Παγιδευμένοι στον εθνομηδενισμό
Γράφει ο Χρήστος Γιανναράς
Αντιγράφω από ένα μικρό βιβλίο του Γιάννη Πατίλη, με τίτλο «Ελληνικά και Ιστορική Ορθογραφία στην Πλανητική Εποχή», που πρόσφατα κυκλοφόρησε (δυστυχώς, λόγω κρίσης, σε πολύ περιορισμένο αριθμό αντιτύπων).
«Το 1930, στο περιοδικό “Πρωτοπορία”, ο μαρξιστής διανοούμενος Γιάννης Σιδέρης έγραφε χαρακτηριστικά: “Την ημέρα που θα επιβληθεί πια το λατινικό αλφάβητο και που θα μπει στα σχολειά, θα έχουμε προχωρήσει πολύ και θ’ αποδειχτεί πως έχουν γκρεμιστεί ένα σωρό προλήψεις και αμορφωσιές”.
»Οσοι είμαστε σήμερα εκπαιδευτικοί γνωρίζουμε καλά πως το λατινικό αλφάβητο είναι ήδη εδώ, στα σχολειά μας. Αυτό όμως που αστόχαστα παραγνωρίζουμε είναι, πως αυτή τη φορά το λατινικό αλφάβητο, ως φορέας της φωνητικής γραφής, δεν έρχεται από τα πάνω, από κάποια προϋποτιθέμενη προοδευτική εκπαιδευτική πολιτική ή από τις ελίτ των διανοουμένων, τον κ. Γληνό ας πούμε ή τον κ. Φιλήντα, και άλλες σοβαρές μορφές του πρώιμου διαφωτισμού μας, που υποστήριζαν την κατάργηση της ιστορικής ορθογραφίας, όπως ο Γιάννης Βηλαράς ή ο Αθανάσιος Ψαλίδας.
»Τώρα το λατινικό αλφάβητο έρχεται κατευθείαν από τα κάτω, από τη νεολαία, η οποία το χρησιμοποιεί ανεπίσημα παντού, από τα κινητά τηλέφωνα ώς το διαδίκτυο, πράγμα που του δίνει την οικειότητα και το ψυχικό προβάδισμα, την όλη ψυχοπνευματική επένδυση μ’ άλλα λόγια, την οποία στερείται, όχι μόνο στη συνείδηση των μαθητών αλλά και μεγάλης μερίδας εκπαιδευτικών, το ίδιο το κουτσουρεμένο με το μονοτονικό επίσημο και γι’ αυτό “καταναγκαστικό” σύστημα της σχολικής ιστορικής ορθογραφίας. Μια τέτοια ψυχολογικής τάξεως διαφορά δεν ήταν που οδήγησε σταδιακά στην πλήρη κατίσχυση της κοινής ομιλούμενης απέναντι στην γραπτή καθαρεύουσα;
»Τι ελπίδες έχει λοιπόν να επιζήσει το επίσημο σύστημα της ιστορικής ορθογραφίας, όταν το λατινόγραπτο μήνυμα που στέλνω στο κορίτσι μου με το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο ή με το κινητό μετράει, ως τρόπος γλωσσικής έκφρασης των πιο κρίσιμων συναισθημάτων μου, πολύ περισσότερο από τις ανούσιες σαχλαμάρες που θα πρέπει να γράψω την επομένη στο σχολείο;
»Αυτή λοιπόν η εκ των κάτω κίνηση αποδόμησης της γραπτής παράδοσης των ελληνικών, η οποία συνεπικουρείται από την παρδαλή ημι-αγγλόφωνη εικόνα των “Free Press”, πραγματοποιεί το καθυστερημένο ραντεβού με την κατάργηση της ιστορικής ορθογραφίας... Με την επιβολή του μονοτονικού έχουμε ήδη κάνει το πρώτο βήμα, το μονοτονικό αποδεικνύεται ένα απλώς μεταβατικό στάδιο ώς την πλήρη κατάργηση των τόνων. Και μετά το ατονικό, συνέπεια φυσική των αρχών που υπαγόρευσαν το μονοτονικό (αρχών μιας “ιδεολογίας της ευκολίας”, όπως έλεγε ο Αγγελος Ελεφάντης) θα είναι η παραδοχή της φωνητικής γραφής (“όλι ι άνθροπι ίδιι ίνε”), δηλαδή στην ουσία η διάλυση της ελληνικής γλώσσας εις τα εξ ων συνετέθη».
Η νύχτα της 11.1.1982 μοιάζει να έκρινε αμετάτρεπτα τις προοπτικές του Ελληνισμού: Η Βουλή συζητούσε νομοσχέδιο «περί εγγραφής μαθητών στα λύκεια», όταν, αιφνιδιαστικά, μετά τα μεσάνυχτα, εισάγεται τροπολογία με αντικείμενο την επιβολή του μονοτονικού στην εκπαίδευση. Η τότε αξιωματική αντιπολίτευση (Ν.Δ.) διαμαρτύρεται που ένα «μέγα θέμα» έρχεται για να εγκριθεί ως δευτερεύουσα, ήσσονος σημασίας προσθήκη σε άσχετο νομοσχέδιο, σε μεταμεσονύκτιες ώρες. Και αποχωρεί από την αίθουσα, χωρίς να δώσει έστω την ελάχιστη μάχη «επί της ουσίας». Το μονοτονικό επιβάλλεται με την ψήφο τριάντα παρόντων κυβερνητικών βουλευτών.
Να γεννιέσαι σε μια γλώσσα που μιλιέται τρεισήμισι χιλιάδες χρόνια, και τα τελευταία δύο χιλιάδες διακόσια χρόνια εξασφαλίζει την ιστορική και λειτουργική της συνέχεια χάρη στην πολυτονική γραφή της (δεν υπήρχαν τόνοι στα αρχαία ελληνικά, απλούστατα, επειδή σώζονταν στην προφορική εκφορά τους), να σου έχει χαριστεί μια τέτοια γλώσσα, είναι δώρο ζωής και χάρισμα ποιότητας της ζωής από τα σπανιότερα που μπορεί να χαριστούν σε άνθρωπο. Οποιος συλλαμβάνει το ιλιγγιώδες μέγεθος του προνομίου, καταλαβαίνει ότι η άρνησή του για χάρη μιας φτηνιάρικης χρησιμοθηρίας («για να μην καταταλαιπωρούνται τα παιδιά στο σχολείο» ή «για να έχει όφελος η εθνική οικονομία»), φανερώνει κριτήρια ωμού πρωτογονισμού, βαρβαρικής ολιγόνοιας.
Πολύ ρεαλιστικά και ψύχραιμα, χωρίς συναισθηματισμούς ή ψυχολογικές εμμονές, θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι η επιβολή του μονοτονικού είναι στην ιστορία των Ελλήνων μια καταστροφή, ασύγκριτα ολεθριότερη από τη Μικρασιατική. Στη Μικρασιατική Καταστροφή χάθηκαν πανάρχαιες κοιτίδες του Ελληνισμού, χάθηκε η κοσμοπολίτικη αρχοντιά του, η συνείδηση ότι η ελληνικότητα είναι πολιτισμός, δηλαδή «τρόπος» βίου, όχι υπηκοότητα βαλκανικού επαρχιωτισμού. Ομως δεν χάθηκε η συνέχεια της γλώσσας του, που είναι και έμπρακτη συνέχεια της ιστορικής του συνείδησης, της ένσαρκης στον γραπτό λόγο συνέχειας του ελληνικού «τρόπου».
Το μονοτονικό κατάργησε τη σημειογραφία που συνέδεε την αρχαιοελληνική φωνητική «προσωδία» με τη γραπτή αποτύπωσή της και καθιστούσε ενιαία την ελληνική γλώσσα από τον Ομηρο ώς σήμερα. Διέρρηξε τη συνέχεια της γραπτής σημαντικής των σημασιών: Η μονοτονική γραφή της διατύπωσης του Αριστοτέλη «το ον η ον» δεν έχει κανένα νόημα, δεν είναι καν γλώσσα. Για να κατανοήσει, τώρα πια, ένας Ελλαδίτης τα κείμενα της κλασικής αρχαιότητας ή της «κοινής» ελληνικής (ή τον Παπαδιαμάντη, τον Ροΐδη, το «Τη υπερμάχω»), πρέπει να εισαχθεί εξ υπαρχής στη γραπτή σημαντική μιας άλλης γλωσσικής λογικής (σύνταξης, γραμματικής, ετυμολογίας) – σε μιαν άλλη, ξένη γι’ αυτόν γλώσσα.
Αντιδράσεις θεσμικών φορέων ή οργανωμένων κοινωνικών ομάδων για την γκανγκστερική επιβολή του μονοτονικού δεν υπήρξαν. Από τη μεταγενέστερη πολιτική της συμπεριφορά η Ν.Δ., όταν έγινε η ίδια κυβέρνηση, απέδειξε στην πράξη ότι συνέπλεε απολύτως με τους αυτουργούς του ιστορικού κακουργήματος. Η Ακαδημία Αθηνών δεν έκλεισε τις πύλες της διακηρύσσοντας ότι δεν έχει πια λόγο να υπάρχει μετά το ηροστράτειο πραξικόπημα.
Καμιά πανεπιστημιακή σύγκλητος δεν παραιτήθηκε διαμαρτυρόμενη, καμιά Φιλοσοφική Σχολή δεν έκλεισε, δεν είπαν λέξη οι εταιρείες φιλολόγων, οι δικαστές, οι δικηγορικοί σύλλογοι, η Ιερά Σύνοδος, η ΟΛΜΕ, η ΔΟΕ. Η Ελλάδα ήταν πανέτοιμη για τον γλωσσικό αφελληνισμό της, είχε πια ταυτίσει την «πρόοδο» και τον «εκσυγχρονισμό» με την αποθέωση της χρησιμότητας, της ευκολίας, της καταναλωτικής ευχέρειας.
Κάθε κομματική επιλογή μας σήμερα είναι παγιδευμένη στον ίδιο αφελληνισμό.
Πηγή
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου
Αντιγράφω από ένα μικρό βιβλίο του Γιάννη Πατίλη, με τίτλο «Ελληνικά και Ιστορική Ορθογραφία στην Πλανητική Εποχή», που πρόσφατα κυκλοφόρησε (δυστυχώς, λόγω κρίσης, σε πολύ περιορισμένο αριθμό αντιτύπων).
«Το 1930, στο περιοδικό “Πρωτοπορία”, ο μαρξιστής διανοούμενος Γιάννης Σιδέρης έγραφε χαρακτηριστικά: “Την ημέρα που θα επιβληθεί πια το λατινικό αλφάβητο και που θα μπει στα σχολειά, θα έχουμε προχωρήσει πολύ και θ’ αποδειχτεί πως έχουν γκρεμιστεί ένα σωρό προλήψεις και αμορφωσιές”.
»Οσοι είμαστε σήμερα εκπαιδευτικοί γνωρίζουμε καλά πως το λατινικό αλφάβητο είναι ήδη εδώ, στα σχολειά μας. Αυτό όμως που αστόχαστα παραγνωρίζουμε είναι, πως αυτή τη φορά το λατινικό αλφάβητο, ως φορέας της φωνητικής γραφής, δεν έρχεται από τα πάνω, από κάποια προϋποτιθέμενη προοδευτική εκπαιδευτική πολιτική ή από τις ελίτ των διανοουμένων, τον κ. Γληνό ας πούμε ή τον κ. Φιλήντα, και άλλες σοβαρές μορφές του πρώιμου διαφωτισμού μας, που υποστήριζαν την κατάργηση της ιστορικής ορθογραφίας, όπως ο Γιάννης Βηλαράς ή ο Αθανάσιος Ψαλίδας.
»Τώρα το λατινικό αλφάβητο έρχεται κατευθείαν από τα κάτω, από τη νεολαία, η οποία το χρησιμοποιεί ανεπίσημα παντού, από τα κινητά τηλέφωνα ώς το διαδίκτυο, πράγμα που του δίνει την οικειότητα και το ψυχικό προβάδισμα, την όλη ψυχοπνευματική επένδυση μ’ άλλα λόγια, την οποία στερείται, όχι μόνο στη συνείδηση των μαθητών αλλά και μεγάλης μερίδας εκπαιδευτικών, το ίδιο το κουτσουρεμένο με το μονοτονικό επίσημο και γι’ αυτό “καταναγκαστικό” σύστημα της σχολικής ιστορικής ορθογραφίας. Μια τέτοια ψυχολογικής τάξεως διαφορά δεν ήταν που οδήγησε σταδιακά στην πλήρη κατίσχυση της κοινής ομιλούμενης απέναντι στην γραπτή καθαρεύουσα;
»Τι ελπίδες έχει λοιπόν να επιζήσει το επίσημο σύστημα της ιστορικής ορθογραφίας, όταν το λατινόγραπτο μήνυμα που στέλνω στο κορίτσι μου με το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο ή με το κινητό μετράει, ως τρόπος γλωσσικής έκφρασης των πιο κρίσιμων συναισθημάτων μου, πολύ περισσότερο από τις ανούσιες σαχλαμάρες που θα πρέπει να γράψω την επομένη στο σχολείο;
»Αυτή λοιπόν η εκ των κάτω κίνηση αποδόμησης της γραπτής παράδοσης των ελληνικών, η οποία συνεπικουρείται από την παρδαλή ημι-αγγλόφωνη εικόνα των “Free Press”, πραγματοποιεί το καθυστερημένο ραντεβού με την κατάργηση της ιστορικής ορθογραφίας... Με την επιβολή του μονοτονικού έχουμε ήδη κάνει το πρώτο βήμα, το μονοτονικό αποδεικνύεται ένα απλώς μεταβατικό στάδιο ώς την πλήρη κατάργηση των τόνων. Και μετά το ατονικό, συνέπεια φυσική των αρχών που υπαγόρευσαν το μονοτονικό (αρχών μιας “ιδεολογίας της ευκολίας”, όπως έλεγε ο Αγγελος Ελεφάντης) θα είναι η παραδοχή της φωνητικής γραφής (“όλι ι άνθροπι ίδιι ίνε”), δηλαδή στην ουσία η διάλυση της ελληνικής γλώσσας εις τα εξ ων συνετέθη».
Η νύχτα της 11.1.1982 μοιάζει να έκρινε αμετάτρεπτα τις προοπτικές του Ελληνισμού: Η Βουλή συζητούσε νομοσχέδιο «περί εγγραφής μαθητών στα λύκεια», όταν, αιφνιδιαστικά, μετά τα μεσάνυχτα, εισάγεται τροπολογία με αντικείμενο την επιβολή του μονοτονικού στην εκπαίδευση. Η τότε αξιωματική αντιπολίτευση (Ν.Δ.) διαμαρτύρεται που ένα «μέγα θέμα» έρχεται για να εγκριθεί ως δευτερεύουσα, ήσσονος σημασίας προσθήκη σε άσχετο νομοσχέδιο, σε μεταμεσονύκτιες ώρες. Και αποχωρεί από την αίθουσα, χωρίς να δώσει έστω την ελάχιστη μάχη «επί της ουσίας». Το μονοτονικό επιβάλλεται με την ψήφο τριάντα παρόντων κυβερνητικών βουλευτών.
Να γεννιέσαι σε μια γλώσσα που μιλιέται τρεισήμισι χιλιάδες χρόνια, και τα τελευταία δύο χιλιάδες διακόσια χρόνια εξασφαλίζει την ιστορική και λειτουργική της συνέχεια χάρη στην πολυτονική γραφή της (δεν υπήρχαν τόνοι στα αρχαία ελληνικά, απλούστατα, επειδή σώζονταν στην προφορική εκφορά τους), να σου έχει χαριστεί μια τέτοια γλώσσα, είναι δώρο ζωής και χάρισμα ποιότητας της ζωής από τα σπανιότερα που μπορεί να χαριστούν σε άνθρωπο. Οποιος συλλαμβάνει το ιλιγγιώδες μέγεθος του προνομίου, καταλαβαίνει ότι η άρνησή του για χάρη μιας φτηνιάρικης χρησιμοθηρίας («για να μην καταταλαιπωρούνται τα παιδιά στο σχολείο» ή «για να έχει όφελος η εθνική οικονομία»), φανερώνει κριτήρια ωμού πρωτογονισμού, βαρβαρικής ολιγόνοιας.
Πολύ ρεαλιστικά και ψύχραιμα, χωρίς συναισθηματισμούς ή ψυχολογικές εμμονές, θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι η επιβολή του μονοτονικού είναι στην ιστορία των Ελλήνων μια καταστροφή, ασύγκριτα ολεθριότερη από τη Μικρασιατική. Στη Μικρασιατική Καταστροφή χάθηκαν πανάρχαιες κοιτίδες του Ελληνισμού, χάθηκε η κοσμοπολίτικη αρχοντιά του, η συνείδηση ότι η ελληνικότητα είναι πολιτισμός, δηλαδή «τρόπος» βίου, όχι υπηκοότητα βαλκανικού επαρχιωτισμού. Ομως δεν χάθηκε η συνέχεια της γλώσσας του, που είναι και έμπρακτη συνέχεια της ιστορικής του συνείδησης, της ένσαρκης στον γραπτό λόγο συνέχειας του ελληνικού «τρόπου».
Το μονοτονικό κατάργησε τη σημειογραφία που συνέδεε την αρχαιοελληνική φωνητική «προσωδία» με τη γραπτή αποτύπωσή της και καθιστούσε ενιαία την ελληνική γλώσσα από τον Ομηρο ώς σήμερα. Διέρρηξε τη συνέχεια της γραπτής σημαντικής των σημασιών: Η μονοτονική γραφή της διατύπωσης του Αριστοτέλη «το ον η ον» δεν έχει κανένα νόημα, δεν είναι καν γλώσσα. Για να κατανοήσει, τώρα πια, ένας Ελλαδίτης τα κείμενα της κλασικής αρχαιότητας ή της «κοινής» ελληνικής (ή τον Παπαδιαμάντη, τον Ροΐδη, το «Τη υπερμάχω»), πρέπει να εισαχθεί εξ υπαρχής στη γραπτή σημαντική μιας άλλης γλωσσικής λογικής (σύνταξης, γραμματικής, ετυμολογίας) – σε μιαν άλλη, ξένη γι’ αυτόν γλώσσα.
Αντιδράσεις θεσμικών φορέων ή οργανωμένων κοινωνικών ομάδων για την γκανγκστερική επιβολή του μονοτονικού δεν υπήρξαν. Από τη μεταγενέστερη πολιτική της συμπεριφορά η Ν.Δ., όταν έγινε η ίδια κυβέρνηση, απέδειξε στην πράξη ότι συνέπλεε απολύτως με τους αυτουργούς του ιστορικού κακουργήματος. Η Ακαδημία Αθηνών δεν έκλεισε τις πύλες της διακηρύσσοντας ότι δεν έχει πια λόγο να υπάρχει μετά το ηροστράτειο πραξικόπημα.
Καμιά πανεπιστημιακή σύγκλητος δεν παραιτήθηκε διαμαρτυρόμενη, καμιά Φιλοσοφική Σχολή δεν έκλεισε, δεν είπαν λέξη οι εταιρείες φιλολόγων, οι δικαστές, οι δικηγορικοί σύλλογοι, η Ιερά Σύνοδος, η ΟΛΜΕ, η ΔΟΕ. Η Ελλάδα ήταν πανέτοιμη για τον γλωσσικό αφελληνισμό της, είχε πια ταυτίσει την «πρόοδο» και τον «εκσυγχρονισμό» με την αποθέωση της χρησιμότητας, της ευκολίας, της καταναλωτικής ευχέρειας.
Κάθε κομματική επιλογή μας σήμερα είναι παγιδευμένη στον ίδιο αφελληνισμό.
Πηγή
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου
Αυτά τα "δοκίμια" πολιτικής θεολογίας και ανθρωπολογίας τα ξέρουμε. Χρόνια τώρα τα διαβάζουμε. Αλλά ο δόκιμος "δοκιμιογράφος" κάνει ένα σοβαρό, θεμελιακό θα έλεγα, λάθος. Ξεχνά ότι πρώτα οι "θεσμικοί φορείς" (sic) ξήλωσαν της θρησκεία και ύστερα επιδόθηκαν μετά ζήλου στο ξεκαθάρισμα και της γλώσσας.
ΑπάντησηΔιαγραφή