Σε πλήρη εξέλιξη η επιχείρηση «στραγγαλίστε την Αθήνα»
Ποιος ο ρόλος του τέως πρωθυπουργού
Του Σωτήρη Σιδέρη
Συντονισμένο σχέδιο με στόχο να οδηγηθεί η νέα ελληνική κυβέρνηση σε οικονομική και διπλωματική ασφυξία βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη με τη συμμετοχή χωρών του ΝΑΤΟ, τραπεζών, στελεχών της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, του Βερολίνου, βαλτικών χωρών αλλά κυρίως της Πολωνίας. Πρόκειται, δηλαδή, για ένα ολόκληρο σύστημα που επέβαλε και στήριξε το πρόγραμμα που εφαρμόζεται στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια και δεν θέλει την παραμικρή παρέκκλιση από αυτή την πορεία.
Όλα ξεκίνησαν πριν από τις εκλογές κι ενώ διαφαινόταν η εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ, όταν ο τέως πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς, παρά τις συστάσεις ξένων ηγετών, ζήτησε παράταση του προγράμματος μέχρι τις 28 Φεβρουαρίου, όπως αποκάλυψε ο ίδιος ο πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, στη Βουλή, παρουσιάζοντας τις προγραμματικές δηλώσεις της νέας κυβέρνησης. Σύμφωνα με έγκυρες πηγές, στη Σύνοδο Κορυφής του περασμένου Δεκεμβρίου πολλές χώρες και με ιδιαίτερη ένταση η Φινλανδία, που έχει εκλογές του Μάιο, συνέστησαν στον κ. Σαμαρά να δεχτεί παράταση ενός έτους, για όλο το 2015 δηλαδή ή στην χειρότερη περίπτωση μέχρι το καλοκαίρι. Ο Αντώνης Σαμαράς αρνήθηκε, με προφανή στόχο να προκαλέσει ασφυξία στην επόμενη κυβέρνηση. Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και η προσπάθεια του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ), στο οποίο ανήκει η ευρωομάδα της ΝΔ, να καταδικάσει τη νέα κυβέρνηση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, στη δίνη των εξελίξεων τότε, δεν εκτίμησε σωστά τις συνέπειες ή δεν ήθελε να εμφανιστεί με θέσεις για παράταση του προγράμματος. Θέλοντας όμως να κάνουν ένα δώρο στον Αντώνη Σαμαρά, οι Γερμανοί κατά κύριο λόγο, δέχτηκαν το αίτημά του και έτσι ο Αλέξης Τσίπρας βρίσκεται τώρα εν μέσω πολλαπλών πιέσεων.
Μετά την εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ και τον σχηματισμό κυβέρνησης με τους Ανεξάρτητους Έλληνες, ξεδιπλώθηκε το δεύτερο μέρος του σχεδίου για πρόκληση οικονομικής, χρονικής και διπλωματικής ασφυξίας στην κυβέρνηση. Στο πρώτο Συμβούλιο των Υπουργών Εξωτερικών της Ε.Ε. αμέσως μετά τις εκλογές, όταν ανέκυψε το πρόβλημα με το κείμενο για τις κυρώσεις προς τη Ρωσία, η Αθήνα, χάρη αφενός στους επιδέξιους χειρισμούς του υπουργού Εξωτερικών Νίκου Κοτζιά, και αφετέρου στην παρασκηνιακή στήριξη της Ιταλίας και της Γαλλίας, κατάφερε να προσπεράσει τον ύφαλο, αφού όμως η νέα κυβέρνηση δέχθηκε σφοδρές επιθέσεις με το υποκριτικό επιχείρημα ότι θέλει να προκαλέσει κρίση στην στρατηγική των δυτικών οργανισμών και να περάσει στη σφαίρα επιρροής της Ρωσίας.
Η ομαλή κατάληξη του επεισοδίου αυτού όμως, αντί να ομαλοποιήσει τον διάλογο εντός των κοινοτικών οργάνων, αποκάλυψε τις ακόμη χειρότερες διαθέσεις των Γερμανών και των Πολωνών. Σε ένα κρεσέντο παράλληλων επαφών και διαβημάτων, τόσο ο πρωθυπουργός όσο και ο υπουργός Εξωτερικών επιθυμούσαν να καταστήσουν σαφές ότι η εμπλοκή με όρους αποικιοκρατικής αντίληψης της εξωτερικής πολιτικής με το πρόβλημα του χρέους δεν είναι αποδεκτή. Τα πράγματα, ωστόσο, και πάλι δεν πήραν θετική κατεύθυνση. Δύο αλλεπάλληλα γεγονότα προκάλεσαν οργή σε παράγοντες της κυβέρνησης και έδειξαν την αυταρχική αντίληψη ορισμένων χωρών.
Η επίθεση του ΕΛΚ
Το πρώτο γεγονός ήταν η οργανωμένη προσπάθεια του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ-ΕΡΡ) και του προέδρου του, Γερμανού Χριστιανοδημοκράτη Μάνφρεντ Βέμπερ, να υπάρξει ψήφισμα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με το οποίο να καταδικάζεται η νέα ελληνική κυβέρνηση για την συμμετοχή των ΑΝΕΛ, συμμετοχή που, κατά την άποψή του, ευνοεί την «άνοδο του εξτρεμισμού στην Ευρώπη». Ουσιαστικός στόχος ήταν η απομόνωση της νέας ελληνικής κυβέρνησης από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, κάτι που θα οδηγούσε με μαθηματική ακρίβεια στην αποσταθεροποίησή της.
Η Νέα Δημοκρατία στήριξε τις προσπάθειες Βέμπερ, στρεφόμενη κατά της κυβέρνησης. Ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Δημήτρης Παπαδημούλης, μετά την άρνηση όλων των άλλων ευρω-ομάδων να στηρίξουν το ψήφισμα δήλωσε ότι «η υποκρισία περισσεύει, τη στιγμή που η ίδια η ΝΔ είχε στο πρόσφατο παρελθόν συνεργαστεί σε κυβερνητικό επίπεδο με τον ακραιφνώς ακροδεξιό Λαϊκό Ορθόδοξο Συναγερμό, παρόλο που ήταν γνωστή και η φιλοχουντική στάση του και οι ακραίες και ξενοφοβικές θέσεις του».
Το δεύτερο ζήτημα που ανέκυψε, ήταν η δήλωση της υπουργού Άμυνας της Γερμανίας, Ούρσουλα φον ντε Λάιεν, ότι «παρ’ όλες τις διαφωνίες για οικονομικά και κοινωνικά θέματα, η Ελλάδα δεν επιτρέπεται να διακινδυνεύσει την εμπιστοσύνη στην αξιοπιστία της σε ό,τι αφορά στα θέματα ασφάλειας, η οποία αναπτύχθηκε κατά τη διάρκεια δεκαετιών». Ουσιαστικά η γερμανίδα υπουργός έθετε ζήτημα παραμονής της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ λόγω της προσέγγισής της με τη Μόσχα στο θέμα των κυρώσεων. Σε άλλη περίπτωση μία τέτοια δήλωση δεν θα προκαλούσε παρά ειρωνικά σχόλια, αλλά επειδή υπάρχει σε εξέλιξη σχέδιο πιέσεων κατά της Ελλάδας σε όλα τα επίπεδα, εκλαμβάνεται, φυσικά, ως πρόκληση.
Οι απαντήσεις που πήρε η Ούρσουλα φον ντε Λάιεν ήταν σκληρές. Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με έγκυρες διπλωματικές πηγές, τόσο σε επίπεδο μονίμων αντιπροσώπων του ΝΑΤΟ όσο και σε υπουργικό επίπεδο έχουν εκφραστεί πιο σκληρές κριτικές για τη στάση της Συμμαχίας έναντι της Ρωσίας, οι οποίες όμως μένουν στο παρασκήνιο και εντός των τειχών της. Οι απειλές και οι εκβιασμοί κατά της Ελλάδας, και δη από Γερμανούς, αφορούν προφανώς στη διαπραγμάτευση για το χρέος, αφορούν όμως και στις σχέσεις Ουάσιγκτον – Βερολίνου, καθώς το τελευταίο χρησιμοποίησε την Αθήνα για να αναχαιτίσει τη στήριξη Ομπάμα, κάτι που έφερε αποτέλεσμα.
Οι πιέσεις είναι βέβαιο ότι θα ενταθούν σε πολλά επίπεδα και στο διπλωματικό πεδίο. Είναι επίσης βέβαιο ότι τόσο ο Αλέξης Τσίπρας όσο και ο Νίκος Κοτζιάς θα επιμείνουν στη γραμμή «εναλλασσόμενων επιλογών», δηλαδή ανοίγοντας διαύλους και επεξεργαζόμενοι σχέδια για το μέλλον των σχέσεων με τη Ρωσία, την Κίνα, τις ΗΠΑ, το Ισραήλ και άλλες χώρες. Άλλωστε, όπως αναφέρουν διπλωματικές πηγές, τις πλέον ανεπτυγμένες και στρατηγικές σχέσεις με τη Ρωσία τις έχει η ίδια η Γερμανία.
Στην αντεπίθεση η Ελλάδα
Στρατηγικός στόχος της ελληνικής κυβέρνησης είναι να αποτινάξει την εικόνα του κράτους – παρία και να αναβαθμίσει τη θέση της χώρας στο διεθνές σκηνικό. Δεν είναι μόνο τα ταξίδια που ήδη προγραμματίζονται για το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα, αλλά και η πρόθεση του πρωθυπουργού και του υπουργού Εξωτερικών να «αλωνίσουν» τον κόσμο.
Με το σκεπτικό αυτό, η πιθανή επίσκεψη του Αλέξη Τσίπρα στην Μόσχα για την επέτειο της νίκης κατά των ναζί θα συνδυαστεί με σειρά συμφωνιών και συγκεκριμένες επιλογές για ουσιαστική αναβάθμιση των διμερών σχέσεων, στα πρότυπα πολλών δυτικών χωρών.
Η Πολωνία και άλλες βαλτικές χώρες πολύ σέρνουν τον χορό της αντιρωσικής «υστερίας» -προφανώς με τις πλάτες των ΗΠΑ- ήδη έχουν γίνει δέκτες της ελληνικής δυσφορίας. Ο υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Κοτζιάς, κατά την πρόσφατη συνάντησή του στις Βρυξέλλες με την επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας, Φεντερίκα Μογκερίνι, έθεσε ανοιχτά ζήτημα λανθασμένης κατεύθυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επικαλούμενος τη στάση των ευρωπαίων στο θέμα της προκλητικής συμπεριφοράς της Τουρκίας στην κυπριακή ΑΟΖ και την απουσία καταδίκης εκ μέρους της Επιτροπής, ο κ. Κοτζιάς άφησε σαφώς να εννοηθεί ότι η στάση της Ελλάδας θα γίνει πιο σκληρή. Ο Πολωνός πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Ντόναλντ Τουσκ, μπορεί να απαιτεί σε καθημερινή βάση όλο και πιο πολλά μέτρα κατά της Ρωσίας, αλλά είναι θέμα χρόνου να δεχτεί πολιτική μομφή εκ μέρους της Αθήνας, με το σκεπτικό ότι εκ της θέσεώς του οφείλει να είναι αντικειμενικός και διακριτικός, κάτι που δεν είναι σήμερα.
Η τακτική των «εναλλασσόμενων επιλογών» προβλέπει ταυτόχρονα την ανάπτυξη διπλωματικών πρωτοβουλιών εκ μέρους της ελληνικής κυβέρνησης, κάτι που όχι μόνο θα τροποποιήσει επί το θετικότερο τη θέση της χώρας μας, αλλά θα της προσφέρει και διαπραγματευτικά και εθνικά οφέλη. Η διαμεσολάβηση μπορεί να αποτελέσει ένα σημείο αναφοράς σε μία επόμενη φάση, υπό τον όρο, φυσικά, ότι η κυβέρνηση θα ανταπεξέλθει και θα βγει αλώβητη από την μεγάλη διαπραγμάτευση που έχει ακόμη μπροστά της, ότι θα ομαλοποιήσει την κατάσταση και θα μπορέσει έτσι να ανασυγκροτήσει τη χώρα και διπλωματικά και πολιτικά.
Είναι προφανές ότι όλο αυτό το σύστημα που οδηγούσε σε αποσύνθεση τη χώρα δεν είναι ικανοποιημένο από την πολιτική αλλαγή στην Ελλάδα και θέλει να οδηγήσει την κυβέρνηση σε μία μορφή «στραγγαλισμού» για να παραιτηθεί από κάθε είδους διεκδίκηση, οικονομική ή διπλωματική. Η πορεία θα είναι μακρά και δύσκολη και τα «χτυπήματα» που θα δεχόμαστε θα εξελίσσονται σε μόνιμη βάση. Κατά συνέπεια, για κάθε βήμα που θα κάνει προς τα πίσω η Αθήνα, οι επιθέσεις θα κλιμακώνονται. Ελπίδες ανασυγκρότησης υπάρχουν μόνο αν τηρηθεί μία καλά σχεδιασμένη γραμμή, που θα υπηρετεί βασικούς εθνικούς στόχους με επιμονή, υπομονή και χωρίς υπαναχωρήσεις.
Πηγή περιοδικό «Επίκαιρα», τεύχος 276
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου
Του Σωτήρη Σιδέρη
Συντονισμένο σχέδιο με στόχο να οδηγηθεί η νέα ελληνική κυβέρνηση σε οικονομική και διπλωματική ασφυξία βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη με τη συμμετοχή χωρών του ΝΑΤΟ, τραπεζών, στελεχών της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, του Βερολίνου, βαλτικών χωρών αλλά κυρίως της Πολωνίας. Πρόκειται, δηλαδή, για ένα ολόκληρο σύστημα που επέβαλε και στήριξε το πρόγραμμα που εφαρμόζεται στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια και δεν θέλει την παραμικρή παρέκκλιση από αυτή την πορεία.
Όλα ξεκίνησαν πριν από τις εκλογές κι ενώ διαφαινόταν η εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ, όταν ο τέως πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς, παρά τις συστάσεις ξένων ηγετών, ζήτησε παράταση του προγράμματος μέχρι τις 28 Φεβρουαρίου, όπως αποκάλυψε ο ίδιος ο πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, στη Βουλή, παρουσιάζοντας τις προγραμματικές δηλώσεις της νέας κυβέρνησης. Σύμφωνα με έγκυρες πηγές, στη Σύνοδο Κορυφής του περασμένου Δεκεμβρίου πολλές χώρες και με ιδιαίτερη ένταση η Φινλανδία, που έχει εκλογές του Μάιο, συνέστησαν στον κ. Σαμαρά να δεχτεί παράταση ενός έτους, για όλο το 2015 δηλαδή ή στην χειρότερη περίπτωση μέχρι το καλοκαίρι. Ο Αντώνης Σαμαράς αρνήθηκε, με προφανή στόχο να προκαλέσει ασφυξία στην επόμενη κυβέρνηση. Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και η προσπάθεια του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ), στο οποίο ανήκει η ευρωομάδα της ΝΔ, να καταδικάσει τη νέα κυβέρνηση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, στη δίνη των εξελίξεων τότε, δεν εκτίμησε σωστά τις συνέπειες ή δεν ήθελε να εμφανιστεί με θέσεις για παράταση του προγράμματος. Θέλοντας όμως να κάνουν ένα δώρο στον Αντώνη Σαμαρά, οι Γερμανοί κατά κύριο λόγο, δέχτηκαν το αίτημά του και έτσι ο Αλέξης Τσίπρας βρίσκεται τώρα εν μέσω πολλαπλών πιέσεων.
Μετά την εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ και τον σχηματισμό κυβέρνησης με τους Ανεξάρτητους Έλληνες, ξεδιπλώθηκε το δεύτερο μέρος του σχεδίου για πρόκληση οικονομικής, χρονικής και διπλωματικής ασφυξίας στην κυβέρνηση. Στο πρώτο Συμβούλιο των Υπουργών Εξωτερικών της Ε.Ε. αμέσως μετά τις εκλογές, όταν ανέκυψε το πρόβλημα με το κείμενο για τις κυρώσεις προς τη Ρωσία, η Αθήνα, χάρη αφενός στους επιδέξιους χειρισμούς του υπουργού Εξωτερικών Νίκου Κοτζιά, και αφετέρου στην παρασκηνιακή στήριξη της Ιταλίας και της Γαλλίας, κατάφερε να προσπεράσει τον ύφαλο, αφού όμως η νέα κυβέρνηση δέχθηκε σφοδρές επιθέσεις με το υποκριτικό επιχείρημα ότι θέλει να προκαλέσει κρίση στην στρατηγική των δυτικών οργανισμών και να περάσει στη σφαίρα επιρροής της Ρωσίας.
Η ομαλή κατάληξη του επεισοδίου αυτού όμως, αντί να ομαλοποιήσει τον διάλογο εντός των κοινοτικών οργάνων, αποκάλυψε τις ακόμη χειρότερες διαθέσεις των Γερμανών και των Πολωνών. Σε ένα κρεσέντο παράλληλων επαφών και διαβημάτων, τόσο ο πρωθυπουργός όσο και ο υπουργός Εξωτερικών επιθυμούσαν να καταστήσουν σαφές ότι η εμπλοκή με όρους αποικιοκρατικής αντίληψης της εξωτερικής πολιτικής με το πρόβλημα του χρέους δεν είναι αποδεκτή. Τα πράγματα, ωστόσο, και πάλι δεν πήραν θετική κατεύθυνση. Δύο αλλεπάλληλα γεγονότα προκάλεσαν οργή σε παράγοντες της κυβέρνησης και έδειξαν την αυταρχική αντίληψη ορισμένων χωρών.
Η επίθεση του ΕΛΚ
Το πρώτο γεγονός ήταν η οργανωμένη προσπάθεια του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ-ΕΡΡ) και του προέδρου του, Γερμανού Χριστιανοδημοκράτη Μάνφρεντ Βέμπερ, να υπάρξει ψήφισμα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με το οποίο να καταδικάζεται η νέα ελληνική κυβέρνηση για την συμμετοχή των ΑΝΕΛ, συμμετοχή που, κατά την άποψή του, ευνοεί την «άνοδο του εξτρεμισμού στην Ευρώπη». Ουσιαστικός στόχος ήταν η απομόνωση της νέας ελληνικής κυβέρνησης από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, κάτι που θα οδηγούσε με μαθηματική ακρίβεια στην αποσταθεροποίησή της.
Η Νέα Δημοκρατία στήριξε τις προσπάθειες Βέμπερ, στρεφόμενη κατά της κυβέρνησης. Ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Δημήτρης Παπαδημούλης, μετά την άρνηση όλων των άλλων ευρω-ομάδων να στηρίξουν το ψήφισμα δήλωσε ότι «η υποκρισία περισσεύει, τη στιγμή που η ίδια η ΝΔ είχε στο πρόσφατο παρελθόν συνεργαστεί σε κυβερνητικό επίπεδο με τον ακραιφνώς ακροδεξιό Λαϊκό Ορθόδοξο Συναγερμό, παρόλο που ήταν γνωστή και η φιλοχουντική στάση του και οι ακραίες και ξενοφοβικές θέσεις του».
Το δεύτερο ζήτημα που ανέκυψε, ήταν η δήλωση της υπουργού Άμυνας της Γερμανίας, Ούρσουλα φον ντε Λάιεν, ότι «παρ’ όλες τις διαφωνίες για οικονομικά και κοινωνικά θέματα, η Ελλάδα δεν επιτρέπεται να διακινδυνεύσει την εμπιστοσύνη στην αξιοπιστία της σε ό,τι αφορά στα θέματα ασφάλειας, η οποία αναπτύχθηκε κατά τη διάρκεια δεκαετιών». Ουσιαστικά η γερμανίδα υπουργός έθετε ζήτημα παραμονής της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ λόγω της προσέγγισής της με τη Μόσχα στο θέμα των κυρώσεων. Σε άλλη περίπτωση μία τέτοια δήλωση δεν θα προκαλούσε παρά ειρωνικά σχόλια, αλλά επειδή υπάρχει σε εξέλιξη σχέδιο πιέσεων κατά της Ελλάδας σε όλα τα επίπεδα, εκλαμβάνεται, φυσικά, ως πρόκληση.
Οι απαντήσεις που πήρε η Ούρσουλα φον ντε Λάιεν ήταν σκληρές. Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με έγκυρες διπλωματικές πηγές, τόσο σε επίπεδο μονίμων αντιπροσώπων του ΝΑΤΟ όσο και σε υπουργικό επίπεδο έχουν εκφραστεί πιο σκληρές κριτικές για τη στάση της Συμμαχίας έναντι της Ρωσίας, οι οποίες όμως μένουν στο παρασκήνιο και εντός των τειχών της. Οι απειλές και οι εκβιασμοί κατά της Ελλάδας, και δη από Γερμανούς, αφορούν προφανώς στη διαπραγμάτευση για το χρέος, αφορούν όμως και στις σχέσεις Ουάσιγκτον – Βερολίνου, καθώς το τελευταίο χρησιμοποίησε την Αθήνα για να αναχαιτίσει τη στήριξη Ομπάμα, κάτι που έφερε αποτέλεσμα.
Οι πιέσεις είναι βέβαιο ότι θα ενταθούν σε πολλά επίπεδα και στο διπλωματικό πεδίο. Είναι επίσης βέβαιο ότι τόσο ο Αλέξης Τσίπρας όσο και ο Νίκος Κοτζιάς θα επιμείνουν στη γραμμή «εναλλασσόμενων επιλογών», δηλαδή ανοίγοντας διαύλους και επεξεργαζόμενοι σχέδια για το μέλλον των σχέσεων με τη Ρωσία, την Κίνα, τις ΗΠΑ, το Ισραήλ και άλλες χώρες. Άλλωστε, όπως αναφέρουν διπλωματικές πηγές, τις πλέον ανεπτυγμένες και στρατηγικές σχέσεις με τη Ρωσία τις έχει η ίδια η Γερμανία.
Στην αντεπίθεση η Ελλάδα
Στρατηγικός στόχος της ελληνικής κυβέρνησης είναι να αποτινάξει την εικόνα του κράτους – παρία και να αναβαθμίσει τη θέση της χώρας στο διεθνές σκηνικό. Δεν είναι μόνο τα ταξίδια που ήδη προγραμματίζονται για το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα, αλλά και η πρόθεση του πρωθυπουργού και του υπουργού Εξωτερικών να «αλωνίσουν» τον κόσμο.
Με το σκεπτικό αυτό, η πιθανή επίσκεψη του Αλέξη Τσίπρα στην Μόσχα για την επέτειο της νίκης κατά των ναζί θα συνδυαστεί με σειρά συμφωνιών και συγκεκριμένες επιλογές για ουσιαστική αναβάθμιση των διμερών σχέσεων, στα πρότυπα πολλών δυτικών χωρών.
Η Πολωνία και άλλες βαλτικές χώρες πολύ σέρνουν τον χορό της αντιρωσικής «υστερίας» -προφανώς με τις πλάτες των ΗΠΑ- ήδη έχουν γίνει δέκτες της ελληνικής δυσφορίας. Ο υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Κοτζιάς, κατά την πρόσφατη συνάντησή του στις Βρυξέλλες με την επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας, Φεντερίκα Μογκερίνι, έθεσε ανοιχτά ζήτημα λανθασμένης κατεύθυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επικαλούμενος τη στάση των ευρωπαίων στο θέμα της προκλητικής συμπεριφοράς της Τουρκίας στην κυπριακή ΑΟΖ και την απουσία καταδίκης εκ μέρους της Επιτροπής, ο κ. Κοτζιάς άφησε σαφώς να εννοηθεί ότι η στάση της Ελλάδας θα γίνει πιο σκληρή. Ο Πολωνός πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Ντόναλντ Τουσκ, μπορεί να απαιτεί σε καθημερινή βάση όλο και πιο πολλά μέτρα κατά της Ρωσίας, αλλά είναι θέμα χρόνου να δεχτεί πολιτική μομφή εκ μέρους της Αθήνας, με το σκεπτικό ότι εκ της θέσεώς του οφείλει να είναι αντικειμενικός και διακριτικός, κάτι που δεν είναι σήμερα.
Η τακτική των «εναλλασσόμενων επιλογών» προβλέπει ταυτόχρονα την ανάπτυξη διπλωματικών πρωτοβουλιών εκ μέρους της ελληνικής κυβέρνησης, κάτι που όχι μόνο θα τροποποιήσει επί το θετικότερο τη θέση της χώρας μας, αλλά θα της προσφέρει και διαπραγματευτικά και εθνικά οφέλη. Η διαμεσολάβηση μπορεί να αποτελέσει ένα σημείο αναφοράς σε μία επόμενη φάση, υπό τον όρο, φυσικά, ότι η κυβέρνηση θα ανταπεξέλθει και θα βγει αλώβητη από την μεγάλη διαπραγμάτευση που έχει ακόμη μπροστά της, ότι θα ομαλοποιήσει την κατάσταση και θα μπορέσει έτσι να ανασυγκροτήσει τη χώρα και διπλωματικά και πολιτικά.
Είναι προφανές ότι όλο αυτό το σύστημα που οδηγούσε σε αποσύνθεση τη χώρα δεν είναι ικανοποιημένο από την πολιτική αλλαγή στην Ελλάδα και θέλει να οδηγήσει την κυβέρνηση σε μία μορφή «στραγγαλισμού» για να παραιτηθεί από κάθε είδους διεκδίκηση, οικονομική ή διπλωματική. Η πορεία θα είναι μακρά και δύσκολη και τα «χτυπήματα» που θα δεχόμαστε θα εξελίσσονται σε μόνιμη βάση. Κατά συνέπεια, για κάθε βήμα που θα κάνει προς τα πίσω η Αθήνα, οι επιθέσεις θα κλιμακώνονται. Ελπίδες ανασυγκρότησης υπάρχουν μόνο αν τηρηθεί μία καλά σχεδιασμένη γραμμή, που θα υπηρετεί βασικούς εθνικούς στόχους με επιμονή, υπομονή και χωρίς υπαναχωρήσεις.
Πηγή περιοδικό «Επίκαιρα», τεύχος 276
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου
Γράψτε τα δικά σας σχόλια
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Θα σας παρακαλούσα να είστε κόσμιοι στους χαρακτηρισμούς σας, επειδή είναι δυνατόν επισκέπτες του ιστολογίου να είναι και ανήλικοι.
Τα σχόλια στα blogs υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
Τα σχόλια θα εγκρίνονται μόνο όταν είναι σχετικά με το θέμα, δεν αναφέρουν προσωπικούς, προσβλητικούς χαρακτηρισμούς, καθώς επίσης και τα σχόλια που δεν περιέχουν συνδέσμους.
Επίσης, όταν μας αποστέλλονται κείμενα (μέσω σχολίων ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου), παρακαλείσθε να αναγράφετε τυχούσα πηγή τους σε περίπτωση που δεν είναι δικά σας. Ευχαριστούμε για την κατανόησή σας...