονομίας. Δεδηλωμένος στόχος του Μνημονίου ήταν να ξαναστήσει την οικονομία στα πόδια της. Αντ’ αυτού, συνεχίζει να συσσωρεύει οικονομικά και κοινωνικά ερείπια.
Μην έχοντας να παρουσιάσει πραγματική πρόοδο στο επίπεδο της πραγματικής οικονομίας, η κυβέρνηση μετατρέπει προπαγανδιστικά το πρωτογενές πλεόνασμα σε απόδειξη ότι η οικονομία είναι στον σωστό δρόμο. Θριαμβολογεί, μάλιστα, για την υπέρβαση του στόχου. Κι όλα αυτά, όταν το Δημόσιο συνεχίζει να χρωστάει αρκετά δις σε ιδιώτες, έστω κι αν αυτά τα χρέη έρχονται από προηγούμενα έτη. Ακόμα, όμως, κι αν αποδεχθούμε ότι το πρωτογενές πλεόνασμα είναι πραγματικό κι όχι πλασματικό, ο τρόπος που προέκυψε δεν επιτρέπει πανηγυρισμούς.
Ο μπαλτάς της τρόικας
Η τρόικα συμπεριφέρθηκε σαν χασάπης κι όχι σαν χειρουργός – για να δανεισθούμε μία έκφραση από τη σχετική έκθεση του Ευρωκοινοβουλίου. Το ζητούμενο ήταν εστιασμένες παρεμβάσεις με σκοπό την εξυγίανση, τον εξορθολογισμό και τον εκσυγχρονισμό δομών και λειτουργιών.
Μία τέτοια πολιτική είχε τα περιθώρια όχι μόνο να εξοικονομήσει σημαντικούς πόρους, αλλά και να ανασυγκροτήσει παραγωγικά τον δημόσιο τομέα. Αντ’ αυτού, οι μνημονιακές κυβερνήσεις κατά κανόνα κατέφυγαν στην εύκολη λύση των οριζόντιων περικοπών: δραστική συρρίκνωση μισθών, συντάξεων και κοινωνικών παροχών, αλλά και ακρωτηριασμός κρίσιμων λειτουργιών του κράτους.
Αντίστοιχα συμπεριφέρθηκαν και στο επίπεδο των δημοσίων εσόδων. Οι μνημονιακές κυβερνήσεις απέφυγαν να κάνουν εστιασμένες παρεμβάσεις εκεί που υπάρχει αναλογικά μειωμένη συμμετοχή στα φορολογικά βάρη. Κατέφυγαν στην εύκολη λύση: στην οριζόντια υπερφορολόγηση που πλήττει κυρίως τη βάση της οικονομικής πυραμίδας.
Η μη κατάρρευση των δημοσίων εσόδων σε συνθήκες πρωτοφανούς ύφεσης οφείλεται σ’ αυτές τις πρακτικές. Για πόσο όμως; Τα δημόσια έσοδα είναι βιώσιμα μόνο όταν προέρχονται από μία λογική και δίκαια κατανεμημένη φορολόγηση των εισοδημάτων και της κατανάλωσης, εάν δηλαδή προέρχονται κυρίως από τον παραγόμενο πλούτο. Ρουφώντας τη ρευστότητα από την αγορά, το δημόσιο στραγγαλίζει την πραγματική οικονομία. Οι επιχειρήσεις ασφυκτιούν από την έλλειψη ρευστότητας και πολλές καταρρέουν. Η δραστική μείωση των εισοδημάτων, σε συνδυασμό με τα πρόσθετα φορολογικά βάρη ροκανίζουν τις αποταμιεύσεις των νοικοκυριών.
Οι πιο αδύναμοι κρίκοι της αλυσίδας έχουν σπάσει ή είναι έτοιμοι να σπάσουν. Ολοένα και περισσότεροι μικρομεσαίοι διολισθαίνουν κάτω από τα όρια της φτώχειας. Το γεγονός αυτό αναπόφευκτα πολλαπλασιάζει όχι μόνο τα κόκκινα δάνεια των τραπεζών, αλλά και τις ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο που πλέον αυξάνονται με ρυθμό πάνω από ένα δις τον μήνα.
Ο φαύλος κύκλος θα σπάσει μόνο εάν η πραγματική οικονομία αποκτήσει αναπτυξιακή δυναμική. Μόνο τότε θα προκύψει και βιώσιμη λύση στο δημοσιονομικό πρόβλημα. Η κυβέρνηση Σαμαρά μιλάει για ανάπτυξη, αλλά η πολιτική της κινείται προς την αντίθετη κατεύθυνση. Η κατάρρευση της εσωτερικής ζήτησης, η υπερφορολόγηση, η έλλειψη τραπεζικών δανείων, το υψηλό κόστος του χρήματος, η συχνή αλλαγή των κανόνων, η κάθε είδους κρατική αυθαιρεσία και βεβαίως το μη βιώσιμο δημόσιο χρέος είναι αντικίνητρα για παραγωγικές επενδύσεις μεγάλης κλίμακας. Σ’ αυτά προστίθεται και η πολιτική αβεβαιότητα, λόγω των ανατροπών που πιθανότατα θα προκύψουν στις επόμενες εκλογές.
Πηγή περιοδικό "Επίκαιρα", τεύχος 253
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου
Γράψτε τα δικά σας σχόλια
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Θα σας παρακαλούσα να είστε κόσμιοι στους χαρακτηρισμούς σας, επειδή είναι δυνατόν επισκέπτες του ιστολογίου να είναι και ανήλικοι.
Τα σχόλια στα blogs υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
Τα σχόλια θα εγκρίνονται μόνο όταν είναι σχετικά με το θέμα, δεν αναφέρουν προσωπικούς, προσβλητικούς χαρακτηρισμούς, καθώς επίσης και τα σχόλια που δεν περιέχουν συνδέσμους.
Επίσης, όταν μας αποστέλλονται κείμενα (μέσω σχολίων ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου), παρακαλείσθε να αναγράφετε τυχούσα πηγή τους σε περίπτωση που δεν είναι δικά σας. Ευχαριστούμε για την κατανόησή σας...