Πως κατέλαβαν οι Αττίλες την Αμμόχωστο
Η καταλυτική βοήθεια του Κίσιγκερ στην Τουρκία
Με την ευκαιρία της τραγικής επετείου της κατάληψης της Αμμοχώστου από τους Τούρκους Αττίλες, στις 14 Αυγούστου 1974, δημοσιεύουμε απόσπασμα από το βιβλίο “ΤΑ ΜΥΣΤΙΚΑ ΑΡΧΕΙΑ ΤΟΥ ΚΙΣΙΝΓΚΕΡ” που έγραψαν οι δημοσιογράφοι Κώστας Βενιζέλος και Μιχάλης Ιγνατίου:
Από τις αρχές του Αυγούστου του 1974, και ενώ όλοι ανέμεναν την σύγκλιση της Διάσκεψη της Γενεύης, οι Τούρκοι είχαν ενημερώσει τους Αμερικανούς για τα σχέδια τους να επεκτείνουν την υπό κατοχή περιοχή και να συμπεριλάβουν στα λάφυρά τους την Αμμόχωστο.
Ο ίδιος ο Μπουλέντ Ετσεβίτ, είχε ομολογήσει στον Χένρι Κίσιγκερ, ότι εάν δεν επιτύχει τους στόχους του στο διαπραγματευτικό τραπέζι, θα τους ολοκληρώσει στο πεδίο των μαχών. Ο Αμερικανός υπουργός γνώριζε ότι οι Τούρκοι θα προχωρήσουν στη δεύτερη φάση της στρατιωτικής επιχείρησης, που είχαν ονομάσει «ΑΤΤΙΛΑΣ ΙΙ» και σύμφωνα με συνεργάτες του και δικά του έγγραφα, που παραμένουν μέχρι σήμερα απόρρητα, δεν ήθελε να τους σταματήσει. Ο Κίσιγκερ ήταν απόλυτος στο θέμα αυτό και πίστευε ότι νομικά η Τουρκία «είχε δίκιο», κάτι που του επιβεβαίωσε εγγράφως και ο νομικός σύμβουλος του Στέϊτ Ντιπάρτμεντ, Χέλμουτ Σόννενφελντ, την επομένη του πραξικοπήματος.
Σ’ όλες τις επαφές, είτε κατευθείαν με τον Κίσιγκερ, είτε μέσω του Αμερικανού πρέσβη, ο Ετσεβίτ ήταν κατηγορηματικός και δεν έκρυψε τους σχεδιασμούς του. Μάλιστα ο Τούρκος πρωθυπουργός είχε εκπλαγεί με την αμερικανική αντίδραση καταδίκης της δεύτερης επίθεσης, που κατέληξε σε κατάληψη του 40% του εδάφους της Κύπρου, καθώς ήταν βέβαιος πως ο Κίσιγκερ του είχε δώσει, έστω και σιωπηλά, την συγκατάθεσή του. Οπως αποκαλύπτεται τώρα, ο Αμερικανός υπουργός άναψε το «πράσινο φως» στη διάρκεια ιδιωτικής συνομιλίας με τον Ετσεβίτ, η οποία δεν καταγράφεται στα αρχεία του Στέϊτ Ντιπάρτμεντ. Ομως, επειδή ο Κίσιγκερ ήταν και σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας, η συζήτηση αυτή διασώθηκε και βρίσκεται στα αρχεία του Λευκού Οίκου. Στα ίδια αρχεία, εντοπίστηκαν συνομιλίες του υπουργού των Εξωτερικών, με τον πρόεδρο Τζέραλντ Φόρντ, και σημειώματα ανώτερων στελεχών του Στέϊτ Ντιπάρτμεντ προς τον κ. Κίσιγκερ.
Το γεγονός ότι ο υπουργός γνώριζε πως επέρχεται η θύελλα, προκύπτει ευθέως και από την τηλεφωνική συνομιλία του με τον Τζέραλντ Φόρντ, που μόλις είχε αναλάβει καθήκοντα μετά την παραίτηση του Ρίτσαρντ Νίξον λόγω του σκανδάλου Γουότεργκέιτ. Το ημερολόγιο έδειχνε 10 Αυγούστου… Η Κύπρος προετοιμαζόταν γιά το τελειωτικό κτύπημα και έλπιζε ότι αυτή τη φορά η Αμερική, θα εμπόδιζε τον Ετσεβίτ. (White House, Απομαγνητοφωνημένο κείμενο, Τηλεφωνική συνομιλία του προέδρου Τζέραλντ Φόρντ με τον Χένρι Κίσιγκερ, 10 Αυγούστου 1974, 3:40 μ.μ.)
ΦΟΡΝΤ: Ναι Χένρι.
ΚΙΣΙΝΓΚΕΡ: Κύριε Πρόεδρε, συγνώμη που σας ενοχλώ.
ΦΟΡΝΤ: Δεν πειράζει.
ΚΙΣΙΝΓΚΕΡ: Εχουμε κάποιες εξελίξεις στην Κύπρο. Εως ότου γνωρίζω τον τρόπο με τον οποίο θέλετε να εργάζεστε, σκέφτηκα ότι θα έπρεπε να σας μιλήσω για μερικές απο αυτές τις ενέργειες. Ξέρετε, ότι οι Ελληνες και οι Τούρκοι συναντώνται υπό την αιγίδα των Βρετανών στη Γενεύη και έχουμε εκεί έναν βοηθό υπουργό για να είναι γενικά υποβοηθητικός.
ΦΟΡΝΤ: Τον Σίσκο;
ΚΙΣΙΝΓΚΕΡ: Οχι, τον Αρτ Χάρτμαν. Ο Βρετανός υπουργός εκπροσωπεί μια κυβέρνηση που έχει ανάγκη να δείξει ότι υπάρχει κινητικότητα, γι αυτό αναζητούν μια γρήγορη επιτυχία και είναι κατά κάποιο τρόπο σαν ταύρος εν υαλοπωλείο. Ο Κάλαχαν δεν είναι πολύ έμπειρος. Οι Τούρκοι θέλουν ένα γρήγορο αποτέλεσμα που να καταλήγει σε διχοτόμηση της νήσου σε ελληνικό και τουρκικό τμήμα, με μια γενικής φύσης ομοσπονδιακή κυβέρνηση που θα είναι πάντως πολύ αδύναμη. Ελέγχουν το 15% του νησιού και επιθυμούν το 30%. Ισως επιχειρήσουν να το αρπάξουν. Μίλησα στον Πρωθυπουργό της Τουρκίας. Ηταν φοιτητής μου, και του είπα ότι δεν θα μπορούσαμε -πραγματικά στις πρώτες 48 ώρες της θητείας σας στην προεδρία- να είμαστε πολύ ήρεμοι έναντι μιας μονομερούς στρατιωτικής ενέργειας.
ΦΟΡΝΤ: Και βέβαια δεν μπορούμε.
ΚΙΣΙΝΓΚΕΡ: Εάν συμβεί αυτό, ίσως χρειασθεί να αποστασιοποιηθούμε κάτι που έχουμε προσπαθήσει να αποφύγουμε. Ο κίνδυνος για μας είναι στην Τουρκία και γι’ αυτό πρέπει να ελιχθούμε προσεκτικά. Ισως κινηθούν προς πολύ εθνικιστικές θέσεις και οι Σοβιετικοί προσπαθήσουν να το εκμεταλλευθούν αυτό, αλλά δεν μπορούμε να τους επιτρέψουμε να ενεργήσουν μονομερώς. Γράφω μια επιστολή στον Ετσεβίτ. Εχει υποσχεθεί να περιμένει για 24 ώρες. Γράφω στον Ετσεβίτ εκ μέρους μου εξηγώντας πού βλέπω να βρίσκονται οι διαπραγματεύσεις. Οι Τούρκοι προτείνουν δυο περιοχές, μια τουρκική και μια ελληνική. Νομίζω ότι μπορούμε να πιέσουμε τους Ελληνες να αποδεχθούν δυο ή τρεις αυτόνομες τουρκικές περιοχές, αλλά όχι μια ενιαία περιοχή. Κάτι τέτοιο θα απέτρεπε τη μεταφορά πληθυσμών.
ΦΟΡΝΤ: Σωστά.
ΚΙΣΙΝΓΚΕΡ: Αυτό θα μας έδινε την ευκαιρία να σταματήσουμε τις στρατιωτικές επιχειρήσεις για αρκετό διάστημα έτσι ώστε να μπορέσουμε να αρχίσουμε να εργαζόμαστε σε επίπεδο υπουργών Εξωτερικών για να δούμε εάν μπορούμε να πετύχουμε συμβιβασμό.
ΦΟΡΝΤ: Νομίζεις ότι η επιστολή στον Ετσεβίτ, πρώτον, θα αποτρέψει μια στρατιωτική επιχείρηση και, δεύτερον, θα οδηγήσει σε κάποια τροποποίηση των απαιτήσεών τους;
ΚΙΣΙΝΓΚΕΡ: Σωστά. Αυτή τη στιγμή οι Βρετανοί υποστηρίζουν απόλυτα τους Ελληνες και απειλούν ακόμη και με στρατιωτικές ενέργειες εναντίον των Τούρκων, κάτι που είναι από τα πιο ηλίθια πράγματα που έχω ακούσει. Στην Κύπρο έχουν μόνο μερικά Φάντομς και χίλιους περίπου στρατιώτες. Είναι μια καθαρά πολιτική ενέργεια. Δεν θα μπορέσουν να επιτύχουν τίποτα. Θέλουν να αρχίσουν μια κρίση και μετά θα είμαστε αναγκασμένοι να τη λύσουμε και θα επιχειρήσουν να καρπωθούν την επιτυχία.
ΦΟΡΝΤ: Γιατί δεν προχωράς; Θα είμαι εδώ, στην Ουάσιγκτον όλο το Σαββατοκύριακο. Μου ακούγεται λογικό, και θα στηριχθώ στην καλή σου κρίση.
ΚΙΣΙΝΓΚΕΡ: Εντάξει κ. Πρόεδρε. Εάν συμβεί τίποτα θα σας τηλεφωνήσω. Δεν θα σας απασχολήσω με κάθε τακτική κίνηση.
ΦΟΡΝΤ: Εγκρίνω τη γενική ιδέα.
ΚΙΣΙΝΓΚΕΡ: Η οποία είναι να υιοθετήσουμε μια θέση μεταξύ της βρετανικής και της ελληνικής και της τουρκικής, έτσι ώστε να βελτιώσουμε τις τουρκικές απαιτήσεις, χωρίς να αφήσουμε τους Τούρκους να υποστηρίξουν ότι εμείς είμασταν αυτοί που τους αποτρέψαμε, αλλά ταυτόχρονα να θεωρούν ότι είμαστε εναντίον μονομερών τουρκικών στρατιωτικών κινήσεων.
ΦΟΡΝΤ: Και να ηρεμήσουμε λίγο τους Βρετανούς φίλους μας.
ΚΙΣΙΝΓΚΕΡ: Μάλιστα. Θα στείλουμε ένα μήνυμα στον Κάλαχαν.
ΦΟΡΝΤ: Μου ακούγεται λογικό.
ΚΙΣΙΝΓΚΕΡ: Οταν θα φθάσουμε να έχουμε κανονικές πρωινές ενημερώσεις, θα έχω οργανώσει κάθε ενημέρωση έτσι ώστε να μπορούμε να σας λέμε τί αναμένουμε για την κάθε ημέρα. Δεν θα βρίσκεστε μπροστά σε τόσο βραχυπρόθεσμα ερωτήματα, αν και ίσως εμφανίζονται από καιρού εις καιρόν. Θα προχωρήσω πάνω σε αυτή τη βάση.
ΦΟΡΝΤ: Σε ευχαριστώ Χένρι.
Στο μεταξύ, και ενώ συνεχιζόταν η Διάσκεψη της Γενεύης, που άρχισε στις 8 Αυγούστου, οι Τούρκοι άρχισαν να πυκνώνουν ακόμα περισσότερο τις επαφές τους με τους Αμερικανούς, με τους οποίους συζητούσαν το θέμα της προέλασης των δυνάμεων τους στην Κύπρο. Ο πρέσβης της Τουρκίας στην Ουάσιγκτον, Μελίχ Εσενμπέλ, επικοινώνησε με τον Σίσκο αργά το απόγευμα της 12ης Αυγούστου και του ανέφερε, σύμφωνα με σημείωμα που έστειλε ο Αμερικανός υφυπουργός στον Κίσιγκερ, τους λόγους για τους οποίους έπρεπε να επεκταθεί η κατοχική γραμμή. Τόνιζε συγκεκριμένα τα εξής: (Department of State, Confidential, Memorandum for the record, 12 Αυγούστου 1974, 6.45 μ.μ.)
«Η κυβέρνηση της Τουρκίας θεωρεί απολύτως αναγκαίο ότι ο μεγάλος βόρειος τουρκικός θύλακας που φτάνει μέχρι την Αμμόχωστο πρέπει να είναι οικονομικά βιώσιμος. Θα έπρεπε να γίνει συμφωνία, κατ΄ αρχήν, για την δημιουργία του μεγάλου θυλάκου στο βορρά και μετά οι άλλοι θύλακοι μπορούν να αποτελέσουν θέμα περαιτέρω διαπραγματεύσεων».
Σύμφωνα με τον Τούρκο πρέσβη, υπήρχε, δήθεν, ένα επείγον πρόβλημα στο οποίο η τουρκική κυβέρνηση ήθελε να επισύρει την προσοχή του Χένρι Κίσιγκερ. Υποστήριξε: «Οι Ελληνοκύπριοι οικοδομούν στρατιωτικές οχυρώσεις στις περιμέτρους των μακρινότερων τουρκικών θέσεων. Αυτές οι οχυρώσεις θα έπρεπε να καταστραφούν και οι Ελληνοκύπριοι να αποτραβηχτούν 20 χιλιόμετρα από την τουρκική ζώνη. Κατά την άποψη της τουρκικής κυβέρνησης, η μεγαλύτερη τουρκική στρατιωτική μονάδα στην Κύπρο περιβάλλεται από αυτές τις οχυρωματικές κατασκευές. Η τουρκική κυβέρνηση θέλει επίσης να προειδοποιήσει την κυβέρνηση των ΗΠΑ ότι είναι πολύ ενοχλημένη με τη συμπεριφορά του Ηνωμένου Βασιλείου. Οι Βρετανοί μεταφέρουν επίσης δυνάμεις από άλλες χώρες μέσα στην Κύπρο». (Department of State, Confidential, Memorandum for the record, 12 Αυγούστου 1974, 6.45 μ.μ.) Αντιθέτως με τη στάση της Βρετανίας και τις κινήσεις των Ελληνοκυπρίων, ο Ενσενμπέλ ανέφερε πως «η τουρκική κυβέρνηση εκτιμά τη στάση βοήθειας που υιοθετήθηκε από την κυβέρνηση των ΗΠΑ στην παρούσα κατάσταση».
Την επόμενη μέρα στην Αγκυρα υπήρξαν αλλεπάλληλες τηλεφωνικές επικοινωνίες του Αμερικανού πρέσβη Ρόμπερτ Μακόμπερ, με τον Ετζεβίτ. Ο Τούρκος Πρωθυπουργός είχε καταστήσει σαφές πλέον πως επίκειται προέλαση των κατοχικών δυνάμεων εισβολής. Οι Αμερικανοί ζητούσαν αναβολή σχεδίων για 36 ώρες, χωρίς όμως στα έγγραφα να γίνεται αναφορά για τους λόγους που η Ουάσιγκτον έθετε κάτι τέτοιο. Ο Μακόμπερ είπε στον Ετσεβίτ πώς εάν απέρριπτε την πρόταση, δεν θα είχε απορρίψει απλώς το αίτημα των Ελλήνων και των Ελληνοκύπριων, που άρχιζαν να δείχνουν κάποια κινητικότητα, αλλά επίσης, κάτι πιο σημαντικό, θα είχε απορρίψει τις ΗΠΑ. Ο Ετσεβίτ είπε ότι καταλάβαινε το επιχείρημα. Ωστόσο, εξήγησε πως «αυτός και ο στρατός εργάζονταν μαζί και δεν ήξερε εάν (οι στρατιωτικοί) θα ήταν πρόθυμοι να καθυστερήσουν». Ήταν, είπε, στα όριά του και δεν ήταν καθόλου σίγουρος ότι μπορούσε να πείσει τους στρατιωτικούς. Επανέλαβε ότι ο στρατός ήταν πολύ ανυπόμονος… (Department of State, Confidential, Memorandum for the record, 12 Αυγούστου 1974, 6.45 μ.μ.)
Στο έγγραφο σημειώνονταν τα εξής:
«10.35 τηλεφωνική κλήση, 13 Αυγούστου: Ο Μακόμπερ είπε ότι είχε παραδώσει στον Ετσεβίτ το μήνυμα που είχε λάβει τηλεφωνικώς από το στρατηγό Σκόουκροφτ. Ο Ετσεβίτ είπε πως θα προσπαθήσει αλλά δεν μπορούσε να εγγυηθεί ότι θα κέρδιζε καθυστέρηση 36 ωρών. Ο Ετσεβίτ είπε ότι ανησυχούσε για τις πιέσεις που ασκούσαν οι Ελληνοαμερικανοί για αλλαγή της αμερικανικής θέσης. Ο Μακόμπερ είπε στον Ετσεβίτ ότι ο πρόεδρος και ο υπουργός θα κάνουν αυτό που θεωρούν καλύτερο. Ενώ υπάρχουν πιέσεις και δεν είναι ακριβώς καινούριες, αυτοί δεν θα ετίθεντο υπό έλεγχο.
11.00 τηλεφωνική κλήση, 13 Αυγούστου: Ο Μακόμπερ ξανατηλεφώνησε λίγα λεπτά αργότερα για να πει ότι είχε άλλη μια συνομιλία με τον Ετσεβίτ. Ο Ετσεβίτ είπε ότι γνώριζε τα όριά του και πότε φτάνει σ’ αυτά, προσωπικά συμμεριζόταν την ανυπομονησία των Τούρκων στρατιωτικών. Οι στρατιωτικοί δεν εμπιστεύονται τους Ελληνοκύπριους ιδιαίτερα τους Έλληνες. Ίσως οι Ελληνοκύπριοι δεν έπαιρναν στρατιωτικά μέτρα στη διάρκεια των 36 ωρών αλλά θα χρησιμοποιούσαν αυτό το διάστημα για να τοποθετηθούν σε βελτιωμένες θέσεις προς το τέλος των 36 ωρών. Επανέλαβε ότι ο στρατός ήταν πολύ ανυπόμονος. Είπε ότι εκείνη τη στιγμή ήταν σε συνεδρίαση και θα ξανατηλεφωνούσε». (Department of State, Confidential, Memorandum for the record, 13 Αυγούστου 1974)
Εκείνες τις μέρες ο Σίσκο δεν απέκλειε το ενδεχόμενο κατάρρευσης της διάσκεψης της Γενεύης, κυρίως λόγω της παθητικής στάσης του προϊσταμένου του. Σε σημείωμα του προς τον Κίσιγκερ, ο υφυπουργός επιχείρησε μάλιστα –μιά πρόταση που απέρριψε κάθετα ο υπουργός Εξωτερικών- να εμπλέξει στο υψηλότερο επίπεδο τους Βρετανούς προτείνοντας επίσκεψη του υπουργού Εξωτερικών, Τζέϊμς Κάλαχαν στην περιοχή με στόχο να αποτρέψει συνέχιση των εχθροπραξιών. Μέσα στα σενάρια των Αμερικανών, όπως τα καταγράφει ο Σίσκο, προκύπτουν δυο σημαντικά στοιχεία: (Department of State, Secret, Cyprus Options, Σημείωμα του Τζόζεφ Σίσκο στον Χένρι Κίσιγκερ, 12 Αυγούστου 1974)
Πρώτον, Οι Βρετανοί μελετούσαν το ενδεχόμενο να οργανώσουν μια αθόρυβη επιχείρηση του ΝΑΤΟ με τη βλέψη να αποτρέψει τις στρατιωτικές εχθροπραξίες και να παρουσιαστεί με κάποιο είδος προτρεπτικής διακήρυξης υπέρ της συνέχισης των διαπραγματεύσεων.
Δεύτερον, Οι Αμερικανοί σκέφτονταν να ενθαρρύνουν τον Κληρίδη και τον Ντενκτάς να διεξάγουν «ανεπίσημες διαβουλεύσεις μεταξύ τους».
Θα ήταν δυνατό, αναφέρει στο σημείωμά του ο Σίσκο, «να τους ενθαρρύνουμε να συνεχίσουν τις προσπάθειές τους ανεπίσημα για να διαπιστώσουν αν μπορεί να γεφυρωθεί το χάσμα. Αμφότεροι, ο Κληρίδης και ο Ντενκτάς, έχουν συμπεριφερθεί πιο λογικά από ό,τι οι κυβερνήσεις της Τουρκίας ή της Ελλάδας».
Ο Σίσκο ανέφερε περαιτέρω πως ήταν ανάγκη να υπάρξει μια επαφή με τον Μακάριο «για να αποφευχθεί το είδος του ανακατέματος που θα περιπλέξει ακόμη περισσότερο το πρόβλημα». Την ίδια στιγμή ο Αμερικανός υφυπουργός διαπίστωνε πως οι Σοβιετικοί φαίνονταν να είχαν υπαναχωρήσει από την άμεση υποστήριξη προς τον Μακάριο, χωρίς αυτό να το αιτιολογεί. Στο πεδίο των διαπραγματεύσεων και ειδικά για τον δεύτερο γύρο της Γενεύης, με βάση και τις αναφορές του Αρθρουρ Χάρτμαν οι ΗΠΑ καθόρισαν μια στρατηγική, η οποία στηρίχθηκε στη διαπίστωση ότι οι απόψεις των βασικών ηγετών στην Αγκυρα, τη Λευκωσία και την Αθήνα αναφορικά με τη διαμόρφωση της τελικής λύσης του κυπριακού έχουν ξεκαθαριστεί.
Σύμφωνα με τις αμερικανικές εκτιμήσεις «οι προσεγγίσεις του Ετσεβίτ, του Κληρίδη και σε μικρότερο βαθμό του Καραμανλή φαίνεται να προσφέρουν κάποιο κοινό έδαφος που καλύπτει τα ευρύτερα πλαίσια μιας πιθανής λύσης». (Department of State, Secret/EYES ONLY, Η αμερικανική στρατηγική για τον δεύτερο γύρο των συνομιλιών της Γενεύης, 13 Αυγούστου 1974) Ο θεμελιώδης παράγοντας που οι Αμερικανοί έθεταν ως προς τη λύση είναι σαφέστατος και αφορά και το μέλλον της Τουρκίας αλλά και κάποιων πολιτικών προσώπων στην Ελλάδα και την Κύπρο: «Η ενισχυμένη θέση της Τουρκίας στην Κύπρο της παρέχει τον βασικό ρόλο στην επίλυση της προστριβής και πιθανώς για το πολιτικό μέλλον του Καραμανλή και του Κληρίδη» σημείωνε ο Σίσκο σε έγγραφό του προς τον Κίσιγκερ. Σύμφωνα με το έγγραφο «δεν είναι ούτε εφικτό ούτε προς το συμφέρον μας να υπάρξει μια πρόωρη απόσυρση των τουρκικών δυνάμεων εισβολής. Η απόσυρση μπορεί να επέλθει σαν τμήμα νέων διευθετήσεων για το νησί, οι οποίες παρέχουν διαβεβαιώσεις μεγαλύτερης ασφάλειας για την τουρκοκυπριακή κοινότητα και μεγαλύτερο ρόλο εκ μέρους της στη διεξαγωγή των μελλοντικών της υποθέσεων. Ο Κληρίδης, όπως ήταν προβλεπόμενο, το βλέπει αυτό καθαρά και είναι έτοιμος να κάνει την αναγκαία προσαρμογή με τον όρο ότι η Αθήνα θα τον υποστηρίξει». (Department of State, Secret, Cyprus Options, Σημείωμα του Τζόζεφ Σίσκο στον Χένρι Κίσιγκερ, 12 Αυγούστου 1974)
Οι Αμερικανοί διαμόρφωσαν εκείνη τη φάση ένα πλαίσιο συμφωνίας, το οποίο κωδικοποιήθηκε και παρουσιάσθηκε τότε στα εμπλεκόμενα μέρη:
Οι κυπριακές κοινότητες Ελλήνων και Τούρκων θα έπρεπε να ρυθμίσουν τις εσωτερικές τους υποθέσεις σε μια αυτόνομη βάση. Αυτή η θέση στην πραγματικότητα αποτελεί την ομοσπονδιακή λύση που επιζητούν οι Τούρκοι, παρόλο που ο Κληρίδης προτιμά να την αποκαλεί «καντονιακή». Η καλύτερη λύση θα ήταν να μη δοθεί καμιά ταμπέλα και θα μπορούσε να αποκαλείται απλά «Η Συμφωνία της Γενεύης του 1974».
Σε εθνικά και διεθνή θέματα, θα έπρεπε να συντονιστούν οι υπευθυνότητες του Ελληνοκύπριου προέδρου και του Τουρκοκύπριου αντιπροέδρου (Κληρίδης και Ντενκτάς). Αυτή η θέση δίνει στους Τούρκους το δικαίωμα αρνησικυρίας που επιζητούν εδώ και καιρό και το οποίο αρνούνταν επίμονα ο Μακάριος.
Το βασικότερο, κεντρικής σημασίας για τους Τούρκους, θέμα αυτής της συμφωνίας θα είναι ο εκτεταμένος θύλακας Λευκωσίας-Κυρήνειας που τώρα βρίσκεται υπό τουρκικό έλεγχο και ο οποίος θα αποτελούσε το βασικό τουρκικό προπύργιο στο νησί και θα υπηρετούσε ως ασφαλές καταφύγιο σε περιόδους αναταραχής για τους υπόλοιπους Τουρκοκύπριους που είναι διασκορπισμένοι σε άλλα σημεία. Θα πρέπει, επιπρόσθετα, να οριστούν και άλλοι θύλακοι για να τεθούν υπό τουρκικό έλεγχο, το μέγεθος και ο αριθμός των οποίων θα αποτελέσουν θέμα των διαπραγματεύσεων (ίσως πέντε μεγάλες περιοχές στην Αμμόχωστο, στη Λάρνακα, στη Λεμεσό, στην Πάφο και τη Μόρφου).
Η εκπλήρωση της συμφωνίας θα έπρεπε να συμπεριλαμβάνει τη σταδιακή μείωση των τουρκικών δυνάμεων στο νησί, με την επάνοδο της σταθερότητας σε ένα συμφωνημένο, καθορισμένο επίπεδο και αυτό επίσης είναι θέμα προς διαπραγμάτευση, αλλά θα μπορούσε να είναι της τάξης των 5.000 ανδρών.
Συνταγματική διάταξη θα έπρεπε να απαγορεύει σε κληρικό να υπηρετεί ως πρόεδρος της Κύπρου (αυτό θα έλυνε το πρόβλημα του Μακαρίου ως ατόμου και θα διαβεβαίωνε τους Τούρκους ότι οι παραδοσιακές υπέρ της ένωσης προκαταλήψεις του κλήρου δεν θα έβρισκαν ποτέ ξανά αντανάκλαση σ΄ αυτό το πόστο).
Τα Ηνωμένα ΄Εθνη θα μπορούσαν να αποχωρούν κατά φάσεις, καθώς αρχίζουν να ισχύουν οι νέες κοινοτικές ρυθμίσεις και η υπάρχουσα νέα ισορροπία στο νησί εξασφαλίζει τον αυτο-εφαρμοζόμενο έλεγχο βάσει της καλή τη πίστει εφαρμογής των συμφωνιών. (Department of State, Secret, Cyprus Options, Σημείωμα του Τζόζεφ Σίσκο στον Χένρι Κίσιγκερ, 12 Αυγούστου 1974)
Οι Αμερικανοί θεωρούσαν τότε απόμακρο το ενδεχόμενο να προχωρήσουν οι ιδέες αυτές θεωρώντας κλειδί το εδαφικό, στο οποίο οι Τούρκοι ζητούσαν να διατηρήσουν μια περιοχή πάνω από το 30%. Επί τούτου οι Αμερικανοί προέβαιναν σε μια σειρά εισηγήσεις και έκαναν ασκήσεις επί χάρτου. Σύμφωνα με το το ίδιο έγγραφο «ο μεγάλος θύλακας Λευκωσίας-Κυρήνειας καλύπτει μόνο το 10% περίπου του νησιού και εάν προστεθούν και οι άλλοι πέντε θύλακοι που αναφέρθηκαν παραπάνω θα κάλυπταν περίπου το 15% του νησιού».
Οι Αμερικανοί εργάζονταν για τη μη κατάρρευση της διαδικασίας των συνομιλιών, έδιναν στους Βρετανούς την πρωτοβουλία καλώντας τους «να στηρίξουν εκείνα τα σημεία συμφωνίας που φαίνεται να υπάρχουν μεταξύ του Κληρίδη και των Τούρκων». Περαιτέρω σημείωναν ότι «είναι επιθυμητό να κινήσουμε αυτή τη διαδικασία όσο το δυνατό ταχύτερα για να εμποδιστεί η περαιτέρω επιδείνωση της κατάστασης ασφαλείας στο νησί, να μειωθεί η πιθανότητα εισόδου του Μακαρίου ή των Σοβιετικών στη διαδικασία και να υπάρξει το πλεονέκτημα της κυβέρνησης του Κληρίδη στη Λευκωσία». Αυτή η ώθηση, αναφέρει το έγγραφο, είναι αναγκαία διότι «ενώ ο Κληρίδης επιδιώκει γρήγορη πρόοδο και είναι πρόθυμος να κάνει μεγάλες παραχωρήσεις, δεν υπάρχει σημάδι ότι η Αθήνα ή η Αγκυρα βιάζονται και πολύ».
Η επιχειρηματολογία των Αμερικανών προς τους Τούρκους ήταν σαφής και στηρίζετο πρωτίστως στο γεγονός ότι από μια συμφωνία η Αγκυρα θα εξασφάλιζε σαφέστατα πλεονεκτήματα στην Κύπρο. Σύμφωνα με το έγγραφο, «θα έπρεπε να συνεχίσουμε να παροτρύνουμε τους Τούρκους να δείξουν μετριοπάθεια, δίνοντας έμφαση στο ότι τώρα μπορούν να κερδίσουν την ομοσπονδιακή λύση που επιδίωκαν επί μακρόν, με τον όρο μιας ουσιαστικής μόνιμης παρουσίας των τουρκικών στρατευμάτων στην Κύπρο, που θα είναι ικανά να παρέχουν αρκετή προστασία στους συμπατριώτες τους. Θα έπρεπε να τονίσουμε το πλεονέκτημα να επιτύχουν συμφωνία ενώ ο Κληρίδης έχει τον έλεγχο και ενώ κατέχουν τη μέγιστη θέση στρατιωτικής ισχύος στο νησί. Αυτό θα απαιτήσει ιδιαίτερα μια επίδειξη λογικής σχετικά με την έκταση του εδάφους που ζητούν να περιέλθει υπό τον δικό τους έλεγχο. Οι Τούρκοι θα εκτιμήσουν επίσης το επιχείρημα ότι έχουν συμφέρον να μην ταπεινώσουν την κυβέρνηση Καραμανλή. Το 30% φαίνεται μη ρεαλιστικό, αλλά προφανώς αυτό θα πρέπει να διευθετηθεί στις διαπραγματεύσεις». (Department of State, Secret, Cyprus Options, Σημείωμα του Τζόζεφ Σίσκο στον Χένρι Κίσιγκερ, 12 Αυγούστου 1974)
Σε σχέση με την Ελλάδα, ο στόχος των Αμερικανών ήταν να να παροτρύνουν την Αθήνα να εξαλείψει «μιας και διά παντός αυτό το ενοχλητικό πρόβλημα της Κύπρου». Στο σημείωμα αναφέρεται: «Αυτό σημαίνει ότι (η Ελλάδα) θα κάνει κάποιες παραχωρήσεις. Στους Έλληνες χρειάζεται να υπενθυμίσουμε ότι το προηγούμενο καθεστώς τους, φέρει βαριά ευθύνη για την τουρκική επέμβαση και ότι πρέπει να πληρωθεί κάποιο τίμημα γι΄ αυτό». Προς την Αθήνα φαίνεται ότι τόνιζαν και το γεγονός, όπως υποστηρίζουν, «ότι όσο ο Κληρίδης ετοιμάζεται να δεχτεί τις νέες κοινοτικές ρυθμίσεις (αποφεύγουμε τη λέξη «ομοσπονδισμός», για να τους βοηθήσουμε να σώσουν τα προσχήματα) δεν θα έπρεπε να επιχειρήσουν να τον ξεπεράσουν. Το πείραμα του Σαμψών θα έπρεπε να έχει δείξει άπαξ και διά παντός ότι η ένωση δεν είναι εφικτή λύση, παρά μόνο έναντι του τιμήματος της διπλής ένωσης και υποθέτουμε ότι η Ελλάδα βρίσκει τη διπλή ένωση λιγότερο επιθυμητή εναλλακτική λύση από την φόρμουλα του Κληρίδη». (Department of State, Secret, Cyprus Options, Σημείωμα του Τζόζεφ Σίσκο στον Χένρι Κίσιγκερ, 12 Αυγούστου 1974)
Αναφορικά με τον κυπριακό παράγοντα, οι Αμερικανοί σημείωναν την ανάγκη να ενθαρρύνουν τον Κληρίδη «να επιδιώξει τη γραμμή της εποικοδομητικής λογικής που έχει ακολουθήσει και προσφερόμαστε να προσπαθήσουμε να πείσουμε την Αγκυρα να κρατήσει τις εδαφικές της απαιτήσεις σε λογικά πλαίσια». Σημείωναν περαιτέρω ότι πίεζαν τον Ντενκτάς «να παροτρύνει τους συναδέλφους του στην Αγκυρα να κινηθούν γρήγορα προς την αποδοχή της ομοσπονδιακής λύσης που τώρα είναι επιτεύξιμη και να αναγνωρίσουν ότι ο Κληρίδης δεν μπορεί να ακολουθήσει αυτή την πορεία εν όψει παράλογων εδαφικών απαιτήσεων». (Department of State, Secret, Cyprus Options, Σημείωμα του Τζόζεφ Σίσκο στον Χένρι Κίσιγκερ, 12 Αυγούστου 1974)
Σύμφωνα με τους Αμερικανούς «οι Σοβιετικοί θα εξακολουθήσουν να παίρνουν πόζες, αλλά η τακτική τους να αναμειγνύονται μέσω των Ηνωμένων Εθνών μπορεί να χειραγωγηθεί όσο είναι δρομολογημένη η διαδικασία της Γενεύης. Επιπλέον, δεν θα θέλουν να πάρουν μια θέση που θα προκαλούσε δυσκολίες στους Τούρκους, και συνεπώς η χρήση του χαρτιού του Μακαρίου μπορεί να έχει πιθανό αντίκτυπο σε περιστάσεις κατά τις οποίες θα έχει σημειωθεί αποτυχία της Συνδιάσκεψης. Θα έπρεπε να διατηρήσουμε το διάλογο με τους Σοβιετικούς κυρίως για να αποφύγουμε τη δημιουργία προβλημάτων». (Department of State, Secret, Cyprus Options, Σημείωμα του Τζόζεφ Σίσκο στον Χένρι Κίσιγκερ, 12 Αυγούστου 1974)
Στην Ουάσιγκτον, σε συνάντηση του Σίσκο με τον Τούρκο πρέσβη, ο τελευταίος εξέφρασε εκτίμηση για τη θέση των ΗΠΑ, με την οποία καλούσε την Αγκυρα να επιδείξει αυτοσυγκράτηση, τόνισε ωστόσο στο συνομιλητή του ότι δεν ήταν δυνατό για την Τουρκία να καθυστερήσει περισσότερο όσον αφορά τη συζήτηση της ουσίας μιας λύσης στη Γενεύη, αλλιώς «κάτι αναπόφευκτο μπορεί να συμβεί μέσα στην Κύπρο». (Department of State, Τηλεγράφημα του Κίσιγκερ στις πρεσβείες της Αγκυρας, της Αθήνας και της Λευκωσίας και στην αμερικανική μόνιμη αντιπροσωπεία στον ΟΗΕ, στη Γενεύη, 13 Αυγούστου 1974). Ο Εσενμπέλ περιέγραψε την τουρκική θέση σύμφωνα με κατευθύνσεις που είχαν διατυπωθεί νωρίτερα, συμπεριλαμβανόμενης της επιθυμίας για δύο ξεχωριστές οντότητες στο νησί κάτω από μια ανεξάρτητη ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Ο Εσενμπέλ παρουσίασε ένα χάρτη (όχι εντελώς σύγχρονο) που έδειχνε τις περιοχές της Κύπρου που κατείχαν παραδοσιακά οι Τουρκοκύπριοι. Σημείωσε ότι η διχοτόμηση ή η διπλή ένωση ήταν εκτός θέματος εφόσον η τουρκική κυβέρνηση δεν ήθελε άλλο ένα «ελληνικό νησί να περιβάλει την Τουρκία».
Ο Σίσκο απάντησε ότι η τουρκική θέση ήταν απόλυτα κατανοητή συμπεριλαμβανόμενης της σημασίας που αποδιδόταν στο στοιχείο του χρόνου. Όμως, ταυτόχρονα, επρόκειτο για ένα πολύπλοκο ζήτημα το οποίο δεν μπορούσε να ρυθμιστεί εν μια νυκτί. Έχουμε αναφορές για κάποια πρόοδο όσον αφορά την εκπλήρωση της συμφωνίας για τους τουρκικούς θυλάκους και έχουμε μιλήσει στον Ετσεβίτ παροτρύνοντας να δείξει ευελιξία. Δεν υπάρχει σχέδιο των ΗΠΑ, αλλά ελπίζουμε ότι τα ίδια τα μέρη θα προβάλουν διαπραγματεύσιμες προτάσεις. Ο Σίσκο ανέφερε πως οι επαφές που είχε με την τουρκική κυβέρνηση, είχαν ως αποτέλεσμα να μελετήσει ο Ετσεβίτ την πιθανότητα να προτείνει τη δημιουργία μερικών και όχι μιας ενιαίας τουρκικής ζώνης στο νησί.
11 Αυγούστου 1974: Αργά το βράδι, ο Ρότζερ Ντέϊβις ενημερώνει με έκτακτο σημείωμα το Στέϊτ Ντιπάρτμεντ ότι επίκειται νέα τουρκική επίθεση. Και υπόσχεται να επανέλθει με περισσότερες πληροφορίες. Ο Αμερικανός πρέσβης είχε ενημερωθεί από τη διοίκηση της Ειρηνευτικής Δύναμης ότι απαγορεύτηκε η είσοδος του προσωπικού της στις κατεχόμενες περιοχές, που κάλυπταν τότε το 15% του νησιού. Επίσης, οι Τούρκοι δεν επέτρεψαν σε Αμερικανούς και Βρετανούς διπλωμάτες να επισκεφθούν τη κατεχόμενη Λευκωσία. «Κάτι πολύ σοβαρό πρέπει να συμβαίνει», έγραφε ο πρέσβης.
Δεν είχε άδικο, όπως αποδείχθηκε την επομένη. Στενός συνεργάτης του Ντέϊβις, που δεν κατονομάζεται στο τηλεγράφημα συναντήθηκε με στρατιωτικούς υπαλλήλους της βρετανικής πρεσβείας, ένας εκ των οποίων υπαγόταν στη Διεύθυνση Μυστικών Υπηρεσιών, οι οποίοι αποκάλυψαν ότι ανέμεναν άμεσα «επανάληψη τουρκικής στρατιωτικής επιχείρησης». (Department of State, Τηλεγράφημα του Ρότζερ Ντέϊβις στον Χένρι Κίσιγκερ, Κοινοποίηση στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας, 12 Αυγούστου 1974). Είχαν βασίσει τη θέση τους αυτή, σε πολύ καλή πληροφόρηση που είχαν από Τούρκους στρατιωτικούς, οι οποίοι είχαν κάνει την εξής ανάλυση: «Αποδεχόμενοι ότι οι διπλωμάτες στη Γενεύη, αποδείχθηκαν ανίκανοι να κερδίσουν με ειρηνικά μέσα όσα υποσχέθηκαν οι Τούρκοι στρατηγοί να καταλάβουν με πόλεμο, είμαστε βέβαιοι ότι ο Ετσεβίτ και ο Γκιουνές θα αναγκαστούν να υποκύψουν στις πιέσεις των στρατιωτικών». Οι Βρετανοί ήταν βέβαιοι ότι ο Τούρκος πρωθυπουργός είπε ήδη στον Γκιουνές να βρει δικαιολογία γιά να τινάξει τον διάλογο στον αέρα. Στην ίδια ανάλυση, οι Τούρκοι στρατιωτικοί κατέληγαν στο συμπέρασμα ότι οι στρατηγοί «οσμίζονταν» περίπατο και δεν θα έχαναν την ευκαιρία να αποδείξουν ότι ηγούντο αξιόμαχου στρατεύματος.
Στο σημείωμα του, ο Ντέϊβις έγραφε και τα εξής:
«Εχουμε ενδείξεις ότι κάτι κινείται, κάτι γίνεται. Τις τελευταίες δύο ημέρες (σ.σ. από τις 9-10 Αυγούστου), ο διοικητής των τουρκικών δυνάμεων απαγορεύει κάθε πρόσβαση σε ξένους επισκέπτες στις περιοχές εκτός της Λευκωσίας. Ξεκάθαρα κάτι μαγειρεύουν που δεν θέλουν να το δουν οι ξένοι. ‘Η πρόκειται για περαιτέρω εκστρατεία εκκαθάρισης των Ελληνοκυπρίων κατοίκων των περιοχών αυτών, ή είναι αυτό που φοβόμαστε: είναι ένδειξη για τρομακτική αλλαγή των σχεδίων των τουρκικών στρατιωτικών δυνάμεων».
Ο Αμερικανός πρέσβης, που εκείνες τις κρίσιμες μέρες χρησιμοποίησε δεκάδες φορές την ασφαλή τηλεφωνική γραμμή γιά να συνομιλήσει με τον Κίσιγκερ και τον Σίσκο, σε νέο τηλεγράφημα του, την ίδια ημέρα, πληροφορούσε τους προϊσταμένους του και για τις κινήσεις του τουρκικού στρατού, που αποδείκνυαν ότι υλοποιούνται οι σχεδιασμοί του Ετσεβίτ. Στη συνομιλία του με τον Σίσκο, είπε στον υφυπουργό ότι «ίσως να πρόκειται για ψυχολογικό πόλεμο των Τούρκων, λόγω των συζητήσεων στη Γενεύη, αν και δεν το πιστεύω». Στο τηλεγράφημα του, σημείωνε τα εξής:
«Ανδρες της ΟΥΝΦΙΚΥΠ μέτρησαν 50-70 άρματα μάχης μεταξύ του Μπογαζίου και του χωρίου Ορτάκου, στην ανατολική πλευρά του δρόμου. Είδαν αυξημένη κίνηση στρατευμάτων. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η τεράστια αυτή δύναμη θα χρησιμοποιηθεί γιά πιθανή στρατιωτική κίνηση προς το τουρκικό χωριό Σατός (Chatos), που σημαίνει ότι θα αυξήσει δραματικά την περιοχή η οποία θα είναι κάτω από τουρκικό στρατιωτικό έλεγχο». (Department of State, Τηλεγράφημα του Ρότζερ Ντέϊβις στον Χένρι Κίσιγκερ, Κοινοποίηση στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας, 12 Αυγούστου 1974).
Στις 13 Αυγούστου, ο Τούρκος Πρέσβης επισκέφθηκε εκ νέου τον Σίσκο και του διαβίβασε μήνυμα από τον Ετσεβίτ. Εγραφε ο Τούρκος πρωθυπουργός: Σε όλες τις φάσεις του κυπριακού, η τουρκική κυβέρνηση είχε δώσει ευσυνείδητη προσοχή στη συνεργασία με την κυβέρνηση των ΗΠΑ και στο να ακολουθεί τις υποδείξεις του Κίσιγκερ. Στη σκέψη των Τούρκων ηγετών ήταν η διατήρηση της ειρήνης στην περιοχή, οι συμμαχικές υποχρεώσεις της Τουρκίας και το γεγονός ότι οι ελληνοτουρκικές σχέσεις ήταν εξαρτημένες από τα ίσα δικαιώματα μεταξύ των Ελλήνων και των Τούρκων στην Κύπρο. Όμως, σύμφωνα με τον Εσενμπέλ, «η Ελλάδα αρνήθηκε να συνεργαστεί με την Τουρκία γι΄ αυτό το σκοπό και η τουρκική κυβέρνηση ήταν υποχρεωμένη να αναλάβει αναγκαία δράση. (Department of State, Τηλεγράφημα του Κίσιγκερ στις πρεσβείες του Λονδίνου, του Παρισιού, της Αγκυρας, της Αθήνας και της Λευκωσίας και στις αμερικανικές μόνιμες αντιπροσωπείες στον ΟΗΕ, στη Νέα Υόρκη και τη Γενεύη, 14 Αυγούστου 1974) Η τουρκική κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη στην κυβέρνηση των ΗΠΑ για τις εποικοδομητικές προτάσεις που έχει διατυπώσει και ελπίζει ότι αυτό θα είναι προάγγελος για πιο γόνιμες σχέσεις στο μέλλον. Είναι προς το αμοιβαίο όφελος της κυβέρνησης των ΗΠΑ και της τουρκικής κυβέρνησης να μη διεθνοποιηθεί το κυπριακό». Αναφερόμενος στο Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, ο Εσενμπέλ δήλωσε ότι είχε λάβει προηγουμένως οδηγίες να ζητήσει την υποστήριξη της κυβέρνησης των ΗΠΑ να μην επαναληφθεί ούτε να επιτραπεί να έρθει προς συζήτηση στο συμβούλιο Ασφαλείας το κυπριακό.
Ωστόσο, εάν συνεδριάσει το Συμβούλιο Ασφαλείας με αυτό το θέμα στην τρέχουσα περίσταση, ο Εσενμπέλ δήλωσε ότι ο πρωθυπουργός της Τουρκίας ζητά από την κυβέρνηση των ΗΠΑ να μην επιτρέψει να παρθεί καμιά απόφαση στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ η οποία θα στρεφόταν εναντίον της χώρας του. Εν συντομία, ο Εσενμπέλ δήλωσε πως η τουρκική κυβέρνηση προσδοκούσε να χρησιμοποιήσει η Ουάσιγκτον το βέτο της σε μια τέτοια περίπτωση.
Ο Αμερικανός υφυπουργός σχολίασε ότι έχουν προσπαθήσει να συνεργαστούν πλήρως σ΄ αυτή την πολύ δύσκολη κατάσταση. Οι εντατικές ανταλλαγές απόψεων μεταξύ της αμερικανικής και της τουρκικής κυβέρνησης «έχουν καταλήξει σε μεγάλο βαθμό κατανόησης και εμείς έχουμε την πρόθεση να συνεχίσουμε με το ίδιο πνεύμα στο μέλλον». Αναφορικά με το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, αυτό συνήλθε πολύ γρήγορα και όλα τα μέλη ευνοούσαν μια άμεση συνεδρίαση και δράση, είπε ο Σίσκο και πρόσθεσε: «Η κυβέρνηση της Τουρκίας θα διαπιστώσει ότι συνολικά η βασική μας προσέγγιση στο Συμβούλιο Ασφαλείας είναι κυρίως έκφραση λύπης και όχι θυμού». Ο Σίσκο πληροφόρησε τον Εσενμπέλ ότι η απόφαση του Σ.Α. είχε υιοθετηθεί ομόφωνα και του έδωσε το κείμενο. Εξήγησε ότι η πρωτεύουσα ανησυχία των Αμερικανών ήταν ότι το αποτέλεσμα δεν θα έπρεπε να είναι υπό μορφή οποιασδήποτε δράσης, η οποία θα μπορούσε να γίνει αντικείμενο εκμετάλλευσης από δυνάμεις εχθρικές προς τις ΗΠΑ. Ο Σίσκο υπενθύμισε στον Εσενμπέλ ότι είχαν πει στην τουρκική κυβέρνηση πως «δεν μπορούσαμε να υποστηρίξουμε την Τουρκία στο Συμβούλιο Ασφαλείας, εάν αυτή επέλεγε τη στρατιωτική λύση. Εάν είχαμε πράξει διαφορετικά, θα είχαμε απομονωθεί».
Ο Σίσκο έδωσε έμφαση στο ότι έτσι ακριβώς είχαν δείξει κατανόηση σε σχέση με τα αμοιβαία τους συμφέροντα και ανάμεναν ότι Αγκυρα θα κατανοήσει την κατάσταση της αμερικανικής κυβέρνησης και πρόσθεσε τα εξής θέλοντας να δείξει πως η ψήφος των ΗΠΑ ήταν περισσότερο κίνηση τακτικής και όχι ουσίας: «Δεν πρόκειται να δράσουμε υπό την πίεση των Σοβιετικών ή να επιτρέψουμε να άγεται και να φέρεται η τουρκική κυβέρνηση από αυτούς. Αλλά η κυβέρνηση της Τουρκίας πρέπει να δείχνει κατανόηση όταν ψηφίζουμε τέτοιες αποφάσεις. Είναι επίσης σημαντικό για την τουρκική κυβέρνηση να κατανοήσει ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ δεν πήρε την πρωτοβουλία γι’ αυτό το θέμα. Δεν συμφέρει την κυβέρνηση της Τουρκίας να χάσουν οι ΗΠΑ την καλή τους πίστη σε ολόκληρη την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου». Ο Σίσκο ζήτησε από τον Εσενμπέλ να εξηγήσει τη θέση των ΗΠΑ πλήρως και με κατανόηση στον Ετσεβίτ , πράγμα που ο Τούρκος πρέσβης υποσχέθηκε πως θα έκανε». (Department of State, Τηλεγράφημα του Κίσιγκερ στις πρεσβείες του Λονδίνου, του Παρισιού, της Αγκυρας, της Αθήνας και της Λευκωσίας και στις αμερικανικές μόνιμες αντιπροσωπείες στον ΟΗΕ, στη Νέα Υόρκη και τη Γενεύη, 14 Αυγούστου 1974
Τις ίδιες μέρες, η Κύπρος έδινε τη δική της μάχη παντού. Οι ηγέτες της έβλεπαν την θύελλα να έρχεται, αλλά ήταν ανήμποροι να την σταματήσουν μόνοι τους. Ο Νίκος Δημητρίου επισκέφθηκε επανηλειμμένα τον Σίσκο. Στις 13 Αυγούστου τον προειδοποίησε ότι οι Τούρκοι προετοιμάζονταν για την επανάληψη των συγκρούσεων στο νησί, αναπτύσσοντας ξανά δυνάμεις σε πολλές περιοχές. Ο Κύπριος πρέσβης είπε ότι η κατάσταση είναι πολύ σοβαρή από στρατιωτικής όσο και από πολιτικής απόψεως, και παρουσιάζει τον κίνδυνο της «γενοκτονίας». Σε κάποια στιγμή της συζήτησης, ο πρέσβης δεν άντεξε και δάκρυσε μπροστά στο Σίσκο. (Department of State, Τηλεγράφημα του Κίσιγκερ στις πρεσβείες του Λονδίνου, του Παρισιού, της Αγκυρας, της Αθήνας και της Λευκωσίας και στις αμερικανικές μόνιμες αντιπροσωπείες στον ΟΗΕ, στη Νέα Υόρκη και τη Γενεύη, 13 Αυγούστου 1974)
Ο υφυπουργός απάντησε ότι εάν αποτύχουν οι συνομιλίες στη Γενεύη, θα μπορούσαν κάλλιστα να ξεσπάσουν και πάλι μάχες. Γι΄ αυτό το λόγο, όπως είπε, οι ΗΠΑ εξακολουθούν να παίζουν ενεργό ρόλο στο να ενθαρρύνουν μια -κατόπιν διαπραγμάτευσης- συμφωνία. Προτρέψαμε, συνέχισε, ακόμη και σήμερα διά τηλεφώνου να δοθεί επαρκής χρόνος για τη μελέτη των προτάσεων που διατυπώνονται στη Γενεύη, αν και σε μια πιό επείγουσα βάση. Τέτοιες προτάσεις, είπε ο Σίσκο, θα έπρεπε να παρουσιάζονται σε μια βάση του δίνω-και-παίρνω και όχι σε μια βάση του παίρνω-ή-φεύγω. Ελπίζουμε ότι μπορούν να καταλήξουν σε συνεννόηση όσον αφορά τη βόρεια ζώνη που επιθυμεί η Τουρκία και να επιτρέψει περαιτέρω πρόοδο ώστε να επιτευχθεί μια λύση μέσα από τις διαπραγματεύσεις, ανέφερε προς τον Κύπριο συνομιλητή του.
Ο Σίσκο σχολιάζοντας τα όσα του είπε ο Δημητρίου για την πρόθεση της Ελλάδας να προσφύγει στο Συμβούλιο Ασφαλείας σε περίπτωση κατάρρευσης των συνομιλιών, ήταν κατηγορηματικός: «Θα ήταν σοβαρό λάθος αυτή τη στιγμή. Η ενέργεια αυτή θα έδινε απλώς την ευκαιρία σε εξωτερικές δυνάμεις, ιδιαίτερα στη Σοβιετική Ένωση, να εισαγάγουν περιπλοκές στο Κυπριακό. Αλλες εναλλακτικές λύσεις δεν είχαν εξαντληθεί και η εσπευσμένη κίνηση προς το Συμβούλιο Ασφαλείας θα αποτελούσε κακό υπολογισμό».
Την επόμενη μέρα, όταν είχε σχεδόν ολοκληρωθεί η δεύτερη τουρκική επιχείρηση, ο Δημητρίου πήγε και πάλι στο Σίσκο και όπως περιγράφεται από το πρακτικό της συνάντησης ο Κύπριος πρέσβης ήταν πολύ αναστατωμένος, καθώς εξέφραζε τη βαθιά πικρία και απογοήτευση της κυβέρνησής του για την τουρκική στρατιωτική δράση. Αναφέρθηκε στην απελπισία που κυριαρχεί την ηγεσία και το λαό του νησιού και συνέκρινε την τουρκική ενέργεια με εκείνη του Χίτλερ στην Τσεχοσλοβακία. (Department of State, Τηλεγράφημα του Κίσιγκερ στις πρεσβείες του Λονδίνου, της Αγκυρας, της Αθήνας και της Λευκωσίας και στις αμερικανικές μόνιμες αντιπροσωπείες στον ΟΗΕ, στη Νέα Υόρκη και στο ΝΑΤΟ, στις Βρυξέλλες στις 14 Αυγούστου 1974) Ο Κύπριος διπλωμάτης κατηγόρησε ευθέως την Ουάσιγκτον ότι μπορούσε να είχε αποτρέψει την τουρκική κίνηση. Ο Δημητρίου ήταν σε έξαλλη κατάσταση. Συμπερασματικά, είπε πως η κυπριακή κυβέρνηση ζητούσε όλη τη δυνατή βοήθεια από τους Αμερικανούς για να διατηρηθεί η Κύπρος ως ανεξάρτητο κράτος.
Ο Σίσκο διαβεβαίωσε τον Δημητρίου ότι το θέμα της Κύπρου ήταν πρώτης προτεραιότητας για τον Κίσιγκερ και τον πρόεδρο Τζέραλντ Φορντ και ότι ο υπουργός είχε επιδοθεί σε μια εντατική διπλωματική δραστηριότητα με όλα τα μέρη ώστε να προσπαθήσει να εμποδίσει την επανάληψη των εχθροπραξιών και να συνεχιστούν οι διαπραγματεύσεις. Η αμερικανική κυβέρνηση, τόνισε ο υφυπουργός, ξεκαθάρισε τη θέση της στην Τουρκία μέσω κατ΄ ιδίαν επικοινωνιών και τέλος μέσω της δήλωσης προς τα μέσα ενημέρωσης, στις 13 Αυγούστου.
Το μεσημέρι της επόμενης μέρας, ο Καναδός πρεσβευτής Καντιέ επισκέφθηκε τον Σίσκο για να λάβει πληροφορίες για τις εξελίξεις στην Κύπρο. Ο υφυπουργός ανασκόπησε τις εξελίξεις των περασμένων τραγικών ημερών, αρχίζοντας με τις ενδείξεις της 10ης Αυγούστου ότι η Τουρκία ίσως προετοίμαζε στρατιωτική δράση. Είπε: «Από εκείνη την ημέρα και ακολούθως, ο υπουργός μίλησε στον Ετσεβίτ τηλεφωνικώς ζητώντας του να δείξει ευελιξία, να συνεχίσει τις διαπραγματεύσεις και να καθυστερήσει τη μελέτη στρατιωτικής δράσης. Υπέδειξε ότι οι ΗΠΑ δεν θα υποστήριζαν την Τουρκία στα Ηνωμένα Εθνη, εάν κατέφευγε στη βία. Την προηγούμενη ημέρα, την 13η Αυγούστου υπήρξαν πρόσθετα σημάδια ότι η Τουρκία προετοίμαζε μια στρατιωτική κίνηση για το επόμενο πρωί, εάν οι τουρκικές απαιτήσεις δεν ικανοποιούνταν στη Γενεύη. Αυτές οι απαιτήσεις ήταν να δοθεί αυτονομία στους Τουρκοκύπριους εντός μιας ή περισσότερων ζωνών που θα συνέθεταν το ένα τρίτο του νησιού», τόνισε στον Καναδό πρέσβη. (Department of State, Τηλεγράφημα του Κίσιγκερ σ’ όλες τις πρεσβείες των χωρών-μελών του ΝΑΤΟ, 16 Αυγούστου 1974)
Στη διάσκεψη της Γενεύης, η πρόθεση της τουρκικής πλευράς ήταν πρόδηλη. Αποσκοπούσε πρωτίστως να οδηγήσει τη συνάντηση σε ναυάγιο, έτσι ώστε να μπορέσει να προχωρήσει στην ολοκλήρωση των σχεδίων της με την κατάληψη του 37% του νησιού. Οι Τούρκοι κατάθεσαν δυο σχέδια επίλυσης του Κυπριακού, ένα από τον Γκιουνές κι ένα από τον Ντενκτάς. Αμφότερα τα σχέδια προέβλεπαν ότι ένα ποσοστό εδάφους 34% θα παρέμεινε υπό τους Τούρκους και αποτέλεσαν εν πολλοίς προπομπό της σημερινής «Γραμμής Αττίλα». Το σχέδιο Ντενκτάς προέβλεπε όπως η Κυπριακή Δημοκρατία, που θα αποτελεί ένα ανεξάρτητο διεθνιστικό κράτος, θα συνίσταται από δύο ομοσπονδοποιημένα κράτη με πλήρη έλεγχο και αυτονομία στα οικεία γεωγραφικά όρια. Η έκταση του τουρκοκυπριακού ομόσπονδου κράτους, ανέφερε το σχέδιο Ντενκτάς, θα κάλυπτε το 34% (θα άρχιζε από την περιοχή Λιμνίτη και Λεύκας και μέσω της Λευκωσίας θα κατέληγε στο λιμάνι της Αμμοχώστου. Το σχέδιο Γκιουνές περιελάμβανε πρόταση για έξι καντόνια (πολυπεριφερειακή ομοσπονδία). Η κυρίως τουρκική επαρχία θα ήταν η περιοχή που κάλυπτε τα Πάναγρα, τη Μύρτου, τον Ασώματο, τη Σκυλλούρα, το Γερόλακκο, την τουρκική συνοικία της Λευκωσίας, τη Μόρα, την Αγκαστίνα, τα Γέναγρα, τη Μάραθα, τους Στύλλους, τη Λίμνη καθαρού νερού, το τουρκικό τμήμα της πόλης της Αμμοχώστου, και την βορειοδυτική γραμμή που δεν περιλαμβάνει την τοποθεσία Γαλούνια και περιλαμβάνει την Κώμη Κεπήρ, τον Άγιο Ευστάθιο και δεν περιλαμβάνει τα Γαστριά. Ως καντόνια περιελάμβανε τη Λεύκα, και περιοχές στην Πόλη Χρυσοχούς, στη Πάφο, τη Λάρνακα και την Καρπασία.
Η ελληνοκυπριακή πλευρά η οποία, εκτός από τον Κληρίδη αποτελείτο από τον Κρίτωνα Τορναρίτη, τον Μιχ. Τριανταφυλλίδη και τον Τάσο Παπαδόπουλο συνέταξε δικές της προτάσεις, οι οποίες έθεταν θέμα κεντρικής κυβερνήσεως, ενώ υποστήριζε πως «η ελληνική και η τουρκική κοινότητα θα ασκούν τις εξουσίες και τις αρμοδιότητες τους στις περιοχές που αποτελούνται από καθαρά ελληνικά και τουρκικά χωριά και δήμους αντιστοίχως». Η πρόταση απορρίφθηκε και ο Γκιουνές επανήλθε με συμπληρωματική, η οποία δεν απείχε από τις προηγούμενες. Οι Τούρκοι επέμειναν στο 34% του εδάφους.
Η κατάρρευση της διάσκεψης ήταν θέμα χρόνου. Ο Κάλαχαν σε μια προσπάθεια να διατηρήσει εν ζωή τη σύνοδο έδωσε διαβεβαιώσεις στον Κληρίδη και τον Μαύρο πως εάν αποδέχονταν την αρχή των δυο ζωνών δεν θα υπήρχε νέα προέλαση. Γιά το θέμα αυτό, ο Κληρίδης είπε: «Ο Κάλαχαν ενημέρωσε τον Κίσιγκερ για τις προτάσεις που υπέβαλαν οι Τούρκοι. Του τόνισε ότι προέβλεπε ναυάγιο. Η γνώμη του Κίσιγκερ ήταν να δεχθούμε μια από τις προτάσεις των Τούρκων χωρίς όμως αποδοχή του προτεινόμενου εδαφικού ποσοστού. Κατά τον Κίσιγκερ αποδοχή μιας των προτάσεων θα είχε σαν αποτέλεσμα την αποφυγή του ναυαγίου της διασκέψεως και θα οδηγούσε στη συζήτηση για το ποσοστό και άλλων συναφών θεμάτων. Το θέμα όμως είχε προέκταση. Οι Τούρκοι ζητούσαν αμέσως μετά την αποδοχή των προτάσεων, το ζητούμενο ποσοστό εδάφους, να τεθεί υπό τουρκικό έλεγχο. Κάτι τέτοιο όμως θα σήμαινε αποδοχή από μας της τουρκικής κατοχής και θα απέκλειε κάθε δικαίωμα καταγγελίας της εισβολής εφόσον η κατοχή των εδαφών θα γινόταν με τη συγκατάθεσή μας». (Ιστορική Εγκυκλοπαίδεια της Κύπρου)
Ο Κληρίδης ζήτησε 36 ώρες αναβολή για να απαντήσει, αλλά η τουρκική πλευρά δεν έδωσε χρονικά περιθώρια στην ελλληνική πλευρά Η κατάρρευση της διάσκεψης ήταν γεγονός. Ο Γκιουνές εγκατέλειψε τη θέση του και τηλεφώνησε στον Ετζεβίτ: «Η Αισέ μπορεί να πάει διακοπές», του είπε. Το σύνθημα αυτό συνιστούσε το πράσινο φως για τη δεύτερη φάση της εισβολής.
14 Αυγούστου 1974: Ηταν τελικά η πλέον τραγική μέρα στην ιστορία της Κύπρου. Σύμφωνα με Αμερικανό διπλωμάτη, που συμμετείχε στην ομάδα του Κίσιγκερ, «είναι πιό τραγική και από την 20η Ιουλίου». Την προηγούμενη ημέρα, ο Κίσιγκερ κάλεσε στο γραφείο του –όπως έκανε πάντα όταν βρισκόταν ενώπιον κρίσεων- το νομικό σύμβουλο του Στέϊτ Ντιπάρτμεντ, Helmut Sonnenfeldt. Του εξηγεί τα, μέχρι εκείνης της στιγμής, δεδομένα, προβλέπει αδιέξοδο στις συνομιλίες της Γενεύης –επιβεβαιώνεται μερικές ώρες αργότερα- και ζητά τη γνώμη του πως να αντιμετωπίσει την κατάσταση, εάν όντως ο Ετσεβίτ διατάξει τον Γκιουνές να αποχωρήσει από τις συνομιλίες. Στη διάρκεια της συνάντησής τους, ο υπουργός διέκοπτε συνέχεια τη συζήτηση, και ομιλούσε με τον Βρετανό ομόλογό του, Τζέϊμς Κάλλαχαν, με τον Γλ. Κληρίδη, τον Ετσεβίτ, τον Ελληνα υπουργό Εξωτερικών, Γεώργιο Μαύρο, με όλους γενικά τους πρωταγωνιστές του Κυπριακού. Οι στιγμές είναι δύσκολες, αλλά –σύμφωνα με τον Αμερικανό διπλωμάτη- ο Κίσιγκερ δεν αγωνιά ιδιαίτερα.
Νωρίς το πρωί της 14ης Αυγούστου, και ενώ οι ορδές του Αττίλα έκαιγαν την Κύπρο, σκοτώνοντας χιλιάδες Ελληνοκύπριους, ο Sonnenfeldt παρέδωσε στον Κίσιγκερ την ετυμηγορία του, η οποία -για τους βετεράνους του Στέϊτ Ντιπάρτμεντ- ήταν η ταφόπετρα γιά το νησί. Ο νομικός σύμβουλος και ένας από τους πιό στενούς συνεργάτες του Κίσιγκερ, έγραφε τα εξής στο μνημόνιο του, που με εντολή του υπουργού χαρακτηρίστηκε «Απόρρητο-Για τα μάτια μόνο» («Secret-EYES ONLY»): (THE COUNSELOR, Department of State, URGENT – SECRET/EYES ONLY, Memorandum for the Secretary, Από τον HELMUT SONNENFELDT, Θέμα: CYPRUS ACTIONS, 14 Αυγούστου 1974)
14 Αυγούστου 1974.
Θέμα: Ενέργειες στην Κύπρο
Ζητήσατε κάποιες σύντομες ιδέες για το τί να κάνουμε στη συνέχεια.
Τίποτα από ότι μπορώ να σκεφθώ θα σταματήσει τους Τούρκους από το να προσπαθήσουν να εξασφαλίσουν δια της βίας όσα απαίτησαν στα τελεσίγραφά τους. Ουσιαστικά, όπως ήταν έτσι κι αλλιώς η αλήθεια, η μόνη πιθανή βιώσιμη λύση (modus vivendi) θα πρέπει να βασισθεί σε μια ντε φάκτο διαίρεση του νησιού, όποια και αν είναι η μορφή της.
Εάν οι Τούρκοι κινηθούν γρήγορα και μετά αναγκασθούν να υποχωρήσουν, ίσως προκληθεί ελληνική αντίδραση και τότε ίσως μας δοθεί η ευκαιρία να προσπαθήσουμε για μια συμφωνία (η οποία ίσως σώσει και τον Καραμανλή).
Καθώς οι Σοβιετικοί μπορούν να λειτουργήσουν ως φόβητρο, πρέπει να τους κρατήσουμε σε απόσταση. Δεν μπορούν να εξελιχθούν σε διαιτητές μεταξύ συμμάχων των Ηνωμένων Πολιτειών. Τα συμφέροντά τους διαφέρουν ριζικά από τα δικά μας. Εμείς επιθυμούμε ένα modus vivendi μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας, ενώ αυτοί θέλουν μια αδέσμευτη Κύπρο, και προτιμούν την Ελλάδα ή την Τουρκία, ή και τις δυο αποστασιοποιημένες από το ΝΑΤΟ.
Ετσι, θα πρέπει:
– Να προσπαθήσουμε, επειγόντως, να περιορίσουμε την ελληνική αντίδραση, τουλάχιστον για 24 ώρες,
– Να πούμε ξεκάθαρα στους Τούρκους ότι πρέπει να σταματήσουν σήμερα, ή το αργότερο αύριο (tomorrow at the latest),
– Να προειδοποιήσουμε τους Τούρκους ότι η Ελλάδα κινείται ταχύτατα προς τα αριστερά.
– Να στείλουμε έναν υψηλόβαθμο αξιωματούχο στην Αθήνα γιά να ασκεί συνεχή και άμεση επιρροή στον Καραμανλή,
– Με δεδομένο ότι οι Τούρκοι θα καταλάβουν γρήγορα την Αμμόχωστο, να διαβεβαιώσετε ιδιωτικά τους Τούρκους (privately assure Turks) ότι θα τους εξασφαλίσουμε λύση που θα περιλαμβάνει το ένα τρίτο του νησιού, στο πλαίσιο κάποιου διακανονισμού ομοσπονδιακής φύσης.
– Να διαβεβαιώσουμε τους Ελληνες ότι θα περιορίσουμε τις τουρκικές απαιτήσεις και δεν θα επιτρέψουμε άλλους εγκλωβισμένους, κλπ.
Δεν πρέπει να εμπλακείτε άμεσα, άστε να σταματήσουν οι εχθροπραξίες. Αφού γίνει αυτό, πρέπει να το κάνετε διότι δεν υπάρχει εναλλακτική δυνατότητα, και μόνο εμείς έχουμε το βάρος (να το κάνουμε).
Δεν νομίζω ότι οι Βρυξέλλες και το ΝΑΤΟ είναι το μέρος που πρέπει να χρησιμοποιήσουμε (σ.σ. γιά έδρα των ελληνοτουρκικών συζητήσεων) όταν έρθει η ώρα. Οι Ελληνες είναι πιθανότατα πολύ χολωμένοι με το ΝΑΤΟ και η διαδικασία μιας συνάντησης σε υπουργικό επίπεδο είναι περίεργη. Εξάλλου, χρειάζεστε τον Ετσεβίτ και τον Καραμανλή.
Το Λονδίνο ίσως δεν είναι αποδεκτό από τους Τούρκους λόγω της επίθεσης που δέχθηκαν από τον Κάλαχαν. Δεν θα πρέπει να μεταβείτε στις (δύο) πρωτεύουσες (εννοεί την Αθήνα και την Αγκυρα). Αυτό ίσως σημαίνει Γενεύη.
Η Ουάσιγκτον, στο πλαίσιο πρωτοβουλίας του Προέδρου θα ήταν εντάξει, αλλά θα είναι δύσκολο να καταφέρουμε να έρθουν τα ενδιαφερόμενα μέρη. Επίσης, θα εκληφθεί ως πρόκληση από τους Ρώσους. Η Νέα Υόρκη θα καθιστούσε δύσκολη τη διατήρηση των Ρώσων μακριά από τη διαδικασία. Θα μπορούσατε επίσης να επιχειρήσετε τη Ρώμη».
Ο Κίσιγκερ διάβασε το σημείωμα-συμβουλή του Sonnenfeldt στον Σίσκο. Ο υφυπουργός Εξωτερικών, που το μελέτησε, είχε μείνει άφωνος. Ηδη, τα κέρδη της Τουρκίας στο πολεμικό πεδίο άγγιζαν το 28-30%. Απέμενε η Αμμόχωστος, η οποία καταλήφθηκε την επομένη. Συνεργάτης του Σίσκο μας είπε, ότι εκείνη την ημέρα ο Αμερικανός υφυπουργός «είδε την αλλαζονεία να ξετυλίγεται μπροστά στα μάτια του».
Σύμφωνα με τα αμερικανικά έγγραφα, το βράδυ της 13ης Αυγούστου, κατά τη διάρκεια της τελικής συνεδρίασης στη Γενεύη, ο Κληρίδης έδειξε κάποια ευελιξία και προθυμία να συζητήσει περαιτέρω τις τουρκικές απαιτήσεις. Ωστόσο, οι Τούρκοι δεν ικανοποιήθηκαν και η στρατιωτική τους δράση άρχισε νωρίς το επόμενο πρωί. Αμέσως μετά την κατάρρευση των συνομιλιών και την έναρξη της δεύτερης φάσης της τουρκικής προέλασης στην Κύπρο, ο Κληρίδης επέστρεψε στο νησί. Έφθασε αεροπορικώς τα μεσάνυχτα της 14ης Αυγούστου και την επομένη συγκάλεσε μια ευρεία και αντιπροσωπευτική σύσκεψη πολιτικών κι άλλων παραγόντων. Στη σύσκεψη, στην οποία παραβρέθηκαν, πολιτικοί αρχηγοί, πρώην υπουργοί, μητροπολίτες καθαιρεμένοι και μη αλλά και ο Σαμψών και πραγματοποιήθηκε στο αμφιθέατρο του Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών, ο Κληρίδης είχε προβεί σε μια ενδελεχή ενημέρωση για τις εξελίξεις και ζήτησε να ακούσει απόψεις. Η σύναξη αυτή πραγματοποιήθηκε υπό τη σκιά των γεγονότων και το κλίμα γινόταν περισσότερο βαρύ από την παρουσία των ενόπλων της ΕΟΚΑ Β’. Στα εκτενή πρακτικά της συνάντησης αυτής (Τα πρακτικά δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό ”Ελλάς- Κύπρος – Τουρισμός”, έκδοση Δεκεμβρίου 1974), και στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ), σημειωνόταν με έμφαση ότι είχε προειδοποιηθει ο πρόεδρος της ΕΔΕΚ, Βάσος Λυσσαρίδης, να μην μεταβεί στη σύσκεψη γιατί κινδύνευε η ζωή του. Τελικά πήγε και παρά τις απειλές των ενόπλων μίλησε ζητώντας, μεταξύ άλλων και την επάνοδο του Μακαρίου. Η σύσκεψη ολοκληρώθηκε χωρίς καμία απόφαση, ο Γλαύκος Κληρίδης, όμως, έδωσε μια πλήρη εικόνα των εξελίξεων στο διπλωματικό πεδίο. Περιέγραψε τις τουρκικές απαιτήσεις στη Γενεύη και το τελεσίγραφο το οποίο του είχε τεθεί. Οι Τούρκοι, σύμφωνα με τον Κληρίδη, παρουσίασαν δύο εναλλακτικά σενάρια, τα οποία έθεταν ως επιλογές για την ελληνική πλευρά.
Πρώτον, επροτείνετο γεωγραφική διαίρεση της Κύπρου και ομοσπονδιακή λύση με την ισότιμη εκπροσώπηση Ελλήνων και Τούρκων στην ομοσπονδιακή Βουλή των δυο αυτόνομων κρατιδίων. Το σχέδιο προέβλεπε παραχώρηση εδάφους της Κύπρου εκτάσεως 34% εις τον τουρκικό στρατό, 24 ώρες μετά την αποδοχή του. Η γραμμή θα άρχιζε από το χωριό Λιμνίτης και μέσω του τουρκικού τομέα της Λευκωσίας θα κατέληγε στην τουρκική συνοικία της Αμμοχώστου.
Δεύτερον, επροτείνετο διαχωριστική γραμμή από το χωριό Πάναγρα και μέσω Μύρτου, Κοντεμένου και Γερολάκκου εις την τουρκική συνοικία Αμμοχώστου. Προβλέπετο, επίσης, η δημιουργία πέντε καντονίων στην Πάφο, Λάρνακα, Ξερό, Πόλη Χρυσοχούς και Καρπασία.
Ο Γλαύκος Κληρίδης είπε πως αποδέχθηκε τα τελεσίγραφα ζητώντας χρόνο για να συζητήσει τα σενάρια στην Κύπρο. Ο χρόνος αυτός δεν του είχε δοθεί και ο Κληρίδης πήγε πρώτα στην Ελλάδα και μετά επέστρεψε στην Κύπρο. Στην Αθήνα, όπως ο ίδιος ανέφερε στη σύσκεψη, συναντήθηκε με τον Καραμανλή, ο οποίος τον ενημέρωσε ”επί της αποφάσεως ότι δεν πρέπει να αναμένονται στρατιωτικαί ενισχύσεις εξ Ελλάδος στην Κύπρον”. Αναφερόμενος στον διεθνή παράγοντα είπε πως ο Κίσιγκερ υποστήριζε ομοσπονδιακή λύση επί γεωγραφικής βάσεως με μεγαλύτερες διασφαλίσεις προς τους Τουρκοκύπριους. Επί της ουσίας, είπε ο Κληρίδης, ο Αμερικανός υπουργός υποστήριζε τις τουρκικές θέσεις και τα σχέδια, αντιτίθεται όμως στην διά της βίας επιβολή τους.
Οι Βρετανοί, σύμφωνα και με τα όσα του ανέφερε ο Κάλαχαν παρουσία του Γεωργίου Μαύρου, ευνοούσαν ομοσπονδιακή λύση επί γεωγραφικής βάσεως αλλά πίστευαν ότι το ποσοστό εδάφους που ζητούσαν οι Τούρκοι (34%) ήταν μεγάλο και έπρεπε να μειωθεί. Η θέση για λύση ομοσπονδίας, σύμφωνα με τον Κληρίδη, υποστηρίζετο και από τα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ. Περιέγραψε επίσης την κατάσταση στο στρατιωτικό επίπεδο, σημειώνοντας ότι η Εθνική Φρουρά δεν ήταν σε θέση να σταματήσει την προέλαση του τουρκικού Αττίλα. Καταλήγοντας είπε πως ενώπιόν του εγείρονται τρία ερωτήματα:
Πρώτον: Όταν συμπληρωθεί η «Γραμμή Αττίλα» και οι Τούρκοι ζητήσουν διαπραγματεύσεις τι θα απαντούσε.
Δεύτερον: Εάν αρνηθεί τις διαπραγματεύσεις και οι Τούρκοι καταλάβουν ολόκληρο το νησί, τι θα έπρεπε να γίνει.
Τρίτον: Δεν θα ήταν προτιμότερο να διαπραγματεύετο με μικράν πιθανότητα να δεχθούν οι Τούρκοι λιγότερη έκταση εδάφους και με πιθανότητα να διασφαλισθούν οι Έλληνες που θα διαμένουν σε τουρκικές περιοχές.
Αργά το βράδι της 14ης Αυγούστου και ενώ ο Κληρίδης προσπαθούσε να επιστρέψει στο νησί, ο Αμερικανός πρέσβης δέχθηκε τηλεφώνημα από τον εκτελώντα χρέη υπουργού Εξωτερικών, Πατσαλίδη, ο οποίος ήταν τρομοκρατημένος, καθώς –όπως είπε στον Ρότζερς- κάποιος από την αμερικανική πρεσβεία διέρρεε ότι επίκειται ολοκληρωτικός αποκλεισμός της Λευκωσίας από τους Τούρκους. Ο Ντέϊβις απάντησε ότι ο ίδιος γνώριζε ότι «δεν ήταν στους στόχους της Τουρκίας ο αποκλεισμός της Λευκωσίας» και η σύγχυση οφείλεται σε ανταπόκριση δημοσιογράφου του BBC. (Department of State, Τηλεγράφημα του Ρότζερ Ντέϊβις στον Χένρι Κίσιγκερ, 15 Αυγούστου 1974) Ο πρέσβης, επικοινώνησε με τον Κίσιγκερ, ο οποίος όντως τον διαβεβαίωσε ότι «δεν υπάρχει ούτε πληροφορία, ούτε ένδειξη ότι η κατάληψη της Λευκωσίας είναι στους σχεδιασμούς της Τουρκίας». Την επομένη νωρίς το πρωί, και αφού πριν τα μεσάνυχτα είχε επιστρέψει ο Κληρίδης, ο Ρότζερς τηλεφώνησε στον Πατσαλίδη, και τον ρώτησε αν ο πρέσβης στον ΟΗΕ Ζήνων Ρωσσίδης έχει εντολή να υποστηρίξει την ιδέα των Σοβιετικών γιά αποστολή στην Κύπρο ομάδας των Ηνωμένων Εθνών. Ηταν έκπληκτος και δεν πίστευε αυτά που του έλεγα, ενημερώνει ο Ντέϊβις τον Κίσιγκερ: «Μου είπε ότι δεν δόθηκε καμία τέτοια εντολή στον Ρωσσίδη. Μου τόνισε ότι αμφιβάλλει να συνομιλεί ο Κληρίδης με τον Ρωσσίδη. Τον ενημέρωσα τί κάναμε γιά να σταματήσουμε τον Ετσεβίτ. Εκτίμησε το ρόλο μας. Αλλά, σας προειδοποιώ ότι η θέση του κ. Πατσαλίδη δεν έχει καμία σχέση με αυτό που πιστεύει ο απλός Κύπριος, ο οποίος δεν έχει καμία αμφιβολία για την αμερικανική υποστήριξη των τουρκικών στόχων». (Department of State, Τηλεγράφημα του Ρότζερ Ντέϊβις στον Χένρι Κίσιγκερ, 15 Αυγούστου 1974).
Στις 15 Αυγούστου, ο Ρότζερ Ντέϊβις τηλεφώνησε στον Κληρίδη και του ζήτησε να συναντηθούν. Είχε, του είπε, εντολή από τον Κίσιγκερ, να του μεταφέρει ένα προσωπικό μήνυμα. Ο Κληρίδης τον δέχθηκε στο γραφείο του. Ενημέρωσε τον πρέσβη για τη σύσκεψη πολιτικών κι άλλων παραγόντων του τόπου και του αποκάλυψε ότι όλοι όσοι παραβρέθηκαν, δεξιοί, αριστεροί, κεντρώοι, ανεξάρτητοι και ιερωμένοι, όλοι ανεξαιρέτως συμφώνησαν ότι «οι Ηνωμένες Πολιτείες υποστηρίζουν με όλα τα μέσα τις απαιτήσεις της Τουρκίας». (Department of State, Τηλεγράφημα του Ρότζερ Ντέϊβις στον Χένρι Κίσιγκερ, 16 Αυγούστου 1974). Βρέθηκα σε πολύ δύσκολη θέση, ομολόγησε ο Κληρίδης, ο οποίος έπιασε εξ απήνης τον Ντέϊβις, δείχνοντας του τηλεγράφημα με τη δήλωση του Ετσεβίτ, που είχε κάνει την ίδια εκείνη μέρα στην Αγκυρα, ότι «οι ΗΠΑ έχουν αποδεχθεί το γεγονός ότι το κυπριακό κράτος, που θα αποτελείται από δύο γεωγραφικά αυτόνομες κυβερνήσεις, θα είναι η πιό ικανοποιητική και διαρκής λύσης». Ο Ετσεβίτ γνώριζε τί έλεγε. Είχε μιλήσει τηλεφωνικά με τον Κίσιγκερ και το πρωί είχε δεχθεί στο πρωθυπουργικό γραφείο τον Αμερικανό πρέσβη, Ρόμπερτ Μακόμπερ. Την αλήθεια γνώριζε και ο Ντέϊβις και την ομολόγησε στον Κληρίδη.
Στο τηλεγράφημα του προς τον Κίσιγκερ, ο Αμερικανός πρέσβης ήταν αυστηρός και δεν έκρυβε την οργή του, καθώς ένοιωθε να τον αγγίζει ο κίνδυνος της οργής του όχλου, όπως μας είπε ο Τόμας Μπόγιατ. Ολοι στην Ουάσιγκτον περίμεναν ότι ο λαός θα ξεσπάσει και θα βγάλει την απελπισία του στο κτίριο της αμερικανικής πρεσβείας. Ο Ντέϊβις, που προειδοποιούσε ότι «θα μας κάψουν ζωντανούς», έγραφε στον προϊστάμενό του: (Department of State, Τηλεγράφημα του Ρότζερ Ντέϊβις στον Χένρι Κίσιγκερ, 16 Αυγούστου 1974 «Αντιλαμβάνομαι ότι δεν μπορούμε να ελέγχουμε τις δηλώσεις των τρίτων (σ.σ. Ετσεβίτ), αλλά σας καλώ όλους να είστε προσεκτικοί.ΗΗ
Τα νεύρα είναι τεντωμένα εδώ και η κατάσταση είναι πολύ άσχημη». Με δραματικό τρόπο, καθώς ήταν βέβαιος ότι κινδύνευε πιά η ζωή του, ενημερώνει τον Κίσιγκερ και για το ενδεχόμενο αυτό: «Καθώς φεύγαμε από το γραφείο του Κληρίδη, ένοπλοι υπηρέτες κάποιων οπλαρχηγών, κουνούσαν τα όπλα τους και μας φώναζαν συγχαρητήρια για την επιτυχία των αμερικανικών σχεδιασμών (congratulations on the success of American planning)”. (Department of State, Τηλεγράφημα του Ρότζερ Ντέϊβις στον Χένρι Κίσιγκερ, 16 Αυγούστου 1974
Πριν αναχωρήσει από το γραφείο του Κληρίδη, του παρέδωσε το ακόλουθο προσωπικό μήνυμα από τον Κίσιγκερ: (Department of State, Μήνυμα του Κίσιγκερ στον πρέσβη Ρότζερ Ντέϊβις για τον Γλαύκο Κληρίδη, 15 Αυγούστου 1974)
«Θέλω να γνωρίζεις ότι θαυμάζω τις ηγετικές σου ικανότητες, τις οποίες επέδειξες στη διάσκεψη της Γενεύης. Μου φαίνεται, ότι αν όλες οι πλευρές είχαν επιδείξει μεγαλύτερη ελαστικότητα, πιθανότητα θα μπορούσε να αποφευχθεί επανάληψη των συγκρούσεων. Θέλω να γνωρίζεις ότι από την πλευρά μας κάναμε ότι μπορούσαμε για να παρατείνουμε τη διαπραγματευτική διαδικασία της Γενεύης, επειδή νοιώθαμε ότι υπήρχαν προοπτικές για βαθμιαία δημιουργία παραμέτρων μιάς κοινά αποδεκτής διευθέτησης. Υπό τις συνθήκες αυτές, θεωρούμε απόλυτα απαράδεκτη την καταφυγή σε στρατιωτικές ενέργειες και είμαι σίγουρος ότι είδες την ανακοίνωσή μας, προς αυτή την κατεύθυνση. Ενθέρμως ελπίζω, ότι παρά την άδικη αυτή στρατιωτική ενέργεια, θα μελετήσετε τις πιθανότητες που υπάρχουν για επανάληψη των διαπραγματεύσεων. Από την πλευρά μας, έχουμε ετοιμαστεί για να αναλάβουμε πιο συγκεκριμένο ρόλο εάν τα ενδιαφερόμενα μέρη πιστεύουν ότι θα μπορούσαμε να είμαστε υποβοηθητικοί. Θα σας είμαι ευγνώμων αν με κάνατε κοινωνό των θέσεων ή των ιδεών σας γιά το πως μπορούμε να βοηθήσουμε τα μέρη. Κίσιγκερ». (Department of State, Μήνυμα του Κίσιγκερ στον πρέσβη Ρότζερ Ντέϊβις γιά τον Γλαύκο Κληρίδη, 15 Αυγούστου 1974)
Μόλις επέστρεψε στο γραφείο του ο Ντέϊβις, βρήκε να τον περιμένει ακόμα ένα μήνυμα του Κίσιγκερ. Αποδέκτης και αυτή τη φορά ο Κληρίδης. Ο Αμερικανός υπουργός του έγραφε τα εξής: (Department of State, Μήνυμα του Κίσιγκερ στον πρέσβη Ρότζερ Ντέϊβις γιά τον Γλαύκο Κληρίδη, 15 Αυγούστου 1974)
«Να ενημερώσεις τον Κληρίδη για τα παρακάτω: Οπως γνωρίζει, διεξάγουμε εντατικές συζητήσεις με τον Ετσεβίτ, στην προσπάθειά μας να τον πιέσουμε να σταματήσει την στρατιωτική επιχείρηση αμέσως και να αποδεχθεί το ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας. Μετά από επίμονη παρέμβαση από την πλευρά μας, έχουμε λάβει διαβεβαιώσεις από τον Ετσεβίτ, ότι οι τουρκικές στρατιωτικές επιχειρήσεις θα σταματήσουν στις 12 το μεσημέρι ώρα Ουάσιγκτον (7 μ.μ. ώρα Κύπρου) της Παρασκευής (16 Αυγούστου). Πρέπει επίσης να ενημερώσεις τον Κληρίδη, ότι ταυτόχρονα διπλασιάζουμε τις προσπάθειές μας για επανέναρξη σοβαρής διαπραγματευτικής διαδικασίας και προσβλέπουμε σε διεθέτηση που θα ικανοποιεί όλους και θα λαμβάνει υπόψιν τα συμφέροντα της Ελλάδας, της Τουρκίας, της Κύπρου και του κυπριακού λαού. Να του πεις ότι εκτιμώ αφάνταστα τη θετική και εποικοδομητική συμπεριφορά του αναφορικά με τις διαπραγματεύσεις. Κίσιγκερ». (Department of State, Μήνυμα του Κίσιγκερ στον πρέσβη Ρότζερ Ντέϊβις γιά τον Γλαύκο Κληρίδη, 15 Αυγούστου 1974)
Ενα άλλο, άκρως απόρρητο τηλεγράφημα του Ρότζερ Ντέϊβις, το Δεκαπενταύγουστο, με παραλήπτη τον Κϊσιγκερ, απαντά σε πολλές απορίες και ερωτηματικά. Ο Αμερικανός πρέσβης αποκαλύπτει ότι οι Τούρκοι ενημέρωσαν έγκαιρα τους Αμερικανούς γιά τους σχεδιασμούς τους. Αφήνει όμως να εννοηθεί ότι έγινε και μία σχετική παραπληροφόρηση γιά τους ακριβείς τουρκικούς στόχους, οι οποίοι στην πορεία της στρατιωτικής επιχείρησης άλλαξαν, καταλαμβάνοντας περισσότερα εδάφη. Ο Ντέϊβις, που είχε μελετήσει σε βάθος το πρόβλημα, έκανε ένα βήμα πιό μπροστά και από τον Κίσιγκερ, προτείνοντας άμεσα –υπό το φως των νέων δεδομένων της τουρκικής επιχείρησης- τη διχοτόμηση της Κύπρου. (Department of State, Τηλεγράφημα του Ρότζερς Ντέϊβις στον Χένρι Κίσιγκερ, 15 Αυγούστου 1974). Το τηλεγράφημα του Αμερικανού πρέσβη, είναι αποδεικτικό του τρόπου υλοποίησης των τουρκικών σχεδίων με την σφραγίδα της Ουάσιγκτον. Εγραφε ο Ντέϊβις στον Κίσιγκερ:
«1. Οι κινήσεις των τουρκικών στρατευμάτων τις τελευταίες 30 ώρες έδειξαν μία αποφασιστικότητα για να καταλάβουν δια της βίας όσα δεν μπόρεσαν να επιβάλουν στη Γενεύη. Εν τούτοις οι αρχικές στρατιωτικές κινήσεις διαφέρουν σημαντικά από τα στρατιωτικά σχέδια που είχαν γίνει αρχικά. Η επίθεση προς ανατολάς έχει προχωρήσει περισσότερο προς μία νότια κατεύθυνση απ’ ότι άφηνε να εννοηθεί η τουρκική διπλωματική νότα, υποθέτοντας ότι αυτές οι κινήσει θα είναι επιτυχείς και επειδή υπάρχουν λίγα εμπόδια, οι Τούρκοι θα ελέγξουν σημαντικά περισσότερα εδάφη σ’ αυτή την περιοχή απ’ ότι αρχικά είχαν απαιτήσει.
Ταυτόχρονα, ο τουρκικός στρατός έχει προφανώς κάνει πολύ μικρή, καθόλου προσπάθεια για να επιτύχει τις επεκτατικές της φιλοδοξίες προς δυσμάς, Μπορεί να είναι μία κίνηση τακτικής και είναι αρκετά δυνατό τα τουρκικά τεθωρακισμένα να αλλάξουν κατεύθυνση μόλις ο διάδρομος προς την Αμμόχωστο είναι ασφαλής. (Από το μεσημέρι τα τουρκικά τεθωρακισμένα κινήθηκαν εναντίον περιοχής στη δυτική άκρη της Λευκωσίας όπου ήταν αναπτυγμένες οι δυνάμεις της ΕΛΔΥΚ και απ’ όσα παρατηρήσαμε από την οροφή του κτιρίου της πρεσβείας φαίνεται ότι κινούνται για να εξασφαλίσουν το δρόμο προς τη Μόρφου στη βόρεια άκρη του αεροδρομίου Λευκωσίας. Η κίνηση αυτή συναντά τα πυρά πυροβολικού από τη περιοχή του Στροβόλου).
Με τις κινήσεις που κάνει ο τουρκικός στρατός έχει παρακάμψει σημαντικά (αδύνατο να δοθεί ακριβής αριθμός) δυνάμεις της κυπριακής Εθνικής Φρουράς -που υποτίθεται ότι υπάρχει ακόμα- και να αποκόψει μεγάλο αριθμό Ελληνοκυπρίων πολιτών πολλοί από τους οποίους είναι καλά οπλισμένοι. Εάν οι προηγούμενες ενέργειες στη Κερύνεια, στο Καραβά και τη Λάπηθο αποτελούν κάποια ένδειξη οι Τούρκοι θα αντιμετωπίσουν σθεναρή αντίσταση ανταρτών για αρκετό διάστημα.
Συμπερασματικά αυτό που οι Τούρκοι προφανώς ανέμεναν να αποτελέσει μία καθαρή χειρουργική επιχείρηση μπορεί να μετατραπεί σε μία παρατεταμένη αιματηρή υπόθεση με τη διεθνή κοινή γνώμη ευαισθητοποιημένη από τις τουρκικές ενέργειες. (Η καταδίωξη ανταρτών δεν είναι ποτέ μία καλή υπόθεση ακόμη και υπό τις καλύτερες προϋποθέσεις). Δυσοίωνες παρατεταμένες συμπλοκές ασχέτως της φύσης τους θα δώσουν σε τρίτα μέρη –ειδικά στη Σοβιετική Ενωση– την ευκαιρία να παίξουν ένα απεχθή ρόλο προσφέροντας ηθική και άλλη υποστήριξη στους Ελληνοκύπριους που θα αντισταθούν.
Το σενάριο αυτό, είναι πολύ πιθανό να πραγματοποιηθεί εάν οι Ελληνοκύπριοι πρόσφυγες (όπως μάλλον θα πράξουν) υποχωρήσουν επισήμως στη τουρκική κατοχή εδαφών, η πρεσβεία αμφιβάλλει εάν οιοσδήποτε Ελληνοκύπριος ηγέτης το αποδεχθεί και φυσικά να επιβιώσει και όχι μόνο πολιτικά. Το πιο πιθανότερο είναι η κυβέρνηση της Κύπρου να αποδεχθεί την εκεχειρία ενόψει της συντριπτικής δύναμης της αντιπάλου της, ενώ παράλληλα θα αντιστέκεται σε μία συνταγματική διευθέτηση. Η συνομιλία του πρέσβη με τον εκτελούντα χρέη υπουργού Εξωτερικών, έδωσε κάποιες ενδείξεις γιά την οπισθοχώρηση ορισμένων δυνάμεων της Εθνικής Φρουράς από περιοχές που θεωρούνται κύριοι στόχοι.
Το πρόβλημα είναι ότι η εκεχειρία είναι απίθανο να διατηρηθεί λαμβάνοντας υπόψη τις συνθήκες που περιγράψαμε στην παράγραφο 3 και του φανατισμού των περισσοτέρων Ελληνοκυπρίων εθνικιστών. Είναι επίσης πιθανό ότι οι Ελληνοκύπριοι εξτρεμιστές στο νότο θα προσπαθήσουν να πάρουν εκδίκηση με σφαγές Τούρκων αιχμαλώτων. Εάν αυτό συμβεί οι τουρκικοί στόχοι θα κλιμακωθούν και μπορεί να προσπαθήσουν να καταλάβουν ολόκληρο το νησί (ή τουλάχιστον εκείνες τις περιοχές στις οποίες κατοικεί σημαντικός αριθμός Τουρκοκυπρίων). Εναλλακτικά, μπορεί να δούμε αμοιβαίες σφαγές όπως ήδη ανέφερε το υπό στρατιωτικό έλεγχο ραδιόφωνο του Μπαϊράκ.
Επιπλέον θα ήθελα να επισημάνω ότι η κατοχή θα αυξήσει παρά θα ελαττώσει τα προβλήματα της ασφάλειας των Τούρκων (βλέπε δυσκολίες βρετανικών δυνάμεων στα τέλη της δεκαετίας του ’50, παρά το τεράστιο αριθμό στρατευμάτων). Αναμφίβολα θα μπορούσαν να απελευθερώσουν πολλούς Τουρκοκυπρίους, αλλά στην υποχώρηση, αλλά σε μία μεγαλύτερη περιοχή, θα άφηνε πίσω αναρχία, όπου οι κομουνιστές θα μπορούσαν να αποκομίσουν σημαντικά κέρδη.
Υπ’ αυτή τη θλιβερή εικόνα, ποίες είναι οι εναλλακτικές λύσεις για την αμερικανική πολιτική; Οσο και να μην θέλουμε να το προτείνουμε, πιστεύουμε ότι δεν υπάρχει άλλη λύση από κάποιου είδους διχοτόμηση (ελπίζουμε εντός ενός ανεξάρτητου κυπριακού κράτους). Ασχέτως της διεθνούς κοινής γνώμης και/ή διμερούς πίεσης υποπτευόμαστε ότι δεν υπάρχει τρόπος να εμποδίσουμε τους Τούρκους από το εκδιώξουν την πλειοψηφία των Ελληνοκυπρίων που ζουν εντός της περιοχής που ελέγχουν. Υποθέτουμε ότι θα κάνουν κάθε προσπάθεια να χαρακτηρίσουν τις εκδιώξεις ως μία συναλλαγή ανταλλάσσοντας Ελληνοκυπρίους με τους Τουρκοκύπριους που βρίσκονται σε άλλα μέρη του νησιού. Από μία γρήγορη ματιά στα στοιχεία της απογραφής του 1950, αυτό θα σημάνει τη μετατόπιση 75 χιλιάδων Ελλήνων και 54 χιλιάδων Τούρκων. Από συζητήσεις με τον Ντενκτάς, πριν από την αναχώρηση του για τη Γενεύη έδωσε μία ξεκάθαρη ένδειξη της προτιμήσεως του για τη μεγαλύτερη δυνατή μετατόπιση Τουρκοκυπρίων σε μία μεγαλύτερη και ομοιογενή περιοχή.
Μολονότι καταδικάζουμε αυτή την προσπάθεια για διχοτόμηση και φυλετικό διαχωρισμό, φαίνεται αναπόφευκτη εκτός της απίθανης περίπτωσης εξωτερικής επέμβασης. Το πρόβλημα για μας (τις ΗΠΑ) είναι πως μόλις επαναρχίσει η διπλωματική διαδικασία αυτό θα πραγματοποιηθεί χωρίς σημαντική βλάβη στις σχέσεις μας με την Ελλάδα και χωρίς να δώσουμε στους Σοβιετικούς σημαντικές ευκαιρίες που μπορούν να εκμεταλλευθούν στην Ελλάδα και την Κύπρο. Πιστεύουμε ότι θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι να ελαφρύνουμε τις επιπτώσεις αυτές μέσω ανθρωπιστικής και οικονομικής βοήθειας. Η συνέχιση των εχθροπραξιών έχει προκαλέσει σημαντική ζημία στην κυπριακή οικονομία, κάτι που θα επιταχυνθεί από τις σημαντικές μετακινήσεις πληθυσμών. Στη νήσο όπου η δύναμη των κομμουνιστών είναι ήδη εντυπωσιακή, η ανασυγκρότηση της οικονομίας θα πρέπει να είναι η πρώτη προτεραιότητα μόλις σταματήσουν οι εχθροπραξίες.
Πιστεύω επίσης ότι θα πρέπει να προσπαθήσουμε να συγκρατήσουμε την Αγκυρα από το να επιδιώξει άμεση επίσημη αποδοχή των αλλαγών του στάτους κβο. Αμφιβάλλω αν θα είναι ικανοί να το επιτύχουν και πιστεύω ότι δεν είναι προς το συμφέρον της Αγκυρας να οδηγήσει την ελληνική κοινότητα σε μία κατάσταση αναρχίας από τις επιπτώσεις συνεχιζόμενων εχθροπραξιών και αύξηση της δύναμης των κομμουνιστών κοντά στα τουρκικά παράλια.
Αναγνωρίζουμε ότι το Στέιτ Ντιπάρτμεντ και οι πρεσβείες στην Αγκυρας και την Αθήνα κάνουν ότι μπορούν για να εμποδίσουν την διεύρυνση αυτής της συμπλοκής από ένα γενικευμένο ελληνοτουρκικό πόλεμο. Η Αθήνα δεν μπορεί με κανένα τρόπο να αλλάξει την πορεία των πραγμάτων τώρα στο νησί. Αν και την κύρια ευθύνη για την τραγωδία φέρει το προηγούμενο καθεστώς, η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να αναγνωρίσει αυτό που για όλους τους Ελληνες φαίνεται ως μή αποδεκτή κατάσταση.
Τα ανωτέρω θα μπορούσαν να γίνουν πιό αποδεκτά από την Αθήνα εάν η Αγκυρα μπορεί να πειστεί να μειώσει τις εδαφικές της διεκδικήσεις σε κάτι ανάλογο με τις πραγματικές ανάγκες ασφάλειας της Τουρκίας. Ειδικότερα, πιστεύουμε ότι οι ελληνικές ανησυχίες από τον κίνδυνο μίας πλήρους διχοτόμησης (τόσο πραγματικών ανησυχιών όσο και οι φόβοι της Τουρκίας για ένωση) θα μετριαστούν κάπως εάν οι Τούρκοι θα μπορούσαν να συμφωνήσουν σε πάλι με τη δημιουργία διάφορων καντονιών αντί της πλήρους διάσπασης της νήσου. Ακόμα και σ’ αυτή την περίπτωση, βρίσκουμε δύσκολο να φανταστούμε ότι οι Ελληνες και οι Τούρκοι μπορούν να εργαστούν μαζί ακόμα αό μία ομόσπονδη διχοτομημένη χώρα, όπου γιά το άμεσο μέλλον τα πάθη από τα πρόσφατα γεγονότα θα χρειαστούν χρόνο γιά να υποχωρήσουν.
Ευχόμαστε να μπορούσαμε να είμαστε σε θέση να σας δώσουμε μιά πιό ελπιδοφόρο πρόβλεψη, αλλά η άποψη αυτής της πρεσβείας (που εμποδίζεται εν μέρει από καπνούς και πυροβολισμούς) είναι άκρως καταθλιπτική. Οι Τούρκοι φαίνονται αποφασισμένοι να προχωρήσουν και η καλύτερη μας ελπίδα για να αποτρέψουμε πιό σοβαρή επιδείνωση της κατάστασης στην ανατολική Μεσόγειο είναι να προσπαθήσουμε να τους κατευθύνουμε προς μία πορεία το λιγότερο επώδυνη. Αυτό δεν είναι αρκετά ικανοποιητικό, αλλά είναι το μόνο που μπορούμε να επιτύχουμε. Ντέϊβις».
Στις 16 Αυγούστου, ο Σίσκο συναντήθηκε με τον Δανό πρέσβη στις ΗΠΑ, Έιβιντ Μπάρτελς και τον Κρίστοφερ Μπο Μπράμσεν, πρώτο γραμματέα της δανικής πρεσβείας. Στη συνάντηση ο Αμερικανός υφυπουργός ενημέρωσε ενδελεχώς τους συνομιλητές του ενώ σε σχέση με την υποστήριξη της αυτονομίας των Τουρκοκύπριων από τις ΗΠΑ, ο Σίσκο θυμήθηκε ότι μια τέτοια αυτονομία είχε γίνει δεκτή, κατ΄ αρχήν, από όλα τα μέρη στη Γενεύη. Κάποια στοιχεία στον αμερικανικό Τύπο είχαν ερμηνεύσει τη θέση των ΗΠΑ σαν «κλίση προς την Τουρκία», κάτι «που είναι ατυχές και αναληθές», έσπευσε να πει ο Σίσκο. Διαπιστώσαμε την ανάγκη για αλλαγή και είχαμε ισχυρό λόγο να υιοθετήσουμε αυτή τη θέση. Για μερικούς ο τρόπος μας ίσως ήταν κάπως αδέξιος, είπε ο Αμερικανός υφυπουργός.
Απαντώντας στο ερώτημα του Μπάρτελ σ΄ αυτό το τελευταίο ζήτημα, ο Σίσκο ανέφερε ότι «η θέση μας είχε παρερμηνευθεί στην Ελλάδα ως μια κλίση και ίσως η εμπειρία αυτή μάς είχε κοστίσει κάτι σ΄ αυτή τη χώρα». Ο Σίσκο είπε ότι πρέπει να αναρωτηθούμε εάν μπορούσε να προκύψει άλλο αποτέλεσμα από το υπάρχον. Οι Τούρκοι, εξήγησε στο συνομιλητή του, είδαν τη χρυσή ευκαιρία να πετύχουν τους επί μακρόν επιδιωκόμενους αντικειμενικούς σκοπούς τους μιας διχοτομημένης Κύπρου. Είναι αμφίβολο το ότι μπορούσαν να αναχαιτιστούν, είπε και η διαπίστωσή του αυτή φάνηκε ως δικαιολογία στα αυτιά του Μπάρτελ. Η περικοπή της στρατιωτικής βοήθειας στην Τουρκία μπορεί να είχε το αντίθετο αποτέλεσμα της έμμεσης ενθάρρυνσης ενός ελληνο-τουρκικού πολέμου, ανέφερε επιχειρώντας να κινδυνολογήσει.
Ο Σίσκο επισήμανε ότι οι ΗΠΑ θέλουν να υποστηρίξουν τον Καραμανλή «επισταμένως». Ταυτόχρονα, συνέχισε, είναι προς όφελος της Ελλάδας να περιορίσει τον αντιαμερικανισμό εκεί. Η Ελλάδα, στο κάτω κάτω, χρειάζεται τις ΗΠΑ τουλάχιστον όσο εμείς χρειαζόμαστε την Ελλάδα, είπε και περνώντας στην Τουρκία ανέφερε για να προσθέσει πως «και ο Ετσεβίτ ίσως δεν είναι αφέντης στο σπίτι του, ανκαι η θέση του έχει αναμφίβολα ενισχυθεί εξαιτίας του πρόσφατου πολέμου». Στην Αθήνα, συνέχισε, πρέπει να δοθεί προσοχή στην επανάληψη των διαπραγματεύσεων. «Ο Καραμανλής είναι σε ευαίσθητο σημείο και πρέπει να βρίσκεται σε επιφυλακή σχετικά με απόπειρες πραξικοπήματος από αριστερά και από δεξιά για να εξαλείψουν την κεντρώα μετριοπαθή ηγεσία. Είναι μια κατάσταση που απαιτεί προσεκτική παρακολούθηση. Πιθανώς το ΝΑΤΟ μπορεί να βοηθήσει, αν και δεν έχουμε αποφασίσει το πώς ή το πότε. Η σύγκρουση μπορεί ακόμη να ξεσπάσει οποιαδήποτε στιγμή, παρά την εκεχειρία. Εν πάση περιπτώσει, η σύγκρουση περιορίστηκε στην Κύπρο, αν και θα προτιμούσαμε σταθερότητα νωρίτερα παρά αργότερα». (Department of State – Confidential – Memorandum of Conversation, August 16 1974, Subject: Cyprus Situation and Middle East Developments)
Στις 17 Αυγούστου, ο Κληρίδης βρισκόταν σε απόγνωση, καθώς οι πληροφορίες ήθελαν τους Τούρκους να προχωρούν προς τη Λάρνακα. Λίγο πριν τα μεσάνυχτα, ζήτησε να μιλήσει με τον Κίσιγκερ. Ηταν αδύνατο. Τελικά, η επικοινωνία έγινε μέσω τηλεγραφημάτων που μετέφερε ο Ντέϊβις. Ο Κίσιγκερ τον διαβεβαίωσε ότι η Λάρνακα είναι ασφαλής, οι Τούρκοι δεν θα την κτυπήσουν, τόνισε εμφαντικά. Τις πρωινές ώρες της Κυριακής (18 Αυγούστου), οι πληροφορίες μιλούσαν για κατάληψη του δρόμου που ενώνει τη Λευκωσία με τη Λεμεσό και αποκλεισμό της πρωτεύουσας. Ο Κληρίδης ξύπνησε τον Ντέϊβις. Στις 7.45 το πρωί, έφτασε η απάντηση του Κίσιγκερ. Εγραφε τα εξής: (Department of State, Τηλεγράφημα του Χένρι Κίσιγκερ στον Ρότζερ Ντέϊβις, 18 Αυγούστου 1974).
«Να πεις στον Κληρίδη ότι οι Τούρκοι κατηγορούν για τις παραβιάσεις της εκεχειρίας την Εθνική Φρουρά. Ως αποτέλεσμα των επίμονων παραστάσεων μας, μόλις λάβαμε κάθετη διαβεβαίωση από την κυβέρνηση της Τουρκίας, ότι δεν θα προχωρήσουν περαιτέρω οι στρατιωτικές τους επιχειρήσεις. Επίσης θα σεβαστούν στο ακέραιο την εκεχειρία. Ακόμα μας διαβεβαίωσαν ότι δεν προτίθενται να καταλάβουν τον αυτοκινητόδρομο Λευκωσίας-Λεμεσού, ούτε θα προχωρήσουν εναντίον της Λάρνακας. Κίσιγκερ».
Δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει στον Κληρίδη την ανάγνωση του μηνύματος του Κίσιγκερ, και η γραμματέας του, η Αντουανέτα Βαρνάβα, του έδωσε και δεύτερο μήνυμα από τον υπουργό Εξωτερικών. Ο Κίσιγκερ ήθελε να επαναλάβει στον Κληρίδη ότι του έχει απόλυτη εμπιστοσύνη και σεβασμό και ότι «θαυμάζει από μακρυά τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει την τόσο ευπαθή κατάσταση» στην Κύπρο. Του έδινε και μία υπόσχεση: «Ο στόχος μας», έγραφε ο Κίσιγκερ, «είναι να προσπαθήσουμε να βρούμε τρόπο για να φτάσουμε σε αποδεκτή διαπραγματευτική διαδικασία, η οποία θα λαμβάνει υπόψιν τις ανησυχίες των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων. Είναι δύσκολος στόχος, αλλά σας διαβεβαιώνω ότι θα επιμένουμε συνέχεια. Θέλω να γνωρίζετε ότι οι προσπάθειές σας γίνονται δεκτές με σοβαρότητα και συμπάθεια στην Ουάσιγκτον». (Department of State, Τηλεγράφημα του Χένρι Κίσιγκερ στον Ρότζερ Ντέϊβις, 18 Αυγούστου 1974.
Ο Κληρίδης ζήτησε αμέσως από τον Ντέϊβις, να του επιτρέψει να ανακοινώσει στον κυπριακό λαό ότι έλαβε διαβεβαιώσεις από τον Κίσιγκερ, τις οποίες πιστεύει πως είναι απόλυτα ειλικρινείς, ότι οι Τούρκοι δεν θα επιτεθούν εναντίον της Λάρνακας, ούτε θα αποκόψουν τη πρωτεύουσα από την υπόλοιπη Κύπρο, καταλαμβάνοντας τον δρόμο Λευκωσίας-Λεμεσού. Ο πρέσβης του είπε να περιμένει να συνεννοηθεί με τον Κίσιγκερ. Η απάντηση, που έφτασε σχετικά γρήγορα, την ίδια μέρα, ήταν αρνητική. Ο Κίσιγκερ έγραφε στον Ντέϊβις να δικαιολογήσει την άρνηση του, να μην επιτρέψει δηλαδή στον Κληρίδη να δημοσιοποιήσει τις αμερικανικές διαβεβαιώσεις. «Να του πεις τα εξής», διέταζε ο Κίσιγκερ τον Ντέϊβις: «Εάν οι Τούρκοι αποφασίσουν τελικά να κτυπήσουν, παρά τις διαβεβαιώσεις τους περί του αντιθέτου, αυτός που θα εκτεθεί θα είναι ο υπουργός Εξωτερικών. Επίσης, εάν τελικά δεν κτυπήσουν, οι Ελληνες θα ισχυριστούν ότι οι ΗΠΑ «ελέγχουν» τις τουρκικές στρατιωτικές ενέργειες». (Department of State, Τηλεγράφημα του Χένρι Κίσιγκερ στον Ρότζερ Ντέϊβις, 18 Αυγούστου 1974).
Μιά μέρα πριν δολοφονηθεί από τα φονικά πυρά αγνώστων, ο Ντέϊβις γράφει στον Κίσιγκερ γιά την ανάγκη σταθεροποίησης της κατάστασης και σεβασμού της εκεχειρίας, και του ζητά άμεση επανέναρξη μίας διαπραγματευτικής διαδικασίας, που δεν θα είναι συνέχεια της διάσκεψης της Γενεύης. Μιά καλή ιδέα, σημειώνει, είναι ένας απευθείας διάλογος μεταξύ των ηγετών των δύο κοινοτήτων.
«Ο Κληρίδης –γράφει ο Ρότζερς στον Κίσιγκερ- μου είπε ότι γνωρίζει τις προθέσεις του Καραμανλή. Αρνείται να συνομιλήσει εκτός αν οι Τούρκοι υποχωρήσουν στις θέσεις που είχαν στις 9 Αυγούστου. Ο Κληρίδης προειδοποιεί ότι αυτή η τοποθέτηση (του Καραμανλή) δεν είναι ρεαλιστική και θα δημιουργήσει προβλήματα τόσο για την Ελλάδα, όσο και για την Κύπρο. Ο Κληρίδης πιστεύει ότι δεν υπάρχει περίπτωση να επιστρέψουν οι Ελληνες στις συνομιλίες και πρέπει να αναγκαστούν (η Αθήνα και η Αγκυρα) να αποδεχθούν διαπραγματεύσεις μεταξύ αυτού και του Ντενκτάς. Ο Κληρίδης προειδοποιεί επίσης ότι εάν αυτές οι διαπραγματεύσεις παρουσιαστούν ως συνέχεια της Γενεύης ή συζητήσεις γιά το εδαφικό και το ποσοστό γης που θα πάρουν οι Τούρκοι, τότε θα φτάσει το πολιτικό του τέλος. Σκέφτηκε, λοιπόν, ότι θα ήταν πιθανό να πείσετε την Αθήνα και την Αγκυρα να συμφωνήσουν να συζητήσουν στη Λευκωσία θέματα, όπως οι πρόσφυγες και οι αιχμάλωτοι πολέμου. Αυτό θα δείξουμε προς τα έξω, αυτό θα πούμε στο λαό, αλλά θα γίνει κατανοητό και στις δύο πρωτεύουσες ότι μόλις ολοκληρώσουμε με αυτά τα δύο θέματα, τότε θα διαπραγματευθούμε το πιό ευαίσθητο πρόβλημα, πως θα ζήσουν ξανά μαζί οι δύο κοινότητες και σε ποιές περιοχές θα δημιουργηθούν τα τουρκικά καντόνια». (Department of State, Τηλεγράφημα του Ρότζερς Ντέϊβις στον Χένρι Κίσιγκερ, 18 Αυγούστου 1974)
Τις μέρες μετά τη δεύτερη φάση της εισβολής, οι Αμερικανοί διαγράφουν την τακτική τους σε επαφές, συναντήσεις, τηλεφωνικές συνομιλίες και επισκέψεις αξιωματούχων στις ενδιαφερόμενες χώρες. Στις 19 Αυγούστου, ο Κίσιγκερ λόγω των ραγδαίων εξελίξεων στο Κύπρο, ως αποτέλεσμα της τουρκικής προέλασης, πραγματοποίησε τρεις συσκέψεις για το Κυπριακό (στις 9.30 π.μ, στις 11.20 π.μ. και στις 6.45 μ.μ.). Είναι αρκούντως αποκαλυπτική η τελευταία σύσκεψη που έγινε στο γραφείο του Κίσιγκερ με τη συμμετοχή του αναπληρωτή υπουργού Ίνγκερσολ, καθώς και του Ρόμπερτ ΜακΚλόσκι, του Λ. Ντιν Μπράουν, του Λόρενς Ίνγκλμπεργκερ, και του Ουίλιαμ Ίγκλετον (που ήταν ο πρακτικογράφος).
Στην απογευματινή σύσκεψη της 19ης Αυγούστου, ο υπουργός Εξωτερικών αναφέρει στους συνεργάτες του ότι ενημέρωσε τον Πρόεδρο Φόρντ για τα επόμενα βήματα. Στρεφόμενος στον αναπληρωτή υφυπουργό Λ Ντιν Μπράουν, έναν ειδικό στα θέματα της ανακούφισης προσφύγων, ανέφερε ότι μίλησε στον πρόεδρο σχετικά με το ταξίδι του στην Κύπρο. «Θέλει να ξέρει εάν έχεις τρελαθεί. Του είπα ότι τρελάθηκες στο Κογκό» είπε ο Κίσιγκερ ο οποίος μπαίνοντας ευθέως στο ψητό είπε πως «το σημαντικό στην Κύπρο είναι η υποστήριξη του Κληρίδη, χωρίς να τα παραλέμε για το τι μπορούμε να κάνουμε γι’ αυτόν. Ο Κληρίδης θα πρέπει να ασκήσει επιρροή προς την κατεύθυνση μιας λύσης που θα συνεπαγόταν τη δημιουργία δύο ζωνών. Οι Τούρκοι θα παραχωρήσουν κάποιο έδαφος υπό την πίεση των ΗΠΑ. Ωθήστε σταδιακά τον Κληρίδη σ’ αυτή την κατεύθυνση, αλλά αφήστε τους Βρετανούς να παρακολουθούν. Οι Βρετανοί έχουν ρίξει την ιδέα μιας διζωνικής ομοσπονδίας. Θα έπρεπε να ξέρουμε μέχρι αύριο πως έγινε δεκτή η βρετανική ιδέα». (Department of State, Memorandum of Conversation, Συνάντηση του υπουργού με την Ομάδα Κύπρου, 19 Αυγούστου 1974, 6.45 μ.μ.)
Στις προτεραιότητες των Αμερικανών ήταν και μια ενδεχόμενη συνάντηση Καραμανλή -Ετζεβίτ, την οποία προωθούσαν οι Βρετανοί με τους ΄Ελληνες να βλέπουν με καλό μάτι την πρωτοβουλία αυτή. Οι Αμερικανοί θεωρούσαν απίθανον μια συνάντηση των δυο Πρωθυπουργών ενώ σύμφωνα με τον Κίσιγκερ (που απευθύνθηκε στον Χάρτμαν) θα ήταν καλύτερο οι Ευρωπαίοι «να καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι η διζωνική ομοσπονδία είναι η μόνη λύση. Είναι πρώιμο για εμάς να μπούμε σ’ αυτή τη δύσκολη θέση». Μετά που θα παρουσιάσουν την πολιτική τους οι Βρετανοί, είπε ο Αμερικανός υπουργός, θα βοηθήσουμε και εμείς. Ο Αμερικανός υπουργός, ο οποίος στράφηκε και πάλιν προς την πλευρά του Μπράουν του υπέδειξε ότι θα «πρέπει να εμποδίσετε τον Κληρίδη να πανικοβληθεί». «Διζωνική ομοσπονδία» είναι ένας όρος που ήρθε στο προσκήνιο από τους Βρετανούς, είπε και σχολίασε το γεγονός ότι ο Κάλαχαν αποφάσισε πως πέντε καντόνια ήταν πάρα πολλά. (Department of State, Memorandum of Conversation, Συνάντηση του υπουργού με την Ομάδα Κύπρου, 19 Αυγούστου 1974, 6.45 μ.μ.)
Στη σύσκεψη που προηγήθηκε στις 12.30 μ.μ., ο Κίσιγκερ ανησυχούσε για τις ερωτήσεις που θα δεχόταν από τους δημοσιογράφους. Ρωτούσε αγωνιωδώς προς τους συνεργάτες του για τις πιθανές ερωτήσεις. Ο Ινγκμπεργκ του υπέδειξε ως πιθανή ερώτηση την περικοπή της στρατιωτικής βοήθειας ενώ ο Μπάφαμ του είπε πως ίσως ερωτηθεί για τη μείωση των τουρκικών στρατευμάτων. Θα πω, είπε ο Κίσιγκερ κάνοντας σχεδιασμούς και συλλογισμούς φωνακτά, ότι «δεν θα προδικάσουμε την υπόθεση. Δεν θα κλίνουμε προς τους Έλληνες κάτω από πίεση. Θα εισπράξω την αγανάκτηση όπως έκανα με την Ινδία και το Πακιστάν. Οι σχέσεις μας με την Ινδία είναι τώρα καλύτερες από ποτέ». (Department of State, Memorandum of Conversation, Συνάντηση του υπουργού με την Ομάδα Κύπρου, 19 Αυγούστου 1974,12.30 μ.μ.)
Στις 19 Αυγούστου υπήρξε και μια άλλη σημαντική εξέλιξη. Στη Λευκωσία δολοφονήθηκε ο Αμερικανός πρέσβης Ρότζερ Ντέιβις. Οπλοφόροι εκμεταλλευόμενοι μαχητική διαδήλωση έξω από την πρεσβεία, οχυρώθηκαν πίσω από τους διαδηλωτές και άρχισαν να βάλλουν κατά του κτιρίου. Από τα πυρά κτυπήθηκε θανάσιμα ο πρέσβης και η ιδιαίτερα του η Αντουανέττα Βαρνάβα. Οι εικόνες έξω από την πρεσβεία ήταν πολεμικές ενώ η ατμόσφαιρα είχε γεμίσει με δακρυγόνα. Ο Κληρίδης έσπευσε στην πρεσβεία μαζί με τον Σπύρο Παπαγεωργίου και τον Ανδρέα Ματσουκάρη. Μετα δυσκολίας μπήκε στην πρεσβεία. Αρχικά, οι πεζοναύτες που πυροβολούσαν στον αέρα για εκφοβισμό δεν του επέτρεπαν να εισέλθει. Οταν τελικά εισήλθε στο κτίριο βρήκε νεκρό στο πάτωμα τον Ντέιβις.
Επιστρέφοντας στο γραφείο του επικοινώνησε τηλεφωνικά με τον Κίσιγκερ, ο οποίος ήδη γνώριζε για το συμβάν. Σύμφωνα με τον Σπύρο Παπαγεωργίου, ο οποίος είχε διορισθεί από τον Σαμψών και διατηρήθηκε στη θέση του από τον Κληρίδη, ο Αμερικανός υπουργός είχε προειδοποιήσει τον Κύπριο ηγέτη, λέγοντας τα εξής: «Από την πρώτη στιγμή που αναλάβετε την εξουσία, σας δώσαμε την πλήρη υποστήριξή μας. Αλλά έχω να σας πω με κάθε κατηγορηματικότητα, ότι εάν συνεχισθεί το σημερινό αντιαμερικανικό κλίμα, δεν θα συνεχίσουμε τη φιλική μας πολιτική. Και ακόμη ίσως να μην μπορέσουμε να ασκούμε διαρκώς κατασταλτικόν ρόλο στις επιθετικές διαθέσεις των Τούρκων». (Ιστορική Εγκυκλοπαίδεια της Κύπρου). Πριν από τη συνομιλία, ο Κληρίδης σε ανακοίνωσή του, που μεταδόθηκε από το κρατικό ραδιόφωνο της Λευκωσίας έλεγε τα εξής: ”Βδελυρόν έγκλημα διεπράχθη προ ολίγου εις Λευκωσία. Με ψυχικόν κλονισμόν ανακοινώνω ότι υπό διαδηλωτών επυροβολήθη και εφονεύθη κατά τη διάρκεια διαδηλώσεως, έξωθι της αμερικανικής πρεσβείας, την οποία διαδήλωσιν η Αστυνομία δεν ηδυνήθη να διαλύση, ο εν Λευκωσία πρέσβης των ΗΠΑ Ρότζερ Ντέιβις. Το έγκλημα τούτο αποκορυφώνει την κυπριακή τραγωδίαν και στρέφεται κατά της Κύπρου. Το καταδικάζω με αποτροπιασμόν. Εκφράζω τη βαθύτατη θλίψη και συμπάθεια μου”.
Το απομαγνητοφωνημένο κείμενο της τηλεφωνικής συνομιλίας του Κίσιγκερ με τον Κληρίδη, εκείνη την αιματηρή ημέρα, παραμένει απόρρητο. Το μοναδικό γραπτό κείμενο, με το περιεχόμενο της συζήτησης, που βρέθηκε στα αρχεία του Λευκού Οίκου, είναι λογοκριμένο και απουσιάζουν από αυτό σημαντικά στοιχεία της κουβέντας των δύο ανδρών. (State Department, Telcon President Clerides/Kissinger, 19 Αυγούστου 1974, ώρα 8:21 π.μ. (ώρα Ουάσιγκτον) Μεταξύ του Κίσιγκερ και του Κληρίδης διαμείφθησαν τα εξής:
Κίσιγκερ: Γειά
Κληρίδης: Γειά σας Εξοχώτατε, μιλά ο Κληρίδης.
Κίσιγκερ: Τί κάνεις;
Κληρίδης: Νοιώθω τρομακτικά άσχημα, Εξοχώτατε, επειδή η πρώτη μας τηλεφωνική επικοινωνία γίνεται κάτω από τέτοιες συνθήκες. Εγινε επίθεση εναντίον της πρεσβείας των Ηνωμένων Πολιτειών..
Κίσιγκερ: Το γνωρίζω.
Κληρίδης: Και ο Ρότζερ Ντέϊβις έχασε τη ζωή του.
Κίσιγκερ: Το ξέρω.
Κληρίδης: Δεν μπορώ να κάνω τίποτα άλλο, παρά να να εκφράσω την πικρή μου θλίψη γιά την απώλειά του, και ήδη εξέδωσα δημόσια ανακοίνωση, που το περιεχόμενό της αναφέρει κάτι τέτοιο. Ο Ρότζερ Ντέϊβις έλαβε όλα τα απαραίτητα μέτρα για να προστατεύσει την πρεσβεία των Ην. Πολιτειών στην Κύπρο και τους Αμερικανούς πολίτες που ζούσαν στη Δημοκρατία. Πενθώ, όχι μόνο επειδή οι Ην. Πολιτείες έχασαν τον πρέσβη τους, αλλά επειδή έχασα κι εγώ ένα πολύτιμο φίλο.
Κίσιγκερ: Λοιπόν. Κύριε Πρόεδρε, αντιλαμβανόμαστε ότι επρόκειτο για κάτι που δεν ήταν υπό τον έλεγχό σας. Και ορθώς είπατε ότι ο Ρότζερ Ντέϊβις ήταν ένας φίλος. ΄Θεωρούμε ότι είστε ένας φίλος των Ην. Πολιτειών, οι οποίες διάκεινται φιλικά σε ότι προσπαθείτε να επιτύχετε.
Κληρίδης: Εσπευσα μόλις έφτασαν τα νέα σε μένα. Μπήκα στην πρεσβεία κάτω από καταιγισμό πυροβολισμών και μετέφερα έξω… (κόβεται).
Κίσιγκερ: Καλά, καταλαβαίνω κύριε Πρόεδρε. (σ.σ.: Το υπόλοιπο κείμενο της κουβέντας του Κίσιγκερ, είναι λογοκριμένο).
Κληρίδης: (λογοκριμένο)… Είναι αυτό… (κόβεται).
Κίσιγκερ: (λογοκριμένο)
Κληρίδης: Θα κάνω ότι μπορώ και θα πιέσω το λαό και θα πω ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος να δείχνουμε οποιαδήποτε εχθρότητα έναντι των Ην. Πολιτειών. Σήμερα κάλεσα συνέντευξη Τύπου για όλα όσα έγιναν και δήλωσα ότι οι Ην. Πολιτείες άσκησαν όλη τους την επιρροή και πίεσαν στην προσπάθειά τους να αποτρέψουν την επίθεση του τουρκικού στρατού.
Κίσιγκερ: Ακριβώς
Κληρίδης: Και θα συνεχίσω να κάνω ότι περνά από το χέρι μου για να αποτρέψω οποιαδήποτε αντιαμερικανικά αισθήματα και οποιαδήποτε αντιαμερικανική διαδήλωση οπουδήποτε στην Κύπρο.
Κίσιγκερ: Είχαμε ετοιμαστεί, όπως ίσως σου είπε ο κ. Ντέϊβις χθες, να χρησιμοποιήσουμε όλη μας την επιρροή για να παράγουμε το καλύτερο θετικό αποτέλεσμα. (λογοκριμένο).
Κληρίδης: Εκτιμώ τη θέση που μόλις μου εξηγήσατε. Ο Ρότζερ μου μίλησε χθες το βράδυ για τα σημεία στα οποία μόλις αναφερθήκατε και σήμερα ήμουν έτοιμος να τα επεξεργαστώ. Δυστυχώς γι’αυτόν, είναι πολύ αργά.
Κίσιγκερ: Καλά κύριε Πρόεδρε. Κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει εσάς γι’αυτή τη φοβερή τραγωδία. (λογοκριμένο).
Κληρίδης: Σας ευχαριστώ
Κίσιγκερ: (λογοκριμένο)
Κληρίδης: Ναι, καταλαβαίνω. (λογοκριμένο)
Κίσιγκερ: Ακριβώς. Και εμείς κύριε Πρόεδρε θα πράξουμε το ίδιο, και πιθανότατα θα στείλω αντικαταστάτη σε μία-δύο μέρες, ώστε να έχουμε ένα ανώτερο διπλωμάτη στη θέση αυτή.
Κληρίδης: Θα σας είμαι ευνγώμων εάν συμβεί αυτό. Πρώτα απ’ όλα θα μας βοηθήσει όλους να υπάρχει ένας ανώτερος διπλωμάτης εδώ, και επίσης επειδή εάν… (κόβεται και στη συνέχεια λογοκριμένο).
Είναι αποκαλυπική, πάντως, των προθέσεων του Κίσιγκερ, η συζήτηση που είχε με τους επιτελείς της «Ομάδας Κύπρου», το πρωί της 19ης Αυγούστου. Εκτός του υπουργού, συμμετείχαν ο Ίνγκερσολ, ο ΜακΚλόσκι, ο Μπάφαμ, ο Μπράουν, ο Ίνγκλμπεργκερ και ο Ίγκλετον. (Department of State, Memorandum of Conversation, Συνάντηση του υπουργού με την Ομάδα Κύπρου, 19 Αυγούστου 1974, 9.30 π.μ.)
Κίσιγκερ: Η δήλωση του Σλέσιντζερ (σ.σ.: υπουργός Αμυνας) δεν ήταν σαφής. Δεν θα το ξανακάνει. Μίλησα στον πρόεδρο και η πολιτική του είναι να μην περικοπεί η βοήθεια προς την Τουρκία. Αυτό θα οδηγούσε τους Τούρκους σε ένα καθεστώς τύπου Καντάφι ή θα τους έριχνε πιθανώς στα χέρια της ΕΣΣΔ. Έχω μιλήσει με τον πρόεδρο για τη δήλωση του Σλέσιντζερ.
Θα δώσω μια συνέντευξη Τύπου. Θέλω να συζητήσω τι θα μπορούσαμε να είχαμε κάνει:
(1). Να βγούμε δημόσια -δεν θα ήταν συνετό και δεν θα επιδρούσε αποφασιστικά στην κατάσταση. Επίσης αυτή τη στιγμή θέλουμε να διατηρήσουν τα μέρη την ευελιξία τους.
(2). Περικοπή βοήθειας σε ένα στρατηγικό σύμμαχο -θα ήταν η έσχατη καταφυγή και θα είχε δραστικές συνέπειες στα στρατηγικά μας συμφέροντα.
(3). Χρήση βίας -ήταν και είναι εκτός θέματος.
(4). Ήταν η βλακεία της ελληνικής χούντας που άλλαξε την ισορροπία ισχύος στο νησί. Δεν θα ήμουν τόσο αμυντικός. Οι Βρετανοί έχουν, επίσης, ευθύνη.
Έχω μιλήσει στον πρόεδρο και πιστεύει ότι θα έπρεπε να κάνει μια δήλωση προς τον Τύπο, κατά τη διάρκεια της μεσημεριανής ενημέρωσης. Θα ξεκινήσω μιλώντας για τον Ρότζερ Ντέιβις και διαβάζοντας δύο τηλεγραφήματα που του έστειλα και επαινούσα τις επιδόσεις του. Μετά θα κάνω μια δήλωση, που θα ξεκαθαρίζει εκ μέρους του προέδρου, τη θέση μας όσον αφορά την Κύπρο σχετικά με το γεγονός ότι:
(1). Είμαστε ενάντιοι σε περαιτέρω στρατιωτικές κινήσεις.
(2). Υποστηρίζουμε τις προσπάθειες για διαπραγματεύσεις.
(3). Πιστεύουμε ότι η Τουρκία, που είναι η ισχυρότερη δύναμη στο νησί, πρέπει να δείξει ευελιξία και ενδιαφέρον για τις ελληνικές ευαισθησίες. Είχαμε επαφή με τον Ετσεβίτ και περιμένω την απάντησή του σχετικά με το τι μπορώ να αναφέρω για τη θέση του.
(4). Δεν θα πιεστούμε από την εκμετάλλευση του αντι-αμερικανισμού στην περιοχή.
(5). Θεωρούμε δεδομένο ότι όλοι οι σύμμαχοί μας στο ΝΑΤΟ συμπαρατάσσονται μαζί μας για την συλλογική υπεράσπιση των συμφερόντων τους και όχι απλά του δικού μας συμφέροντος.
Εάν η πίεση συνεχιστεί, θα αποσυρθούμε από τις διαπραγματεύσεις. Ο Κληρίδης μου τηλεφώνησε σήμερα το πρωί σχετικά με τον Ρότζερ Ντέιβις και τον προειδοποίησα γι’ αυτό και συγκλονίστηκε. Θα χρειαστώ ένα προσχέδιο δήλωσης. Θυμηθείτε ότι μιλώ εκ μέρους του προέδρου.
Προσφερθήκαμε να βοηθήσουμε στη διαμεσολάβηση. Οι Βρετανοί να πάνε στην Αθήνα. Θα είναι ένα δύσκολο καθήκον. Θα μας χρειαστούν να πάμε στους Τούρκους και να κερδίσουμε έδαφος. Θα επιμείνω να είμαστε συνεργάτες σ’ αυτές τις διαπραγματεύσεις. Τι πιστεύετε;
Χάρτμαν: Δεν μπορούμε να εισέλθουμε στο επίσημο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων, διότι αυτός είναι ο ρόλος των Βρετανών, αλλά μπορούμε να υποστηρίξουμε τον Κάλαχαν.
Κίσιγκερ: Εάν ήμαστε στη Γενεύη μέσα στις διαπραγματεύσεις, θα μπορούσε να ριχτεί όλο μας το βάρος. Θα έπρεπε να στείλουμε ένα ανώτατο στέλεχος στην Κύπρο; Είπα στον Κληρίδη ότι θα το κάναμε.
Μπράουν: Θα είμαι έτοιμος για να πάω. Ίσως θα έπρεπε να πείσουμε κάποιους άλλους για να βοηθήσουν αυτή τη στιγμή.
Κίσιγκερ: Ο Ρότζερ Ντέιβις έκανε μια υπέροχη δουλειά. Έχουμε ακούσει τίποτε από τον Καραμανλή;
Ιγκλμπέργκερ: Ο Τάσκα δεν ήθελε να μιλήσει στον Μαύρο ή στον Αβέρωφ.
Χάρτμαν: Νομίζω ότι θα έπρεπε να πάει στον Αβέρωφ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο φάκελος της δολοφονίας του Ρότζερ Ντέϊβις, παραμένει ερμητικά κλειστός. Μετά την επιστροφή του στην Κύπρο, οι Αμερικανοί ταλαιπώρησαν πάρα πολλές φορές τον Μακάριο, απαιτώντας εκβιαστικά να συλλάβει τους δράστες και να τους καταδικάσει. Δυστυχώς, ο Αρχιεπίσκοπος ενέδωσε. Ενας από τους καταδικασθέντες, ο Γιαννάκης Κτηματίας, φώναζε με όλη τη δύναμη της ψυχής του, μέχρι το τέλος της ζωής του, ότι ήταν αθώος. (Συνέντευξη του Γιαννάκη Κτηματία στους συγγραφείς – Επιστολή του Γιαννάκη Κτηματία στους συγγραφείς). Με θυσίασαν γιά να ικανοποιήσουν τους Αμερικανούς, μας είχε δηλώσει… Σε μία εκ βαθέων εξομολόγηση στο σπίτι του στη Λακατάμια, ο Κτηματίας ισχυρίστηκε ότι οι αστυνομικοί ανακριτές του ζήτησαν να δηλώσει την …ενοχή του για να σωθεί η Κύπρος. Και όταν αρνήθηκε, και τον φυλάκισαν, και τον κατέστρεψαν οικονομικά.
Στο μεταξύ, ο Κίσιγκερ είχε αρχίσει να νοιώθει τη πίεση των Ελληνοαμερικανών βουλευτών και προσπαθούσε να τους ενημερώνει, όχι γιά τα πάντα, για να τους χρησιμοποιήσει ως άλλοθι στη συνέχεια. Τους ομογενείς βουλευτές ανέλαβε ο Τζόζεφ Σίσκο. Ο υφυπουργός Εξωτερικών είχε μία θυελλώση συζήτηση με ομάδα αντιπροσώπων του αμερικανικού λαού, επικεφαλής των οποίων ήταν ο Τζον Μπραδήμας και ο Πολ Σαρμπάνης, στη διάρκεια της οποίας ενημέρωσε τους βουλευτές για την κατάσταση στο νησί. Εξήγησε την τουρκική πρόταση αναφορικά με την εγκαθίδρυση μιας αυτόνομης ζώνης στο βορρά. Ο Κληρίδης, είπε ο Σίσκο, είχε δείξει προθυμία να μελετήσει μια λύση σύμφωνα με τις ομοσπονδιακές κατευθύνσεις, αλλά οι Ελληνοκύπριοι δεν μπορούσαν να συμφωνήσουν με τη διχοτόμηση. (Department of State, Μνημόνιο συνομιλίας του Τζόζεφ Σίσκο με ομάδα βουλευτών)
Σύμφωνα πάντα με τον υφυπουργό Εξωτερικών, οι ΗΠΑ προσπάθησαν τις τελευταίες τέσσερις ημέρες μαζί με τους Τούρκους να θέσουν σε τροχιά τις διαπραγματεύσεις. Είχαμε πει στους Τούρκους ότι δεν είχαν εξαντληθεί οι πηγές της διπλωματίας και ότι αυτές οι προτάσεις δεν θα έπρεπε να προωθηθούν με συγκεκριμένες προθεσμίες. Επίσης είπαμε στην τουρκική κυβέρνηση ότι εάν παρενέβαινε, δεν θα μπορούσε να αναμένει υποστήριξη από τις ΗΠΑ στο Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Την τελευταία ώρα αισθανθήκαμε ότι κάτι θα μπορούσε να γίνει και προτείναμε μια προθεσμία 48 ωρών, αλλά απορρίφθηκε από τους Τούρκους. Ο Σίσκο, στη συνέχεια, εξήγησε στα μέλη του Κογκρέσου πως προχωρούμε από αυτό το σημείο και έπειτα και τους πληροφόρησε ότι ετοιμάζουμε μηνύματα προς διάφορες πρωτεύουσες. Το μήνυμα προς την Αγκυρα θα ζητούσε συμμόρφωση με την κατάπαυση του πυρός και θα έλεγε εάν μπορούσαμε να την κινήσουμε προς ένα πλαίσιο διαπραγμάτευσης.
Ο Μπραδήμας ευχαρίστησε τον Σίσκο γι’ αυτή την ανασκόπηση και μετά δήλωσε πως ήθελε να κάνει μερικές γενικές παρατηρήσεις. Είπε πως το γραφείο του δεν έκανε ανακοινώσεις προς τον Τύπο, παρόλο που δεχόταν ισχυρές πιέσεις να το κάνει. Του φαινόταν πως η αμερικανική πολιτική εφαρμόζεται βασιζόμενη εξ ολοκλήρου σε στρατιωτικούς υπολογισμούς. Ήταν έκπληκτος που ο υπουργός Εξωτερικών δεν μπορούσε να αντιληφθεί κάτι σαφές, ότι δηλαδή υπήρχε ενδεχόμενο δολοφονίας του Μακαρίου. Ήταν ενοχλημένος που οι ΗΠΑ δεν επέκριναν δημοσίως την Τουρκία που είχε 40.000 στρατιώτες στη νήσο και που δεν γινόταν κριτική στην Τουρκία ανάλογη με τις δηλώσεις του Κάλαχαν. Ήταν αδιανόητο γι’ αυτόν το πώς η Τουρκία δεν ήταν πρόθυμη να επεκτείνει την ανακωχή για ελάχιστες ώρες. Επίσης, ένιωθε ενοχλημένος που δεν υπήρξαν αμερικανικές διαμαρτυρίες για τους τουρκικούς βομβαρδισμούς και δεν υπήρξε ρητή αναφορά ότι εκείνοι που βομβαρδίζουν είναι οι Τούρκοι και όχι οι Έλληνες. Αισθάνθηκε φρίκη με τις αναφορές που είχε λάβει ότι ο Κίσιγκερ έστειλε μήνυμα στον Καραμανλή, με το οποίο του ζητούσε να επιδείξει ευελιξία χωρίς να πει δημόσια ούτε μια λέξη διαμαρτυρίας προς την τουρκική κυβέρνηση.
Ο Μπραδήμας είπε ότι σύμφωνα με δικές του πηγές πληροφοριών οι Έλληνες είναι ευχαριστημένοι με το διορισμό του Τζακ Κιούμπις. Σύμφωνα με μια πηγή που φέρεται ότι ήταν στο γραφείο του Καραμανλή όταν έφτασε το μήνυμα του Κίσιγκερ, ο Ελληνας πρωθυπουργός «έγινε έξω φρενών» και ήταν τόσο αναστατωμένος που η πρώτη του παρόρμηση ήταν να τηλεφωνήσει στη σοβιετική πρεσβεία. Εκείνο που είναι εξαιρετικά προβληματικό, είπε ο Μπραδήμας, είναι ότι δεν υπήρχε ούτε μία λέξη για τη συγκέντρωση στρατευμάτων και τις στρατιωτικές επιθέσεις της τουρκικής κυβέρνησης στην Κύπρο. Ρώτησε πού θα οδηγούμαστε τώρα σχετικά με την αμερικανική βοήθεια στην Τουρκία και με το ότι οι Έλληνες αποχωρούν από το ΝΑΤΟ και ήθελε να μάθει εάν οι ΗΠΑ θα συνέχιζαν μια πολιτική παθητικής συγκατάθεσης.
Στο απόρρητο έγγραφο του Στέϊτ Ντιπάρτμεντ αναφέρεται ότι ο βουλευτής Πολ Σαρμπάνης «μας επέκρινε που επιτρέψαμε στην Τουρκία να τοποθετήσει 40.000 στρατιώτες και 100 τεθωρακισμένα στην Κύπρο». Στο σημείο αυτό ο Σίσκο ρώτησε τον βουλευτή εάν υπονοούσε ότι θα έπρεπε να λάβουμε πιο βίαια μέτρα στρατιωτικής φύσεως για να αποτρέψουμε την Τουρκία. Ο Σαρμπάνης είπε πως γνωρίζαμε ότι κάτι προετοιμαζόταν από τότε ακόμη που ο Μακάριος έστειλε την επιστολή στον Έλληνα πρόεδρο και ότι υπήρχε απειλή εναντίον του καθεστώτος του. Ο βουλευτής αναρωτήθηκε εάν έπρεπε να είχαμε στείλει τον 6ο στόλο στην περιοχή, εκείνη ακριβώς τη στιγμή. Δήλωσε ότι η επιστροφή του Καραμανλή ήταν η μόνη ευκαιρία αποκατάστασης ενός σταθερού, δημοκρατικού καθεστώτος στην Ελλάδα. Κατέληξε ότι η ιδέα πως οι ΗΠΑ διατηρούν μια θέση αμεροληψίας σ’ αυτή την κρίση, στην πραγματικότητα σημαίνει ότι ευνοούμε την Τουρκία, δεδομένης της ισορροπίας δυνάμεων μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας.
Ο Σίσκο είπε ότι «είχαμε μιλήσει ξεκάθαρα στο στρατηγό Ιωαννίδη πριν κάνει το πραξικόπημα εναντίον του Μακαρίου». Ο Σίσκο είπε ότι δεν θεωρούσαν ότι ο Μακάριος είναι αποσταθεροποιητικός παράγοντας και, όπως γνώριζαν τα μέλη του Κογκρέσου, ο υπουργός είχε συναντήσει τον Μακάριο στην Ουάσιγκτον. Επίσης, ανέφερε, ότι δεν ήθελαν να κάνουν ο,τιδήποτε που θα βλάψει τη θέση του Κληρίδη και ότι αυτό το είχαν πει στους Τούρκους. Το μήνυμά μας προς τον Καραμανλή ήταν ένα μήνυμα επαναδιαβεβαίωσης. Προσπαθούμε να επηρεάσουμε τους Τούρκους συνεχώς αλλά αθόρυβα, είπε ο Αμερικανός υφυπουργος.
Ο Μπραδήμας ρώτησε εάν υπήρχε η δυνατότητα να φύγει αμέσως για την Αθήνα ο (νέος πρέσβης) Τζακ Κιούμπις. «Εάν αυτό μπορούσε να συνδυαστεί με μια δημόσια ανακοίνωση ότι οι ΗΠΑ δεν κλίνουν υπέρ της Τουρκίας θα έδινε θάρρος στους Έλληνες» είπε ο βουλευτής, ο οποίος επιχειρούσε να αποσπάσει από την Κυβέρνηση μια δήλωση που θα κρατούσε απόστάσεις από τους Τούρκους. Ο Σίσκο είπε ότι η διαδικασία έγκρισης του Κιούμπις θα διαρκούσε δύο εβδομάδες και ανέφερε ότι «είχαμε στείλει τον Μόντι Στερνς στην Αθήνα ως DCM» (επιτετραμένο). Παραδέχθηκε ότι οι δημόσιες δηλώσεις του Ηνωμένου Βασιλείου ήταν οξύτερες από τις αμερικανικές. Εντούτοις συνέχισε « είμαστε σε επαφή με όλα τα μέρη και η βασική μας τακτική είναι πώς να ασκήσουμε με τον καλύτερο τρόπο την επιρροή μας ώστε να ξεκινήσει η διαπραγματευτική διαδικασία». Έχουμε, πρόσθεσε, ακριβή γνώση της εσωτερικής κατάστασης στην Ελλάδα, την Κύπρο και την Τουρκία. Θεωρούμαστε, εξήγησε στους συνομιλητές του, σαν η μοναδική δύναμη που μπορεί να παίξει εποικοδομητικό ρόλο ανάμεσα σε όλα τα μέρη και ότι θα αναμειχθούμε πιο άμεσα. Ο Μπραδήμας δήλωσε ότι πλέον των δημοσίων δηλώσεων είναι αναγκαία και κάποια δράση όσον αφορά την πλευρά της στρατιωτικής βοήθειας. Είπε πως «ουδείς μας πιστεύει όταν λέμε ότι δεν κλίνουμε υπέρ της Τουρκίας». (Department of State, Μνημόνιο συνομιλίας του Τζόζεφ Σίσκο με ομάδα βουλευτών)
Μετά τη δολοφονία του Ντέϊβις, ο υπουργός Εξωτερικών άδραξε την ευκαιρία και άνοιξε τον κύκλο μιάς άνευ προηγουμένου επίθεσης εναντίον της τραυματισμένης Κύπρου. Οσο και αν δυσκολεύεται να το πιστέψει κανείς, ο Κίσιγκερ εκμεταλλεύθηκε μιά απόλυτα σωστή δήλωση του Κληρίδη, που την διαστρέβλωσε ο αμερικανικός σταθμός συλλογής ραδιοφωνικών κυμμάτων (FBIS τηλεγράφημα 46). Ο Κληρίδης είχε δηλώσει στο Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων, πολύ πριν από τη δεύτερη τουρκική επίθεση, ότι «δεν έχουν δει ακόμη τα μάτια μας τα χειρότερα αυτής της τραγωδίας», και πρόσθεσε: «Αυτή τη στιγμή, το πιό ισχυρό συναίσθημά μου, είναι η σιχαμάρα. Συγχαίνομαι αυτές τις χώρες που μπορούσαν να αποτρέψουν την τουρκική εισβολή, και ικανοποιούνται τώρα με τον να ψηφίζουν αποφάσεις στα Ηνωμένα Εθνη». Η ειρωνεία της υπόθεσης, τόνισε ο Κληρίδης, είναι ότι τα όπλα που χρησιμοποιήθηκαν από τους Τούρκους, δόθηκαν από το ΝΑΤΟ για τη προστασία του Δυτικού Κόσμου. Απλές κουβέντες του Κληρίδη, που βαλλόταν από παντού, και ταυτόχρονα μεγάλες αλήθειες.
Ο Κίσιγκερ έγινε έξω φρενών. Ηταν από τις λίγες φορές που υπαγόρευσε ο ίδιος ολόκληρο το σημείωμα προς τον Κληρίδη. Εγραψε τα εξής στον Αμερικανό επιτετραμένο Μπράουν με την εντολή να τα μεταφέρει στον Κύπριο ηγέτη: (Department of State, Τηλεγράφημα του Χένρι Κίσιγκερ στον Γλαύκο Κληρίδη μέσω του Αμερικανού επιτετραμένου Μπράουν, 22 Αυγούστου 1974)
«Εάν είπε και τα ελάχιστα από αυτά που αναφέρονται στο τηλεγράφημα (του Γαλλικού Πρακτορείου), τότε η δήλωση του είναι ατυχέστατη, παρά το γεγονός ότι εκτιμώ πως μπορεί να έγινε υπό το βάρος συναισθηματικής φόρτισης. Να επιβεβαιώσεις εάν η δήλωση έγινε. Και αν έγινε, να πεις του Κληρίδη και να είσαι απόλυτος, ότι πρέπει να καταλάβει πως οι Ην. Πολιτείες αν και δεν είναι υποχρεωμένες, χρησιμοποιούν όλα τα μέσα για να επιτύχουν την έναρξη συνομιλιών και την επίλυση του προβλήματος. Εάν συνεχιστούν οι επιθέσεις εναντίον μας, να είναι βέβαιος ότι οι προσπάθειες μας θα σταματήσουν. Θέλω να καταλάβουν όλοι οι ενδιαφερόμενοι, ότι οι ΗΠΑ δεν θα ανεχθούν απ’ εδώ και πέρα αντιαμερικανικές δηλώσεις. Αντιλαμβάνομαι ότι ο Κληρίδης συμφώνησε να συναντηθεί με τον Ντενκτάς και να αρχίσουν συνομιλίες γιά ανθρωπιστικά θέματα, με στόχο πολιτικές συνομιλίες στο μέλλον. Θέλω να γνωρίζει ότι θα χρησιμοποιήσουμε όλη μας την επιρροή για να επιτύχουν αυτές οι συνομιλίες. Αλλά, εάν τα κίνητρα και οι ενέργειες μας αντιμετωπίζονται με πολεμική ρητορική, δεν πρέπει να περιμένει ο Κληρίδης και τα υπόλοιπα μέρη ότι θα παίξουμε οποιοδήποτε ρόλο. Κίσιγκερ».
Ο Μπράουν συναντήθηκε νωρίς το πρωί της 23ης Αυγούστου με τον Κληρίδη, πριν αυτός αναχωρήσει για την Αθήνα. Του έδειξε το τηλεγράφημα του Γαλλικού Πρακτορείου. Ο Κληρίδης ρώτησε πότε μεταδόθηκε η δήλωσή του. Στις 22 Αυγούστου, απάντησε ο απεσταλμένος του Κίσιγκερ. Ο Κληρίδης εξήγησε ότι μίλησε με το δημοσιογράφο πριν τρεις εβδομάδες, σε μιά στιγμή που οι επιθέσεις εναντίον της Κύπρου ήταν στο αποκορύφωμά τους. Ημουν πολύ ενοχλημένος και συγκινημένος εκείνη την ημέρα, συνέχισε ο Κληρίδης, όλοι μας είχαν εγκαταλείψει. Τόνισε ότι οι δηλώσεις εκείνες δεν ήταν αντιπροσωπευτικές των συναισθημάτων του αυτής της στιγμής. Ο Αμερικανός διπλωμάτης δεν φάνηκε να πείθεται απόλυτα και κατάφερε στον Κληρίδη και νέο κτύπημα. Εγραψε στον Κίσιγκερ τα εξής: (Department of State, Τηλεγράφημα του επιτετραμένου Μπράουν στον Χένρι Κίσιγκερ, 23 Αυγούστου 1974).
«Παρά την εξήγηση που μου έδωσε, είπα στον Κληρίδη ότι είναι πολύ δύσκολο για τις ΗΠΑ να παίξουμε το ρόλο που όλοι περιμένουν από εμάς, όταν δεχόμαστε επιθέσεις από τα άτομα που εμείς προσπαθούμε να βοηθήσουμε Του είπα ότι θα μπορούσα να αποδεχθώ τις εξηγήσεις του για τις δηλώσεις στο Γαλλικό Πρακτορείο, αλλά ήμουνα πολύ ενοχλημένοςαπό τον τόνο ενός άρθρου της δικής του εφημερίδας. Σε άρθρο της εφημερίδας «ΑΓΩΝ» (σ.σ.: ιδιοκτήτης της εφημερίδας «ΑΓΩΝ», που έχει διακόψει την κυκλοφορία της, ήταν ο στενός συνεργάτης του Γλαύκου Κληρίδη, Νίκος Κόσιης), υπάρχει μία υπόγεια απειλή ότι εάν οι ΗΠΑ δεν ταυτίσουν τη θέση τους με αυτή της ελληνικής πλευράς, «η Κύπρος θα μετατραπεί σε μόνιμο θέατρο πολεμικών συγκρούσεων. Ο ελληνικός κυπριακός λαός θα πολεμήσει σε όλα τα μέτωπα και θα μετατρέψει την ελληνική Κύπρο και τη γύρω περιοχή, σε πραγματική κόλαση». Στο ίδιο άρθρο αναφέρεται, ότι αν και δεν έχουμε αποδείξεις, πολλοί Ελληνες είναι πεπεισμένοι ότι η αμερικανική κυβέρνηση είναι μέρος της συμπαιγνίας για τη διχοτόμηση και τους σφαγιασμούς. Αυτά τα πράγματα, είπα στον Κληρίδη, είναι απαράδεκτα. Γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα και πρέπει να κόψει τη φόρα στους αρχισυντάκτες του. Ο Κληρίδης απολογήθηκε και υποσχέθηκε ότι θα προσπαθήσει να επιλύσει τα προβλήματα αυτά. Μπράουν». Ο επιτετραμένος έγραψε επίσης στον Κίσιγκερ, ότι δεν πρέπει να δίνει σημασία στα άρθρα και τις ειδήσεις των ελληνοκυπριακών και των τουρκοκυπριακών εφημερίδων, αφού δεν γράφονται από υπεύθυνους δημοσιογράφους. «Αυτοί που τα γράφουν και στις δύο πλευρές είναι διψασμένοι για αίμα», σημείωνε ο Μπράουν και υπογράμμιζε ότι οι δημοσιογράφοι του Γαλλικού Πρακτορείου είναι ανεύθυνοι.
Δεν πέρασαν 24 ώρες και ο Κίσιγκερ ξανακτύπησε. Θύμα του πάλι ο Κληρίδης. Αυτή τη φορά, ο υπουργός φώναζε για τον αντιαμερικανισμό στη Κύπρο και γιά την πρόθεση της κυβέρνησης Καραμανλή να δεχθεί τη σοβιετική πρωτοβουλία. «Δεν είναι σοφή ενέργεια» να ακολουθήσεις τον Καραμανλή έγραφε ο Κίσιγκερ στον Κληρίδη. Και τόνιζε με έκδηλο θυμό: «Η δυσκίνητη πρόταση των Σοβιετικών δεν θα ωθήσει τα πράγματα μπροστά, αντίθετα θα τα οδηγήσει σε αδιέξοδο. Δεν θα ωφεληθούν οι δύο κοινότητες, αλλά μόνο οι Σοβιετικοί. Μπορεί η κυβέρνηση του Καραμανλή να έχει βραχυπρόθεσμα ωφέλη, αλλά μακροπρόθεσμα οι πραγματικοί φίλοι της Κύπρου θα δυσκολευθούν να βοηθήσουν την Κύπρο και την Ελλάδα να επιτύχουν δίκαιη και διαρκή λύση. Θέλω να γνωρίζεις ότι οι ΗΠΑ δεν θα υποκύψουν σε πιέσεις που δημιουργούνται από μία εσκεμμένη ενθάρρυνση των αντιαμερικανικών αισθημάτων». Και προειδοποιούσε απροκάλυπτα τον Κληρίδη: «Οπως έμαθαν οι Αραβες φίλοι μας, αυτή η εσκεμμένη πολιτική του αντιαμερικανισμού οδηγεί μόνο στην αναστολή των προσπαθειών μας και βέβαια στην αναβολή εξεύρεσης λύσης». (Department of State, Τηλεγράφημα του Χένρι Κίσιγκερ στον Γλαύκο Κληρίδη μέσω του επιτετραμένου Μπράουν, 24 Αυγούστου 1974) Το απειλητικό τηλεγράφημα του Κίσιγκερ, συγκλόνισε τον Κληρίδη, που καταλάβαινε ότι η Κύπρος ήταν εγκλωβισμένη στο παιγνίδι των υπερδυνάμεων και ο Κίσιγκερ ήταν αποφασισμένος να το κερδίσει, με οποιοδήποτε τίμημα.
Η αμερικανική πρεσβεία είχε αναδειχθεί σε κέντρο πιέσεων και ο Κληρίδης ξαφνικά τοποθετήθηκε στη «γκρίζα» λίστα. Οποιαδήποτε κίνηση ή δήλωση του, περνούσε από το μικροσκόπιο των Αμερικανών διπλωματών οι οποίοι –με εντολή του Κίσιγκερ- τον ενημέρωναν προσωπικά. Οι μέρες μετά τη δολοφονία του πρέσβη, ήταν βασανιστικές γιά τον Κληρίδη. Οι Αμερικανοί απαιτούσαν να απαγορεύσει τις διαδηλώσεις και αυτός απαντούσε αρνητικά: «Είναι οργισμένος ο λαός, θα μας κάψει όλους», είπε σε κάποια στιγμή ο Κληρίδης στον Αμερικανό επιτετραμμένο που –εν μέσω της πρωτοφανούς τραγωδίας- του έθετε θέμα αντιαμερικανισμού, που έτσι κι αλλιώς ήταν δικαιολογημένος. Ο Κληρίδης πρότεινε να αναλάβουν τη φύλαξη του κτιρίου της πρεσβείας αστυνομικοί και εθνοφρουροί και εγγυήθηκε προσωπικά την ασφάλεια του προσωπικού. Οι Αμερικανοί δέχθηκαν μετά δυσκολίας, αλλά συνέχιζαν να θέτουν καθημερινά το θέμα της απαγόρευσης των διαδηλώσεων, ενώ κατηγορούσαν τον Λυσσαρίδη ότι βρισκόταν πίσω από τους «έξαλλους διαδηλωτές».
Στις 25 Αυγούστου, ο επιτετραμμένος Μπράουν απέστειλε προσωπικό σημείωμα στον Κίσιγκερ για τις διαδηλώσεις και το φαινόμενο, όπως το χαρακτήριζε, του αντιαμερικανισμού. (Department of State, Τηλεγράφημα από την αμερικανική πρεσβεία της Λευκωσίας στον Χένρι Κίσιγκερ, 15 Αυγούστου 1974). Στο σημείωμα, όπως και στα περισσότερα που προηγήθηκαν, ο Αμερικανός διπλωμάτης δεν έκανε καμία, μα καμία, αναφορά στους πρόσφυγες, στους νεκρούς, στους αγνοούμενους, στο τρομακτικό δράμα του λαού, στις σφαγές και τους βιασμούς που συνεχίζονταν μέχρι εκείνη την ημέρα.
«Στη διάρκεια της συνομιλίας μας με τον Κληρίδη για τον αντιαμερικανισμό –γράφει ο Μπράουν στον Κίσιγκερ- του είπα ότι είμαστε πολύ ανήσυχοι. Ανησυχούμε, όσο μας ανησυχεί ο αντιαμερικανισμός στην Ελλάδα. Και εξέφρασα την ελπίδα ότι θα ηρεμήσουν τα πνεύματα. Στη συνέχεια τον ευχαρίστησα για τον σημαντικό ρόλο που έπαιξε ο αδελφός του και η Εθνική Φρουρά, οι οποίοι μας παρέσχαν αποτελεσματική ασφάλεια χθες. Μου απάντησε ότι μετά την προσέγγιση μου, ο αδελφός του( Ξάνθος ο οποίος τον αντικαθιστούσε όσο έλειπε) του τηλεφώνησε στην Αθήνα, όπου βρισκόταν, και έδωσε να αναλάβουν την προστασία της πρεσβείας οι αρχές ασφαλείας. Αυτός ήταν ο λόγος που δεν έγινε χθες διαδήλωση. Νομίζει ότι ο Λυσσαρίδης θα οργανώσει κάτι για σήμερα. Ο Κληρίδης μου είπε ότι απ’ ότι ακούει η διαδήλωση του Λυσσαρίδη θα είναι εναντίον της κυβέρνησης και υπέρ του Μακάριου. Δεν νομίζει ότι ο Λυσσαρίδης μπορεί να προσελκύσει όχλο, αλλά ανησυχεί ότι θα συμμετάσχουν κάποια εγκληματικά στοιχεία. Ο Κληρίδης υποσχέθηκε ότι θα δώσει εντολή για προστασία (της πρεσβείας) και για έλεγχο όλων των γύρω κτιρίων. Ο Κληρίδης μου είπε ότι χθες το βράδυ, στελέχη του ΑΚΕΛ είχαν επικοινωνία με τον αδελφό του και του ανακοίνωσαν ότι δεν θα λάβουν μέρος στη διαδήλωση (του Λυσσαρίδη) και ότι αποθαρρύνουν τα μέλη τους να συμμετέχουν. Αχ αυτά τα αστικά τοπικά κομουνιστικά κόμματα! (Ah, these bourgeois local communist parties!) (σ.σ. Η φράση αυτή, δημοσιεύεται αυτούσια από το σημείωμα του Μπράουν στον Κίσιγκερ). Είπα επίσης στον Κληρίδη, ότι μετά από έρευνα ανευρέθη ένα κιβώτιο με 16 δέσμες δυναμίτη ακριβώς στο σημείο της στροφής προς την αμερικανική πρεσβεία. Υποσχέθηκε ότι θα ερευνήσει και θα προσπαθήσει να ανακαλύψει ποιός τοποθέτησε το δυναμίτη εκεί. Μπράουν».
Την ίδια μέρα, σε άλλο μακροσκελέστατο σημείωμα προς τον Κίσιγκερ, οι Αμερικανοί διπλωμάτες, που παραδέχονται ότι είναι σε συνεχή επαφή με τους Τούρκους συναδέλφους τους, αποκάλυπταν τις προθέσεις της Αγκυρας και τους σχεδιασμούς του Ετσεβίτ, που υλοποιήθηκαν με τη δύναμη των όπλων και τη βοήθεια της Ουάσιγκτον. Ο στόχος ήταν το μοίρασμα της Κύπρου. (Department of State, Secret, Τηλεγράφημα του Μπράουν στον Κίσιγκερ, Κοινοποίηση στις πρεσβείες στην Αθήνα, την Αγκυρα το Λονδίνο, στις Βρυξέλλες, στον ΟΗΕ, 25 Αυγούστου 1974). Ο αντικαταστάτης του Ντέϊβις έγραφε τα εξής:
«Οι τουρκικές πολεμικές ενέργειες, έχουν ενισχύσει την αρχική μας εντύπωση ότι ο τουρκικός στρατός επενέβη στην Κύπρο γιά να προστατεύσει την ασφάλεια της Τουρκίας και όχι γιά να βοηθήσει τη τουρκοκυπριακή κοινότητα, εκτός αν κάποιοι Τουρκοκύπριοι καλύπτονται από τον βασικό λόγο (της επέμβασης). Η καλύτερη ένδειξη γι’αυτό το συμπέρασμα είναι το γεγονός ότι ο τουρκικός στρατός άφησε αβοήθητους τους Τουρκοκύπριους που ζούσαν σε περιοχές στη νότιο Κύπρο. Απ’ ότι γνωρίζουμε, παρά τις επανηλειμμένες εκκλήσεις γιά βοήθεια μέσω ασυρμάτων, οι Τούρκοι δεν έστειλαν ενισχύσεις ούτε τρόφιμα σ’ αυτές τις περιοχές. Ο αρχηγός των Τουρκοκυπριακών δυνάμεων στη Λάρνακα, που είχε έλθει από την Τουρκία, το έσκασε και φορώντας πολιτικά ρούχα κατάφερε να φτάσει στη (βρετανική βάση) Δεκέλεια. Είπε σε Βρετανούς συναδέλφους του, ότι η εντολή που είχε ήταν να αντισταθεί τυπικά και στη συνέχεια να παραδώσει τον τουρκικό τομέα. Είπε ότι είχε μεγάλες ποσότητες πυρομαχικών και όπλων για να συνεχίσει να πολεμά για μεγάλο χρονικό διάστημα. (Αυτές οι μαρτυρίες, που διαψεύδονται από τους ηγέτες της τουρκοκυπριακής κοινότητας, επιβεβαιώνονται από την ΟΥΝΦΙΚΥΠ».
Στο τηλεγράφημά του προς τον Κίσιγκερ, ο Μπράουν προσθέτει: «Παρά το γεγονός ότι οι Τούρκοι διέθεταν δυνάμεις ικανές να καταλάβουν όλη την Κύπρο και να τη διχοτομήσουν όπως αυτοί επιιθυμούσαν, εν τούτοις προχώρησαν προσεκτικά και άρπαξαν αρκετό έδαφος, που θα τους δώσει το δικαίωμα και τη θέση να καθορίσουν το μελλοντικό καθεστώς της ανεξάρτητης Κύπρου. Οπως διαβάζουμε τις προθέσεις τους, η Τουρκία επιθυμεί ομόσπονδο κράτος ή συνομοσπονδία και δεν έχει μάλλον κανένα ενδιαφέρον για τη δημιουργία ανεξάρτητου τουρκικού μίνι-κράτους, ούτε θέλει διπλή ένωση. Η δημιουργία κράτους και η διπλή ένωση, θα μπορούσαν να ακυρώσουν το βασικό λόγο της επέμβασής τους, καθώς θα ανοίξουν τη πόρτα για την είσοδο χιλιάδων δυνάμεων από την Ελλάδα στο νησί. Αυτή η εξέλιξη, θα άφηνε ανοικτά μέτωπα γιά την Τουρκία, θα διέλυε την ανεξαρτησία της Κύπρου, θα ανάγκαζε (τη Τουρκία) να καταλάβει όλη την Κύπρο και στη συνέχεια να αντιμετωπίσει ανταρτικό σώμα».
Είχαν περάσει μόνο έντεκα ημέρες μετά τη δεύτερη εισβολή. Και όμως, οι διπλωμάτες της αμερικανικής πρεσβείας, είχαν αποφασίσει το είδος της λύσης, άσχετα αν όλα τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας και της Γενικής Συνέλευσης των Ην. Εθνών, που υποστήριζε και η Ουάσιγκτον, καλούσαν σε επιστροφή στο προηγούμενο καθεστώς και σε σεβασμό της ανεξαρτησίας, της κυριαρχίας και του ενιαίου της Κυπριακής Δημοκρατίας. Εγραφε ο Μπράουν: (Department of State, Secret, Τηλεγράφημα του Μπράουν στον Κίσιγκερ, Κοινοποίηση στις πρεσβείες στην Αθήνα, την Αγκυρα το Λονδίνο, στις Βρυξέλλες, στον ΟΗΕ, 25 Αυγούστου 1974)
«Μόλις αρχίσουν οι συνομιλίες, αναμένουμε ότι η Τουρκία θα πιέσει για συνομοσπονδιακό σύστημα δύο καντονίων και θα επιστρέψει εδάφη (και έχει καταλάβει πολλά) επιδιώκοντας ανταλλαγή πληθυσμών. Πιστεύουμε ακόμη ότι η Τουρκία θα κάνει ότι είναι δυνατόν γιά να κρατήσει το λιμάνι της Αμμοχώστου ή στη χειρότερη περίπτωση θα επιμένει στο δικαίωμα της τουρκοκυπριακής κοινότητας να εισαγάγει ελεύθερα προϊόντα από τη Μητέρα πατρίδα χωρίς την έγκριση της κεντρικής κυβέρνησης. (Μιά συμφωνία επ’αυτού, θα είναι κλειδί γιά την επιστροφή στις εστίες τους των Ελληνοκυπρίων κατοίκων της Αμμοχώστου). Παρόμοια θα είναι και η θέση των Τούρκων για το αεροδρόμιο της Λευκωσίας. Στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων οι Τούρκοι ίσως θέσουν θέμα ανεξάρτητου τουρκοκυπριακού κράτους ή διπλής ένωσης, αλλά θα πρόκειται περί μπλόφας. Αυτό που δεν θα είναι μπλόφα, θα είναι η απαίτηση των Τούρκων να διατηρήσουν μεγάλη τουρκική δύναμη στο νησί». Ο Αμερικανός επιτετραμένος αναγγέλλει με φανερή ικανοποίηση ότι οι Τούρκοι παγίωσαν την παρουσία τους στις κατεχόμενες περιοχές, όπου επέβαλαν καθεστώς ασφάλειας!
Στο μεταξύ, παρά τις προσπάθειες του Κληρίδη,να αφοπλίσει τις χιλιάδες των ενόπλων που τρομοκρατούσαν το λαο, στο εσωτερικό το κλίμα ήταν ιδιαίτερα βαρύ. Μιά φατρία της ΕΟΚΑ Β’ στη Λευκωσία, τα μέλη της οποίας, βαριά οπλισμένοι κυκλοφορούσαν ελεύθερα στους δρόμους, επιχείρησαν στις 30 Αυγούστου να δολοφονήσουν τον πρόεδρο της ΕΔΕΚ, Βάσο Λυσσαρίδη. Το κόμμα του ήταν το μόνο που πρόβαλε μαζική αντίσταση ενάντια στο πραξικόπημα. Κατά την απόπειρα κατά του Λυσσαρίδη δολοφονήθηκε ο 30χρονος αγωνιστής ποιητής, Δώρος Λοϊζου, Οργανωτικός Γραμματέας της Σοσιαλιστικής Νεολαίας ΕΔΕΝ.
Ο Λυσσαρίδης, η σύζυγός του Βαρβάρα Λοίζου, η οποία είναι Αμερικανίδα, και ο ίδιος ο Δώρος, κατευθύνονταν το πρωί εκείνο στα γραφεία του κόμματος.Ο πρόεδρος της ΕΔΕΚ είχε διανυκτερεύσει στο σπίτι του συνεργάτη του για λόγους ασφαλείας. Η ζωή του κινδύνευε από τους πραξικοπηματίες, αλλά και ξένους πράκτορες, που δρούσαν ανενόχλητοι στο νησί από τις αρχές Ιουλίου. Το αυτοκίνητο, ένα μικρό Ντάτσουν, χρώματος μπλε, δέχθηκε τα πυρά στον κυκλικό κόμβο που ένωνε τη γέφυρα Κάννιγος με την Κωνσταντίνου Παλαιολόγου. Ο Δώρος Λοίζου έπεσε νεκρός από τις σφαίρες ενώ η Βαρβάρα και ο Βάσος Λυσσαρίδης δεν έπαθαν τίποτα. Ενας πολίτης ο Χρυσήλιος Μαυρομμάτης, που βρισκόταν σε κατάστημα απέναντι από το χώρο της επίθεσης, δέχθηκε μια σφαίρα η οποία και τον τραυμάτισε θανάσιμα.
Οι δολοφόνοι παρέμειναν ατιμώρητοι, παρά το γεγονός ότι ο ένας τουλάχιστον εξ΄αυτών είχε αναγνωρισθεί και σήμερα ζει στη Θεσσαλονίκη. Παρά την αγανάκτηση που επικρατούσε, ο Λυσσαρίδης ζήτησε από τους οπαδούς του αυτοσυγκράτηση. Πολύ σημαντικό ρόλο για να ηρεμήσουν τα πνεύματα έπαιξε ο πρέσβης της Ελλάδας, Μιχάλης Δούντας, αλλά και ο Κληρίδης.
Πηγή MIgnatiou
Με την ευκαιρία της τραγικής επετείου της κατάληψης της Αμμοχώστου από τους Τούρκους Αττίλες, στις 14 Αυγούστου 1974, δημοσιεύουμε απόσπασμα από το βιβλίο “ΤΑ ΜΥΣΤΙΚΑ ΑΡΧΕΙΑ ΤΟΥ ΚΙΣΙΝΓΚΕΡ” που έγραψαν οι δημοσιογράφοι Κώστας Βενιζέλος και Μιχάλης Ιγνατίου:
Από τις αρχές του Αυγούστου του 1974, και ενώ όλοι ανέμεναν την σύγκλιση της Διάσκεψη της Γενεύης, οι Τούρκοι είχαν ενημερώσει τους Αμερικανούς για τα σχέδια τους να επεκτείνουν την υπό κατοχή περιοχή και να συμπεριλάβουν στα λάφυρά τους την Αμμόχωστο.
Ο ίδιος ο Μπουλέντ Ετσεβίτ, είχε ομολογήσει στον Χένρι Κίσιγκερ, ότι εάν δεν επιτύχει τους στόχους του στο διαπραγματευτικό τραπέζι, θα τους ολοκληρώσει στο πεδίο των μαχών. Ο Αμερικανός υπουργός γνώριζε ότι οι Τούρκοι θα προχωρήσουν στη δεύτερη φάση της στρατιωτικής επιχείρησης, που είχαν ονομάσει «ΑΤΤΙΛΑΣ ΙΙ» και σύμφωνα με συνεργάτες του και δικά του έγγραφα, που παραμένουν μέχρι σήμερα απόρρητα, δεν ήθελε να τους σταματήσει. Ο Κίσιγκερ ήταν απόλυτος στο θέμα αυτό και πίστευε ότι νομικά η Τουρκία «είχε δίκιο», κάτι που του επιβεβαίωσε εγγράφως και ο νομικός σύμβουλος του Στέϊτ Ντιπάρτμεντ, Χέλμουτ Σόννενφελντ, την επομένη του πραξικοπήματος.
Σ’ όλες τις επαφές, είτε κατευθείαν με τον Κίσιγκερ, είτε μέσω του Αμερικανού πρέσβη, ο Ετσεβίτ ήταν κατηγορηματικός και δεν έκρυψε τους σχεδιασμούς του. Μάλιστα ο Τούρκος πρωθυπουργός είχε εκπλαγεί με την αμερικανική αντίδραση καταδίκης της δεύτερης επίθεσης, που κατέληξε σε κατάληψη του 40% του εδάφους της Κύπρου, καθώς ήταν βέβαιος πως ο Κίσιγκερ του είχε δώσει, έστω και σιωπηλά, την συγκατάθεσή του. Οπως αποκαλύπτεται τώρα, ο Αμερικανός υπουργός άναψε το «πράσινο φως» στη διάρκεια ιδιωτικής συνομιλίας με τον Ετσεβίτ, η οποία δεν καταγράφεται στα αρχεία του Στέϊτ Ντιπάρτμεντ. Ομως, επειδή ο Κίσιγκερ ήταν και σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας, η συζήτηση αυτή διασώθηκε και βρίσκεται στα αρχεία του Λευκού Οίκου. Στα ίδια αρχεία, εντοπίστηκαν συνομιλίες του υπουργού των Εξωτερικών, με τον πρόεδρο Τζέραλντ Φόρντ, και σημειώματα ανώτερων στελεχών του Στέϊτ Ντιπάρτμεντ προς τον κ. Κίσιγκερ.
Το γεγονός ότι ο υπουργός γνώριζε πως επέρχεται η θύελλα, προκύπτει ευθέως και από την τηλεφωνική συνομιλία του με τον Τζέραλντ Φόρντ, που μόλις είχε αναλάβει καθήκοντα μετά την παραίτηση του Ρίτσαρντ Νίξον λόγω του σκανδάλου Γουότεργκέιτ. Το ημερολόγιο έδειχνε 10 Αυγούστου… Η Κύπρος προετοιμαζόταν γιά το τελειωτικό κτύπημα και έλπιζε ότι αυτή τη φορά η Αμερική, θα εμπόδιζε τον Ετσεβίτ. (White House, Απομαγνητοφωνημένο κείμενο, Τηλεφωνική συνομιλία του προέδρου Τζέραλντ Φόρντ με τον Χένρι Κίσιγκερ, 10 Αυγούστου 1974, 3:40 μ.μ.)
ΦΟΡΝΤ: Ναι Χένρι.
ΚΙΣΙΝΓΚΕΡ: Κύριε Πρόεδρε, συγνώμη που σας ενοχλώ.
ΦΟΡΝΤ: Δεν πειράζει.
ΚΙΣΙΝΓΚΕΡ: Εχουμε κάποιες εξελίξεις στην Κύπρο. Εως ότου γνωρίζω τον τρόπο με τον οποίο θέλετε να εργάζεστε, σκέφτηκα ότι θα έπρεπε να σας μιλήσω για μερικές απο αυτές τις ενέργειες. Ξέρετε, ότι οι Ελληνες και οι Τούρκοι συναντώνται υπό την αιγίδα των Βρετανών στη Γενεύη και έχουμε εκεί έναν βοηθό υπουργό για να είναι γενικά υποβοηθητικός.
ΦΟΡΝΤ: Τον Σίσκο;
ΚΙΣΙΝΓΚΕΡ: Οχι, τον Αρτ Χάρτμαν. Ο Βρετανός υπουργός εκπροσωπεί μια κυβέρνηση που έχει ανάγκη να δείξει ότι υπάρχει κινητικότητα, γι αυτό αναζητούν μια γρήγορη επιτυχία και είναι κατά κάποιο τρόπο σαν ταύρος εν υαλοπωλείο. Ο Κάλαχαν δεν είναι πολύ έμπειρος. Οι Τούρκοι θέλουν ένα γρήγορο αποτέλεσμα που να καταλήγει σε διχοτόμηση της νήσου σε ελληνικό και τουρκικό τμήμα, με μια γενικής φύσης ομοσπονδιακή κυβέρνηση που θα είναι πάντως πολύ αδύναμη. Ελέγχουν το 15% του νησιού και επιθυμούν το 30%. Ισως επιχειρήσουν να το αρπάξουν. Μίλησα στον Πρωθυπουργό της Τουρκίας. Ηταν φοιτητής μου, και του είπα ότι δεν θα μπορούσαμε -πραγματικά στις πρώτες 48 ώρες της θητείας σας στην προεδρία- να είμαστε πολύ ήρεμοι έναντι μιας μονομερούς στρατιωτικής ενέργειας.
ΦΟΡΝΤ: Και βέβαια δεν μπορούμε.
ΚΙΣΙΝΓΚΕΡ: Εάν συμβεί αυτό, ίσως χρειασθεί να αποστασιοποιηθούμε κάτι που έχουμε προσπαθήσει να αποφύγουμε. Ο κίνδυνος για μας είναι στην Τουρκία και γι’ αυτό πρέπει να ελιχθούμε προσεκτικά. Ισως κινηθούν προς πολύ εθνικιστικές θέσεις και οι Σοβιετικοί προσπαθήσουν να το εκμεταλλευθούν αυτό, αλλά δεν μπορούμε να τους επιτρέψουμε να ενεργήσουν μονομερώς. Γράφω μια επιστολή στον Ετσεβίτ. Εχει υποσχεθεί να περιμένει για 24 ώρες. Γράφω στον Ετσεβίτ εκ μέρους μου εξηγώντας πού βλέπω να βρίσκονται οι διαπραγματεύσεις. Οι Τούρκοι προτείνουν δυο περιοχές, μια τουρκική και μια ελληνική. Νομίζω ότι μπορούμε να πιέσουμε τους Ελληνες να αποδεχθούν δυο ή τρεις αυτόνομες τουρκικές περιοχές, αλλά όχι μια ενιαία περιοχή. Κάτι τέτοιο θα απέτρεπε τη μεταφορά πληθυσμών.
ΦΟΡΝΤ: Σωστά.
ΚΙΣΙΝΓΚΕΡ: Αυτό θα μας έδινε την ευκαιρία να σταματήσουμε τις στρατιωτικές επιχειρήσεις για αρκετό διάστημα έτσι ώστε να μπορέσουμε να αρχίσουμε να εργαζόμαστε σε επίπεδο υπουργών Εξωτερικών για να δούμε εάν μπορούμε να πετύχουμε συμβιβασμό.
ΦΟΡΝΤ: Νομίζεις ότι η επιστολή στον Ετσεβίτ, πρώτον, θα αποτρέψει μια στρατιωτική επιχείρηση και, δεύτερον, θα οδηγήσει σε κάποια τροποποίηση των απαιτήσεών τους;
ΚΙΣΙΝΓΚΕΡ: Σωστά. Αυτή τη στιγμή οι Βρετανοί υποστηρίζουν απόλυτα τους Ελληνες και απειλούν ακόμη και με στρατιωτικές ενέργειες εναντίον των Τούρκων, κάτι που είναι από τα πιο ηλίθια πράγματα που έχω ακούσει. Στην Κύπρο έχουν μόνο μερικά Φάντομς και χίλιους περίπου στρατιώτες. Είναι μια καθαρά πολιτική ενέργεια. Δεν θα μπορέσουν να επιτύχουν τίποτα. Θέλουν να αρχίσουν μια κρίση και μετά θα είμαστε αναγκασμένοι να τη λύσουμε και θα επιχειρήσουν να καρπωθούν την επιτυχία.
ΦΟΡΝΤ: Γιατί δεν προχωράς; Θα είμαι εδώ, στην Ουάσιγκτον όλο το Σαββατοκύριακο. Μου ακούγεται λογικό, και θα στηριχθώ στην καλή σου κρίση.
ΚΙΣΙΝΓΚΕΡ: Εντάξει κ. Πρόεδρε. Εάν συμβεί τίποτα θα σας τηλεφωνήσω. Δεν θα σας απασχολήσω με κάθε τακτική κίνηση.
ΦΟΡΝΤ: Εγκρίνω τη γενική ιδέα.
ΚΙΣΙΝΓΚΕΡ: Η οποία είναι να υιοθετήσουμε μια θέση μεταξύ της βρετανικής και της ελληνικής και της τουρκικής, έτσι ώστε να βελτιώσουμε τις τουρκικές απαιτήσεις, χωρίς να αφήσουμε τους Τούρκους να υποστηρίξουν ότι εμείς είμασταν αυτοί που τους αποτρέψαμε, αλλά ταυτόχρονα να θεωρούν ότι είμαστε εναντίον μονομερών τουρκικών στρατιωτικών κινήσεων.
ΦΟΡΝΤ: Και να ηρεμήσουμε λίγο τους Βρετανούς φίλους μας.
ΚΙΣΙΝΓΚΕΡ: Μάλιστα. Θα στείλουμε ένα μήνυμα στον Κάλαχαν.
ΦΟΡΝΤ: Μου ακούγεται λογικό.
ΚΙΣΙΝΓΚΕΡ: Οταν θα φθάσουμε να έχουμε κανονικές πρωινές ενημερώσεις, θα έχω οργανώσει κάθε ενημέρωση έτσι ώστε να μπορούμε να σας λέμε τί αναμένουμε για την κάθε ημέρα. Δεν θα βρίσκεστε μπροστά σε τόσο βραχυπρόθεσμα ερωτήματα, αν και ίσως εμφανίζονται από καιρού εις καιρόν. Θα προχωρήσω πάνω σε αυτή τη βάση.
ΦΟΡΝΤ: Σε ευχαριστώ Χένρι.
Στο μεταξύ, και ενώ συνεχιζόταν η Διάσκεψη της Γενεύης, που άρχισε στις 8 Αυγούστου, οι Τούρκοι άρχισαν να πυκνώνουν ακόμα περισσότερο τις επαφές τους με τους Αμερικανούς, με τους οποίους συζητούσαν το θέμα της προέλασης των δυνάμεων τους στην Κύπρο. Ο πρέσβης της Τουρκίας στην Ουάσιγκτον, Μελίχ Εσενμπέλ, επικοινώνησε με τον Σίσκο αργά το απόγευμα της 12ης Αυγούστου και του ανέφερε, σύμφωνα με σημείωμα που έστειλε ο Αμερικανός υφυπουργός στον Κίσιγκερ, τους λόγους για τους οποίους έπρεπε να επεκταθεί η κατοχική γραμμή. Τόνιζε συγκεκριμένα τα εξής: (Department of State, Confidential, Memorandum for the record, 12 Αυγούστου 1974, 6.45 μ.μ.)
«Η κυβέρνηση της Τουρκίας θεωρεί απολύτως αναγκαίο ότι ο μεγάλος βόρειος τουρκικός θύλακας που φτάνει μέχρι την Αμμόχωστο πρέπει να είναι οικονομικά βιώσιμος. Θα έπρεπε να γίνει συμφωνία, κατ΄ αρχήν, για την δημιουργία του μεγάλου θυλάκου στο βορρά και μετά οι άλλοι θύλακοι μπορούν να αποτελέσουν θέμα περαιτέρω διαπραγματεύσεων».
Σύμφωνα με τον Τούρκο πρέσβη, υπήρχε, δήθεν, ένα επείγον πρόβλημα στο οποίο η τουρκική κυβέρνηση ήθελε να επισύρει την προσοχή του Χένρι Κίσιγκερ. Υποστήριξε: «Οι Ελληνοκύπριοι οικοδομούν στρατιωτικές οχυρώσεις στις περιμέτρους των μακρινότερων τουρκικών θέσεων. Αυτές οι οχυρώσεις θα έπρεπε να καταστραφούν και οι Ελληνοκύπριοι να αποτραβηχτούν 20 χιλιόμετρα από την τουρκική ζώνη. Κατά την άποψη της τουρκικής κυβέρνησης, η μεγαλύτερη τουρκική στρατιωτική μονάδα στην Κύπρο περιβάλλεται από αυτές τις οχυρωματικές κατασκευές. Η τουρκική κυβέρνηση θέλει επίσης να προειδοποιήσει την κυβέρνηση των ΗΠΑ ότι είναι πολύ ενοχλημένη με τη συμπεριφορά του Ηνωμένου Βασιλείου. Οι Βρετανοί μεταφέρουν επίσης δυνάμεις από άλλες χώρες μέσα στην Κύπρο». (Department of State, Confidential, Memorandum for the record, 12 Αυγούστου 1974, 6.45 μ.μ.) Αντιθέτως με τη στάση της Βρετανίας και τις κινήσεις των Ελληνοκυπρίων, ο Ενσενμπέλ ανέφερε πως «η τουρκική κυβέρνηση εκτιμά τη στάση βοήθειας που υιοθετήθηκε από την κυβέρνηση των ΗΠΑ στην παρούσα κατάσταση».
Την επόμενη μέρα στην Αγκυρα υπήρξαν αλλεπάλληλες τηλεφωνικές επικοινωνίες του Αμερικανού πρέσβη Ρόμπερτ Μακόμπερ, με τον Ετζεβίτ. Ο Τούρκος Πρωθυπουργός είχε καταστήσει σαφές πλέον πως επίκειται προέλαση των κατοχικών δυνάμεων εισβολής. Οι Αμερικανοί ζητούσαν αναβολή σχεδίων για 36 ώρες, χωρίς όμως στα έγγραφα να γίνεται αναφορά για τους λόγους που η Ουάσιγκτον έθετε κάτι τέτοιο. Ο Μακόμπερ είπε στον Ετσεβίτ πώς εάν απέρριπτε την πρόταση, δεν θα είχε απορρίψει απλώς το αίτημα των Ελλήνων και των Ελληνοκύπριων, που άρχιζαν να δείχνουν κάποια κινητικότητα, αλλά επίσης, κάτι πιο σημαντικό, θα είχε απορρίψει τις ΗΠΑ. Ο Ετσεβίτ είπε ότι καταλάβαινε το επιχείρημα. Ωστόσο, εξήγησε πως «αυτός και ο στρατός εργάζονταν μαζί και δεν ήξερε εάν (οι στρατιωτικοί) θα ήταν πρόθυμοι να καθυστερήσουν». Ήταν, είπε, στα όριά του και δεν ήταν καθόλου σίγουρος ότι μπορούσε να πείσει τους στρατιωτικούς. Επανέλαβε ότι ο στρατός ήταν πολύ ανυπόμονος… (Department of State, Confidential, Memorandum for the record, 12 Αυγούστου 1974, 6.45 μ.μ.)
Στο έγγραφο σημειώνονταν τα εξής:
«10.35 τηλεφωνική κλήση, 13 Αυγούστου: Ο Μακόμπερ είπε ότι είχε παραδώσει στον Ετσεβίτ το μήνυμα που είχε λάβει τηλεφωνικώς από το στρατηγό Σκόουκροφτ. Ο Ετσεβίτ είπε πως θα προσπαθήσει αλλά δεν μπορούσε να εγγυηθεί ότι θα κέρδιζε καθυστέρηση 36 ωρών. Ο Ετσεβίτ είπε ότι ανησυχούσε για τις πιέσεις που ασκούσαν οι Ελληνοαμερικανοί για αλλαγή της αμερικανικής θέσης. Ο Μακόμπερ είπε στον Ετσεβίτ ότι ο πρόεδρος και ο υπουργός θα κάνουν αυτό που θεωρούν καλύτερο. Ενώ υπάρχουν πιέσεις και δεν είναι ακριβώς καινούριες, αυτοί δεν θα ετίθεντο υπό έλεγχο.
11.00 τηλεφωνική κλήση, 13 Αυγούστου: Ο Μακόμπερ ξανατηλεφώνησε λίγα λεπτά αργότερα για να πει ότι είχε άλλη μια συνομιλία με τον Ετσεβίτ. Ο Ετσεβίτ είπε ότι γνώριζε τα όριά του και πότε φτάνει σ’ αυτά, προσωπικά συμμεριζόταν την ανυπομονησία των Τούρκων στρατιωτικών. Οι στρατιωτικοί δεν εμπιστεύονται τους Ελληνοκύπριους ιδιαίτερα τους Έλληνες. Ίσως οι Ελληνοκύπριοι δεν έπαιρναν στρατιωτικά μέτρα στη διάρκεια των 36 ωρών αλλά θα χρησιμοποιούσαν αυτό το διάστημα για να τοποθετηθούν σε βελτιωμένες θέσεις προς το τέλος των 36 ωρών. Επανέλαβε ότι ο στρατός ήταν πολύ ανυπόμονος. Είπε ότι εκείνη τη στιγμή ήταν σε συνεδρίαση και θα ξανατηλεφωνούσε». (Department of State, Confidential, Memorandum for the record, 13 Αυγούστου 1974)
Εκείνες τις μέρες ο Σίσκο δεν απέκλειε το ενδεχόμενο κατάρρευσης της διάσκεψης της Γενεύης, κυρίως λόγω της παθητικής στάσης του προϊσταμένου του. Σε σημείωμα του προς τον Κίσιγκερ, ο υφυπουργός επιχείρησε μάλιστα –μιά πρόταση που απέρριψε κάθετα ο υπουργός Εξωτερικών- να εμπλέξει στο υψηλότερο επίπεδο τους Βρετανούς προτείνοντας επίσκεψη του υπουργού Εξωτερικών, Τζέϊμς Κάλαχαν στην περιοχή με στόχο να αποτρέψει συνέχιση των εχθροπραξιών. Μέσα στα σενάρια των Αμερικανών, όπως τα καταγράφει ο Σίσκο, προκύπτουν δυο σημαντικά στοιχεία: (Department of State, Secret, Cyprus Options, Σημείωμα του Τζόζεφ Σίσκο στον Χένρι Κίσιγκερ, 12 Αυγούστου 1974)
Πρώτον, Οι Βρετανοί μελετούσαν το ενδεχόμενο να οργανώσουν μια αθόρυβη επιχείρηση του ΝΑΤΟ με τη βλέψη να αποτρέψει τις στρατιωτικές εχθροπραξίες και να παρουσιαστεί με κάποιο είδος προτρεπτικής διακήρυξης υπέρ της συνέχισης των διαπραγματεύσεων.
Δεύτερον, Οι Αμερικανοί σκέφτονταν να ενθαρρύνουν τον Κληρίδη και τον Ντενκτάς να διεξάγουν «ανεπίσημες διαβουλεύσεις μεταξύ τους».
Θα ήταν δυνατό, αναφέρει στο σημείωμά του ο Σίσκο, «να τους ενθαρρύνουμε να συνεχίσουν τις προσπάθειές τους ανεπίσημα για να διαπιστώσουν αν μπορεί να γεφυρωθεί το χάσμα. Αμφότεροι, ο Κληρίδης και ο Ντενκτάς, έχουν συμπεριφερθεί πιο λογικά από ό,τι οι κυβερνήσεις της Τουρκίας ή της Ελλάδας».
Ο Σίσκο ανέφερε περαιτέρω πως ήταν ανάγκη να υπάρξει μια επαφή με τον Μακάριο «για να αποφευχθεί το είδος του ανακατέματος που θα περιπλέξει ακόμη περισσότερο το πρόβλημα». Την ίδια στιγμή ο Αμερικανός υφυπουργός διαπίστωνε πως οι Σοβιετικοί φαίνονταν να είχαν υπαναχωρήσει από την άμεση υποστήριξη προς τον Μακάριο, χωρίς αυτό να το αιτιολογεί. Στο πεδίο των διαπραγματεύσεων και ειδικά για τον δεύτερο γύρο της Γενεύης, με βάση και τις αναφορές του Αρθρουρ Χάρτμαν οι ΗΠΑ καθόρισαν μια στρατηγική, η οποία στηρίχθηκε στη διαπίστωση ότι οι απόψεις των βασικών ηγετών στην Αγκυρα, τη Λευκωσία και την Αθήνα αναφορικά με τη διαμόρφωση της τελικής λύσης του κυπριακού έχουν ξεκαθαριστεί.
Σύμφωνα με τις αμερικανικές εκτιμήσεις «οι προσεγγίσεις του Ετσεβίτ, του Κληρίδη και σε μικρότερο βαθμό του Καραμανλή φαίνεται να προσφέρουν κάποιο κοινό έδαφος που καλύπτει τα ευρύτερα πλαίσια μιας πιθανής λύσης». (Department of State, Secret/EYES ONLY, Η αμερικανική στρατηγική για τον δεύτερο γύρο των συνομιλιών της Γενεύης, 13 Αυγούστου 1974) Ο θεμελιώδης παράγοντας που οι Αμερικανοί έθεταν ως προς τη λύση είναι σαφέστατος και αφορά και το μέλλον της Τουρκίας αλλά και κάποιων πολιτικών προσώπων στην Ελλάδα και την Κύπρο: «Η ενισχυμένη θέση της Τουρκίας στην Κύπρο της παρέχει τον βασικό ρόλο στην επίλυση της προστριβής και πιθανώς για το πολιτικό μέλλον του Καραμανλή και του Κληρίδη» σημείωνε ο Σίσκο σε έγγραφό του προς τον Κίσιγκερ. Σύμφωνα με το έγγραφο «δεν είναι ούτε εφικτό ούτε προς το συμφέρον μας να υπάρξει μια πρόωρη απόσυρση των τουρκικών δυνάμεων εισβολής. Η απόσυρση μπορεί να επέλθει σαν τμήμα νέων διευθετήσεων για το νησί, οι οποίες παρέχουν διαβεβαιώσεις μεγαλύτερης ασφάλειας για την τουρκοκυπριακή κοινότητα και μεγαλύτερο ρόλο εκ μέρους της στη διεξαγωγή των μελλοντικών της υποθέσεων. Ο Κληρίδης, όπως ήταν προβλεπόμενο, το βλέπει αυτό καθαρά και είναι έτοιμος να κάνει την αναγκαία προσαρμογή με τον όρο ότι η Αθήνα θα τον υποστηρίξει». (Department of State, Secret, Cyprus Options, Σημείωμα του Τζόζεφ Σίσκο στον Χένρι Κίσιγκερ, 12 Αυγούστου 1974)
Οι Αμερικανοί διαμόρφωσαν εκείνη τη φάση ένα πλαίσιο συμφωνίας, το οποίο κωδικοποιήθηκε και παρουσιάσθηκε τότε στα εμπλεκόμενα μέρη:
Οι κυπριακές κοινότητες Ελλήνων και Τούρκων θα έπρεπε να ρυθμίσουν τις εσωτερικές τους υποθέσεις σε μια αυτόνομη βάση. Αυτή η θέση στην πραγματικότητα αποτελεί την ομοσπονδιακή λύση που επιζητούν οι Τούρκοι, παρόλο που ο Κληρίδης προτιμά να την αποκαλεί «καντονιακή». Η καλύτερη λύση θα ήταν να μη δοθεί καμιά ταμπέλα και θα μπορούσε να αποκαλείται απλά «Η Συμφωνία της Γενεύης του 1974».
Σε εθνικά και διεθνή θέματα, θα έπρεπε να συντονιστούν οι υπευθυνότητες του Ελληνοκύπριου προέδρου και του Τουρκοκύπριου αντιπροέδρου (Κληρίδης και Ντενκτάς). Αυτή η θέση δίνει στους Τούρκους το δικαίωμα αρνησικυρίας που επιζητούν εδώ και καιρό και το οποίο αρνούνταν επίμονα ο Μακάριος.
Το βασικότερο, κεντρικής σημασίας για τους Τούρκους, θέμα αυτής της συμφωνίας θα είναι ο εκτεταμένος θύλακας Λευκωσίας-Κυρήνειας που τώρα βρίσκεται υπό τουρκικό έλεγχο και ο οποίος θα αποτελούσε το βασικό τουρκικό προπύργιο στο νησί και θα υπηρετούσε ως ασφαλές καταφύγιο σε περιόδους αναταραχής για τους υπόλοιπους Τουρκοκύπριους που είναι διασκορπισμένοι σε άλλα σημεία. Θα πρέπει, επιπρόσθετα, να οριστούν και άλλοι θύλακοι για να τεθούν υπό τουρκικό έλεγχο, το μέγεθος και ο αριθμός των οποίων θα αποτελέσουν θέμα των διαπραγματεύσεων (ίσως πέντε μεγάλες περιοχές στην Αμμόχωστο, στη Λάρνακα, στη Λεμεσό, στην Πάφο και τη Μόρφου).
Η εκπλήρωση της συμφωνίας θα έπρεπε να συμπεριλαμβάνει τη σταδιακή μείωση των τουρκικών δυνάμεων στο νησί, με την επάνοδο της σταθερότητας σε ένα συμφωνημένο, καθορισμένο επίπεδο και αυτό επίσης είναι θέμα προς διαπραγμάτευση, αλλά θα μπορούσε να είναι της τάξης των 5.000 ανδρών.
Συνταγματική διάταξη θα έπρεπε να απαγορεύει σε κληρικό να υπηρετεί ως πρόεδρος της Κύπρου (αυτό θα έλυνε το πρόβλημα του Μακαρίου ως ατόμου και θα διαβεβαίωνε τους Τούρκους ότι οι παραδοσιακές υπέρ της ένωσης προκαταλήψεις του κλήρου δεν θα έβρισκαν ποτέ ξανά αντανάκλαση σ΄ αυτό το πόστο).
Τα Ηνωμένα ΄Εθνη θα μπορούσαν να αποχωρούν κατά φάσεις, καθώς αρχίζουν να ισχύουν οι νέες κοινοτικές ρυθμίσεις και η υπάρχουσα νέα ισορροπία στο νησί εξασφαλίζει τον αυτο-εφαρμοζόμενο έλεγχο βάσει της καλή τη πίστει εφαρμογής των συμφωνιών. (Department of State, Secret, Cyprus Options, Σημείωμα του Τζόζεφ Σίσκο στον Χένρι Κίσιγκερ, 12 Αυγούστου 1974)
Οι Αμερικανοί θεωρούσαν τότε απόμακρο το ενδεχόμενο να προχωρήσουν οι ιδέες αυτές θεωρώντας κλειδί το εδαφικό, στο οποίο οι Τούρκοι ζητούσαν να διατηρήσουν μια περιοχή πάνω από το 30%. Επί τούτου οι Αμερικανοί προέβαιναν σε μια σειρά εισηγήσεις και έκαναν ασκήσεις επί χάρτου. Σύμφωνα με το το ίδιο έγγραφο «ο μεγάλος θύλακας Λευκωσίας-Κυρήνειας καλύπτει μόνο το 10% περίπου του νησιού και εάν προστεθούν και οι άλλοι πέντε θύλακοι που αναφέρθηκαν παραπάνω θα κάλυπταν περίπου το 15% του νησιού».
Οι Αμερικανοί εργάζονταν για τη μη κατάρρευση της διαδικασίας των συνομιλιών, έδιναν στους Βρετανούς την πρωτοβουλία καλώντας τους «να στηρίξουν εκείνα τα σημεία συμφωνίας που φαίνεται να υπάρχουν μεταξύ του Κληρίδη και των Τούρκων». Περαιτέρω σημείωναν ότι «είναι επιθυμητό να κινήσουμε αυτή τη διαδικασία όσο το δυνατό ταχύτερα για να εμποδιστεί η περαιτέρω επιδείνωση της κατάστασης ασφαλείας στο νησί, να μειωθεί η πιθανότητα εισόδου του Μακαρίου ή των Σοβιετικών στη διαδικασία και να υπάρξει το πλεονέκτημα της κυβέρνησης του Κληρίδη στη Λευκωσία». Αυτή η ώθηση, αναφέρει το έγγραφο, είναι αναγκαία διότι «ενώ ο Κληρίδης επιδιώκει γρήγορη πρόοδο και είναι πρόθυμος να κάνει μεγάλες παραχωρήσεις, δεν υπάρχει σημάδι ότι η Αθήνα ή η Αγκυρα βιάζονται και πολύ».
Η επιχειρηματολογία των Αμερικανών προς τους Τούρκους ήταν σαφής και στηρίζετο πρωτίστως στο γεγονός ότι από μια συμφωνία η Αγκυρα θα εξασφάλιζε σαφέστατα πλεονεκτήματα στην Κύπρο. Σύμφωνα με το έγγραφο, «θα έπρεπε να συνεχίσουμε να παροτρύνουμε τους Τούρκους να δείξουν μετριοπάθεια, δίνοντας έμφαση στο ότι τώρα μπορούν να κερδίσουν την ομοσπονδιακή λύση που επιδίωκαν επί μακρόν, με τον όρο μιας ουσιαστικής μόνιμης παρουσίας των τουρκικών στρατευμάτων στην Κύπρο, που θα είναι ικανά να παρέχουν αρκετή προστασία στους συμπατριώτες τους. Θα έπρεπε να τονίσουμε το πλεονέκτημα να επιτύχουν συμφωνία ενώ ο Κληρίδης έχει τον έλεγχο και ενώ κατέχουν τη μέγιστη θέση στρατιωτικής ισχύος στο νησί. Αυτό θα απαιτήσει ιδιαίτερα μια επίδειξη λογικής σχετικά με την έκταση του εδάφους που ζητούν να περιέλθει υπό τον δικό τους έλεγχο. Οι Τούρκοι θα εκτιμήσουν επίσης το επιχείρημα ότι έχουν συμφέρον να μην ταπεινώσουν την κυβέρνηση Καραμανλή. Το 30% φαίνεται μη ρεαλιστικό, αλλά προφανώς αυτό θα πρέπει να διευθετηθεί στις διαπραγματεύσεις». (Department of State, Secret, Cyprus Options, Σημείωμα του Τζόζεφ Σίσκο στον Χένρι Κίσιγκερ, 12 Αυγούστου 1974)
Σε σχέση με την Ελλάδα, ο στόχος των Αμερικανών ήταν να να παροτρύνουν την Αθήνα να εξαλείψει «μιας και διά παντός αυτό το ενοχλητικό πρόβλημα της Κύπρου». Στο σημείωμα αναφέρεται: «Αυτό σημαίνει ότι (η Ελλάδα) θα κάνει κάποιες παραχωρήσεις. Στους Έλληνες χρειάζεται να υπενθυμίσουμε ότι το προηγούμενο καθεστώς τους, φέρει βαριά ευθύνη για την τουρκική επέμβαση και ότι πρέπει να πληρωθεί κάποιο τίμημα γι΄ αυτό». Προς την Αθήνα φαίνεται ότι τόνιζαν και το γεγονός, όπως υποστηρίζουν, «ότι όσο ο Κληρίδης ετοιμάζεται να δεχτεί τις νέες κοινοτικές ρυθμίσεις (αποφεύγουμε τη λέξη «ομοσπονδισμός», για να τους βοηθήσουμε να σώσουν τα προσχήματα) δεν θα έπρεπε να επιχειρήσουν να τον ξεπεράσουν. Το πείραμα του Σαμψών θα έπρεπε να έχει δείξει άπαξ και διά παντός ότι η ένωση δεν είναι εφικτή λύση, παρά μόνο έναντι του τιμήματος της διπλής ένωσης και υποθέτουμε ότι η Ελλάδα βρίσκει τη διπλή ένωση λιγότερο επιθυμητή εναλλακτική λύση από την φόρμουλα του Κληρίδη». (Department of State, Secret, Cyprus Options, Σημείωμα του Τζόζεφ Σίσκο στον Χένρι Κίσιγκερ, 12 Αυγούστου 1974)
Αναφορικά με τον κυπριακό παράγοντα, οι Αμερικανοί σημείωναν την ανάγκη να ενθαρρύνουν τον Κληρίδη «να επιδιώξει τη γραμμή της εποικοδομητικής λογικής που έχει ακολουθήσει και προσφερόμαστε να προσπαθήσουμε να πείσουμε την Αγκυρα να κρατήσει τις εδαφικές της απαιτήσεις σε λογικά πλαίσια». Σημείωναν περαιτέρω ότι πίεζαν τον Ντενκτάς «να παροτρύνει τους συναδέλφους του στην Αγκυρα να κινηθούν γρήγορα προς την αποδοχή της ομοσπονδιακής λύσης που τώρα είναι επιτεύξιμη και να αναγνωρίσουν ότι ο Κληρίδης δεν μπορεί να ακολουθήσει αυτή την πορεία εν όψει παράλογων εδαφικών απαιτήσεων». (Department of State, Secret, Cyprus Options, Σημείωμα του Τζόζεφ Σίσκο στον Χένρι Κίσιγκερ, 12 Αυγούστου 1974)
Σύμφωνα με τους Αμερικανούς «οι Σοβιετικοί θα εξακολουθήσουν να παίρνουν πόζες, αλλά η τακτική τους να αναμειγνύονται μέσω των Ηνωμένων Εθνών μπορεί να χειραγωγηθεί όσο είναι δρομολογημένη η διαδικασία της Γενεύης. Επιπλέον, δεν θα θέλουν να πάρουν μια θέση που θα προκαλούσε δυσκολίες στους Τούρκους, και συνεπώς η χρήση του χαρτιού του Μακαρίου μπορεί να έχει πιθανό αντίκτυπο σε περιστάσεις κατά τις οποίες θα έχει σημειωθεί αποτυχία της Συνδιάσκεψης. Θα έπρεπε να διατηρήσουμε το διάλογο με τους Σοβιετικούς κυρίως για να αποφύγουμε τη δημιουργία προβλημάτων». (Department of State, Secret, Cyprus Options, Σημείωμα του Τζόζεφ Σίσκο στον Χένρι Κίσιγκερ, 12 Αυγούστου 1974)
Στην Ουάσιγκτον, σε συνάντηση του Σίσκο με τον Τούρκο πρέσβη, ο τελευταίος εξέφρασε εκτίμηση για τη θέση των ΗΠΑ, με την οποία καλούσε την Αγκυρα να επιδείξει αυτοσυγκράτηση, τόνισε ωστόσο στο συνομιλητή του ότι δεν ήταν δυνατό για την Τουρκία να καθυστερήσει περισσότερο όσον αφορά τη συζήτηση της ουσίας μιας λύσης στη Γενεύη, αλλιώς «κάτι αναπόφευκτο μπορεί να συμβεί μέσα στην Κύπρο». (Department of State, Τηλεγράφημα του Κίσιγκερ στις πρεσβείες της Αγκυρας, της Αθήνας και της Λευκωσίας και στην αμερικανική μόνιμη αντιπροσωπεία στον ΟΗΕ, στη Γενεύη, 13 Αυγούστου 1974). Ο Εσενμπέλ περιέγραψε την τουρκική θέση σύμφωνα με κατευθύνσεις που είχαν διατυπωθεί νωρίτερα, συμπεριλαμβανόμενης της επιθυμίας για δύο ξεχωριστές οντότητες στο νησί κάτω από μια ανεξάρτητη ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Ο Εσενμπέλ παρουσίασε ένα χάρτη (όχι εντελώς σύγχρονο) που έδειχνε τις περιοχές της Κύπρου που κατείχαν παραδοσιακά οι Τουρκοκύπριοι. Σημείωσε ότι η διχοτόμηση ή η διπλή ένωση ήταν εκτός θέματος εφόσον η τουρκική κυβέρνηση δεν ήθελε άλλο ένα «ελληνικό νησί να περιβάλει την Τουρκία».
Ο Σίσκο απάντησε ότι η τουρκική θέση ήταν απόλυτα κατανοητή συμπεριλαμβανόμενης της σημασίας που αποδιδόταν στο στοιχείο του χρόνου. Όμως, ταυτόχρονα, επρόκειτο για ένα πολύπλοκο ζήτημα το οποίο δεν μπορούσε να ρυθμιστεί εν μια νυκτί. Έχουμε αναφορές για κάποια πρόοδο όσον αφορά την εκπλήρωση της συμφωνίας για τους τουρκικούς θυλάκους και έχουμε μιλήσει στον Ετσεβίτ παροτρύνοντας να δείξει ευελιξία. Δεν υπάρχει σχέδιο των ΗΠΑ, αλλά ελπίζουμε ότι τα ίδια τα μέρη θα προβάλουν διαπραγματεύσιμες προτάσεις. Ο Σίσκο ανέφερε πως οι επαφές που είχε με την τουρκική κυβέρνηση, είχαν ως αποτέλεσμα να μελετήσει ο Ετσεβίτ την πιθανότητα να προτείνει τη δημιουργία μερικών και όχι μιας ενιαίας τουρκικής ζώνης στο νησί.
11 Αυγούστου 1974: Αργά το βράδι, ο Ρότζερ Ντέϊβις ενημερώνει με έκτακτο σημείωμα το Στέϊτ Ντιπάρτμεντ ότι επίκειται νέα τουρκική επίθεση. Και υπόσχεται να επανέλθει με περισσότερες πληροφορίες. Ο Αμερικανός πρέσβης είχε ενημερωθεί από τη διοίκηση της Ειρηνευτικής Δύναμης ότι απαγορεύτηκε η είσοδος του προσωπικού της στις κατεχόμενες περιοχές, που κάλυπταν τότε το 15% του νησιού. Επίσης, οι Τούρκοι δεν επέτρεψαν σε Αμερικανούς και Βρετανούς διπλωμάτες να επισκεφθούν τη κατεχόμενη Λευκωσία. «Κάτι πολύ σοβαρό πρέπει να συμβαίνει», έγραφε ο πρέσβης.
Δεν είχε άδικο, όπως αποδείχθηκε την επομένη. Στενός συνεργάτης του Ντέϊβις, που δεν κατονομάζεται στο τηλεγράφημα συναντήθηκε με στρατιωτικούς υπαλλήλους της βρετανικής πρεσβείας, ένας εκ των οποίων υπαγόταν στη Διεύθυνση Μυστικών Υπηρεσιών, οι οποίοι αποκάλυψαν ότι ανέμεναν άμεσα «επανάληψη τουρκικής στρατιωτικής επιχείρησης». (Department of State, Τηλεγράφημα του Ρότζερ Ντέϊβις στον Χένρι Κίσιγκερ, Κοινοποίηση στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας, 12 Αυγούστου 1974). Είχαν βασίσει τη θέση τους αυτή, σε πολύ καλή πληροφόρηση που είχαν από Τούρκους στρατιωτικούς, οι οποίοι είχαν κάνει την εξής ανάλυση: «Αποδεχόμενοι ότι οι διπλωμάτες στη Γενεύη, αποδείχθηκαν ανίκανοι να κερδίσουν με ειρηνικά μέσα όσα υποσχέθηκαν οι Τούρκοι στρατηγοί να καταλάβουν με πόλεμο, είμαστε βέβαιοι ότι ο Ετσεβίτ και ο Γκιουνές θα αναγκαστούν να υποκύψουν στις πιέσεις των στρατιωτικών». Οι Βρετανοί ήταν βέβαιοι ότι ο Τούρκος πρωθυπουργός είπε ήδη στον Γκιουνές να βρει δικαιολογία γιά να τινάξει τον διάλογο στον αέρα. Στην ίδια ανάλυση, οι Τούρκοι στρατιωτικοί κατέληγαν στο συμπέρασμα ότι οι στρατηγοί «οσμίζονταν» περίπατο και δεν θα έχαναν την ευκαιρία να αποδείξουν ότι ηγούντο αξιόμαχου στρατεύματος.
Στο σημείωμα του, ο Ντέϊβις έγραφε και τα εξής:
«Εχουμε ενδείξεις ότι κάτι κινείται, κάτι γίνεται. Τις τελευταίες δύο ημέρες (σ.σ. από τις 9-10 Αυγούστου), ο διοικητής των τουρκικών δυνάμεων απαγορεύει κάθε πρόσβαση σε ξένους επισκέπτες στις περιοχές εκτός της Λευκωσίας. Ξεκάθαρα κάτι μαγειρεύουν που δεν θέλουν να το δουν οι ξένοι. ‘Η πρόκειται για περαιτέρω εκστρατεία εκκαθάρισης των Ελληνοκυπρίων κατοίκων των περιοχών αυτών, ή είναι αυτό που φοβόμαστε: είναι ένδειξη για τρομακτική αλλαγή των σχεδίων των τουρκικών στρατιωτικών δυνάμεων».
Ο Αμερικανός πρέσβης, που εκείνες τις κρίσιμες μέρες χρησιμοποίησε δεκάδες φορές την ασφαλή τηλεφωνική γραμμή γιά να συνομιλήσει με τον Κίσιγκερ και τον Σίσκο, σε νέο τηλεγράφημα του, την ίδια ημέρα, πληροφορούσε τους προϊσταμένους του και για τις κινήσεις του τουρκικού στρατού, που αποδείκνυαν ότι υλοποιούνται οι σχεδιασμοί του Ετσεβίτ. Στη συνομιλία του με τον Σίσκο, είπε στον υφυπουργό ότι «ίσως να πρόκειται για ψυχολογικό πόλεμο των Τούρκων, λόγω των συζητήσεων στη Γενεύη, αν και δεν το πιστεύω». Στο τηλεγράφημα του, σημείωνε τα εξής:
«Ανδρες της ΟΥΝΦΙΚΥΠ μέτρησαν 50-70 άρματα μάχης μεταξύ του Μπογαζίου και του χωρίου Ορτάκου, στην ανατολική πλευρά του δρόμου. Είδαν αυξημένη κίνηση στρατευμάτων. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η τεράστια αυτή δύναμη θα χρησιμοποιηθεί γιά πιθανή στρατιωτική κίνηση προς το τουρκικό χωριό Σατός (Chatos), που σημαίνει ότι θα αυξήσει δραματικά την περιοχή η οποία θα είναι κάτω από τουρκικό στρατιωτικό έλεγχο». (Department of State, Τηλεγράφημα του Ρότζερ Ντέϊβις στον Χένρι Κίσιγκερ, Κοινοποίηση στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας, 12 Αυγούστου 1974).
Στις 13 Αυγούστου, ο Τούρκος Πρέσβης επισκέφθηκε εκ νέου τον Σίσκο και του διαβίβασε μήνυμα από τον Ετσεβίτ. Εγραφε ο Τούρκος πρωθυπουργός: Σε όλες τις φάσεις του κυπριακού, η τουρκική κυβέρνηση είχε δώσει ευσυνείδητη προσοχή στη συνεργασία με την κυβέρνηση των ΗΠΑ και στο να ακολουθεί τις υποδείξεις του Κίσιγκερ. Στη σκέψη των Τούρκων ηγετών ήταν η διατήρηση της ειρήνης στην περιοχή, οι συμμαχικές υποχρεώσεις της Τουρκίας και το γεγονός ότι οι ελληνοτουρκικές σχέσεις ήταν εξαρτημένες από τα ίσα δικαιώματα μεταξύ των Ελλήνων και των Τούρκων στην Κύπρο. Όμως, σύμφωνα με τον Εσενμπέλ, «η Ελλάδα αρνήθηκε να συνεργαστεί με την Τουρκία γι΄ αυτό το σκοπό και η τουρκική κυβέρνηση ήταν υποχρεωμένη να αναλάβει αναγκαία δράση. (Department of State, Τηλεγράφημα του Κίσιγκερ στις πρεσβείες του Λονδίνου, του Παρισιού, της Αγκυρας, της Αθήνας και της Λευκωσίας και στις αμερικανικές μόνιμες αντιπροσωπείες στον ΟΗΕ, στη Νέα Υόρκη και τη Γενεύη, 14 Αυγούστου 1974) Η τουρκική κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη στην κυβέρνηση των ΗΠΑ για τις εποικοδομητικές προτάσεις που έχει διατυπώσει και ελπίζει ότι αυτό θα είναι προάγγελος για πιο γόνιμες σχέσεις στο μέλλον. Είναι προς το αμοιβαίο όφελος της κυβέρνησης των ΗΠΑ και της τουρκικής κυβέρνησης να μη διεθνοποιηθεί το κυπριακό». Αναφερόμενος στο Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, ο Εσενμπέλ δήλωσε ότι είχε λάβει προηγουμένως οδηγίες να ζητήσει την υποστήριξη της κυβέρνησης των ΗΠΑ να μην επαναληφθεί ούτε να επιτραπεί να έρθει προς συζήτηση στο συμβούλιο Ασφαλείας το κυπριακό.
Ωστόσο, εάν συνεδριάσει το Συμβούλιο Ασφαλείας με αυτό το θέμα στην τρέχουσα περίσταση, ο Εσενμπέλ δήλωσε ότι ο πρωθυπουργός της Τουρκίας ζητά από την κυβέρνηση των ΗΠΑ να μην επιτρέψει να παρθεί καμιά απόφαση στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ η οποία θα στρεφόταν εναντίον της χώρας του. Εν συντομία, ο Εσενμπέλ δήλωσε πως η τουρκική κυβέρνηση προσδοκούσε να χρησιμοποιήσει η Ουάσιγκτον το βέτο της σε μια τέτοια περίπτωση.
Ο Αμερικανός υφυπουργός σχολίασε ότι έχουν προσπαθήσει να συνεργαστούν πλήρως σ΄ αυτή την πολύ δύσκολη κατάσταση. Οι εντατικές ανταλλαγές απόψεων μεταξύ της αμερικανικής και της τουρκικής κυβέρνησης «έχουν καταλήξει σε μεγάλο βαθμό κατανόησης και εμείς έχουμε την πρόθεση να συνεχίσουμε με το ίδιο πνεύμα στο μέλλον». Αναφορικά με το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, αυτό συνήλθε πολύ γρήγορα και όλα τα μέλη ευνοούσαν μια άμεση συνεδρίαση και δράση, είπε ο Σίσκο και πρόσθεσε: «Η κυβέρνηση της Τουρκίας θα διαπιστώσει ότι συνολικά η βασική μας προσέγγιση στο Συμβούλιο Ασφαλείας είναι κυρίως έκφραση λύπης και όχι θυμού». Ο Σίσκο πληροφόρησε τον Εσενμπέλ ότι η απόφαση του Σ.Α. είχε υιοθετηθεί ομόφωνα και του έδωσε το κείμενο. Εξήγησε ότι η πρωτεύουσα ανησυχία των Αμερικανών ήταν ότι το αποτέλεσμα δεν θα έπρεπε να είναι υπό μορφή οποιασδήποτε δράσης, η οποία θα μπορούσε να γίνει αντικείμενο εκμετάλλευσης από δυνάμεις εχθρικές προς τις ΗΠΑ. Ο Σίσκο υπενθύμισε στον Εσενμπέλ ότι είχαν πει στην τουρκική κυβέρνηση πως «δεν μπορούσαμε να υποστηρίξουμε την Τουρκία στο Συμβούλιο Ασφαλείας, εάν αυτή επέλεγε τη στρατιωτική λύση. Εάν είχαμε πράξει διαφορετικά, θα είχαμε απομονωθεί».
Ο Σίσκο έδωσε έμφαση στο ότι έτσι ακριβώς είχαν δείξει κατανόηση σε σχέση με τα αμοιβαία τους συμφέροντα και ανάμεναν ότι Αγκυρα θα κατανοήσει την κατάσταση της αμερικανικής κυβέρνησης και πρόσθεσε τα εξής θέλοντας να δείξει πως η ψήφος των ΗΠΑ ήταν περισσότερο κίνηση τακτικής και όχι ουσίας: «Δεν πρόκειται να δράσουμε υπό την πίεση των Σοβιετικών ή να επιτρέψουμε να άγεται και να φέρεται η τουρκική κυβέρνηση από αυτούς. Αλλά η κυβέρνηση της Τουρκίας πρέπει να δείχνει κατανόηση όταν ψηφίζουμε τέτοιες αποφάσεις. Είναι επίσης σημαντικό για την τουρκική κυβέρνηση να κατανοήσει ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ δεν πήρε την πρωτοβουλία γι’ αυτό το θέμα. Δεν συμφέρει την κυβέρνηση της Τουρκίας να χάσουν οι ΗΠΑ την καλή τους πίστη σε ολόκληρη την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου». Ο Σίσκο ζήτησε από τον Εσενμπέλ να εξηγήσει τη θέση των ΗΠΑ πλήρως και με κατανόηση στον Ετσεβίτ , πράγμα που ο Τούρκος πρέσβης υποσχέθηκε πως θα έκανε». (Department of State, Τηλεγράφημα του Κίσιγκερ στις πρεσβείες του Λονδίνου, του Παρισιού, της Αγκυρας, της Αθήνας και της Λευκωσίας και στις αμερικανικές μόνιμες αντιπροσωπείες στον ΟΗΕ, στη Νέα Υόρκη και τη Γενεύη, 14 Αυγούστου 1974
Τις ίδιες μέρες, η Κύπρος έδινε τη δική της μάχη παντού. Οι ηγέτες της έβλεπαν την θύελλα να έρχεται, αλλά ήταν ανήμποροι να την σταματήσουν μόνοι τους. Ο Νίκος Δημητρίου επισκέφθηκε επανηλειμμένα τον Σίσκο. Στις 13 Αυγούστου τον προειδοποίησε ότι οι Τούρκοι προετοιμάζονταν για την επανάληψη των συγκρούσεων στο νησί, αναπτύσσοντας ξανά δυνάμεις σε πολλές περιοχές. Ο Κύπριος πρέσβης είπε ότι η κατάσταση είναι πολύ σοβαρή από στρατιωτικής όσο και από πολιτικής απόψεως, και παρουσιάζει τον κίνδυνο της «γενοκτονίας». Σε κάποια στιγμή της συζήτησης, ο πρέσβης δεν άντεξε και δάκρυσε μπροστά στο Σίσκο. (Department of State, Τηλεγράφημα του Κίσιγκερ στις πρεσβείες του Λονδίνου, του Παρισιού, της Αγκυρας, της Αθήνας και της Λευκωσίας και στις αμερικανικές μόνιμες αντιπροσωπείες στον ΟΗΕ, στη Νέα Υόρκη και τη Γενεύη, 13 Αυγούστου 1974)
Ο υφυπουργός απάντησε ότι εάν αποτύχουν οι συνομιλίες στη Γενεύη, θα μπορούσαν κάλλιστα να ξεσπάσουν και πάλι μάχες. Γι΄ αυτό το λόγο, όπως είπε, οι ΗΠΑ εξακολουθούν να παίζουν ενεργό ρόλο στο να ενθαρρύνουν μια -κατόπιν διαπραγμάτευσης- συμφωνία. Προτρέψαμε, συνέχισε, ακόμη και σήμερα διά τηλεφώνου να δοθεί επαρκής χρόνος για τη μελέτη των προτάσεων που διατυπώνονται στη Γενεύη, αν και σε μια πιό επείγουσα βάση. Τέτοιες προτάσεις, είπε ο Σίσκο, θα έπρεπε να παρουσιάζονται σε μια βάση του δίνω-και-παίρνω και όχι σε μια βάση του παίρνω-ή-φεύγω. Ελπίζουμε ότι μπορούν να καταλήξουν σε συνεννόηση όσον αφορά τη βόρεια ζώνη που επιθυμεί η Τουρκία και να επιτρέψει περαιτέρω πρόοδο ώστε να επιτευχθεί μια λύση μέσα από τις διαπραγματεύσεις, ανέφερε προς τον Κύπριο συνομιλητή του.
Ο Σίσκο σχολιάζοντας τα όσα του είπε ο Δημητρίου για την πρόθεση της Ελλάδας να προσφύγει στο Συμβούλιο Ασφαλείας σε περίπτωση κατάρρευσης των συνομιλιών, ήταν κατηγορηματικός: «Θα ήταν σοβαρό λάθος αυτή τη στιγμή. Η ενέργεια αυτή θα έδινε απλώς την ευκαιρία σε εξωτερικές δυνάμεις, ιδιαίτερα στη Σοβιετική Ένωση, να εισαγάγουν περιπλοκές στο Κυπριακό. Αλλες εναλλακτικές λύσεις δεν είχαν εξαντληθεί και η εσπευσμένη κίνηση προς το Συμβούλιο Ασφαλείας θα αποτελούσε κακό υπολογισμό».
Την επόμενη μέρα, όταν είχε σχεδόν ολοκληρωθεί η δεύτερη τουρκική επιχείρηση, ο Δημητρίου πήγε και πάλι στο Σίσκο και όπως περιγράφεται από το πρακτικό της συνάντησης ο Κύπριος πρέσβης ήταν πολύ αναστατωμένος, καθώς εξέφραζε τη βαθιά πικρία και απογοήτευση της κυβέρνησής του για την τουρκική στρατιωτική δράση. Αναφέρθηκε στην απελπισία που κυριαρχεί την ηγεσία και το λαό του νησιού και συνέκρινε την τουρκική ενέργεια με εκείνη του Χίτλερ στην Τσεχοσλοβακία. (Department of State, Τηλεγράφημα του Κίσιγκερ στις πρεσβείες του Λονδίνου, της Αγκυρας, της Αθήνας και της Λευκωσίας και στις αμερικανικές μόνιμες αντιπροσωπείες στον ΟΗΕ, στη Νέα Υόρκη και στο ΝΑΤΟ, στις Βρυξέλλες στις 14 Αυγούστου 1974) Ο Κύπριος διπλωμάτης κατηγόρησε ευθέως την Ουάσιγκτον ότι μπορούσε να είχε αποτρέψει την τουρκική κίνηση. Ο Δημητρίου ήταν σε έξαλλη κατάσταση. Συμπερασματικά, είπε πως η κυπριακή κυβέρνηση ζητούσε όλη τη δυνατή βοήθεια από τους Αμερικανούς για να διατηρηθεί η Κύπρος ως ανεξάρτητο κράτος.
Ο Σίσκο διαβεβαίωσε τον Δημητρίου ότι το θέμα της Κύπρου ήταν πρώτης προτεραιότητας για τον Κίσιγκερ και τον πρόεδρο Τζέραλντ Φορντ και ότι ο υπουργός είχε επιδοθεί σε μια εντατική διπλωματική δραστηριότητα με όλα τα μέρη ώστε να προσπαθήσει να εμποδίσει την επανάληψη των εχθροπραξιών και να συνεχιστούν οι διαπραγματεύσεις. Η αμερικανική κυβέρνηση, τόνισε ο υφυπουργός, ξεκαθάρισε τη θέση της στην Τουρκία μέσω κατ΄ ιδίαν επικοινωνιών και τέλος μέσω της δήλωσης προς τα μέσα ενημέρωσης, στις 13 Αυγούστου.
Το μεσημέρι της επόμενης μέρας, ο Καναδός πρεσβευτής Καντιέ επισκέφθηκε τον Σίσκο για να λάβει πληροφορίες για τις εξελίξεις στην Κύπρο. Ο υφυπουργός ανασκόπησε τις εξελίξεις των περασμένων τραγικών ημερών, αρχίζοντας με τις ενδείξεις της 10ης Αυγούστου ότι η Τουρκία ίσως προετοίμαζε στρατιωτική δράση. Είπε: «Από εκείνη την ημέρα και ακολούθως, ο υπουργός μίλησε στον Ετσεβίτ τηλεφωνικώς ζητώντας του να δείξει ευελιξία, να συνεχίσει τις διαπραγματεύσεις και να καθυστερήσει τη μελέτη στρατιωτικής δράσης. Υπέδειξε ότι οι ΗΠΑ δεν θα υποστήριζαν την Τουρκία στα Ηνωμένα Εθνη, εάν κατέφευγε στη βία. Την προηγούμενη ημέρα, την 13η Αυγούστου υπήρξαν πρόσθετα σημάδια ότι η Τουρκία προετοίμαζε μια στρατιωτική κίνηση για το επόμενο πρωί, εάν οι τουρκικές απαιτήσεις δεν ικανοποιούνταν στη Γενεύη. Αυτές οι απαιτήσεις ήταν να δοθεί αυτονομία στους Τουρκοκύπριους εντός μιας ή περισσότερων ζωνών που θα συνέθεταν το ένα τρίτο του νησιού», τόνισε στον Καναδό πρέσβη. (Department of State, Τηλεγράφημα του Κίσιγκερ σ’ όλες τις πρεσβείες των χωρών-μελών του ΝΑΤΟ, 16 Αυγούστου 1974)
Στη διάσκεψη της Γενεύης, η πρόθεση της τουρκικής πλευράς ήταν πρόδηλη. Αποσκοπούσε πρωτίστως να οδηγήσει τη συνάντηση σε ναυάγιο, έτσι ώστε να μπορέσει να προχωρήσει στην ολοκλήρωση των σχεδίων της με την κατάληψη του 37% του νησιού. Οι Τούρκοι κατάθεσαν δυο σχέδια επίλυσης του Κυπριακού, ένα από τον Γκιουνές κι ένα από τον Ντενκτάς. Αμφότερα τα σχέδια προέβλεπαν ότι ένα ποσοστό εδάφους 34% θα παρέμεινε υπό τους Τούρκους και αποτέλεσαν εν πολλοίς προπομπό της σημερινής «Γραμμής Αττίλα». Το σχέδιο Ντενκτάς προέβλεπε όπως η Κυπριακή Δημοκρατία, που θα αποτελεί ένα ανεξάρτητο διεθνιστικό κράτος, θα συνίσταται από δύο ομοσπονδοποιημένα κράτη με πλήρη έλεγχο και αυτονομία στα οικεία γεωγραφικά όρια. Η έκταση του τουρκοκυπριακού ομόσπονδου κράτους, ανέφερε το σχέδιο Ντενκτάς, θα κάλυπτε το 34% (θα άρχιζε από την περιοχή Λιμνίτη και Λεύκας και μέσω της Λευκωσίας θα κατέληγε στο λιμάνι της Αμμοχώστου. Το σχέδιο Γκιουνές περιελάμβανε πρόταση για έξι καντόνια (πολυπεριφερειακή ομοσπονδία). Η κυρίως τουρκική επαρχία θα ήταν η περιοχή που κάλυπτε τα Πάναγρα, τη Μύρτου, τον Ασώματο, τη Σκυλλούρα, το Γερόλακκο, την τουρκική συνοικία της Λευκωσίας, τη Μόρα, την Αγκαστίνα, τα Γέναγρα, τη Μάραθα, τους Στύλλους, τη Λίμνη καθαρού νερού, το τουρκικό τμήμα της πόλης της Αμμοχώστου, και την βορειοδυτική γραμμή που δεν περιλαμβάνει την τοποθεσία Γαλούνια και περιλαμβάνει την Κώμη Κεπήρ, τον Άγιο Ευστάθιο και δεν περιλαμβάνει τα Γαστριά. Ως καντόνια περιελάμβανε τη Λεύκα, και περιοχές στην Πόλη Χρυσοχούς, στη Πάφο, τη Λάρνακα και την Καρπασία.
Η ελληνοκυπριακή πλευρά η οποία, εκτός από τον Κληρίδη αποτελείτο από τον Κρίτωνα Τορναρίτη, τον Μιχ. Τριανταφυλλίδη και τον Τάσο Παπαδόπουλο συνέταξε δικές της προτάσεις, οι οποίες έθεταν θέμα κεντρικής κυβερνήσεως, ενώ υποστήριζε πως «η ελληνική και η τουρκική κοινότητα θα ασκούν τις εξουσίες και τις αρμοδιότητες τους στις περιοχές που αποτελούνται από καθαρά ελληνικά και τουρκικά χωριά και δήμους αντιστοίχως». Η πρόταση απορρίφθηκε και ο Γκιουνές επανήλθε με συμπληρωματική, η οποία δεν απείχε από τις προηγούμενες. Οι Τούρκοι επέμειναν στο 34% του εδάφους.
Η κατάρρευση της διάσκεψης ήταν θέμα χρόνου. Ο Κάλαχαν σε μια προσπάθεια να διατηρήσει εν ζωή τη σύνοδο έδωσε διαβεβαιώσεις στον Κληρίδη και τον Μαύρο πως εάν αποδέχονταν την αρχή των δυο ζωνών δεν θα υπήρχε νέα προέλαση. Γιά το θέμα αυτό, ο Κληρίδης είπε: «Ο Κάλαχαν ενημέρωσε τον Κίσιγκερ για τις προτάσεις που υπέβαλαν οι Τούρκοι. Του τόνισε ότι προέβλεπε ναυάγιο. Η γνώμη του Κίσιγκερ ήταν να δεχθούμε μια από τις προτάσεις των Τούρκων χωρίς όμως αποδοχή του προτεινόμενου εδαφικού ποσοστού. Κατά τον Κίσιγκερ αποδοχή μιας των προτάσεων θα είχε σαν αποτέλεσμα την αποφυγή του ναυαγίου της διασκέψεως και θα οδηγούσε στη συζήτηση για το ποσοστό και άλλων συναφών θεμάτων. Το θέμα όμως είχε προέκταση. Οι Τούρκοι ζητούσαν αμέσως μετά την αποδοχή των προτάσεων, το ζητούμενο ποσοστό εδάφους, να τεθεί υπό τουρκικό έλεγχο. Κάτι τέτοιο όμως θα σήμαινε αποδοχή από μας της τουρκικής κατοχής και θα απέκλειε κάθε δικαίωμα καταγγελίας της εισβολής εφόσον η κατοχή των εδαφών θα γινόταν με τη συγκατάθεσή μας». (Ιστορική Εγκυκλοπαίδεια της Κύπρου)
Ο Κληρίδης ζήτησε 36 ώρες αναβολή για να απαντήσει, αλλά η τουρκική πλευρά δεν έδωσε χρονικά περιθώρια στην ελλληνική πλευρά Η κατάρρευση της διάσκεψης ήταν γεγονός. Ο Γκιουνές εγκατέλειψε τη θέση του και τηλεφώνησε στον Ετζεβίτ: «Η Αισέ μπορεί να πάει διακοπές», του είπε. Το σύνθημα αυτό συνιστούσε το πράσινο φως για τη δεύτερη φάση της εισβολής.
14 Αυγούστου 1974: Ηταν τελικά η πλέον τραγική μέρα στην ιστορία της Κύπρου. Σύμφωνα με Αμερικανό διπλωμάτη, που συμμετείχε στην ομάδα του Κίσιγκερ, «είναι πιό τραγική και από την 20η Ιουλίου». Την προηγούμενη ημέρα, ο Κίσιγκερ κάλεσε στο γραφείο του –όπως έκανε πάντα όταν βρισκόταν ενώπιον κρίσεων- το νομικό σύμβουλο του Στέϊτ Ντιπάρτμεντ, Helmut Sonnenfeldt. Του εξηγεί τα, μέχρι εκείνης της στιγμής, δεδομένα, προβλέπει αδιέξοδο στις συνομιλίες της Γενεύης –επιβεβαιώνεται μερικές ώρες αργότερα- και ζητά τη γνώμη του πως να αντιμετωπίσει την κατάσταση, εάν όντως ο Ετσεβίτ διατάξει τον Γκιουνές να αποχωρήσει από τις συνομιλίες. Στη διάρκεια της συνάντησής τους, ο υπουργός διέκοπτε συνέχεια τη συζήτηση, και ομιλούσε με τον Βρετανό ομόλογό του, Τζέϊμς Κάλλαχαν, με τον Γλ. Κληρίδη, τον Ετσεβίτ, τον Ελληνα υπουργό Εξωτερικών, Γεώργιο Μαύρο, με όλους γενικά τους πρωταγωνιστές του Κυπριακού. Οι στιγμές είναι δύσκολες, αλλά –σύμφωνα με τον Αμερικανό διπλωμάτη- ο Κίσιγκερ δεν αγωνιά ιδιαίτερα.
Νωρίς το πρωί της 14ης Αυγούστου, και ενώ οι ορδές του Αττίλα έκαιγαν την Κύπρο, σκοτώνοντας χιλιάδες Ελληνοκύπριους, ο Sonnenfeldt παρέδωσε στον Κίσιγκερ την ετυμηγορία του, η οποία -για τους βετεράνους του Στέϊτ Ντιπάρτμεντ- ήταν η ταφόπετρα γιά το νησί. Ο νομικός σύμβουλος και ένας από τους πιό στενούς συνεργάτες του Κίσιγκερ, έγραφε τα εξής στο μνημόνιο του, που με εντολή του υπουργού χαρακτηρίστηκε «Απόρρητο-Για τα μάτια μόνο» («Secret-EYES ONLY»): (THE COUNSELOR, Department of State, URGENT – SECRET/EYES ONLY, Memorandum for the Secretary, Από τον HELMUT SONNENFELDT, Θέμα: CYPRUS ACTIONS, 14 Αυγούστου 1974)
14 Αυγούστου 1974.
Θέμα: Ενέργειες στην Κύπρο
Ζητήσατε κάποιες σύντομες ιδέες για το τί να κάνουμε στη συνέχεια.
Τίποτα από ότι μπορώ να σκεφθώ θα σταματήσει τους Τούρκους από το να προσπαθήσουν να εξασφαλίσουν δια της βίας όσα απαίτησαν στα τελεσίγραφά τους. Ουσιαστικά, όπως ήταν έτσι κι αλλιώς η αλήθεια, η μόνη πιθανή βιώσιμη λύση (modus vivendi) θα πρέπει να βασισθεί σε μια ντε φάκτο διαίρεση του νησιού, όποια και αν είναι η μορφή της.
Εάν οι Τούρκοι κινηθούν γρήγορα και μετά αναγκασθούν να υποχωρήσουν, ίσως προκληθεί ελληνική αντίδραση και τότε ίσως μας δοθεί η ευκαιρία να προσπαθήσουμε για μια συμφωνία (η οποία ίσως σώσει και τον Καραμανλή).
Καθώς οι Σοβιετικοί μπορούν να λειτουργήσουν ως φόβητρο, πρέπει να τους κρατήσουμε σε απόσταση. Δεν μπορούν να εξελιχθούν σε διαιτητές μεταξύ συμμάχων των Ηνωμένων Πολιτειών. Τα συμφέροντά τους διαφέρουν ριζικά από τα δικά μας. Εμείς επιθυμούμε ένα modus vivendi μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας, ενώ αυτοί θέλουν μια αδέσμευτη Κύπρο, και προτιμούν την Ελλάδα ή την Τουρκία, ή και τις δυο αποστασιοποιημένες από το ΝΑΤΟ.
Ετσι, θα πρέπει:
– Να προσπαθήσουμε, επειγόντως, να περιορίσουμε την ελληνική αντίδραση, τουλάχιστον για 24 ώρες,
– Να πούμε ξεκάθαρα στους Τούρκους ότι πρέπει να σταματήσουν σήμερα, ή το αργότερο αύριο (tomorrow at the latest),
– Να προειδοποιήσουμε τους Τούρκους ότι η Ελλάδα κινείται ταχύτατα προς τα αριστερά.
– Να στείλουμε έναν υψηλόβαθμο αξιωματούχο στην Αθήνα γιά να ασκεί συνεχή και άμεση επιρροή στον Καραμανλή,
– Με δεδομένο ότι οι Τούρκοι θα καταλάβουν γρήγορα την Αμμόχωστο, να διαβεβαιώσετε ιδιωτικά τους Τούρκους (privately assure Turks) ότι θα τους εξασφαλίσουμε λύση που θα περιλαμβάνει το ένα τρίτο του νησιού, στο πλαίσιο κάποιου διακανονισμού ομοσπονδιακής φύσης.
– Να διαβεβαιώσουμε τους Ελληνες ότι θα περιορίσουμε τις τουρκικές απαιτήσεις και δεν θα επιτρέψουμε άλλους εγκλωβισμένους, κλπ.
Δεν πρέπει να εμπλακείτε άμεσα, άστε να σταματήσουν οι εχθροπραξίες. Αφού γίνει αυτό, πρέπει να το κάνετε διότι δεν υπάρχει εναλλακτική δυνατότητα, και μόνο εμείς έχουμε το βάρος (να το κάνουμε).
Δεν νομίζω ότι οι Βρυξέλλες και το ΝΑΤΟ είναι το μέρος που πρέπει να χρησιμοποιήσουμε (σ.σ. γιά έδρα των ελληνοτουρκικών συζητήσεων) όταν έρθει η ώρα. Οι Ελληνες είναι πιθανότατα πολύ χολωμένοι με το ΝΑΤΟ και η διαδικασία μιας συνάντησης σε υπουργικό επίπεδο είναι περίεργη. Εξάλλου, χρειάζεστε τον Ετσεβίτ και τον Καραμανλή.
Το Λονδίνο ίσως δεν είναι αποδεκτό από τους Τούρκους λόγω της επίθεσης που δέχθηκαν από τον Κάλαχαν. Δεν θα πρέπει να μεταβείτε στις (δύο) πρωτεύουσες (εννοεί την Αθήνα και την Αγκυρα). Αυτό ίσως σημαίνει Γενεύη.
Η Ουάσιγκτον, στο πλαίσιο πρωτοβουλίας του Προέδρου θα ήταν εντάξει, αλλά θα είναι δύσκολο να καταφέρουμε να έρθουν τα ενδιαφερόμενα μέρη. Επίσης, θα εκληφθεί ως πρόκληση από τους Ρώσους. Η Νέα Υόρκη θα καθιστούσε δύσκολη τη διατήρηση των Ρώσων μακριά από τη διαδικασία. Θα μπορούσατε επίσης να επιχειρήσετε τη Ρώμη».
Ο Κίσιγκερ διάβασε το σημείωμα-συμβουλή του Sonnenfeldt στον Σίσκο. Ο υφυπουργός Εξωτερικών, που το μελέτησε, είχε μείνει άφωνος. Ηδη, τα κέρδη της Τουρκίας στο πολεμικό πεδίο άγγιζαν το 28-30%. Απέμενε η Αμμόχωστος, η οποία καταλήφθηκε την επομένη. Συνεργάτης του Σίσκο μας είπε, ότι εκείνη την ημέρα ο Αμερικανός υφυπουργός «είδε την αλλαζονεία να ξετυλίγεται μπροστά στα μάτια του».
Σύμφωνα με τα αμερικανικά έγγραφα, το βράδυ της 13ης Αυγούστου, κατά τη διάρκεια της τελικής συνεδρίασης στη Γενεύη, ο Κληρίδης έδειξε κάποια ευελιξία και προθυμία να συζητήσει περαιτέρω τις τουρκικές απαιτήσεις. Ωστόσο, οι Τούρκοι δεν ικανοποιήθηκαν και η στρατιωτική τους δράση άρχισε νωρίς το επόμενο πρωί. Αμέσως μετά την κατάρρευση των συνομιλιών και την έναρξη της δεύτερης φάσης της τουρκικής προέλασης στην Κύπρο, ο Κληρίδης επέστρεψε στο νησί. Έφθασε αεροπορικώς τα μεσάνυχτα της 14ης Αυγούστου και την επομένη συγκάλεσε μια ευρεία και αντιπροσωπευτική σύσκεψη πολιτικών κι άλλων παραγόντων. Στη σύσκεψη, στην οποία παραβρέθηκαν, πολιτικοί αρχηγοί, πρώην υπουργοί, μητροπολίτες καθαιρεμένοι και μη αλλά και ο Σαμψών και πραγματοποιήθηκε στο αμφιθέατρο του Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών, ο Κληρίδης είχε προβεί σε μια ενδελεχή ενημέρωση για τις εξελίξεις και ζήτησε να ακούσει απόψεις. Η σύναξη αυτή πραγματοποιήθηκε υπό τη σκιά των γεγονότων και το κλίμα γινόταν περισσότερο βαρύ από την παρουσία των ενόπλων της ΕΟΚΑ Β’. Στα εκτενή πρακτικά της συνάντησης αυτής (Τα πρακτικά δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό ”Ελλάς- Κύπρος – Τουρισμός”, έκδοση Δεκεμβρίου 1974), και στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ), σημειωνόταν με έμφαση ότι είχε προειδοποιηθει ο πρόεδρος της ΕΔΕΚ, Βάσος Λυσσαρίδης, να μην μεταβεί στη σύσκεψη γιατί κινδύνευε η ζωή του. Τελικά πήγε και παρά τις απειλές των ενόπλων μίλησε ζητώντας, μεταξύ άλλων και την επάνοδο του Μακαρίου. Η σύσκεψη ολοκληρώθηκε χωρίς καμία απόφαση, ο Γλαύκος Κληρίδης, όμως, έδωσε μια πλήρη εικόνα των εξελίξεων στο διπλωματικό πεδίο. Περιέγραψε τις τουρκικές απαιτήσεις στη Γενεύη και το τελεσίγραφο το οποίο του είχε τεθεί. Οι Τούρκοι, σύμφωνα με τον Κληρίδη, παρουσίασαν δύο εναλλακτικά σενάρια, τα οποία έθεταν ως επιλογές για την ελληνική πλευρά.
Πρώτον, επροτείνετο γεωγραφική διαίρεση της Κύπρου και ομοσπονδιακή λύση με την ισότιμη εκπροσώπηση Ελλήνων και Τούρκων στην ομοσπονδιακή Βουλή των δυο αυτόνομων κρατιδίων. Το σχέδιο προέβλεπε παραχώρηση εδάφους της Κύπρου εκτάσεως 34% εις τον τουρκικό στρατό, 24 ώρες μετά την αποδοχή του. Η γραμμή θα άρχιζε από το χωριό Λιμνίτης και μέσω του τουρκικού τομέα της Λευκωσίας θα κατέληγε στην τουρκική συνοικία της Αμμοχώστου.
Δεύτερον, επροτείνετο διαχωριστική γραμμή από το χωριό Πάναγρα και μέσω Μύρτου, Κοντεμένου και Γερολάκκου εις την τουρκική συνοικία Αμμοχώστου. Προβλέπετο, επίσης, η δημιουργία πέντε καντονίων στην Πάφο, Λάρνακα, Ξερό, Πόλη Χρυσοχούς και Καρπασία.
Ο Γλαύκος Κληρίδης είπε πως αποδέχθηκε τα τελεσίγραφα ζητώντας χρόνο για να συζητήσει τα σενάρια στην Κύπρο. Ο χρόνος αυτός δεν του είχε δοθεί και ο Κληρίδης πήγε πρώτα στην Ελλάδα και μετά επέστρεψε στην Κύπρο. Στην Αθήνα, όπως ο ίδιος ανέφερε στη σύσκεψη, συναντήθηκε με τον Καραμανλή, ο οποίος τον ενημέρωσε ”επί της αποφάσεως ότι δεν πρέπει να αναμένονται στρατιωτικαί ενισχύσεις εξ Ελλάδος στην Κύπρον”. Αναφερόμενος στον διεθνή παράγοντα είπε πως ο Κίσιγκερ υποστήριζε ομοσπονδιακή λύση επί γεωγραφικής βάσεως με μεγαλύτερες διασφαλίσεις προς τους Τουρκοκύπριους. Επί της ουσίας, είπε ο Κληρίδης, ο Αμερικανός υπουργός υποστήριζε τις τουρκικές θέσεις και τα σχέδια, αντιτίθεται όμως στην διά της βίας επιβολή τους.
Οι Βρετανοί, σύμφωνα και με τα όσα του ανέφερε ο Κάλαχαν παρουσία του Γεωργίου Μαύρου, ευνοούσαν ομοσπονδιακή λύση επί γεωγραφικής βάσεως αλλά πίστευαν ότι το ποσοστό εδάφους που ζητούσαν οι Τούρκοι (34%) ήταν μεγάλο και έπρεπε να μειωθεί. Η θέση για λύση ομοσπονδίας, σύμφωνα με τον Κληρίδη, υποστηρίζετο και από τα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ. Περιέγραψε επίσης την κατάσταση στο στρατιωτικό επίπεδο, σημειώνοντας ότι η Εθνική Φρουρά δεν ήταν σε θέση να σταματήσει την προέλαση του τουρκικού Αττίλα. Καταλήγοντας είπε πως ενώπιόν του εγείρονται τρία ερωτήματα:
Πρώτον: Όταν συμπληρωθεί η «Γραμμή Αττίλα» και οι Τούρκοι ζητήσουν διαπραγματεύσεις τι θα απαντούσε.
Δεύτερον: Εάν αρνηθεί τις διαπραγματεύσεις και οι Τούρκοι καταλάβουν ολόκληρο το νησί, τι θα έπρεπε να γίνει.
Τρίτον: Δεν θα ήταν προτιμότερο να διαπραγματεύετο με μικράν πιθανότητα να δεχθούν οι Τούρκοι λιγότερη έκταση εδάφους και με πιθανότητα να διασφαλισθούν οι Έλληνες που θα διαμένουν σε τουρκικές περιοχές.
Αργά το βράδι της 14ης Αυγούστου και ενώ ο Κληρίδης προσπαθούσε να επιστρέψει στο νησί, ο Αμερικανός πρέσβης δέχθηκε τηλεφώνημα από τον εκτελώντα χρέη υπουργού Εξωτερικών, Πατσαλίδη, ο οποίος ήταν τρομοκρατημένος, καθώς –όπως είπε στον Ρότζερς- κάποιος από την αμερικανική πρεσβεία διέρρεε ότι επίκειται ολοκληρωτικός αποκλεισμός της Λευκωσίας από τους Τούρκους. Ο Ντέϊβις απάντησε ότι ο ίδιος γνώριζε ότι «δεν ήταν στους στόχους της Τουρκίας ο αποκλεισμός της Λευκωσίας» και η σύγχυση οφείλεται σε ανταπόκριση δημοσιογράφου του BBC. (Department of State, Τηλεγράφημα του Ρότζερ Ντέϊβις στον Χένρι Κίσιγκερ, 15 Αυγούστου 1974) Ο πρέσβης, επικοινώνησε με τον Κίσιγκερ, ο οποίος όντως τον διαβεβαίωσε ότι «δεν υπάρχει ούτε πληροφορία, ούτε ένδειξη ότι η κατάληψη της Λευκωσίας είναι στους σχεδιασμούς της Τουρκίας». Την επομένη νωρίς το πρωί, και αφού πριν τα μεσάνυχτα είχε επιστρέψει ο Κληρίδης, ο Ρότζερς τηλεφώνησε στον Πατσαλίδη, και τον ρώτησε αν ο πρέσβης στον ΟΗΕ Ζήνων Ρωσσίδης έχει εντολή να υποστηρίξει την ιδέα των Σοβιετικών γιά αποστολή στην Κύπρο ομάδας των Ηνωμένων Εθνών. Ηταν έκπληκτος και δεν πίστευε αυτά που του έλεγα, ενημερώνει ο Ντέϊβις τον Κίσιγκερ: «Μου είπε ότι δεν δόθηκε καμία τέτοια εντολή στον Ρωσσίδη. Μου τόνισε ότι αμφιβάλλει να συνομιλεί ο Κληρίδης με τον Ρωσσίδη. Τον ενημέρωσα τί κάναμε γιά να σταματήσουμε τον Ετσεβίτ. Εκτίμησε το ρόλο μας. Αλλά, σας προειδοποιώ ότι η θέση του κ. Πατσαλίδη δεν έχει καμία σχέση με αυτό που πιστεύει ο απλός Κύπριος, ο οποίος δεν έχει καμία αμφιβολία για την αμερικανική υποστήριξη των τουρκικών στόχων». (Department of State, Τηλεγράφημα του Ρότζερ Ντέϊβις στον Χένρι Κίσιγκερ, 15 Αυγούστου 1974).
Στις 15 Αυγούστου, ο Ρότζερ Ντέϊβις τηλεφώνησε στον Κληρίδη και του ζήτησε να συναντηθούν. Είχε, του είπε, εντολή από τον Κίσιγκερ, να του μεταφέρει ένα προσωπικό μήνυμα. Ο Κληρίδης τον δέχθηκε στο γραφείο του. Ενημέρωσε τον πρέσβη για τη σύσκεψη πολιτικών κι άλλων παραγόντων του τόπου και του αποκάλυψε ότι όλοι όσοι παραβρέθηκαν, δεξιοί, αριστεροί, κεντρώοι, ανεξάρτητοι και ιερωμένοι, όλοι ανεξαιρέτως συμφώνησαν ότι «οι Ηνωμένες Πολιτείες υποστηρίζουν με όλα τα μέσα τις απαιτήσεις της Τουρκίας». (Department of State, Τηλεγράφημα του Ρότζερ Ντέϊβις στον Χένρι Κίσιγκερ, 16 Αυγούστου 1974). Βρέθηκα σε πολύ δύσκολη θέση, ομολόγησε ο Κληρίδης, ο οποίος έπιασε εξ απήνης τον Ντέϊβις, δείχνοντας του τηλεγράφημα με τη δήλωση του Ετσεβίτ, που είχε κάνει την ίδια εκείνη μέρα στην Αγκυρα, ότι «οι ΗΠΑ έχουν αποδεχθεί το γεγονός ότι το κυπριακό κράτος, που θα αποτελείται από δύο γεωγραφικά αυτόνομες κυβερνήσεις, θα είναι η πιό ικανοποιητική και διαρκής λύσης». Ο Ετσεβίτ γνώριζε τί έλεγε. Είχε μιλήσει τηλεφωνικά με τον Κίσιγκερ και το πρωί είχε δεχθεί στο πρωθυπουργικό γραφείο τον Αμερικανό πρέσβη, Ρόμπερτ Μακόμπερ. Την αλήθεια γνώριζε και ο Ντέϊβις και την ομολόγησε στον Κληρίδη.
Στο τηλεγράφημα του προς τον Κίσιγκερ, ο Αμερικανός πρέσβης ήταν αυστηρός και δεν έκρυβε την οργή του, καθώς ένοιωθε να τον αγγίζει ο κίνδυνος της οργής του όχλου, όπως μας είπε ο Τόμας Μπόγιατ. Ολοι στην Ουάσιγκτον περίμεναν ότι ο λαός θα ξεσπάσει και θα βγάλει την απελπισία του στο κτίριο της αμερικανικής πρεσβείας. Ο Ντέϊβις, που προειδοποιούσε ότι «θα μας κάψουν ζωντανούς», έγραφε στον προϊστάμενό του: (Department of State, Τηλεγράφημα του Ρότζερ Ντέϊβις στον Χένρι Κίσιγκερ, 16 Αυγούστου 1974 «Αντιλαμβάνομαι ότι δεν μπορούμε να ελέγχουμε τις δηλώσεις των τρίτων (σ.σ. Ετσεβίτ), αλλά σας καλώ όλους να είστε προσεκτικοί.ΗΗ
Τα νεύρα είναι τεντωμένα εδώ και η κατάσταση είναι πολύ άσχημη». Με δραματικό τρόπο, καθώς ήταν βέβαιος ότι κινδύνευε πιά η ζωή του, ενημερώνει τον Κίσιγκερ και για το ενδεχόμενο αυτό: «Καθώς φεύγαμε από το γραφείο του Κληρίδη, ένοπλοι υπηρέτες κάποιων οπλαρχηγών, κουνούσαν τα όπλα τους και μας φώναζαν συγχαρητήρια για την επιτυχία των αμερικανικών σχεδιασμών (congratulations on the success of American planning)”. (Department of State, Τηλεγράφημα του Ρότζερ Ντέϊβις στον Χένρι Κίσιγκερ, 16 Αυγούστου 1974
Πριν αναχωρήσει από το γραφείο του Κληρίδη, του παρέδωσε το ακόλουθο προσωπικό μήνυμα από τον Κίσιγκερ: (Department of State, Μήνυμα του Κίσιγκερ στον πρέσβη Ρότζερ Ντέϊβις για τον Γλαύκο Κληρίδη, 15 Αυγούστου 1974)
«Θέλω να γνωρίζεις ότι θαυμάζω τις ηγετικές σου ικανότητες, τις οποίες επέδειξες στη διάσκεψη της Γενεύης. Μου φαίνεται, ότι αν όλες οι πλευρές είχαν επιδείξει μεγαλύτερη ελαστικότητα, πιθανότητα θα μπορούσε να αποφευχθεί επανάληψη των συγκρούσεων. Θέλω να γνωρίζεις ότι από την πλευρά μας κάναμε ότι μπορούσαμε για να παρατείνουμε τη διαπραγματευτική διαδικασία της Γενεύης, επειδή νοιώθαμε ότι υπήρχαν προοπτικές για βαθμιαία δημιουργία παραμέτρων μιάς κοινά αποδεκτής διευθέτησης. Υπό τις συνθήκες αυτές, θεωρούμε απόλυτα απαράδεκτη την καταφυγή σε στρατιωτικές ενέργειες και είμαι σίγουρος ότι είδες την ανακοίνωσή μας, προς αυτή την κατεύθυνση. Ενθέρμως ελπίζω, ότι παρά την άδικη αυτή στρατιωτική ενέργεια, θα μελετήσετε τις πιθανότητες που υπάρχουν για επανάληψη των διαπραγματεύσεων. Από την πλευρά μας, έχουμε ετοιμαστεί για να αναλάβουμε πιο συγκεκριμένο ρόλο εάν τα ενδιαφερόμενα μέρη πιστεύουν ότι θα μπορούσαμε να είμαστε υποβοηθητικοί. Θα σας είμαι ευγνώμων αν με κάνατε κοινωνό των θέσεων ή των ιδεών σας γιά το πως μπορούμε να βοηθήσουμε τα μέρη. Κίσιγκερ». (Department of State, Μήνυμα του Κίσιγκερ στον πρέσβη Ρότζερ Ντέϊβις γιά τον Γλαύκο Κληρίδη, 15 Αυγούστου 1974)
Μόλις επέστρεψε στο γραφείο του ο Ντέϊβις, βρήκε να τον περιμένει ακόμα ένα μήνυμα του Κίσιγκερ. Αποδέκτης και αυτή τη φορά ο Κληρίδης. Ο Αμερικανός υπουργός του έγραφε τα εξής: (Department of State, Μήνυμα του Κίσιγκερ στον πρέσβη Ρότζερ Ντέϊβις γιά τον Γλαύκο Κληρίδη, 15 Αυγούστου 1974)
«Να ενημερώσεις τον Κληρίδη για τα παρακάτω: Οπως γνωρίζει, διεξάγουμε εντατικές συζητήσεις με τον Ετσεβίτ, στην προσπάθειά μας να τον πιέσουμε να σταματήσει την στρατιωτική επιχείρηση αμέσως και να αποδεχθεί το ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας. Μετά από επίμονη παρέμβαση από την πλευρά μας, έχουμε λάβει διαβεβαιώσεις από τον Ετσεβίτ, ότι οι τουρκικές στρατιωτικές επιχειρήσεις θα σταματήσουν στις 12 το μεσημέρι ώρα Ουάσιγκτον (7 μ.μ. ώρα Κύπρου) της Παρασκευής (16 Αυγούστου). Πρέπει επίσης να ενημερώσεις τον Κληρίδη, ότι ταυτόχρονα διπλασιάζουμε τις προσπάθειές μας για επανέναρξη σοβαρής διαπραγματευτικής διαδικασίας και προσβλέπουμε σε διεθέτηση που θα ικανοποιεί όλους και θα λαμβάνει υπόψιν τα συμφέροντα της Ελλάδας, της Τουρκίας, της Κύπρου και του κυπριακού λαού. Να του πεις ότι εκτιμώ αφάνταστα τη θετική και εποικοδομητική συμπεριφορά του αναφορικά με τις διαπραγματεύσεις. Κίσιγκερ». (Department of State, Μήνυμα του Κίσιγκερ στον πρέσβη Ρότζερ Ντέϊβις γιά τον Γλαύκο Κληρίδη, 15 Αυγούστου 1974)
Ενα άλλο, άκρως απόρρητο τηλεγράφημα του Ρότζερ Ντέϊβις, το Δεκαπενταύγουστο, με παραλήπτη τον Κϊσιγκερ, απαντά σε πολλές απορίες και ερωτηματικά. Ο Αμερικανός πρέσβης αποκαλύπτει ότι οι Τούρκοι ενημέρωσαν έγκαιρα τους Αμερικανούς γιά τους σχεδιασμούς τους. Αφήνει όμως να εννοηθεί ότι έγινε και μία σχετική παραπληροφόρηση γιά τους ακριβείς τουρκικούς στόχους, οι οποίοι στην πορεία της στρατιωτικής επιχείρησης άλλαξαν, καταλαμβάνοντας περισσότερα εδάφη. Ο Ντέϊβις, που είχε μελετήσει σε βάθος το πρόβλημα, έκανε ένα βήμα πιό μπροστά και από τον Κίσιγκερ, προτείνοντας άμεσα –υπό το φως των νέων δεδομένων της τουρκικής επιχείρησης- τη διχοτόμηση της Κύπρου. (Department of State, Τηλεγράφημα του Ρότζερς Ντέϊβις στον Χένρι Κίσιγκερ, 15 Αυγούστου 1974). Το τηλεγράφημα του Αμερικανού πρέσβη, είναι αποδεικτικό του τρόπου υλοποίησης των τουρκικών σχεδίων με την σφραγίδα της Ουάσιγκτον. Εγραφε ο Ντέϊβις στον Κίσιγκερ:
«1. Οι κινήσεις των τουρκικών στρατευμάτων τις τελευταίες 30 ώρες έδειξαν μία αποφασιστικότητα για να καταλάβουν δια της βίας όσα δεν μπόρεσαν να επιβάλουν στη Γενεύη. Εν τούτοις οι αρχικές στρατιωτικές κινήσεις διαφέρουν σημαντικά από τα στρατιωτικά σχέδια που είχαν γίνει αρχικά. Η επίθεση προς ανατολάς έχει προχωρήσει περισσότερο προς μία νότια κατεύθυνση απ’ ότι άφηνε να εννοηθεί η τουρκική διπλωματική νότα, υποθέτοντας ότι αυτές οι κινήσει θα είναι επιτυχείς και επειδή υπάρχουν λίγα εμπόδια, οι Τούρκοι θα ελέγξουν σημαντικά περισσότερα εδάφη σ’ αυτή την περιοχή απ’ ότι αρχικά είχαν απαιτήσει.
Ταυτόχρονα, ο τουρκικός στρατός έχει προφανώς κάνει πολύ μικρή, καθόλου προσπάθεια για να επιτύχει τις επεκτατικές της φιλοδοξίες προς δυσμάς, Μπορεί να είναι μία κίνηση τακτικής και είναι αρκετά δυνατό τα τουρκικά τεθωρακισμένα να αλλάξουν κατεύθυνση μόλις ο διάδρομος προς την Αμμόχωστο είναι ασφαλής. (Από το μεσημέρι τα τουρκικά τεθωρακισμένα κινήθηκαν εναντίον περιοχής στη δυτική άκρη της Λευκωσίας όπου ήταν αναπτυγμένες οι δυνάμεις της ΕΛΔΥΚ και απ’ όσα παρατηρήσαμε από την οροφή του κτιρίου της πρεσβείας φαίνεται ότι κινούνται για να εξασφαλίσουν το δρόμο προς τη Μόρφου στη βόρεια άκρη του αεροδρομίου Λευκωσίας. Η κίνηση αυτή συναντά τα πυρά πυροβολικού από τη περιοχή του Στροβόλου).
Με τις κινήσεις που κάνει ο τουρκικός στρατός έχει παρακάμψει σημαντικά (αδύνατο να δοθεί ακριβής αριθμός) δυνάμεις της κυπριακής Εθνικής Φρουράς -που υποτίθεται ότι υπάρχει ακόμα- και να αποκόψει μεγάλο αριθμό Ελληνοκυπρίων πολιτών πολλοί από τους οποίους είναι καλά οπλισμένοι. Εάν οι προηγούμενες ενέργειες στη Κερύνεια, στο Καραβά και τη Λάπηθο αποτελούν κάποια ένδειξη οι Τούρκοι θα αντιμετωπίσουν σθεναρή αντίσταση ανταρτών για αρκετό διάστημα.
Συμπερασματικά αυτό που οι Τούρκοι προφανώς ανέμεναν να αποτελέσει μία καθαρή χειρουργική επιχείρηση μπορεί να μετατραπεί σε μία παρατεταμένη αιματηρή υπόθεση με τη διεθνή κοινή γνώμη ευαισθητοποιημένη από τις τουρκικές ενέργειες. (Η καταδίωξη ανταρτών δεν είναι ποτέ μία καλή υπόθεση ακόμη και υπό τις καλύτερες προϋποθέσεις). Δυσοίωνες παρατεταμένες συμπλοκές ασχέτως της φύσης τους θα δώσουν σε τρίτα μέρη –ειδικά στη Σοβιετική Ενωση– την ευκαιρία να παίξουν ένα απεχθή ρόλο προσφέροντας ηθική και άλλη υποστήριξη στους Ελληνοκύπριους που θα αντισταθούν.
Το σενάριο αυτό, είναι πολύ πιθανό να πραγματοποιηθεί εάν οι Ελληνοκύπριοι πρόσφυγες (όπως μάλλον θα πράξουν) υποχωρήσουν επισήμως στη τουρκική κατοχή εδαφών, η πρεσβεία αμφιβάλλει εάν οιοσδήποτε Ελληνοκύπριος ηγέτης το αποδεχθεί και φυσικά να επιβιώσει και όχι μόνο πολιτικά. Το πιο πιθανότερο είναι η κυβέρνηση της Κύπρου να αποδεχθεί την εκεχειρία ενόψει της συντριπτικής δύναμης της αντιπάλου της, ενώ παράλληλα θα αντιστέκεται σε μία συνταγματική διευθέτηση. Η συνομιλία του πρέσβη με τον εκτελούντα χρέη υπουργού Εξωτερικών, έδωσε κάποιες ενδείξεις γιά την οπισθοχώρηση ορισμένων δυνάμεων της Εθνικής Φρουράς από περιοχές που θεωρούνται κύριοι στόχοι.
Το πρόβλημα είναι ότι η εκεχειρία είναι απίθανο να διατηρηθεί λαμβάνοντας υπόψη τις συνθήκες που περιγράψαμε στην παράγραφο 3 και του φανατισμού των περισσοτέρων Ελληνοκυπρίων εθνικιστών. Είναι επίσης πιθανό ότι οι Ελληνοκύπριοι εξτρεμιστές στο νότο θα προσπαθήσουν να πάρουν εκδίκηση με σφαγές Τούρκων αιχμαλώτων. Εάν αυτό συμβεί οι τουρκικοί στόχοι θα κλιμακωθούν και μπορεί να προσπαθήσουν να καταλάβουν ολόκληρο το νησί (ή τουλάχιστον εκείνες τις περιοχές στις οποίες κατοικεί σημαντικός αριθμός Τουρκοκυπρίων). Εναλλακτικά, μπορεί να δούμε αμοιβαίες σφαγές όπως ήδη ανέφερε το υπό στρατιωτικό έλεγχο ραδιόφωνο του Μπαϊράκ.
Επιπλέον θα ήθελα να επισημάνω ότι η κατοχή θα αυξήσει παρά θα ελαττώσει τα προβλήματα της ασφάλειας των Τούρκων (βλέπε δυσκολίες βρετανικών δυνάμεων στα τέλη της δεκαετίας του ’50, παρά το τεράστιο αριθμό στρατευμάτων). Αναμφίβολα θα μπορούσαν να απελευθερώσουν πολλούς Τουρκοκυπρίους, αλλά στην υποχώρηση, αλλά σε μία μεγαλύτερη περιοχή, θα άφηνε πίσω αναρχία, όπου οι κομουνιστές θα μπορούσαν να αποκομίσουν σημαντικά κέρδη.
Υπ’ αυτή τη θλιβερή εικόνα, ποίες είναι οι εναλλακτικές λύσεις για την αμερικανική πολιτική; Οσο και να μην θέλουμε να το προτείνουμε, πιστεύουμε ότι δεν υπάρχει άλλη λύση από κάποιου είδους διχοτόμηση (ελπίζουμε εντός ενός ανεξάρτητου κυπριακού κράτους). Ασχέτως της διεθνούς κοινής γνώμης και/ή διμερούς πίεσης υποπτευόμαστε ότι δεν υπάρχει τρόπος να εμποδίσουμε τους Τούρκους από το εκδιώξουν την πλειοψηφία των Ελληνοκυπρίων που ζουν εντός της περιοχής που ελέγχουν. Υποθέτουμε ότι θα κάνουν κάθε προσπάθεια να χαρακτηρίσουν τις εκδιώξεις ως μία συναλλαγή ανταλλάσσοντας Ελληνοκυπρίους με τους Τουρκοκύπριους που βρίσκονται σε άλλα μέρη του νησιού. Από μία γρήγορη ματιά στα στοιχεία της απογραφής του 1950, αυτό θα σημάνει τη μετατόπιση 75 χιλιάδων Ελλήνων και 54 χιλιάδων Τούρκων. Από συζητήσεις με τον Ντενκτάς, πριν από την αναχώρηση του για τη Γενεύη έδωσε μία ξεκάθαρη ένδειξη της προτιμήσεως του για τη μεγαλύτερη δυνατή μετατόπιση Τουρκοκυπρίων σε μία μεγαλύτερη και ομοιογενή περιοχή.
Μολονότι καταδικάζουμε αυτή την προσπάθεια για διχοτόμηση και φυλετικό διαχωρισμό, φαίνεται αναπόφευκτη εκτός της απίθανης περίπτωσης εξωτερικής επέμβασης. Το πρόβλημα για μας (τις ΗΠΑ) είναι πως μόλις επαναρχίσει η διπλωματική διαδικασία αυτό θα πραγματοποιηθεί χωρίς σημαντική βλάβη στις σχέσεις μας με την Ελλάδα και χωρίς να δώσουμε στους Σοβιετικούς σημαντικές ευκαιρίες που μπορούν να εκμεταλλευθούν στην Ελλάδα και την Κύπρο. Πιστεύουμε ότι θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι να ελαφρύνουμε τις επιπτώσεις αυτές μέσω ανθρωπιστικής και οικονομικής βοήθειας. Η συνέχιση των εχθροπραξιών έχει προκαλέσει σημαντική ζημία στην κυπριακή οικονομία, κάτι που θα επιταχυνθεί από τις σημαντικές μετακινήσεις πληθυσμών. Στη νήσο όπου η δύναμη των κομμουνιστών είναι ήδη εντυπωσιακή, η ανασυγκρότηση της οικονομίας θα πρέπει να είναι η πρώτη προτεραιότητα μόλις σταματήσουν οι εχθροπραξίες.
Πιστεύω επίσης ότι θα πρέπει να προσπαθήσουμε να συγκρατήσουμε την Αγκυρα από το να επιδιώξει άμεση επίσημη αποδοχή των αλλαγών του στάτους κβο. Αμφιβάλλω αν θα είναι ικανοί να το επιτύχουν και πιστεύω ότι δεν είναι προς το συμφέρον της Αγκυρας να οδηγήσει την ελληνική κοινότητα σε μία κατάσταση αναρχίας από τις επιπτώσεις συνεχιζόμενων εχθροπραξιών και αύξηση της δύναμης των κομμουνιστών κοντά στα τουρκικά παράλια.
Αναγνωρίζουμε ότι το Στέιτ Ντιπάρτμεντ και οι πρεσβείες στην Αγκυρας και την Αθήνα κάνουν ότι μπορούν για να εμποδίσουν την διεύρυνση αυτής της συμπλοκής από ένα γενικευμένο ελληνοτουρκικό πόλεμο. Η Αθήνα δεν μπορεί με κανένα τρόπο να αλλάξει την πορεία των πραγμάτων τώρα στο νησί. Αν και την κύρια ευθύνη για την τραγωδία φέρει το προηγούμενο καθεστώς, η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να αναγνωρίσει αυτό που για όλους τους Ελληνες φαίνεται ως μή αποδεκτή κατάσταση.
Τα ανωτέρω θα μπορούσαν να γίνουν πιό αποδεκτά από την Αθήνα εάν η Αγκυρα μπορεί να πειστεί να μειώσει τις εδαφικές της διεκδικήσεις σε κάτι ανάλογο με τις πραγματικές ανάγκες ασφάλειας της Τουρκίας. Ειδικότερα, πιστεύουμε ότι οι ελληνικές ανησυχίες από τον κίνδυνο μίας πλήρους διχοτόμησης (τόσο πραγματικών ανησυχιών όσο και οι φόβοι της Τουρκίας για ένωση) θα μετριαστούν κάπως εάν οι Τούρκοι θα μπορούσαν να συμφωνήσουν σε πάλι με τη δημιουργία διάφορων καντονιών αντί της πλήρους διάσπασης της νήσου. Ακόμα και σ’ αυτή την περίπτωση, βρίσκουμε δύσκολο να φανταστούμε ότι οι Ελληνες και οι Τούρκοι μπορούν να εργαστούν μαζί ακόμα αό μία ομόσπονδη διχοτομημένη χώρα, όπου γιά το άμεσο μέλλον τα πάθη από τα πρόσφατα γεγονότα θα χρειαστούν χρόνο γιά να υποχωρήσουν.
Ευχόμαστε να μπορούσαμε να είμαστε σε θέση να σας δώσουμε μιά πιό ελπιδοφόρο πρόβλεψη, αλλά η άποψη αυτής της πρεσβείας (που εμποδίζεται εν μέρει από καπνούς και πυροβολισμούς) είναι άκρως καταθλιπτική. Οι Τούρκοι φαίνονται αποφασισμένοι να προχωρήσουν και η καλύτερη μας ελπίδα για να αποτρέψουμε πιό σοβαρή επιδείνωση της κατάστασης στην ανατολική Μεσόγειο είναι να προσπαθήσουμε να τους κατευθύνουμε προς μία πορεία το λιγότερο επώδυνη. Αυτό δεν είναι αρκετά ικανοποιητικό, αλλά είναι το μόνο που μπορούμε να επιτύχουμε. Ντέϊβις».
Στις 16 Αυγούστου, ο Σίσκο συναντήθηκε με τον Δανό πρέσβη στις ΗΠΑ, Έιβιντ Μπάρτελς και τον Κρίστοφερ Μπο Μπράμσεν, πρώτο γραμματέα της δανικής πρεσβείας. Στη συνάντηση ο Αμερικανός υφυπουργός ενημέρωσε ενδελεχώς τους συνομιλητές του ενώ σε σχέση με την υποστήριξη της αυτονομίας των Τουρκοκύπριων από τις ΗΠΑ, ο Σίσκο θυμήθηκε ότι μια τέτοια αυτονομία είχε γίνει δεκτή, κατ΄ αρχήν, από όλα τα μέρη στη Γενεύη. Κάποια στοιχεία στον αμερικανικό Τύπο είχαν ερμηνεύσει τη θέση των ΗΠΑ σαν «κλίση προς την Τουρκία», κάτι «που είναι ατυχές και αναληθές», έσπευσε να πει ο Σίσκο. Διαπιστώσαμε την ανάγκη για αλλαγή και είχαμε ισχυρό λόγο να υιοθετήσουμε αυτή τη θέση. Για μερικούς ο τρόπος μας ίσως ήταν κάπως αδέξιος, είπε ο Αμερικανός υφυπουργός.
Απαντώντας στο ερώτημα του Μπάρτελ σ΄ αυτό το τελευταίο ζήτημα, ο Σίσκο ανέφερε ότι «η θέση μας είχε παρερμηνευθεί στην Ελλάδα ως μια κλίση και ίσως η εμπειρία αυτή μάς είχε κοστίσει κάτι σ΄ αυτή τη χώρα». Ο Σίσκο είπε ότι πρέπει να αναρωτηθούμε εάν μπορούσε να προκύψει άλλο αποτέλεσμα από το υπάρχον. Οι Τούρκοι, εξήγησε στο συνομιλητή του, είδαν τη χρυσή ευκαιρία να πετύχουν τους επί μακρόν επιδιωκόμενους αντικειμενικούς σκοπούς τους μιας διχοτομημένης Κύπρου. Είναι αμφίβολο το ότι μπορούσαν να αναχαιτιστούν, είπε και η διαπίστωσή του αυτή φάνηκε ως δικαιολογία στα αυτιά του Μπάρτελ. Η περικοπή της στρατιωτικής βοήθειας στην Τουρκία μπορεί να είχε το αντίθετο αποτέλεσμα της έμμεσης ενθάρρυνσης ενός ελληνο-τουρκικού πολέμου, ανέφερε επιχειρώντας να κινδυνολογήσει.
Ο Σίσκο επισήμανε ότι οι ΗΠΑ θέλουν να υποστηρίξουν τον Καραμανλή «επισταμένως». Ταυτόχρονα, συνέχισε, είναι προς όφελος της Ελλάδας να περιορίσει τον αντιαμερικανισμό εκεί. Η Ελλάδα, στο κάτω κάτω, χρειάζεται τις ΗΠΑ τουλάχιστον όσο εμείς χρειαζόμαστε την Ελλάδα, είπε και περνώντας στην Τουρκία ανέφερε για να προσθέσει πως «και ο Ετσεβίτ ίσως δεν είναι αφέντης στο σπίτι του, ανκαι η θέση του έχει αναμφίβολα ενισχυθεί εξαιτίας του πρόσφατου πολέμου». Στην Αθήνα, συνέχισε, πρέπει να δοθεί προσοχή στην επανάληψη των διαπραγματεύσεων. «Ο Καραμανλής είναι σε ευαίσθητο σημείο και πρέπει να βρίσκεται σε επιφυλακή σχετικά με απόπειρες πραξικοπήματος από αριστερά και από δεξιά για να εξαλείψουν την κεντρώα μετριοπαθή ηγεσία. Είναι μια κατάσταση που απαιτεί προσεκτική παρακολούθηση. Πιθανώς το ΝΑΤΟ μπορεί να βοηθήσει, αν και δεν έχουμε αποφασίσει το πώς ή το πότε. Η σύγκρουση μπορεί ακόμη να ξεσπάσει οποιαδήποτε στιγμή, παρά την εκεχειρία. Εν πάση περιπτώσει, η σύγκρουση περιορίστηκε στην Κύπρο, αν και θα προτιμούσαμε σταθερότητα νωρίτερα παρά αργότερα». (Department of State – Confidential – Memorandum of Conversation, August 16 1974, Subject: Cyprus Situation and Middle East Developments)
Στις 17 Αυγούστου, ο Κληρίδης βρισκόταν σε απόγνωση, καθώς οι πληροφορίες ήθελαν τους Τούρκους να προχωρούν προς τη Λάρνακα. Λίγο πριν τα μεσάνυχτα, ζήτησε να μιλήσει με τον Κίσιγκερ. Ηταν αδύνατο. Τελικά, η επικοινωνία έγινε μέσω τηλεγραφημάτων που μετέφερε ο Ντέϊβις. Ο Κίσιγκερ τον διαβεβαίωσε ότι η Λάρνακα είναι ασφαλής, οι Τούρκοι δεν θα την κτυπήσουν, τόνισε εμφαντικά. Τις πρωινές ώρες της Κυριακής (18 Αυγούστου), οι πληροφορίες μιλούσαν για κατάληψη του δρόμου που ενώνει τη Λευκωσία με τη Λεμεσό και αποκλεισμό της πρωτεύουσας. Ο Κληρίδης ξύπνησε τον Ντέϊβις. Στις 7.45 το πρωί, έφτασε η απάντηση του Κίσιγκερ. Εγραφε τα εξής: (Department of State, Τηλεγράφημα του Χένρι Κίσιγκερ στον Ρότζερ Ντέϊβις, 18 Αυγούστου 1974).
«Να πεις στον Κληρίδη ότι οι Τούρκοι κατηγορούν για τις παραβιάσεις της εκεχειρίας την Εθνική Φρουρά. Ως αποτέλεσμα των επίμονων παραστάσεων μας, μόλις λάβαμε κάθετη διαβεβαίωση από την κυβέρνηση της Τουρκίας, ότι δεν θα προχωρήσουν περαιτέρω οι στρατιωτικές τους επιχειρήσεις. Επίσης θα σεβαστούν στο ακέραιο την εκεχειρία. Ακόμα μας διαβεβαίωσαν ότι δεν προτίθενται να καταλάβουν τον αυτοκινητόδρομο Λευκωσίας-Λεμεσού, ούτε θα προχωρήσουν εναντίον της Λάρνακας. Κίσιγκερ».
Δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει στον Κληρίδη την ανάγνωση του μηνύματος του Κίσιγκερ, και η γραμματέας του, η Αντουανέτα Βαρνάβα, του έδωσε και δεύτερο μήνυμα από τον υπουργό Εξωτερικών. Ο Κίσιγκερ ήθελε να επαναλάβει στον Κληρίδη ότι του έχει απόλυτη εμπιστοσύνη και σεβασμό και ότι «θαυμάζει από μακρυά τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει την τόσο ευπαθή κατάσταση» στην Κύπρο. Του έδινε και μία υπόσχεση: «Ο στόχος μας», έγραφε ο Κίσιγκερ, «είναι να προσπαθήσουμε να βρούμε τρόπο για να φτάσουμε σε αποδεκτή διαπραγματευτική διαδικασία, η οποία θα λαμβάνει υπόψιν τις ανησυχίες των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων. Είναι δύσκολος στόχος, αλλά σας διαβεβαιώνω ότι θα επιμένουμε συνέχεια. Θέλω να γνωρίζετε ότι οι προσπάθειές σας γίνονται δεκτές με σοβαρότητα και συμπάθεια στην Ουάσιγκτον». (Department of State, Τηλεγράφημα του Χένρι Κίσιγκερ στον Ρότζερ Ντέϊβις, 18 Αυγούστου 1974.
Ο Κληρίδης ζήτησε αμέσως από τον Ντέϊβις, να του επιτρέψει να ανακοινώσει στον κυπριακό λαό ότι έλαβε διαβεβαιώσεις από τον Κίσιγκερ, τις οποίες πιστεύει πως είναι απόλυτα ειλικρινείς, ότι οι Τούρκοι δεν θα επιτεθούν εναντίον της Λάρνακας, ούτε θα αποκόψουν τη πρωτεύουσα από την υπόλοιπη Κύπρο, καταλαμβάνοντας τον δρόμο Λευκωσίας-Λεμεσού. Ο πρέσβης του είπε να περιμένει να συνεννοηθεί με τον Κίσιγκερ. Η απάντηση, που έφτασε σχετικά γρήγορα, την ίδια μέρα, ήταν αρνητική. Ο Κίσιγκερ έγραφε στον Ντέϊβις να δικαιολογήσει την άρνηση του, να μην επιτρέψει δηλαδή στον Κληρίδη να δημοσιοποιήσει τις αμερικανικές διαβεβαιώσεις. «Να του πεις τα εξής», διέταζε ο Κίσιγκερ τον Ντέϊβις: «Εάν οι Τούρκοι αποφασίσουν τελικά να κτυπήσουν, παρά τις διαβεβαιώσεις τους περί του αντιθέτου, αυτός που θα εκτεθεί θα είναι ο υπουργός Εξωτερικών. Επίσης, εάν τελικά δεν κτυπήσουν, οι Ελληνες θα ισχυριστούν ότι οι ΗΠΑ «ελέγχουν» τις τουρκικές στρατιωτικές ενέργειες». (Department of State, Τηλεγράφημα του Χένρι Κίσιγκερ στον Ρότζερ Ντέϊβις, 18 Αυγούστου 1974).
Μιά μέρα πριν δολοφονηθεί από τα φονικά πυρά αγνώστων, ο Ντέϊβις γράφει στον Κίσιγκερ γιά την ανάγκη σταθεροποίησης της κατάστασης και σεβασμού της εκεχειρίας, και του ζητά άμεση επανέναρξη μίας διαπραγματευτικής διαδικασίας, που δεν θα είναι συνέχεια της διάσκεψης της Γενεύης. Μιά καλή ιδέα, σημειώνει, είναι ένας απευθείας διάλογος μεταξύ των ηγετών των δύο κοινοτήτων.
«Ο Κληρίδης –γράφει ο Ρότζερς στον Κίσιγκερ- μου είπε ότι γνωρίζει τις προθέσεις του Καραμανλή. Αρνείται να συνομιλήσει εκτός αν οι Τούρκοι υποχωρήσουν στις θέσεις που είχαν στις 9 Αυγούστου. Ο Κληρίδης προειδοποιεί ότι αυτή η τοποθέτηση (του Καραμανλή) δεν είναι ρεαλιστική και θα δημιουργήσει προβλήματα τόσο για την Ελλάδα, όσο και για την Κύπρο. Ο Κληρίδης πιστεύει ότι δεν υπάρχει περίπτωση να επιστρέψουν οι Ελληνες στις συνομιλίες και πρέπει να αναγκαστούν (η Αθήνα και η Αγκυρα) να αποδεχθούν διαπραγματεύσεις μεταξύ αυτού και του Ντενκτάς. Ο Κληρίδης προειδοποιεί επίσης ότι εάν αυτές οι διαπραγματεύσεις παρουσιαστούν ως συνέχεια της Γενεύης ή συζητήσεις γιά το εδαφικό και το ποσοστό γης που θα πάρουν οι Τούρκοι, τότε θα φτάσει το πολιτικό του τέλος. Σκέφτηκε, λοιπόν, ότι θα ήταν πιθανό να πείσετε την Αθήνα και την Αγκυρα να συμφωνήσουν να συζητήσουν στη Λευκωσία θέματα, όπως οι πρόσφυγες και οι αιχμάλωτοι πολέμου. Αυτό θα δείξουμε προς τα έξω, αυτό θα πούμε στο λαό, αλλά θα γίνει κατανοητό και στις δύο πρωτεύουσες ότι μόλις ολοκληρώσουμε με αυτά τα δύο θέματα, τότε θα διαπραγματευθούμε το πιό ευαίσθητο πρόβλημα, πως θα ζήσουν ξανά μαζί οι δύο κοινότητες και σε ποιές περιοχές θα δημιουργηθούν τα τουρκικά καντόνια». (Department of State, Τηλεγράφημα του Ρότζερς Ντέϊβις στον Χένρι Κίσιγκερ, 18 Αυγούστου 1974)
Τις μέρες μετά τη δεύτερη φάση της εισβολής, οι Αμερικανοί διαγράφουν την τακτική τους σε επαφές, συναντήσεις, τηλεφωνικές συνομιλίες και επισκέψεις αξιωματούχων στις ενδιαφερόμενες χώρες. Στις 19 Αυγούστου, ο Κίσιγκερ λόγω των ραγδαίων εξελίξεων στο Κύπρο, ως αποτέλεσμα της τουρκικής προέλασης, πραγματοποίησε τρεις συσκέψεις για το Κυπριακό (στις 9.30 π.μ, στις 11.20 π.μ. και στις 6.45 μ.μ.). Είναι αρκούντως αποκαλυπτική η τελευταία σύσκεψη που έγινε στο γραφείο του Κίσιγκερ με τη συμμετοχή του αναπληρωτή υπουργού Ίνγκερσολ, καθώς και του Ρόμπερτ ΜακΚλόσκι, του Λ. Ντιν Μπράουν, του Λόρενς Ίνγκλμπεργκερ, και του Ουίλιαμ Ίγκλετον (που ήταν ο πρακτικογράφος).
Στην απογευματινή σύσκεψη της 19ης Αυγούστου, ο υπουργός Εξωτερικών αναφέρει στους συνεργάτες του ότι ενημέρωσε τον Πρόεδρο Φόρντ για τα επόμενα βήματα. Στρεφόμενος στον αναπληρωτή υφυπουργό Λ Ντιν Μπράουν, έναν ειδικό στα θέματα της ανακούφισης προσφύγων, ανέφερε ότι μίλησε στον πρόεδρο σχετικά με το ταξίδι του στην Κύπρο. «Θέλει να ξέρει εάν έχεις τρελαθεί. Του είπα ότι τρελάθηκες στο Κογκό» είπε ο Κίσιγκερ ο οποίος μπαίνοντας ευθέως στο ψητό είπε πως «το σημαντικό στην Κύπρο είναι η υποστήριξη του Κληρίδη, χωρίς να τα παραλέμε για το τι μπορούμε να κάνουμε γι’ αυτόν. Ο Κληρίδης θα πρέπει να ασκήσει επιρροή προς την κατεύθυνση μιας λύσης που θα συνεπαγόταν τη δημιουργία δύο ζωνών. Οι Τούρκοι θα παραχωρήσουν κάποιο έδαφος υπό την πίεση των ΗΠΑ. Ωθήστε σταδιακά τον Κληρίδη σ’ αυτή την κατεύθυνση, αλλά αφήστε τους Βρετανούς να παρακολουθούν. Οι Βρετανοί έχουν ρίξει την ιδέα μιας διζωνικής ομοσπονδίας. Θα έπρεπε να ξέρουμε μέχρι αύριο πως έγινε δεκτή η βρετανική ιδέα». (Department of State, Memorandum of Conversation, Συνάντηση του υπουργού με την Ομάδα Κύπρου, 19 Αυγούστου 1974, 6.45 μ.μ.)
Στις προτεραιότητες των Αμερικανών ήταν και μια ενδεχόμενη συνάντηση Καραμανλή -Ετζεβίτ, την οποία προωθούσαν οι Βρετανοί με τους ΄Ελληνες να βλέπουν με καλό μάτι την πρωτοβουλία αυτή. Οι Αμερικανοί θεωρούσαν απίθανον μια συνάντηση των δυο Πρωθυπουργών ενώ σύμφωνα με τον Κίσιγκερ (που απευθύνθηκε στον Χάρτμαν) θα ήταν καλύτερο οι Ευρωπαίοι «να καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι η διζωνική ομοσπονδία είναι η μόνη λύση. Είναι πρώιμο για εμάς να μπούμε σ’ αυτή τη δύσκολη θέση». Μετά που θα παρουσιάσουν την πολιτική τους οι Βρετανοί, είπε ο Αμερικανός υπουργός, θα βοηθήσουμε και εμείς. Ο Αμερικανός υπουργός, ο οποίος στράφηκε και πάλιν προς την πλευρά του Μπράουν του υπέδειξε ότι θα «πρέπει να εμποδίσετε τον Κληρίδη να πανικοβληθεί». «Διζωνική ομοσπονδία» είναι ένας όρος που ήρθε στο προσκήνιο από τους Βρετανούς, είπε και σχολίασε το γεγονός ότι ο Κάλαχαν αποφάσισε πως πέντε καντόνια ήταν πάρα πολλά. (Department of State, Memorandum of Conversation, Συνάντηση του υπουργού με την Ομάδα Κύπρου, 19 Αυγούστου 1974, 6.45 μ.μ.)
Στη σύσκεψη που προηγήθηκε στις 12.30 μ.μ., ο Κίσιγκερ ανησυχούσε για τις ερωτήσεις που θα δεχόταν από τους δημοσιογράφους. Ρωτούσε αγωνιωδώς προς τους συνεργάτες του για τις πιθανές ερωτήσεις. Ο Ινγκμπεργκ του υπέδειξε ως πιθανή ερώτηση την περικοπή της στρατιωτικής βοήθειας ενώ ο Μπάφαμ του είπε πως ίσως ερωτηθεί για τη μείωση των τουρκικών στρατευμάτων. Θα πω, είπε ο Κίσιγκερ κάνοντας σχεδιασμούς και συλλογισμούς φωνακτά, ότι «δεν θα προδικάσουμε την υπόθεση. Δεν θα κλίνουμε προς τους Έλληνες κάτω από πίεση. Θα εισπράξω την αγανάκτηση όπως έκανα με την Ινδία και το Πακιστάν. Οι σχέσεις μας με την Ινδία είναι τώρα καλύτερες από ποτέ». (Department of State, Memorandum of Conversation, Συνάντηση του υπουργού με την Ομάδα Κύπρου, 19 Αυγούστου 1974,12.30 μ.μ.)
Στις 19 Αυγούστου υπήρξε και μια άλλη σημαντική εξέλιξη. Στη Λευκωσία δολοφονήθηκε ο Αμερικανός πρέσβης Ρότζερ Ντέιβις. Οπλοφόροι εκμεταλλευόμενοι μαχητική διαδήλωση έξω από την πρεσβεία, οχυρώθηκαν πίσω από τους διαδηλωτές και άρχισαν να βάλλουν κατά του κτιρίου. Από τα πυρά κτυπήθηκε θανάσιμα ο πρέσβης και η ιδιαίτερα του η Αντουανέττα Βαρνάβα. Οι εικόνες έξω από την πρεσβεία ήταν πολεμικές ενώ η ατμόσφαιρα είχε γεμίσει με δακρυγόνα. Ο Κληρίδης έσπευσε στην πρεσβεία μαζί με τον Σπύρο Παπαγεωργίου και τον Ανδρέα Ματσουκάρη. Μετα δυσκολίας μπήκε στην πρεσβεία. Αρχικά, οι πεζοναύτες που πυροβολούσαν στον αέρα για εκφοβισμό δεν του επέτρεπαν να εισέλθει. Οταν τελικά εισήλθε στο κτίριο βρήκε νεκρό στο πάτωμα τον Ντέιβις.
Επιστρέφοντας στο γραφείο του επικοινώνησε τηλεφωνικά με τον Κίσιγκερ, ο οποίος ήδη γνώριζε για το συμβάν. Σύμφωνα με τον Σπύρο Παπαγεωργίου, ο οποίος είχε διορισθεί από τον Σαμψών και διατηρήθηκε στη θέση του από τον Κληρίδη, ο Αμερικανός υπουργός είχε προειδοποιήσει τον Κύπριο ηγέτη, λέγοντας τα εξής: «Από την πρώτη στιγμή που αναλάβετε την εξουσία, σας δώσαμε την πλήρη υποστήριξή μας. Αλλά έχω να σας πω με κάθε κατηγορηματικότητα, ότι εάν συνεχισθεί το σημερινό αντιαμερικανικό κλίμα, δεν θα συνεχίσουμε τη φιλική μας πολιτική. Και ακόμη ίσως να μην μπορέσουμε να ασκούμε διαρκώς κατασταλτικόν ρόλο στις επιθετικές διαθέσεις των Τούρκων». (Ιστορική Εγκυκλοπαίδεια της Κύπρου). Πριν από τη συνομιλία, ο Κληρίδης σε ανακοίνωσή του, που μεταδόθηκε από το κρατικό ραδιόφωνο της Λευκωσίας έλεγε τα εξής: ”Βδελυρόν έγκλημα διεπράχθη προ ολίγου εις Λευκωσία. Με ψυχικόν κλονισμόν ανακοινώνω ότι υπό διαδηλωτών επυροβολήθη και εφονεύθη κατά τη διάρκεια διαδηλώσεως, έξωθι της αμερικανικής πρεσβείας, την οποία διαδήλωσιν η Αστυνομία δεν ηδυνήθη να διαλύση, ο εν Λευκωσία πρέσβης των ΗΠΑ Ρότζερ Ντέιβις. Το έγκλημα τούτο αποκορυφώνει την κυπριακή τραγωδίαν και στρέφεται κατά της Κύπρου. Το καταδικάζω με αποτροπιασμόν. Εκφράζω τη βαθύτατη θλίψη και συμπάθεια μου”.
Το απομαγνητοφωνημένο κείμενο της τηλεφωνικής συνομιλίας του Κίσιγκερ με τον Κληρίδη, εκείνη την αιματηρή ημέρα, παραμένει απόρρητο. Το μοναδικό γραπτό κείμενο, με το περιεχόμενο της συζήτησης, που βρέθηκε στα αρχεία του Λευκού Οίκου, είναι λογοκριμένο και απουσιάζουν από αυτό σημαντικά στοιχεία της κουβέντας των δύο ανδρών. (State Department, Telcon President Clerides/Kissinger, 19 Αυγούστου 1974, ώρα 8:21 π.μ. (ώρα Ουάσιγκτον) Μεταξύ του Κίσιγκερ και του Κληρίδης διαμείφθησαν τα εξής:
Κίσιγκερ: Γειά
Κληρίδης: Γειά σας Εξοχώτατε, μιλά ο Κληρίδης.
Κίσιγκερ: Τί κάνεις;
Κληρίδης: Νοιώθω τρομακτικά άσχημα, Εξοχώτατε, επειδή η πρώτη μας τηλεφωνική επικοινωνία γίνεται κάτω από τέτοιες συνθήκες. Εγινε επίθεση εναντίον της πρεσβείας των Ηνωμένων Πολιτειών..
Κίσιγκερ: Το γνωρίζω.
Κληρίδης: Και ο Ρότζερ Ντέϊβις έχασε τη ζωή του.
Κίσιγκερ: Το ξέρω.
Κληρίδης: Δεν μπορώ να κάνω τίποτα άλλο, παρά να να εκφράσω την πικρή μου θλίψη γιά την απώλειά του, και ήδη εξέδωσα δημόσια ανακοίνωση, που το περιεχόμενό της αναφέρει κάτι τέτοιο. Ο Ρότζερ Ντέϊβις έλαβε όλα τα απαραίτητα μέτρα για να προστατεύσει την πρεσβεία των Ην. Πολιτειών στην Κύπρο και τους Αμερικανούς πολίτες που ζούσαν στη Δημοκρατία. Πενθώ, όχι μόνο επειδή οι Ην. Πολιτείες έχασαν τον πρέσβη τους, αλλά επειδή έχασα κι εγώ ένα πολύτιμο φίλο.
Κίσιγκερ: Λοιπόν. Κύριε Πρόεδρε, αντιλαμβανόμαστε ότι επρόκειτο για κάτι που δεν ήταν υπό τον έλεγχό σας. Και ορθώς είπατε ότι ο Ρότζερ Ντέϊβις ήταν ένας φίλος. ΄Θεωρούμε ότι είστε ένας φίλος των Ην. Πολιτειών, οι οποίες διάκεινται φιλικά σε ότι προσπαθείτε να επιτύχετε.
Κληρίδης: Εσπευσα μόλις έφτασαν τα νέα σε μένα. Μπήκα στην πρεσβεία κάτω από καταιγισμό πυροβολισμών και μετέφερα έξω… (κόβεται).
Κίσιγκερ: Καλά, καταλαβαίνω κύριε Πρόεδρε. (σ.σ.: Το υπόλοιπο κείμενο της κουβέντας του Κίσιγκερ, είναι λογοκριμένο).
Κληρίδης: (λογοκριμένο)… Είναι αυτό… (κόβεται).
Κίσιγκερ: (λογοκριμένο)
Κληρίδης: Θα κάνω ότι μπορώ και θα πιέσω το λαό και θα πω ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος να δείχνουμε οποιαδήποτε εχθρότητα έναντι των Ην. Πολιτειών. Σήμερα κάλεσα συνέντευξη Τύπου για όλα όσα έγιναν και δήλωσα ότι οι Ην. Πολιτείες άσκησαν όλη τους την επιρροή και πίεσαν στην προσπάθειά τους να αποτρέψουν την επίθεση του τουρκικού στρατού.
Κίσιγκερ: Ακριβώς
Κληρίδης: Και θα συνεχίσω να κάνω ότι περνά από το χέρι μου για να αποτρέψω οποιαδήποτε αντιαμερικανικά αισθήματα και οποιαδήποτε αντιαμερικανική διαδήλωση οπουδήποτε στην Κύπρο.
Κίσιγκερ: Είχαμε ετοιμαστεί, όπως ίσως σου είπε ο κ. Ντέϊβις χθες, να χρησιμοποιήσουμε όλη μας την επιρροή για να παράγουμε το καλύτερο θετικό αποτέλεσμα. (λογοκριμένο).
Κληρίδης: Εκτιμώ τη θέση που μόλις μου εξηγήσατε. Ο Ρότζερ μου μίλησε χθες το βράδυ για τα σημεία στα οποία μόλις αναφερθήκατε και σήμερα ήμουν έτοιμος να τα επεξεργαστώ. Δυστυχώς γι’αυτόν, είναι πολύ αργά.
Κίσιγκερ: Καλά κύριε Πρόεδρε. Κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει εσάς γι’αυτή τη φοβερή τραγωδία. (λογοκριμένο).
Κληρίδης: Σας ευχαριστώ
Κίσιγκερ: (λογοκριμένο)
Κληρίδης: Ναι, καταλαβαίνω. (λογοκριμένο)
Κίσιγκερ: Ακριβώς. Και εμείς κύριε Πρόεδρε θα πράξουμε το ίδιο, και πιθανότατα θα στείλω αντικαταστάτη σε μία-δύο μέρες, ώστε να έχουμε ένα ανώτερο διπλωμάτη στη θέση αυτή.
Κληρίδης: Θα σας είμαι ευνγώμων εάν συμβεί αυτό. Πρώτα απ’ όλα θα μας βοηθήσει όλους να υπάρχει ένας ανώτερος διπλωμάτης εδώ, και επίσης επειδή εάν… (κόβεται και στη συνέχεια λογοκριμένο).
Είναι αποκαλυπική, πάντως, των προθέσεων του Κίσιγκερ, η συζήτηση που είχε με τους επιτελείς της «Ομάδας Κύπρου», το πρωί της 19ης Αυγούστου. Εκτός του υπουργού, συμμετείχαν ο Ίνγκερσολ, ο ΜακΚλόσκι, ο Μπάφαμ, ο Μπράουν, ο Ίνγκλμπεργκερ και ο Ίγκλετον. (Department of State, Memorandum of Conversation, Συνάντηση του υπουργού με την Ομάδα Κύπρου, 19 Αυγούστου 1974, 9.30 π.μ.)
Κίσιγκερ: Η δήλωση του Σλέσιντζερ (σ.σ.: υπουργός Αμυνας) δεν ήταν σαφής. Δεν θα το ξανακάνει. Μίλησα στον πρόεδρο και η πολιτική του είναι να μην περικοπεί η βοήθεια προς την Τουρκία. Αυτό θα οδηγούσε τους Τούρκους σε ένα καθεστώς τύπου Καντάφι ή θα τους έριχνε πιθανώς στα χέρια της ΕΣΣΔ. Έχω μιλήσει με τον πρόεδρο για τη δήλωση του Σλέσιντζερ.
Θα δώσω μια συνέντευξη Τύπου. Θέλω να συζητήσω τι θα μπορούσαμε να είχαμε κάνει:
(1). Να βγούμε δημόσια -δεν θα ήταν συνετό και δεν θα επιδρούσε αποφασιστικά στην κατάσταση. Επίσης αυτή τη στιγμή θέλουμε να διατηρήσουν τα μέρη την ευελιξία τους.
(2). Περικοπή βοήθειας σε ένα στρατηγικό σύμμαχο -θα ήταν η έσχατη καταφυγή και θα είχε δραστικές συνέπειες στα στρατηγικά μας συμφέροντα.
(3). Χρήση βίας -ήταν και είναι εκτός θέματος.
(4). Ήταν η βλακεία της ελληνικής χούντας που άλλαξε την ισορροπία ισχύος στο νησί. Δεν θα ήμουν τόσο αμυντικός. Οι Βρετανοί έχουν, επίσης, ευθύνη.
Έχω μιλήσει στον πρόεδρο και πιστεύει ότι θα έπρεπε να κάνει μια δήλωση προς τον Τύπο, κατά τη διάρκεια της μεσημεριανής ενημέρωσης. Θα ξεκινήσω μιλώντας για τον Ρότζερ Ντέιβις και διαβάζοντας δύο τηλεγραφήματα που του έστειλα και επαινούσα τις επιδόσεις του. Μετά θα κάνω μια δήλωση, που θα ξεκαθαρίζει εκ μέρους του προέδρου, τη θέση μας όσον αφορά την Κύπρο σχετικά με το γεγονός ότι:
(1). Είμαστε ενάντιοι σε περαιτέρω στρατιωτικές κινήσεις.
(2). Υποστηρίζουμε τις προσπάθειες για διαπραγματεύσεις.
(3). Πιστεύουμε ότι η Τουρκία, που είναι η ισχυρότερη δύναμη στο νησί, πρέπει να δείξει ευελιξία και ενδιαφέρον για τις ελληνικές ευαισθησίες. Είχαμε επαφή με τον Ετσεβίτ και περιμένω την απάντησή του σχετικά με το τι μπορώ να αναφέρω για τη θέση του.
(4). Δεν θα πιεστούμε από την εκμετάλλευση του αντι-αμερικανισμού στην περιοχή.
(5). Θεωρούμε δεδομένο ότι όλοι οι σύμμαχοί μας στο ΝΑΤΟ συμπαρατάσσονται μαζί μας για την συλλογική υπεράσπιση των συμφερόντων τους και όχι απλά του δικού μας συμφέροντος.
Εάν η πίεση συνεχιστεί, θα αποσυρθούμε από τις διαπραγματεύσεις. Ο Κληρίδης μου τηλεφώνησε σήμερα το πρωί σχετικά με τον Ρότζερ Ντέιβις και τον προειδοποίησα γι’ αυτό και συγκλονίστηκε. Θα χρειαστώ ένα προσχέδιο δήλωσης. Θυμηθείτε ότι μιλώ εκ μέρους του προέδρου.
Προσφερθήκαμε να βοηθήσουμε στη διαμεσολάβηση. Οι Βρετανοί να πάνε στην Αθήνα. Θα είναι ένα δύσκολο καθήκον. Θα μας χρειαστούν να πάμε στους Τούρκους και να κερδίσουμε έδαφος. Θα επιμείνω να είμαστε συνεργάτες σ’ αυτές τις διαπραγματεύσεις. Τι πιστεύετε;
Χάρτμαν: Δεν μπορούμε να εισέλθουμε στο επίσημο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων, διότι αυτός είναι ο ρόλος των Βρετανών, αλλά μπορούμε να υποστηρίξουμε τον Κάλαχαν.
Κίσιγκερ: Εάν ήμαστε στη Γενεύη μέσα στις διαπραγματεύσεις, θα μπορούσε να ριχτεί όλο μας το βάρος. Θα έπρεπε να στείλουμε ένα ανώτατο στέλεχος στην Κύπρο; Είπα στον Κληρίδη ότι θα το κάναμε.
Μπράουν: Θα είμαι έτοιμος για να πάω. Ίσως θα έπρεπε να πείσουμε κάποιους άλλους για να βοηθήσουν αυτή τη στιγμή.
Κίσιγκερ: Ο Ρότζερ Ντέιβις έκανε μια υπέροχη δουλειά. Έχουμε ακούσει τίποτε από τον Καραμανλή;
Ιγκλμπέργκερ: Ο Τάσκα δεν ήθελε να μιλήσει στον Μαύρο ή στον Αβέρωφ.
Χάρτμαν: Νομίζω ότι θα έπρεπε να πάει στον Αβέρωφ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο φάκελος της δολοφονίας του Ρότζερ Ντέϊβις, παραμένει ερμητικά κλειστός. Μετά την επιστροφή του στην Κύπρο, οι Αμερικανοί ταλαιπώρησαν πάρα πολλές φορές τον Μακάριο, απαιτώντας εκβιαστικά να συλλάβει τους δράστες και να τους καταδικάσει. Δυστυχώς, ο Αρχιεπίσκοπος ενέδωσε. Ενας από τους καταδικασθέντες, ο Γιαννάκης Κτηματίας, φώναζε με όλη τη δύναμη της ψυχής του, μέχρι το τέλος της ζωής του, ότι ήταν αθώος. (Συνέντευξη του Γιαννάκη Κτηματία στους συγγραφείς – Επιστολή του Γιαννάκη Κτηματία στους συγγραφείς). Με θυσίασαν γιά να ικανοποιήσουν τους Αμερικανούς, μας είχε δηλώσει… Σε μία εκ βαθέων εξομολόγηση στο σπίτι του στη Λακατάμια, ο Κτηματίας ισχυρίστηκε ότι οι αστυνομικοί ανακριτές του ζήτησαν να δηλώσει την …ενοχή του για να σωθεί η Κύπρος. Και όταν αρνήθηκε, και τον φυλάκισαν, και τον κατέστρεψαν οικονομικά.
Στο μεταξύ, ο Κίσιγκερ είχε αρχίσει να νοιώθει τη πίεση των Ελληνοαμερικανών βουλευτών και προσπαθούσε να τους ενημερώνει, όχι γιά τα πάντα, για να τους χρησιμοποιήσει ως άλλοθι στη συνέχεια. Τους ομογενείς βουλευτές ανέλαβε ο Τζόζεφ Σίσκο. Ο υφυπουργός Εξωτερικών είχε μία θυελλώση συζήτηση με ομάδα αντιπροσώπων του αμερικανικού λαού, επικεφαλής των οποίων ήταν ο Τζον Μπραδήμας και ο Πολ Σαρμπάνης, στη διάρκεια της οποίας ενημέρωσε τους βουλευτές για την κατάσταση στο νησί. Εξήγησε την τουρκική πρόταση αναφορικά με την εγκαθίδρυση μιας αυτόνομης ζώνης στο βορρά. Ο Κληρίδης, είπε ο Σίσκο, είχε δείξει προθυμία να μελετήσει μια λύση σύμφωνα με τις ομοσπονδιακές κατευθύνσεις, αλλά οι Ελληνοκύπριοι δεν μπορούσαν να συμφωνήσουν με τη διχοτόμηση. (Department of State, Μνημόνιο συνομιλίας του Τζόζεφ Σίσκο με ομάδα βουλευτών)
Σύμφωνα πάντα με τον υφυπουργό Εξωτερικών, οι ΗΠΑ προσπάθησαν τις τελευταίες τέσσερις ημέρες μαζί με τους Τούρκους να θέσουν σε τροχιά τις διαπραγματεύσεις. Είχαμε πει στους Τούρκους ότι δεν είχαν εξαντληθεί οι πηγές της διπλωματίας και ότι αυτές οι προτάσεις δεν θα έπρεπε να προωθηθούν με συγκεκριμένες προθεσμίες. Επίσης είπαμε στην τουρκική κυβέρνηση ότι εάν παρενέβαινε, δεν θα μπορούσε να αναμένει υποστήριξη από τις ΗΠΑ στο Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Την τελευταία ώρα αισθανθήκαμε ότι κάτι θα μπορούσε να γίνει και προτείναμε μια προθεσμία 48 ωρών, αλλά απορρίφθηκε από τους Τούρκους. Ο Σίσκο, στη συνέχεια, εξήγησε στα μέλη του Κογκρέσου πως προχωρούμε από αυτό το σημείο και έπειτα και τους πληροφόρησε ότι ετοιμάζουμε μηνύματα προς διάφορες πρωτεύουσες. Το μήνυμα προς την Αγκυρα θα ζητούσε συμμόρφωση με την κατάπαυση του πυρός και θα έλεγε εάν μπορούσαμε να την κινήσουμε προς ένα πλαίσιο διαπραγμάτευσης.
Ο Μπραδήμας ευχαρίστησε τον Σίσκο γι’ αυτή την ανασκόπηση και μετά δήλωσε πως ήθελε να κάνει μερικές γενικές παρατηρήσεις. Είπε πως το γραφείο του δεν έκανε ανακοινώσεις προς τον Τύπο, παρόλο που δεχόταν ισχυρές πιέσεις να το κάνει. Του φαινόταν πως η αμερικανική πολιτική εφαρμόζεται βασιζόμενη εξ ολοκλήρου σε στρατιωτικούς υπολογισμούς. Ήταν έκπληκτος που ο υπουργός Εξωτερικών δεν μπορούσε να αντιληφθεί κάτι σαφές, ότι δηλαδή υπήρχε ενδεχόμενο δολοφονίας του Μακαρίου. Ήταν ενοχλημένος που οι ΗΠΑ δεν επέκριναν δημοσίως την Τουρκία που είχε 40.000 στρατιώτες στη νήσο και που δεν γινόταν κριτική στην Τουρκία ανάλογη με τις δηλώσεις του Κάλαχαν. Ήταν αδιανόητο γι’ αυτόν το πώς η Τουρκία δεν ήταν πρόθυμη να επεκτείνει την ανακωχή για ελάχιστες ώρες. Επίσης, ένιωθε ενοχλημένος που δεν υπήρξαν αμερικανικές διαμαρτυρίες για τους τουρκικούς βομβαρδισμούς και δεν υπήρξε ρητή αναφορά ότι εκείνοι που βομβαρδίζουν είναι οι Τούρκοι και όχι οι Έλληνες. Αισθάνθηκε φρίκη με τις αναφορές που είχε λάβει ότι ο Κίσιγκερ έστειλε μήνυμα στον Καραμανλή, με το οποίο του ζητούσε να επιδείξει ευελιξία χωρίς να πει δημόσια ούτε μια λέξη διαμαρτυρίας προς την τουρκική κυβέρνηση.
Ο Μπραδήμας είπε ότι σύμφωνα με δικές του πηγές πληροφοριών οι Έλληνες είναι ευχαριστημένοι με το διορισμό του Τζακ Κιούμπις. Σύμφωνα με μια πηγή που φέρεται ότι ήταν στο γραφείο του Καραμανλή όταν έφτασε το μήνυμα του Κίσιγκερ, ο Ελληνας πρωθυπουργός «έγινε έξω φρενών» και ήταν τόσο αναστατωμένος που η πρώτη του παρόρμηση ήταν να τηλεφωνήσει στη σοβιετική πρεσβεία. Εκείνο που είναι εξαιρετικά προβληματικό, είπε ο Μπραδήμας, είναι ότι δεν υπήρχε ούτε μία λέξη για τη συγκέντρωση στρατευμάτων και τις στρατιωτικές επιθέσεις της τουρκικής κυβέρνησης στην Κύπρο. Ρώτησε πού θα οδηγούμαστε τώρα σχετικά με την αμερικανική βοήθεια στην Τουρκία και με το ότι οι Έλληνες αποχωρούν από το ΝΑΤΟ και ήθελε να μάθει εάν οι ΗΠΑ θα συνέχιζαν μια πολιτική παθητικής συγκατάθεσης.
Στο απόρρητο έγγραφο του Στέϊτ Ντιπάρτμεντ αναφέρεται ότι ο βουλευτής Πολ Σαρμπάνης «μας επέκρινε που επιτρέψαμε στην Τουρκία να τοποθετήσει 40.000 στρατιώτες και 100 τεθωρακισμένα στην Κύπρο». Στο σημείο αυτό ο Σίσκο ρώτησε τον βουλευτή εάν υπονοούσε ότι θα έπρεπε να λάβουμε πιο βίαια μέτρα στρατιωτικής φύσεως για να αποτρέψουμε την Τουρκία. Ο Σαρμπάνης είπε πως γνωρίζαμε ότι κάτι προετοιμαζόταν από τότε ακόμη που ο Μακάριος έστειλε την επιστολή στον Έλληνα πρόεδρο και ότι υπήρχε απειλή εναντίον του καθεστώτος του. Ο βουλευτής αναρωτήθηκε εάν έπρεπε να είχαμε στείλει τον 6ο στόλο στην περιοχή, εκείνη ακριβώς τη στιγμή. Δήλωσε ότι η επιστροφή του Καραμανλή ήταν η μόνη ευκαιρία αποκατάστασης ενός σταθερού, δημοκρατικού καθεστώτος στην Ελλάδα. Κατέληξε ότι η ιδέα πως οι ΗΠΑ διατηρούν μια θέση αμεροληψίας σ’ αυτή την κρίση, στην πραγματικότητα σημαίνει ότι ευνοούμε την Τουρκία, δεδομένης της ισορροπίας δυνάμεων μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας.
Ο Σίσκο είπε ότι «είχαμε μιλήσει ξεκάθαρα στο στρατηγό Ιωαννίδη πριν κάνει το πραξικόπημα εναντίον του Μακαρίου». Ο Σίσκο είπε ότι δεν θεωρούσαν ότι ο Μακάριος είναι αποσταθεροποιητικός παράγοντας και, όπως γνώριζαν τα μέλη του Κογκρέσου, ο υπουργός είχε συναντήσει τον Μακάριο στην Ουάσιγκτον. Επίσης, ανέφερε, ότι δεν ήθελαν να κάνουν ο,τιδήποτε που θα βλάψει τη θέση του Κληρίδη και ότι αυτό το είχαν πει στους Τούρκους. Το μήνυμά μας προς τον Καραμανλή ήταν ένα μήνυμα επαναδιαβεβαίωσης. Προσπαθούμε να επηρεάσουμε τους Τούρκους συνεχώς αλλά αθόρυβα, είπε ο Αμερικανός υφυπουργος.
Ο Μπραδήμας ρώτησε εάν υπήρχε η δυνατότητα να φύγει αμέσως για την Αθήνα ο (νέος πρέσβης) Τζακ Κιούμπις. «Εάν αυτό μπορούσε να συνδυαστεί με μια δημόσια ανακοίνωση ότι οι ΗΠΑ δεν κλίνουν υπέρ της Τουρκίας θα έδινε θάρρος στους Έλληνες» είπε ο βουλευτής, ο οποίος επιχειρούσε να αποσπάσει από την Κυβέρνηση μια δήλωση που θα κρατούσε απόστάσεις από τους Τούρκους. Ο Σίσκο είπε ότι η διαδικασία έγκρισης του Κιούμπις θα διαρκούσε δύο εβδομάδες και ανέφερε ότι «είχαμε στείλει τον Μόντι Στερνς στην Αθήνα ως DCM» (επιτετραμένο). Παραδέχθηκε ότι οι δημόσιες δηλώσεις του Ηνωμένου Βασιλείου ήταν οξύτερες από τις αμερικανικές. Εντούτοις συνέχισε « είμαστε σε επαφή με όλα τα μέρη και η βασική μας τακτική είναι πώς να ασκήσουμε με τον καλύτερο τρόπο την επιρροή μας ώστε να ξεκινήσει η διαπραγματευτική διαδικασία». Έχουμε, πρόσθεσε, ακριβή γνώση της εσωτερικής κατάστασης στην Ελλάδα, την Κύπρο και την Τουρκία. Θεωρούμαστε, εξήγησε στους συνομιλητές του, σαν η μοναδική δύναμη που μπορεί να παίξει εποικοδομητικό ρόλο ανάμεσα σε όλα τα μέρη και ότι θα αναμειχθούμε πιο άμεσα. Ο Μπραδήμας δήλωσε ότι πλέον των δημοσίων δηλώσεων είναι αναγκαία και κάποια δράση όσον αφορά την πλευρά της στρατιωτικής βοήθειας. Είπε πως «ουδείς μας πιστεύει όταν λέμε ότι δεν κλίνουμε υπέρ της Τουρκίας». (Department of State, Μνημόνιο συνομιλίας του Τζόζεφ Σίσκο με ομάδα βουλευτών)
Μετά τη δολοφονία του Ντέϊβις, ο υπουργός Εξωτερικών άδραξε την ευκαιρία και άνοιξε τον κύκλο μιάς άνευ προηγουμένου επίθεσης εναντίον της τραυματισμένης Κύπρου. Οσο και αν δυσκολεύεται να το πιστέψει κανείς, ο Κίσιγκερ εκμεταλλεύθηκε μιά απόλυτα σωστή δήλωση του Κληρίδη, που την διαστρέβλωσε ο αμερικανικός σταθμός συλλογής ραδιοφωνικών κυμμάτων (FBIS τηλεγράφημα 46). Ο Κληρίδης είχε δηλώσει στο Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων, πολύ πριν από τη δεύτερη τουρκική επίθεση, ότι «δεν έχουν δει ακόμη τα μάτια μας τα χειρότερα αυτής της τραγωδίας», και πρόσθεσε: «Αυτή τη στιγμή, το πιό ισχυρό συναίσθημά μου, είναι η σιχαμάρα. Συγχαίνομαι αυτές τις χώρες που μπορούσαν να αποτρέψουν την τουρκική εισβολή, και ικανοποιούνται τώρα με τον να ψηφίζουν αποφάσεις στα Ηνωμένα Εθνη». Η ειρωνεία της υπόθεσης, τόνισε ο Κληρίδης, είναι ότι τα όπλα που χρησιμοποιήθηκαν από τους Τούρκους, δόθηκαν από το ΝΑΤΟ για τη προστασία του Δυτικού Κόσμου. Απλές κουβέντες του Κληρίδη, που βαλλόταν από παντού, και ταυτόχρονα μεγάλες αλήθειες.
Ο Κίσιγκερ έγινε έξω φρενών. Ηταν από τις λίγες φορές που υπαγόρευσε ο ίδιος ολόκληρο το σημείωμα προς τον Κληρίδη. Εγραψε τα εξής στον Αμερικανό επιτετραμένο Μπράουν με την εντολή να τα μεταφέρει στον Κύπριο ηγέτη: (Department of State, Τηλεγράφημα του Χένρι Κίσιγκερ στον Γλαύκο Κληρίδη μέσω του Αμερικανού επιτετραμένου Μπράουν, 22 Αυγούστου 1974)
«Εάν είπε και τα ελάχιστα από αυτά που αναφέρονται στο τηλεγράφημα (του Γαλλικού Πρακτορείου), τότε η δήλωση του είναι ατυχέστατη, παρά το γεγονός ότι εκτιμώ πως μπορεί να έγινε υπό το βάρος συναισθηματικής φόρτισης. Να επιβεβαιώσεις εάν η δήλωση έγινε. Και αν έγινε, να πεις του Κληρίδη και να είσαι απόλυτος, ότι πρέπει να καταλάβει πως οι Ην. Πολιτείες αν και δεν είναι υποχρεωμένες, χρησιμοποιούν όλα τα μέσα για να επιτύχουν την έναρξη συνομιλιών και την επίλυση του προβλήματος. Εάν συνεχιστούν οι επιθέσεις εναντίον μας, να είναι βέβαιος ότι οι προσπάθειες μας θα σταματήσουν. Θέλω να καταλάβουν όλοι οι ενδιαφερόμενοι, ότι οι ΗΠΑ δεν θα ανεχθούν απ’ εδώ και πέρα αντιαμερικανικές δηλώσεις. Αντιλαμβάνομαι ότι ο Κληρίδης συμφώνησε να συναντηθεί με τον Ντενκτάς και να αρχίσουν συνομιλίες γιά ανθρωπιστικά θέματα, με στόχο πολιτικές συνομιλίες στο μέλλον. Θέλω να γνωρίζει ότι θα χρησιμοποιήσουμε όλη μας την επιρροή για να επιτύχουν αυτές οι συνομιλίες. Αλλά, εάν τα κίνητρα και οι ενέργειες μας αντιμετωπίζονται με πολεμική ρητορική, δεν πρέπει να περιμένει ο Κληρίδης και τα υπόλοιπα μέρη ότι θα παίξουμε οποιοδήποτε ρόλο. Κίσιγκερ».
Ο Μπράουν συναντήθηκε νωρίς το πρωί της 23ης Αυγούστου με τον Κληρίδη, πριν αυτός αναχωρήσει για την Αθήνα. Του έδειξε το τηλεγράφημα του Γαλλικού Πρακτορείου. Ο Κληρίδης ρώτησε πότε μεταδόθηκε η δήλωσή του. Στις 22 Αυγούστου, απάντησε ο απεσταλμένος του Κίσιγκερ. Ο Κληρίδης εξήγησε ότι μίλησε με το δημοσιογράφο πριν τρεις εβδομάδες, σε μιά στιγμή που οι επιθέσεις εναντίον της Κύπρου ήταν στο αποκορύφωμά τους. Ημουν πολύ ενοχλημένος και συγκινημένος εκείνη την ημέρα, συνέχισε ο Κληρίδης, όλοι μας είχαν εγκαταλείψει. Τόνισε ότι οι δηλώσεις εκείνες δεν ήταν αντιπροσωπευτικές των συναισθημάτων του αυτής της στιγμής. Ο Αμερικανός διπλωμάτης δεν φάνηκε να πείθεται απόλυτα και κατάφερε στον Κληρίδη και νέο κτύπημα. Εγραψε στον Κίσιγκερ τα εξής: (Department of State, Τηλεγράφημα του επιτετραμένου Μπράουν στον Χένρι Κίσιγκερ, 23 Αυγούστου 1974).
«Παρά την εξήγηση που μου έδωσε, είπα στον Κληρίδη ότι είναι πολύ δύσκολο για τις ΗΠΑ να παίξουμε το ρόλο που όλοι περιμένουν από εμάς, όταν δεχόμαστε επιθέσεις από τα άτομα που εμείς προσπαθούμε να βοηθήσουμε Του είπα ότι θα μπορούσα να αποδεχθώ τις εξηγήσεις του για τις δηλώσεις στο Γαλλικό Πρακτορείο, αλλά ήμουνα πολύ ενοχλημένοςαπό τον τόνο ενός άρθρου της δικής του εφημερίδας. Σε άρθρο της εφημερίδας «ΑΓΩΝ» (σ.σ.: ιδιοκτήτης της εφημερίδας «ΑΓΩΝ», που έχει διακόψει την κυκλοφορία της, ήταν ο στενός συνεργάτης του Γλαύκου Κληρίδη, Νίκος Κόσιης), υπάρχει μία υπόγεια απειλή ότι εάν οι ΗΠΑ δεν ταυτίσουν τη θέση τους με αυτή της ελληνικής πλευράς, «η Κύπρος θα μετατραπεί σε μόνιμο θέατρο πολεμικών συγκρούσεων. Ο ελληνικός κυπριακός λαός θα πολεμήσει σε όλα τα μέτωπα και θα μετατρέψει την ελληνική Κύπρο και τη γύρω περιοχή, σε πραγματική κόλαση». Στο ίδιο άρθρο αναφέρεται, ότι αν και δεν έχουμε αποδείξεις, πολλοί Ελληνες είναι πεπεισμένοι ότι η αμερικανική κυβέρνηση είναι μέρος της συμπαιγνίας για τη διχοτόμηση και τους σφαγιασμούς. Αυτά τα πράγματα, είπα στον Κληρίδη, είναι απαράδεκτα. Γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα και πρέπει να κόψει τη φόρα στους αρχισυντάκτες του. Ο Κληρίδης απολογήθηκε και υποσχέθηκε ότι θα προσπαθήσει να επιλύσει τα προβλήματα αυτά. Μπράουν». Ο επιτετραμένος έγραψε επίσης στον Κίσιγκερ, ότι δεν πρέπει να δίνει σημασία στα άρθρα και τις ειδήσεις των ελληνοκυπριακών και των τουρκοκυπριακών εφημερίδων, αφού δεν γράφονται από υπεύθυνους δημοσιογράφους. «Αυτοί που τα γράφουν και στις δύο πλευρές είναι διψασμένοι για αίμα», σημείωνε ο Μπράουν και υπογράμμιζε ότι οι δημοσιογράφοι του Γαλλικού Πρακτορείου είναι ανεύθυνοι.
Δεν πέρασαν 24 ώρες και ο Κίσιγκερ ξανακτύπησε. Θύμα του πάλι ο Κληρίδης. Αυτή τη φορά, ο υπουργός φώναζε για τον αντιαμερικανισμό στη Κύπρο και γιά την πρόθεση της κυβέρνησης Καραμανλή να δεχθεί τη σοβιετική πρωτοβουλία. «Δεν είναι σοφή ενέργεια» να ακολουθήσεις τον Καραμανλή έγραφε ο Κίσιγκερ στον Κληρίδη. Και τόνιζε με έκδηλο θυμό: «Η δυσκίνητη πρόταση των Σοβιετικών δεν θα ωθήσει τα πράγματα μπροστά, αντίθετα θα τα οδηγήσει σε αδιέξοδο. Δεν θα ωφεληθούν οι δύο κοινότητες, αλλά μόνο οι Σοβιετικοί. Μπορεί η κυβέρνηση του Καραμανλή να έχει βραχυπρόθεσμα ωφέλη, αλλά μακροπρόθεσμα οι πραγματικοί φίλοι της Κύπρου θα δυσκολευθούν να βοηθήσουν την Κύπρο και την Ελλάδα να επιτύχουν δίκαιη και διαρκή λύση. Θέλω να γνωρίζεις ότι οι ΗΠΑ δεν θα υποκύψουν σε πιέσεις που δημιουργούνται από μία εσκεμμένη ενθάρρυνση των αντιαμερικανικών αισθημάτων». Και προειδοποιούσε απροκάλυπτα τον Κληρίδη: «Οπως έμαθαν οι Αραβες φίλοι μας, αυτή η εσκεμμένη πολιτική του αντιαμερικανισμού οδηγεί μόνο στην αναστολή των προσπαθειών μας και βέβαια στην αναβολή εξεύρεσης λύσης». (Department of State, Τηλεγράφημα του Χένρι Κίσιγκερ στον Γλαύκο Κληρίδη μέσω του επιτετραμένου Μπράουν, 24 Αυγούστου 1974) Το απειλητικό τηλεγράφημα του Κίσιγκερ, συγκλόνισε τον Κληρίδη, που καταλάβαινε ότι η Κύπρος ήταν εγκλωβισμένη στο παιγνίδι των υπερδυνάμεων και ο Κίσιγκερ ήταν αποφασισμένος να το κερδίσει, με οποιοδήποτε τίμημα.
Η αμερικανική πρεσβεία είχε αναδειχθεί σε κέντρο πιέσεων και ο Κληρίδης ξαφνικά τοποθετήθηκε στη «γκρίζα» λίστα. Οποιαδήποτε κίνηση ή δήλωση του, περνούσε από το μικροσκόπιο των Αμερικανών διπλωματών οι οποίοι –με εντολή του Κίσιγκερ- τον ενημέρωναν προσωπικά. Οι μέρες μετά τη δολοφονία του πρέσβη, ήταν βασανιστικές γιά τον Κληρίδη. Οι Αμερικανοί απαιτούσαν να απαγορεύσει τις διαδηλώσεις και αυτός απαντούσε αρνητικά: «Είναι οργισμένος ο λαός, θα μας κάψει όλους», είπε σε κάποια στιγμή ο Κληρίδης στον Αμερικανό επιτετραμμένο που –εν μέσω της πρωτοφανούς τραγωδίας- του έθετε θέμα αντιαμερικανισμού, που έτσι κι αλλιώς ήταν δικαιολογημένος. Ο Κληρίδης πρότεινε να αναλάβουν τη φύλαξη του κτιρίου της πρεσβείας αστυνομικοί και εθνοφρουροί και εγγυήθηκε προσωπικά την ασφάλεια του προσωπικού. Οι Αμερικανοί δέχθηκαν μετά δυσκολίας, αλλά συνέχιζαν να θέτουν καθημερινά το θέμα της απαγόρευσης των διαδηλώσεων, ενώ κατηγορούσαν τον Λυσσαρίδη ότι βρισκόταν πίσω από τους «έξαλλους διαδηλωτές».
Στις 25 Αυγούστου, ο επιτετραμμένος Μπράουν απέστειλε προσωπικό σημείωμα στον Κίσιγκερ για τις διαδηλώσεις και το φαινόμενο, όπως το χαρακτήριζε, του αντιαμερικανισμού. (Department of State, Τηλεγράφημα από την αμερικανική πρεσβεία της Λευκωσίας στον Χένρι Κίσιγκερ, 15 Αυγούστου 1974). Στο σημείωμα, όπως και στα περισσότερα που προηγήθηκαν, ο Αμερικανός διπλωμάτης δεν έκανε καμία, μα καμία, αναφορά στους πρόσφυγες, στους νεκρούς, στους αγνοούμενους, στο τρομακτικό δράμα του λαού, στις σφαγές και τους βιασμούς που συνεχίζονταν μέχρι εκείνη την ημέρα.
«Στη διάρκεια της συνομιλίας μας με τον Κληρίδη για τον αντιαμερικανισμό –γράφει ο Μπράουν στον Κίσιγκερ- του είπα ότι είμαστε πολύ ανήσυχοι. Ανησυχούμε, όσο μας ανησυχεί ο αντιαμερικανισμός στην Ελλάδα. Και εξέφρασα την ελπίδα ότι θα ηρεμήσουν τα πνεύματα. Στη συνέχεια τον ευχαρίστησα για τον σημαντικό ρόλο που έπαιξε ο αδελφός του και η Εθνική Φρουρά, οι οποίοι μας παρέσχαν αποτελεσματική ασφάλεια χθες. Μου απάντησε ότι μετά την προσέγγιση μου, ο αδελφός του( Ξάνθος ο οποίος τον αντικαθιστούσε όσο έλειπε) του τηλεφώνησε στην Αθήνα, όπου βρισκόταν, και έδωσε να αναλάβουν την προστασία της πρεσβείας οι αρχές ασφαλείας. Αυτός ήταν ο λόγος που δεν έγινε χθες διαδήλωση. Νομίζει ότι ο Λυσσαρίδης θα οργανώσει κάτι για σήμερα. Ο Κληρίδης μου είπε ότι απ’ ότι ακούει η διαδήλωση του Λυσσαρίδη θα είναι εναντίον της κυβέρνησης και υπέρ του Μακάριου. Δεν νομίζει ότι ο Λυσσαρίδης μπορεί να προσελκύσει όχλο, αλλά ανησυχεί ότι θα συμμετάσχουν κάποια εγκληματικά στοιχεία. Ο Κληρίδης υποσχέθηκε ότι θα δώσει εντολή για προστασία (της πρεσβείας) και για έλεγχο όλων των γύρω κτιρίων. Ο Κληρίδης μου είπε ότι χθες το βράδυ, στελέχη του ΑΚΕΛ είχαν επικοινωνία με τον αδελφό του και του ανακοίνωσαν ότι δεν θα λάβουν μέρος στη διαδήλωση (του Λυσσαρίδη) και ότι αποθαρρύνουν τα μέλη τους να συμμετέχουν. Αχ αυτά τα αστικά τοπικά κομουνιστικά κόμματα! (Ah, these bourgeois local communist parties!) (σ.σ. Η φράση αυτή, δημοσιεύεται αυτούσια από το σημείωμα του Μπράουν στον Κίσιγκερ). Είπα επίσης στον Κληρίδη, ότι μετά από έρευνα ανευρέθη ένα κιβώτιο με 16 δέσμες δυναμίτη ακριβώς στο σημείο της στροφής προς την αμερικανική πρεσβεία. Υποσχέθηκε ότι θα ερευνήσει και θα προσπαθήσει να ανακαλύψει ποιός τοποθέτησε το δυναμίτη εκεί. Μπράουν».
Την ίδια μέρα, σε άλλο μακροσκελέστατο σημείωμα προς τον Κίσιγκερ, οι Αμερικανοί διπλωμάτες, που παραδέχονται ότι είναι σε συνεχή επαφή με τους Τούρκους συναδέλφους τους, αποκάλυπταν τις προθέσεις της Αγκυρας και τους σχεδιασμούς του Ετσεβίτ, που υλοποιήθηκαν με τη δύναμη των όπλων και τη βοήθεια της Ουάσιγκτον. Ο στόχος ήταν το μοίρασμα της Κύπρου. (Department of State, Secret, Τηλεγράφημα του Μπράουν στον Κίσιγκερ, Κοινοποίηση στις πρεσβείες στην Αθήνα, την Αγκυρα το Λονδίνο, στις Βρυξέλλες, στον ΟΗΕ, 25 Αυγούστου 1974). Ο αντικαταστάτης του Ντέϊβις έγραφε τα εξής:
«Οι τουρκικές πολεμικές ενέργειες, έχουν ενισχύσει την αρχική μας εντύπωση ότι ο τουρκικός στρατός επενέβη στην Κύπρο γιά να προστατεύσει την ασφάλεια της Τουρκίας και όχι γιά να βοηθήσει τη τουρκοκυπριακή κοινότητα, εκτός αν κάποιοι Τουρκοκύπριοι καλύπτονται από τον βασικό λόγο (της επέμβασης). Η καλύτερη ένδειξη γι’αυτό το συμπέρασμα είναι το γεγονός ότι ο τουρκικός στρατός άφησε αβοήθητους τους Τουρκοκύπριους που ζούσαν σε περιοχές στη νότιο Κύπρο. Απ’ ότι γνωρίζουμε, παρά τις επανηλειμμένες εκκλήσεις γιά βοήθεια μέσω ασυρμάτων, οι Τούρκοι δεν έστειλαν ενισχύσεις ούτε τρόφιμα σ’ αυτές τις περιοχές. Ο αρχηγός των Τουρκοκυπριακών δυνάμεων στη Λάρνακα, που είχε έλθει από την Τουρκία, το έσκασε και φορώντας πολιτικά ρούχα κατάφερε να φτάσει στη (βρετανική βάση) Δεκέλεια. Είπε σε Βρετανούς συναδέλφους του, ότι η εντολή που είχε ήταν να αντισταθεί τυπικά και στη συνέχεια να παραδώσει τον τουρκικό τομέα. Είπε ότι είχε μεγάλες ποσότητες πυρομαχικών και όπλων για να συνεχίσει να πολεμά για μεγάλο χρονικό διάστημα. (Αυτές οι μαρτυρίες, που διαψεύδονται από τους ηγέτες της τουρκοκυπριακής κοινότητας, επιβεβαιώνονται από την ΟΥΝΦΙΚΥΠ».
Στο τηλεγράφημά του προς τον Κίσιγκερ, ο Μπράουν προσθέτει: «Παρά το γεγονός ότι οι Τούρκοι διέθεταν δυνάμεις ικανές να καταλάβουν όλη την Κύπρο και να τη διχοτομήσουν όπως αυτοί επιιθυμούσαν, εν τούτοις προχώρησαν προσεκτικά και άρπαξαν αρκετό έδαφος, που θα τους δώσει το δικαίωμα και τη θέση να καθορίσουν το μελλοντικό καθεστώς της ανεξάρτητης Κύπρου. Οπως διαβάζουμε τις προθέσεις τους, η Τουρκία επιθυμεί ομόσπονδο κράτος ή συνομοσπονδία και δεν έχει μάλλον κανένα ενδιαφέρον για τη δημιουργία ανεξάρτητου τουρκικού μίνι-κράτους, ούτε θέλει διπλή ένωση. Η δημιουργία κράτους και η διπλή ένωση, θα μπορούσαν να ακυρώσουν το βασικό λόγο της επέμβασής τους, καθώς θα ανοίξουν τη πόρτα για την είσοδο χιλιάδων δυνάμεων από την Ελλάδα στο νησί. Αυτή η εξέλιξη, θα άφηνε ανοικτά μέτωπα γιά την Τουρκία, θα διέλυε την ανεξαρτησία της Κύπρου, θα ανάγκαζε (τη Τουρκία) να καταλάβει όλη την Κύπρο και στη συνέχεια να αντιμετωπίσει ανταρτικό σώμα».
Είχαν περάσει μόνο έντεκα ημέρες μετά τη δεύτερη εισβολή. Και όμως, οι διπλωμάτες της αμερικανικής πρεσβείας, είχαν αποφασίσει το είδος της λύσης, άσχετα αν όλα τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας και της Γενικής Συνέλευσης των Ην. Εθνών, που υποστήριζε και η Ουάσιγκτον, καλούσαν σε επιστροφή στο προηγούμενο καθεστώς και σε σεβασμό της ανεξαρτησίας, της κυριαρχίας και του ενιαίου της Κυπριακής Δημοκρατίας. Εγραφε ο Μπράουν: (Department of State, Secret, Τηλεγράφημα του Μπράουν στον Κίσιγκερ, Κοινοποίηση στις πρεσβείες στην Αθήνα, την Αγκυρα το Λονδίνο, στις Βρυξέλλες, στον ΟΗΕ, 25 Αυγούστου 1974)
«Μόλις αρχίσουν οι συνομιλίες, αναμένουμε ότι η Τουρκία θα πιέσει για συνομοσπονδιακό σύστημα δύο καντονίων και θα επιστρέψει εδάφη (και έχει καταλάβει πολλά) επιδιώκοντας ανταλλαγή πληθυσμών. Πιστεύουμε ακόμη ότι η Τουρκία θα κάνει ότι είναι δυνατόν γιά να κρατήσει το λιμάνι της Αμμοχώστου ή στη χειρότερη περίπτωση θα επιμένει στο δικαίωμα της τουρκοκυπριακής κοινότητας να εισαγάγει ελεύθερα προϊόντα από τη Μητέρα πατρίδα χωρίς την έγκριση της κεντρικής κυβέρνησης. (Μιά συμφωνία επ’αυτού, θα είναι κλειδί γιά την επιστροφή στις εστίες τους των Ελληνοκυπρίων κατοίκων της Αμμοχώστου). Παρόμοια θα είναι και η θέση των Τούρκων για το αεροδρόμιο της Λευκωσίας. Στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων οι Τούρκοι ίσως θέσουν θέμα ανεξάρτητου τουρκοκυπριακού κράτους ή διπλής ένωσης, αλλά θα πρόκειται περί μπλόφας. Αυτό που δεν θα είναι μπλόφα, θα είναι η απαίτηση των Τούρκων να διατηρήσουν μεγάλη τουρκική δύναμη στο νησί». Ο Αμερικανός επιτετραμένος αναγγέλλει με φανερή ικανοποίηση ότι οι Τούρκοι παγίωσαν την παρουσία τους στις κατεχόμενες περιοχές, όπου επέβαλαν καθεστώς ασφάλειας!
Στο μεταξύ, παρά τις προσπάθειες του Κληρίδη,να αφοπλίσει τις χιλιάδες των ενόπλων που τρομοκρατούσαν το λαο, στο εσωτερικό το κλίμα ήταν ιδιαίτερα βαρύ. Μιά φατρία της ΕΟΚΑ Β’ στη Λευκωσία, τα μέλη της οποίας, βαριά οπλισμένοι κυκλοφορούσαν ελεύθερα στους δρόμους, επιχείρησαν στις 30 Αυγούστου να δολοφονήσουν τον πρόεδρο της ΕΔΕΚ, Βάσο Λυσσαρίδη. Το κόμμα του ήταν το μόνο που πρόβαλε μαζική αντίσταση ενάντια στο πραξικόπημα. Κατά την απόπειρα κατά του Λυσσαρίδη δολοφονήθηκε ο 30χρονος αγωνιστής ποιητής, Δώρος Λοϊζου, Οργανωτικός Γραμματέας της Σοσιαλιστικής Νεολαίας ΕΔΕΝ.
Ο Λυσσαρίδης, η σύζυγός του Βαρβάρα Λοίζου, η οποία είναι Αμερικανίδα, και ο ίδιος ο Δώρος, κατευθύνονταν το πρωί εκείνο στα γραφεία του κόμματος.Ο πρόεδρος της ΕΔΕΚ είχε διανυκτερεύσει στο σπίτι του συνεργάτη του για λόγους ασφαλείας. Η ζωή του κινδύνευε από τους πραξικοπηματίες, αλλά και ξένους πράκτορες, που δρούσαν ανενόχλητοι στο νησί από τις αρχές Ιουλίου. Το αυτοκίνητο, ένα μικρό Ντάτσουν, χρώματος μπλε, δέχθηκε τα πυρά στον κυκλικό κόμβο που ένωνε τη γέφυρα Κάννιγος με την Κωνσταντίνου Παλαιολόγου. Ο Δώρος Λοίζου έπεσε νεκρός από τις σφαίρες ενώ η Βαρβάρα και ο Βάσος Λυσσαρίδης δεν έπαθαν τίποτα. Ενας πολίτης ο Χρυσήλιος Μαυρομμάτης, που βρισκόταν σε κατάστημα απέναντι από το χώρο της επίθεσης, δέχθηκε μια σφαίρα η οποία και τον τραυμάτισε θανάσιμα.
Οι δολοφόνοι παρέμειναν ατιμώρητοι, παρά το γεγονός ότι ο ένας τουλάχιστον εξ΄αυτών είχε αναγνωρισθεί και σήμερα ζει στη Θεσσαλονίκη. Παρά την αγανάκτηση που επικρατούσε, ο Λυσσαρίδης ζήτησε από τους οπαδούς του αυτοσυγκράτηση. Πολύ σημαντικό ρόλο για να ηρεμήσουν τα πνεύματα έπαιξε ο πρέσβης της Ελλάδας, Μιχάλης Δούντας, αλλά και ο Κληρίδης.
Πηγή MIgnatiou
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου
Γράψτε τα δικά σας σχόλια
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Θα σας παρακαλούσα να είστε κόσμιοι στους χαρακτηρισμούς σας, επειδή είναι δυνατόν επισκέπτες του ιστολογίου να είναι και ανήλικοι.
Τα σχόλια στα blogs υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
Τα σχόλια θα εγκρίνονται μόνο όταν είναι σχετικά με το θέμα, δεν αναφέρουν προσωπικούς, προσβλητικούς χαρακτηρισμούς, καθώς επίσης και τα σχόλια που δεν περιέχουν συνδέσμους.
Επίσης, όταν μας αποστέλλονται κείμενα (μέσω σχολίων ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου), παρακαλείσθε να αναγράφετε τυχούσα πηγή τους σε περίπτωση που δεν είναι δικά σας. Ευχαριστούμε για την κατανόησή σας...