Η επόμενη ημέρα στην Ουκρανία
Του Τόμας Τζέφερσον
Καθώς ο μεταβατικός Πρωθυπουργός της Ουκρανίας, Αρσένι Γιατσένιουκ, βρίσκεται στην Ουάσινγκτον για συνάντηση στο Λευκό Οίκο, με τον αμερικανό Πρόεδρο, η πολιτική που φαίνεται να έχει επιλέξει η κυβέρνηση Ομπάμα και τα μέτρα εναντίον της Μόσχας που συζητούνται από διάφορα μέλη του Κογκρέσου, τείνουν να καταστήσουν την κρίση στην Κριμαία και την κόντρα με τη Ρωσία, κεντρικό παράγοντα της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής.
Μέχρι στιγμής οι κινήσεις της Ουάσινγκτον δεν φαίνεται να έχουν αναλύσει σοβαρά τις αντιδράσεις άλλων κρατών στο διεθνές σύστημα είτε πρόκειται για συμμάχους είτε για αντιπάλους.
Για παράδειγμα είναι τελείως ασαφές το κατά πόσο η Ευρωπαϊκή Ένωση θα συμπαραταχθεί με τις Ηνωμένες Πολιτείες στην επιβολή βαρύτατων κυρώσεων εναντίον της Ρωσίας. Το εμπόριο και οι επενδύσεις μεταξύ Ρωσίας και Ευρώπης είναι τουλάχιστον δέκα φορές παραπάνω από το αντίστοιχο ΗΠΑ – Ρωσίας, με αποτέλεσμα η Ουάσινγκτον να ζητά από τους συμμάχους της να θέσουν σε κίνδυνο εκατοντάδες δις δολάρια σε εξαγωγές και επενδύσεις με τη Ρωσία.
Κάτι αντίστοιχο επικρατεί και εκτός Ευρώπης, όπου πολύ λίγες χώρες θα θέσουν σε κίνδυνο τις σχέσεις τους με τη Ρωσία για την κρίση στην Κριμαία. Καμία σοβαρή ανάλυση δεν βλέπει χώρες όπως η Βραζιλία, η Ινδία, η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα, να συμπαρατάσσονται με τον Μπαράκ Ομπάμα σε αυτή την κόντρα.
Ακόμα και η απειλή για σοβαρή επιδείνωση των σχέσεων Ουάσινγκτον – Μόσχας δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα λειτουργήσει με δεδομένο ότι έχει δοκιμαστεί και αποτύχει στο παρελθόν, όταν η κυβέρνηση Μπούς πάγωσε τις επαφές υψηλού επιπέδου μετά τον πόλεμο της Ρωσίας με τη Γεωργία το 2008. Αυτό κράτησε μόλις λίγους μήνες όταν η πολιτική του «επαναπροσδιορισμού» της κυβέρνησης Ομπάμα το τερμάτισε.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι ΗΠΑ μπορούν να πλήξουν σοβαρά την προβληματική οικονομία της Ρωσίας. Είναι όμως το ίδιο αναμφίβολο ότι και η Μόσχα θα βρει τρόπους να αντιδράσει. Για παράδειγμα σε μια προσπάθεια να αντισταθμίσει τις ζημιές που θα έχει από τυχόν κυρώσεις των ΗΠΑ, θα μπορούσε να αυξήσει το κόστος της ενέργειας που εξάγει, να αρχίσει να πουλάει όπλα υψηλής τεχνολογίας σε χώρες και καθεστώτα που η Ουάσινγκτον δεν επιθυμεί, και πάνω από όλα να προχωρήσει σε κατασκευή πυρηνικών εργοστασίων χωρίς να ρωτάει πολλά και χωρίς να υπολογίζει τις επιπτώσεις που θα έχει μια τέτοια ενέργεια.
Σε μια τέτοια περίπτωση, ένα από τα πρώτα θύματα θα είναι η χώρα για την οποία γίνεται όλη η φασαρία, η Ουκρανία, η οποία θα γίνει πεδίο μάχης σε πολιτικό, οικονομικό και ο Θεός να βάλει το χέρι του, στρατιωτικό πεδίο. Το Κρεμλίνο θα μπορούσε να κλείσει τις κάνουλες παροχής ενέργειας στην Ουκρανία με αποτέλεσμα να πληγεί η ίδια η χώρα αλλά και πολλές ευρωπαϊκές χώρες των οποίων το αέριο προέρχεται από τη Ρωσία και περνάει μέσω Ουκρανίας. Μια τέτοια κατάσταση θα επιδείνωνε ακόμη πιο πολύ την ένταση στο εσωτερικό της Ουκρανίας, αφού θα πλήττονταν σοβαρά οι ανατολικές περιοχές της χώρας με τη βαριά βιομηχανία.
Σε στρατηγικό επίπεδο η Ρωσία θα μπορούσε να διαφοροποιήσει την πολιτικής της έναντι του Ιράν, της Συρίας και της Βενεζουέλας, δημιουργώντας πολύ μεγαλύτερα προβλήματα από ότι σήμερα. Για παράδειγμα θα μπορούσε να προχωρήσει στην πώληση πυραύλων S-400 στην Τεχεράνη. Να πουλήσει επίσης όπλα στο καθεστώς Άσαντ στη Συρία. Να παίξει περίεργα παιχνίδια στο Αφγανιστάν και διάφορες άλλες κινήσεις που θα δημιουργήσουν τεράστια προβλήματα στην υφιστάμενη στρατηγική των ΗΠΑ, σε Ασία, Ευρώπη, και Μέση Ανατολή.
Και ενώ η Ουάσινγκτον θα αντιμετωπίζει ένα γενικό βραχυκύκλωμα στην εξωτερική πολιτική της, μια δύναμη η οποία θα τρίβει τα χέρια της θα είναι η Κίνα η οποία θα μπορεί ήσυχα και χωρίς κόστος να προωθήσει τα δικά της στρατηγικά συμφέροντα.
Σίγουρα μια άνοδος της Κίνας, είναι πολύ πιο σημαντική στρατηγικά για τις Ηνωμένες Πολιτείες από την τύχη της Κριμαίας. Ο έλεγχος της ανόδου της Κίνας είναι υπ’ αριθμόν ένα στρατηγικός στόχος της εξωτερικής πολιτικής της Ουάσινγκτον και σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να τεθεί σε κίνδυνο λόγω της κρίσης στην Κριμαία.
Το Πεκίνο και η Μόσχα δεν είναι και οι καλύτεροι σύμμαχοι και είναι βέβαιο ότι η Κίνα δεν θα υποστηρίξει δημόσια την ανεξαρτησία της Κριμαίας, κάτι που στα μάτια της κινεζικής ηγεσίας έρχεται σε αντίθεση με την αντιμετώπιση που έχει για την εδαφική ακεραιότητα της ίδιας της Κίνας. Παρόλα αυτά είναι ξεκάθαρο ότι το Πεκίνο ρίχνει την ευθύνη για την κρίση στη Δύση και όχι στη Ρωσία.
Σαν αποτέλεσμα ο Βλαντιμίρ Πούτιν είναι υποχρεωμένος να προχωρήσει σε σύσφιξη των σχέσεων με την Κίνα, η οποία μπορεί να περιλαμβάνει πωλήσεις όπλων υψηλής τεχνολογίας και γιατί όχι διπλωματική υποστήριξη των εδαφικών διεκδικήσεων του Πεκίνου. Ένα άλλο κέρδος για την Κίνα θα ήταν να εξαναγκαστεί η Gazprom να μειώσει τις τιμές ενέργειας για την Κίνα.
Πολύ απλά λοιπόν η κυβέρνηση Ομπάμα κινδυνεύει από κάτι που περιέγραψε σε πρόσφατο άρθρο του για την κρίση στην Ουκρανία, με γλαφυρό τρόπο ο Χένρι Κίσσινγκερ, όταν είπε ότι, «το τεστ μιας πολιτικής είναι το πώς τελειώνει και όχι το πώς αρχίζει.»
Ο Μπαράκ Ομπάμα που βάσισε όλη του τη στρατηγική για να εισέλθει στο Λευκό Οίκο, στην δυσαρέσκεια των αμερικανών για το Ιράκ, θα πρέπει να σκεφτεί ότι ένας νέος Ψυχρός Πόλεμος με τη Ρωσία, θα μπορούσε να προκαλέσει παρόμοια συναισθήματα τόσο στο εσωτερικό των ΗΠΑ, όσο και στο εξωτερικό.
Με βάση όλα αυτά πολλοί αναλυτές σημειώνουν ότι είναι σοφό η κυβέρνηση Ομπάμα εκτός από τις σκέψεις για πολιτικές διαχείρισης και αντίδρασης στην κρίση της Ουκρανίας, να αρχίσει να εξετάζει και πολιτικές εξόδου από μια επερχόμενη σύγκρουση με τη Ρωσία.
Η σχεδόν βέβαιη προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία, δεν αφήνει άλλη επιλογή στην Ουάσινγκτον από το να μην την αναγνωρίσει. Ταυτόχρονα θα πρέπει να αρχίσει τη συζήτηση για αναδιάταξη των βάσεων και των στρατευμάτων του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη, έτσι ώστε να καθησυχάσει του εταίρους και συμμάχους της για τυχόν περαιτέρω δράσεις της Ρωσίας. Στις σκέψεις αυτές θα πρέπει ίσως να συμπεριληφθεί και κάποιου είδους στρατιωτική στήριξη προς την Ουκρανία, η οποία όπως θα συνοδεύεται από ξεκάθαρα λόγια προς τη νέα ηγεσία της χώρας αναφορικά με τις απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις και την πιο ανεκτική αντιμετώπιση των αναγκών των ανατολικών περιοχών της χώρας.
Ένα άλλο βήμα θα είναι να προχωρήσει πιο σύντομα η διαδικασία για εξαγωγές αμερικανικού φυσικού αερίου προς την Ευρώπη, αν και η σημασία που θα έχει στο ευρωπαϊκό ενεργειακό πεδίο είναι περιορισμένη.
Το πιο σημαντικό θέμα για το οποίο θα πρέπει να προβληματιστεί η Ουάσινγκτον είναι οι πολύπλοκες σχέσεις με την Κίνα. Σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να υπάρξει μια ταυτόχρονη σύγκρουση με Μόσχα και Πεκίνο.
Όσο αφορά τη Ρωσία παρομοιώσεις του Πούτιν με το Χίτλερ είναι το λιγότερο ανόητες. Εκείνο που βλέπουμε είναι μια επανάληψη της ιστορίας με το 2014 να μοιάζει όλο και πιο πολύ με το 1914 όταν η Μόσχα ξάφνιασε το Κάιζερ Γουλιέλμο και τον Αυτοκράτορα Φρανς Ζόζεφ, προχωρώντας σε ένα πόλεμο που ναι μεν κατέστρεψε τον Τσάρο Νικόλαο και τη Ρωσία, αλλά παρέσυρε στο βάραθρο και τη Γερμανία – Αυστρο – Ουγγαρία.
Κανείς δεν πιστεύει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θέλουν να ακολουθήσουν αυτό το παράδειγμα. Οπότε εάν η κυβέρνηση Ομπάμα επιθυμεί να σώσει το κύρος των ΗΠΑ στο εσωτερικό και διεθνώς καλό θα είναι να ακολουθήσει μια πολιτική αποκλιμάκωσης στην Ουκρανία. Στην αντίθετη περίπτωση κινδυνεύει να επιβεβαιώσει τον Κίσσινγκερ παραμένοντας σε μια πολιτική που ξεκίνησε άσχημα και μπορεί να τελειώσει πολύ χειρότερα.
Καθώς ο μεταβατικός Πρωθυπουργός της Ουκρανίας, Αρσένι Γιατσένιουκ, βρίσκεται στην Ουάσινγκτον για συνάντηση στο Λευκό Οίκο, με τον αμερικανό Πρόεδρο, η πολιτική που φαίνεται να έχει επιλέξει η κυβέρνηση Ομπάμα και τα μέτρα εναντίον της Μόσχας που συζητούνται από διάφορα μέλη του Κογκρέσου, τείνουν να καταστήσουν την κρίση στην Κριμαία και την κόντρα με τη Ρωσία, κεντρικό παράγοντα της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής.
Μέχρι στιγμής οι κινήσεις της Ουάσινγκτον δεν φαίνεται να έχουν αναλύσει σοβαρά τις αντιδράσεις άλλων κρατών στο διεθνές σύστημα είτε πρόκειται για συμμάχους είτε για αντιπάλους.
Για παράδειγμα είναι τελείως ασαφές το κατά πόσο η Ευρωπαϊκή Ένωση θα συμπαραταχθεί με τις Ηνωμένες Πολιτείες στην επιβολή βαρύτατων κυρώσεων εναντίον της Ρωσίας. Το εμπόριο και οι επενδύσεις μεταξύ Ρωσίας και Ευρώπης είναι τουλάχιστον δέκα φορές παραπάνω από το αντίστοιχο ΗΠΑ – Ρωσίας, με αποτέλεσμα η Ουάσινγκτον να ζητά από τους συμμάχους της να θέσουν σε κίνδυνο εκατοντάδες δις δολάρια σε εξαγωγές και επενδύσεις με τη Ρωσία.
Κάτι αντίστοιχο επικρατεί και εκτός Ευρώπης, όπου πολύ λίγες χώρες θα θέσουν σε κίνδυνο τις σχέσεις τους με τη Ρωσία για την κρίση στην Κριμαία. Καμία σοβαρή ανάλυση δεν βλέπει χώρες όπως η Βραζιλία, η Ινδία, η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα, να συμπαρατάσσονται με τον Μπαράκ Ομπάμα σε αυτή την κόντρα.
Ακόμα και η απειλή για σοβαρή επιδείνωση των σχέσεων Ουάσινγκτον – Μόσχας δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα λειτουργήσει με δεδομένο ότι έχει δοκιμαστεί και αποτύχει στο παρελθόν, όταν η κυβέρνηση Μπούς πάγωσε τις επαφές υψηλού επιπέδου μετά τον πόλεμο της Ρωσίας με τη Γεωργία το 2008. Αυτό κράτησε μόλις λίγους μήνες όταν η πολιτική του «επαναπροσδιορισμού» της κυβέρνησης Ομπάμα το τερμάτισε.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι ΗΠΑ μπορούν να πλήξουν σοβαρά την προβληματική οικονομία της Ρωσίας. Είναι όμως το ίδιο αναμφίβολο ότι και η Μόσχα θα βρει τρόπους να αντιδράσει. Για παράδειγμα σε μια προσπάθεια να αντισταθμίσει τις ζημιές που θα έχει από τυχόν κυρώσεις των ΗΠΑ, θα μπορούσε να αυξήσει το κόστος της ενέργειας που εξάγει, να αρχίσει να πουλάει όπλα υψηλής τεχνολογίας σε χώρες και καθεστώτα που η Ουάσινγκτον δεν επιθυμεί, και πάνω από όλα να προχωρήσει σε κατασκευή πυρηνικών εργοστασίων χωρίς να ρωτάει πολλά και χωρίς να υπολογίζει τις επιπτώσεις που θα έχει μια τέτοια ενέργεια.
Σε μια τέτοια περίπτωση, ένα από τα πρώτα θύματα θα είναι η χώρα για την οποία γίνεται όλη η φασαρία, η Ουκρανία, η οποία θα γίνει πεδίο μάχης σε πολιτικό, οικονομικό και ο Θεός να βάλει το χέρι του, στρατιωτικό πεδίο. Το Κρεμλίνο θα μπορούσε να κλείσει τις κάνουλες παροχής ενέργειας στην Ουκρανία με αποτέλεσμα να πληγεί η ίδια η χώρα αλλά και πολλές ευρωπαϊκές χώρες των οποίων το αέριο προέρχεται από τη Ρωσία και περνάει μέσω Ουκρανίας. Μια τέτοια κατάσταση θα επιδείνωνε ακόμη πιο πολύ την ένταση στο εσωτερικό της Ουκρανίας, αφού θα πλήττονταν σοβαρά οι ανατολικές περιοχές της χώρας με τη βαριά βιομηχανία.
Σε στρατηγικό επίπεδο η Ρωσία θα μπορούσε να διαφοροποιήσει την πολιτικής της έναντι του Ιράν, της Συρίας και της Βενεζουέλας, δημιουργώντας πολύ μεγαλύτερα προβλήματα από ότι σήμερα. Για παράδειγμα θα μπορούσε να προχωρήσει στην πώληση πυραύλων S-400 στην Τεχεράνη. Να πουλήσει επίσης όπλα στο καθεστώς Άσαντ στη Συρία. Να παίξει περίεργα παιχνίδια στο Αφγανιστάν και διάφορες άλλες κινήσεις που θα δημιουργήσουν τεράστια προβλήματα στην υφιστάμενη στρατηγική των ΗΠΑ, σε Ασία, Ευρώπη, και Μέση Ανατολή.
Και ενώ η Ουάσινγκτον θα αντιμετωπίζει ένα γενικό βραχυκύκλωμα στην εξωτερική πολιτική της, μια δύναμη η οποία θα τρίβει τα χέρια της θα είναι η Κίνα η οποία θα μπορεί ήσυχα και χωρίς κόστος να προωθήσει τα δικά της στρατηγικά συμφέροντα.
Σίγουρα μια άνοδος της Κίνας, είναι πολύ πιο σημαντική στρατηγικά για τις Ηνωμένες Πολιτείες από την τύχη της Κριμαίας. Ο έλεγχος της ανόδου της Κίνας είναι υπ’ αριθμόν ένα στρατηγικός στόχος της εξωτερικής πολιτικής της Ουάσινγκτον και σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να τεθεί σε κίνδυνο λόγω της κρίσης στην Κριμαία.
Το Πεκίνο και η Μόσχα δεν είναι και οι καλύτεροι σύμμαχοι και είναι βέβαιο ότι η Κίνα δεν θα υποστηρίξει δημόσια την ανεξαρτησία της Κριμαίας, κάτι που στα μάτια της κινεζικής ηγεσίας έρχεται σε αντίθεση με την αντιμετώπιση που έχει για την εδαφική ακεραιότητα της ίδιας της Κίνας. Παρόλα αυτά είναι ξεκάθαρο ότι το Πεκίνο ρίχνει την ευθύνη για την κρίση στη Δύση και όχι στη Ρωσία.
Σαν αποτέλεσμα ο Βλαντιμίρ Πούτιν είναι υποχρεωμένος να προχωρήσει σε σύσφιξη των σχέσεων με την Κίνα, η οποία μπορεί να περιλαμβάνει πωλήσεις όπλων υψηλής τεχνολογίας και γιατί όχι διπλωματική υποστήριξη των εδαφικών διεκδικήσεων του Πεκίνου. Ένα άλλο κέρδος για την Κίνα θα ήταν να εξαναγκαστεί η Gazprom να μειώσει τις τιμές ενέργειας για την Κίνα.
Πολύ απλά λοιπόν η κυβέρνηση Ομπάμα κινδυνεύει από κάτι που περιέγραψε σε πρόσφατο άρθρο του για την κρίση στην Ουκρανία, με γλαφυρό τρόπο ο Χένρι Κίσσινγκερ, όταν είπε ότι, «το τεστ μιας πολιτικής είναι το πώς τελειώνει και όχι το πώς αρχίζει.»
Ο Μπαράκ Ομπάμα που βάσισε όλη του τη στρατηγική για να εισέλθει στο Λευκό Οίκο, στην δυσαρέσκεια των αμερικανών για το Ιράκ, θα πρέπει να σκεφτεί ότι ένας νέος Ψυχρός Πόλεμος με τη Ρωσία, θα μπορούσε να προκαλέσει παρόμοια συναισθήματα τόσο στο εσωτερικό των ΗΠΑ, όσο και στο εξωτερικό.
Με βάση όλα αυτά πολλοί αναλυτές σημειώνουν ότι είναι σοφό η κυβέρνηση Ομπάμα εκτός από τις σκέψεις για πολιτικές διαχείρισης και αντίδρασης στην κρίση της Ουκρανίας, να αρχίσει να εξετάζει και πολιτικές εξόδου από μια επερχόμενη σύγκρουση με τη Ρωσία.
Η σχεδόν βέβαιη προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία, δεν αφήνει άλλη επιλογή στην Ουάσινγκτον από το να μην την αναγνωρίσει. Ταυτόχρονα θα πρέπει να αρχίσει τη συζήτηση για αναδιάταξη των βάσεων και των στρατευμάτων του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη, έτσι ώστε να καθησυχάσει του εταίρους και συμμάχους της για τυχόν περαιτέρω δράσεις της Ρωσίας. Στις σκέψεις αυτές θα πρέπει ίσως να συμπεριληφθεί και κάποιου είδους στρατιωτική στήριξη προς την Ουκρανία, η οποία όπως θα συνοδεύεται από ξεκάθαρα λόγια προς τη νέα ηγεσία της χώρας αναφορικά με τις απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις και την πιο ανεκτική αντιμετώπιση των αναγκών των ανατολικών περιοχών της χώρας.
Ένα άλλο βήμα θα είναι να προχωρήσει πιο σύντομα η διαδικασία για εξαγωγές αμερικανικού φυσικού αερίου προς την Ευρώπη, αν και η σημασία που θα έχει στο ευρωπαϊκό ενεργειακό πεδίο είναι περιορισμένη.
Το πιο σημαντικό θέμα για το οποίο θα πρέπει να προβληματιστεί η Ουάσινγκτον είναι οι πολύπλοκες σχέσεις με την Κίνα. Σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να υπάρξει μια ταυτόχρονη σύγκρουση με Μόσχα και Πεκίνο.
Όσο αφορά τη Ρωσία παρομοιώσεις του Πούτιν με το Χίτλερ είναι το λιγότερο ανόητες. Εκείνο που βλέπουμε είναι μια επανάληψη της ιστορίας με το 2014 να μοιάζει όλο και πιο πολύ με το 1914 όταν η Μόσχα ξάφνιασε το Κάιζερ Γουλιέλμο και τον Αυτοκράτορα Φρανς Ζόζεφ, προχωρώντας σε ένα πόλεμο που ναι μεν κατέστρεψε τον Τσάρο Νικόλαο και τη Ρωσία, αλλά παρέσυρε στο βάραθρο και τη Γερμανία – Αυστρο – Ουγγαρία.
Κανείς δεν πιστεύει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θέλουν να ακολουθήσουν αυτό το παράδειγμα. Οπότε εάν η κυβέρνηση Ομπάμα επιθυμεί να σώσει το κύρος των ΗΠΑ στο εσωτερικό και διεθνώς καλό θα είναι να ακολουθήσει μια πολιτική αποκλιμάκωσης στην Ουκρανία. Στην αντίθετη περίπτωση κινδυνεύει να επιβεβαιώσει τον Κίσσινγκερ παραμένοντας σε μια πολιτική που ξεκίνησε άσχημα και μπορεί να τελειώσει πολύ χειρότερα.
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου
Γράψτε τα δικά σας σχόλια
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Θα σας παρακαλούσα να είστε κόσμιοι στους χαρακτηρισμούς σας, επειδή είναι δυνατόν επισκέπτες του ιστολογίου να είναι και ανήλικοι.
Τα σχόλια στα blogs υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
Τα σχόλια θα εγκρίνονται μόνο όταν είναι σχετικά με το θέμα, δεν αναφέρουν προσωπικούς, προσβλητικούς χαρακτηρισμούς, καθώς επίσης και τα σχόλια που δεν περιέχουν συνδέσμους.
Επίσης, όταν μας αποστέλλονται κείμενα (μέσω σχολίων ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου), παρακαλείσθε να αναγράφετε τυχούσα πηγή τους σε περίπτωση που δεν είναι δικά σας. Ευχαριστούμε για την κατανόησή σας...